ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Παναγή, Περσεφόνη Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Π. Βορκάς με Μ. Νικολάου για Μιχάλης Βορκάς amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-09-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο LOUCAS PANAYIOTOU ESTATES LTD κ.α. ν. HELLENIC BANK PUBLIC COMPANY LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε203/2013, 11/9/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A360

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε203/2013)

 

 

11 Σεπτεμβρίου, 2019

 

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

 

 

1. LOUCAS PANAYIOTOU ESTATES LTD

                   2. xxx xxx ΜΙΧΑΗΛ

                   3. xxx ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

                   4. xxx ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

 

                                                                  Εφεσείοντες/Εναγόμενοι

 

ΚΑΙ

 

HELLENIC BANK PUBLIC COMPANY LTD

 

       Εφεσίβλητοι/Ενάγοντες

 

 

Π. Βορκάς με Μ. Νικολάου για Μιχάλης Βορκάς & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.

 

Α. Σολουκίδου (κα) για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για τους Εφεσιβλήτους.

 

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι είχαν καταχωρίσει, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, αγωγή εναντίον των εφεσειόντων με την οποία αξίωναν διάφορα ποσά δυνάμει έγγραφης συμφωνίας παρατραβήγματος, δανείου, εγγυήσεως και ενυπόθηκης εγγύησης. Περαιτέρω, ζητήθηκε εκποίηση των ενυπόθηκων ακινήτων. Οι εφεσείοντες καταχώρισαν υπεράσπιση και ανταπαίτηση αξιώνοντας, μεταξύ άλλων, διάταγμα κηρύξεως των συμφωνιών ως άκυρων ή ακυρώσιμων, όπως και ακύρωση αριθμού υποθηκών που υφίστανται προς όφελος των εφεσιβλήτων.

 

Στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 14 Μαΐου 2013, οι εφεσείοντες καταχώρισαν αίτηση για προσωρινό διάταγμα με το οποίο να απαγορεύεται στους εφεσιβλήτους να «προβούν σε οποιεσδήποτε ενέργειες με σκοπό την αποξένωση και/ή πώληση και/ή μεταβίβαση και/ή εκποίηση αριθμών υποθηκών» οι οποίες βαρύνουν ακίνητα, περιουσίας των εφεσειόντων.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι πληρούνταν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου,               (Ν. 14/60), πλην, όμως, απεφάνθη ότι η τρίτη προϋπόθεση ότι, δηλαδή, θα είναι δύσκολο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εάν δεν εκδοθεί το διάταγμα, δεν πληρείτο. Το δικαστήριο ανέφερε στην απόφαση του ότι τα δικαιώματα των εφεσειόντων, σε περίπτωση επιτυχίας στην ανταπαίτηση τους, κατοχυρώνονται με την επιδίκαση αποζημιώσεων, καθώς και ότι ο υπολογισμός της ζημιάς των εφεσειόντων θα είναι δυνατός και εύκολος και επομένως η επιδίκαση αποζημιώσεων θα μπορούσε ν' αποτελέσει επαρκή θεραπεία γι' αυτούς. Είχε επί τούτου αποφασίσει το δικαστήριο ότι εκείνο που έχει σημασία δεν είναι ο σοβαρός κίνδυνος να καταλήξει ανεπιστρεπτί η ενυπόθηκη ακίνητη ιδιοκτησία των εφεσειόντων σε χέρια τρίτων, αλλά η αποκατάσταση της ζημιάς τους που θα ήταν επαρκής υπό μορφή αποζημίωσης.

 

Οι εφεσείοντες προβάλλουν με το μοναδικό λόγο έφεσης την προκείμενη κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Σύμφωνα με τους εφεσείοντες το δικαίωμα ιδιοκτησίας προστατεύεται από το Άρθρο 23 του Συνάγματος και δεν θα έπρεπε το δικαστήριο να αφήσει το ενδεχόμενο να εκποιηθεί η ιδιοκτησία τους ενώ, όπως αποφασίστηκε πρωτοδίκως, όχι μόνο εγείρεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, αλλά και η πιθανότητα να δικαιούνται σε θεραπεία εδραζόμενη στον προβληθέντα ισχυρισμό περί παρανομίας των συναφθέντων συμφωνιών. Καμία αποζημίωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ιδιοκτησία τους σε περίπτωση αποτυχίας της αγωγής των εφεσιβλήτων, τόνισε ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων.

 

Η τρίτη προϋπόθεση που πρέπει να πληρείται, σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, για να δικαιολογείται η έκδοση ενός ενδιάμεσου διατάγματος, αφορά στο κατά πόσο, χωρίς την έκδοση του, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη, στον αιτητή, σε μεταγενέστερο στάδιο, στην περίπτωση όπου αυτή, επιτύχει στις αξιώσεις του.

 

Στην Κυρίσαββα κ.ά. ν. Κύζη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1245 αναφέρθηκε ότι «η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο περιλαμβάνει και άλλα, μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη». (Βλ. επίσης Παπαστράτης ν. Πιερίδης (1979) 1 C.L.R. 231). Η πιο πάνω αντίκριση επαναλήφθηκε και στην υπόθεση Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1 Α.Α.Δ. 1848.

 

Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Highgate Primary School Ltd κ.ά. v. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 317,  «η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και                 σ' αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των Αιτητών. Το γεγονός δηλαδή ότι οι Εφεσείοντες μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που τους επιτρέπει να αποζημιώσουν τους Εφεσίβλητους σε περίπτωση επιτυχίας των Εφεσιβλήτων στην αγωγή, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες, υπό την ευρύτερη έννοια».

 

Η πιο πάνω νομολογία σαφώς προσδιορίζει ότι η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την υποκατάσταση της υλικής ζημιάς. Θα πρέπει, συνεπώς, να λαμβάνονται υπόψη και άλλα στοιχεία, περιλαμβανομένης της προστασίας των δικαιωμάτων των αιτητών. Το θέμα αυτό, βεβαίως, δεν εξετάζεται αορίστως, αλλά είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το περιεχόμενο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου και συμπεριλαμβάνονται μέσα στην ένορκη δήλωση, επί του προκειμένου, των εφεσειόντων.

 

Στην ένορκη δήλωση του xxx Παναγιώτου που κατατέθηκε για σκοπούς υποστήριξης της δια κλήσεως αίτησης, αναφέρονται τα εξής:

 

″9. Πιστεύω ότι υπάρχει καλή υπεράσπιση και ανταπαίτηση εις βάρος των εναγόντων και ότι έχουμε καλή πιθανότητα επιτυχίας, είναι αναγκαία δε η έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων, γιατί μόνο έτσι θα διασφαλιστεί η ακίνητη περιουσία των Εναγομένων σε περίπτωση που απορριφθεί η Αγωγή των Εναγόντων και πετύχει η ανταπαίτηση μας. Σε διαφορετική περίπτωση θα είναι αδύνατη η παραμονή της ιδιοκτησίας της ακίνητης περιουσίας των Εναγομένων στα ονόματα τους, αφού υπάρχει σοβαρός και άμεσος κίνδυνος πώλησης των επιδίκων ακινήτων σε τρίτα πρόσωπα και σε περίπτωση αποξένωσης τους δεν θα υπάρχει δυνατότητα επιστροφής τους στους Εναγόμενους ιδιοκτήτες τους.″

 

Είναι έκδηλο από το περιεχόμενο της πιο πάνω παραγράφου ότι η επίκληση της «παραμονής της ιδιοκτησίας» στους εφεσείοντες, ως παράγοντας έκδοσης του συντηρητικού διατάγματος, είναι ασαφής, αόριστη και ελλιπής. Δεν επεκτείνεται, με οποιοδήποτε τρόπο, και δεν ικανοποιείται η αναγκαία βάση για την «ζημιά» την οποία θα υποστούν οι εφεσείοντες σε περίπτωση μη έκδοσης του συντηρητικού διατάγματος. Η «παραμονή» της ιδιοκτησίας στους εφεσείοντες με δική τους συγκατάθεση έχει, εκ των προτέρων, τεθεί υπό αμφισβήτηση καθότι τα συγκεκριμένα ακίνητα έχουν αποτελέσει αντικείμενο υποθήκης. Με αυτό τον τρόπο οι ίδιοι οι εφεσείοντες έχουν απεμπολήσει ένα μέρος της δικής τους απολύτου ιδιοκτησίας, θέτοντας την περιουσία υπό ενδεχόμενη πώληση λόγω εκποίησης της υποθήκης.

 

Στη βάση των πιο πάνω θεωρούμε ότι ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι δεν είχαν καταδειχθεί τέτοια γεγονότα που να στοιχειοθετούσαν το ενδεχόμενο να μην αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, αν δεν εκδοθεί το διάταγμα.

 

Ως εκ τούτου, η έφεση θα πρέπει να αποτύχει και απορρίπτεται, με €2.500 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

                                      Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

                                      Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

                                      Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο