ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2019:A347
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. E151/2019)
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]
13 Αυγούστου 2019
xxx DIAB,
Εφεσείων/Καθ΄ου η Αίτηση,
KAI
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητος/Αιτητής.
- - - - - -
(Πολιτική Έφεση Αρ. 156/2019)
xxx DIAB,
Εφεσείων,
KAI
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητος.
- - - - - -
Γ. Ιωάννου με Α. Προδρόμου, για Πάρη Λοΐζου και Συνεργάτες
ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Κ. Κλεάνθους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με
Θ. Χατζηλούκα και Ε. Βασιλειάδου (κα), Ασκούμενοι Δικηγόροι,
για τον Εφεσίβλητο.
- - - - - -
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Ναθαναήλ.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η (E X - T E M P O R E)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η έφεση αφορά σε απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο εκδικάζει αίτημα για έκδοση φυγοδίκου, με τον εφεσείοντα να είναι ο υπό συζήτηση φυγόδικος, στη βάση των όσων το Δικαστήριο είχε καταγράψει στην απόφασή του ημερομηνίας 18.4.2019, ότι δηλαδή ο εφεσείων καταζητείται στην Αμερική για να αντιμετωπίσει κατηγορίες στην πολιτεία της Καλιφόρνιας, για ξέπλυμα χρήματος αναφορικά με ποσό που υπερβαίνει τα 100.000 Δολ. Αμερικής, συνομωσία για ξέπλυμα χρήματος σε σχέση με το ίδιο ποσό, μεταφορά συναλλάγματος χωρίς άδεια, σε σχέση με ποσό που υπερβαίνει τα 100.000 Δολ. Αμερικής, παράνομη χρήση ασύρματης συσκευής επικοινωνιών διπλής κατεύθυνσης, όλα αδικήματα που φέρονται ότι είχαν διαπραχθεί κατά την περίοδο Μαΐου του 2014 - Ιούλιου του 2014.
Η διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας είχε αρχίσει και ο εφεσείων είχε ζητήσει να παραμείνει υπό καθεστώς ελευθερίας μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Εναντίον της απόφασης εκείνης είχε καταχωρηθεί η Πολιτική Έφεση υπ΄ αρ. 156/2019. Στην πορεία είχε επαναληφθεί το αίτημα για να ελευθερωθεί υπό όρους και το Δικαστήριο, με τη νέα του απόφαση, απέρριψε και αυτό το αίτημα. Πρόκειται για την απόφαση ημερομηνίας 8.7.2019, παραπέμποντας και στα δεδομένα που ίσχυαν στην απόφασή του ημερομηνίας 18.4.2019. Εναντίον της δεύτερης απόφασης καταχωρήθηκε η Πολιτική Έφεση που απασχολεί σήμερα, που είναι η υπ΄ αρ. Ε151/2019, ενώ η Πολιτική Έφεση υπ΄ αρ. 156/2019 είχε παραμείνει για οδηγίες. Είναι φανερό ότι η έφεση η οποία απασχολεί σήμερα ενσωματώνει στην ουσία και τα δεδομένα και την απόφαση του Δικαστηρίου στην Πολιτική Έφεση υπ΄ αρ. 156/2019. Επομένως, η απόφαση του Εφετείου αφορά και τις δύο Εφέσεις, εφόσον τυχόν απορριπτική απόφαση επί της πρώτης, θα καταστήσει άνευ αντικειμένου τη δεύτερη.
Οι λόγοι που οδήγησαν το Δικαστήριο να αρνηθεί το αίτημα του εφεσείοντα απελευθέρωσής του υπό όρους μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας καταγράφηκαν διεξοδικά από το Δικαστήριο, το οποίο και υπέμνησε ότι η διαδικασία που διεξαγόταν ενώπιόν του, δεν ήταν ποινική διαδικασία, αλλά αφορούσε τη συνεργασία των συμβληθέντων κρατών στην προσπάθεια πάταξης του διεθνούς εγκλήματος. Με αναφορά στις υποθέσεις Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.1) (1992) 1 ΑΑΔ 136 και Γενικού Εισαγγελέα ν. Βαφειάδη (1998) 1 ΑΑΔ 2315, και στην καθιερωθείσα αρχή ότι αιτήματα προφυλάκισης εξετάζονται κατ΄ αναλογία στη βάση των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη για την κράτηση κατηγορουμένου ή κατά τη διαδικασία προανάκρισης, συνεξέτασε τους λόγους που συνέδραμαν υπέρ ή εναντίον της απόλυσης υπό όρους.
Στη βάση του άρθρου 9 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου αρ. 97/70, το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να προφυλακίσει ή να απολύσει με όρους προς έκδοση πρόσωπο, έχοντας υπόψη ότι ως θέμα γενικότερης αρχής ο εκζητούμενος ή το υπό έκδοση πρόσωπο, αφήνεται ελεύθερο υπό όρους. Το Δικαστήριο στην απόφασή του ημερομηνίας 18.4.2019, έκρινε ότι τα αδικήματα τα οποία αντιμετωπίζει ο εφεσείων είναι σοβαρά. Προέκυπτε αυτό από την εξουσιοδότηση που είχε κατατεθεί ενώπιόν του και ότι αντιμετωπίζει, σε περίπτωση καταδίκης, πολυετείς ποινές φυλάκισης, με βάση και το μαρτυρικό υλικό που είχε τεθεί ενώπιόν του. Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε ορατό ενδεχόμενο καταδίκης, ότι τα αντικειμενικά κριτήρια που η νομολογία έχει καθορίσει συνυπήρχαν στην περίπτωση και, εξετάζοντας στη συνέχεια κατά πόσο συνέτρεχαν και τα υποκειμενικά στοιχεία, ώστε να βοηθηθεί το Δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, το Δικαστήριο κατέγραψε το γεγονός, που είναι παραδεκτό και από το συνήγορο του εφεσείοντα, ότι ο εφεσείων δεν έχει κανένα ουσιαστικό δεσμό με τη Δημοκρατία. Εξέτασε το τεθέν ενώπιόν του δεδομένο ότι ήταν πρόθυμος να καταθέσει συγκεκριμένη εγγύηση σε μετρητά, ύψους €150.000, μαζί με άλλους όρους, που ήσαν να παρουσιάζεται σε Αστυνομικό Σταθμό καθημερινά, να παραδώσει όλα του τα ταξιδιωτικά έγγραφα (τα οποία είχαν ήδη παραδοθεί) και να λαμβανόταν υπόψη το γεγονός ότι η οικογένεια του εφεσείοντα θα μπορούσε να έλθει στη Δημοκρατία βοηθώντας στην εξεύρεση κατοικίας, με την προπληρωμή του ενοικίου για ένα ολόκληρο έτος, ενώ είχε κατατεθεί και σχετική επιστολή από την Πρεσβεία του Λιβάνου, επιδεικνύοντας ενδιαφέρον για τον εφεσείοντα.
Το Δικαστήριο όμως έκρινε ότι όλα τα ανωτέρω δεν εξουδετέρωναν τον κίνδυνο διαφυγής του, ούτε και το ότι θα μπορούσε να εξευρεθεί κατοικία ή να έλθει η οικογένειά του στην Κύπρο βοηθούσε στο να εξουδετερώσει τον κίνδυνο διαφυγής, εφόσον ο ίδιος δεν είχε κανένα ουσιαστικά δεσμό με τη Δημοκρατία. Δεν κρίθηκαν επαρκείς οι όροι που είχε εισηγηθεί για να εξαλείψουν τον πιθανό και ορατό κίνδυνο διαφυγής του στο εξωτερικό, δεδομένου και της σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετώπιζε. Σημείωσε επίσης ότι ο εφεσείων είχε ισχυρότερο κίνητρο να διαφύγει εφόσον ζητείτο η εκδίκαση του σε άλλη χώρα με κίνδυνο να καταδικαστεί στις ΗΠΑ, όπου ήδη είχε φυλακιστεί για περίοδο 36 μηνών άλλο πρόσωπο που είχε χαρακτηριστεί ως ο ιθύνων νους. Συνεπώς, το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για την απελευθέρωσή του υπό όρους.
Στη συνέχεια, στις 8.7.2019, το Δικαστήριο απέρριψε και το δεύτερο αίτημα, έστω και με τη διαφοροποιημένη του μορφή, η οποία στηρίχθηκε σε δύο νέους παράγοντες. Πρώτον, ότι ενδιαμέσως είχε ζητηθεί ανάκριση του εφεσείοντα ενώ βρισκόταν υπό κράτηση από τις Αμερικάνικες Αρχές, οπότε ηγέρθηκε ζήτημα κατάχρησης της διαδικασίας και, δεύτερο, η επιμήκυνση του χρόνου που είχε στο μεταξύ διαρρεύσει, ώστε να μη δικαιολογείτο περαιτέρω κράτηση.
Ως προς το ζήτημα της κατάχρησης, το Δικαστήριο έκρινε ότι το θέμα θα μπορούσε να εξεταστεί στο τέλος της ημέρας, εφόσον δεν υπήρχαν ουσιώδη γεγονότα ενώπιόν του, που να δικαιολογούσαν το αίτημα απαλλαγής του εφεσείοντα.
Όσον αφορά το δεύτερο λόγο, την αποφυλάκιση λόγω του διαρρεύσαντος χρόνου, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε διαρρεύσει τέτοιος ουσιαστικός χρόνος, (ο εφεσείων ήταν υπό κράτηση από 9.3.2019), ώστε να επενεργήσει υπέρ της απόλυσής του, εξαιτίας της πολυπλοκότητας της υπόθεσης, της έντονης και επίμονης αντεξέτασης των μαρτύρων που παρουσιάστηκαν εκ μέρους της αιτήτριας χώρας και των αναβολών που είχαν μεσολαβήσει στο μεταξύ με αιτήματα και του δικηγόρου του εφεσείοντα. Κατέληξε το Δικαστήριο ότι οι οποιοιδήποτε όροι που μπορούσαν να επιβληθούν δεν θα αποσοβούσαν πλήρως τον κίνδυνο φυγοδικίας που υφίστατο και ήταν πέρα για πέρα ορατός. Όρισε την υπόθεση για περαιτέρω συνέχιση και ολοκλήρωση στις 6.9.2019, η ώρα 9.00 το πρωί.
Με τέσσερις λόγους έφεσης επαναφέρονται στην ουσία όσα και πρωτοδίκως είχαν εκτεθεί. Ο συνήγορος αναγνώρισε στη συζήτηση της έφεσης ότι όλοι οι λόγοι θα μπορούσαν να συνεξεταστούν περιστρεφόμενοι επί του ίδιου άξονα, αυτού της λανθασμένης κρίσης του Δικαστηρίου.
Είναι γνωστή η νομολογία ότι η απόλυση ατόμου υπό όρους, που περιλαμβάνει και απόλυση σε διαδικασία εκζητούμενου, ανάγεται πρωτίστως στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο, έχοντας υπόψη όλα τα δεδομένα ενώπιόν του, έκρινε κατά διακριτική ευχέρεια ότι δεν υφίστατο κανένας απολύτως λόγος για να αφεθεί ο εφεσείων ελεύθερος στο μεταξύ. Δεν κρίνεται ότι η άσκηση αυτή της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου πρωτοδίκως περιέχει οποιοδήποτε σφάλμα αρχής. Αυτό, διότι το Δικαστήριο, και στην πρώτη απόφασή του 18.4.2019 και στη δεύτερή του απόφαση 8.7.2019, έλαβε υπόψη όλα όσα έπρεπε να ληφθούν υπόψη, τα οποία περιλάμβαναν ορθή αναφορά στη νομολογία, ορθή αναφορά στη διαδικασία ενώπιόν του, ορθή αναφορά στη νομολογία του ΕΔΑΔ και ορθή συνεξέταση του παράγοντα του χρόνου. Παρεμβάλλεται ότι όπως απορρέει από τα πρακτικά και τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, είχε και προηγουμένως τεθεί ζήτημα απόλυσης υπό όρους χωρίς επιτυχία. Δεν παρουσιάζεται, ούτε και ανεφέρθη, να είχε καταχωρηθεί έφεση επί των απορριπτικών αυτών αποφάσεων.
Όσον αφορά τα δύο συγκεκριμένα ζητήματα, τα οποία εκ των υστέρων τέθηκαν στη διαδικασία της 8.7.2019, το Εφετείο συμφωνεί ότι η εξέταση του θέματος της κατάχρησης δεν μπορούσε να γίνει εκείνη την ώρα, με δεδομένο τα περιορισμένα και ασαφή γεγονότα που είχε ενώπιόν του το Δικαστήριο. Ορθά το Δικαστήριο έκρινε ότι στο τέλος της ημέρας θα μπορούσε να εξεταστεί ζήτημα κατάχρησης εάν και εφόσον υφίστατο ακόμη τέτοιο θέμα. Η νομική βάση του αιτήματος δεν ήταν σαφής, αλλά ούτε και τα γεγονότα διευκρινισμένα. Παρατηρείται περαιτέρω από τα δεδομένα ενώπιον του Εφετείου ότι, όπως λέχθηκε και από το συνήγορό του, ο εφεσείων δεν αποδέχθηκε οποιοδήποτε αίτημα και δεν συγκατατέθηκε σε ανάκριση από τις Αμερικάνικες Αρχές. Επομένως, δεν άλλαξαν οποιαδήποτε δεδομένα υπέρ ή εναντίον του, ώστε να τίθεται θέμα κατάχρησης, η οποία μάλιστα, όπως είχε τεθεί από το συνήγορό του, θα έπρεπε να οδηγήσει σε τερματισμό της διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εισήγηση που διαφοροποιήθηκε ενώπιον του Εφετείου ώστε να αφορούσε μόνο την απόλυσή του. Αλλά και στο περιορισμένο πεδίο, το οποίο τελικά ο συνήγορος παρέμεινε, ως επηρεάζον τη διαδικασία της εξέτασης της απελευθέρωσής του υπό όρους, το ζήτημα κρίνεται αρνητικά, εφόσον δεν υπήρχαν δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να επανενεργήσουν υπέρ του εφεσείοντα.
Όσον αφορά το διαρρεύσαντα χρόνο, σίγουρα με δεδομένο πλέον ότι η διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου έχει τεθεί να εξεταστεί στις 6.9.2019 με τη μαρτυρία του ίδιου ή άλλων μαρτύρων εκ μέρους της πλευράς του εφεσείοντα, ο χρόνος δεν έχει εκφύγει του υπέρμετρου εκείνου σημείου που θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαφοροποίηση της κατάστασης, ώστε να τεθεί ζήτημα ελευθερίας του υπό όρους. Να λεχθεί, επίσης, ότι οι όροι οι οποίοι είχε εισηγηθεί ο εφεσέιων, από τις 18.4.2019, δεν είναι τέτοιοι που εξουδετερώνουν, όπως ορθά αποφάσισε το Δικαστήριο, τον κίνδυνο φυγοδικίας, που είναι το πρώτιστο μέλημα του Δικαστηρίου σε μια υπόθεση στην οποία ζητείται η έκδοσή του και μόνο, σε χώρα του εξωτερικού και συγκεκριμένα εδώ στις ΗΠΑ, για να κατηγορηθεί σύμφωνα με τις εκεί διαδικασίες ώστε να προχωρήσει η χώρα που ζητεί την έκδοση στα υπόλοιπα. Έχει και πρόσφατα επιβεβαιωθεί ότι η οικονομική δυνατότητα ενός ατόμου για παροχή εγγυήσεων δεν επενεργεί ως ασπίδα για την υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ώστε να αποδυναμώνεται ο κίνδυνος φυγοδικίας. (xxx Memic κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 81/2019 κ.ά., ημερ. 16.7.2019).
Όσον αφορά τη νομολογία που ο κ. Ιωάννου ανέφερε του ΕΔΑΔ, αυτή σαφώς διαφοροποιείται εφόσον πρωταρχικώς οι υποθέσεις εκείνες αφορούσαν καθαρά ποινικές διώξεις και επί πολύ διαφορετικών γεγονότων. (Letellier v. France, Application No. 12369/86, ημερ. 26.6.1991, Sulaoja v. Estonia, Application No. 55939/00, ημερ. 15.2.2005, κ.ά.). Στην Τσιτσιρίγκος ν. Ελλάδας, Application No. 29747/09, ημερ. 17.1.2012, είχε διαπιστωθεί ότι η διαδικασία επιμηκύνθηκε αχρείαστα σε ό,τι αφορούσε την αναβολή της εξέτασης της νομιμότητας της κράτησης, η δε διαδικασία των αναβολών παραβίαζε και τις ημερομηνίες και το χρονοδιάγραμμα που είχαν καθοριστεί για την εξέταση του αιτήματος του συγκεκριμένου ατόμου.
Εν κατακλείδι, τονίζεται εκ νέου ότι η όλη διαδικασία αφορά την άσκηση διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, αφενός, για την οποία δε διαπιστώνεται να υπάρχει οποιοδήποτε λάθος αρχής και, αφετέρου, το στάδιο της πρωτόδικης διαδικασίας βρίσκεται στο τέλος της και αναμένεται ότι θα τελειώσει στις 6.9.2019, χωρίς περαιτέρω χρονοτριβή ή άλλη καθυστέρηση, είτε από το Δικαστήριο, είτε από τους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης.
Επομένως, η Έφεση υπ΄ αρ. Ε151/2019 απορρίπτεται, επί της ουσίας της, ενώ η Έφεση αρ. 156/2019 απορρίπτεται ως παραμένουσα άνευ αντικειμένου. Παραμένει η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου για παραμονή του εφεσείοντα υπό κράτηση.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ