ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2020:4
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9/2017)
23 Ιανουαρίου, 2020
[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
X. Ν.
Εφεσείουσα
ΚΑΙ
1. Γ. Α. Π.
2. Α. Α. Φ.
3. Μ. Κ.
4. Α. Μ.
5. Λ. Γ. Κ.
6. Π. Κ.
7. Μ. Γ.
8. Α. Χ
9. Μ. Β.
10. Μ. Α.
11. Ν. Χ
12. Ε. Β.
13. Π. Χ
14. Α. Τ.
15. Ν. Κ. Χ.
Εφεσίβλητοι
---------
Κ. Ευσταθίου, για εφεσείουσα
Αχ. Αιμιλιανίδης, για εφεσίβλητους
---------
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.
--------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο Ανδρέας Κοτζιάπασιης (Α.Κ.) από το Παραλίμνι απεβίωσε το 1978. Η εφεσείουσα επιδιώκει να αναγνωριστεί δικαστικά ως τέκνο του.
Στην προσπάθεια της αυτή καταχώρισε αρχικά την Γενική Αίτηση Αρ. 22/13 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου με αίτημα την εκταφή οστού του εν λόγω αποβιώσαντος, με βάση το άρθρο 25 του περί Κοιμητηρίων (Ταφή και Εκταφή) Νόμου, Ν. 257/2004, με σκοπό να αποσταλεί για διεξαγωγή εξετάσεων DNA ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο ο αποβιώσας ήταν ο πατέρας της. Το δικαστήριο αφού άκουσε και την άλλη πλευρά, το Δήμο Παραλιμνίου, αλλά και κληρονόμους του εν λόγω αποβιώσαντος ως παρεμβαίνοντες, απέρριψε στις 4.3.2014 την Αίτηση θεωρώντας ότι από τη μαρτυρία προέκυψε πως περιβαλλόταν από γενικότητα και αοριστία και ότι δεν μπορούσε να διαταχθεί η εκταφή ενός προσώπου που κανένας δεν γνωρίζει πού είναι θαμμένος ή αν έχει τάφο. Η απόφαση αυτή εφεσιβλήθηκε. Η σχετική έφεση εκκρεμεί (Πολιτική Έφεση Αρ. 73/14).
Είχε προηγηθεί στις 26.10.2011 η Αίτηση Αρ. 4/11 Οικογενειακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου με αίτημα την αναγνώριση του εν λόγω αποβιώσαντα ως του βιολογικού πατέρα της εφεσείουσας και την εκταφή και λήψη οστού για τον ίδιο ως άνω σκοπό. Στα πλαίσια της κύριας αυτής αίτησης είχε επιδιωχθεί και με ενδιάμεση αίτηση η εξασφάλιση διατάγματος εκταφής. Το δικαστήριο απέρριψε την ενδιάμεση αίτηση βρίσκοντας, μεταξύ άλλων, ότι αυτή η αίτηση συνιστούσε, ενόψει της Γεν. Αιτ. Αρ. 22/13, Ε.Δ. Αμμοχώστου, κατάχρηση της διαδικασίας. Η ενδιάμεση απόφαση ημερ. 31.3.2016 εφεσιβλήθη (Πολ. Έφεση 21/2016). Η έφεση απεσύρθη στις 7.11.2019 ώστε το θέμα να συνεξεταστεί στην παρούσα έφεση που καταχωρίστηκε σε σχέση με την τελική απόφαση.
Η τελική απόφαση επί της κυρίως αίτησης δόθηκε στις 31.3.2017. Η αίτηση απερρίφθη για λόγους αοριστίας στην μαρτυρία που προσέφερε η εφεσείουσα γενικά και ειδικότερα σε σχέση με το σημείο του κοιμητηρίου όπου είναι θαμμένος ο αποβιώσαντας.
Με την παρούσα έφεση προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επέτρεψε τη διεξαγωγή αιματολογικών εξετάσεων και/ή άλλων εξετάσεων και εσφαλμένα απέρριψε την αίτηση για εκταφή και ότι εσφαλμένα κατέληξε σε διαπίστωση ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει ότι ο αποβιώσαντας ήταν ο βιολογικός της πατέρας.
Το θέμα της κατάχρησης τέθηκε ξανά ενώπιον μας από πλευράς των εφεσιβλήτων. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας απάντησε ότι δεν διαπιστώνεται κατάχρηση, εφόσον η Αίτηση 4/11, Οικ. Δικ. δεν αφορούσε στην εκταφή όπως η Γεν. Αιτ. Αρ. 22/13, Ε.Δ., αλλά αφορούσε την εκταφή για να δοθούν οδηγίες με βάση το άρθρο 24Α του περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμου του 1991, Ν. 187/1991.
Για την εκταφή πτώματος ή λειψάνου απαιτείται διάταγμα υπό του αρμοδίου δικαστηρίου κατά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 25 του Ν. 257/2004. Στο Νόμο δεν προσδιορίζεται το «αρμόδιο δικαστήριο». Το Οικογενειακό Δικαστήριο βεβαίως είναι δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας.
Η εφεσείουσα προσέφυγε μεν στο Επαρχιακό Δικαστήριο ζητώντας διάταγμα εκταφής, όπως υπέδειξε ο ευπαίδευτος δικηγόρος της, είχε όμως προηγουμένως αποταθεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο ζητώντας, όχι μόνο δικαστική αναγνώριση ως τέκνο του αποβιώσαντος, αλλά και διάταγμα εκταφής. Όπως την εκταφή είχε ζητήσει από το Οικογενειακό Δικαστήριο και με την ενδιάμεση, ως άνω, αίτηση. Σε κανένα στάδιο, εξ αρχής μέχρι τέλους, δεν προέβη στην απαιτούμενη επιλογή. Ως αποτέλεσμα, αυτή τη στιγμή εκκρεμούν δύο εφέσεις, η παρούσα και η Πολιτική Έφεση 73/14, με αντικείμενο την έκδοση ή μη διατάγματος εκταφής από δύο διαφορετικά δικαστήρια. Είναι εκ της επιδίωξης του ίδιου αυτού σκοπού που προκύπτει ζήτημα κατάχρησης. Οι αρχές έχουν αποκρυσταλλωθεί. Η επιδίωξη ομοίων σκοπών με την υιοθέτηση παράλληλων ένδικων μέσων και γενικά η πολλαπλότητα των διαδικασιών για την επίτευξη του ίδιου στόχου συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και ενεργοποιεί το καθήκον του δικαστηρίου για περιστολή της. Η δικονομική αυτή στάση της εφεσείουσας θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει αφ΄ εαυτής σε απόρριψη της έφεσης στο σύνολο της, εάν θα κρινόταν ότι είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το όλο εγχείρημα της περί αναγνώρισης. Όμως δεν θεωρούμε ότι θα ήταν δίκαιο υπό τις περιστάσεις να παραβλέψουμε την εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της ότι εν πάση περιπτώσει, η αξίωση της για δικαστική αναγνώριση δεν επηρεάζεται από τα παραπάνω και ότι, έστω και χωρίς γενετικές εξετάσεις, υπάρχει επαρκής μαρτυρία ώστε να μπορούσε η αξίωση αυτή να επιτύχει.
Υπό το πρίσμα αυτό σημειώνουμε ότι επί του ζητήματος της εκταφής για γενετικές εξετάσεις το Οικογενειακό Δικαστήριο στην εν λόγω ενδιάμεση απόφαση του, αφού πρώτα έκρινε ότι δεν είχε δικαιοδοσία να διατάξει την εκταφή, παρέπεμψε, εν πάση περιπτώσει, στη διαπίστωση του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην απορριπτική απόφαση ημερ. 4.3.2014 ότι «κανένας δεν φαίνεται να γνωρίζει πού ευρίσκεται θαμμένος ο αποβιώσαντας Α.Κ. ούτε ακόμα και η αιτήτρια . με δεδομένο ότι έχουν παρέλθει από το θάνατο του 36 χρόνια σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν διενεργηθεί εκταφές στο παλαιό κοιμητήριο, στο οποίο γινόντουσαν οι ταφές πριν το 2002 και κανένας δεν γνωρίζει πραγματικά πού είναι θαμμένος ο αποβιώσαντας Α.Κ., θα ήταν παρακινδυνευμένη η έκδοση διατάγματος εκταφής». Οι περιστάσεις δε, ήταν τέτοιες ώστε οι μαρτυρίες περί ύπαρξης ταφόπλακας να μην καταδεικνύουν και την ύπαρξη των οστών του αναγραφομένου στην ταφόπλακα στο συγκεκριμένο σημείο. Δεν ήταν η περίπτωση που τα γενεαλογικά δεδομένα θα μπορούσαν να επιμαρτυρηθούν από μια επιγραφή σε ταφόπλακα (Goodright v. Moss, K.B. 1777, Cowper, 591).
Σε ότι αφορά την εισήγηση περί επαρκούς κατά τα άλλα μαρτυρίας σημειώνουμε τα ακόλουθα. Η αφετηρία της επίδικης ιστορίας ήταν οι δηλώσεις του Κ.Π., συζύγου της μητέρας της εφεσείουσας, λίγες ημέρες πριν αυτός αποβιώσει, προς την εφεσείουσα ότι ο φυσικός της πατέρας ήταν ο Α.Κ. Της είχε πει ότι έτσι του είπαν κάποιοι φίλοι του, όχι όμως η σύζυγος του. Μετά τη δήλωση αυτή η εφεσείουσα αναζήτησε πληροφορίες από γέροντες, τους οποίους δεν κατονόμασε, οι οποίοι της ανέφεραν ότι υπήρχαν φήμες στο χωριό ότι ο πατέρας της ήταν ο Α.Κ. Η εγγονή της εφεσείουσας ανέφερε ότι μερικούς μήνες πριν το θάνατο του Κ.Π. επικοινώνησε μαζί της ένας θείος του συζύγου της και της είπε ότι η γιαγιά της δεν ήταν κόρη του Κ.Π. αλλά του Α.Κ., όπως του είχε πει ο Κ.Π. Ο ηλικιωμένος Χ.Γ. (Μ.Αιτ.2) που γνωρίζει την εφεσείουσα από την περίοδο που ήταν μικροί ανέφερε πως άκουγε από τους μεγαλύτερους του πως αυτή ήταν εκτός γάμου κόρη της Π. που στο παρελθόν δούλευε στο περιβόλι του Α.Κ. στο Βαρώσι. Ο ίδιος μάρτυρας δέχθηκε βέβαια ότι στα παλιά χρόνια όταν γεννιόταν ένα παιδί εκτός γάμου πάντοτε δημιουργούνταν φήμες, οπότε το να υπάρχουν φήμες εν προκειμένω δεν ήταν κάτι περίεργο. Άλλος μάρτυρας για την εφεσείουσα ανέφερε ότι ο Κ.Π. δεν ήταν πατέρας της και ότι διάφοροι γνωστοί, τους οποίους δεν κατονόμασε έλεγαν ότι μοιάζει του Α.Κ. αναφερόμενος σε «φήμες και κουτσομπολιά». Υπό το φως τέτοιας μαρτυρίας το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε μεν ότι κυκλοφορούσαν φήμες πως ο Α.Κ. είναι ο πατέρας της εφεσείουσας, εξίσου όμως ήταν βέβαιο ότι δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική μαρτυρία που να καταδεικνύει τούτο. Έκρινε ότι η μαρτυρία ήταν γενική και αόριστη και στηριζόταν απλώς σε φήμες. Βρισκόμαστε σε συμφωνία με το πρωτόδικο δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα πλέον ΦΠΑ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/φκ