ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A527
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 38/2015)
18 Δεκεμβρίου 2019
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]
xxxx ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εφεσείων/ Εναγόμενος
ΚΑΙ
xxxx MC GILL
Εφεσίβλητης/ Ενάγουσας
--------------------------------------------------
M. Κυριακίδης, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Κουκούνης, για την Εφεσίβλητη.
----------------------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Τροχαίο ατύχημα που συνέβη στις 12.8.2010 στην οδό Ευρυβιάδους στη Λάρνακα κατά το οποίο το όχημα του εφεσείοντα υπ. αρ. xxx 109 κινούμενο με οπίσθια ταχύτητα επί της οδού κτύπησε την πεζή εφεσίβλητη, δημιούργησε τη βάση για την έγερση αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας.
Το Δικαστήριο αφού εξέτασε την προσαχθείσα μαρτυρία και εξήγαγε τα αναγκαία ευρήματα, έκρινε τον εφεσείοντα πλήρως υπαίτιο για το ατύχημα και έκδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του για το ποσό των €4,000 ως γενικές αποζημιώσεις πλέον €2,679.75 ως ειδικές αποζημιώσεις, αμφότερα τα ποσά φέροντα νόμιμο τόπο από την 12.8.2010, ημέρα του συμβάντος, μέχρι εξόφλησης, ενώ επιδίκασε και υπέρ της παθούσας τα σχετικά έξοδα.
Η ασκηθείσα έφεση αφορούσε σε όλα τα επίδικα και πρωτοδίκως συζητηθέντα θέματα. Αποσύρθηκαν όμως κατά τη συζήτηση, οι λόγοι που σχετίζονται με το ύψος των αποζημιώσεων και του τόκου, παραμένοντας μόνο το θέμα της ευθύνης, υπο το φως της συναφούς αξιολόγησης της μαρτυρίας, περιορίζοντας έτσι το εύρος της διαφοράς.
Το ατύχημα συνέβη ως εξής, σύμφωνα με τα πρωτόδικα ευρήματα, εν περιλήψει: Η εφεσίβλητη, 85 ετών κατά το ατύχημα, με καταγωγή από το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά διαμένουσα μόνιμα στη Δημοκρατία από το 1970, περπατούσε το απόγευμα της 12.8.2010 επί της οδού Ευρυβιάδους με κατεύθυνση την Ζήνωνος Κιτιέως. Η οδός Ευρυβιάδου, διπλής κατεύθυνσης, οδηγεί σε αδιέξοδο αποκοπτόμενη στο τέρμα της με πασσάλους και αλυσίδες. Δεξιά υπάρχει δημοτικός χώρος στάθμευσης με δεκατρείς θέσεις με κάποιους χώρους και στ' αριστερά. Στην αριστερή πλευρά μόνο, υπάρχει πεζοδρόμιο το οποίο κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν κατειλημμένο από τραπεζάκια και στασίδια με ρούχα και παπούτσια.
Η εφεσίβλητη περπατούσε στη δεξιά πλευρά του δρόμου, εφόσον στην αριστερή η διέλευση δεν ήταν εύκολη, έχοντας δίπλα της διάφορα σταθμευμένα καθέτως οχήματα, το ένα δίπλα από το άλλο. Ενόσω βρισκόταν δίπλα στο τρίτο σταθμευμένο όχημα, ο εφεσείων οδήγησε το όχημα του με όπισθεν ταχύτητα κατευθυνόμενος προς την Ζ. Κιτιέως κτυπώντας την με το πίσω μέρος του οχήματος του προκαλώντας της πολλές σωματικές βλάβες. Η xxxx, M.E.4, έτυχε να περπατούσε στην αριστερή πλευρά της οδού Ευρυβιάδους έχοντας την ίδια πορεία με την εφεσίβλητη. Αντιληφθείσα την κίνηση του οχήματος, φώναξε «stop-stop» και τότε μόνο ο εφεσείων σταμάτησε κατεβαίνοντας από το όχημα του για να δει την εφεσίβλητη παγιδευμένη με το αριστερό της πόδι κάτω από το όχημα. Μετακίνησε το όχημα προς τα εμπρός, προς απεγκλωβισμό του ποδιού. Η εφεσίβλητη είχε αιμορραγία στο δεξί της πόδι, εφόσον το όχημα πέρασε από πάνω του, αφού προηγουμένως την έριξε στο έδαφος.
Ως έχει ήδη αναφερθεί, απεδόθη στον εφεσείοντα πλήρης ευθύνη ως ζήτημα πραγματικό και στη βάση της υφιστάμενης νομολογίας. Γενουσιουργός αιτία του συμβάντος ήταν η χωρίς δέουσα επιμέλεια και προσοχή κίνηση του οχήματος που οδηγούσε ο εφεσείων χωρίς να βεβαιωθεί ότι ήταν ασφαλές να το πράξει. Η εφεσίβλητη, κατά το Δικαστήριο δεν έφερε καμία ευθύνη αφού είχε λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για τη δική της ασφάλεια. Εφόσον η κίνηση της στα αριστερά ήταν αδύνατη λόγω των διάφορων εμποδίων (τραπεζάκια και στασίδια), περπατούσε στην δεξιά πλευρά έχοντας δίπλα της τη λωρίδα κυκλοφορίας των οχημάτων που εισέρχονται στην οδό Ευρυβιάδους, κινούμενα με αντίθετη προς τη δική της κατεύθυνση, ελέγχοντας έτσι την κίνηση τους.
Το κύριο επιχείρημα του εφεσείοντα αφορά στην λανθασμένη από το Δικαστήριο αξιολόγηση της μαρτυρίας της ίδιας της εφεσίβλητης, αλλά και της Μ.Ε.4, η οποία στην κατάθεση της ενόρκως ανέφερε ότι υπήρχε χώρος στην αριστερή πλευρά του δρόμου για να περπατούσε τουλάχιστον ένα άτομο μόνο του, όπως ήταν η εφεσίβλητη, παρά την ύπαρξη εμποδίων επί του πεζοδρομίου στην αριστερή πλευρά της οδού Ευρυβιάδους. Σε αυτή την πτυχή της μαρτυρίας δεν αναφέρθηκε το Δικαστήριο και εάν λαμβανόταν δεόντως υπόψη θα οδηγούσε το Δικαστήριο στην απόδοσή συντρέχουσας αμέλειας και συνεπώς ευθύνης της εφεσίβλητης, αντί να αποδώσει ολοκληρωτική ευθύνη στον εφεσείοντα.
Να υπομνησθεί καταρχάς η βασική νομολογιακή αρχή ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας και η εξαγωγή των αναγκαίων συμπερασμάτων βαρύνει το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά τρόπο που η επέμβαση από το Εφετείο να είναι παραδεκτή μόνο στις περιπτώσεις όπου το Δικαστήριο έσφαλε στην αποτίμηση της μαρτυρίας λόγω αποδοχής αυτής παρά την ύπαρξη αντίθετής μαρτυρίας ή τεκμηρίων που παρουσίαζαν διαφορετική εικόνα, και, γενικά, όταν τα ευρήματα είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή παράλογα ή αυθαίρετα. (Tekinder Pal κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551, 555, Baloise Insurance Co. Ltd ν. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275) και Αντρούλλα Γεωργίου Τζιαρρή ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λάρνακας στην Πολιτική Έφεση Αρ. 95/2013, ημερ. 9/4/2019). Έχοντας υπόψη την μαρτυρία που έχει δοθεί, παρά το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν μνημονεύει ειδικά το σημείο αυτό, η σχετική περικοπή που βρίσκεται στην σελ. 70 των πρακτικών, δεν έχει την διάσταση που επιθυμεί ο εφεσείων να δώσει δεδομένου ότι η θέση της Μ.Ε.4 παρέμεινε μια υποκειμενική αποτίμηση της κατάστασης περί ενδεχόμενης κίνησης επί του πεζοδρομίου. Το ότι κατά την άποψη της μάρτυρος υπήρχε χώρος για να περάσει ένα άτομο ανάμεσα από τα τραπεζάκια δεν σήμαινε ότι και η εφεσίβλητη έπρεπε, άνευ ετέρου, να χρησιμοποιούσε κατά την Μ.Ε.4 το πεζοδρόμιο που ήταν κατειλημμένο από διάφορα αντικείμενα και ήταν κάπως στριμωγμένα.
Η αξιολόγηση από το Δικαστήριο της μαρτυρίας της ίδιας της εφεσίβλητής παράπεμπε στο ότι εφόσον το πεζοδρόμιο στα αριστερά ήταν κατειλημμένο με εμπόδια, αυτή περπατώντας στην δεξιά πλευρά του δρόμου είχε με τον τρόπο αυτό λάβει όλα τα αναγκαίά μέτρα για την δική της ασφάλεια, έχοντας έτσι έλεγχο επί της κινήσεως των οχημάτων που εισέρχονταν στην οδό κινούμενα σε αντίθετη κατεύθυνση με την δική της πορεία. Πρέπει να σημειωθεί επίσης με έμφαση ότι παρά την εκτεταμένη αντεξέταση της εφεσίβλητης, ουδέποτε της υποβλήθηκε ότι υπήρχε χώρος να περπατήσει στο αριστερό πεζοδρόμιο παρά την ύπαρξη των εκεί εμποδίων. Οι υποβολές που έγιναν είχαν ευρύτερη διάσταση: ότι η εφεσίβλητη θα ήταν ασφαλέστερο να χρησιμοποιούσε το πεζοδρόμιο, αντί να περπατά επί του δρόμου, στην αντίθεση πλευρά. Όχι ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει το πεζοδρόμιο χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα. Επομένως, η σχετική επιχειρηματολογία περί της μαρτυρίας της Μ.Ε.4, ακόμα και αν ήταν δυνατόν να της αποδιδόταν κάποια βαρύτητα, παρέμεινε στο κενό εφόσον δεν δόθηκε ποτέ η ευκαιρία στην ίδια την εφεσίβλητη να απαντήσει ερωτούμενη ευθέως.
Άλλωστε η ίδια περιέγραψε την επικρατούσα εκεί κατάσταση με πληρότητα χωρίς αμφιταλαντεύσεις, διαφάνηκε δε ότι ήταν ένας δρόμος που η ίδια χρησιμοποιούσε συχνά, ήταν δε και πολυσύχναστος όπως έγινε στην ουσία παραδεκτό από τον ίδιο τον εφεσείοντα μέσα από τις υποβολές της συνηγόρου του προς την εφεσίβλητη. Εύλογα έγινε πιστευτή η όλη κατάθεση και εκδοχή της και ορθά απορρίφθηκαν ως στερούμενης πειστικότητας, η αντίθετη εκδοχή ότι διασταύρωνε την οδό την ώρα του ατυχήματος ή ότι η ίδια εν γένει δεν είχε λάβει τις δέουσες προφυλάξεις για την δική της ασφάλεια. Χωρίς ιδιαίτερες αντιρρήσεις κρίνεται ως εύλογη και η απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσείοντα, αλλά και του μάρτυρα του, ο οποίος προσπάθησε να δώσει άλλη διάσταση στο συμβάν χωρίς να ήταν εκεί, καθώς κρίθηκε το ζήτημα από το Δικαστήριο. Και εν πάση περιπτώσει απερρίφθη και η εκδοχή του ότι είχε δει την εφεσίβλητη να προσπαθεί να διασταυρώσει το δρόμο. Χωρίς αξιοσημείωτη επίπτωση είναι και η όποια διάσταση μεταξύ της μαρτυρίας της εφεσίβλητης και της ΜΕ4 ως προς το πώς ακριβώς κινήθηκε το όχημα, πώς κτυπήθηκε η εφεσίβλητη, πώς έπεσε και ποιο πόδι παγιδεύτηκε πρώτο. Αποσυρωμένων εξάλλου των λόγων εφέσεως επί των αποζημιώσεων, παρέμεινε ως αναντίλεκτο γεγονός ότι το ατύχημα συνέβη, η εφεσίβλητη υπέστη σωματικές βλάβες και υποβλήθηκε σε έξοδα.
Το άλλο δεδομένο είναι ότι ο εφεσείων δεν είδε καθόλου την εφεσίβλητη. Και δεν την είδε διότι δεν ήλεγξε επαρκώς και/ή καθόλου το δρόμο κινούμενος με όπισθεν. Η κίνηση του εφεσείοντα προς τα πίσω έγινε διότι είχε προχωρήσει μέχρι το τέλος του δρόμου, και λόγω προηγούμενης ύπαρξης άλλων σταθμευμένων οχημάτων δεν μπορούσε να κάνει επαναστροφή και για αυτό έκρινε ότι έπρεπε να κινηθεί με όπισθεν. Το δεδομένο όμως παραμένει ότι δεν είδε είτε την εφεσείουσα, είτε την Μ.Ε.4 και όπως δήλωσε δεν θυμόταν να είδε κάποιο άτομο στον δρόμο.
Υπό το φως των αλώβητων ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι φανερό ότι ο εφεσείων είχε πλήρη ευθύνη έχοντας υπόψη την διαχρονική και σαφή νομολογία ότι ένας οδηγός οφείλει να επιδεικνύει την ανάλογη επιμέλεια κινούμενος με το όχημα του, έχει δε καθήκον φροντίδας για τους υπόλοιπους που χρησιμοποιούν επίσης τον δρόμο, περιλαμβανομένων και πεζών. Η αμέλεια επί των τροχαίων ατυχημάτων είναι η ίδια και στο αστικό και στο ποινικό δίκαιο και ό,τι διαφέρει είναι ως προς το βάρος απόδειξης, (Σωκράτους ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 1 και Βασιλείου ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 202). Όπως τονίστηκε επανειλημμένα το καθήκον φροντίδας και μέριμνας οφείλεται και επιδεικνύεται σε κάθε πρόσωπο που κατά λογική πρόβλεψη δυνατό να επηρεαστεί από τις πράξεις ενός οδηγού. Το κριτήριο για την διαπίστωση αμέλειας είναι αντικειμενικό, με μέτρο το μέσο συνετό και προσεκτικό οδηγό και η πρόβλεψη για την δυνατότητα κινδύνου συναρτάται με τις κοινές εμπειρίες οδήγησης και το καθήκον της δέουσας παρατηρητικότητας. Όταν η πιθανότητα κινδύνου είναι εύλογα αναμενόμενη ή αντιληπτή, τότε η παράληψη προφύλαξης συνιστά αμέλεια (Αργυρού ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 378).
Αναφέρθησαν και από τις δυο πλευρές διάφορες αποφάσεις ως προς την κατανομή της ευθύνης και την κατ΄ ισχυρισμόν επίδειξη συντρέχουσας αμέλειας από την πλευρά της εφεσίβλητης. Δεν χρειάζεται όμως αναφορά σε αυτές δεδομένου ότι όπως έχει υποδειχθεί και στη Γεώργιου Μάρκου ν. Παναγιώτη Μιχαήλ Πολιτική Έφεση αρ. 246/12 ημερ. 27.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A310, η αμέλεια ως νομική έννοια εξαντλείται στην πράξη στην εξέταση των πραγματικών γεγονότων της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης. Ούτε είναι μετρήσιμη με απολύτους μαθηματικούς υπολογισμούς, παραμένουσα ζήτημα εκτίμησης και υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών του ατυχήματος στις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές. Ο οδηγός έχοντας υπόψη το αντικειμενικό επίπεδο επιμέλειας έχει την υποχρέωση να συμπεριφέρεται κατά τον έλεγχο του οχήματος του όπως αναμένεται απο ένα μέσο συνετό οδηγό (Κωνσταντίνου ν. Κατσιάρδη (2007) 1 Α.Α.Δ. 1178). Από την άλλη, οι άλλοι χρήστες του δρόμου, είτε οδηγοί, είτε πεζοί, υπέχουν συντρέχουσα αμέλεια εάν δεν λαμβάνουν μέτρα αυτοπροστασίας. Η συντρέχουσα αμέλεια δεν εδράζεται σε καθήκον επιμέλειας που φέρει ο ενάγων απέναντι στον εναγόμενο, αλλά σε καθήκον αυτοπροστασίας, (Γεωργική Εταιρεία Πλατώνια Λτδ ν. Mohammad Al Sharif (2012) 1 Α.Α.Δ. 28).
Υπό το φως όλων των ανωτέρω εύλογα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε οποιοδήποτε ποσοστό ευθύνης στην ίδια την εφεσίβλητη.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ της εφεσίβλητης.
Δ.
Δ.
Δ.