ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χρίστος Ιωαννίδης μαζί με Χαράλαμπο Βελάρη και Στέλλα Δαμιανού (κα) για τον Αιτητή CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-06-05 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ EROSHEVSKY , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 87/2019, 5/6/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D219

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                   

                 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 87/2019

 

5 Ιουνίου, 2019

 

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ χχχ χχχ EROSHEVSKY ΓΙΑ  ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ  ΑΔΕΙΑΣ  ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13/05/2019, ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΝΑΝΤΊΟΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΥΠ' ΑΡ. 1997/2018

 

*******************

 

Χρίστος Ιωαννίδης  μαζί με Χαράλαμπο Βελάρη και Στέλλα Δαμιανού (κα) για τον Αιτητή

 

                                      Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

 

Ο Αιτητής αντιμετωπίζει την Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση υπ.' Αρ. 1997/2018 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.  Στις 13/5/2019 που η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση ο Αιτητής δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του και όρισε την υπόθεση εκ νέου για ακρόαση και για έλεγχο του εντάλματος σύλληψης  στις 19/6/2019.

 

Στις 30/5/2019 ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκει άδεια «για την καταχώρηση αίτησης με κλήση» για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για ακύρωση του Εντάλματος Σύλληψης εναντίον του, εκδοθέντος υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 13/5/2019, ημερομηνία κατά την οποίαν ήταν ορισμένη για ακρόαση η Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση υπ' αριθμό 1997/2018.  Ζητά επίσης και άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση της αίτησης χωρίς Τύπο Διορισμού Δικηγόρου. 

 

Οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκονται οι πιο πάνω θεραπείες καταγράφονται στην αίτηση που πολύ συνοπτικά είναι οι εξής:

 

Α.  Το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή υπό πλάνη περί το Νόμο έκδηλης στο πρακτικό, γιατί η απουσία του Αιτητή κατά την ημέρα της ακρόασης δεν συνιστούσε παράλειψη εν τη εννοία του άρθρου 44(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου αλλ'  ούτε και μη συμμόρφωση προς νόμιμη διαταγή του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 11.2(β) του Συντάγματος. 

 

Β.  Το Δικαστήριο ενήργησε κάτω από πρόδηλη νομική πλάνη και αντίθετα με τις πρόνοιες των άρθρων 18(1) του ΚΕΦ. 155 και του 11.2(γ) του Συντάγματος, μη πληρούμενης της αναγκαιότητας για τη σύλληψη του Αιτητή.  Παραβαίνει επίσης την αρχή της αναλογικότητας.

 

Γ.  Διαζευκτικά με την παράγραφο Α, το Δικαστήριο ενήργησε κατά παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και/ή του άρθρου 30.2 του Συντάγματος. 

 

Δ.  Διαζευκτικά επίσης με την παράγραφο Α, το Δικαστήριο ενήργησε, με την απόρριψη του ιατρικού πιστοποιητικού, καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας καθιστώντας τον εαυτό του εμπειρογνώμονα. 

 

Η αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του κ. Χριστόδουλου Λεωνίδου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Αιτητή στο χειρισμό της ποινικής υπόθεσης.  Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση,  ο Αιτητής διαμένει στις  ΗΠΑ           και αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας εξαιτίας του οποίου αδυνατούσε να ταξιδέψει στην Κύπρο για σκοπούς εμφάνισης του στις 13/5/2019.  Για το γεγονός αυτό είχε ενημερώσει τηλεφωνικά το δικηγόρο της άλλης πλευράς που τον πληροφόρησε μάλιστα ότι είχε πρόθεση να αποσυρθεί από την εκπροσώπηση του παραπονούμενου.  Όπως αναφέρει στην Ένορκη Δήλωση, υπάρχουν και άλλες δικαστικές διαδικασίες μεταξύ των ίδιων προσώπων. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του αν και η πλευρά του Αιτητή παρουσίασε στο Δικαστήριο ιατρική έκθεση που εξηγούσε τους λόγους για την απουσία του Αιτητή κατά τη δίκη, η εγκυρότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε από το Δικαστήριο,  το Δικαστήριο  χωρίς να εξετάσει τους λόγους της μη εμφάνισης του Αιτητή και τις εισηγήσεις των δικηγόρων του, μηχανικά εξέδωσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του πελάτη του όχι για τη συγκεκριμένη απουσία του άλλα για άλλες προηγούμενες απουσίες του.

 

Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από το πρακτικό του Δικαστηρίου:

 

«κ. Λεωνίδου:  Υπάρχουν προγραμματισμένες εξετάσεις στο εξωτερικό, βρίσκεται στις ΗΠΑ, στη Φλόριντα και υπάρχουν προγραμματισμένες εξετάσεις από τις 10.5 μέχρι 20.6 και μέχρι τον Σεπτέμβρη του 2019.  Όπως έχω αναφέρει δεν έχουμε ενημερωθεί από τον ίδιο.

 

Δικαστήριο:  Δεν έχει έρθει ποτέ.  Θα δώσω οδηγίες να εκτελεστεί ένταλμα σύλληψης.  Συγνώμη.  Απ' ότι βλέπω ήρθε μια φορά και έχει υπογράψει και εγγύηση.  Εκδίδεται νέο ένταλμα σύλληψης εναντίον του Κατηγορουμένου.  Η υπόθεση ορίζεται στις 19.6.2019 η ώρα 8.30 για ακρόαση και για έλεγχο του εντάλματος σύλληψης του Κατηγορούμενου.»

 

Είναι η θέση του κ. Λεωνίδου ότι το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή υπό νομική πλάνη, κατά παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και άνευ νομικού ερείσματος, ο δε ορισμός της υπόθεσης για ακρόαση και έλεγχο του εντάλματος σύλληψης στις 19/6/2019 αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, δεδομένης της αδυναμίας του Αιτητή να εμφανιστεί κατ' εκείνη την ημερομηνία. 

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης ο δικηγόρος του Αιτητή υποστήριξε τις θέσεις του πελάτη του που συνόψισε σε τέσσερις, όπως εξάγονται από την Έκθεση που συνοδεύει την αίτηση.

 

Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ.  Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.»  Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. (Βλ. Αίτηση του Dmytro Firtash (2013) 1 (Γ) AAΔ 2491και Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. κ.α. (2012) 1 (Α) ΑΑΔ 878).

 

Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης  (βλ.  Aίτηση του Σάββα Ιωάννη Κασπαρή (2013) 1(Γ) ΑΑΔ 2476 και Αίτηση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 AAΔ.116).

 

Στο σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα» του Π. Αρτέμη, Κεφ. 4,  σελ. 127-128 αναφέρεται ότι ο έλεγχος των κατώτερων Δικαστηρίων με ένταλμα της φύσης certiorari δεν περιλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις.  Δεν είναι αρκετό ότι υπήρξε σοβαρή πλάνη ή πλάνη σε σχέση με μια καθιερωμένη νομική αρχή.  Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί αμέσως να διακριβωθεί από το Δικαστήριο και όχι κατόπιν έρευνας όλων των στοιχείων ή της μαρτυρίας.  Όταν όμως, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, η διαδικασία είναι κανονική και το κατώτερο Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο που εξετάζει την αίτηση για certiorari δεν θα εκδώσει σχετικό διάταγμα επειδή το Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο.  Όπως αποφασίστηκε επίσης στην Αίτηση Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ. (αρ. 3) (1996) 1(Β) ΑΑΔ 1066 το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε ενεργεί ως έφεση υπό μεταμφίεση και ούτε ως μέσο επανακρόασης των ιδίων ζητημάτων που απασχόλησαν το κατώτερο δικαστήριο.

 

Το άρθρο 89 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ΚΕΦ.155 προβλέπει τα εξής:

 

«Διαδικασία στην περίπτωση που δεν εμφανίζεται κατηγορούμενος ή κατήγορος

 

89.-(1) Αν σε συνοπτική δίκη κατηγορούμενος ο οποίος δεν έχει απαλλαγεί από την υποχρέωση να παραστεί αυτοπροσώπως δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 45, παραλείπει να εμφανιστεί στον ορισμένο χρόνο για εμφάνιση, κατόπι απόδειξης επίδοσης σε αυτόν κλητηρίου εντάλματος, το Δικαστήριο δύναται να προχωρήσει στην ακρόαση της υπόθεσης και να αποφασίσει στην απουσία του ή, αν θεωρεί σκόπιμο να αναβάλει την υπόθεση και να εκδώσει ένταλμα για τη σύλληψη του δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού.

 

(2) Αν, κατά το χρόνο που ορίζεται για την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης, ο κατηγορούμενος εμφανίζεται αλλά ο κατήγορος παραλείπει να εμφανιστεί, το Δικαστήριο αθωώνει τον κατηγορούμενο εκτός αν για κάποιο λόγο θεωρεί ορθό να αναβάλει την ακροαματική διαδικασία για μερικές ημέρες, με τέτοιους όρους ως ήθελε θεωρήσει σκόπιμο.»

 

Είναι φανερό από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μου με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και  τα τεκμήρια  που επισυνάπτοντο σ' αυτήν, ότι ο Αιτητής δεν είχε απαλλαγεί από την υποχρέωση του να παρίσταται αυτοπροσώπως στη δίκη του σύμφωνα με το άρθρο 45(1) του ΚΕΦ. 155.  Ως εκ τούτου το Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια  είχε δικαίωμα αφ' ης στιγμής ικανοποιείτο ότι επιδόθηκε κλήση στον Αιτητή για να εμφανιστεί, να διατάξει τη σύλληψη του.  Σημειώνεται ότι από τα γεγονότα ενώπιον μου δεν εντοπίζονται λεπτομέρειες ως προς το ποιο ποινικό αδίκημα ή αδικήματα  αντιμετωπίζει ο Αιτητής.  Μόνο σε ερώτηση του Δικαστηρίου κατά την ακρόαση της υπό κρίση αίτησης αναφέρθηκε από το δικηγόρο του Αιτητή ότι η Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση αφορούσε σε αδίκημα καταρτισμού πλαστού εγγράφου.    

 

Δεν έχει προβληθεί κανένας ισχυρισμός από πλευράς Αιτητή ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στερείτο δικαιοδοσίας να διατάξει τη σύλληψη του Αιτητή.  Σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία, η  δικαιοδοσία για την έκδοση του προνομιακού εντάλματος certiorari αποβλέπει στη διασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας μέσω της διερεύνησης του πλαισίου της δικαστικής λειτουργίας και των αρχών στη βάση των οποίων ασκείται. 

 

Στην προκειμένη περίπτωση το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας διατάσσοντας τη σύλληψη του Αιτητή ενήργησε εντός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του στη βάση του άρθρου 89 (1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.  Δεν έχει τεκμηριωθεί οποιαδήποτε παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.  Το γεγονός ότι το Δικαστήριο αγνόησε ουσιαστικά την ιατρική έκθεση και δεν δέχθηκε ως δικαιολογημένη την απουσία του Αιτητή την ημέρα της δίκης, αφ' ενός μεν δεν το καθιστά εμπειρογνώμονα, όπως η εισήγηση του Αιτητή και αφ'  ετέρου ήταν στη διακριτική του ευχέρεια να προχωρήσει με την έκδοση του εντάλματος σύλληψης.    

 

Το πρακτικό του Δικαστηρίου καθιστά σαφές ότι είχε εκδοθεί και προηγουμένως ένταλμα σύλληψης εναντίον του Αιτητή, όπου με την εκτέλεση του, υπέγραψε και εγγύηση για να εμφανιστεί κατά την ημέρα της δίκης του.    Δεν τέθηκε καμιά μαρτυρία αλλ' ούτε υπήρξε σχετική εισήγηση ότι ο Αιτητής δεν ήταν γνώστης της ημερομηνίας της δίκης ή δεν του είχεν επιδοθεί κλήση.    

 

Εκείνο που επιζητεί ο Αιτητής με την υπό κρίση αίτηση δεν είναι ο έλεγχος της νομιμότητας τα δικαστικής απόφασης αλλά της ορθότητας της, που είναι εκτός των πλαισίων των προνομιακών ενταλμάτων.  Επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας αίτησης κατά πόσο ήταν εύλογη ή όχι η έκδοση διαταγής για σύλληψη του Αιτητή ενόψει της παράλειψης του να εμφανιστεί   (βλ. Αίτηση Γεωργιάδου (Αρ. 2 (1990) 1 Α.Α.Δ. 382). 

 

Σημειώνεται ότι ο σκοπός για τον οποίον εκδίδεται ένταλμα σύλληψης  εναντίον κατηγορούμενου ο οποίος δεν προσέρχεται στο Δικαστήριο την ημερομηνία της δίκης είναι η εξασφάλιση της παρουσίας του για σκοπούς  της άρτιας απονομής της δικαιοσύνης.  Εδώ δεν τίθεται θέμα  εφαρμογής του άρθρου 18 του ΚΕΦ. 155,  εφόσον αυτό  αναφέρεται στην έκδοση εντάλματος σύλληψης εναντίον ενός προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε αδίκημα ή για παρεμπόδιση του διάπραξης αδικήματος ή για απόδραση του μετά τη διάπραξη.  Το δικαίωμα του Δικαστηρίου να διατάξει την αυτοπρόσωπη παράσταση του κατηγορουμένου του παρέχει το άρθρο 45(1) του ΚΕΦ. 155.  Στην παρούσα περίπτωση θεώρησε απαραίτητη την παρουσία του εφεσείοντα γι' αυτό και τον δέσμευσε με εγγύηση να παρουσιαστεί στη δίκη.  Το άρθρο 89(1) του παρείχε δικαίωμα, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, έκδοσης εντάλματος σύλληψης λόγω μη εμφάνισης του κατά τη δίκη  (βλ. Ποταμός ν. Alpha Bank Cyprus Ltd (2012) 2 A.A.Δ. 167).

 

Ο δικηγόρος του Αιτητή έδωσε έμφαση στην προφορική του αγόρευση του ότι η απουσία του Αιτητή την ημέρα της δίκης δεν συνιστά παράλειψη του να εμφανιστεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 44(1) του ΚΕΦ. 155.

 

Παραθέτω αυτούσιο το άρθρο:

      «Κλήση ή ένταλμα για εξαναγκασμό παράστασης

 

44.-(1) Κατά οποιοδήποτε χρόνο μετά την καταχώρηση του κατηγορητηρίου, Δικαστής δύναται να εκδώσει είτε κλήση είτε ένταλμα που να εξαναγκάζει την παράσταση του κατηγορουμένου ενώπιον του Δικαστηρίου είτε για συνοπτική δίκη είτε για παραπομπή του στο Κακουργιοδικείο, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι δεν εκδίδεται ένταλμα εκτός για κάποιο ειδικό λόγο ο οποίος καταχωρείται από το Δικαστή και υποστηρίζεται με όρκο ή εκτός αν ο κατηγορούμενος παράλειψε να εμφανιστεί σε ανταπόκριση κλήσης που έχει ήδη εκδοθεί και της οποίας έχει αποδειχτεί η επίδοση.»

 

Δεν συμφωνώ με την εισήγηση.   Στην παρούσα περίπτωση είχε προηγηθεί η επίδοση του κατηγορητηρίου στον Αιτητή και λόγω μη εμφάνισης του κατά την καθορισθείσα ημερομηνία εκδόθηκε εναντίον του ένταλμα σύλληψης.  Αφού αυτό εκτελέστηκε δεσμεύτηκε να εμφανιστεί την ημέρα της δίκης με την υπογραφή εγγύησης. 

 

Η άσκηση της διακριτικής αυτής ευχέρειας του Δικαστηρίου, επαναλαμβάνω, δεν εμπίπτει στα πλαίσια ελέγχου μέσω προνομιακού εντάλματος. 

 

Ενόψει του πιο πάνω συνδυασμού των άρθρων 45(1) και 89(1) του ΚΕΦ. 155 δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε προφανές νομικό σφάλμα ή και υπέρβασης εξουσίας του Δικαστηρίου.  Συνεπώς  βρίσκω ότι δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμο θέμα και/ή εκ πρώτης όψεως υπόθεση οπότε η αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη. 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. 

 

                                                                   Α.  ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο