ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Νικολέττα Χαραλαμπίδου (κα), Για τον Αιτητή Χρυσοβαλάντη Πλαστήρα (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα Αιτητής παρών CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-09-17 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ISMAIL ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS v. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 49/2020, 17/9/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D309

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 49/2020

 

17 Σεπτεμβρίου, 2020

 

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, (Ν. 33/1964) ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΧΧ ISMAIL  ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ                                                                                                                                                                           ΑΙΤΗΤΗΣ

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ-

 

1)    ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

2)   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ ΧΧΧ ISMAIL  ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

    ----------------------------

                                     

Νικολέττα Χαραλαμπίδου (κα), Για τον Αιτητή        

Χρυσοβαλάντη Πλαστήρα (κα),  δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα

Αιτητής παρών

---------------------------

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα αίτηση ο Αιτητής επιδιώκει την έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus ad subjiciendum με το οποίο να κηρύσσεται άκυρη η συνεχιζόμενη κράτηση του ως Αιτητή Ασύλου από τις 21/8/2019 μέχρι σήμερα.

 

Στα πλαίσια της διαδικασίας της αίτησης καταχωρήθηκε από τον Αιτητή η ενδιάμεση αίτηση, ημερ. 25/6/2020, για αποκάλυψη όλων των στοιχείων και πληροφοριών που οδήγησαν στην έκδοση του διατάγματος κράτησης του ημερ. 21/8/2019 και που δικαιολογούν τη συνέχιση της κράτησης  δυνάμει του άρθρου 9(ΣΤ) (2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000). Η ενδιάμεση αίτηση απορρίφθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου, ημερ. 16/7/2020.

 

Σύμφωνα με τα ουσιώδη και αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως εξάγονται από την αίτηση και ένσταση, ο Αιτητής, υπήκοος Συρίας, αφίχθηκε στις 19/9/2006 στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας, για σκοπούς φοίτησης του σε Κολλέγιο.  Στις 30/11/2006 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής η οποία εγκρίθηκε  αρχικά μέχρι τις 24/8/2007 και κατόπιν ανανεώσεων της μέχρι τις 30/9/2011.  Στις 27/10/2011 καταχώρησε αίτηση για διεθνή προστασία την οποίαν απέσυρε στις 31/10/2012 και  εγκατέλειψε στη συνέχεια  την Κύπρο μέσω του Αεροδρομίου Λάρνακας στις 11/11/2012.  Στις 20/8/2019  επέστρεψε με άλλα 32 άτομα παράνομα στο Κάβο Γκρέκο της Επαρχίας Αμμοχώστου με βάρκα και υπέβαλε στις 21/8/2019 αίτηση για διεθνή προστασία.  Κατά την προσωπική συνέντευξη του με μέλη της ΥΑΜ του Αρχηγείου Αστυνομίας θεωρήθηκε ύποπτος για θέματα τρομοκρατίας γι' αυτό και εκδόθηκε αυθημερόν  διάταγμα κράτησης του για λόγους εθνικής ασφάλειας στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου.  Αφού ο αιτητής εξασφάλισε στις 24/9/2019 διάταγμα Νομικής Αρωγής, καταχώρησε στις 9/10/2019 την προσφυγή αρ. ΔΔΠ 209/2019 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας προσβάλλοντας το διάταγμα κράτησης του, η οποία  απορρίφθηκε στις 23/12/2019.  Εν τω μεταξύ είχεν απορριφθεί αίτημα του για να αφεθεί ελεύθερος για ανθρωπιστικούς λόγους μέχρι εξέτασης του αιτήματος του στην Υπηρεσία Ασύλου.  Επανήλθε εκ νέου με νέα αίτηση για νομική αρωγή και κατόπιν έγκρισης της καταχώρησε στις 7/5/2020 την υπό κρίση αίτηση  για την έκδοση habeas corpus.  Στις 19/5/2020 το Γραφείο Επιχειρήσεων ΥΑΜ ενημέρωσε εκ νέου το αρμόδιο Τμήμα ότι κατόπιν επανεξέτασης των δεδομένων, ο λόγος κράτησης του Αιτητή εξακολουθούσε να υφίστατο.  Στις δε 20/5/2020 εκδόθηκε απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημα του για διεθνή προστασία αλλά του εισηγείτο η αναζήτηση έκδοσης άδειας παραμονής.    Για σκοπούς πληρότητας του ιστορικού, ο Αιτητής, σύμφωνα με το περίγραμμα αγόρευσης της δικηγόρου των Καθ' ων η Αίτηση, επανήλθε με την καταχώρηση, στις 11/8/2020,  της προσφυγής Αρ. 974/2020 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 29/5/2020 να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, που ακολούθησε εκείνη ημερ. 20/5/2020, η οποία προσφυγή εκκρεμεί. 

 

Στο περίγραμμα αγόρευσης της η δικηγόρος του Αιτητή υποστήριξε ότι η συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα κράτηση του Αιτητή δηλ. για συνολική περίοδο 13 μηνών περίπου, θα  δικαιολογείτο μόνο  υπό την έννοια ότι ο Αιτητής συνεχίζει να αποτελεί σήμερα ενεστώσα, πραγματική και αρκούντως σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Δημοκρατίας, που είναι ο λόγος κράτησης του, νοουμένου ότι  η κράτηση εξυπηρετεί το σκοπό για τον οποίο αυτή διατηρείται, ο οποίος να μην μπορεί να επιτευχθεί με εναλλακτικά μέτρα.  Στην παρούσα περίπτωση οι Καθ' ων η Αίτηση αν και είχαν  το βάρος απόδειξης δεν παρουσίασαν κανένα στοιχείο ικανοποίησης των πιο πάνω προϋποθέσεων για συνέχιση της κράτησης.    Σ' όσον αφορά το λόγο κράτησης τονίζει ότι αυτός δεν είναι σαφής, εφόσον  θεωρείται γενικά ο Αιτητής επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια, χωρίς να έχει ληφθεί καμιά ενέργεια από πλευράς Καθ' ων η Αίτηση προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση από την άλλη, εισηγούνται ότι ουσιαστικά με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, η οποία αποφασίστηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας. Πρόταξαν την αναγκαιότητα συνέχισης της κράτησης του Αιτητή  για την προστασία της εθνικής ασφάλειας στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου και ότι η μέχρι σήμερα κράτηση του οφείλετο  στα διάφορα διαβήματα του ιδίου που εξακολουθεί να λαμβάνει ώστε να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, με αποτέλεσμα η απέλαση του να καθίσταται αδύνατη.

 

Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι φανερό ότι οι Καθ' ων η Αίτηση ενέταξαν την κράτηση του Αιτητή στις πρόνοιες του εδαφίου (2)(ε) του άρθρου 9(ΣΤ) του πιο πάνω Νόμου, ότι δηλαδή η κράτηση του απαιτείται για προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης. 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 9ΣΤ(4)(α) του ιδίου Νόμου η κράτηση «έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2)».  Το δε άρθρο 9ΣΤ(4)(β) προνοεί ότι «διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με λόγο κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο 2 εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών  που δεν μπορούν να αποδοθούν στον Αιτητή δεν δικαιολογούν τη συνέχιση της κράτησης.»

 

Το άρθρο 9ΣΤ(7)(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου, στο οποίο εμπίπτει η περίπτωση του Αιτητή, προβλέπει ότι η διάρκεια κράτησης υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος και ο Αιτητής δικαιούται στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(7)(α)(ii) να καταχωρήσει πέραν της μιας αίτησης  «ιδίως όταν η κράτηση είναι παρατεταμένης διάρκειας ή όταν προκύπτουν σχετικές περιστάσεις ή όταν νέα στοιχεία καθίστανται διαθέσιμα τα οποία ενδέχεται να επηρεάζουν τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης».

 

Είναι φανερό ότι το εδάφιο (7) του  άρθρου 9ΣΤ αναφέρεται στον έλεγχο της διάρκειας κράτησης και όχι της νομιμότητας της κράτησης.  Με αυτό ως δεδομένο, εκείνο το οποίο το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει με την υπό κρίση αίτηση είναι το εύλογο της περιόδου κράτησης, στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, όπως διαγράφονται κυρίως από τις διάφορες ενέργειες των Καθ' ων η Αίτηση και δικαστικές διαδικασίες που λήφθηκαν από πλευράς Αιτητή.  Εξάλλου σ' αυτό ακριβώς αποσκοπεί η αίτηση, σύμφωνα με τη διευκρίνιση της δικηγόρου του Αιτητή στο περίγραμμα αγόρευσης της.

 

Υπάρχει πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως προς τις αρχές που διέπουν την κράτηση ενός Αιτητή ασύλου στη βάση του άρθρου 9ΣΤ του πιο πάνω Νόμου. 

 

Στην  Πολιτική Αίτηση αρ. 202/2019 του Mohammad Y.A.L. ημερ. 20/2/2020, υιοθετώντας την υπόθεση του ΔΕΕ J. Nv. Staatssecretaris van Veilighetd en Justitie C-601/15/PPU, ημερ. 15/2/2016, αναφέρθηκε ότι «η εξισορρόπηση του δικαιώματος ενός κράτους μέλους να προστατεύει την εθνική ασφάλεια και τη δημόσια τάξη, με τα δικαιώματα και ελευθερίες που αναγνωρίζονται στη βάση του        άρθρου 52 παρ. (1) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εμπεριέχει την αρχή της αναλογικότητας ώστε οι τυχόν περιορισμοί με την κράτηση ατόμου ή την επιβολή άλλων περιοριστικών μέτρων, να είναι επιτρεπτοί μόνο εφόσον είναι αναγκαίοι και αναγνωρίσιμοι κατά τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

 

Σε θέματα εθνικής ασφάλειας το Δικαστήριο, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν μπορεί να υπεισέλθει στους λόγους που η Διοίκηση αποφάσισε ότι τίθεται θέμα κρατικής ασφάλειας, ζητήματα για τα οποία έχει ευρείαν διακριτική ευχέρεια.  Η εκτίμηση των στοιχείων ή πληροφοριών που ευλόγως προκαλούν ανησυχία για τη δημόσια ασφάλεια γίνεται από τη διοίκηση ενώ το Δικαστήριο περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της  (βλ. Bekefi ν. Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 42/2013, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:C317 και Πολιτική Αίτηση του Mohammad Y.A.L.  (ανωτέρω)).

 

Στην πολύ πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση WM v. Stadt Frankfurt am Main C-18/19, ημερ. 2/7/2020, η οποία ακολουθήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Πολ. Αίτηση Αρ. 28/2020, Almuhana, ημερ. 28/7/2020, αναφέρθησαν τα εξής:

 

«Στο πλαίσιο αυτό, υπενθυμίζεται ότι, μολονότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν, κατ' ουσίαν, την ελευθερία να καθορίζουν τις απαιτήσεις δημοσίας τάξεως σύμφωνα με τις εθνικές ανάγκες τους, οι οποίες ενδέχεται να διαφοροποιούνται αναλόγως του κράτους μέλους και του κρίσιμου χρονικού διαστήματος, εντούτοις οι απαιτήσεις αυτές, στο πλαίσιο της Ένωσης και ιδίως ως δικαιολόγηση παρεκκλίσεως από υποχρέωση αποσκοπούσα στη διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υπηκόων τρίτων χωρών κατά την απομάκρυνσή τους από την ΄Ενωση, πρέπει να ερμηνεύονται στενά, με συνέπεια το περιεχόμενό τους να μην μπορεί να καθορίζεται μονομερώς από κάθε κράτος μέλος χωρίς τον έλεγχο των θεσμικών οργάνων της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 11ης Ιουνίου 2015, Zh. και Ο., C-554/13, EU:C:2015:377, σκέψη 48).

 

Όσον αφορά την ερμηνεία της έννοιας του «κινδύνου για τη δημόσια τάξη», κατά το άρθρο 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 2008/115, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η έννοια αυτή προϋποθέτει, εν πάση περιπτώσει, εκτός της διασαλεύσεως της κοινωνικής τάξεως την οποία συνιστά κάθε παράβαση του νόμου, την ύπαρξη πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας (απόφαση της 11ης Ιουνίου 2015, Zh. και Ο., C-554/13, EU:C:2015:377, σκέψη 60).

 

Όσον αφορά την έννοια της «δημόσιας ασφάλειας», από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι αυτή καλύπτει τόσο την εσωτερική ασφάλεια κράτους μέλους όσο και την εξωτερική ασφάλειά του και ότι, ως εκ τούτου, μπορεί να θίγεται από την παρακώλυση της λειτουργίας των κρατικών θεσμών και των βασικών δημόσιων υπηρεσιών, καθώς και από τον κίνδυνο για την επιβίωση του πληθυσμού ή τον κίνδυνο σοβαρής διαταράξεως των εξωτερικών σχέσεων ή της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών ή από την προσβολή των στρατιωτικών συμφερόντων (απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2016, Ν., C-601/15 PPU, EU:C:2016:84, σκέψη 66).

 

Όπως, όμως, επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 77 των προτάσεών του, η απαίτηση περί πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, προκειμένου να θεμελιωθεί η μείωση ή η κατάργηση της προθεσμίας οικειοθελούς αναχωρήσεως υπηκόου τρίτης χώρας βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 2008/115, επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο προς δικαιολόγηση της κρατήσεως σε σωφρονιστικό κατάστημα ενόψει απομακρύνσεως, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 16, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 2008/115.

 

Επομένως, προσβολή της δημοσίας τάξεως ή ασφάλειας δύναται να δικαιολογεί την ενόψει απομακρύνσεως κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας σε σωφρονιστικό κατάστημα, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 16, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας 2008/115, μόνον εφόσον η ατομική συμπεριφορά του συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας ή κατά της εσωτερικής ή εξωτερικής ασφάλειας του οικείου κράτους μέλους (πρβλ. απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2016, Ν.,                   C-601/15 PPU, EU:C:2016:84, σκέψη 67).

 

Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές στην υπόθεση της κύριας δίκης.»

 

 

Εκείνο που εξάγεται από τη νομολογία είναι ότι η περίοδος κράτησης αποφασίζεται στη βάση των ιδιαίτερων γεγονότων της κάθε υπόθεσης.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο Αιτητής κρατείται για περίοδο πέραν των δώδεκα μηνών από την έκδοση του διατάγματος κράτησης του, ο οποίος κρίθηκε ως επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια.  Το βάρος απόδειξης ότι η συνέχιση της κράτησης του εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι αναγκαία, βρίσκεται στους ώμους των Καθ' ων η Αίτηση.  Ειδικά θα πρέπει να αποδείξουν, σύμφωνα με την  πιο πάνω νομολογία,  ότι η ατομική συμπεριφορά του Αιτητή συνεχίζει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή κατά θεμελειώδους συμφέροντος της κοινωνίας ή κατά της εσωτερικής ή εξωτερικής ασφάλειας της Δημοκρατίας. Σημειώνεται ότι η αναγκαιότητα της κράτησης κρίθηκε από τους Καθ' ων η Αίτηση πριν δώδεκα μήνες περίπου και συγκεκριμένα κατά την προσωπική του συνέντευξη με μέλη της ΥΑΜ Αρχηγείου κατά την άφιξη του στην Κύπρο κατά τις 20/8/2019, όπου θεωρήθηκε ύποπτος για θέματα εθνικής ασφάλειας.  Σε περαιτέρω έρευνες των Τμημάτων της ΚΥΠ και Τρομοκρατίας της Αστυνομίας, ο Αιτητής εντοπίστηκε σε βάσεις δεδομένων που αφορούν σε θέματα τρομοκρατίας άλλων συνεργαζόμενων χωρών ως ύποπτος για θέματα τρομοκρατίας με επιχειρησιακή δράση.  Ακολούθησαν  επανεξετάσεις του θέματος της κράτησης του που είχαν το ίδιο αποτέλεσμα ότι δηλ. η κράτηση ήταν αναγκαία εφόσον οι λόγοι κράτησης εξακολουθούσαν να υφίστανται.  Τα γεγονότα αυτά εξάγονται από την Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την ένσταση αλλά και από τα έγγραφα των διαφόρων αρχών της Δημοκρατίας που επισυνάπτονται σ' αυτήν και τα οποία  επαναλαμβάνουν απλά ότι η κράτηση είναι αναγκαία για σκοπούς δημόσιας ασφάλειας.   Δεν παρουσιάστηκε από πλευράς των Καθ' ων η Αίτηση κανένα στοιχείο ως προς συγκεκριμένες τυχόν  περαιτέρω ενέργειες για επαλήθευση του κινδύνου ή έστω ως προς το χρόνο τυχόν μελλοντικώς  λήψης τέτοιων ενεργειών, που να συνηγορούν, υπέρ της  συνέχισης της κράτησης.  Ιδιαίτερα εδώ που ο Αιτητής ισχυρίζεται στην Ένορκη του Δήλωση που συνοδεύει την αίτηση του, ότι δεν υπήρξε ποτέ μέλος τρομοκρατικής ή ομάδας και ούτε αναμείχθηκε στον πόλεμο που μαίνεται στη Συρία, χωρίς να αρνείται από την άλλη   ότι αντιτίθετο στο καθεστώς του Προέδρου Άσσαντ, όπως πολλοί άλλοι, ενώ βρισκόταν εκτός Συρίας, εκφράζοντας μέσω διαμαρτυριών και άλλων πολιτικών ενεργειών την αντίθεση του.

 

 Δεν υπάρχει περαιτέρω καμιά πληροφόρηση  από πλευράς των Καθ' ων η Αίτηση κατά πόσο έχουν ήδη προσαφθεί κατηγορίες εναντίον του Αιτητή.   Σημειώνεται ότι δεν αμφισβητούνται τα διάφορα διαβήματα που έλαβε για  να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, ότι έγιναν επανεξετάσεις του αιτήματος του με το ίδιο τυπικό αποτέλεσμα  και ότι εκκρεμεί άλλη προσφυγή του στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.  Ο Αιτητής   έλαβε όλα τα δικαστικά διαβήματα μέσα στις προθεσμίες που προβλέπει ο Νόμος και το Σύνταγμα, οπότε δεν μπορεί να του καταλογιστεί οποιαδήποτε ευθύνη για την παρατεταμένη κράτηση του με το δικαιολογητικό της καθυστέρησης στη λήψη των μέτρων.  

 

Έχοντας τα πιο πάνω κατά νουν κρίνω ότι η απουσία του πραγματικού υπόβαθρου τεκμηρίωσης της αναγκαιότητας της συνέχισης κράτησης του Αιτητή σε συνάρτηση με τον χρόνο που παρέμεινε υπό κράτηση, καθιστά την άμεση αποφυλάκιση του  ως τη μόνη επιλογή. 

 

Το ίδιο θέμα εξετάστηκε στην  πολύ πρόσφατη Πολιτική Αίτηση του Almuhana, (ανωτέρω), στην οποία παρέπεμψε η δικηγόρος του Αιτητή,  όπου ο εκεί Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος μετά από 15μηνη κράτηση του για σκοπούς προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και ενώ ήταν αιτητής διεθνούς προστασίας, ενόψει μη προσκόμισης οποιουδήποτε στοιχείου ως προς το τι μεσολάβησε προκειμένου να τεκμηριωθεί ο κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια ή το χρόνο που θα εξακριβώνετο.   Σχετική επίσης με τα γεγονότα της υπό κρίση αίτησης είναι και η Πολιτική Αίτηση Αρ. 56/2020 του Abdelmogheeth, ημερ. 15/9/2020 που αφορούσε σε Αιτητή που κρατείτο  περίπου για 19 μήνες για σκοπούς προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και διατάχθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο η απελευθέρωση του, ενόψει απουσίας του υπόβαθρου τεκμηρίωσης της αναγκαιότητας συνέχισης της κράτησης του. 

 

Για τους πιο πάνω λόγους είναι η κατάληξη μου ότι η συνέχιση της κράτησης του Αιτητή αντιστρατεύεται τις πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(4)(α) του περί Προσφύγων Νόμου και η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει όπως και επιτυγχάνει.  

 

 

                                                                             Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο