ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Χριστοδ.Κληρίδης με Χρ.Αριστείδου, (κα), για Χρ.Γ.Βασιλειάδη amp;amp;amp; Σια ΔΕΠΕ,για τους αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-09-24 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ SUNNINGDALE LTD, Πολιτική Αίτηση αρ. 123/2020, 24/9/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D318

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική Αίτηση αρ. 123/2020

 

24 Σεπτεμβρίου, 2020

                                                                               

Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ SUNNINGDALE LTD, ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΓΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI KAIPROHIΒΙΤΙΟΝ,

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΚΑΙ/Η ΤΙΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΚΑΙ/Η ΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22/05/2020 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 3/2020, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ Ν.31(1)/1992, ΣΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟ ΚΕΦ. 6 ΑΡΘΡΑ 3 ΕΩΣ 9, ΣΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ Ν.14/60, ΣΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΣΤΟΝ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 23/1990, ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 4/2009.

 

Χριστοδ.Κληρίδης με Χρ.Αριστείδου, (κα), για Χρ.Γ.Βασιλειάδη & Σια ΔΕΠΕ,για τους αιτητές.

----------------- -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

x-tempore)

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Οι αιτητές επιδιώκουν με την παρούσα, να τους δοθεί επέκταση του χρόνου για την καταχώρηση αίτησης για άδεια ως προς την  καταχώρηση αίτησης για την έκδοση εντάλματος certiorari.

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης έθεσα στον ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών τον προβληματισμό μου καθότι ήδη τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης από εμένα, στην Πολιτική αίτ.69/2020 Αναφορικά με την αίτηση της SunningdaleLtd ημερ. 24.6.20

 

Όπως προκύπτει από τις θέσεις που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που στηρίζει το παρόν αίτημα, οι αιτητές φαίνεται να θεωρούν ότι νομιμοποιούνται να ζητήσουν εκ νέου άδεια για καταχώρηση αίτησης certiorariκαθότι εν τω μεταξύ έλαβαν διορθωμένο πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 22.5.2020.  Όπως αναφέρουν στην παράγρ.5 της ένορκης δήλωσης, στις 28.7.2020 εκδόθηκε και στις 3.8.2020 συντάχθηκε κατόπιν αίτησης των αντιδίκων τους ημερ.24.6.2020, στην αίτηση 3/20, διάταγμα διόρθωσης του πρακτικού του Δικαστηρίου ημερ. 22.5.2020.  Αναφέρουν συγκεκριμένα ότι οι αιτητές επιθυμούν όπως καταχωρηθεί νέα αίτηση για άδεια στη βάση του διορθωμένου πρακτικού για το λόγο ότι «τα όσα αναφέρονται στο εν λόγω νέο πρακτικό ως λόγος που δεν είχε προβεί σε επίδοση η εκεί αιτήτρια μέχρι τις 22.5.2020, είναι εκτός του Νόμου και συγκεκριμένα εκτός του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.  Σημειώνεται ότι το προηγούμενο πρακτικό, δεν ανέφερε τίποτα σε σχέση με τους λόγους που η εκεί αιτήτρια δεν είχε επιδόσει μέχρι τότε το μονομερές Διάταγμα ημερ. 6.5.2020».

 

Δυνάμει της ίδιας ένορκης δήλωσης τα πιο πάνω θεωρούνται ότι δικαιολογούν αφενός νέα αίτηση για να δοθεί άδεια για certiorariκαι αφετέρου δίνουν έρεισμα για παράταση εκτός του χρονικού διαστήματος των 45 ημερών που προβλέπει ο Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου(Δικαιοδοσία ΄Εκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικός Κανονισμός του 2018, Καν.5(1) και (2)[1]εφόσον μέχρι τις 6.7.20. οι αιτητές τελούσαν σε πλήρη άγνοια όσον αφορά τo διορθωμένo πρακτικό.

 

Ενόψει των δεδομένων είμαι υποχρεωμένη να εξετάσω το αίτημα σε συνάρτηση με την προηγούμενη απόφαση μου στην ως άνω Πολιτική Αίτηση 69/20 εφόσον ενδεχομένως να συντρέχει πρόβλημα είτε δεδικασμένου είτε κατάχρησης.  Η απάντηση συναρτάται με τη σπουδαιότητα που μπορεί να έχει το διορθωμένο πρακτικό στα δεδομένα της υπόθεσης.  Παρά το γεγονός ότι δεν έχω ενώπιον μου το αίτημα για διόρθωση του εν λόγω πρακτικού, το οποίο δεν εντάχθηκε στο υλικό της αίτησης - ενώ θα αναμένετο να γίνει - θεωρώ ότι το θέμα, όπως επιχειρείται να εισαχθεί με νέα αίτηση για άδεια certiorari,έχει ήδη κριθεί και το διορθωμένο πρακτικό δεν θα πρόσφερε κάτι διαφορετικό στα δεδομένα της υπόθεσης,αφού σ΄αυτό εντάσσονται απλώς κάποιες αναφορές του δικηγόρου των αιτητών στην εκεί διαδικασία για τη μη επίδοση. 

 

Χρήσιμο είναι να δοθεί σχετικό απόσπασμα από την προηγηθείσα απόφαση μου.

«Στις 22.5.2020 ζητήθηκε από τους δικηγόρους των αιτητών περαιτέρω χρόνος για επίδοση.  (Βλ. πρακτικό ημερ. 22.5.2020, τεκμ.3 επί της διαδικασίας). Το Δικαστήριο όρισε εκ νέου το Διάταγμα επιστρεπτέον στις 5.6.2020.  Επιδόθηκε τελικά την 01.06.2020 δηλαδή 16 ημέρες από την ημέρα σύνταξης του και 8 μέρες από την ημερομηνία που επεκτάθηκε ο χρόνος επίδοσης του.

 

Στις 5.6.2020 προκαταρκτικά, οι αιτητές έθεσαν θέμα σε σχέση με τη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος, πλην όμως, υπήρξε αναβολή της υπόθεσης, λόγω απουσίας του φυσικού Δικαστή, και επαναορισμός της, στις 10.6.20.  Στην τελευταία αυτή ημερομηνία τέθηκε πιο αναλυτικά το θέμα από τους νυν αιτητές υπό την ιδιότητα τους ως καθ΄ων η αίτηση στη διαδικασία ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου αναφορικά με το ότι έπρεπε να μην ανανεωθεί η ισχύς του διατάγματος ενόψει του διαρρεύσαντος χρόνου, ειδικά επί τω ότι μέχρι τις 22.5.2020 δεν έγινε καν προσπάθεια επίδοσης του διατάγματος και δεν δόθησαν εξηγήσεις στο Δικαστήριο για την ανενέργεια της πλευράς των αντιδίκων τους.  Η άλλη πλευρά έδωσε τις εξηγήσεις της ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου ως φαίνεται από την καταχωρηθείσα στην παρούσα, γραπτή αγόρευση, τεκμ.4.  Μεταξύ άλλων ετέθησαν τα εγγενή προβλήματα στον ουσιώδη χρόνο, λόγω της πανδημίας αλλά και λοιπά θέματα πριν και μετά τη σύνταξη του διατάγματος.

 

Οι αιτητές παρουσιάζοντας τα αιτήματα τους ενώπιον μου επανέλαβαν τις θέσεις τους, υποδεικνύοντας ότι επρόκειτο για δραστικό διάταγμα και ότι το ζήτημα της διατήρησης εν ισχύ ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος, είναι ένα θέμα που στην παρούσα υπόθεση δεν λειτούργησε στα σωστά πλαίσια καθιστώντας την όλη διαδικασία κατά παράβαση του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.  Οι όλοι χειρισμοί στοιχειοθετούν παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης και της φυσικής δικαιοσύνης.  Σύμφωνα δε με τη θεώρηση τους, δεν υπάρχει άλλο, όπως το θέτουν,  «εξ ίσου αποτελεσματικό και ενδεικνυόμενο μέσο», εκτός από τις αιτούμενες θεραπείες.

 

Πρώτα απ΄ όλα πρέπει να λεχθεί ότι κατά τη δικάσιμο στις 10.6.2020 η διαδικασία που αφορούσε το προσωρινό διάταγμα αναβλήθηκε για οδηγίες στις 17.7.2020 με υποχρέωση των αιτητών να καταχωρήσουν ένσταση μέχρι τότε.  Όπως προφορικά μου ετέθη, η ένσταση δεν καταχωρήθηκε και για τους λόγους που εξηγούνται οι αιτητές προσέφυγαν στην παρούσα διαδικασία.

 

Πολλάκις, έχουν τεθεί οι αρχές με βάση τις οποίες προσεγγίζοντας από το Ανώτατο Δικαστήριο αιτήσεις όπως η παρούσα.  Είναι στους ώμους των αιτητών το βάρος να καταδείξουν συζητήσιμη υπόθεση.   Ενδιαφέρει η νομιμότητα των ελεγχόμενων ενεργειών, αφού δεν μπορεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας να είναι η ορθότητα, ούτε ο τρόπος άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας (1998)1Γ ΑΑΔ 1718).

 

Οι αιτητές επιδιώκουν να πείσουν πως η ενέργεια του Δικαστηρίου να δώσει νέα ημερομηνία επίδοσης στην πλευρά των εξασφαλισάντων το διάταγμα (η άλλη πλευρά), είναι παράνομη αφού το Δικαστήριο δεν είχε τέτοια εξουσία, λαμβανομένων υπόψη ότι δεν ελέχθηκε τίποτα από τους δικηγόρους της άλλης πλευράς, που θα συνιστά υπόβαθρο στο γιατί η εξουσία ασκήθηκε μ΄αυτό τον τρόπο.

 

Όμως η δικάσιμος της 22.5.2020 φαίνεται ότι δεν δύναται να απομονωθεί από τα προηγούμενα διαβήματα, από την έναρξη της διαδικασίας ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου και την καταδειχθείσα αναγκαιότητα του εκδοθέντος διατάγματος που στηρίχθηκε σε μια ιδιόμορφη νομική βάση με αφετηρία τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό (ΕΚ) αρ.4/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής του περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Νόμου του 1992 (Ν.31(Ι)/1992), του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60 και του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.

 

Επίσης δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι μετά που η πλευρά των αιτητών έθεσε το θέμα της κατ΄ισχυρισμόν ανενέργειας της άλλης πλευράς για την επίδοση, δόθηκαν σχετικές εξηγήσεις και το Δικαστήριο επέκτεινε εκ νέου το χρόνο ισχύος του Διατάγματος, ενώ κατά διακριτική εξουσία, είχε εξουσία - αν διέβλεπε κακοπιστία ή καταχρηστική συμπεριφορά - να μην το πράξει.

 

Η όλη εμβέλεια της διαδικασίας αλλά και η κατάληξη της, μέχρι τώρα δηλαδή η εμφάνιση των αιτητών στο Οικογενειακό Δικαστήριο, η ενασχόληση του Δικαστηρίου με το όλο θέμα και η ενάσκηση της διακριτικής του εξουσίας ως άνω, μεταθέτει το θέμα εκτός της έννοιας της συζητήσιμης υπόθεσης ως αυτή έχει καθορισθεί από τη νομολογία.

 

Περαιτέρω, οι οδηγίες για καταχώρηση ένστασης και ο ορισμός της υπόθεσης ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου, δίδουν ακριβώς την απάντηση ότι συντρέχει δυνατότητα άλλης θεραπείας, αφού οι αιτητές θα έχουν την ευκαιρία να θέσουν πλήρως τα επιχειρήματα τους επί της ουσίας, αλλά και ειδικότερα ως προς το θέμα της μη επίδοσης του διατάγματος κατά τον ως άνω χρόνο.  Εξαιρετικές περιστάσεις υπέρ της παροχής της παρούσας θεραπείας δεν έχουν προβληθεί, αν και τω όντι το διάταγμα είναι ιδιαίτερα δραστικό.  (Βλ. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004)1 ΑΑΔ 1535 και Erin Resources S.A. κ.ά. (2014)1ΑΑΑΔ 55)».

 

Για το θέμα του δεδικασμένου ή της κατάχρησης σε διαδικασίες προνομιακών ενταλμάτων αναφορά μπορεί να γίνει σε πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας, στην Photiou Bros Shipping Ltd, Πολ.εφ.273/17, 4.4.2018 όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Είναι νομολογιακά γνωστό ότι η έγερση ή προώθηση περισσότερων της μιας διαδικασίας για επίτευξη του ίδιου στόχου συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του xxx Περέλλα (1995) 1 ΑΑΔ 217). Στην υπόθεση Level Tachexcavs Ltd (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 1105 αναφέρθηκαν τα εξής από το Εφετείο ως προς την εφαρμογή των αρχών του δεδικασμένου κατά την άσκηση της πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις σελίδες 1111 και 1112:

 

«Ως προς τα προνομιακά εντάλματα είναι χαρακτηριστικές οι σελίδες 246,247 και 541 στο σύγγραμμα του Wade όπως και οι υποθέσεις Re Hastings (No. 2) [1959] 1 Q.B. 358 και Reg. v. Governor Pentonville Ex. P. Tarling [1979] 1 W.L.R. 1417, στις οποίες παραπέμπουν. Αναφέρονται στην εξουσία για άρνηση εκ νέου εξέτασης θεμάτων που εκδικάστηκαν ή που θα μπορούσαν να είχαν εκδικαστεί σε προγενέστερη διαδικασία εφόσον η επανέγερσή τους θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας και, ακόμα, στην ανατροπή της αντίληψης πως στην περίπτωση των προνομιακών ενταλμάτων δεν εκδίδονται "αποφάσεις" ώστε να τίθεται ζήτημα δεδικασμένου, [βλ. επίσης Spencer - Bower and Turner, The Doctrine of Res Judicata, 2η έκδοση, σελ. 54 και 215].

 

. . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . . . . . . .

 

Το θέμα του κωλύματος σε σχέση με επίδικο θέμα αναλύεται στον Spencer - Bower and Turner (ανωτέρω) σελ. 149 κ.επ. (βλ. επίσης xxx Παμπορίδης ν. Κτηματικής Τραπέζης Κύπρου Λτδ (1995) 1 Α.Α.Δ. 670). Αποτελεί κλασσική περίπτωση ύπαρξης τέτοιου κωλύματος όταν ήδη εκδόθηκε απόφαση η οποία εμπεριέχει ως στοιχείο της αιτιολογικής της βάσης δικαστική κρίση αναφορικά με όσα επιχειρείται να επανασυζητηθούν σε νέα διαδικασία μεταξύ των ίδιων διαδίκων. Στην Αγγλία έχει αναγνωριστεί πως δικαιολογείται η επανασυζήτηση τέτοιου θέματος μόνο όπου εξαιρετικές περιστάσεις δείχνουν ότι η άκαμπτη εφαρμογή του κανόνα θα οδηγούσε σε αδικία ενώ, αντιστρόφως, η παράκαμψή του δεν θα απέληγε σε κατάχρηση της διαδικασίας, [βλ. Arnold ν. Natwest Bank PLC [1991] 2 AC. 93 και The "Indian Grace" [1994] 2 Lloyd's Rep. 331].»

 

Η πιο πάνω απόφαση υιοθετήθηκε στις πρόσφατες υποθέσεις xxx Καλλή, Πολιτική Αίτηση 166/05, ημερ. 18.12.15 και xxx Λώλου, Πολιτική Αίτηση 157/17, ημερ. 8.11.17, ECLI:CY:AD:2017:D394.

 

Σχετική επίσης είναι και η υπόθεση Carter (Αρ. 3) (1996) 1(Α) ΑΑΔ 401 στην οποία το Εφετείο αφού προέβη σε μια ιστορική αναδρομή στην αγγλική νομολογία ως προς τη δυνατότητα καταχώρησης διαδοχικών αιτήσεων για έκδοση προνομιακού εντάλματος, αποφάσισε ότι η άσκηση της δικαιοδοσίας για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων κατά το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος από ένα ή ενδεχομένως και περισσότερους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξαντλεί την πρωτοβάθμια δικαιοδοσία του. Δεν παρέχεται η δυνατότητα ανάληψης δικαιοδοσίας από άλλους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου πάνω στο ίδιο θέμα επί των ιδίων γεγονότων».

 

 

Τα πιο πάνω έχουν πλήρη εφαρμογή και στην υπό κρίση αίτηση.  Είναι φανερό ότι στην πρώτη απόφαση η απουσία ή όχι εξηγήσεων για την επίδοση αναφορικά με τη διαδικασία ενδιάμεσου διατάγματος αποτέλεσε νομικό και πραγματικό βάθρο της αίτησης και ως συνέπεια αποτέλεσε σημείο προβληματισμού και κρίσης από το Δικαστήριο στην Πολιτική Αίτηση 69/20, με την επισήμανση ακριβώς ότι η δικανική συμπεριφορά των αιτητών στο κατώτερο Δικαστήριο θα έπρεπε να κριθεί στην ολότητα της και όχι μόνο σε αναφορά με τη συγκεκριμένη ημερομηνία.  Εξάλλου, όπως υποδείχθηκε στην πιο πάνω απόφαση δόθηκαν εξηγήσεις από τους αιτητές στην κύρια διαδικασία σε σχέση με την επίδοση.  Το διορθωμένο πρακτικό δεν αλλοιώνει τις περιστάσεις που λήφθηκαν υπόψη ούτε και την επισήμανση στην ίδια απόφαση ότι το Δικαστήριο επέκτεινε εκ νέου το χρόνο ισχύος του διατάγματος, «κατά τη διακριτική του εξουσία».

 

΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, κρίνω ότι η αίτηση παράτασης χρόνου που σκοπό έχει την καταχώρηση νέας αίτησης για παραχώρηση αδείας για certiorariδεν μπορεί να επιτύχει, λόγω του δεδικασμένου και λόγω του ότι συνιστά ένα είδος καταχρηστικής διαδικασίας, εκ μέρους των αιτητών. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                          Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 



[1](1) Αίτηση για άδεια καταχωρείται το συντομότερο από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης.

(2)           Το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν τον αιτητή να καταχωρήσει την αίτηση του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο