ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Oικονομίδης Tάκης ν. Λαϊκής Kυπριακής Tράπεζας Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 1255
Aδελφοί Θράσου και Συνεργάτες (Oμόρρυθμη Eταιρεία) ν. ’βιβου Bασιλαρά και ’λλης (2008) 1 ΑΑΔ 830
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:A471
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε145/2014
15 Νοεμβρίου 2019
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΥ, ΔΔ]
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εφεσείουσας
ΚΑΙ
1. xxx ΣΑΚΚΗ
2. xxx ΣΑΚΚΗ
Εφεσιβλήτων
-------------
Δρ. Ανδρέας Ποιητής, για τους Εφεσείοντες.
Πέτρος Πετράκης, για τους Εφεσίβλητους.
--------------
ΠΑΝΑΓΗ, Δ. Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.
-------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Την 6.12.2011 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσιβλήτων για το ποσό των 75.677,30 πλέον τόκους. Στη διαιτητική απόφαση περιλαμβανόταν αναφορά στην εκποίηση της υποθήκης Υ9xx2/2009 Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας. Η διαιτητική απόφαση καταχωρίστηκε και εγγράφηκε προς εκτέλεση στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας την 9.3.2012. Για την εκτέλεση της εκδόθηκε την 3.12.2013 διάταγμα με το οποίο οι Εφεσίβλητοι διατάσσονταν να πληρώνουν στην Εφεσείουσα 300 μηνιαία, έκαστος, από 5.1.2014.
Την 30.12.2013 η Εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση εξαιτούμενη διάταγμα για την εκποίηση με δημόσιο πλειστηριασμό της πιο πάνω υποθήκης και όπως το προϊόν της πώλησης διατεθεί προς ικανοποίηση του εξ' αποφάσεως χρέους, τυχόν δε υπόλοιπο να διατεθεί στους Εφεσίβλητους, αλλά ουσιαστικά στην Εφεσίβλητη 2, εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του ενυπόθηκου ακινήτου.
Οι Εφεσίβλητοι καταχώρησαν ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης επικαλούμενοι ότι το χρέος είχε διευθετηθεί με την έκδοση του διατάγματος μηνιαίων πληρωμών. Είχαν μάλιστα την 30.1.2014 πληρώσει 600, προδήλως εξοφλώντας τη δόση που ήταν πληρωτέα την 5.1.2014. Κατά τη θέση τους η αίτηση ήταν παράτυπη και αβάσιμη γιατί η νομολογία δεν επιτρέπει την εκτέλεσης απόφασης με την προώθηση δύο διαφορετικών μεθόδων ταυτόχρονα.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η επιδίωξη δύο τρόπων εκτέλεσης της εγγραφείσας διαιτητικής απόφασης εναντίον της Εφεσίβλητης 2 ήταν καταλυτική για την τύχη της αίτησης και την απέρριψε.
Είναι η θέση της Εφεσείουσας ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα θεώρησε ότι υπήρχαν δύο τρόποι εκτέλεσης που προωθούνταν ταυτόχρονα αφού, κατά την εισήγηση της, η εκποίηση υποθήκης δεν συνιστά τρόπο εκτέλεσης αλλά ήταν θεραπεία που είχε χορηγηθεί. Σε κάθε περίπτωση, ότι λανθασμένα έκρινε ότι δύο τρόποι εκτέλεσης δεν μπορούν να προωθούνται ταυτόχρονα και ότι η ταυτόχρονη προώθησή τους συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας.
Σημειώνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έκρινε ότι η προώθηση δύο τρόπων εκτέλεσης εναντίον της Εφεσίβλητης 2 ήταν καταπιεστική, αλλά ανεπίτρεπτη σε κάθε περίπτωση.
Στη απόφαση καταγράφεται απόσπασμα από την Οικονομίδης ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1255, 1262-3, στην οποία βασίστηκε το Πρωτόδικο Δικαστήριο.
Στην Οικονομίδης μνημονευόταν η Panaou v HajiChristofi and Others (1963) 2 C.L.R. 19 και αναφερόταν ότι εκεί κρίθηκε ότι ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν μπορούσε ταυτόχρονα να επιδιώκει διαφορετικούς τρόπους εκτέλεσης και δεν μπορούσε να χρησιμοποιεί τη διαδικασία εκτέλεσης καταπιεστικά. Σημειωνόταν μάλιστα ότι η αρχή αυτή συμβάδιζε με την αρχή η οποία είχε διατυπωθεί στην Christodoulou v. Andreou, XVI CLR 95, σύμφωνα με την οποία ο εξ' αποφάσεως πιστωτής δεν μπορούσε να επιδιώκει ταυτόχρονα δύο τρόπους εκτέλεσης. Οι αρχές, όπως διατυπώθηκαν στην Οικονομίδης δεν εφαρμόζονταν στα περιστατικά της υπόθεσης, αφού αυτό που θεωρήθηκε ως μέτρο εκτέλεσης, η διαδικασία πτώχευσης, δεν ήταν. Αλλά και γιατί τα προβαλλόμενα ως μέτρα εκτέλεσης στρέφονταν εναντίον διαφορετικών χρεωστών που ήταν από κοινού και ξεχωριστά υπόλογοι για την εξόφληση του εξ' αποφάσεως χρέους.
Η αναφορά στην Οικονομίδης ότι «. έχουμε την γνώμη ότι οι πιο πάνω αρχές τυγχάνουν εφαρμογής μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που οι διάφοροι τρόποι εκτέλεσης στρέφονται εναντίον του ιδίου χρεώστη.» ήταν εκτός του λόγου (ratio) της απόφασης και σκοπό είχε να υποδείξει την διαφορά με τις περιπτώσεις όπου τα μέτρα στρέφονται εναντίον του ιδίου εξ' αποφάσεως χρεώστη.
Περαιτέρω, όπως αναφέρουμε στη συνέχεια, στη Panaou δεν κρίθηκε ότι ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιδιώκει διαφορετικούς τρόπους εκτέλεσης, ακόμα και εναντίον του ιδίου εξ' αποφάσεως χρεώστη.
Στην Αδελφοί Θράσου και Συνεργάτες ν. Βασιλαρά κ.α. (2008) 1(Β) Α.Α.Δ. 830 σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 14 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 δεν απαγορεύεται η παράλληλη προώθηση διαφορετικών μέτρων εκτέλεσης. Το άρθρο ρητά προνοεί ότι κάθε δικαστική απόφαση ή διάταγμα του Δικαστηρίου που διατάσσει την πληρωμή χρημάτων, μπορεί να εκτελεστεί με όλα ή με οποιοδήποτε από τα μέσα που αναφέρονται στο πρώτο του εδάφιο.
Αποφασίστηκε ότι η αναφορά στην Christodoulou ότι ως θέμα πρακτικής δεν θα πρέπει να υποβάλλεται οποιαδήποτε αίτηση για λήψη άλλων μέτρων εκτέλεσης, ενόσω διάταγμα μηνιαίων δόσεων βρίσκεται σε ισχύ και γίνεται σεβαστό, δεν αντικατοπτρίζει ορθά το σημερινό κυπριακό δίκαιο επί του προκειμένου. Αναφέρεται, ωστόσο, ότι η επιλογή και προώθηση παράλληλων και διαφορετικών διαδικασιών εκτέλεσης δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη, αλλά υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου, το οποίο έχει διακριτική εξουσία, εφόσον θεωρήσει την παράλληλη προώθηση κάποιου μέτρου εκτέλεσης ως καταπιεστική, να την ανακόψει. Όπως και κάθε καταχρηστική δικαστική διαδικασία θα προσθέταμε.
Σημασία έχει λοιπόν κατά πόσο αυτό που επιδιώκεται είναι καταχρηστικό. Στη Panaou (σελ.23) αναφέρεται ότι η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης είναι ζήτημα που υπόκειται στην επιτήρηση και έλεγχο του Δικαστηρίου. Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για σκοπούς αχρείαστης καταπίεσης και σε κάθε περίπτωση για οποιοδήποτε σκοπό άλλο από την δέουσα ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης.
Δεν υφίσταται άλλος περιοριστικός κανόνας.
Η επιδίωξη αυτού που χορηγήθηκε ως θεραπεία, όταν δηλαδή στην αγωγή, πέραν του επιδικασμού χρηματικού ποσού, εκδίδεται και διάταγμα για εκποίηση υποθήκης, η προώθηση της πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου δύσκολα μπορεί να στοιχειοθετήσει καταπίεση. Ίσως μόνο αν το υπόλοιπο του εξ αποφάσεως χρέους είναι πολύ μικρό και διαφαίνεται ότι μπορεί να εξοφληθεί σύντομα με άλλο τρόπο, ενδεχομένως με την καταβολή μερικών ακόμα μηνιαίων δόσεων τις οποίες ο εξ' αποφάσεως χρεώστης τακτικά καταβάλλει.
Καταπίεση και κατ' ακολουθία κατάχρηση μπορεί πιο συχνά να διαπιστωθεί εκεί όπου, ενώ εκκρεμεί η διαδικασία εκποίησης ενυπόθηκου ακινήτου, με ενδείξεις ότι το ποσό που θα εισπραχθεί θα ικανοποιήσει πλήρως το εξ αποφάσεως χρέος και τα έξοδα, προωθείται και άλλο μέτρο εκτέλεσης, το οποίο εκ των πραγμάτων προβάλλει αχρείαστο.
Έτσι ήταν τα γεγονότα στην Panaou όπου είχε εκδοθεί απόφαση υπέρ του εφεσείοντα για χρηματικό ποσό και διατάχθηκε η εκποίηση υποθήκης που είχε δηλωθεί ως εξασφάλιση του χρέους. Ο εφεσείοντας καταχώρησε αίτηση για να ακυρώσει μεταβιβάσεις ακινήτων από τον εφεσίβλητο χρεώστη στη σύζυγο και τη θυγατέρα του ως δόλιες. Περίπου τον ίδιο χρόνο έλαβε και διαβήματα για να πωληθούν οι ενυπόθηκες περιουσίες όπως διατάχθηκε. Εκκρεμούσης της διαδικασίας πώλησης, καταχώρησε αίτηση για εξέταση του εξ αποφάσεως χρεώστη αναφορικά με την ικανότητα του να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος με δόσεις. Το Δικαστήριο έκρινε ότι εκκρεμούσης της διαδικασίας πώλησης των ενυπόθηκων περιουσιών, τόσο η αίτηση ακύρωσης όσο και η αίτηση εξέτασης ήταν πρόωρες και τις απέρριψε. Οι αιτήσεις αυτές είχαν προωθηθεί στη βάση ότι η απόφαση δεν θα ικανοποιείτο από την πώληση των ενυπόθηκων περιουσιών, όμως, τα γεγονότα και οι περιστάσεις συνιστούσαν ισχυρές ενδείξεις για το αντίθετο.
Αναφέρεται στην απόφαση ότι η πώληση της ενυπόθηκης περιουσίας είχε επιδιωχθεί για την εκτέλεση της απόφασης .
Η διαδικασία εκτέλεσης δικαστικής απόφασης ΅ε πώληση ακίνητης ιδιοκτησίας (άρθρο 14 (1)(β) του περί Πολιτικής Δικονο΅ίας Νό΅ου) διέπεται από τις διατάξεις του Μέρους V, «Εκτέλεση επί Ακινήτων», του Νόμου. Κατά την εκποίηση ενυπόθηκου ακινήτου δεν απαιτείται να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22, ούτε οι επιφυλάξεις του άρθρου 23 και η εκποίηση δεν είναι συνεπώς εκτέλεση επί ακινήτων στη έννοια του Μέρους V. Ωστόσο, όταν έχει εκδοθεί απόφαση για χρηματικό ποσό και διάταγμα εκποίησης υποθήκης που εξασφάλιζε το χρέος, η εκποίηση γίνεται για να ικανοποιηθεί το εξ' αποφάσεως χρέος.
Κατά τη συζήτηση της Έφεσης ο δικηγόρος των Εφεσίβλητων αναγνώρισε ότι διαφορετικά μέτρα εκτέλεσης εναντίον του ιδίου εξ' αποφάσεως χρεώστη μπορούν να επιτραπούν νοουμένου ότι δεν είναι αχρείαστα και καταπιεστικά.
Ήταν η εισήγηση του ότι εφόσον η υποθήκη ήταν γνωστή, η επιλογή της Εφεσείουσας να επιδιώξει τα διατάγματα μηνιαίων πληρωμών, ενώ θα μπορούσε να προωθήσει την πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου μέσω του Κτηματολογίου (άρθρο 37(1) των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νό΅ων του 1965 έως 2011, σήμερα οι περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νό΅οι του 1965 έως 2019) ήταν καταπιεστική για τους Εφεσίβλητους που αχρείαστα επιβαρύνθηκαν έξοδα. Διερωτήθηκε ακόμα κατά πόσο υπήρχε αθέμιτη σκοπιμότητα, αφού η Εφεσείουσα είχε πρόθεση πολύ σύντομα μετά να καταχωρήσει αίτηση εξαιτούμενη διάταγμα για την εκποίηση της υποθήκης, όπως και έπραξε λιγότερο από ένα μήνα μετά.
Στην Αδελφοί Θράσου οι εξ' αποφάσεως πιστωτές είχαν λάβει πληροφόρηση για την ύπαρξη των τραπεζικών λογαριασμών των χρεωστών τους, που επεδίωξαν να δεσμεύσουν, τρεις περίπου μήνες μετά την έκδοση διαταγμάτων μηνιαίων δόσεων εναντίον τους.
Ότι η Εφεσείουσα γνώριζε την ύπαρξη της υποθήκης κατά την έκδοση του διατάγματος μηνιαίων πληρωμών δεν διαφοροποιεί την παρούσα υπόθεση. ’λλωστε αυτό ήταν υπόψη και των Εφεσίβλητων.
Το Δικαστήριο δεν καλείται να αποφασίσει κατά πόσο η αίτηση μηνιαίων δόσεων ήταν καταχρηστική ή τα εκδοθέντα διατάγματα μηνιαίων πληρωμών έχουν καταστεί τέτοια μετά την προώθηση της εκποίησης της υποθήκης. Αναμφίβολα όμως λαμβανομένων υπόψη των ποσών που διατάχθηκαν να πληρώνουν οι Εφεσίβλητοι, που κάλυπταν τους τόκους και μικρό μόνο μέρος του ποσού που επιδικάστηκε, η μεταγενέστερη προώθηση της εκποίησης της υποθήκης δεν συνιστά καταχρηστική διαδικασία.
Δεν διαπιστώνουμε ότι η συμπεριφορά της Εφεσείουσας να αιτηθεί διάταγμα για την εκποίηση με δημόσιο πλειστηριασμό της υποθήκης ήταν καταπιεστική για τους Εφεσίβλητους. Έξοδα θα μπορούσαν να αποφευχθούν εάν οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν ένσταση στην αίτηση.
Για τους πιο πάνω λόγους η Έφεση επιτυγχάνει και η Πρωτόδικη Απόφαση παραμερίζεται.
Εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η εκποίηση της υποθήκης Υ9xx2/2009 Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας και η πώληση με δημόσιο πλειστηριασμό του ενυπόθηκου ακινήτου και όπως το προϊόν της πώλησης διατεθεί προς ικανοποίηση του εξ' αποφάσεως χρέους, τυχόν δε υπόλοιπο να διατεθεί στην Εφεσίβλητη 2, εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του ακινήτου.
Τα έξοδα τόσο της πρωτόδικης διαδικασίας όσο και της Έφεσης επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Παναγή, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
/ΚΧ»Π