ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Σταματίου, Κατερίνα Ε. Σταύρου (κα) για Μερκούρης, Τελώνης και Γιολάντα Ζυμπουλάκη Τελώνη ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα. Δ. Μιχαήλ, για την Εφεσίβλητη. CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2020-07-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΕΓΑΣ v. KVASNIKOVA, Έφεση Αρ. 26/2019, 10/7/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2020:24

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(Έφεση Αρ. 26/2019)

 

 10 Ιουλίου, 2020

                                                        

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΜΕΓΑΣ,

 

Εφεσείων,

ΚΑΙ

 

xxx KVASNIKOVA,

 

          Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

Ε. Σταύρου (κα) για Μερκούρης, Τελώνης και Γιολάντα Ζυμπουλάκη Τελώνη ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Μιχαήλ, για την Εφεσίβλητη.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Οι διάδικοι είναι πρώην σύντροφοι και από τη σχέση τους απέκτησαν μία θυγατέρα, η οποία γεννήθηκε στις 19.1.2006. Ο εφεσείων προέβη σε εκούσια αναγνώριση στο Δικαστήριο το έτος 2010. Στις 24.3.2011 εκδόθηκε, ερήμην του εφεσείοντα, διάταγμα διατροφής για το ποσό των €450, το οποίο, με τις σχετικές από το Νόμο αυξήσεις, ανήλθε στα €599 κατά την 28.4.2017, ημερομηνία καταχώρησης της επίδικης αίτησης για τροποποίηση και θα αυξανόταν στα €659 από τις 24.3.2019.

 

Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση για τροποποίηση του διατάγματος διατροφής, έτσι ώστε να μειωθεί στο ποσό των €150 μηνιαίως, λόγω διαφοροποίησης των εισοδημάτων του και των συνθηκών επί των οποίων εκδόθηκε το αρχικό διάταγμα. Προς τούτο, επικαλέστηκε την απόκτηση ενός ανήλικου τέκνου στις 17.10.2016, με αποτέλεσμα τα έξοδά του να έχουν αυξηθεί, ενώ από το Δεκέμβριο του 2013 κατέστη άνεργος, καθώς και την αύξηση των εισοδημάτων της εφεσίβλητης η οποία, κατά την έκδοση του διατάγματος, δεν εργαζόταν, ενώ τώρα εργάζεται και λαμβάνει €1.000 από την εργασία της, καθώς και επίδομα ως μονογονιός, ύψους €180 μηνιαίως. Περαιτέρω, λόγω παράλειψής του να καταβάλει το ποσό της διατροφής, εκδόθηκε εναντίον του την 1.6.2017 διάταγμα καταβολής του ποσού των €17.415. Στην αίτηση καταχωρήθηκε υπεράσπιση από την εφεσίβλητη και απάντηση. Η ακρόαση της αίτησης περιορίστηκε σε καταχώρηση ενόρκων δηλώσεων, χωρίς να ζητηθεί αντεξέταση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε και αξιολόγησε την προσαχθείσα μαρτυρία, κατέληξε πως υπήρξε μεταβολή στα εισοδήματα και των δύο διαδίκων που δικαιολογεί τον περιορισμό της υποχρέωσης του εφεσίβλητου, δυνάμει του διατάγματος διατροφής, στο ποσό των €545 μηνιαίως από την καταχώρηση της αίτησης, ήτοι από την 28.4.2017. Περαιτέρω, οτιδήποτε έχει πληρωθεί πέραν του ποσού των €545, να αφαιρεθεί από τις μελλοντικές διατροφές, εκτός αν ήθελε συμφωνηθεί οτιδήποτε διαφορετικό μεταξύ των διαδίκων. Τη μείωση της συνεισφοράς του εφεσείοντα να ακολουθήσει και η κατάργηση των αυξήσεων του 10% από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης. Ως προς τα έξοδα, έκρινε πως, λόγω της μερικής επιτυχίας της αίτησης, με την αποδοχή μερικώς των θέσεων της εφεσίβλητης, επιδικάστηκαν και στις δύο πλευρές.

 

Ο εφεσείων, με έξι λόγους έφεσης, αμφισβητεί την πρωτόδικη απόφαση. Συγκεκριμένα, παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα (α) κατέληξε ότι έχει εισοδηματική ικανότητα τουλάχιστον €3.000 μηνιαίως (πρώτος λόγος έφεσης), (β) αποφασίστηκε ότι το ποσό των €545 μηνιαίως πρέπει να καταβάλλεται από την καταχώρηση της έφεσης (δεύτερος λόγος έφεσης), (γ) αποφάσισε ότι πρέπει να καταβάλλει το ποσό των €545, ως συνεισφορά για τη διατροφή της ανήλικης θυγατέρας του (τρίτος λόγος έφεσης), (δ) δεν σχολίασε το μέρος της μαρτυρίας του αιτητή, στο οποίο αναφέρει ότι τα εισοδήματα της εφεσίβλητης υπερβαίνουν το ποσό των €3.000 μηνιαίως (τέταρτος λόγος έφεσης), (ε) αποφάσισε ότι οι θέσεις του αιτητή περί του ύψους των αναγκών της ανήλικης δεν προκύπτουν από το δικόγραφό του και λανθασμένα έκρινε ότι επιχειρήθηκε η εισαγωγή μαρτυρίας ως προς τις ανάγκες της ανήλικης στις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων του (πέμπτος λόγος έφεσης) και, (στ) αποφάσισε ότι τα έξοδα της έφεσης θα πρέπει να τα επιβαρυνθούν και οι δύο πλευρές (έκτος λόγος έφεσης).

Σύμφωνα με το άρθρο 33(1) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/1990), οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Η διατροφή της ανήλικης, σύμφωνα με το άρθρο 37 του Νόμου, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες της, όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή. Περιλαμβάνει δε όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση, ευημερία και εκπαίδευσή της.

 

Το άρθρο 38 του Νόμου προνοεί για τη δυνατότητα τροποποίησης του διατάγματος διατροφής ως ακολούθως:

 

«Αν αφότου εκδόθηκε η απόφαση που προσδιορίζει τη διατροφή μεταβλήθηκαν οι όροι της, το Δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση του ή και να διατάξει τον τερματισμό της διατροφής.»

 

Στην υπόθεση Άντρη Ανδρέου ν. Ιωάννη Τσίρου, Έφεση Αρ. 16/2013, ημερομηνίας 21.12.2016, αναφέρονται τα ακόλουθα σχετικά ως προς την ερμηνεία του πιο πάνω άρθρου:

 

«Το άρθρο 38, το οποίο είναι προσδιοριστικό της δυνατότητας τροποποίησης υφιστάμενου διατάγματος διατροφής, ερμηνεύθηκε σε αριθμό υποθέσεων όπως τις Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195, Αριστείδου ν. Χρυσάνθου (1994) 1 Α.Α.Δ. 711, Δημητρίου ν. Περδίου (2005) 1 Α.Α.Δ. 1418 και άλλες. Η νομολογία έχει καθορίσει ότι μόνο γεγονότα τα οποία ανακύπτουν μετά την έκδοση του αρχικού διατάγματος είναι δυνατό να ληφθούν υπόψη προς αναθεώρηση του υφιστάμενου διατάγματος. Είναι η μεταβολή των όρων που καθιστά την αρχική απόφαση μεταρρυθμιστέα.  Αυτό σημαίνει ότι οιοσδήποτε των διαδίκων που υπόκειται στο αρχικό διάταγμα διατροφής, μπορεί να υποβάλει αίτηση για τροποποίηση είτε προς τα άνω, είτε προς τα κάτω, ή, ακόμη και να επιδιώξει εξ ολοκλήρου τερματισμό της διατροφής, (δέστε σχετικά και τα όσα αναφέρονται στα συγγράμματα του Ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη: Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος ΙΙα, σελ. 144-145, Γιώργου Κουμάντου: Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος ΙΙ, σελ. 123-125 και Βασίλη Βαθρακοκοίλη: Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Γ΄ Έκδοση, σελ. 515-518, που ερμηνεύουν το αντίστοιχο άρθρο 1494 του Αστικού Κώδικα). Ο αιτητής έχει βέβαια το βάρος απόδειξης ότι οι όροι του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής έχουν μεταβληθεί ούτως ώστε να είναι αναγκαία η τροποποίηση του.»

 

 

Η εφεσίβλητη στην υπεράσπισή της αρνείται τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα και προβάλλει τις δικές της θέσεις. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, η εισοδηματική ικανότητα του εφεσείοντα δεν έχει αλλάξει από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος. Λαμβάνει από την εργασία του πέραν των €1.700, που ανέφερε τόσο ο ίδιος όσο και ο δικηγόρος του, και εργάζεται ως υπάλληλος ασφαλείας σε διάφορα κέντρα νυχτερινής διασκέδασης στη Λεμεσό, με μηνιαίες απολαβές που ανέρχονται σε €1.500 περίπου. Περαιτέρω, κατέχει τρία αυτοκίνητα και δύο μοτοσυκλέτες, μίας εκ των οποίων η αξία ανέρχεται σε ποσό €30.000. Η ίδια δε, όπως ανέφερε στην αρχική της αίτηση, είχε και εξακολουθεί να έχει ινστιτούτο περιποίησης νυχιών στο σπίτι της, με απολαβές περίπου €1.200. Τα έξοδα της ανήλικης θυγατέρας τους τα επωμίζεται η ίδια, με τον εφεσείοντα να δίδει το ποσό των €50 στα γενέθλιά της και μερικές φορές το ίδιο ποσό κατά την περίοδο των Χριστουγέννων. Ο εφεσείων δεν κατέβαλλε το ποσό της διατροφής που είχε διαταχθεί με το διάταγμα και αυτό είχε συσσωρευτεί γι' αυτό εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα πληρωμής. Αναφορικά με τα έξοδα της ανήλικης, αυτά έχουν αυξηθεί από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος, αφού η ανήλικη είναι μαθήτρια του ιδιωτικού σχολείου St Mary's School από το Σεπτέμβριο του 2012, όπως λεπτομερώς καταγράφεται στην παράγραφο 16 της υπεράσπισης, με το συνολικό ποσό να ανέρχεται σε €1.210.

 

Ο εφεσείων στην απάντησή του προβάλλει ότι από την εργασία του λαμβάνει €1.500 μηνιαίως, συμπεριλαμβανομένου υπερωριών. Κατέχει δύο αυτοκίνητα, ένα εκ των οποίων δε λειτουργεί, και το άλλο έχει αξία που δεν υπερβαίνει τα €300. Κατείχε μόνο μία μοτοσυκλέτα, την οποία πώλησε για να αντεπεξέλθει στις οικονομικές του υποχρεώσεις έναντι της εφεσίβλητης. Ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα καταβολή του ποσού των καθυστερημένων διατροφών με δόσεις, θέση που έγινε αποδεκτή, και καταβάλλει €1.000 μηνιαίως, το οποίο πληρώνει ανελλιπώς, όμως εξακολουθεί να οφείλεται ποσό €8.168.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία, κατέληξε ότι ο εφεσείων είχε μηνιαία εισοδήματα τα οποία με τις υπερωρίες και την έξτρα εργασία του ανέρχονται σε τουλάχιστον €3.000. Με δεδομένο ότι η εφεσίβλητη είχε ισχυριστεί ότι αυτός είχε εισοδήματα €4.500 στην αρχική αίτηση, έκρινε ότι, από την παραδοχή της ίδιας της εφεσίβλητης, υπήρχε μείωση των εισοδημάτων του εφεσείοντα της τάξης του ενός τρίτου. Έλαβε, επίσης, υπόψη ότι ο εφεσείων απέκτησε ακόμη ένα παιδί, ενώ τα εισοδήματα της εφεσίβλητης παρέμειναν τα ίδια, με μία προσθήκη του ποσού των €180 που λαμβάνει ως επίδομα μονογονιού. Περαιτέρω, από τη γραπτή μαρτυρία προέκυψε ότι ο εφεσείων υπήρξε άνεργος για μία περίοδο. Το Δικαστήριο εξέτασε τις ανάγκες της ανήλικης και από το σύνολο των κονδυλίων που παρατέθηκαν από την εφεσίβλητη κατέληξε πως αυτές δεν ξεπερνούν τα €800 μηνιαίως. Στη βάση δε της οικονομικής δύναμης των γονέων καθόρισε την υποχρέωση του εφεσείοντα για συνεισφορά στο πιο πάνω αναφερόμενο ποσό.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης ο εφεσείων παραπονείται ως προς την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι έχει εισοδηματική ικανότητα τουλάχιστον €3.000. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με την εισήγηση, είναι το αποτέλεσμα ατεκμηρίωτων ισχυρισμών της εφεσίβλητης και της φίλης της xxx Κωνσταντίνου. Προς υποστήριξη των θέσεών του παραπέμπει στο συμβόλαιο εργοδότησής του, με το οποίο εργοδοτήθηκε ως εργάτης με πλήρες ωράριο 5 ημέρες της εβδομάδας, που δεν του επιτρέπει να εργάζεται τα βράδια και με όρο ότι δεν δικαιούται να κάνει άλλην εργασία. Περαιτέρω, παραπέμπει σε βεβαίωση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στη βάση της οποίας, σύμφωνα με την εισήγηση, ήταν άνεργος από τις 13.9.2016 μέχρι τις 11.6.2018.

 

Η πλευρά της εφεσίβλητης υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση με αναφορά στη μαρτυρία.

 

Το συμβόλαιο εργοδότησης του εφεσείοντα προβλέπει ακάθαρτο μισθό €1.600 και στον όρο 5.3 ότι θα πληρώνεται έξτρα για υπερωριακή εργασία, κατ΄ αντίθεση με όσα ο ίδιος ισχυρίστηκε. Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων δεν παρουσίασε πλήρη και καθαρή εικόνα των σημερινών εισοδημάτων του και πως τα τεκμήρια που επεσύναψε στην ένορκη κατάθεσή του αποτελούν καταστάσεις μισθοδοσίας από τον Απρίλιο μέχρι το Δεκέμβριο του 2011, χωρίς να παρουσιάσει κάποια βεβαίωση για τις σημερινές του απολαβές. Αποδέχτηκε, επίσης, τη μαρτυρία της xxx Κωνσταντίνου, φίλης της εφεσίβλητης ότι ο εφεσείων εργάζεται ως φρουρός ασφαλείας σε διάφορα νυκτερινά κέντρα.

 

Στην Δημητρίου ν. Περδίου (2005) 1 ΑΑΔ 1418, που αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, τονίστηκε πως σε υποθέσεις διατροφής των ανηλίκων τέκνων η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς, δεν είναι θέμα που θα πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή, αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους διαδίκους των αντίστοιχων εισοδημάτων τους.

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας αποτελεί έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν τα ευρήματα του  πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή όταν τα συμπεράσματά του είναι εξ αντικειμένου παράλογα ή αυθαίρετα.

 

Με βάση τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν διακρίνουμε σφάλμα στο εύρημά του ότι ο εφεσείων δεν παρουσίασε πλήρη και καθαρή εικόνα των σημερινών του εισοδημάτων. Από το ίδιο το συμβόλαιο εργοδότησής του προκύπτει ότι θα απαιτείτο κατά διαστήματα υπερωριακή εργασία για την οποία θα καταβάλλετο επιπρόσθετη πληρωμή, παρά τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό του. Ούτε ο ισχυρισμός του ότι θα απολυόταν από την εργασία του το Μάρτιο του 2019 υποστηριζόταν από το συμβόλαιο εργοδότησής του και, επομένως, ορθά κρίθηκε ανυπόστατος. Ως προς τα εισοδήματα της εφεσίβλητης, είναι σαφές από την αίτηση για διατροφή που καταχώρησε το 2011 ότι δήλωσε ότι είχε ινστιτούτο περιποίησης νυχιών και αισθητικής με μηνιαία εισοδήματα περίπου €1.200. Συνεπώς, η θέση του ότι δεν δήλωσε τα εισοδήματά της στην αρχική αίτηση, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ως προς την εργασία του εφεσείοντα σε νυκτερινά κέντρα, η μαρτυρία της xxx Κωνσταντίνου ήταν σαφής ότι τον είχε δει προσωπικά να εκτελεί εργασία σε νυκτερινά κέντρα που κατονόμασε, μαρτυρία που παρέμεινε αναντίλεκτη και, συνεπώς, ορθά έγινε αποδεκτή.

 

Παρατηρούμε, επίσης, πως επισυνάπτονται στο περίγραμμα αγόρευσης του εφεσείοντα καταστάσεις αποδοχών για τα έτη 2013-2019. Παρόμοια ενέργεια έγινε και πρωτοδίκως και, όπως ορθά υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας μέσω των αγορεύσεων (βλ. Νεοκλέους ν. Αλλαγιώτη (2007) 1 ΑΑΔ 561, Orgoro v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (2012) 3 ΑΑΔ 70). Τέτοια μαρτυρία δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη και ορθά δεν λήφθηκε υπόψη ούτε κατά την πρωτόδικη διαδικασία.

 

Περαιτέρω, ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι παρέμεινε άνεργος από 13.9.2016 μέχρι τις 11.6.2018. Σημειώνεται ότι πρωτοδίκως ο ισχυρισμός του ήταν ότι παρέμεινε άνεργος από το 2013, χωρίς να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του. Από το Τεκμήριο 4 που επισυνάπτεται στην ένορκή του κατάθεση προκύπτει ότι ενεγράφει ως άνεργος στις 23.9.2016 και  η περίοδος ανανέωσης επεκτάθηκε μέχρι 27.6.2017. Συνεπώς, ορθά μόνο αυτή η περίοδος λήφθηκε υπόψη από το Δικαστήριο. Σημειώνεται πως το γεγονός ότι παρέμεινε άνεργος για κάποια περίοδο, δεν επηρεάζει την εισοδηματική του ικανότητα και την υποχρέωσή του για διατροφή της ανήλικης.

 

Στη βάση των δεδομένων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως ορθά αξιολογήθηκαν, δεν κρίνουμε ότι υπήρξε σφάλμα στον καθορισμό της εισοδηματικής ικανότητας του εφεσείοντα στο ποσό των €3.000.

 

Συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης ο εφεσείων παραπονείται ότι το Δικαστήριο αποφάσισε όπως το ποσό των €545 καταβάλλεται από την καταχώρηση της αίτησης, ήτοι την 28.7.2017, αφού κατ΄ εκείνη την ημερομηνία ήταν άνεργος και δεν λάμβανε ανεργιακό επίδομα, ενώ βρήκε εργασία στις 16.8.2017.

 

Κατ΄ αρχάς να σημειωθεί ότι η αίτηση που καταχώρησε ο εφεσείων ήταν για μείωση της διατροφής που κατέβαλλε για την ανήλικη θυγατέρα του και, συνεπώς, ορθά το Δικαστήριο, κρίνοντας ότι δικαιολογείτο κάποια μείωση, αυτή θα έπρεπε να άρχεται από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης. Διαφορετικά θα ίσχυε το προηγούμενο διάταγμα. Ακόμα όμως και σε περίπτωση που αυτό που εννοεί ο εφεσείων είναι ότι για την περίοδο 28.7.2017 μέχρι 16.8.2017 θα έπρεπε να μην καταβάλλει οποιοδήποτε ποσό, η εισήγηση δεν ευσταθεί. Όπως έχουμε αναφέρει κατά την εξέταση του πρώτου λόγου έφεσης, σύμφωνα με το Τεκμήριο 4, η περίοδος που φαίνεται ότι ο εφεσείων ήταν άνεργος επεκτείνεται μέχρι 27.6.2017. Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθά παρατηρεί ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης, η εισοδηματική ικανότητα του εφεσείοντα δεν επηρεάζεται από κάποια περίοδο που αυτός παρέμεινε άνεργος.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εφεσείων προβάλλει ότι λανθασμένα αποφασίστηκε ότι πρέπει να καταβάλλει το ποσό των €545, ενώ έκρινε ότι η εισοδηματική του ικανότητα έχει μειωθεί. Ουσιαστικά, αυτό που εισηγείται ο εφεσείων είναι ότι, ενώ το αρχικό διάταγμα ανέρχετο στο ποσό των €450, με την τροποποίηση, αντί να μειωθεί το ποσό, αυξήθηκε σε €545.

 

Ο λόγος έφεσης είναι ανεδαφικός. Το αρχικό διάταγμα εκδόθηκε το 2011 και, με βάση το άρθρο 38(2) του Νόμου και της αυτόματης αύξησης του 10% που προνοείται, ανήλθε, κατά την καταχώρηση της αίτησης στο ποσό το €598 και θα αυξανόταν στα €659 από τις 24.3.2019. Το διάταγμα που εκδόθηκε προς τροποποίηση του αρχικού περιορίζει το ποσό στα €545 από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης και, επιπλέον, καταργήθηκαν οι αυξήσεις του 10% από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης.

 

Ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης ο εφεσείων προβάλλει ότι το Δικαστήριο δεν σχολίασε το μέρος της μαρτυρίας του ότι τα εισοδήματα της εφεσίβλητης υπερβαίνουν το ποσό των €3.000, για τα οποία δεν εκδίδει αποδείξεις και κάνει ακριβή ζωή, όπως ταξίδια, ακριβά ρούχα, αγορά διαμερίσματος, καινούργιου οχήματος και ότι θα μπορούσε να συνεισφέρει περισσότερα.

 

Οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα ως προς τα εισοδήματα της εφεσίβλητης παρέμειναν στη σφαίρα της γενικότητας, χωρίς οποιαδήποτε διευκρίνιση ή τεκμηρίωση. Σημειώνεται ότι στην αρχική αίτηση ο ισχυρισμός της εφεσίβλητης ότι διατηρεί ινστιτούτου αισθητικής και περιποίησης νυχιών με εισοδήματα περίπου €1.200 μηνιαίως δεν αμφισβητήθηκε. Η ίδια η εφεσίβλητη έδωσε εξηγήσεις για τα εισοδήματά της, περιλαμβανομένης και της αγοράς του διαμερίσματος και το δάνειο που έχει συνάψει προς τούτο. Αντίθετα, όπως αναφέρθηκε στον πρώτο λόγο έφεσης, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων δεν παρουσίασε ορθή και πλήρη εικόνα των εισοδημάτων του. Συνακόλουθα, και αυτός ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Ο πέμπτος λόγος έφεσης αφορά το ύψος των αναγκών της ανήλικης. Σύμφωνα με την εισήγηση, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι θέσεις του εφεσείοντα περί του ύψους των αναγκών της ανήλικης δεν προκύπτουν από το δικόγραφό του και λανθασμένα έκρινε ότι επιχειρήθηκε η εισαγωγή μαρτυρίας ως προς τις ανάγκες της ανήλικης στις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων του. Περαιτέρω, το Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε ότι η μαρτυρία της εφεσίβλητης παρέμεινε αναντίλεκτη.

 

Όπως ορθά αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο εφεσείων δεν παρουσίασε καμία μαρτυρία, ούτε στην εναρκτήρια αίτηση, ούτε στην απάντηση, ως προς τα έξοδα της ανήλικης, με τους λόγους που ζητήθηκε η τροποποίηση του διατάγματος να αφορούν τις δικές του συνθήκες. Περαιτέρω, στην παράγραφο 20 της ένορκης μαρτυρίας του αναφέρει ότι οι ανάγκες της ανήλικης «δεν έχουν μεταβληθεί σε μεγάλο βαθμό». Αποτελεί, όμως, παραδεκτό γεγονός ότι η ανήλικη πλέον φοιτά σε ιδιωτικό σχολείο και τα έξοδα της έχουν αυξηθεί. Ο εφεσείων, παρά το ότι διατείνεται ότι δεν συμφώνησε σε φοίτηση σε ιδιωτικό σχολείο, όπως ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, ουδέν μέτρο λήφθηκε εκ μέρους του και ορθά κρίθηκε ότι ο ισχυρισμός αυτός παρέμεινε ατεκμηρίωτος και, συνεπώς, άνευ σημασίας.

 

Ως εκ των ανωτέρω, ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.

 

Η διαταγή του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα αποτελεί τον έκτο λόγο έφεσης, με τον οποίο ο εφεσείων εισηγείται πως, εφόσον το αρχικό διάταγμα τροποποιήθηκε, τα έξοδα θα έπρεπε να επιδικαστούν υπέρ του εφεσείοντα.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως, ενόψει «του αποτελέσματος της αίτησης, της μερικής επιτυχίας της με την αποδοχή μερικώς των θέσεων της Καθ΄ ης η Αίτηση κρίνω ορθό όπως τα έξοδα επιβαρυνθούν οι δύο πλευρές».

 

Τα έξοδα ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, το οποίο αποφασίζει με βάση τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα, εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί λόγοι που ανάγονται στη γενεσιουργό αιτία της πρόκλησης των εξόδων της δίκης ή μέρος της (βλ. Πουλλά-Μακαρούνα ν. Μιχαήλ κ.ά. (2014) 1(Α) ΑΑΔ 851, ECLI:CY:AD:2014:A280, Νικολάου κ.ά. ν. Ιακωβίδη (2014) 1 (Β) ΑΑΔ 1482, ECLI:CY:AD:2014:A487).

 

Εν προκειμένω, η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν ορθή. Ο εφεσείων έχει πετύχει την έκδοση τροποποιητικού διατάγματος διατροφής, χωρίς όμως να επιτύχει, σε όλες του τις αιτιάσεις, ούτε να επιτύχει το επιδιωκόμενο ποσό, λόγω ακριβώς του ότι έγιναν αποδεκτές και κάποιες από τις θέσεις της εφεσίβλητης.

 

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Π.,

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο