ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D134
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 42/20
30 Απριλίου, 2020
[Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΑΝΔΡΕΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. xxx3896, ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 03ΗΝ ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020 ΚΑΙ ΩΡΑ 00:40, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 3xx9 Α. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 25, 27, 28 ΚΑΙ 29
.........
Δ. Τσολακίδης, για τον αιτητή
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δόθηκε αυθημερόν)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής αποβλέπει σε άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το ένταλμα έρευνας της οικίας και του αυτοκινήτου του που εκδόθηκε από Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 3.4.2020 (στο εξής το Ένταλμα), ισχυριζόμενος βασικά ότι το Ένταλμα ήταν αφενός προϊόν απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων και/ή παραπλάνησης του Δικαστηρίου και αφετέρου υπέρβασης δικαιοδοσίας εφόσον δεν πληρούνταν σωρευτικά οι δύο προϋποθέσεις - ύπαρξη εύλογης υπόνοιας και αναγκαιότητας έκδοσης του Εντάλματος - του άρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του αιτητή, πλην όμως θα΄ ταν χρήσιμο να συνοψισθεί πρώτα το (απλό) περιεχόμενο του όρκου στη βάση του οποίου εκδόθηκε το Ένταλμα (στο εξής ο Όρκος). Έχει ως ακολούθως:-
Λίγο μετά τις 3:00 μ.μ. της 2.4.2020 μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. έθεσαν υπό διακριτική παρακολούθηση την περιοχή της εκκλησίας Αγίου Μάμαντος, στη Λακατάμεια, στη βάση πληροφορίας ότι στην εν λόγω περιοχή πρόσωπο που θα επέβαινε σε μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού θα παραλάμβανε από άγνωστο πρόσωπο μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών.
Γύρω στις 4:00 μ.μ. θεάθηκε από τους καραδοκούντες αστυνομικούς το υπ΄ αρ. xxxx71 αυτοκίνητο ΒΜW με οδηγό τον αιτητή, να εισέρχεται στο χώρο στάθμευσης της εκκλησίας όπου, αφού έκανε επαναστροφή, παρέμεινε εκεί για 2 λεπτά και ακολούθως αναχώρησε με κατεύθυνση την Λακατάμεια. Σε 5 όμως λεπτά, επανήλθε στο χώρο στάθμευσης της εκκλησίας και αφού στάθμευσε το αυτοκίνητο του, κατέβηκε από αυτό και περπάτησε γύρω από την εκκλησία. Ακολούθως επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο του και αποχώρησε με κατεύθυνση και πάλι προς Λακατάμεια, αλλά μετά από 10-15 λεπτά επανήλθε στο χώρο στάθμευσης της εκκλησίας και αφού κατέβηκε από το αυτοκίνητο του, άρχισε να ελέγχει το μέρος. Ακολούθως κατευθύνθηκε πεζός σε παρακείμενο στενό δρομάκι και, μιλώντας συνεχώς στο κινητό του, επέστρεψε στο αυτοκίνητο του και αποχώρησε από το μέρος. Και αυτό, αφού στο μεταξύ λήφθηκε νέα πληροφορία ότι το πρόσωπο που θα παρέδιδε τα ναρκωτικά στο μοτοσικλετιστή ήταν ο αιτητής.
Λίγα λεπτά μετά την αναχώρηση του αιτητή από τη σκηνή, θεάθηκε να κυκλοφορεί ύποπτα στην περιοχή μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού ο οδηγός της οποίας έφερε προστατευτικό κράνος, κόκκινο σάλι που κάλυπτε το στόμα και τη μύτη του, φορούσε μαύρα ρούχα και είχε στην πλάτη του μαύρη τσάντα που φαινόταν να ήταν άδεια. Όμως, διαρκούσης της παρακολούθησης, λήφθηκε νέα πληροφορία ότι η συναλλαγή θα ακυρωνόταν λόγω του ότι έγινε αντιληπτή η παρουσία της αστυνομίας στο μέρος και, περαιτέρω, ότι ο αιτητής είχε πετάξει στην περιοχή τα ναρκωτικά γιατί φοβήθηκε.
Με τη λήψη της τελευταίας πληροφορίας και αφού τόσο ο μοτοσικλετιστής όσο και ο αιτητής εγκατέλειψαν την περιοχή, δόθηκαν οδηγίες στους αστυνομικούς για εντοπισμό των ναρκωτικών. Τα εντόπισαν γύρω στις 6:20 μ.μ., μέσα σε μαύρο σακούλι σκουπιδιών, έξω από κάλαθο σκουπιδιών που βρισκόταν στο χώρο στάθμευσης του ΘΟΙ Λακατάμειας και όπως διαπιστώθηκε επρόκειτο για 2,5 κιλά κάνναβη συσκευασμένα σε 8 νάιλον διαφανείς συσκευασίες. Με την επισήμανση ότι κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης του αιτητή, οι αστυνομικοί τον είχαν δει να περνά με το αυτοκίνητο του συνεχώς μπροστά από το χώρο στάθμευσης του ΘΟΙ Λακατάμειας.
Όπως σημειώνεται στην αρχή της παρούσας, ο αιτητής θεωρεί ότι το Ένταλμα εκδόθηκε αφενός ως αποτέλεσμα απόκρυψης από τον ενόρκως δηλούντα ουσιωδών γεγονότων και/ή παραπλάνησης του (κατώτερου) Δικαστηρίου και αφετέρου ότι εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας εφόσον δεν πληρούνταν σωρευτικά οι δύο προϋποθέσεις του άρθρου 27[1] του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου. Συγκεκριμένα - όπως ισχυρίζεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση του - η απόκρυψη συνίστατο στο ότι ο αστυνομικός που προέβη στην ένορκη δήλωση για έκδοση του Εντάλματος «. παρέλειψε να αναφέρει στο Δικαστήριο ότι τα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. που βρίσκονταν στο μέρος και με είδαν να «σαν να ελέγχω το μέρος» με άκουσαν να λέω «Ρε έχασα το σιηλλούϊ μου τζιαι ενιξέρω που ένει» γεγονός που θα άλλαζε πλήρως την εικόνα που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο προς έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας». Τονίζει περαιτέρω ότι (α) κατά τη διαδικασία προσωποκράτησης διευκρινίστηκε ότι τα ναρκωτικά βρέθηκαν σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από την εκκλησία Αγίου Μάμαντος και ουδείς τον είδε να πλησιάζει πεζός το σημείο που βρέθηκαν τα ναρκωτικά και (β) το (κατώτερο) Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της αστυνομίας για κράτηση του στη βάση, όπως κρίθηκε, ότι δεν καταδείχθηκε εύλογη υπόνοια για εμπλοκή του στα ναρκωτικά που είχαν εντοπιστεί. Αναφορικά δε με το δεύτερο σκέλος της θέσης του για υπέρβαση δικαιοδοσίας, διατείνεται ότι από το περιεχόμενο του Όρκου δεν καταδείχθηκε η αναγκαιότητα έκδοσης του Εντάλματος, το οποίο εκτελέστηκε αυθημερόν και τα μόνα αντικείμενα που εντοπίστηκαν και παραλήφθηκαν από την οικία του ήταν τρία (3) κινητά τηλέφωνα και ένα (1) σημειωματάριο.
Εξέτασα τα όσα ο αιτητής έχει θέσει ενώπιον μου προς χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Θεωρώ αχρείαστη την παράθεση των νομικών αρχών βάσει των οποίων χορηγείται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος καθότι έχει κατ΄ επανάληψη τονιστεί ότι αντικείμενο των προνομιακών ενταλμάτων δεν είναι η εξέταση της ορθότητας της προσβαλλόμενης δικαστικής πράξης, αλλά η νομιμότητα της. Ειδικά δε σε ό,τι αφορά εντάλματα έρευνας βάσει του άρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, η προσοχή στρέφεται προς το βάσιμο της εύλογης υπόνοιας και της αναγκαιότητας έκδοσης του εντάλματος με αναφορά στο περιεχόμενο του Όρκου και το σύνολο των γεγονότων που τίθενται ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου. Το ερώτημα επομένως που εγείρεται είναι κατά πόσο το περιεχόμενο του Όρκου που τέθηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου ικανοποιούσε τις υπό αναφορά δύο προϋποθέσεις του άρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου. Η απάντηση κατά την άποψή μου είναι σαφώς θετική. Προς τούτο είναι αρκετό να επισημανθεί ότι η εύλογη υπόνοια περί εμπλοκής του αιτητή στα υπό διερεύνηση αδικήματα είχε αρκούντος τεκμηριωθεί στη βάση του περιεχομένου του Όρκου. Επισημαίνεται συναφώς ότι η Υ.ΚΑ.Ν. είχε πληροφορηθεί ότι στην περιοχή της εκκλησίας Αγίου Μάμαντος κάποιο πρόσωπο - το οποίο στη συνέχεια προσδιορίστηκε στον αιτητή - θα παρέδιδε σε άγνωστο μοτοσικλετιστή μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών. Η πληροφορία, όπως εξελίχθηκαν τα γεγονότα στη συνέχεια, φαίνεται να ήταν αξιόπιστη γιατί τόσο ο αιτητής όσο και ο άγνωστος μοτοσικλετιστής εμφανίστηκαν στην περιοχή, οι κινήσεις των οποίων εύλογα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ύποπτες. Επιπρόσθετα η ανεύρεση της (σχετικώς) μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών σε σημείο απ΄ όπου πέρασε κατ΄ επανάληψη ο αιτητής, λαμβανομένου υπόψιν της πληροφορίας ότι η συναλλαγή ακυρώθηκε λόγω του ότι έγινε αντιληπτή η παρουσία της αστυνομίας στο μέρος, συνιστά κατά την άποψή μου ισχυρό στοιχείο για τεκμηρίωση της υπό αναφορά εύλογης υπόνοιας. Με αυτό ως δεδομένο θεωρώ ότι το αίτημα της αστυνομίας για έκδοση εντάλματος έρευνας τόσο του αυτοκινήτου με το οποίο διακινείτο ο αιτητής όσο και της κατοικίας του ικανοποιούσε και τη δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 27 προς πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης, η δε θέση του αιτητή ότι στον Όρκο δεν γίνεται αναφορά στο ότι αυτός έλεγε στο τηλέφωνο πως αναζητούσε το σκυλάκι του, συνιστά - κατά την άποψή μου - ασήμαντο στοιχείο που δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος που παραπλάνησε το Δικαστήριο για έκδοση του Εντάλματος. Περαιτέρω θεωρώ ότι για τους σκοπούς της παρούσης είναι αδιάφορο το γεγονός ότι δεν έγινε αποδεκτό αίτημα της αστυνομίας για κράτηση του αιτητή. Και αυτό λόγω του ότι η προσοχή του Ανωτάτου Δικαστηρίου περιορίζεται αποκλειστικά στο περιεχόμενο του Όρκου για έκδοση του εντάλματος και όχι σε άλλες διαδικασίες.
Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω θεωρώ ότι το αίτημα για άδεια καταχώρησης αίτησης προς έκδοση διατάγματος Certiorari δεν πρέπει να ικανοποιηθεί και ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ
[1] 27. Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει-
(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή
(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή
(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος, ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως "ένταλμα έρευνας"), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-
(ι) να ερευνήσει τον τόπο αυτό προς ανεύρεση οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος και να κατάσχει και μεταφέρει αυτό ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας ή ενώπιον άλλου Δικαστηρίου για να τύχει αυτό μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο και
(ιι) να συλλάβει και να προσαγάγει ενώπιον Δικαστή τον κάτοχο της οικίας ή του τόπου όπου βρέθηκε το πράγμα ή οποιοδήποτε πρόσωπο εντός ή πέριξ της οικίας αυτής ή του τόπου το οποίο κατέχει τέτοιο πράγμα, αν ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο να διατάξει με αυτό τον τρόπο στο ένταλμα.