ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα αίτηση, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Αιτητής παρών. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-02-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ KARIMI , Πολιτική Αίτηση Αρ. 16/2020, 26/2/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D74

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 16/2020)

 

26 Φεβρουαρίου, 2020

                                                        

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/1964)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx KARIMI ΑΠΟ ΤΟ ΙΡΑΝ ΜΕ ARC xxx2187 ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 4 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΣΤΙΣ 21/02/2019 ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ(1) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ xxx KARIMI ΑΠΟ ΤΟ ΙΡΑΝ ΜΕ ARC xxx2187 ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 7, ΑΡΘΡΟ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

_ _ _ _ _ _

 

Π. Ζαπούνης, για Χρ. Λάρκου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον

 Αιτητή.

Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η

 αίτηση, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

Αιτητής παρών.

_ _ _ _ _ _

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus Ad Subjiciendum με το οποίο να κηρύσσεται η κράτηση του αιτητή παράνομη ως προς τη διάρκειά της.

 

Το ιστορικό καταγράφεται με λεπτομέρεια στην ένορκη δήλωση του Α. Παπακυριακού, Λειτουργού στο Αρχείο Πληθυσμού και Μετανάστευσης, Κλάδο Ασύλου, στο οποίο επισυνάπτονται και όλα τα σχετικά έγγραφα, χωρίς να αμφισβητηθούν από τον αιτητή. Για σκοπούς της παρούσας τα παραθέτω σε συντομία:

 

Ο αιτητής κατάγεται από το Ιράν και αφίχθηκε στην Κύπρο το 1993, όπου του παραχωρήθηκε προσωρινή άδεια παραμονής επισκέπτη. Στις 26.10.1994 απελάθηκε στη χώρα του, μετά που εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης και τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στο stop-list ως απαγορευμένου μετανάστη με την ένδειξη ότι η είσοδός του στη Δημοκρατία απαγορεύεται.

 

Στις 15.4.1998 ο αιτητής αφίχθηκε εκ νέου στην Κύπρο, δεν του επετράπη η είσοδος και επέστρεψε στην Τεχεράνη με την ίδια πτήση.

 

Στις 9.1.2002 αφίχθηκε και πάλι στην Κύπρο με πλαστό διαβατήριο, με άδεια επισκέπτη. Μετά τη λήξη της άδειας παραμονής του διέμενε στην Κύπρο παράνομα και στις 20.10.2006 αποτάθηκε στο Επαρχιακό Κλιμάκιο Αλλοδαπών ως αιτητής ασύλου. Μετά που του ζητήθηκε όπως προβεί σε ιατρικές εξετάσεις και προσέλθει ξανά στο Κλιμάκιο για να εγγραφεί, αυτός παρέλειψε να παρουσιαστεί εντός εύλογου χρόνου και παρέμεινε στην Κύπρο παράνομα. Στις 17.11.2006 καταδικάστηκε για τα αδικήματα της πλαστοπροσωπίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου και στις 5.1.2007 εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα κράτησης και απέλασης. Υπέβαλε στις 9.1.2007 αίτηση για διεθνή προστασία, την οποία απέσυρε στις 15.2.2007. Την ίδια ημέρα είχε εκδοθεί και απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθησε η απέλαση του αιτητή στη χώρα του και η καταχώρηση των στοιχείων του στο stop-list ως απαγορευμένου μετανάστη.

 

Στις 31.12.2016 ο αιτητής παρουσιάστηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας προκειμένου να αναχωρήσει για το Λονδίνο, όπου, κατά τον έλεγχο, παρουσίασε πλαστό δελτίο ταυτότητας Βουλγαρίας. Στις 20.1.2017 καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας σε ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών για τα αδικήματα της κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, του απαγορευμένου μετανάστη, της πλαστοπροσωπίας και της εισόδου στη Δημοκρατία χωρίς να παρουσιαστεί στο Διευθυντή του Τμήματος Μετανάστευσης. Στις 3.3.2017 απελάθηκε στη χώρα του.

 

Σε άγνωστη ημερομηνία κατά το μήνα Μάρτιο του 2017 ο αιτητής εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του μη εγκεκριμένου αερολιμένα Τύμπου. Στις 7.2.2018 τα στοιχεία του αιτητή καταχωρήθηκαν στο stop-list ως απαγορευμένος μετανάστης. Στις 11.2.2018 ο αιτητής εντοπίστηκε από μέλη της ΥΑΜ Λεμεσού σε εστιατόριο στη Λεμεσό, όπου και συνελήφθη. Στις 2.3.2018, ενώ ο αιτητής ήταν υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές, υπέβαλε αίτημα στην Υπηρεσία Ασύλου για επανάνοιγμα του φακέλου του για διεθνή προστασία, αίτημα το οποίο κρίθηκε ως απαράδεκτο στις 12.3.2018. Στις 17.4.2018 καταδικάστηκε σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 18 μηνών, για τη διάπραξη του αδικήματος της διεξαγωγής επαγγέλματος χωρίς τη δέουσα άδεια, ως απαγορευμένος μετανάστης, για παράνομη είσοδό του στη Δημοκρατία και για την παραμονή του μετά τη λήξη της άδειας παραμονής. Στις 27.4.2018 ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή υπ΄ αριθμό 589/2018 κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Στις 16.4.2019 εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα κράτησης δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν.6(Ι)/2000) και διάταγμα απέλασης, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου (Κεφ. 105), ενώ το διάταγμα απέλασης ανεστάλη την ίδια ημέρα λόγω της προσφυγής του στο Διοικητικό Δικαστήριο. Στις 3.5.2019 ο αιτητής αποφυλακίστηκε και μεταφέρθηκε στο ΧΩΚΑΜ όπου κρατείται μέχρι σήμερα.

 

Ο αιτητής προβάλλει πως, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(1)(β), η κράτηση πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια μόνο καθ΄ όσο χρόνο εξελίσσεται η διαδικασία απομάκρυνσής του, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(4), ο Υπουργός Εσωτερικών επανεξετάζει το διάταγμα κράτησης αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο, κάτι που δεν έπραξε στην παρούσα περίπτωση.

 

Περαιτέρω, ο αιτητής επικαλείται τα άρθρα 9ΣΤ(4)(α) και (β) τα οποία προνοούν ότι η κράτηση που διατάχθηκε με βάση το άρθρο 9ΣΤ(2)(δ) του περί Προσφύγων Νόμου πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και πως οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με τον τρόπο κράτησης εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις.

 

Στη βάση των δύο νομοθεσιών, ήτοι του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης και του περί Προσφύγων Νόμου, ο ίδιος παραμένει υπό κράτηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα χωρίς μάλιστα να του δίδονται εξηγήσεις για το λόγο καθυστέρησης στην εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, παρά τις επανειλημμένες επιστολές που απέστειλε μέσω του δικηγόρου του.

 

Η Δημοκρατία καταχώρησε ένσταση με την οποία προβάλλει ότι ο αιτητής ουσιαστικά προσβάλλει τη νομιμότητα της κράτησης του, κάτι το οποίο μόνο με προσφυγή μπορεί να προσβληθεί, ενώ η κράτηση του τεκμαίρεται ότι είναι νόμιμη, βάσει του τεκμηρίου της νομιμότητας. Δεν έχουν ενεργοποιηθεί οι πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(7)(α)(i)(ii) του περί Προσφύγων Νόμου και ο αιτητής καταχρηστικά προωθεί την παρούσα αίτηση. Ο λόγος κράτησης του αιτητή προβλέπεται από το άρθρο 9ΣΤ(2)(δ) και εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την έκδοση απόφασης στην προσφυγή του. Ο αιτητής δεν έχει καταδείξει ότι η κράτηση του έχει καταστεί παράνομη ως εκ της διάρκειας της και πως δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις και προφορικές διευκρινίσεις, τις οποίες εξέτασα και θα αναφερθώ εκεί και όπου χρειάζεται στην πορεία της απόφασής μου.

 

Το διάταγμα κράτησης εκδόθηκε στις 16.4.2019 με βάση το άρθρο 9ΣΤ(2)(δ)[1]. Ο αιτητής δεν αμφισβήτησε τη νομιμότητα του διατάγματος με προσφυγή, ως είχε δικαίωμα, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας των 75 ημερών, η οποία έχει παρέλθει. Συνεπώς, η κράτηση τεκμαίρεται ότι είναι νόμιμη. Όμως, μία νόμιμη κράτηση είναι δυνατό να καταστεί εκ των υστέρων παράνομη όταν διαπιστώνεται υπέρβαση του εύλογου χρόνου για το σκοπό της κράτησης (Essa Murad Khlaief v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 1 ΑΑΔ 1402, Habibi Pour Ali Fasel v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση 236/2015, ημερομηνίας 31.3.2016, και J.N. v. The United Kingdom, ECHR Application no. 37289, 19.5.2016).

 

Το άρθρο 9ΣΤ(7) του περί Προσφύγων Νόμου παρέχει τη δυνατότητα στον αιτητή να ελέγξει τη διάρκεια της κράτησης με αίτηση Habeas Corpus.

 

Η σημασία του εντάλματος Habeas Corpus αναλύθηκε στην υπόθεση Habibi Pour Ali Fasel, πιο πάνω, ως ακολούθως:

 

«Όπως είναι καλά γνωστό το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην Δημητράκης Χ'Σάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη. Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Βλέπε Καρφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55).»

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου για έλεγχο της διάρκειας της κράτησης βασίζεται στο Άρθρο 11.2 του Συντάγματος και το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ. Η κρίση επί του κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο είναι «κρίση πραγματική και πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα.» (Habibi Pour Ali Fasel, πιο πάνω, και In re Oktru (2004) 1 ΑΑΔ 608). Ο δε έλεγχος της διάρκειας της κράτησης δεν μπορεί να είναι απομονωμένος από τη διαδικασία που ο ίδιος ο αιτητής ακολουθεί αναφορικά με την αναθεώρηση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία θεώρησε ως απαράδεκτο το αίτημά του για επανάνοιγμα του φακέλου για διεθνή προστασία (Αναφορικά με την Αίτηση του Mohammad Y.A.L., Πολιτική Αίτηση Αρ. 202/2019, 20.2.2020).

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αγόρευσή του προβαίνει σε εκτενείς αναφορές, τόσο σε πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, καθώς και σε πρόνοιες του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(1)/1999). Θεωρώ ότι στην παρούσα περίπτωση δεν μπορεί να γίνει επίκληση των πιο πάνω νομοθεσιών. Το διάταγμα κράτησης εκδόθηκε δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου. Τα αρχικά διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή, που εκδόθηκαν με βάση τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, έχουν, το μεν διάταγμα κράτησης ακυρωθεί, το δε διάταγμα απέλασης ανασταλεί, λόγω της αμφισβήτησης της απόρριψης του αιτήματος για άσυλο ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου. Συνεπώς, η αίτηση θα πρέπει να εξεταστεί στα πλαίσια του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το άρθρο 9ΣΤ(4) του περί Προσφύγων Νόμου προνοεί ως ακολούθως:

 

«(4)(α) Η κράτηση αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2).

(β) Οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με λόγο κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στο αιτητή δεν δικαιολογούν την συνέχιση της κράτησης.»

 

Όπως προανέφερα στο ιστορικό της υπόθεσης ο αιτητής, ενώ ήταν υπόδικος στις Κεντρικές Φυλακές, υπέβαλε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του για διεθνή προστασία, αίτημα το οποίο κρίθηκε ως απαράδεκτο. Ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή κατά της απόφασης αυτής της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία εκκρεμεί. Εκκρεμούσης αυτής της διαδικασίας, δεν μπορεί να προωθηθεί το διάταγμα απέλασης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής είχε υποβάλει αίτηση για άσυλο και στο παρελθόν, την οποία απέσυρε.

            

Από το ιστορικό της υπόθεσης προκύπτει ότι ο αιτητής παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Δημοκρατία παράνομα. Το δε διάταγμα κράτησής του στηρίζεται σε εύλογη υπόνοια ότι έχει υποβάλει αίτηση για άσυλο, προκειμένου να καθυστερεί ή να εμποδίζει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής, τη νομιμότητα της οποίας δεν έχει αμφισβητήσει. Με δεδομένο ότι δεν έχει ακόμα εκδοθεί απόφαση στην προσφυγή την οποία καταχώρησε ο αιτητής, δεν κρίνω ότι η κράτησή του δεν υφίσταται για τον επιδιωκόμενο σκοπό. Ούτε θεωρώ ότι η κράτησή του μπορεί να θεωρηθεί ως παρατεταμένη υπό τις περιστάσεις. Σημειώνεται ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι θα έπρεπε να υπάρχει επανεξέταση της κράτησής του κατά τακτά χρονικά διαστήματα με βάση τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, δεν ευσταθεί, εφόσον ο Νόμος αυτός δεν τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.

 

Με την έκδοση απόφασης στην προσφυγή που καταχώρησε ο αιτητής, θα αποφασιστεί κατά πόσο δικαιούται να τύχει προστασίας με βάση τον περί Προσφύγων Νόμο και σε τέτοια περίπτωση θα τερματιστεί η κράτηση. Εάν όμως η προσφυγή του απορριφθεί, τότε θα ενεργοποιηθεί το διάταγμα απέλασης και αυτός θα πρέπει να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, δεν κρίνω ότι η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι υπό τις περιστάσεις παρατεταμένη, ούτε ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 9ΣΤ(4) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                                    Κ. Σταματίου,

                                                                             Δ.

 

 

/ΧΤΘ

 



[1] «9ΣΤ(2) Εκτός εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι εφικτό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα, όπως τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3), και εφόσον κρίνεται αναγκαίο και κατόπιν ατομικής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης, ο Υπουργός δύναται να εκδίδει γραπτό διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση αιτητή, μόνο για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

(α)  .......

(β)  .......

(γ)  .......

(δ) όταν κρατείται στο πλαίσιο της διαδικασίας επιστροφής δυνάμει των άρθρων 18ΟΓ μέχρι 18ΠΘ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, προκειμένου να προετοιμάζεται η επιστροφή ή/και να διεξάγεται η διαδικασία απομάκρυνσης, και ο Υπουργός τεκμηριώνει βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το πρόσωπο είχε ήδη την ευκαιρία πρόσβασης στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι το πρόσωπο υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας, προκειμένου να καθυστερεί απλώς ή να εμποδίζει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής·»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο