ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2019:10
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(΄Εφεση Αρ. 10/2015)
25 Ιουλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
Δ. A.,
Εφεσείων-Καθ' ου η Αίτηση,
ν.
1. Κ. Κ.,
2. Α. Κ., ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ
ΩΣ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΗΣ ΦΙΛΗΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΣΑΣ
ΤΑ ΓΟΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
________________________
Χαρά Σούρπη, για Ανδρέα Χατζησέργη, για τον Εφεσείοντα.
Δώρος Κακουλλής, μαζί με Αντώνη Τουφεξιή, Ασκούμενο Δικηγόρο, για τους Εφεσίβλητους.
________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη 1, (η εφεσίβλητη), με την εναρκτήρια αίτησή της αρ. 1/2012 ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, αιτήθηκε απόφαση, με την οποία να αναγνωρίζεται ότι ο εφεσείων, καθ' ου η αίτηση, είναι ο βιολογικός πατέρας του παιδιού της Α. Κ. Το παιδί, ηλικίας δύο ετών, σχεδόν, τότε, γεννήθηκε στις 3.3.2010, εκτός γάμου. Το αίτημά της έγινε δεκτό από το Δικαστήριο, το οποίο, απορρίπτοντας την ένσταση, σχετικά, του εφεσείοντος, αποφάσισε αναλόγως.
Ο εφεσείων προσέβαλε την πιο πάνω απόφαση με τρεις λόγους έφεσης, οι οποίοι, βασικά, επικεντρώνονται σε δύο πτυχές της. Συγκεκριμένα, με τους λόγους έφεσης 1 και 2, εξετάζεται η εφαρμογή, στην προκειμένη περίπτωση, του άρθρου 9 του περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμου του 1991, (Ν. 187/1991), (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»). Με τον τρίτο λόγο έφεσης, γίνεται εισήγηση ότι το Δικαστήριο αξιολόγησε λανθασμένα τη μαρτυρία και, συνακόλουθα, οδηγήθηκε σε λάθος ευρήματα.
Η πρωτόδικη διαδικασία διεξήχθη στη βάση των αντίστοιχων ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων, καθώς, επίσης, στη βάση της προφορικής μαρτυρίας, την οποία προσέφερε έκαστος από αυτούς ενώπιον του Δικαστηρίου. Η εφεσίβλητη, προς επιβεβαίωση και ενίσχυση της εκδοχής της, προσέφερε, επίσης, τη μαρτυρία της μητέρας της. Οι μάρτυρες αντεξετάστηκαν, ο καθένας επί της εκδοχής του. Η εφεσίβλητη και η μητέρα της αναφέρθηκαν εκτενώς και με λεπτομέρεια στις περιστάσεις δημιουργίας της σχέσης της πρώτης με τον εφεσείοντα, ιδιαιτέρως, όμως, στις πολύ συχνές ερωτικές συνευρέσεις τους, κατά την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 2008 και Ιουνίου 2009, στην οικία της μητέρας. Η εφεσίβλητη μίλησε για την πιο πάνω σχέση εξ ιδίας γνώσης, ενώ η μητέρα ισχυρίστηκε ότι γνώριζε για τη σχέση του ζευγαριού και για τις εν λόγω συνευρέσεις του, καθότι αυτές συνέβαιναν στην οικία της.
Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι ο εφεσείων εμφανίστηκε να τασσόταν θετικά στην ιδέα ότι αυτός ήταν ο βιολογικός πατέρας του παιδιού της. ΄Οταν, κατά τον Ιούνιο του 2009, τον πληροφόρησε ότι ήταν έγκυος, ο ίδιος έδειξε πως θα αναγνώριζε το παιδί ως δικό του, γι' αυτό υποβλήθηκαν και οι δύο σε αιματολογικές εξετάσεις, προς διαπίστωση του κατά πόσο έφεραν το στίγμα της μεσογειακής αναιμίας.
Ο εφεσείων, από την πλευρά του, δεν προσέφερε οποιαδήποτε ουσιαστική μαρτυρία, η οποία να υποστηρίζει την εκδοχή του. Βασικά, περιορίστηκε στο να ισχυριστεί ότι η σχέση του με την εφεσίβλητη ήταν απλώς εργασιακή, όταν αυτή εργάστηκε κατά την προαναφερθείσα περίοδο σε κάποια εταιρεία της οικογένειάς του. Συνεπής δε με τη θέση τούτη, αρνήθηκε και ότι είχε ερωτική σχέση με την εφεσίβλητη. Υποστήριξε, αντιθέτως, ότι το παιδί ήταν καρπός της σχέσης της με άλλον άνδρα. Δεν προσέφερε, όμως, οποιαδήποτε μαρτυρία, προς υποστήριξη του συγκεκριμένου αυτού ισχυρισμού του, αλλά και των υπολοίπων, σε σχέση με την προαναφερθείσα γενική εκδοχή του.
Το Δικαστήριο αναφέρθηκε σε κάθε πτυχή της μαρτυρίας των διαδίκων μερών, αναλύοντάς την με σχολαστικότητα και στη λεπτομέρειά της, υποβάλλοντάς την, συγχρόνως, στη βάσανο της λογικής, με αναφορά, ειδικά, στο περιεχόμενό της. Κατάληξε ότι η εκδοχή την οποία πρόβαλαν η εφεσίβλητη και η μητέρα της αποκάλυπτε την πραγματική αλήθεια αυτών που είχαν συμβεί μεταξύ της εφεσίβλητης και του εφεσείοντος, τη μαρτυρία του οποίου απέρριψε ως μη ικανοποιητική, προς διαπίστωση σε αυτήν οποιωνδήποτε στοιχείων αλήθειας.
Το παρόν Δικαστήριο έχει εξετάσει με προσοχή την απόφαση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου όσον αφορά την πτυχή της μαρτυρίας. Κρίνει δε ότι, από το χειρισμό, εκ μέρους του, της μαρτυρίας που είχε τεθεί ενώπιόν του, δεν προκύπτει οποιοδήποτε σφάλμα, ειδικά, όσον αφορά την αξιολόγησή της. Δεν είναι, όμως, δυνατό να υπεισέλθει σε περισσότερη λεπτομέρεια, δεδομένου ότι, με τον υπό αναφορά λόγο έφεσης 3, το θέμα της λανθασμένης αξιολόγησης από το Δικαστήριο της μαρτυρίας και, συνακόλουθα, το επιλήψιμο των ευρημάτων του επί των γεγονότων στα οποία αυτά παραπέμπουν, ειδικά, όσον αφορά στην ερωτική σχέση που διατηρούσε ο εφεσείων με την εφεσίβλητη, τίθενται με, εντελώς, γενικούς όρους. Συγκεκριμένα, δεν αναφέρεται οτιδήποτε στην αιτιολογία, σε ποια σημεία της πιο πάνω διεργασίας του το Δικαστήριο έσφαλε και με ποιον τρόπο.
Ο εφεσείων, σε σχέση και με τους τρεις λόγους έφεσης, επικέντρωσε, ιδιαίτερα, την προσοχή του στη διαπίστωση από το Δικαστήριο του κρίσιμου διαστήματος της σύλληψης από την εφεσίβλητη. Για το θέμα αυτό, όπως έχει ήδη λεχθεί, κάνει ιδιαίτερη μνεία στους λόγους έφεσης 1 και 2, για να ισχυριστεί ότι το Δικαστήριο εφάρμοσε λανθασμένα το άρθρο 9[1] του Νόμου και ότι η εφεσίβλητη έπρεπε να είχε προσκομίσει ιατρική μαρτυρία, προκειμένου να αποδείξει το «κρίσιμο διάστημα της σύλληψης» από αυτή. Σε σχέση με την πιο πάνω πτυχή, ο εφεσείων ήγειρε, επίσης, ότι οι πρόνοιες του άρθρου 9 είναι σχετικές με την περίπτωση προσβολής της πατρότητας, θέμα με το οποίο ασχολείται το άρθρο 8 του Νόμου.
Κανένα από τα θέματα που ήγειρε ο εφεσείων με τους λόγους έφεσης 1 και 2 δε χρειάζεται να εξεταστεί επί της ουσίας του. ΄Οπως προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση, το Δικαστήριο αναφέρθηκε στο άρθρο 9 του Νόμου και στο «κρίσιμο διάστημα της σύλληψης» από την εφεσίβλητη, προς επιβεβαίωση του, ήδη, διαπιστωθέντος ευρήματος «ότι ο Καθ' ου η αίτηση είχε ερωτικές σχέσεις με την Αιτήτρια από την περίοδο που ξεκινά από περίπου τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 2008 και συνεχίστηκαν μέχρι τον Ιούνιο του 2009. Συνεπώς, η σύλληψη του τέκνου της Αιτήτριας έγινε κατά τη χρονική περίοδο που ο Καθ' ου η αίτηση διατηρούσε σαρκικές σχέσεις με την Αιτήτρια.» Το εύρημα αυτό, βέβαια, σχετίζεται άμεσα με την απόρριψη από το Δικαστήριο του γενικού ισχυρισμού του εφεσείοντος ότι το παιδί της εφεσίβλητης ήταν καρπός της σχέσης της με άλλον άνδρα. Επομένως, ο τρίτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί, όπως δεν ευσταθούν και οι πρώτοι δύο λόγοι έφεσης, όπως έχει, ήδη, εξηγηθεί. Υποστήριξη στην πιο πάνω αντιμετώπιση του εν λόγω θέματος από το Δικαστήριο παρέχεται από την υπόθεση ΧΧΧ Τρίαρου ν. Μ. Α., ΄Εφεση Δευτ. Οικ. Δικ. Αρ. 30/2014, 19.10.2018.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις οδηγούν την έφεση σε αποτυχία, κατάληξη η οποία είναι αναπόφευκτη, ούτως ή άλλως, για τον εξής λόγο: Ο εφεσείων απέτυχε να ασχοληθεί με μια, ιδιαίτερα, κρίσιμη πτυχή της απόφασης του Δικαστηρίου· αυτήν που αναφέρεται στην άρνησή του να υποβληθεί σε εξετάσεις διάγνωσης της πατρότητας ή μη του παιδιού της εφεσίβλητης διά της μεθόδου του D.N.A., σύμφωνα με σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 24Α του Νόμου. Το εκδικάσαν Δικαστήριο, αφού διαπίστωσε την άρνηση, ως άνω, του εφεσείοντος και απέρριψε τις αιτιάσεις που αυτός έδωσε στη μαρτυρία του γι' αυτήν, κατέληξε ως εξής:-
«Με βάση όλα τα πιο πάνω, το μοναδικό, απόλυτο και εύλογο συμπέρασμα που μπορεί να εξάγει το Δικαστήριο από την άρνηση του Καθ' ου η αίτηση να υποβληθεί σε γενετικές εξετάσεις, παρόλες τις οδηγίες που είχαν δοθεί από το Δικαστήριο, είναι ότι ο Καθ' ου η αίτηση είναι ο βιολογικός πατέρας του ανήλικου τέκνου της Αιτήτριας.
Το συμπέρασμα αυτό δεν είναι αυθαίρετο, αλλά η άρνησή του αποτελεί τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας που οδηγεί σ' αυτό το συμπέρασμα. ΄Ηδη, η μαρτυρία της Αιτήτριας και της ΜΑ2 (μητέρας της) κρίθηκαν αξιόπιστες, ..., ενώ του Καθ' ου η αίτηση έχει απορριφθεί ως αναληθής.»
Η τελευταία πιο πάνω παρατήρηση του Δικαστηρίου δεν αποστερεί από την κρίση του, στην πρώτη παράγραφο του ιδίου κειμένου, την αυτοδυναμία της ως προς την πατρότητα του παιδιού της εφεσίβλητης, βασισμένης στη μέθοδο D.N.A. Η κρίση του δε αυτή είναι, από μόνη της, καθοριστική για την κατάληξη της υπόθεσης της εφεσίβλητης και της έφεσης, αντίστοιχα, του εφεσείοντος.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντος, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3.000,00, συν Φ.Π.Α.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ
[1] «9. Κρίσιμο διάστημα της σύλληψης θεωρείται στο χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριακοσιοστή δεύτερη και την εκατοστή ογδοηκοστή πρώτη ημέρα πριν από τον τοκετό.»