ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον εφεσείοντα Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για τη Δημοκρατία CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-11-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY PALIEI , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 221/2019, 26/11/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A485

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 221/2019

 

 

26 Νοεμβρίου, 2019

 

 

[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

A.   ΛΙΑΤΣΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΩΝ]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11 ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 33/64 ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (14/60) ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 10 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ 1970 (Ν.97/70) ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ TOY COMMISSION FOR THE CONTROL OF INTERPOL'S FILES ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 19/02/2019

 

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY xxx PALIEI ΝΥΝ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS AD SUBJICIENDUM

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ 97/70 (ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ) ΚΑΙ 95/70 (ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ - ΚΥΡΩΤΙΚΟΣ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΟΥ ΜΕ ΑΡ. 2/17 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/09/2017 ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΑΝΩ xxx PALIEI.

 

..........

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον εφεσείοντα

Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για τη Δημοκρατία

Εφεσείων παρών

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Χριστοδούλου.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

      ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:      Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, στις 29.9.2017, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας (στο εξής το κατώτερο Δικαστήριο) εξέδωσε διάταγμα κράτησης του Ισραηλινού xxx Paliei (στο εξής ο Εφεσείων), με σκοπό την έκδοση του στην Ουκρανία προκειμένου να δικαστεί για αδικήματα που φέρεται να διέπραξε κατά την περίοδο 2011-2013.

 

      Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πιο πάνω απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, καταθέτοντας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου την υπ΄  αρ. 145/2017 αίτηση για έκδοση διατάγματος Habeas Corpus δυνάμει του άρθρου 10 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν.97/1970 όπως τροποποιήθηκε, στο εξής ο Νόμος), προβάλλοντας ότι τα αδικήματα που του καταλογίστηκαν από τις ουκρανικές αρχές δεν ήταν προϊόν καλής πίστης και η έκδοση του θα συνιστούσε άδικο και/ή καταπιεστικό μέτρο.  Χωρίς όμως θετική γι΄ αυτόν κατάληξη εφόσον ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε την αίτησή του, στις 5.10.2018, κρίνοντας ότι ο λόγος που επικαλέστηκε για αποφυλάκισή του συνιστούσε, αφενός, γενικό ισχυρισμό που δεν υποστηρίχθηκε από οποιαδήποτε μαρτυρία και, αφετέρου, το λόγο αυτό δεν τον ανέπτυξε ενώπιον του είτε από νομικής είτε από πραγματικής άποψης.

 

      Ο εφεσείων αντέδρασε στην απόρριψη της πιο πάνω αίτησης του με την Πολ. Εφ. 317/2018.  Επιπρόσθετα καταχώρισε και δεύτερη αίτηση για Habeas Corpus, την υπ΄ αρ. 47/2019, αφού στο μεταξύ, στις 19.2.2019, η Επιτροπή για έλεγχο των φακέλων της Interpol του κοινοποίησε απόφασή της σύμφωνα με την οποία η ερυθρά αγγελία δυνάμει της οποίας συνελήφθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας, στις 5.2.2017, με προσωρινό ένταλμα σύλληψης διαγράφηκε και ακυρώθηκε λόγω του ότι η αγγελία αυτή που εκδόθηκε αρχικά από τις ουκρανικές αρχές ήταν καταχρηστική και παράνομη.

 

      Η πιο πάνω Πολ. Εφ. 317/2018 ορίστηκε για ακρόαση ενώπιον της Ολομέλειας στις 9.4.2019, πλην όμως κατά την εν λόγω συνεδρία υποδείχθηκε στον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα ότι με το ίδιο αντικείμενο - δηλαδή την αποφυλάκιση του εφεσείοντα - εκκρεμούσε για εκδίκαση και η αίτηση 47/2019 για Habeas Corpus και ρωτήθηκε κατά πόσο θα έπρεπε να αποσύρει την έφεση.

 

      Ο συνήγορος του εφεσείοντα, θεωρώντας προφανώς ότι για το ίδιο θέμα δεν μπορούσαν να εκκρεμούν δύο διαδικασίες, απέσυρε άμεσα την έφεση και επέλεξε να προωθήσει την αίτηση 47/2019, η οποία και απορρίφθηκε με το αιτιολογικό ότι παραβίαζε την αρχή του δεδικασμένου και περαιτέρω συνιστούσε κατάχρηση διαδικασίας.   Παραθέτουμε επί του προκειμένου αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, το οποίο αποδίδει και την αιτιολογία απόρριψης της αίτησης του εφεσείοντα.

 

«Στην παρούσα περίπτωση το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στην εμπεριστατωμένη και πολυσέλιδη απόφαση του εξέτασε όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του ένα εκ των οποίων ήταν και η ερυθρά αγγελία της Interpol. Έκρινε ότι πληρούντο οι προϋποθέσεις για έκδοση του Αιτητή στην Ουκρανία και ενέκρινε το σχετικό αίτημα.   Αν προέκυψαν νέα δεδομένα που διαφοροποιούσαν οποιοδήποτε στοιχείο είχεν τεθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, και ετίθετο θέμα προσκόμισης περαιτέρω ή νέας μαρτυρίας είτε από πλευράς εκζητούμενου είτε Δημοκρατίας, θα μπορούσε να εγερθεί στα πλαίσια της Πολιτικής Έφεσης Αρ. 317/2018 που προσέβαλλε την απορριπτική απόφαση για habeas corpus στην Αίτηση Αρ. 145/2017. Τα νέα στοιχεία σ' όσον αφορά την ερυθρά αγγελία ήταν ήδη γνωστά στον Αιτητή από τις 19/2/2019, εξού και τέθηκαν κατά τη διαδικασία της Έφεσης Αρ. 317/2018. Ο δικηγόρος του Αιτητή τόνισε στην προφορική αγόρευση του ότι η έφεση αποσύρθηκε κατόπιν προτροπής του Δικαστή κ. Χριστοδούλου. Από αναδρομή μου στο πρακτικό στο οποίο παραπέμπει ο δικηγόρος, διαφαίνεται ότι εκείνο που αναφέρθηκε από το πιο πάνω μέλος του Εφετείου στις 10/4/2019, ήταν ότι εκκρεμούσαν δύο διαδικασίες για το ίδιο θέμα με την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης, που ήταν μεταγενέστερη της έφεσης. Με την αναφορά αυτή ο Αιτητής απέσυρε την έφεση η οποία απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο χωρίς αυτή να εξεταστεί επί της ουσίας της, με αποτέλεσμα η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 29/9/2017 να εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ. Σημειώνεται ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε από αρμόδιο Δικαστήριο. Δεν υπήρξε εξάλλου αντίθετη εισήγηση. Συνεπώς η καταχώρηση δεύτερης αίτησης, της παρούσας, για τον ίδιο σκοπό δηλ. την έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus ενόψει της απόφασης για έκδοση και κράτηση του Αιτητή ημερ. 29/9/2017 δίνει την πεποίθηση ότι ο Αιτητής επιζητεί μια δεύτερη ευκαιρία. Η δυνατότητα αυτή υπάρχει μόνο στην περίπτωση που καταδεικνύεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. Δεν τέθηκε τέτοιο θέμα από πλευράς Αιτητή. Σημειώνεται ότι οι αρχές της Ουκρανίας και παρά την ακύρωση της ερυθράς αγγελίας επιμένουν στην έκδοση του Αιτητή. Αυτό δήλωσε η δικηγόρος των Καθ΄ ων η Αίτηση στη βάση μηνύματος της Αρμόδιας Αρχής της Ουκρανίας.

 

 

Ενόψει των πιο πάνω είναι κατάληξη μου ότι ο Αιτητής κωλύεται να καταχωρήσει νέα αίτηση για habeas corpus λόγω δεδικασμένου και κατάχρησης της διαδικασίας».

      Ο εφεσείων θεωρεί εσφαλμένη την απόρριψη της πιο πάνω αίτησης του, την οποία και προσβάλλει με δύο (2) Λόγους Έφεσης[1].  Ο πρώτος, ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψιν ότι η διαγραφή και ακύρωση της ερυθράς αγγελίας τού  κοινοποιήθηκε στις 19.2.2019 - αρκετούς δηλαδή μήνες μετά την έκδοση από το κατώτερο Δικαστήριο του διατάγματος έκδοσης και κράτησης του - και ως εκ τούτου το γεγονός αυτό, το οποίο ήταν καθοριστικής σημασίας για την απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου, δεν θα μπορούσε να το θέσει τότε ενώπιον του και, δεύτερο, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε πως η μαρτυρία που αφορούσε την ακύρωση και διαγραφή της ερυθράς αγγελίας θα έπρεπε να τεθεί στο πλαίσιο της Πολ. Εφ. 317/2018 η οποία καταχωρίστηκε τέσσερις και πλέον μήνες, στις 5.10.2018, πριν την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης της Επιτροπής στον εφεσείοντα.

 

      Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων προώθησαν τις θέσεις τους, υπέρ ή εναντίον των προαναφερθέντων Λόγων Έφεσης, με γραπτές αγορεύσεις αλλά και δια ζώσης κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της  υπόθεσης.  Συγκεκριμένα:-

 

      Είναι βασική θέση του συνηγόρου του εφεσείοντα πως η επίδικη διαδικασία έκδοσης τού εφεσείοντα  ενεργοποιήθηκε με την έκδοση από την Interpol της ερυθράς αγγελίας, κατ΄ ακολουθία της οποίας εκδόθηκε εναντίον του εφεσείοντα προσωρινό ένταλμα σύλληψης το οποίο και εκτελέστηκε στις 5.2.2017.  Με την ακύρωση όμως και διαγραφή της εν λόγω αγγελίας ως καταχρηστικής και παράνομης, εισηγήθηκε, η διαδικασία έκδοσης του απώλεσε εξ  υπαρχής τη νομιμοποιητική της βάση και ως εκ τούτου το αίτημά του για αποφυλάκιση θα έπρεπε να είχε εγκριθεί.  Επεσήμανε περαιτέρω ότι ο εφεσείων υπέβαλε στις 5.10.2017 αίτηση για πολιτικό άσυλο  και ενόψει του γεγονότος ότι η Υπηρεσία Ασύλου παρέλειψε μέχρι σήμερα να εξετάσει την αίτησή του, αναγκάστηκε να καταχωρίσει την υπ΄ αρ. 29/2019 προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ) λόγω της παράλειψης αυτής και ως αιτητής πολιτικού ασύλου δεν μπορεί να εκδοθεί.

 

      Η συνήγορος των εφεσιβλήτων, υποστηρίζοντας την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, επέσυρε την προσοχή της Ολομέλειας σε τρία βασικά σημεία.  Το πρώτο, ότι η ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου διαδικασία έκδοσης του εφεσείοντα δεν ενεργοποιήθηκε με την έκδοση της ερυθράς αγγελίας και της κατ΄ ακολουθία αυτής έκδοσης του προσωρινού εντάλματος σύλληψης, αλλά με την εξουσιοδότηση του Υπουργού.  Το δεύτερο,  η ακύρωση και διαγραφή της ερυθράς αγγελίας ήταν σε γνώση του εφεσείοντα από τις 19.2.2019 και εάν το στοιχείο αυτό ήταν γι αυτόν καθοριστικής σημασίας, όπως διατείνεται, θα μπορούσε να το εγείρει στο πλαίσιο της Πολ. Εφ. 317/2018, την οποία όμως απέσυρε και λόγω της απόρριψης της η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου κατέστη οριστική και τελεσίδικη και επομένως η παρούσα έφεση προσκρούει στο δεδικασμένο και, το τρίτο, ο ισχυρισμός του συνηγόρου του εφεσείοντα ότι η εν λόγω έφεση αποσύρθηκε κατόπιν προτροπής Μέλους της Ολομέλειας στερείται  οποιασδήποτε σημασίας εφόσον αυτή αποσύρθηκε όταν του υποδείχθηκε πως για το ίδιο θέμα εκκρεμούσαν δύο διαδικασίες.  Κατά συνέπεια, εισηγήθηκε, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «ο αιτητής κωλύεται να καταχωρήσει νέα αίτηση για habeas corpus λόγω του δεδικασμένου και κατάχρηση της διαδικασίας» είναι ορθή και ο εφεσείων μόνο στην περίπτωση που θα καταδείκνυε εξαιρετικές περιστάσεις θα μπορούσε να καταχωρήσει  δεύτερη αίτηση για Habeas Corpus, αλλά επειδή δεν έχει καταδείξει τέτοιες περιστάσεις οι αιτιάσεις του στερούνται ερείσματος.

 

      Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν θέσεις και, καταρχάς, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θέση του συνηγόρου του αιτητή ότι η επίδικη διαδικασία ενεργοποιήθηκε με την έκδοση από την Interpol της ερυθράς αγγελίας και της κατ΄ ακολουθία αυτής έκδοσης και εκτέλεσης εναντίον του αιτητή του προσωρινού εντάλματος σύλληψης.   Η έναρξη της διαδικασίας έκδοσης προϋποθέτει την αναφερόμενη στο Νόμο εξουσιοδότηση του Υπουργού, η οποία εκδίδεται «κατόπιν αιτήσεως εκδόσεως, υποβαλλόμενης υπό τίνος Κράτους συνάψαντος συνθήκη εκδόσεως μετά της Δημοκρατίας» (άρθρο 7 του Νόμου).  Επομένως η ερυθρά αγγελία της Interpol και το προσωρινό ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε ως αποτέλεσμά της, δεν σηματοδότησε και έναρξη της διαδικασίας έκδοσης εφόσον η Interpol δεν είναι Κράτος, η δε εξουσιοδότηση του Υπουργού εκδόθηκε ως αποτέλεσμα της αίτησης των ουκρανικών αρχών και όχι κατόπιν αιτήσεως της Interpol η οποία έχει ως αποστολή τη συνεργασία των αστυνομικών αρχών των διαφόρων Κρατών για πάταξη του εγκλήματος διεθνώς.  Κατ΄ ακολουθία τούτου η σχετική θέση του συνηγόρου του αιτητή δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.  Σημειώνουμε  επί του προκειμένου, για σκοπούς πληρότητας της απόφασης επί του θέματος, ότι η ερυθρά αγγελία παρουσιάζεται να είναι η κοινοποίηση έκδοσης αναζήτησης από την Interpol που είναι υποδιεύθυνση της Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας με 194 κράτη-μέλη που εδρεύει στη Λυών, Γαλλίας.

 

      Αναφορικά τώρα με την αρχή του δεδικασμένου, παραθέτουμε αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από την Χωματένος κ.α. ν. Σταυρινού, Πολ. Εφ. 62/2011 ημερ. 17.12.2015, ECLI:CY:AD:2015:A838 το οποίο προσδιορίζει με σαφήνεια τις παραμέτρους εφαρμογής της εν λόγω αρχής:-

 

«Η αρχή  του  δεδικασμένου  αποτελεί  δημιούργημα του δικαίου της επιείκειας και προέκυψε από την ανάγκη να δίδεται τέλος στην αντιδικία.    Η  αρχή υιοθετήθηκε από την κυπριακή νομολογία σε πολλές υποθέσεις.   Περιοριζόμαστε να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από την υπόθεση K.S.RComercio Ε Industria De Papel S.A. κ.α. ν. Bluecoral Navigation Ltd (1995) 1 ΑΑΔ 309 στην οποία η αρχή συνοψίζεται στη σελίδα 312 ως ακολούθως:-

 

«Σαν θέμα γενικής πολιτικής του δικαίου, η παράλειψη διαδίκου να εγείρει σε προηγούμενη δικαστική διαδικασία στα δικογραφήματα του ή την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε, ή να προσκομίσει μαρτυρία αναφορικά με οτιδήποτε θα μπορούσε να στηρίζει την υπόθεση ή υπεράσπισή του δε δικαιολογεί ούτε επιτρέπει νέο δικαστικό αγώνα με αντικείμενο ό,τι παραλείφθηκε. Αυτό θα σήμαινε την τμηματική εκδίκαση των διαφορών κατ' επιλογήν του διαδίκου και τη διαιώνιση τους. Έτσι, η αρχή της τελεσιδικίας, που είναι κοινωνικά επιβεβλημένη, θα υφίστατο καίριο πλήγμα..»

 

 

Επίσης στο σύγγραμμα Halsbury's Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 15, σελ. 184, αναφέρεται ότι όταν ένα επίδικο γεγονός αποφασιστεί σε δίκη μεταξύ των ίδιων διαδίκων και το ίδιο γεγονός επανεμφανιστεί σε μεταγενέστερη δίκη μεταξύ των ίδιων διαδίκων, εγείρεται θέμα δεδικασμένου.  Όμως η σχετική αρχή δεν εφαρμόζεται μόνο σε ζητήματα που έχουν εξεταστεί στην πρώτη διαδικασία, αλλά επεκτείνεται και σε ζητήματα που θα μπορούσαν να είχαν εγερθεί στην πρώτη διαδικασία (βλ. Theori and Another v. Djoni and Another (1984) 1 CLR 296, Παμπορίδης ν. Κτηματικής Τραπέζης Κύπρου Λτδ (1995) 1 ΑΑΔ 670, Γαβριήλ κ.α. ν. Αγαπίου (1998) 1Γ ΑΑΔ 1868 και Χριστοφή (Παπέττας) ν. Σ. & Μ. Φλοκκάς Λτδ κ.α. (2001) 1Γ ΑΑΔ 1703).»

 

      Υπό τα περιστατικά της υπό κρίση περίπτωσης, ο Εφεσείων δεν θα μπορούσε να εγείρει το ζήτημα της ακύρωσης και διαγραφής της ερυθράς αγγελίας στη διαδικασία έκδοσης ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου καθότι το γεγονός αυτό - το οποίο δεν αμφισβητείται - επεσυνέβη στις 19.2.2019, δηλαδή 16 περίπου μήνες μετά την έκδοση της απόφασης από το κατώτερο Δικαστήριο.  Κατά συνέπεια εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο η απόσυρση της έφεσης 317/2018, στο πλαίσιο της οποίας μπορούσε να εγερθεί από τον εφεσείοντα το ζήτημα της ακύρωσης και διαγραφής της ερυθράς αγγελίας, δημιούργησε ή όχι δεδικασμένο.  Η απάντηση κατά την άποψή μας είναι αρνητική.  Κατά το χρόνο απόσυρσης της εν λόγω έφεσης εκκρεμούσε και η επίδικη (δεύτερη) αίτηση του εφεσείοντα για Habeas Corpus και ο Εφεσείων - για τους λόγους που αναφέρουμε πιο πάνω - επέλεξε να αποσύρει την εν λόγω έφεση και να προωθήσει την επίδικη αίτηση για Habeas Corpus.  Με αυτό ως δεδομένο θεωρούμε πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόσυρση της έφεσης δημιούργησε δεδικασμένο, όπως εσφαλμένα κατέληξε και στο συμπέρασμα πως η καταχώρηση της δεύτερης αίτησης για Habeas Corpus συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας.  Τούτο γιατί το ζήτημα της κατάχρησης εξέλειπε με την απόσυρση της εν λόγω έφεσης και κατ΄ ακολουθία τούτου θεωρούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να εξετάσει κατά πόσο η ακύρωση και διαγραφή της ερυθράς αγγελίας τεκμηρίωνε τη θέση του εφεσείοντα ότι «η κατ΄ αυτού κατηγορία δεν εγένετο καλή τη πίστει ή εν τω συμφέροντι της δικαιοσύνης, (και)

η απόδοσις αύτου θα απετέλει, λαμβανομένων υπ΄ όψιν απασών των περιστάσεων, άδικον ή καταπιεστικόν μέτρον.» (άρθρο 10(3)(γ) του Νόμου).

      Σχετικό επί του προκειμένου είναι και το εδάφιο 4 του εν λόγω άρθρου, σύμφωνα με το οποίο «Το Ανώτατον Δικαστήριον, επιλαμβανόμενον οιασδήποτε τοιαύτης αιτήσεως, δύναται να δεχθή συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία, σχετικά προς την άσκησιν της δικαιοδοσίας αύτου δυνάμει του άρθρου 4 ή δυνάμει του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου.».  Το πρωτόδικο λοιπόν Δικαστήριο, υπό τα περιστατικά της  υπόθεσης, είχε δυνατότητα «να δεχθεί συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία» εφόσον η ελευθερία του εφεσείοντα, ως πολύτιμο αγαθό,  είναι προεξάρχουσα και σύμφωνα με τις πρόνοιες της Σύμβασης και του Νόμου δικαιούταν  να θέσει εκ νέου τα επιχειρήματά του ή νέα στοιχεία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για διασφάλισή της.

 

      Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω κρίνουμε πως εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του εφεσείοντα λόγω δεδικασμένου και κατάχρησης της διαδικασίας, ενώ υπό τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης θα έπρεπε να δώσει στον εφεσείοντα τη δυνατότητα να προσκομίσει μαρτυρία (άρθρο 10(4) του Νόμου) σ΄ ό,τι αφορά τις συνέπειες στο διάταγμα έκδοσης και κράτησης του από την ακύρωση και διαγραφή της ερυθράς αγγελίας και ειδικότερα κατά πόσο λαμβανομένου υπόψιν και αυτού του στοιχείου «η κατ΄ αυτού κατηγορία δεν εγένετο καλή τη πίστει ή εν τω συμφέροντι  της δικαιοσύνης».  Αυτό διότι η επιλογή του εφεσείοντα να καταχωρήσει τόσο έφεση όσο και νέα αίτηση για Habeas Corpus θα ήταν καταχρηστική εάν υπήρχε επιμονή στην προώθηση και των δύο ταυτόχρονα.  Από το απόσπασμα της υπό κρίση τώρα πρωτόδικης απόφασης φαίνεται ότι το ζήτημα της ακύρωσης της ερυθράς αγγελίας είχε τεθεί στην Πολ. Έφεση υπ΄ αρ. 317/18.  Όμως αυτή απεσύρθη αμέσως με τη σχετική υπόδειξη ότι προβλημάτιζε η συνύπαρξη της με τη νέα Αίτηση Habeas Corpus.  Εν τέλει το ζήτημα της διαφοροποίησης της ερυθράς αγγελίας δεν αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης σε καμία διαδικασία ώστε να τίθετο θέμα δεδικασμένου.  Έστω και εάν ο εφεσείων προσπάθησε  λανθασμένα να εισαγάγει το θέμα σε δύο διαδικασίες.  Με την επισήμανση ότι το ζητούμενο υπό τα περιστατικά της υπόθεσης δεν ήταν κατά πόσο η δεύτερη αίτηση Habeas Corpus ήταν ή όχι καταχρηστική ενόψει του ότι απορρίφθηκε η πρώτη, αλλά κατά πόσο δικαιολογείτο η καταχώρηση της δεύτερης υπό το φως νέων και μεταγενέστερων στοιχείων.  Αυτό έπρεπε να είχε εξεταστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο και επομένως κρίνουμε πως πρέπει να εξεταστεί το θέμα από την άποψη των εξαιρετικών περιστάσεων που δικαιολογούσαν τη νέα προνομιακή Αίτηση.

 

      Ενόψει των πιο πάνω δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά να παραπέμψουμε την παρούσα υπόθεση στο πρωτόδικο Δικαστήριο προς εξέταση των συνεπειών που δυνατό να προκύπτουν στο διάταγμα έκδοσης και κράτησης του εφεσείοντα ως αποτέλεσμα της ακύρωσης και διαγραφής της ερυθράς αγγελίας.

      Μας έχει προβληματίσει ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο εφεσείων κρατείται προς το σκοπό έκδοσης του στην Ουκρανία από τις 29.9.2017, δηλαδή για χρονικό διάστημα πέραν των δύο χρόνων και ενόψει της επιτυχίας της έφεσης κρίνουμε πως θα πρέπει να δώσουμε το λόγο στις δύο πλευρές επί του ζητήματος.

 

 

                                                                   ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

                                                                   Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

                                                                   Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

                                                                   Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.           

                                                                    Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

/κβπ



[1] Κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της έφεσης, άλλοι έξι (6) Λόγοι Έφεσης - οι υπ΄ αρ. 3-8 - αποσύρθηκαν και απορρίφθηκαν.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο