ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Ε. Πουργουρίδης, για τον Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-01-14 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ , Πολιτική Αίτηση Αρ. 227/2019, 14/1/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D16

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 227/2019)

 

14 Ιανουαρίου, 2020

                                                        

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΣΟΛΩΜΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΙΣ 16/11/2019 ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 18 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155

_ _ _ _ _ _

 

Ε. Πουργουρίδης, για τον Αιτητή.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο αιτητής επιδιώκει την παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης για Certiorari με στόχο την ακύρωση του εντάλματος σύλληψης που εξεδόθη εναντίον του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.

 

Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα είναι ότι (α) το εν λόγω ένταλμα εξεδόθη στη βάση ψευδορκίας και/ή απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων από τον Αστ. 3xx8 Ν. Χριστοφή και (β) ότι το Δικαστήριο ενήργησε καθ΄υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, ήτοι ενήργησε μηχανικά και δεν ικανοποιήθηκε ως όφειλε είτε ως προς το εύλογο των υποψιών για συμμετοχή του Αιτητή στα αδικήματα για τα οποία ζητήθηκε το ένταλμα, είτε ως προς την αναγκαιότητα της έκδοσής του.

 

Ο αιτητής στην ένορκή του δήλωση αναφέρει ότι συνελήφθη από τον Αστ. 7xx Ι. Ματζιαρή του ΟΠΕ για αυτόφορο αδίκημα κατοχής και κατοχής με σκοπό τη προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, ήτοι κάνναβης. Επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση η κατάθεση του εν λόγω αστυφύλακα όπου περιγράφονται τόσο οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η ανακοπή του οχήματος στο οποίο επέβαινε ο αιτητής ως συνοδηγός όσο και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η σύλληψη του.

 

Στην κατάθεση του Αστ. 7xx αναφέρεται, περιληπτικά,  ότι στις 16.11.2019 και περί ώρα 00.02, ενώ ο εν λόγω αστυφύλακας βρισκόταν περιπολία με δύο άλλους αστυφύλακες, αντιλήφθηκε ένα όχημα για το οποίο υπήρχει πληροφορία ότι ο ιδιοκτήτης του το χρησιμοποιεί για αγοραπωλησία ναρκωτικών, να ευρίσκεται σταθμευμένο στην οδό Αντισθένους στη Λεμεσό με την μηχανή του σε λειτουργία. Αφού το πλησίασαν και αντελήφθηκαν ότι σε αυτό επέβαιναν δύο άτομα, άναψαν τον υπηρεσιακό φάρο  και ο Αστ. 6x7 τους υπέδειξε την αστυνομική του ταυτότητα και τους ανέφερε ότι ήταν από την αστυνομία και ήθελαν να τους ελέγξουν. Αμέσως ο οδηγός εκκίνησε το αυτόκινητο και, αφού ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα, εισήλθε σε διάφορους παρόδους. Στην πορεία κτύπησε σε σταθμευμένο όχημα με αποτέλεσμα αυτό να μετακινηθεί και να κτυπήσει σε άλλο αυτοκίνητο το οποίο βρισκόταν επίσης σταθμευμένο σε δρόμο, ο οδηγός συνέχισε την πορεία του, εισήλθε σε χώρο στάθμευσης πολυκατοικίας όπου κτύπησε σε σταθμευμένο όχημα, με αποτέλεσμα να ανακοπεί. Τότε ο οδηγός κατέβηκε από το αυτοκίνητο και άρχισε να τρέχει πεζός. Απεκόπη από τον Αστ. 7xx ο οποίος τον πληροφόρησε για τα αδικήματα που διέπραξε, ήτοι της αλόγιστης και επικίνδυνης οδήγησης και αμελούς οδήγησης και, στη συνέχεια, αφού του επιστήθη η προσοχή του στο Νόμο, συνελήφθη. Στη συνέχεια, μετέφερε το εν λόγω πρόσωπο στο αυτοκίνητό του, στο σημείο όπου οι Αστ. 6x7 και 1xx4 περιόρισαν το συνοδηγό του εν λόγω αυτοκινήτου. Ο Αστ. 7xx τους πληροφόρησε για την πρόθεσή του να ερευνήσει το αυτοκίνητό του αφού από αυτό αναδυόταν έντονη μυρωδιά κάνναβης. Ο οδηγός του είπε «Έχω μέσα θκιο γραμμάρια που εν τα τσιγάρα μου», ενώ ο συνοδηγός δεν απάντησε. Σε έρευνα που ακολούθησε εντοπίστηκε σε περίοπτη θέα και συγκεκριμένα πάνω στο πάτωμα της θέσης του οδηγού ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης και μία ζυγαριά ακριβείας με ίχνη κάνναβης. Ο αστυφύλακας τα παρέλαβε και, αφού τους τα υπέδειξε τους πληροφόρησε ότι η πράσινη, ξηρή φυτική ύλη είναι κάνναβη η κατοχή της οποίας απαγορεύεται από το Νόμο και αφού τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο, ο οδηγός του απάντησε «εν δικό μου» ενώ ο συνοδηγός «εν νεν δικό μου». Αμέσως μετά συνέλαβε τον οδηγό για αυτόφωρο αδίκημα, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμου και αυτός του απάντησε «Εντάξει». Στη συνέχεια συνέλαβε τον αιτητή/συνοδηγό για αυτόφωρο αδίκημα, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο και αυτός του απάντησε «Καλά». Ακολούθησε έρευνα στο πάτωμα, πίσω από τη θέση του συνοδηγού όπου εντοπίστηκε μία συσκευασία από νάιλον διαφανές σακούλι, το οποίο περιείχε πράσινη, ξηρή φυτική ύλη κάνναβης. Ο αστυφύλακας το παρέλαβε ως τεκμήριο, τους το υπέδειξε και αφού τους επέστησε την προσοχή τους στο Νόμο ο οδηγός του απάντησε «τζιαι τούτο εν δικό μου», ενώ ο αιτητής απάντησε «είμαι συνοδηγός, ενη ξέρω τίποτε». Στη συνέχεια, τα δύο πρόσωπα μαζί με τα τεκμήρια μεταφέρθηκαν στα γραφεία της ΥΚΑΝ για συνέχιση των εξετάσεων, όπου τους πληροφόρησαν γραπτώς για δικαιώματα επικοινωνίας τους.

 

Αμέσως μετά τόσο ο αιτητής όσο και ο οδηγός του αυτοκινήτου οδηγήθηκαν στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λεμεσού όπου αργότερα την ίδια ημέρα ο αιτητής επανασυνελήφθηκε δυνάμει του επίδικου εντάλματος. Στην ένορκη δήλωση επισυνάπτεται τόσο το ένταλμα όσο και ο όρκος του Αστ. 3xx8 επί του οποίου αυτό βασίστηκε.

 

Στο όρκο του Αστ. 3xx8 αναφέρονται οι εύλογες υποψίες ότι ο Μαστραντωνάκης (ο οδηγός του αυτοκινήτου) και ο αιτητής ενέχονται σε υπόθεση που αφορά τα ακόλουθα αδικήματα:

 

 «1.  Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος.

2.  Παράνομη Κατοχή Ελεγχόμενου Φαρμάκου Τάξεως Β΄, δηλαδή κάνναβης συνολικού μεικτού βάρους 94 γραμματίων περίπου,

3.  Παράνομη Κατοχή Ελεγχόμενου Φαρμάκου Τάξεως Β΄ με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο, δηλαδή κάνναβης συνολικού μεικτού βάρος 94 γραμμαρίων περίπου,

4.  Παράνομη Χρήση Ελεγχόμενου Φαρμάκου Τάξεως Β΄, δηλαδή κάνναβης,

5.  Αλόγιστη και επικίνδυνη οδήγηση και

6.  Αμελή οδήγηση.»

 

Στη συνέχεια γίνεται αναφορά περιληπτικά στα γεγονότα της υπόθεσης. Παραθέτω αυτούσιες δύο παραγράφους από τον όρκο όπου εδράζονται τα παράπονα του αιτητή:

 

«Στη συνέχεια τα μέλη του ΟΠΕ, προχώρησαν σε έρευνα στο εν λόγω αυτοκίνητο, στην παρουσία των δύο υπόπτων, εντός του οποίου ανευρέθηκε στο πάτωμα μπροστά από την θέση του συνοδηγού ποσότητα κάνναβης 7 γραμμαρίων περίπου και μία ζυγαριά ακριβείας πάνω στην οποία υπήρχαν ίχνη κάνναβης και οι ύποπτοι συνελήφθηκαν για αυτόφωρο αδίκημα. Επίσης πίσω από την θέση του συνοδηγού εντοπίσθηκε μία νάιλον διαφανής συσκευασία, η οποία περιείχε ποσότητα κάνναβης βάρους 87 γραμμαρίων περίπου.

 

Μετά το τέλος της έρευνας οι ύποπτοι οδηγήθηκαν στα γραφεία της ΥΚΑΝ Λεμεσού, για περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης. Ανακρινόμενος προφορικά ο 1ος ύποπτος παραδέχθηκε την κατοχή όλων των ανευρεθέντων ναρκωτικών και ανέφερε ότι τα κατείχε για δική του χρήση, ενώ ο 2ος ύποπτος αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη στην υπόθεση.»

 

Αποτελεί θέση του αιτητή ότι ο εν λόγω αστυφύλακας προέβη σε ψευδορκία προκειμένου να παραπλανήσει και να πείσει το Επαρχιακό Δικαστήριο να εκδώσει το ένταλμα και απέκρυψε ουσιώδη στοιχεία τα οποία δυνατόν να οδηγούσαν το Δικαστήριο να μην το εκδώσει. Συγκεκριμένα ο ομνύων ισχυρίστηκε ότι το ελεγχόμενο φάρμακο βρέθηκε στην «θέση του συνοδηγού», ενώ σύμφωνα με την κατάθεση του Αστ. 7xx αυτά είχαν βρεθεί στη θέση του οδηγού του οχήματος. Περαιτέρω, απέκρυψε από το Δικαστήριο το ουσιώδες γεγονός ότι μετά την ανεύρεση των ελεγχόμενων φαρμάκων στο όχημα του Μαστρογιαννάκη, ο τελευταίος παραδέχτηκε τόσο την αποκλειστική κατοχή τους, όσο και την απόλυτη ιδιοκτησία τους, ενώ ο ίδιος δήλωσε πως τα ανευρεθέντα δεν ήταν δικά του. Πέραν των πιο πάνω, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν δημιουργούσαν εύλογες υποψίες εις βάρος του ότι ενεχόταν είτε ως αυτουργός, είτε ως συναυτουργός στα αδικήματα που αφορούσαν την οδήγηση του οχήματος από τον Μαστρογιαννάκη, είτε το αδίκημα της χρήσης ελεγχόμενων φαρμάκων ή ότι αυτός είχε συνομωτήσει με οποιονδήποτε για τη διάπραξη του ακαθόριστου στο ένταλμα κακουργήματος. Το μόνο που τέθηκε ήταν ότι ο αιτητής ήταν συνοδηγός στο όχημα του Μαστρογιαννάκη και ότι αρνιόταν οποιαδήποτε ανάμιξη στην υπόθεση. Σημειώνεται πως το όνομα του οδηγού του αυτοκινήτου στην ένορκη δήλωση του αιτητή αναφέρεται ως Μαστρογιαννάκης, ενώ στην κατάθεση του Αστ. 7xx, όσο και στον όρκο του Αστ. 3xx8 αναφέρεται ως Μαστραντωνάκης.

 

Περαιτέρω, ο αιτητής προβάλλει ότι δεν υπήρχε αναγκαιότητα για την έκδοση του εντάλματος ούτε για τα αδικήματα της κατοχής και κατοχής με σκοπό τη προμήθεια  εφόσον αυτός βρισκόταν ήδη υπό σύλληψη.

  

Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά για τις αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση certiorari. Απόφαση η οποία εδράζεται σε ψευδορκία ή λαμβάνεται καθ΄υπέρβαση εξουσίας που επικαλείται ο αιτητής συγκαταλέγονται στους λόγους που δικαιολογούν την παραχώρηση τέτοιας άδειας.

 

Είναι γεγονός ότι παρατηρείται μία διαφορά στην κατάθεση του Αστ. 7xx και του όρκου του Αστ.3xx8 ως προς το που ανευρέθηκε αρχικά η μικρή ποσότητα ναρκωτικών ουσιών και η ζυγαριά ακριβείας. Παραλείπει, επίσης, ο Αστ. 3xx8 να αναφερθεί ότι μόλις ανευρέθηκε αυτή η αρχική ποσότητα ναρκωτικών ουσιών Μαστραντωνάκης ανέφερε ότι είναι δικό του, όπως έπραξε και όταν βρέθηκε η υπόλοιπη ποσότητα πίσω από τη θέση του συνοδηγού, ενώ αναφέρει ότι κατά την προφορική τους ανάκριση στα γραφεία της ΥΚΑΝ ο Μαστραντωνάκης παραδέχθηκε την κατοχή όλων των ανευρεθέντων ναρκωτικών και ότι τα κατείχε για δική του χρήση ενώ ο αιτητής αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη στην υπόθεση.

 

Το αδίκημα της ψευδορκίας προνοείται στο άρθρο 110(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154[1]. Απαιτείται να υπάρχει σαφής ψευδής κατάθεση και να αφορά σε ουσιώδες στοιχείο. Στην παρούσα υπόθεση, η διαφορά που εντοπίζεται στον όρκο του Αστ. 3xx8 από την κατάθεση του Αστ. 7xx είναι ως προς το σημείο όπου ανευρέθη αρχικά η μικρή ποσότητα ναρκωτικής ουσίας κάνναβης και η ζυγαριά ακριβείας. Έχοντας υπόψη ότι ο αιτητής βρισκόταν στο αυτοκίνητο ως συνοδηγός και ότι εντός του αυτοκινήτου ανευρέθηκε, εκτός από τη μικρή ποσότητα κάνναβης και μεγαλύτερη ποσότητα πίσω από το κάθισμα του συνοδηγού, δε θεωρώ ότι η πιο πάνω ανακριβής αναφορά, καταδεικνύει ότι ο αστυφύλακας που προέβηκε στον όρκο προέβη σε ψευδή κατάθεση ουσιώδους γεγονότος εν τη εννοία του άρθρου 110. Ούτε θεωρώ ότι η παράλειψη του Αστ. 3xx8 να αναφέρει ότι από το στάδιο της έρευνας ο Μαστραντωνάκης παραδέχθηκε ότι τα ανευρεθέντα ναρκωτικά ήταν δικά του, οδηγεί σε ουσιώδη παράλειψη αναφοράς γεγονότων, που θα μπορούσε να δημιουργήσει συζητήσιμη υπόθεση προς ακύρωση του εντάλματος. Διευκρινίζεται ότι αναφέρεται ρητά στον όρκο τόσο η θέση του οδηγού, όσο και του αιτητή, ως προς την ανευρεθείσα ποσότητα ναρκωτικών ουσιών. Εν πάση περιπτώσει, η ομολογία του οδηγού δεν ανατρέπει τα αντικειμενικά δεδομένα που καθιστούσαν και τον συνοδηγό ύποπτο για τα αδικήματα.

 

Η εξουσία έκδοσης εντάλματος σύλληψης πηγάζει από το Άρθρο 12.2(γ) του Συντάγματος και από το άρθρο 18 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155[2]. Το Ανώτατο Δικαστήριο, ελέγχοντας τη νομιμότητα έκδοσης του εντάλματος σύλληψης, εξετάζει το βάσιμο των εύλογων υπονοιών και την αναγκαιότητα έκδοσής του. Η παρουσία του αιτητή στο αυτοκίνητο όπου διαπράχθηκαν τα υπό εξέταση αδικήματα, δικαιολογούσε, κάτω από τις συνθήκες τις υπόθεσης, εξ αντικειμένου, εύλογη υπόνοια για τη διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονταν στο ένταλμα, ικανοποιώντας τις προϋποθέσεις του Νόμου.

Ως προς την αναγκαιότητα έκδοσής του, ο αιτητής συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της κατοχής της μικρής ποσότητας κάνναβης που ανευρέθηκε αρχικά στο πάτωμα του αυτοκινήτου. Αυτό δεν καθιστούσε μη αναγκαία την έκδοση εντάλματος σύλληψης για όλα τα αδικήματα που στη συνέχεια διερευνούσε η Αστυνομία.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, δεν κρίνω ότι ο αιτητής κατέδειξε την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης ώστε να δοθεί η αιτούμενη άδεια.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                    Κ. Σταματίου,

                                                                                                   Δ.

 

 

/ΧΤΘ                                                     



[1] «110.-(1) Όποιος γνωρίζει ότι προβαίνει σε ψευδή κατάθεση σε δικαστική διαδικασία ή για το σκοπό έναρξης δικαστικής διαδικασίας, που αφορά σε ο,τιδήποτε ουσιώδες για ζήτημα, το οποίο είτε εκκρεμεί είτε σκοπεύεται να εγερθεί στην πιο πάνω διαδικασία, είναι ένοχος πλημμελήματος, το οποίο καλείται ψευδορκία.

Είναι αδιάφορο κατά πόσο-

- η κατάθεση δόθηκε με όρκο ή με οποιαδήποτε άλλη νόμιμη διαβεβαίωση, ή

- οι τύποι και η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επαγωγή του όρκου ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο δέσμευση αυτού που καταθέτει να πει την αλήθεια, αν συναίνεσε στη χρήση τους, ή

- η ψευδή κατάθεση δόθηκε προφορικά ή γραπτά, ή

- το Δικαστήριο ήταν συγκροτημένο κανονικά ή συνήλθε στον αρμόζοντα τόπο, αν αυτό ενεργεί πράγματι ως Δικαστήριο στη διαδικασία κατά την οποία δόθηκε τέτοια κατάθεση, ή

- αυτός που καταθέτει ήταν ικανός μάρτυρας ή όχι, ή κατά πόσο η κατάθεση ήταν αποδεκτή σε αυτή τη διαδικασία.»

 

[2] «18.-(1) Όταν δικαστής ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα ή όταν η σύλληψη ή η κράτηση θεωρηθεί ευλόγως αναγκαία για παρεμπόδιση διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά τη διάπραξη αυτού, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα (που θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ένταλμα συλλήψεως) το οποίο να εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του ατόμου εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα.

 

(2) Ένταλμα σύλληψης δύναται να εκδοθεί σε οποιαδήποτε ημέρα περιλαμβανόμενης Κυριακής ή δημόσιας αργίας.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο