ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2020:20
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙO ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Έφεση Αρ. 19/2017
15 Ιουνίου, 2020
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
Ν.Κ.
Εφεσείοντας
- v -
Μ.Κ.
Εφεσίβλητη
-----------------
Λάμπρος Ιωαννίδης, Για τον Εφεσείοντα
Κωστής Ευσταθίου, για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη
----------
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Ο γάμος των διαδίκων κατέρρευσε με αποτέλεσμα την οριστική λύση του με το διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου στην Αίτηση αρ. 410/2008 ημερ. 17/5/2019. Ο εφεσείων αξίωσε με την Αίτηση υπ. αρ. 106/2010 στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας σειρά απαιτήσεων επί της περιουσίας της εφεσίβλητης στη βάση των προνοιών του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου (Ν.232/1991).
Στις 7/11/2016 το Δικαστήριο εξέδωσε την εξής εκ συμφώνου απόφαση στα πλαίσια της πιο πάνω αίτησης:
«ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΥΤΟ προς επίλυση όλων των περιουσιακών διαφορών των διαδίκων υπό την ιδιότητα τους ως σύζυγοι δυνάμει των άρθρων 2, 14 και 14 (στ) του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου, (Ν.232/1991)
ΕΚΔΙΔΕΙ ΕΚ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ' ης η αίτηση για το ποσό των €60.000 πλέον νόμιμο τόκο από 3/8/2010 μέχρι πλήρους εξόφλησης.
Νοείται περαιτέρω ότι εάν το ποσό των €46.000 καταβληθεί από την Καθ΄ ης η αίτηση προς τον Αιτητή ως ακολούθως, τότε η πιο πάνω απόφαση θα θεωρείται ως πλήρως εξοφληθείσα, ήτοι:
α) ποσό των €15.000 μέχρι 25/11/2016
β) ποσό των €15.000 μέχρι 15/12/2016
γ) ποσό των €5.000 μέχρι 15/1/2017
δ) ποσό των €5.000 μέχρι 15/2/2017
ε) ποσό των €6.000 μέχρι 15/3/2017».
Η εφεσίβλητη συμμορφούμενη με την εκ συμφώνου απόφαση κατέθεσε στον τραπεζικό λογαριασμό του εφεσείοντα αρχικά το ποσό των €15.000 στις 25/11/2016 και στη συνέχεια στις 15/12/2016 άλλο ποσό εκ €15.000. Η τρίτη δόση εκ €5.000 που έπρεπε να καταβληθεί μέχρι τις 15/1/2017 κατατέθηκε τελικά από την εφεσίβλητη στον λογαριασμό του εφεσείοντα στις 17/1/2017. Ο εφεσείων θεώρησε ότι υπήρξε από πλευράς εφεσίβλητης παράβαση των όρων αναστολής εκτέλεσης της απόφασης εξού και προχώρησε με μέτρα εκτέλεσης της εκδίδοντας στις 17/1/2017 το ένταλμα και/ή ειδοποίηση πώλησης κινητής περιουσίας της εφεσίβλητης με αρ. 122/2017, η έκδοση του οποίου κοινοποιήθηκε στην τελευταία στις 28/1/2017. Η εφεσίβλητη αντέδρασε με την καταχώρηση διά κλήσεως αίτησης στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 106/2010 ζητώντας όπως το ένταλμα ακυρωθεί και/ή παραμεριστεί μέχρι τις 15/2/2017 και/ή 15/3/2017 ή μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου. Εξασφάλισε περαιτέρω στη βάση μονομερούς αίτησης, ενδιάμεσο διάταγμα του Δικαστηρίου για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης το οποίο οριστικοποιήθηκε, κατόπιν ακρόασης, στις 22/3/2017.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης στην ένορκη της δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, η τρίτη δόση που σύμφωνα με την απόφαση έπρεπε να καταβληθεί μέχρι τις 15/1/2017, πληρώθηκε τελικά στις 17/1/2017, για τους εξής λόγους: Η 15/1/2017 ήταν Κυριακή και ενώ προτίθετο να την πληρώσει την επόμενη μέρα, Δευτέρα, προηγήθηκε στις 14/1/2017 ιατρική διάγνωση ότι έπασχε με οξεία γαστρεντερίτιδα εξαιτίας της οποίας παρέμεινε κλινήρης μέχρι και τις 16/1/2017.
Ο εφεσείων θεώρησε ψευδή το λόγο που πρόβαλε η εφεσίβλητη για τη μη έγκαιρη πληρωμή της τρίτης δόσης καθώς επίσης και τον ισχυρισμό της ότι η τρίτη δόση θα έπρεπε να καταβληθεί στις 15/1/2017, προτάσσοντας την πρόνοια στην εκ συμφώνου απόφαση ότι αυτή θα έπρεπε να πληρωθεί μέχρι τις 15/1/2017. Η απόκρυψη από το Δικαστήριο, κατά τον εφεσείοντα, της συγκεκριμένης πρόνοιας που έκρινε ως ουσιώδες γεγονός, σκοπό είχε να παραπλανήσει το Δικαστήριο ώστε να εκδώσει το διάταγμα όπως και έγινε. Προσθέτει δε ότι ενόψει της μη πληρωμής έγκαιρα της τρίτης δόσης το ποσό του εξ αποφάσεως χρέους ανήλθε στις €60.000, ως η σχετική πρόνοια στην απόφαση, ποσό για το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα.
Σημειώνεται ότι η εφεσίβλητη στη συμπληρωματική της ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης ισχυρίζετo ότι μετά την πληρωμή της τρίτης δόσης κατέβαλε και την τέταρτη δόση εκ €5.000 στις 10/2/2017 και την τελευταία δόση εκ €6.000 στις 8/3/2017, συμπληρώνοντας έτσι το ποσό των €46.000 η πληρωμή του οποίου καθιστούσε την απόφαση ως πλήρως ξοφληθείσα.
Η ακρόαση της ενδιάμεσης αίτησης διεξήχθηκε στη βάση των ενόρκων δηλώσεων χωρίς να ζητηθεί η αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έχοντας αξιολογήσει τη μαρτυρία ενώπιον του αποδεχόμενο τις θέσεις της εφεσίβλητης ως προς τις πρόνοιες της εκ συμφώνου απόφασης και τους λόγους που δεν κατέστη δυνατή η πληρωμή της τρίτης δόσης στις 15/1/2017, σε συνάρτηση με το γεγονός της αποδοχής αδιαμαρτύρητα από πλευράς εφεσείοντα της τρίτης δόσης στις 17/1/2017 και των άλλων δύο δόσεων που ακολούθησαν και την απουσία πρόνοιας στη δικαστική απόφαση ότι παράλειψη πληρωμής οποιασδήποτε δόσης καθιστούσε άμεσα εκτελεστή την απόφαση ως προς ολόκληρο το ποσό της απόφασης, δηλαδή για €60.000, έκρινε την έκδοση του εντάλματος εκποίησης κινητής περιουσίας της εφεσίβλητης ότι συνιστούσε αντινομική, άδικη και καταπιεστική ενέργεια σε βάρος της εφεσίβλητης. Το αποτέλεσμα ήταν η επιτυχία της αίτησης με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και σε βάρος του εφεσείοντα και συνακόλουθα η ακύρωση του εντάλματος πώλησης κινητής περιουσίας με αρ. 122/2017.
Με τέσσερις λόγους έφεσης επιδιώκεται από πλευράς εφεσείοντα η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Με τον πρώτο λόγο προσβάλλεται η αξιολόγηση από πλευράς πρωτόδικου Δικαστηρίου του ενώπιον του μαρτυρικού υλικού που οδήγησε σε λανθασμένα ευρήματα. Ο εφεσείων παραπονείται επίσης ότι το Δικαστήριο δεν ενέταξε την περίπτωση στο ορθό νομικό της πλαίσιο όπου υπήρξε παράβαση από πλευράς εφεσίβλητης του όρου στην απόφαση για εξόφληση του εξ αποφάσεως χρέους με δόσεις (δεύτερος λόγος έφεσης) και ότι δεν εξέτασε το λεκτικό της απόφασης και τις προθέσεις των διαδίκων που καταγράφηκαν στην απόφαση (τρίτος λόγος). Προσβάλλει τέλος την παράλειψη του Δικαστηρίου να εξετάσει κατά πόσο πληρούντο οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου προτού εκδώσει το προσωρινό και στη συνέχεια τελικό διάταγμα αναστολής εκτέλεσης του εντάλματος (τέταρτος λόγος).
Ειδικότερα με τον πρώτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το ένταλμα εκποίησης κινητής περιουσίας συνιστούσε αντινομική, άδικη και καταπιεστική ενέργεια που ήταν καταλυτική για την τύχη του εντάλματος καθώς και άλλα ευρήματα του Δικαστηρίου όπως ότι ο εφεσείων δέχθηκε αδιαμαρτύρητα την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων ενώ, κατά τον εφεσείοντα, δεν του παρέχετο τέτοια ευχέρεια. Λανθασμένα δε ερμήνευσε την απόφαση Αδελφοί Θράσου και Συνεργάτες (Ομόρρυθμη Εταιρεία) ν. xxx Βασιλαρά κ.ά. (2008) 1 (Β) Α.Α.Δ. 830 και έκρινε περαιτέρω ότι η επίδικη απόφαση αφορούσε σε διάταγμα πληρωμής μηνιαίων δόσεων σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 14(1)(ε) του Κεφ. 6.
Είναι γνωστή η νομολογία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατ' έφεση δεν επεμβαίνει κατά κανόνα στην αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει και να εξετάσει τη μαρτυρία ενώπιον του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα (βλ. Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 (Β) ΑΑΔ 1493). Αυτό γίνεται όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν διαπιστώνονται αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής (βλ. xxx Φανάρας ν. xxx Κυπριανίδη, Πολ. Έφεση 136/10, ημερ. 24/4/15, ECLI:CY:AD:2015:A287 και xxx Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση 259/11, ημερ. 4/10/17), ECLI:CY:AD:2017:A333.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε το απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση που αφορά στην αξιολόγηση της μαρτυρίας από το Δικαστήριο που το οδήγησε στην εξαγωγή των συμπερασμάτων του:
«Έχω ήδη παραθέσει την εκ συμφώνου απόφαση, η οποία συνιστά και το Τεκμήριο Α της ένορκης δήλωσης της Αιτήτριας. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η εκδοθείσα απόφαση του Δικαστηρίου περιέχει ρητώς και σαφώς τη συμφωνία των διαδίκων. Εξετάζοντας, περαιτέρω, την πραγματική πτυχή του αιτήματος, είναι σαφές ότι οι προβλεπόμενες μηνιαίες δόσεις για εξόφληση του ποσού της απόφασης προβλέποντο να γίνονται μέχρι την τάδε συγκεκριμένη ημερομηνία.
Η τρίτη δόση ήταν καθορισμένη να πληρωθεί μέχρι την 15/1/2017, η οποία σημειωτέον ήταν ημέρα Κυριακή. Σημειώνεται ότι δυνάμει του άρθρου 31(β) του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, επειδή η 15/1/2017 ήταν Κυριακή, η Αιτήτρια είχε δικαίωμα να καταβάλει την τρίτη δόση μέχρι και την επομένη, ήτοι μέχρι και την 16/1/2017. Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι η Αιτήτρια κατέβαλε την τρίτη δόση για το ποσό των €5.000 στις 17/1/2017, μεταβαίνοντας προς τούτο σε τραπεζικό ίδρυμα (βλ. Τεκμήριο Ε της αίτησης). Δέχομαι, επίσης, το γεγονός ότι στις 17/1/2017 και τη συγκεκριμένη ώρα που ο Καθ' ου η αίτηση καταχωρούσε το ένταλμα κινητής περιουσίας η τρίτη δόση δεν του είχε, μέχρι την ώρα εκείνη, καταβληθεί. Ο ισχυρισμός, που πρόβαλε η Αιτήτρια, ότι δηλαδή λόγω του ότι η 15/1/2017 ήταν Κυριακή, προγραμμάτισε να πάει την επομένη ημέρα στην Τράπεζα, 16/1/2017 για να καταβάλει την τρίτη δόση, ενέργεια καθόλα νόμιμη σύμφωνα με το άρθρο 31(β) του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, πράγμα που δεν έπραξε λόγω ασθενείας της, είναι κατά την άποψη μου αληθής. Η ασθένεια της η οποία επεσυνέβη στις 14/1/2017 επιβεβαιώνεται από ιατρική μαρτυρία, Τεκμήριο Γ στην αίτηση και για την οποία ασθένεια της χορηγήθηκε άδεια ασθενείας από 14/1/2017 μέχρι 16/1/2017. Τούτο επιβεβαιώνεται περαιτέρω και από το Τεκμήριο Δ της αίτησης, το οποίο αποτελεί βεβαίωση του εργοδότη της Αιτήτριας με το οποίο Τεκμήριο ο εργοδότης της βεβαιώνει ότι η Αιτήτρια (δεν εργάστηκε στις 16 Ιανουαρίου 2017 καθότι είχε άδεια ασθενείας με γαστρεντερίτιδα».
Ο Καθ' ου η αίτηση αποδέχτηκε την πληρωμή αυτή. Δέχομαι ότι κατά τον χρόνο που έγινε η πληρωμή της τρίτης δόσης ο Καθ' ου η αίτηση δεν είχε την ευκαιρία να διαμαρτυρηθεί ή να επιφυλάξει τα δικαιώματα του. Γεγονός παραμένει ότι μπορούσε να το πράξει έστω και εκ των υστέρων.
Είναι, όμως, γεγονός ότι ο Καθ' ου η αίτηση δέχθηκε αδιαμαρτύρητα την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων, ήτοι της τέταρτης δόσης για το ποσό των €5.000 μέχρι 15/2/2017 και της πέμπτης δόσης €6.000 μέχρι 15/3/2017».
Περαιτέρω, σημειώνω ότι στο κείμενο της δικαστικής απόφασης δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια ότι παράλειψη πληρωμής οποιασδήποτε δόσης καθιστά την απόφαση άμεσα εκτελεστή ως προς ολόκληρο το ποσό της απόφασης, ήτοι €60.000».
Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν εισηγήσεις με μεγάλη προσοχή σε συνάρτηση με τα πρακτικά και τα τεκμήρια που επισυνάφθηκαν στις Ένορκες Δηλώσεις, στα οποία έχουμε ανατρέξει. Συνολικά κρίνοντας την πρωτόδικη απόφαση δεν εντοπίσαμε οτιδήποτε το μεμπτόν ως προς την αξιολόγηση του μαρτυρικού υλικού από πλευράς Δικαστηρίου που να δικαιολογεί την επέμβαση μας.
Ειδικότερα, το πρωτόδικο Δικαστήριο ενόψει της μη αντεξέτασης των ενόρκως δηλούντων, πολύ ορθά, εξέτασε τις θέσεις των διαδίκων στη βάση των γεγονότων των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση και ένσταση, σύμφωνα με τη Δ.48 Θ.4(2) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών. Αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης ότι από τις 14/1/2017 μέχρι 16/1/2017 αντιμετώπισε ιατρικό πρόβλημα δηλ. οξεία γαστρεντερίτιδα, γεγονός που δεν της επέτρεπε την προσέλευση της στις 16/1/2017 σε τραπεζικό ίδρυμα για κατάθεση της τρίτης δόσης, θεωρώντας ότι η θέση αυτή επιβεβαιώνετο από τα διάφορα τεκμήρια και δη την ιατρική έκθεση αλλά και τη βεβαίωση του εργοδότη της ότι στις 16/1/2017 δεν εργάστηκε λόγω άδειας ασθενείας. Η πιο πάνω διαπίστωση του ήταν ευλόγως επιτρεπτή στη βάση της ενώπιον του μαρτυρίας. Σ' όσον αφορά την ημερομηνία 15/1/2017 δεν υπήρξε αμφισβήτηση ότι ήταν Κυριακή, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 31(β) του περί Ερμηνείας Νόμου ΚΕΦ.1 που προβλέπει ότι στον υπολογισμό του χρόνου για τους σκοπούς δημόσιου εγγράφου, όπως εδώ δικαστικής απόφασης, αν η τελευταία ημέρα της περιόδου είναι Κυριακή η περίοδος θα περιλαμβάνει την επόμενη μέρα.
Στην παρούσα περίπτωση παρά την πρόνοια στην απόφαση ότι οι δόσεις θα πληρώνοντο μέχρι συγκεκριμένων ημερομηνιών, από το μαρτυρικό υλικό διαφαίνεται ότι όλες οι δόσεις πληρώθηκαν με τον ίδιο τρόπο δηλ. με την κατάθεση των ποσών που αυτές αφορούσαν στον τραπεζικό λογαριασμό του εφεσείοντα (βλ. αποδείξεις της Τράπεζας στην Ένορκη Δήλωση της εφεσίβλητης), οι δύο πρώτες κατά την τελευταία ημέρα της προθεσμίας και όχι προηγουμένως.
Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση του εφεσείοντα ότι υπήρξε απόκρυψη στοιχείων από πλευράς εφεσίβλητης προς το σκοπό παραπλάνησης του Δικαστηρίου και συγκεκριμένα της πρόνοιας στην απόφαση ότι η πληρωμή θα έπρεπε να γίνει μέχρι τις 15/1/2017, (η υπογράμμιση δική μας) και όχι στις 15/1/2017. Δεν τίθεται θέμα απόκρυψης ουσιώδους γεγονότος εφόσον στην αρχική Ένορκη Δήλωση της εφεσίβλητης επισυνάπτετο ως Τεκμήριο Α αντίγραφο της εκ συμφώνου απόφασης, οι όροι της οποίας ήταν σαφείς ότι οι δόσεις θα πληρώνοντο μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία που αναφέρετο.
Ο εφεσείων προβάλλει επίσης την εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε την υπόθεση Αδελφοί Θράσου και Συνεργάτες (Ομόρρυθμη Εταιρεία) (ανωτέρω)), που ήταν μεταγενέστερη της Polyxeni Christodoulou ν. Lefteri Andreou XVICLR 95, για να καταλήξει ότι δεν υπήρξε οτιδήποτε το μεμπτόν στη συμπεριφορά της εφεσίβλητης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά σε αποσπάσματα της υπόθεσης Αδελφοί Θράσου έκρινε ότι τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης ήταν διαφορετικά της επίδικης και ότι η εξέταση τους ήταν «καταληκτική για την τύχη της υπό κρίση αίτησης».
Εξετάσαμε την εισήγηση η οποία δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η πιο πάνω υπόθεση αφορούσε σε παράλληλη προώθηση διαφορετικών μέτρων εκτέλεσης δηλαδή εξασφαλίστηκε από πλευράς του εξ αποφάσεως δανειστή κατ' αρχάς διάταγμα μηνιαίων δόσεων και στη συνέχεια διάταγμα κατάσχεσης χρημάτων εις χείρας τρίτου όπου κρίθηκε από το Εφετείο ότι ο εξ αποφάσεως δανειστής δεν ενήργησε «καθ' οιονδήποτε αντινομικό, αθέμιτο ή καταπιεστικό τρόπο.» Η παρούσα περίπτωση, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, σαφώς δεν αφορά σε παράλληλα μέτρα εκτέλεσης.
Στην υπό κρίση περίπτωση η καταβολή των δόσεων αφορούσε σε ειδική ρύθμιση εξόφλησης του εξ αποφάσεως χρέους, όπου η ικανοποίηση της από πλευράς εφεσίβλητης, κατέληγε σε μείωση του ποσού της απόφασης. Η ρύθμιση αυτή περιλήφθηκε στην απόφαση και άρχισε να υλοποιείται με την καταβολή των δύο πρώτων δόσεων στη βάση των προθεσμιών που τέθηκαν στην απόφαση και ακολούθησε η καταβολή των υπολοίπων, η τελευταία στις 8/3/2007 για €6.000. Ως αποτέλεσμα υπήρξε πλήρης ικανοποίηση της απόφασης για το ποσό των €46.000 και μάλιστα ενωρίτερα από το χρόνο που προβλέπετο στην απόφαση.
Νοουμένου ότι το Δικαστήριο αποδέχθηκε την αδυναμία της εφεσίβλητης να προσέλθει στην Τράπεζα για κατάθεση του ποσού της τρίτης δόσης στις 16/1/2017, για τους λόγους που επεξηγεί στην απόφαση του, σε συνάρτηση με το γεγονός της αποδοχής από πλευράς εφεσείοντα πληρωμής της τρίτης δόσης στις 17/1/2017 χωρίς καμιά διαμαρτυρία από πλευράς του εκ των υστέρων, αλλά και των άλλων δόσεων που ακολούθησαν και αυτές αδιαμαρτύρητα, ώστε να εμποδίζεται να προβάλλει θέμα παραβίασης του χρονοδιαγράμματος εξόφλησης της απόφασης, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το υπό κρίση ένταλμα πώλησης κινητής περιουσίας συνιστούσε αντινομική, άδικη και καταπιεστική ενέργεια μας βρίσκει σύμφωνους.
Το λεκτικό της απόφασης είναι σαφές χωρίς να εντοπίζεται οποιαδήποτε πρόνοια για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης ενόψει διατάγματος πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους με δόσεις. Αν ο εφεσείων διαφωνούσε με το κείμενο της απόφασης θεωρώντας ότι δεν μεταφέρθηκαν ορθά τα όσα συμφωνήθηκαν, θα μπορούσε να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για διόρθωση της απόφασης στη βάση των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών. Δεν προέβη όμως σε τέτοια ενέργεια.
Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συναρτάται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται και από την αποτελεσματικότητα της (βλ. Αδελφοί Θράσου και Συνεργάτες (Ομόρρυθμη Εταιρεία (ανωτέρω)).
Στην υπόθεση Panaou v. Haji Christofi (1963) 2 C.L.R 19 λέχθηκαν τα εξής ως προς την άσκηση εποπτείας των μέτρων εκτέλεσης από το Δικαστήριο:
"The execution of a judgment is a matter under the Court's supervision and control; and cannot be allowed to be used for purposes of unnecessary oppression as the circumstances of the present case would seem to suggest; or, indeed, for any purpose, other than the proper satisfaction of the Court's judgment, under the Court's control."
Εν προκειμένω πρόκειται για καθαρή περίπτωση άδικης και καταπιεστικής συμπεριφοράς για την εφεσίβλητη χωρίς να καταδειχθεί ότι ο εφεσείων υπέστη δυσμενή επηρεασμό από την καθυστέρηση μιας ημέρας ή ακόμη και ωρών στην καταβολή της τρίτης δόσης εφόσον οι τελευταίες δύο δόσεις κατεβλήθησαν η μια στις 10/2/2017 ενώ η προθεσμία ήταν μέχρι τις 15/2/2017 και η άλλη στις 8/3/2017 ενώ η προθεσμία ήταν μέχρι τις 15/3/2017, όπως προνοείτο στην απόφαση. Δεν βρίσκουμε λόγο παρέμβασης στις πιο πάνω διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Θεωρούμε ότι η διακριτική του ευχέρεια ασκήθηκε ορθά. Η Panaou (ανωτέρω) επιβεβαιώθηκε στην μεταγενέστερη Αρέστης ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2002) 1 ΑΑΔ 1258 όπου τονίστηκε εκ νέου ότι «η εκτέλεση δικαστικής απόφασης είναι ένα θέμα το οποίο βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο και επίβλεψη του δικαστηρίου και δεν μπορεί να επιτραπεί να χρησιμοποιείται για σκοπούς αχρείαστης καταπίεσης ή για οποιονδήποτε άλλο σκοπό από την δέουσα ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης, πάντοτε κάτω από τον έλεγχο του Δικαστηρίου».
Η κατάληξη αυτή καθιστά τους τρεις πρώτους λόγους έφεσης έκθετους σε απόρριψη.
Σ' όσον αφορά τον τέταρτο λόγο έφεσης δεν παρουσιάστηκε κανένα στοιχείο από πλευράς εφεσείοντα που να καθιστά την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου τρωτή. Κύριος άξονας των εισηγήσεων του εφεσείοντα προς υποστήριξη του λόγου αυτού ήταν το θέμα της απόκρυψης γεγονότων προς το σκοπό παραπλάνησης του Δικαστηρίου, για το οποίο έχουμε ασχοληθεί ανωτέρω και απορρίψει.
Η έφεση απορρίπτεται.
Σ΄ όσον αφορά τα έξοδα της έφεσης αν και ο κανόνας σύμφωνα με τη νομολογία είναι να ακολουθούν το αποτέλεσμα, εν τούτοις ως εκ του γεγονότος ότι η εφεσίβλητη παρέλειψε να ειδοποιήσει έγκαιρα τον εφεσείοντα ως προς την πρόθεση της να καταθέσει την τρίτη δόση στις 17/1/2017, ώστε να του δινόταν η ευκαιρία να μην προχωρήσει με την καταχώρηση του εντάλματος, κρίνουμε ορθό όπως μη εκδοθεί οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η Αντέφεση απορρίπτεται ως εγκαταλειφθείσα χωρίς καμιά διαταγή για έξοδα.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.