ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D91
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 26/2020)
6 Μαρτίου 2020
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/64), ΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ STADEMOS HOTELS PLC ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI KAI PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16.01.2020 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΟΥ xxx ΑΧΙΛΛΕΩΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 03.12.2019 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 1216/2019
Γ. Αυγ. Κωνσταντίνου για κ. Κ. Χατζηπιέρα, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(EX-TEMPORE)
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στο πλαίσιο εκδίκασης αγωγής ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, όπου οι αιτητές, ως ενάγοντες, διεκδικούν εναντίον του τότε εναγομένου, σειρά απαγορευτικών διαταγμάτων και επίσης, διάταγμα για παράδοση ενός αρχείου το οποίο είναι, κατ' ισχυρισμό, ιδιοκτησία των αιτητών. Παράλληλα, ζητούνται και γενικές αποζημιώσεις για την παρακράτηση. Ταυτόχρονα με την αγωγή καταχωρίστηκε και μονομερής αίτηση, ημερ. 14 Ιουνίου 2019, δυνάμει της οποίας οι αιτητές διεκδίκησαν την έκδοση προστακτικού διατάγματος για την παράδοση εκ μέρους του εναγομένου του αρχείου, το οποίο φέρει την ονομασία ″New Summer Theme″. Η αίτηση αυτή αντίκρισε την ένσταση του τότε εναγομένου και το δικαστήριο με απόφαση του, ημερ. 29 Οκτωβρίου 2019, απέρριψε την αίτηση αναφέροντας ότι δεν έχει ικανοποιηθεί ότι η ενάγουσα έχει καταδείξει «σοβαρές ενδείξεις δικαιωμάτων, όσον αφορά το περιεχόμενο του επίδικου αρχείου και την κατάταξη του ως εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίας που αφορά το ξενοδοχείο». Δηλαδή, όπως αποφάσισε το δικαστήριο, η ενάγουσα - αιτήτρια δεν ικανοποίησε τη δεύτερη προϋπόθεση που απαιτείται όπως καταδειχθεί, με βάση το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60) και αφορά την ύπαρξη σοβαρής πιθανότητας επιτυχίας. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, όμως έχει αναφερθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο μετά από ερώτημα του Δικαστηρίου, δεν καταχωρήθηκε έφεση.
Στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στις 3 Δεκεμβρίου 2019, οι συνήγοροι του εναγομένου καταχώρισαν αίτηση με την οποία ζητούν «τη διαγραφή και/ή παραμερισμό της αγωγής, καθότι δεν αποκαλύπτει καλή βάση αγωγής ή είναι σκανδαλώδης με βάση τη Διαταγή 27, θεσμός (1), (2) και (3)». Στη συνέχεια, οι ενάγοντες ζήτησαν από το δικαστήριο την εξαίρεση του, καθότι έχει ήδη αποφασίσει επί του θέματος που άπτεται της αγωγής και όπως αναφέρθηκε, δεν διαθέτει το δικαστήριο «τα εχέγγυα αντικειμενικής και υποκειμενικής αμεροληψίας ώστε να επιληφθεί της παρούσας αίτησης».
Το δικαστήριο, με απόφαση του ημερ. 16 Ιανουαρίου 2020, απέρριψε την παρούσα αίτηση. Ως αποτέλεσμα τούτου καταχωρήθηκε η παρούσα μονομερής αίτηση, με την οποία ζητείται η παραχώρηση άδειας για καταχώριση αίτησης με κλήση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, για ακύρωση της απόφασης ημερ. 16 Ιανουαρίου 2020.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος Certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων δικαστηρίων. Αυτή ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το πλαίσιο εξέτασης σε αιτήσεις αυτής της μορφής. (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (Αρ. 1) (2009) 1 A.A.Δ. 1114). Ταυτοχρόνως, η ενδεχόμενη λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου δεν εξετάζεται στα πλαίσια της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Ταυτοχρόνως, πρέπει να σημειωθεί ότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος, τύπου Certiorari, δεν αποτελεί εποπτικό μέσο και ούτε παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης του κατά πόσο το πρωτόδικο δικαστήριο αντιλήφθηκε ορθά ή όχι ένα νομικό ζήτημα. (Βλ. Διαχειριστική Επιτροπή ΚΥΠΑ Κωρτ 4 (2008) 1 Α.Α.Δ. 644).
Όπως αναφέρεται στην Πολ. Έφεση 318/2015, Αναφορικά με τον Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ, ημερ. 8 Ιουνίου 2017:
"Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης, Αίτηση 174/96, ημερ. 9 Οκτωβρίου 1996).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464)."
Όπως είχα την ευκαιρία να επισημάνω στον ευπαίδευτο συνήγορο, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η προσφερόμενη δυνατότητα έφεσης στην απόφαση δυνάμει της οποίας, κατ' ισχυρισμό, έχει αποφασιστεί το θέμα της εμβέλειας του δικαιώματος της ενάγουσας, αίρει κάθε δυνατότητα προώθησης της παρούσας αίτησης, καθότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο το οποίο η ενάγουσα γνώριζε, αλλά δεν ήσκησε. Εν πάση περιπτώσει, η αίτηση είναι απορριπτέα και για ένα άλλο λόγο٠ ο συνήγορος μίλησε για αντικειμενική και υποκειμενική αμεροληψία. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι το μόνο παράπονο το οποίο υπάρχει εναντίον του Δικαστή, είναι ότι έχει ήδη αποφασίσει αναφορικά με κάποιο νομικό θέμα που αφορά την υπόθεση.
Είχα ρωτήσει το συνήγορο αν είναι σε θέση να προσφέρει στο Δικαστήριο οποιαδήποτε νομολογία η οποία να βοηθά τη θέση του και το μόνο θέμα το οποίο ο κ. Κωνσταντίνου έθεσε είναι μια απόφαση Μαυρονικόλα ν. CK RESTAURANT SYSTEM FRANCHISERS LIMITED, Εταιρική Αίτηση 385/2014, ημερ. 11 Ιουνίου 2015, στην οποία έγινε αναφορά σε απόφαση του ΕΔΑΔ, Hauschildt v. Denmark, 24.5.1989, Series A, No. 154, στην οποία, με όλο το σεβασμό, τα γεγονότα της αντικειμενικής αμεροληψίας και της υποκειμενικής που αναφέρονται, δεν έχουν καμία σχέση.
Υποκειμενική αμεροληψία αναφύεται όταν υπάρχει κάποια σύνδεση του Δικαστή με την υπό κρίση υπόθεση ενώπιον του. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει και ούτε έγινε εισήγηση επί τούτου. Η αντικειμενική αμεροληψία θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί, πλην, όμως, εδώ ο Δικαστής έχει αποφανθεί επί ενός νομικού θέματος, σε ένα προκαταρκτικό στάδιο, όπως είναι το συντηρητικό διάταγμα και το οποίο δεν έχει εφεσιβληθεί.
Με την ευκαιρία αυτή θεωρώ επιβεβλημένο να τονίσω ότι η αναφορά σε αμεροληψία δικαστή, θα πρέπει ν' ασκείται με φειδώ και περίσκεψη. Αλλοίμονο αν ένας δικαστής που διατύπωσε μια νομική προσέγγιση σ' ένα πρώιμο στάδιο της δίκης, αποκλειστεί από τη συνέχιση της δίκης, θα προσφερόταν δυνατότητα στους διαδίκους να επιλέγουν το δικαστή που θα εκδικάσει την υπόθεση τους, πράγμα ανεπίτρεπτο.
Στη βάση των πιο πάνω βρίσκω ότι η αίτηση δεν έχει οποιοδήποτε έρεισμα, ιδιαιτέρως η εισήγηση περί ύπαρξης εξαιρετικής περίστασης, κρίνω ότι είναι εντελώς αβάσιμη.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ