ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:A77
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 118/2013
(σχ. με Ε32/2014)
3 ΜΑΡΤΙΟΥ 2020
[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Εφεσείοντα/Εναγομένου 1 στις Αγωγές Αρ.
120/10, 4764/08, 4765/08, 4766/08, 4767/08 & 2412/09
ΚΑΙ
1. xxx ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εφεσίβλητη 1/Ενάγουσα στην Αγ. αρ. 120/10
2. xxx ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Εφεσίβλητου 2/Εναγομένου 2 στις Αγωγές Αρ.
4764/08, 4765/08, 4766/08, 4767/08 & Τριτοδιαδίκου 1
στην Αγ. αρ. 120/10 & Τριτοδιαδίκου 2 στην Αγ. Αρ. 2412/09
3. xxx CELIS
Εφεσίβλητη 3/Ενάγουσα στην Αγ. αρ. 4765/08
4. xxx ANDRANDE OCAMPO
Εφεσίβλητη 4/Ενάγουσα στην Αγ. αρ. 4766/08
5. xxx DOBRE
Εφεσίβλητη 5/Ενάγουσα στην Αγ. αρ. 4767/08
6. xxx SAKHAWAT HOSSAIN
Εφεσίβλητη 6/Ενάγουσα στην Αγ. αρ. 4764/08
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε32/2014
(σχ. με118/2013)
xxx ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εφεσείουσα/Τριτοδιάδικος στις Αγωγές Αρ.
4764/08, 4765/08, 4766/08, 4767/08 & 2412/09
(συνενωμένες αγωγές με οδηγό την 120/10)
ΚΑΙ
xxx ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Εφεσίβλητου/Εναγομένου στις Αγωγές Αρ.
4764/08, 4765/08, 4766/08, 4767/08 & 2412/09
(συνενωμένες αγωγές με οδηγό την 120/10)
--------------------
Κ. Χατζηπιέρας, για Εφεσείοντα
Ν, Ηροδότου (κα) για την Εφεσίβλητη αρ. 1, για Συμεού & Κονναρή LLC
Στ. Ερωτοκρίτου (κα) για Εφεσίβλητο 2, για Ανδρέας Π. Ερωτοκρίτου & Σία
Π. Τσαγγάρης για Εφεσίβλητους 3, 4, 5, 6
-------------------------------------
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ.
------------------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού εκδικάστηκαν 6 αγωγές οι οποίες αφορούσαν το ίδιο τροχαίο δυστύχημα. Αυτό επεσυνέβη στις 19.10.2017 στο δρόμο Λεμεσού - Πλατρών με ενεχόμενα οχήματα, το υπ' αρ. xxx x44, το οποίο οδηγείτο από τον Εφεσείοντα, το υπ' αρ. xxx x94 το οποίο οδηγείτο από την Εφεσίβλητη 1, το υπ' αρ. xxx x11 το οποίο οδηγείτο από τον Κ. Γεωργίου, διάδικου στην πρωτόδικη διαδικασία αλλά όχι στην παρούσα έφεση και το υπ' αρ. xxx x54 το οποίο οδηγείτο από τον Εφεσίβλητο 2. Οι Εφεσίβλητοι 3, 4, 5 και 6 ήταν καθ΄ όλους τους ουσιώδεις χρόνους επιβάτες στο υπ' αρ. xxx x11 όχημα.
Ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου παρέμεινε προς εκδίκαση μόνο το θέμα ευθύνης δοθέντος ότι μεταξύ των διαδίκων επήλθε συμφωνία αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων που εδικαιούτο έκαστος Ενάγων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε ως αξιόπιστη και ειλικρινή την μαρτυρία της Εφεσίβλητης 1 όπως και μαρτύρων που κατάθεσαν γι' αυτήν και ως αποτέλεσμα αποδέχτηκε την εκδοχή της ως προς τις συνθήκες του δυστυχήματος. Σύμφωνα με αυτήν το δυστύχημα επεσυνέβη στον δρόμο Λεμεσού - Πλατρών παρά τον φράχτη Πολεμιδίων. Ο Εφεσείων οδηγώντας το όχημά του προσπέρασε από δεξιά δύο προπορευόμενα οχήματα, αυτά του Εφεσιβλήτου 2 και Κ. Γεωργίου με αριθμούς εγγραφής xxx x54 και xxx x11 αντίστοιχα, με προπορευόμενο το όχημα xxx x11. Προκειμένου να πράξει αυτό εισήλθε στην αντίθετη λωρίδα κυκλοφορίας. Να σημειωθεί ότι ο δρόμος εκεί διαχωρίζετο με άσπρη συνεχή γραμμή. Η Εφεσίβλητη η οποία οδηγούσε με αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν του Εφεσείοντα, στην δική της λωρίδα κυκλοφορίας, στην προσπάθειά της να αποφύγει μετωπική σύγκρουση με το όχημα του Εφεσείοντα ενστικτωδώς έστριψε το τιμόνι της αριστερά, απέφυγε τη σύγκρουση με το όχημα του Εφεσείοντα, αλλά στην προσπάθειά της να επαναφέρει το όχημά της στην πορεία του, έχασε τον έλεγχο του με αποτέλεσμα να συγκρουστεί στην αντίθετη λωρίδα κυκλοφορίας με το εξ αντιθέτου κινούμενο όχημα και με αριθμό εγγραφής xxx x11. Ακολούθως το όχημα με αριθμό κυκλοφορίας xxx x54 που ακολουθούσε το xxx x11 προσέκρουσε στο πίσω μέρος του xxx x11. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε πλήρη ευθύνη στον Εφεσείοντα για την πρόκληση του δυστυχήματος.
Ο Εφεσείων με δύο λόγους έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη. Σύμφωνα με τον πρώτο λόγο το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε και/ή δεν αξιολόγησε μαρτυρία και δεν εκτίμησε σωστά τους παράγοντες υπαιτιότητας και αιτιώδους συνάφειας της συμπεριφοράς εκάστου οδηγού και ιδιαίτερα της Εφεσίβλητης 1, προς το αποτέλεσμα της οδήγησης εκάστου. Ο δεύτερος λόγος προσβάλει την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε οιαδήποτε ευθύνη στον Εφεσίβλητο 2 με μόνο το αιτιολογικό ότι "δεν προσκομίστηκε μαρτυρία εναντίον του" παραγνωρίζοντας την ενώπιον του μαρτυρία.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν ενώπιον μας τις θέσεις των διαδίκων τους οποίους εκπροσωπούν. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε ουσιώδη μέρη της μαρτυρίας, δεν προέβη σε αξιολόγηση όλης της μαρτυρίας και μετέτρεψε τον εαυτό του σε εμπειρογνώμονα. Αναφέρθηκε δε με λεπτομέρεια στο υπόβαθρο που στηρίζει τις άνω εισηγήσεις του. Αντίθετη, βεβαίως, ήταν η θέση των άλλων συνηγόρων οι οποίοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.
Θα εξετάσουμε αμφότερους τους λόγους μαζί ενόψει της συνάφειάς τους, έχοντας πάντοτε υπόψιν την θεμελιώδη αρχή απονομής της ευθύνης. Επιγραμματικά στην Charalambous and another v. Kasapis and another (1988) 1 C.L.R. 25 τέθηκε ως ακολούθως:
"The apportionment of liability, ...., turns, on the assessment of the respective blame-worthiness of the two drivers and, secondly, on the causative potency of their acts. The question is resolved from a broad perspectives guided by logic and common sense."
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε τον Εφεσείοντα αποκλειστικά υπεύθυνο για την πρόκληση του δυστυχήματος λόγω της οδικής συμπεριφοράς του, η οποία συνίστατο σε προσπέρασμα σε σημείο όπου αυτό απαγορευόταν, καθότι υπήρχε συνεχής άσπρη γραμμή, εισόδου του εις την αντίθετη λωρίδα κυκλοφορίας και περαιτέρω διότι "απόφραξε το δρόμο ή την ελευθέρα πορεία της Εφεσίβλητης/Ενάγουσας με επακόλουθο τη σύγκρουση". Το ακόλουθο απόσπασμα από τη μαρτυρία της Εφεσίβλητης 1 δείχνει το στίγμα των γεγονότων που επεσυνέβησαν με την είσοδο του Εφεσείοντα στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας.
"... Είπε χαρακτηριστικά η Ενάγουσα ότι ήταν τόσο κοντινή απόσταση που πρόλαβε να στρίψει το τιμόνι αριστερά, πέρασε ο Εναγόμενος σαν σφαίρα και προσπάθησε να το φέρει δεξιά, έχασε τον έλεγχο και άκουσε ένα κτύπημα. Ήταν τόσο κοντά της, τόσο ξαφνικό που δεν μπορεί να υπολογίσει σε μέτρα. Μόλις τον είδε είπε «Παναγία μου θα με σκοτώσει» και έστριψε αριστερά για να τον αποφύγει. Ήταν τόσο παραστατική η Ενάγουσα στη μαρτυρία της που σίγουρα μετέφερε ζωντανά τα διαδραματισθέντα γεγονότα μέσα στην αίθουσα του Δικαστηρίου. Το ότι είδε το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Εναγόμενος πολύ κοντά και απότομα ενισχύεται στο μέρος αυτό η μαρτυρία της, από τη μαρτυρία του Εναγόμενου που και αυτός είδε το αυτοκίνητο της Ενάγουσας απότομα και στα 20 μέτρα την είδε να ζαβοτιμονιάζει. Προηγουμένως δεν την είχε δει. Ίσως να ήταν και η ορατότητα αφού είχε στροφή. Τις ίδιες περίπου αποστάσεις και συνθήκες περιέγραψε και ο ΜΕ5 Κ. Γεωργίου."
Όσον αφορά την συμπεριφορά της Εφεσίβλητης 1 το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει ότι "η Ενάγουσα βρέθηκε προ διλήμματος. Οι πράξεις οδηγού που βρίσκεται προ διλήμματος δεν κρίνονται μικροσκοπικά αλλά μέσα από τις αγωνιώδεις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε ο οδηγός". Περαιτέρω και με αναφορά στην Παύλου ν. Παπακυπριανού (2000) 1 Α.Α.Δ. 974 όπου λέχθηκε "..ότι ακόμα και λανθασμένα αποτρεπτικά μέτρα που λαμβάνονται κάτω από διλημματικές καταστάσεις δεν συνιστούν αμέλεια", κατέληξε ότι η Εφεσίβλητη 1 αντέδρασε με τρόπο που οιοσδήποτε οδηγός στη θέση της, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, θα αντιδρούσε και συνεπώς αυτή δεν έφερε οιανδήποτε ευθύνη για την πρόκληση του δυστυχήματος.
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω, δεν μπορούν να έχουν οιονδήποτε αποτέλεσμα τα παράπονα του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε τάχα στην αξιολόγηση της οδικής συμπεριφοράς του Εφεσείοντα και παρέλειψε να στρέψει την προσοχή του σ' αυτήν της Εφεσίβλητης 1. Ούτε ότι "ευθύς μετά που απεφάνθη ότι ο Εφεσείων υπήρξε αμελής" προχώρησε και έκρινε ότι αυτός είχε αποκλειστική ευθύνη για το δυστύχημα. Η πρωτόδικη απόφαση ναι μεν δεν είναι δομημένη στον επιθυμητό βαθμό, παρόλα ταύτα όμως συγκεντρώνει όλα τα αναγκαία στοιχεία μιας δικαστικής απόφασης. Σε αυτήν εξετάστηκαν τόσο η οδική συμπεριφορά του Εφεσείοντα όσο και αυτή της Εφεσίβλητης 1 και με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία και ευρήματα κρίθηκε ότι την αποκλειστική ευθύνη την είχε ο Εφεσείων, κατάληξη με την οποία συμφωνούμε και ως εκ τούτου δεν χωρεί επέμβαση μας. Ο καταλογισμός της ευθύνης, κατά την κρίση μας υπό τις περιστάσεις, είναι ορθός και δεν χωρεί επέμβαση μας. Ο Εφεσείων προχώρησε σε ένα επικίνδυνο εγχείρημα να προσπεράσει δύο προπορευόμενα οχήματα, εκ των οποίων το ένα ήταν φορτηγό, στο σημείο όπου απαγορεύεται αυτό, σύμφωνα με την άσπρη συνεχή γραμμή επί του οδοστρώματος, αδιαφορώντας πλήρως για την ασφάλεια των άλλων οδηγών που εκινούντο στον ίδιο δρόμο και ιδιαίτερα έναντι της Εφεσίβλητης 1. Με την επικίνδυνη οδήγησή του έθεσε σε δίλημμα την Εφεσίβλητη 1 η οποία εκινείτο εξ αντιθέτου, η οποία προ του επερχόμενου κινδύνου ενστικτωδώς κινήθηκε πρώτα αριστερά προκειμένου να αποφύγει την σύγκρουση με τον Εφεσείοντα και ακολούθως προκειμένου να αποφύγει τις ολέθριες συνέπειες που θα προκαλούνταν από την βέβαιη πτώση της στο παρακείμενο αυλάκι, κινήθηκε δεξιά με αποτέλεσμα την σύγκρουση με το εξ αντιθέτου κινούμενο όχημα υπ' αρ. xxx x11. Οι ενέργειες της αυτές σε καμία περίπτωση μπορούν να οδηγήσουν σε συμπεράσματα ότι συνέβαλε στην πρόκληση του δυστυχήματος. Η μικρή απόσταση που χώριζε τα δύο οχήματα, 20μ σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, δεν άφησαν κανένα περιθώριο αντίδρασης στην Εφεσίβλητη 1. Ακόμη και αν η άνω απόσταση ήταν 90μ, σύμφωνα με την εκδοχή του Εφεσείοντα, επίσης δεν άφηνε πολλά περιθώρια στην Εφεσίβλητη, λαμβάνοντας υπόψιν την ταχύτητα των δύο οχημάτων που ήταν 100-110 ΧΑΩ του Εφεσείοντα και 60 ΧΑΩ της Εφεσίβλητης 1 σε συνάρτηση με το γεγονός ότι αυτά εκινούντο εξ αντιθέτου. Εάν γίνουν οι αναγκαίες μαθηματικές πράξεις θα διαπιστωθεί ότι η απόσταση αυτή καλύφθηκε σε χρόνο δευτερολέπτων. Οι σχετικοί υπολογισμοί τους οποίους έκανε το πρωτόδικο Δικαστήριο προς αυτήν την κατεύθυνση, είχαν ως βάση αυτό το στοιχείο, την κοινή λογική και όχι της μετατροπής του ιδίου σε εμπειρογνώμονα. Ο χειρισμός που προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο είναι καθ' όλα επιτρεπτός (βλ. Ιορδάνους κ.α. ν. Κυριάκου κ.α. (1196) 1 Α.Α.Δ. 1364, Κρασισμένου ν. Σωφρονίου (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 1152, Σωκράτους ν. Ματσούκα (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 1036, AREKELYAN v. Αστυνομίας Ποιν. Εφ. 198/17, ημερ. 24.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:B458). Περαιτέρω, κρίνεται εσφαλμένη η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη είχε ορατότητα 131μ και απέτυχε να δει το όχημα του Εφεσείοντα. Η ορατότητα των 131μ είναι από άκρο σε άκρο του σημείου του δρόμου όπου έγινε το δυστύχημα. Η προσέγγιση όμως ότι η Εφεσίβλητη είχε αυτή την ορατότητα σε σχέση με το όχημα του Εφεσείοντα δεν είναι ορθή. Παραγνωρίζει η εισήγηση την θέση που ευρίσκοντο τα δύο οχήματα όταν πλέον δημιουργήθηκε ο κίνδυνος σύγκρουσης των δύο οχημάτων, που οδηγούντο υπό τον Εφεσείοντα και Εφεσίβλητης 1. Ελλείπει το σταθερό υπόβαθρο για να οδηγηθεί κάποιος στα όσα εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα. Ούτε το σημείο συγκρούσεως Χ αλλά ούτε και η τελική θέση του οχήματος της Εφεσίβλητης 1 βοηθούν καθότι προηγήθηκε ο ελιγμός της τελευταίας πρώτα αριστερά και ακολούθως δεξιά σε σχέση με την πορεία της προκειμένου να αποφύγει την σύγκρουση με το όχημα του Εφεσείοντα. Δεδομένης δε αποδοχής της εκδοχής της Εφεσίβλητης 1 ως ειλικρινής και αξιόπιστης, παραμένει ως ορθό εύρημα ότι αυτή είδε το όχημα του Εφεσείοντα στα 20μ.
Στην παρούσα υπόθεση με βάση τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τα οποία είναι αποτέλεσμα της αποδεκτής μαρτυρίας ενώπιον του και τα οποία θεωρούμε ορθά, δεν είναι δυνατό να αποδοθεί οποιοδήποτε σφάλμα ή υπαιτιότητα στην Εφεσίβλητη 1, η οποία να έχει σχέση με το δυστύχημα.
Αναφορικά με τον Εφεσίβλητο 2 παρατηρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ανάφερε στην απόφαση του ότι "δεν αποδείχθηκε οιαδήποτε ευθύνη. Δεν προσκομίστηκε μαρτυρία εναντίον του. Τόσο από την πραγματική μαρτυρία, μετρήσεις, ίχνη τροχοπεδήσεως, όσο και από την προφορική μαρτυρία, δεν προέκυψε οτιδήποτε ή συμπεριφορά του Τριτοδιαδίκου, xxx Χριστοδούλου, που να τον καθιστά υπεύθυνο για το δυστύχημα ή να του αποδίδει συντρέχουσα αμέλεια. Συνεπώς οποιαδήποτε αξίωση εναντίον του απορρίπτεται".
Το γεγονός ότι ο Εφεσίβλητος 2 δεν κατάθεσε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ουδεμία σημασία μπορεί να αποδοθεί. Είναι απόλυτο δικαίωμα διαδίκου σε διαδικασία όπως η παρούσα να μην καταθέσει και αυτή του η ενέργεια ουδόλως μπορεί να επιδράσει εναντίον του. Συνεπώς, η όποια αντίθετη εισήγηση από τον Εφεσείοντα δεν μπορεί να έχει οιανδήποτε τύχη. Επίσης δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε τύχη και το παράπονο του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αναφέρθηκε στην Μ.Ε.4 Μ. Ιωαννίδου, Πρωτοκολλητή και ότι δεν την αξιολόγησε. Η μαρτυρία της Μ.Ε.4 περιορίστηκε στην παρουσίαση του ποινικού φακέλου της Ποινικής Έφεσης αρ. 16521/08 όπου κατηγορούμενος ήταν ο Εφεσείων αναφορικά με το υπό εξέταση δυστύχημα. Από τον φάκελο δε αυτόν παρουσίασε διάφορα έγγραφα τα οποία έγιναν τεκμήρια 17-27. Η μάρτυρας δεν αντεξετάστηκε από κανένα των συνηγόρων των υπόλοιπων Εναγόντων, Εναγομένων και Τριτοδιαδίκου και δεν αμφισβητήθηκε από κανένα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε σ' αυτήν σε γενικότητα, αλλά αυτό δεν επηρεάζει την ουσία του θέματος. Με βάση την όλη αποδεκτή μαρτυρία και ευρήματα του, έκρινε ότι ο Τριτοδιάδικος ήταν άμοιρος ευθύνης. Συμφωνούμε με την προσέγγιση του. Τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και τα οποία δεν αμφισβητούνται ως προς τούτο, έγιναν αστραπιαία, σε δευτερόλεπτα. Η μαρτυρία του Μ.Ε.5 του οποίου κρίθηκε αξιόπιστη και δεν προσβάλλεται με την παρούσα έφεση, καθορίζει αυτό το χρόνο σε 3 δευτερόλεπτα. Η προσέγγιση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα προκειμένου να καταδείξει αμέλεια του Εφεσίβλητου 2, με αναφορά σε μέτρα και χρόνο αντίδρασης του, λίγο πριν την σύγκρουση με το προπορευόμενο όχημα xxx x11 δεν είναι ορθή. Η μικροσκοπική προσέγγιση των συνθηκών δυστυχήματος, που επισυμβαίνει αστραπιαία και θέτει τους ενεχόμενους οδηγούς σε διλήμματα, με αποτέλεσμα να λαμβάνονται αποτρεπτικά μέτρα, έστω και εσφαλμένα, δεν μπορεί να έχει οιανδήποτε σημασία. Το σημαντικό είναι η όλη εικόνα επί της ουσίας από τις αναφορές , όπως αναφέρθηκε και στην Νεοφύτου ν. Ανδρέου κ.α. (2005) 1(Α) Α.Α.Δ. 692.
Η Έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του Εφεσείοντα και υπέρ των Εφεσιβλήτων 1 και 2, όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/γκ