ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:A207
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 277/2013)
1 Ιουλίου, 2020
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π., ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ., ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.]
Μεταξύ:
ΑLPHA CONCRETE LTD
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι
και
xxx xxx ΖΑΒΟΥ
Εφεσίβλητος/Ενάγων
_ _ _ _ _ _
Ε.Αντωνιάδης, για τους εφεσείοντες
Μ.Αναστασίου με Χρ.Κωνσταντίνου, (κα) για Ε.Αναστασίου & Σ/τες ΔΕΠΕ, για τον εφεσίβλητο
_ _ _ _ _ _
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο τη βασική εκδοχή της πλευράς του εφεσίβλητου-ενάγοντα, θεώρησε πως η αγωγή του τελευταίου εναντίον των κατά τον ουσιώδη χρόνο εργοδοτών του, δηλαδή των εφεσειόντων-εναγομένων έπρεπε να επιτύχει, επιδικάζοντας στον εφεσίβλητο το ποσό των 3.500 πλέον τόκους και έξοδα ως γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες ένεκα εργατικού ατυχήματος.
Με βάση τα σχετικά ευρήματα του Δικαστηρίου, στις 4.10.2006, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων του, ως οδηγού μπετονιέρας με αριθμό εγγραφής xxxx94, ο εφεσίβλητος, αφού είχε προβεί σε κάποιες μεταφορές σκυροδέματος μετέβη στο εργοτάξιο των εφεσειόντων για να φορτώσει. Στην προσπάθεια του να κατεβεί από το όχημα το οποίο οι εφεσείοντες του είχαν παραχωρήσει για την εκτέλεση των καθηκόντων του, πάτησε πάνω στο τελευταίο σκαλί (πατίδι) της σκάλας για να κατεβεί από το όχημα, το πατίδι κόπηκε και ο εφεσίβλητος έπεσε στο έδαφος. Το πατίδι είχε παρουσιάσει πρόβλημα 2 μήνες προηγουμένως, και μετά από επανειλημμένα παράπονα του εφεσίβλητου είχε επιδιορθωθεί με πρόχειρο τρόπο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως οι εφεσείοντες, ως εργοδότες, δεν παρείχαν στον εφεσίβλητο, ασφαλές μέσο για την εργασία του. Διαπίστωσε επίσης στοιχειοθέτηση της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της αδυναμίας στο σύστημα εργασίας και της παράλειψης μέριμνας από τον εργοδότη, με το ζημιογόνο αποτέλεσμα αφού, σύμφωνα με τα ευρήματα, όταν το σκαλί έσπασε και ο εφεσίβλητος έπεσε στο έδαφος, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του. Παρουσίασε οίδημα σφυρών δεξιού κάτω άκρου, υπέστη δε ρήξη έξω πλαγίων συνδέσμων της δεξιάς ποδοκνημικής της οποίας έγινε ακινητοποίηση για περίοδο 8 εβδομάδων, παραμένοντας εκτός της εργασίας του μέχρι τις 7.1.2007.
Η κύρια συνισταμένη της θέσης των εφεσειόντων στη δικογραφία αλλά και κατά την ακροαματική διαδικασία ήταν ότι «..ποτέ δεν έγινε το ατύχημα και ότι την επίδικη ημερομηνία και ενώ ο εφεσίβλητος εκτελούσε κανονικά τα καθήκοντα του, περί η ώρα 11.00 π.μ. έφυγε από τη δουλειά του αναφέροντας μόνο ότι ήταν άρρωστος και ότι θα μετέβαινε στο γιατρό, χωρίς ποτέ να αναφέρει ότι τραυματίσθηκε κατά τη διάρκεια της εργασίας του. Την επόμενη ημέρα, στις 5/10/2006, o ενάγοντας παρουσίασε στην εταιρεία συμπληρωμένη αίτηση για επίδομα ασθενείας, η οποία υπογράφηκε από την εναγόμενη εταιρεία ως εργοδότρια του ενάγοντα και συγκεκριμένα από τον Μ.Υ.1. Την αίτηση αυτή ο ενάγοντας την υπέβαλε στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις».
Λόγω των πιο πάνω γεγονότων οι εφεσείοντες είχαν προβάλλει τη θέση ότι ο εφεσίβλητος εμποδίζεται να εγείρει την αγωγή. Εν πάση περιπτώσει διατυπώθηκε και η θέση ότι ακόμα και στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι το ατύχημα είχε συμβεί, αυτό οφείλεται στην αποκλειστική αμέλεια του εφεσίβλητου.
Κατά την ακρόαση της υπόθεσης, εκ μέρους του Εφεσιβλήτου κατέθεσε ως μάρτυρας ο ίδιος και η σύζυγος του, ενώ εκ μέρους των Εφεσειόντων κατέθεσε ως μοναδικός μάρτυρας ο εκ των διευθυντών της, Μ.Υ.1 Αντωνίου.
Πρέπει να λεχθεί πως ακόμη και σε σχέση με το τι ακολούθησε του τραυματισμού του εφεσίβλητου, υπήρξε επίσης έντονη αμφισβήτηση, αφού σύμφωνα με την εκδοχή των εφεσειόντων, ο εφεσίβλητος την επίδικη ημερομηνία αποχώρησε από την εργασία του αναφέροντας σε κάποιο πρόσωπο, ονόματι Νεκτάριο, απλώς ότι θα μετέβαινε σε γιατρό χωρίς να αναφέρει για οποιονδήποτε ατύχημα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την εκδοχή του εφεσίβλητου κατέληξε σε εύρημα ότι μετά την πτώση του εφεσίβλητου στο έδαφος που προκλήθηκε από το σπάσιμο του σκαλιού και τον τραυματισμό του, πληροφόρησε κάποιο Νεκτάριο, υπάλληλο κατά τον ουσιώδη χρόνο στους εφεσείοντες, για το τι του είχε συμβεί, ότι δηλαδή είχε υποστεί ατύχημα. Αφού ο εφεσίβλητος ειδοποίησε και τη σύζυγο του, της ζήτησε να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο, πράγμα που αυτή έκαμε, ενώ αργότερα το απόγευμα της ίδιας ημέρας η σύζυγος του τον μετέφερε και στο Δρα Συμιλλίδη.
Να σημειωθεί πως τα ιατρικά πιστοποιητικά σε σχέση με την κατάσταση του εφεσιβλήτου καταχωρήθηκαν από τον ίδιο στα πλαίσια της δικής του μαρτυρίας.
Οι Εφεσείοντες προβάλλουν 2 λόγους έφεσης:
Ο 1ος λόγος αφορά ακριβώς την μη κλήτευση των ιατρών ως μαρτύρων αλλά την ένταξη των ιατρικών πιστοποιητικών στη μαρτυρία του εφεσίβλητου. Σύμφωνα με την πλευρά των εφεσειόντων η παράλειψη του Εφεσίβλητου να παρουσιάσει τους ιατρούς που συνέταξαν τα ιατρικά πιστοποιητικά που αποτέλεσαν τα τεκ΅ήρια 1 και 11 και η αξιολόγηση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του περιεχο΅ένου των τεκ΅ηρίων αυτών ΅ε την βαρύτητα που τους προσέδωσε είναι λανθασ΅ένη και/ή ανεπίτρεπτη και θα πρέπει να παρα΅ερισθεί.
Θεωρούμε ότι ο λόγος αυτός δεν μπορεί να επιτύχει. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε τη σχετική ένσταση της πλευράς των εφεσειόντων κατά την κατάθεση των ιατρικών πιστοποιητικών από τον εφεσίβλητο, τα ενέταξε στο μαρτυρικό υλικό και με βάση το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, απέδωσε σε αυτά την δέουσα βαρύτητα με αιτιολογία η οποία συσχετίστηκε τόσο με τον τρόπο που οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την αιτία της ιατρικής κατάστασης του εφεσίβλητου όσο και με τη μαρτυρία που αποδέκτηκε, δηλαδή του εφεσίβλητου και της συζύγου του.
Είναι πολύ σημαντικό να λεχθεί ότι κατά την αντεξέταση του εφεσίβλητου από την πλευρά των εφεσειόντων δεν ετέθη αμφισβήτηση για την ύπαρξη των σωματικών βλαβών αλλά για την αιτία τους. Ο κ. Αντωνιάδης στις ενώπιον μας αγορεύσεις, απαντώντας επ΄αυτού του σημείου στον κ.Αναστασίου προέβαλε τη σελίδα 47 των πρακτικών ως την υποβολή που ετέθη για την αμφισβήτηση της ύπαρξης των σωματικών βλαβών του εφεσίβλητου. Με όλο το σεβασμό αυτό δεν ισχύει. ΄Εχουμε ανατρέξει στη σελ.47 και στη σχετική ερώτηση και την καταγράφουμε.
«Ε. Σου υποβάλλω κ.μάρτυς ότι σε καμία περίπτωση αυτές τις σωματικές βλάβες που αναφέρεις στην έκθεση απαίτησης τις υπέστης κατά τη διάρκεια της εργασίας σου.
Α. Υπέστηκα τες».
Είναι σαφές ότι η υποβολή συσχετίστηκε με το αν οι σωματικές βλάβες είχαν προκληθεί κατά τη διάρκεια της εργασίας του εφεσίβλητου και όχι ότι δεν προκλήθηκαν καθόλου.
Συνεπώς το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθώς θεώρησε πως δεν υπήρξε αμφισβήτηση επ΄αυτής της πτυχής και ορθώς απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα στα ιατρικά περιστατικά, το περιεχόμενο των οποίων συνέπιπτε με τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και της συζύγου του, αλλά επίσης και με τα σχετικά έντυπα που υπογράφησαν για τις κοινωνικές ασφαλίσεις τα οποία ως προς το χρόνο απουσίας συμβάδιζαν επίσης με τα ιατρικά πιστοποιητικά.
Τα έντυπα των κοινωνικών ασφαλίσεων και το περιεχόμενο τους αποτελούν το αντικείμενου του 2ου λόγου έφεσης με βάση τον οποίο η πλευρά του εφεσείοντα ισχυρίζεται πως η μαρτυρία που προσκόμισε ο Εφεσίβλητος γραπτή και προφορική, διαφέρει και/ή αντικρούει την αξιολόγηση και τα συ΅περάσ΅ατα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με βάση την αιτιολογία του λόγου αυτού επαναφέρεται έντονα από την πλευρά των εφεσειόντων, η σημασία του τεκμηρίου 12 δηλαδή η αίτηση για επίδομα ασθενείας του εφεσίβλητου προς το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Το θέμα αυτό απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο ορθά δεν απομόνωσε το τεκμήριο 12 από τη ζώσα μαρτυρία. Ακριβώς συσχετίζοντας το έντυπο με την προφορική μαρτυρία θεώρησε πως οι θέσεις των εφεσειόντων υπήρξαν αντιφατικές και αυτοαναιρούμενες αφού ενώ ισχυρίζονταν ότι ποτέ δεν έγινε το ατύχημα, παράλληλα προέβαλαν και τη θέση ότι εάν το ατύχημα έγινε, υπεύθυνος ήταν ο εφεσίβλητος.
Να θυμίσουμε σ΄αυτό το σημείο τη θεμελιωμένη αρχή πως ένας διάδικος δικαιούται βεβαίως να προβάλει στο δικόγραφο του διαζευκτικούς ισχυρισμούς αλλά κατά την ακρόαση, οφείλει να επιλέξει την εκδοχή που θα προωθήσει. (Βλ. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ ν. Μιχαήλ (2012)1 Α.Α.Δ. 41).
Είναι φανερό ότι οι εφεσείοντες προώθησαν κατά το δοκούν διαζευκτικές βάσεις υπεράσπισης παραβιάζοντας αφενός την πιο πάνω πάγια αρχή και αφετέρου εκθεμελιώνοντας περαιτέρω την ήδη τρωτή αξιοπιστία της εκδοχής τους.
Στα πλαίσια δε αυτών των αντιφατικών θέσεων προέβαλαν και τη σημασία του τεκμ.12 επικαλούμενοι τα όσα αναφέρονται σε αυτό επί ερώτησης αναγραφόμενη στο έντυπο εάν η ανικανότητα προκλήθηκε ή όχι από ατύχημα στην οποία η απάντηση είναι αρνητική. Οι εφεσείοντες επιχείρησαν βασιζόμενοι στο στοιχείο αυτό να αποποιηθούν οποιασδήποτε ευθύνης. Προβάλλοντας ακόμη και θέμα estoppel. Η απάντηση σ΄αυτό το ερώτημα δεν μπορεί να απομονωθεί από τη μαρτυρία εφόσον έγινε αποδεκτό ότι ο εφεσίβλητος έφυγε αναφέροντας στον πιο πάνω υπάλληλο τον τραυματισμό του και ότι την επόμενη μέρα, στις 5.10.2006 συμπληρώθηκε το επίδομα ασθενείας, τεκμ.12, το οποίο οι εφεσείοντες υπέγραψαν ως εργοδότες του εφεσίβλητου. Για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες το συγκεκριμένο έγγραφο έχει υπογραφεί από τον ίδιο τον εφεσίβλητο, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως αξιόπιστη και αποδεκτή είναι η μαρτυρία του ιδίου και της συζύγου του, δηλαδή ότι την επόμενη του ατυχήματος ημέρα, ο εφεσίβλητος μαζί με τη σύζυγο του μετέβησαν στο χώρο του εργοταξίου της εταιρείας όπου αφού επισκέφθηκαν τον Μ.Υ.1 αυτός τους παρέπεμψε στη γραμματέα του η οποία ζήτησε από τον εφεσίβλητο να υπογράψει το τεκμ.12, το οποίο ήταν κατά το χρόνο αυτό ασυμπλήρωτο, διαβεβαιώνοντας τον ότι η εταιρεία θα αναλάμβανε για τα περαιτέρω, πράγμα το οποίο ο εφεσίβλητος έπραξε.
Με βάση αυτό το έρεισμα μαρτυρίας και την προηγηθείσα αξιολόγηση της μαρτυρίας η οποία υπήρξε ορθή και εντός των πλαισίων που καθορίζει η νομολογία δεν παρέχεται πεδίο ανατροπής αυτού του ευρήματος του Δικαστηρίου. Οι εφεσείοντες είχαν το βάρος να καταδείξουν πως το εν λόγω εύρημα υπήρξε λανθασμένο και είναι σαφές από τα πιο πάνω ότι δεν απέσεισαν αυτή τους την ευθύνη. Επομένως υπό το φως του γεγονότος ότι δεν ήταν ο ίδιος ο εφεσίβλητος που συμπλήρωσε το έντυπο, δεν θα ήταν δυνατό να δημιουργηθεί, πόσω μάλλον, να στοιχειοθετηθεί οποιοδήποτε κώλυμα ή εμπόδιο που να διαφοροποιούσε τα πράγματα προς όφελος των εφεσειόντων.
Συνεπακόλουθα των όσων έχουμε εξηγήσει και οι δύο λόγοι έφεσης αποτυγχάνουν. H έφεση απορρίπτεται με 3,000 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π.
ΣΤΑΜΑΤΊΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.