ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D275
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 107/2019)
3 Ιουλίου, 2019
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΓΙΑΝΝΟΥΚΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ YIANNOUKAS MEDICAL LABORATORIES LIMITED (HE99867) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/5/2019 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 27 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155.
_ _ _ _ _ _
κ. Η. Στεφάνου με κ. Γ. Νεάρχου, για τους Αιτητές.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο xxx Γιαννουκάς, αιτητής, είναι πτυχιούχος χημικός, μέτοχος και ένας εκ των διευθυντών της αιτήτριας εταιρείας. Στις 3.6.2019 δύο μέλη του ΤΑΕ Λευκωσίας και ένα μέλος του Γραφείου Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος επισκέφθηκαν το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας, όπου λειτουργεί και κλινικό εργαστήριο στην οδό Ιφιγενείας 59, στη Λευκωσία, και πληροφόρησαν τον αιτητή ότι εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα έρευνας για το χώρο, αναφέροντάς του ότι το μόνο που αναζητούσαν ήταν συγκεκριμένη ηλεκτρονική αλληλογραφία που είχε με πανεπιστήμιο του εξωτερικού, την οποία τους παρέδωσε, αφού θεώρησε ότι δεν είχε άλλη επιλογή. Με οδηγίες του αστυνομικού του Γραφείου Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος εισήλθε στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail) και τύπωσε την αλληλογραφία που είχε με το πανεπιστήμιο Harvard Medical School σχετικά με την παρακολούθηση προγράμματος στον τομέα της Ανοσολογίας. Την ίδια ημέρα του επιδόθηκε κλήση με αποτέλεσμα να παρουσιαστεί στο ΤΑΕ Λευκωσίας στις 7.6.2019 προκειμένου να του ληφθεί, όπως και έγινε, ανακριτική κατάθεση. Η ανακρίτρια εφιστώντας την προσοχή του στο Νόμο, του ανέφερε ότι διερευνά εναντίον του αδίκημα κατά παράβαση του άρθρου 366 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Εν συνεχεία του απαγγέλθηκε γραπτή κατηγορία στη βάση του εν λόγω άρθρου.
Στην αίτηση επισυνάπτονται πιστά αντίγραφα του εντάλματος έρευνας, καθώς και του όρκου στη βάση του οποίου εκδόθηκε.
Σύμφωνα με τον όρκο του Αρχ/Αστ. 1xx2 που αιτήθηκε την έκδοση του εντάλματος, το ΤΑΕ Λευκωσίας διερευνούσε καταγγελία της Εφόρου του Συμβουλίου Κλινικών Εργαστηρίων ότι ο αιτητής στις 25.1.2019 υπέβαλε αίτηση για εξασφάλιση άδειας λειτουργίας κλινικού εργαστηρίου στον τομέα της Ανοσολογίας. Για να αποκτηθεί τέτοια άδεια ο αιτητής θα έπρεπε να κατέχει πιστοποιητικό της εν λόγω ειδικότητας μετά από σπουδές ενός έτους από αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα από τη Δημοκρατία. Στις 25.1.2019 ο αιτητή κατέθεσε πιστοποιητικό από το Harvard Medical School, online learning, στο οποίο, όμως, δε φαινόταν η χρονική διάρκεια της φοίτησης. Μετά που του ζήτησαν να αποστείλει οτιδήποτε που θα επιβεβαίωνε ότι η χρονική διάρκεια του προγράμματος ήταν ένας χρόνος, ο αιτητής απέστειλε την αλληλογραφία που είχε με το εν λόγω πανεπιστήμιο, το οποίο επιβεβαίωνε τη 18μηνη διάρκεια του προγράμματος. Στις 21.3.2019 η παραπονούμενη προσήλθε εκ νέου στο ΤΑΕ Λευκωσίας, όπου παρέδωσε επίσημη απάντηση που είχε από το εν λόγω πανεπιστήμιο, στην οποία αναφερόταν ότι ο αιτητής παρακολούθησε πρόγραμμα διάρκειας δέκα εβδομάδων. Ως εκ τούτου ζητήθηκε η έκδοση εντάλματος έρευνας με σκοπό τον εντοπισμό του εν λόγω πιστοποιητικού ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με το πιστοποιητικό, καθώς και μέσων αποθήκευσης ηλεκτρονικών δεδομένων.
Με την παρούσα αίτηση ζητείται άδεια για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του εντάλματος έρευνας και/ή σύλληψης, ημερομηνίας 20.5.2019, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας κατά την έκδοση του εν λόγω εντάλματος και έκδηλη πλάνη του Νόμου. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα ακόλουθα:
Στο εν λόγω ένταλμα που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο αναφέρεται:
«Με βάση το περιεχόμενο του όρκου το οποίο έχω μελετήσει προσεχτικά κρίνω ότι υπάρχουν εύλογες υπόνοιες που δικαιολογούν την έκδοση του εντάλματος και ως εκ τούτου
Έχω/Δεν έχω ικανοποιηθεί λογικά για την ύπαρξη ανάγκης έκδοσης του παρόντος εντάλματος.»
Σύμφωνα με το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση εντάλματος έρευνας η διαπίστωση, στη βάση ένορκης μαρτυρίας, εύλογης αιτίας. Περαιτέρω, το άρθρο 28(1) του Κεφ. 155 καθορίζει ότι «κάθε ένταλμα έρευνας φέρει την υπογραφή του δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα εκδόσεως, καθώς επίσης και βεβαίωση του δικαστή ότι έχει ικανοποιηθεί λογικά για την ύπαρξη της ανάγκης εκδόσεως του εντάλματος.» Σύμφωνα με τους αιτητές, νομολογιακά έχει διασαφηνιστεί ότι για την έκδοση εντάλματος έρευνας απαιτούνται σωρευτικά και οι δύο πιο πάνω προϋποθέσεις, ενώ στο υπό κρίση ένταλμα το Επαρχιακό Δικαστήριο θεώρησε πως η συνδρομή της πρώτης προϋπόθεσης οδηγούσε στην ικανοποίηση και της δεύτερης, χωρίς να το απασχολήσει κατά πόσο από τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιόν του προέκυπτε αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος, ούτε εξέτασε το αίτημα στη βάση της αρχής της αναλογικότητας.
Το ένταλμα έρευνας εξουσιοδοτούσε ακόμα και τη σύλληψη του αιτητή, κάτι για το οποίο θα έπρεπε, σύμφωνα με τους αιτητές, να υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι πρόσωπο διέπραξε ποινικό αδίκημα όπως ορίζει το άρθρο 18(1) του Κεφ. 155 και αναγκαιότητα σύλληψης ως καθορίζεται στο Άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος και άρθρο 19(1) του Κεφ. 155.
Περαιτέρω, από την ένορκη δήλωση του Αρχ/Αστ. 1xx2 Φ. Κ., ο οποίος αιτήθηκε την έκδοση του εντάλματος, προκύπτει ότι ένα από τα στοιχεία που αναζητούσαν ήταν αλληλογραφία την οποία ο αιτητής 1 είχε με πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Η εξουσιοδότηση έρευνας μέσω του επίδικου εντάλματος, ανέφερε ότι υπήρχε εύλογη υποψία ότι στο χώρο αποκρύπτονται στοιχεία, τα οποία μπορούν να παράσχουν μαρτυρία για τη διάπραξη του υπό διερεύνηση αδικήματος, «ήτοι αυτούσιο το εν λόγω πιστοποιητικό ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με το πιστοποιητικό καθώς και αναζήτηση μέσων αποθήκευσης ηλεκτρονικών δεδομένων.» Σύμφωνα με τους αιτητές, η Αστυνομία αναζητούσε κατ΄ ουσία συγκεκαλυμμένη εξουσιοδότηση πρόσβασης σε περιεχόμενο ηλεκτρονικής αλληλογραφίας κατά παράβαση του Άρθρου 17 του Συντάγματος. Περαιτέρω, η πρόσβαση στο περιεχόμενο αλληλογραφίας ρυθμίζεται από τις διατάξεις του περί Προστασίας του Απόρρητου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων και Πρόσβαση σε Καταγεγραμμένο Περιεχόμενο Ιδιωτικής Επικοινωνίας) Νόμου του 1996, (Ν.92(Ι)/1996) και τις διατάξεις του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου του 2007, (Ν.183(Ι)/2007), χωρίς να τηρηθούν οι πρόνοιες των εν λόγω νομοθετημάτων. Προβάλλεται, επίσης, ότι το ένταλμα έρευνας εκδόθηκε στη βάση παραπλανητικών στοιχείων, λόγω του ότι, ως ισχυρίζονται, ο αιτητής δεν είναι ιδιοκτήτης του κλινικού εργαστηρίου, αλλά ένας εκ των μετόχων της αιτήτριας εταιρείας, κάτι που με έρευνα στο Τμήμα του Εφόρου Εταιρειών θα μπορούσε να διαπιστωθεί.
Τέλος, προβάλλεται ότι το ένταλμα έρευνας εκδόθηκε στη βάση διερεύνησης αδικήματος του άρθρου 366 του Κεφ.154, ενώ το εν λόγω άρθρο συνιστά ερμηνευτική διάταξη και συγκεκριμένα ορισμό της απόπειρας γενικά και δεν καθορίζει αδίκημα. Συνεπώς, δεν μπορεί να αποτελέσει νομιμοποιητική βάση για την έκδοση εντάλματος έρευνας και/ή σύλληψης.
Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari παρέχεται εκεί όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 ΑΑΔ 1298, Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692).
Ο κ. Στεφάνου με εμπεριστατωμένη προφορική αγόρευση υποστήριξε την αίτηση με αναφορά σε νομολογία.
Εξέτασα τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μου και τον όρκο του αστυφύλακα καθώς και το ένταλμα έρευνας (έντυπο αρ. 6) που επισυνάπτονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή.
Τόσο στον όρκο του αστυφύλακα, όσο και στο ένταλμα έρευνας (έντυπο 6), αναφέρεται ότι το αδίκημα που διερευνάται είναι η απόπειρα εξασφάλισης εγγραφής, Κεφ. 154, άρθρο 366. Όπως ορθά ανέφερε ο κ. Στεφάνου, το εν λόγω άρθρο αφορά την ερμηνεία που δίδεται στον Ποινικό Κώδικα για την απόπειρα και δεν δημιουργεί οποιοδήποτε αδίκημα. Κατά συνέπεια, μπορεί κάποιος μόνο να εικάσει ως προς το αδίκημα που εξετάζεται. Η εγγραφή και λειτουργία κλινικών εργαστηρίων διέπεται από τον περί Εγγραφής και Λειτουργίας Κλινικών Εργαστηρίων Νόμου του 1988, Ν.132/1988, όπου στο άρθρο 17 καθορίζονται τα αδικήματα. Επίσης, προνοείται στο άρθρο 305 του Κεφ. 154 αδίκημα εξασφάλισης εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις. Δεν υπάρχει όμως επαρκής κάλυψη του αδικήματος που διερευνάται ούτε στον όρκο ούτε στο ένταλμα έρευνας.
Ενόψει αυτής της παράλειψης, παρατηρώ ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως προβληματική αναφορά στην ύπαρξη εύλογης υπόνοιας και αναγκαιότητας έκδοσης του εντάλματος.
Τα πιο πάνω δεν μπορούν να μην συσχετιστούν με το έτερο ζήτημα που εγείρουν οι αιτητές, ότι το εν λόγω ένταλμα έρευνας αποτελεί, εκ πρώτης όψεως και συγκεκαλυμμένο διάταγμα πρόσβασης στην ηλεκτρονική αλληλογραφία των αιτητών, κατά παράβαση του Συντάγματος (Άρθρο 17), της σχετικής νομοθεσίας και της αρχής της αναλογικότητας.
Για τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι οι αιτητές έχουν καταδείξει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και, κατά συνέπεια, παρέχεται άδεια να καταχωρήσουν αίτηση δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος τύπου Certiorari εντός επτά ημερών από σήμερα.
Η αίτηση ορίζεται για επίδοση και πρώτη εμφάνιση στις 12.7.2019 και ώρα 9.00π.μ. ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ