ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A298
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.59/2013)
10 Ιουλίου 2019
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
KENNEDY HOTELS LTD
Εφεσειόντων/Εναγομένων
- ΚΑΙ -
ΧΧΧ ΜΕΡΚΟΥΡΗ
Εφεσίβλητου/Ενάγοντα
-----------------------------------
Λ. Κούσιος, για τους εφεσείοντες.
Ξ. Κουσταή (κα), για τον εφεσίβλητο.
-----------------------------------
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: H απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί
από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες/εναγόμενοι διαχειρίζονταν κατά τον ουσιώδη χρόνο δύο ξενοδοχεία στη Λευκωσία, το Holiday Inn Nicosia City Centre και το Καστέλλι.
Το Καστέλλι βρίσκεται σε δημόσιο δρόμο στο πίσω μέρος του Holiday Inn. Στην ίδια πλευρά του δρόμου με το Καστέλλι και σε απόσταση 50-60 μ. από αυτό, βρίσκεται το πλυντήριο των εφεσειόντων.
Ο εφεσίβλητος εργαζόταν ως υπάλληλος των εφεσειόντων και μεταξύ των καθηκόντων του ήταν η μεταφορά λευκών ειδών από τα εν λόγω ξενοδοχεία στο πλυντήριο και αντιστρόφως. Προς τούτο χρησιμοποιούσε ένα τρόλεϊ από αλουμίνιο, μήκους 1.30 μ., πλάτους 0.60 μ. και ύψους 1 μ., το οποίο στηρίζεται σε 4 μικρούς τροχούς χωρίς να διαθέτει φρένα. Φορτωμένο, είχε βάρος 60-65 κιλά.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, η οποία έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, η χρήση του τρόλεϊ στο δημόσιο δρόμο και στα πεζοδρόμια ένθεν και ένθεν του δρόμου γινόταν με δυσχέρεια και χωρίς ασφάλεια, λόγω σταθμευμένων αυτοκινήτων που εμπόδιζαν τη διέλευση. Κατά την επίδικη ημερομηνία ο εφεσίβλητος είχε λάβει ρητές οδηγίες από την προϊσταμένη του να μεταφέρει με το τρόλεϊ καθαρά λευκά είδη από το Holiday Inn στο Καστέλλι και στη συνέχεια να μεταφέρει από το Καστέλλι λερωμένα λευκά είδη στο πλυντήριο.
Κατά την έξοδό του από το Καστέλλι, δεν μπορούσε να κατεβάσει το τρόλεϊ από το πεζοδρόμιο στο δρόμο από το σημείο όπου το πεζοδρόμιο εφάπτεται με το δρόμο, καθ΄ότι υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα. Μη έχοντας άλλη επιλογή, όπως ήταν η θέση του, προσπάθησε να κατεβάσει το φορτωμένο τρόλεϊ από άλλο σημείο του πεζοδρομίου όπου η πρόσβαση προς το δρόμο ήταν ελεύθερη. Όμως εκεί το ύψος του πεζοδρομίου από το δρόμο ήταν περίπου 15-18 εκ. Προσπαθώντας να κατεβάσει το τρόλεϊ από το πεζοδρόμιο στο δρόμο, μόλις κατέβηκαν οι δύο τροχοί, αυτό έγειρε απότομα και επικίνδυνα παρασύροντάς τον. Προσπάθησε τότε να το ακινητοποιήσει και να το επαναφέρει στη θέση του, αλλά στην προσπάθειά του αυτή στραβοπάτησε και υπέστη τραυματισμό στο αριστερό του πόδι.
Οι αποζημιώσεις συμφωνήθηκαν. Εκδικάστηκε και τέθηκε κατ΄έφεσιν ενώπιον μας το θέμα της ευθύνης την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε ολόκληρη στους εφεσείοντες.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης εγείρεται ζήτημα έλλειψης της απαιτούμενης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του τραυματισμού και των παραλείψεων των εφεσειόντων. Συναφώς, ως μέρος του τρίτου λόγου έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει και να λάβει υπόψιν το λόγο που έγειρε το τρόλεϊ ή το βάρος που είχε.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης εγείρεται ο ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αποδώσει συντρέχουσα αμέλεια στον εφεσίβλητο. Συναφώς, ως περαιτέρω μέρος του τρίτου λόγου έφεσης, προβάλλεται ότι κακώς, χωρίς έρεισμα στη μαρτυρία, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι ο εφεσίβλητος θα έχανε την εργασία του εάν εκείνη την ημέρα δεν μετέφερε στο πλυντήριο τα λευκά είδη ή ότι είχε ρητές συγκεκριμένες οδηγίες.
Κατ΄ αρχάς παρατηρούμε ότι η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία του εφεσίβλητου ως μάρτυρα δεν προσβάλλεται. Ούτε αμφισβητήθηκε η διαπίστωση πως ο μάρτυρας της άλλης πλευράς, διευθυντής και γραμματέας των εφεσειόντων, δεν ήταν γνώστης των γεγονότων της συγκεκριμένης ημέρας και δεν γνώριζε επακριβώς τις οδηγίες που είχε ο εφεσίβλητος. Ούτε και η κρίση ότι ο εν λόγω μάρτυρας σκοπό είχε να βοηθήσει την υπόθεση των εφεσειόντων.
Συνεπώς, το πλαίσιο κρίσης της υπόθεσης ορίζεται από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου από την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγαγε το συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά των εφεσειόντων ήταν αμελής διότι δεν μερίμνησαν να παράσχουν στον εργοδοτούμενο τους εφεσίβλητο ένα ασφαλές σύστημα εργασίας, απαλλαγμένο «περιττών κινδύνων» ήτοι κινδύνων που μπορούσαν να προβλεφθούν και να αποφευχθούν (Smith v. Baker (1891) A.C. 325, 362, Harris v. Bright's Asphalt Contractors Ltd, Allard & Saunders Ltd [1953] 1 Q.B. 617, 626, Athanassiou v. A.G. (1969) 1 CLR 160).
Ο κίνδυνος εν προκειμένω, έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν ήταν απλώς προβλεπτός υπό τις περιστάσεις διακίνησης του φορτωμένου τρόλεϊ από τα πεζοδρόμια στο δρόμο και αντιστρόφως εν μέσω σταθμευμένων αυτοκινήτων, αλλά και ρητά υποδείχθηκε από τον εφεσίβλητο στους προϊσταμένους του, πλην ματαίως. Ήταν δε ευχερές να αποτραπεί, όπως έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, με κατάλληλες οδηγίες, όπως να μην γίνεται μεταφορά όταν η δίοδος είναι φραγμένη ή η μεταφορά να γίνεται με τη συνδρομή δύο υπαλλήλων ή και με αποτρεπτικά μέτρα ώστε ο χώρος μπροστά από το ξενοδοχείο, όπου υπήρχε και πινακίδα απαγόρευσης της στάθμευσης, να ετηρείτο όντως ελεύθερος.
Ως άνω, τα ζητήματα που τέθηκαν με την έφεση είναι η αιτιώδης συνάφεια και η συντρέχουσα αμέλεια.
Η αιτιώδης συνάφεια της παράλειψης με το ζημιογόνο αποτέλεσμα είναι αναγκαίο απαιτούμενο. Δεν αρκεί η ύπαρξη καθήκοντος και η στοιχειοθέτηση παράβασης του, αλλά απαιτείται να αποδεικνύεται ότι η παράβαση αυτή επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα (Κωνσταντίνου ν. The Phassouri Plantations Co Ltd (1992) 1 ΑΑΔ 720). Η υπόθεση όμως Κωνσταντίνου την οποία επικαλέστηκαν οι εφεσείοντες αφορούσε διαφορετικά γεγονότα. Εκεί, μια σκάλα όπου ήταν ανεβασμένη η εφεσείουσα-ενάγουσα ασχολούμενη με το κόψιμο πορτοκαλιών έγειρε, με αποτέλεσμα η εφεσείουσα να πέσει στο έδαφος και να τραυματισθεί, χωρίς να είχε καταδειχθεί η ακριβής αιτία πτώσης της σκάλας.
Εν προκειμένω, από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, ο οποίος είχε και το βάρος να στοιχειοθετήσει την απαιτούμενη αιτιώδη συνάφεια, προκύπτει με σαφήνεια ότι ο τραυματισμός του επήλθε όταν στην προσπάθειά του να κατεβάσει το φορτωμένο τρόλεϊ από το πεζοδρόμιο στο δρόμο αυτό έγειρε με τελικό, συνεπακόλουθο, αποτέλεσμα τον τραυματισμό του. Δεν ήταν ένα ατυχές γεγονός, ένα «στραβοπάτημα» που θα μπορούσε να συμβεί σε οποιοδήποτε μετέφερε ένα καρότσι σε μια υπεραγορά, όπως ήταν η εισήγηση εκ μέρους της εφεσείουσας. Ήταν ένα ατύχημα που προκλήθηκε στα πλαίσια της εργοδότησης του εφεσίβλητου από τους εφεσείοντες στην προσπάθειά του να εκτελέσει την εργασία που του ανατέθηκε υπό τις δεδομένες συνθήκες για το επικίνδυνο των οποίων είχε προειδοποιήσει τους εφεσείοντες. Ήταν ένα ατύχημα το οποίο επήλθε ως αποτέλεσμα της παράλειψης των εφεσειόντων να παράσχουν ασφαλές σύστημα εργασίας στον εφεσίβλητο, όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε.
Η υπεράσπιση της συντρέχουσας αμέλειας πρέπει να προβάλλεται ρητά και να δίδονται λεπτομέρειες (Taylor v. Simon Carves Ltd (1958) S.L.T. (Sh. Ct.) 23, Fookes v. Slaytor [1978] 1 W.L.R. 1293, Christie v. Bridgestone Australia Pty [1984] 1 WLUK 90). Εν προκειμένω, στην Υπεράσπιση δεν αναφέρεται, διαζευκτικά έστω, η συντρέχουσα αμέλεια. Προβάλλεται ως μόνη υπεράσπιση η αποκλειστική αμέλεια του εφεσίβλητου. Θα μπορούσε έτσι να λεχθεί ότι η έγερση του ζητήματος συντρέχουσας αμέλειας κατά τη δίκη δεν φαίνεται να συνάδει με το δικόγραφο της Υπεράσπισης. Όμως, αφενός στο δικόγραφο δόθηκαν λεπτομέρειες αμέλειας και αφετέρου το ζήτημα αυτό δεν εγέρθηκε ώστε να ακουστούν τα μέρη ως προς το κατά πόσον ένα δικόγραφο απόδοσης πλήρους αμέλειας, όπως εν προκειμένω, δεν θα μπορούσε να καλύψει ως έλασσον και το ζήτημα της συντρέχουσας αμέλειας, όπως στην πράξη έγινε στην παρούσα υπόθεση. Υπ΄αυτές τις περιστάσεις αποφασίσαμε να εξετάσουμε το θέμα της συντρέχουσας αμέλειας.
Σ΄αυτά τα πλαίσια, αποδόθηκε με την υπεράσπιση στον εφεσίβλητο ότι είχε αγνοήσει εμφανείς κινδύνους και ότι προσπάθησε να κατεβάσει το τρόλεϊ κατά τέτοιο τρόπο και/ή από σημείο που ήταν εμφανές ότι δεν μπορούσε να ελέγξει και ότι παρέλειψε να ζητήσει βοήθεια από άλλους συναδέλφους του. Τέθηκε, επίσης, ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν τη δυνατότητα ή την ευκαιρία να τον προλάβουν και/ή να παρέμβουν, ζήτημα όμως το οποίο δεν βρίσκει έρεισμα στα ευρήματα πλέον του Δικαστηρίου.
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο εφεσίβλητος είχε αναλάβει τον κίνδυνο να κατεβάσει το τρόλεϊ στο δρόμο από σημείο όπου υπήρχε υψομετρική διαφορά από το πεζοδρόμιο. Όμως, η ανάληψη κινδύνου δεν συνιστά εξάπαντος συντρέχουσα αμέλεια. Η απάντηση εξαρτάται από το κατά πόσον ένα συνετό πρόσωπο στη θέση του ενάγοντα θα ενεργούσε με τον ίδιο τρόπο (Clayards v. Dethick (1948) 12 Q.B. 439). Στην υπόθεση εκείνη μπροστά στην είσοδο του στάβλου όπου βρισκόταν το άλογο ενός αμαξά είχε σκαφτεί ένα αυλάκι, χωρίς προστατευτική περίφραξη. Αφέθηκε μόνο ένα στενό πέρασμα από το οποίο ο αμαξάς προσπάθησε να περάσει το άλογό του, μη έχοντας άλλη επιλογή. Το άλογο γλίστρησε, έπεσε στο αυλάκι και σκοτώθηκε. Το ερώτημα που τέθηκε στην αγωγή του αμαξά για αποζημιώσεις, το οποίο και απαντήθηκε προς όφελός του, ήταν κατά πόσον, αναλαμβάνοντας υπό τέτοιες περιστάσεις τον κίνδυνο, είχε ενεργήσει όπως θα ενεργούσε ο μέσος συνετός άνθρωπος ή κατά πόσον ενήργησε βιαστικά περιφρονώντας τις προειδοποιήσεις («whether the plaintiff acted as a man of ordinary prudence would have done, or rashly in defiance of warning»).
Εν προκειμένω, ισχυρίζεται η πλευρά των εφεσειόντων ότι η ενέργεια του εφεσίβλητου ήταν αχρείαστη και αντίθετη στην κοινή λογική. Ποια όμως άλλη επιλογή είχε για να μεταφέρει το τρόλεϊ από το πεζοδρόμιο στο δρόμο, παρά, είτε να αναλάβει τον κίνδυνο εκ της υψομετρικής διαφοράς, είτε να μην εκτελέσει την εργασία που του ανατέθηκε; Η έννοια της μόνης επιλογής, δεν τίθεται κατ΄ανάγκη σε αντιδιαστολή με τον κίνδυνο απώλειας της εργασίας, όπως περιοριστικά το έθεσε η πλευρά των εφεσειόντων με αναφορά στην υπόθεση Fysko, όπου η επιλογή των εργαζομένων ήταν ή να εκτελέσουν την εργασία τους με το σύστημα και τα μέσα που υπήρχαν ή να την χάσουν. Δεν υπήρχε εν προκειμένω μαρτυρία, εισηγήθηκε η ευπαίδευτη δικηγόρος των εφεσειόντων, ότι οι εφεσείοντες είχαν θέσει τον εφεσίβλητο στο δίλημμα να εκτελέσει τη συγκεκριμένη εργασία ή να απολυθεί. Πέραν όμως του ακραίου αυτού διλήμματος, το περιορισμένο της επιλογής ενός εργαζομένου να συμμορφωθεί στις εντολές του εργοδότη του είναι εν πολλοίς δεδομένο, αναφερόμενο, εν πάση περιπτώσει, στον τρόπο και τα μέσα εκτέλεσης της εργασίας. Όπως ελέχθη από τον Πική, Δ., όπως ήταν τότε, στην United Brickworks Ltd v. Ευαγγέλου (1992) 1 ΑΑΔ 123, «Στην απόδοση συντρέχουσας αμέλειας στον εργαζόμενο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι έχει περιορισμένη επιλογή ως προς τον τρόπο και τα μέσα με τα οποία εκτελεί την εργασία η οποία του ανατίθεται.» Στην Fysko άλλωστε, τέθηκε με γενικότερους όρους ότι δυνατότητα επιλογής δεν θεωρείται ότι υπάρχει στις περιπτώσεις εργοδοτουμένων που απλώς ανταποκρίνονται στην υποχρέωσή τους για εκτέλεση της εργασίας τους, χωρίς ο,τιδήποτε άλλο. Στην θεώρηση δε του ζητήματος της ευθύνης δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση United Brickworks, στην Κύπρο η προστασία των εργαζομένων αποτελεί διακηρυγμένο συνταγματικό στόχο (Άρθρο 9) στο πλαίσιο εξασφάλισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου που αναμφίβολα περιλαμβάνουν και την ασφάλεια του στον τόπο της εργασίας του.
Υπό το φως των ανωτέρω και δοθέντος ότι είχε προειδοποιήσει στο παρελθόν για τους κινδύνους ως εκ της υψομετρικής διαφοράς, ο εφεσίβλητος προσπάθησε να εκτελέσει την εργασία του στα περιορισμένα περιθώρια που είχε, κατά τρόπο που δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί παράλογος ή ασύνετος ή βεβιασμένος.
Τέθηκε ειδικότερα από πλευράς εφεσειόντων ότι παρέλειψε να ζητήσει βοήθεια από συναδέλφους του. Έχουμε εντοπίσει ότι στην υπόθεση Brown v. Allied Ironfounders Ltd [1974] 1 W.L.R. 527, αποδόθηκε συντρέχουσα αμέλεια (50%) στον ενάγοντα λόγω της παράλειψής του να ζητήσει βοήθεια για την άρση βαρετού φορτίου. Επρόκειτο όμως για περίπτωση που η βοήθεια ήταν διαθέσιμη στο σύστημα εργασίας. Εν προκειμένω, σύμφωνα με τη μαρτυρία που δέχθηκε το Δικαστήριο, μόνο ο εφεσίβλητος ήταν «πάνω στα ρούχα» και απλώς αντικαθίστατο όταν απουσίαζε από την εργασία του. Δεν υπήρχε πρόβλεψη για δεύτερο άτομο, ούτε και υπήρχε τέτοια πρακτική δυνατότητα. Υπό τέτοιες περιστάσεις δεν εναπόκειτο στον εφεσίβλητο να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ασφαλούς μεταφοράς. Όπως υποδείχθηκε στην Fysko (ανωτέρω), «αυτό θα ισοδυναμούσε με μεταφορά της ευθύνης για την ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας από τους ώμους των εργοδοτών όπου κατά νόμο βρίσκεται στους ώμους του εργοδοτουμένου». Ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η έλλειψη βοήθειας από δεύτερο πρόσωπο συνιστούσε παράλειψη οφειλόμενης μέριμνας των εφεσειόντων. Δεν θα μπορούσε ασφαλώς τέτοια έλλειψη και παράλειψη να μεταφερθεί στους ώμους του εφεσίβλητου.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, πλέον ΦΠΑ.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμή, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/ΚΧ»Π