ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D176
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 68/2019)
9 Μαΐου 2019
xxx ΧΡΙΣΤΟΦΗ, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ,
Καθ΄ ου η Αίτηση/Οφειλέτης
ΚΑΙ
CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC COMPANY LTD,
Αιτητές/Πιστωτές
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ
ΤΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 28.1 ΚΑΙ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΓΕΣ 48 ΚΑΙ 64 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΠΕΠΠΗ ΟΦΕΙΛΕΤΗ/ΧΡΕΩΣΤΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ/Η ΟΔΗΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 20/3/19 ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΤΩΧΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 5)
--------------------------------------------------
Γ. Χριστοφίδης, για τον Αιτητή.
---------------------------------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ (EX-TEMPORE)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ενώπιον του Δικαστηρίου έχει αχθεί αίτηση για προνομιακό ένταλμα επιδιώκοντας άδεια να καταχωρηθεί αίτηση διά κλήσεως προς έκδοση εντάλματος προνομιακής φύσεως Certiorari, με σκοπό την ακύρωση της απόφασης ημερ. 20.3.2019 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας σε δικαιοδοσία Προέδρου. Το ζήτημα όπως προκύπτει από την απόφαση που αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης, αφορούσε αίτηση από την πρώην Cyprus Popular Bank Company Limited, τις εργασίες της οποίας ανέλαβε στη συνέχεια η Τράπεζα Κύπρου, όπως ο παρών αιτητής κηρυχθεί σε πτώχευση στη βάση χρεωστικών υπολοίπων και στη βάση απόφασης που είχε εκδοθεί παλαιότερα από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 6.4.2006.
Το Δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία κατά την οποία είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει και μάρτυρες που κατέθεσαν ενόρκως και να τους αξιολογήσει ανάλογα, διήλθε μέσα από όλο το φάσμα των ενστάσεων εκ μέρους του αιτητή και κατέληξε στην 33η σελίδα της απόφασης του να εκδώσει διάταγμα πτώχευσης με τον Επίσημο Παραλήπτη να καθίσταται διαχειριστής της περιουσίας του πτωχεύσαντα. Ταυτόχρονα, έδωσε οδηγίες όπως καταχωρηθεί τροποποιημένη αίτηση πτώχευσης σύμφωνα με τον Τύπο 7 των Πτωχευτικών Κανονισμών, υπογραμμένο από την αιτήτρια τράπεζα εντός δεκαπέντε ημερών, το δε διάταγμα δεν θα συντασσόταν μέχρι να καταχωρείτο η εν λόγω τροποποιημένη αίτηση. Από την απόφαση αυτή έχει καταχωρηθεί η Πολιτική Έφεση υπ΄ αρ. 101/2019 στις 3.4.2019 και ταυτόχρονα έχει καταχωρηθεί και αίτηση αναστολής ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου, για αναστολή της απόφασης πτώχευσης μέχρις ότου εκδικαστεί η εν λόγω Πολιτική Έφεση.
Με την παρούσα αίτηση, η βασική τοποθέτηση του αιτητή αφορά ακριβώς αυτό το καταληκτικό μέρος της απόφασης του κατωτέρου Δικαστηρίου και σε αυτό στην ουσία περιορίστηκε και η αίτηση σήμερα με την αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου, παρόλο που στους λόγους στους οποίους βασίζεται το αίτημα για την απόδοση προνομιακής θεραπείας αναφέρονται αρκετά ζητήματα που αφορούν όλα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, την παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης, ότι το Δικαστήριο στηρίχθηκε σε ανασυσταμένο φάκελο της ειδοποίησης πτώχευσης στο τέλος της ημέρας παρά το ότι με ενδιάμεση απόφαση του δεν είχε επιτρέψει την ανασύσταση και ότι βασίστηκε σε δεδομένα παραπλανητικά και λανθασμένα τα οποία συμπληρώθηκαν στην πορεία από την αιτήτρια τράπεζα και ότι δεν έλαβε υπόψη του την καθυστέρηση που σημειώθηκε, με επιπρόσθετο το γεγονός ότι υπήρχαν αρκετές εξασφαλίσεις για να ικανοποιήσει τους πιστωτές ώστε η αίτηση για πτώχευση να απέβαινε καταχρηστική.
Όπως αναφέρθηκε, η κύρια θεματολογία στην οποία ο κ. Χριστοφίδης βάσισε τη θέση του σήμερα είναι οι καταληκτικές οδηγίες του Δικαστηρίου ώστε στην πορεία, μετά την έκδοση της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, ο αιτητής βρήκε μέσω του δικηγόρου του, νέα αίτηση στον Τύπο 7 της πτωχευτικής διαδικασίας διερωτώμενος εάν αυτή η αίτηση συνήδε με τα όσα το Δικαστήριο διέταξε στην κατακλείδα της απόφασης του και κατά πόσο τηρήθηκε οποιοδήποτε πρακτικό, ή, αν έγινε, αυτό ήταν στην απουσία του αιτητή. Διερωτήθηκε ο συνήγορος αν όντως στο τέλος της ημέρας υπάρχει καν απόφαση πτώχευσης ή όχι, διότι οι οδηγίες του Δικαστηρίου έθεταν την πτώχευση του αιτητή υπό αίρεση. Στην αγόρευση του ο συνήγορος τόνισε ότι θα μπορούσε να περάσει η παρούσα αίτηση στο επόμενο στάδιο για να καταχωρηθεί αίτηση διά κλήσεως ώστε να υπάρξει αντίλογος και από την πλευρά της αιτήτριας πιστώτριας τράπεζας για να διαφανεί τι ακριβώς συνέβηκε με την επανακαταχωρηθείσα αίτηση από πλευράς της. Και αυτό ενδεχομένως να επιλύσει και το θέμα εάν υπάρχει ή όχι απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου, αντί να αναμένεται η εκδίκαση της έφεσης σε ορισμένα χρόνια από σήμερα, ενώ θα μπορούσε να αποφασιστεί από τώρα ότι δεν υπάρχει καν απόφαση.
Είναι γνωστό ότι τα προνομιακά εντάλματα κατά προνόμιο δίδονται διότι αποτελούν εξαίρεση της φυσιολογικής πορείας των πραγμάτων που είναι η εξάντληση των άλλων διαθέσιμων ένδικων μέσω ή διαδικασιών ενώπιου του ιδίου του Δικαστηρίου που ανέλαβε εν πρώτοις τη δικαιοδοσία. Η έφεση αποτελεί τον ορθόδοξο και κλασσικό τρόπο ελέγχου μιας δικαστικής απόφασης. Τα προνομιακά εντάλματα με πάγια νομολογία δεν έχουν σκοπό να υποκαταστήσουν την έφεση, (Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 404), ενώ τυχόν λανθασμένη αντίληψη του κατώτερου Δικαστηρίου ως προς τον Νόμο ή την ερμηνεία, αλλά και ως προς το χειρισμό της διαδικασίας δεν ελέγχονται με προνομιακό ένταλμα διότι εκείνο το οποίο συζητείται εδώ είναι η νομιμότητα της απόφασης και όχι η ορθότητα της. Η απόφαση Ξάνθος Λυσιώτης & Υιός Λτδ (1996) 1 Α.Α.Δ. 822 και πολλές άλλες, έχουν δώσει αυτό το στίγμα. Για να δοθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως θα πρέπει βεβαίως να υπάρχει και συζητήσιμη υπόθεση που είναι προϋπόθεση για την εξέταση των υπολοίπων κριτηρίων που εφαρμόζονται στην προνομιακή αυτή δικαιοδοσία.
Το παρόν Δικαστήριο έχει διεξέλθει με προσοχή στο χρόνο που προηγουμένως είχε πριν τη σημερινή ακρόαση, όλα τα έγγραφα που ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή επισύναψε καθηκόντως στην αίτηση μαζί με την έκθεση και την ένορκη δήλωση. Επιπρόσθετα είχε το ευεργέτημα να ακούσει τη διά ζώσης αγόρευση του συνηγόρου προς υποστήριξη της αίτησης. Δεν παρέχεται όμως έδαφος προς χορήγηση της άδειας. Η ίδια η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου η οποία πλήττεται σήμερα με την αίτηση για άδεια, παρουσιάζεται πλήρης από την άποψη ότι έχει εξετάσει και έχει ελέγξει όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου από τον αιτητή και έχει απαντήσει σε κάθε ένταση και ζήτημα που έχει εγερθεί ενώπιον του, έχοντας αξιολογήσει και τους μάρτυρες που κατέθεσαν. Έχει επιλύσει όλα τα θέματα υπέρ της αιτήτριας τράπεζας και εναντίον του αιτητή. Έχει αποφασίσει ότι η αίτηση πτώχευσης δεν ήταν παράτυπή ή αντικανονική σε βαθμό ακυρότητας για τους λόγους που αναφέρονται. Έχει συζητήσει την απώλεια του δικαστικού φακέλου ειδοποίησης πτώχευσης που προηγήθηκε, και απεφάσισε ότι όντως διαπράχθηκε πράξη πτώχευσης στη βάση εγγράφου που η αιτήτρια Τράπεζα είχε παρουσιάσει και είχε τηρηθεί στην Ειδοποίηση Πτώχευσης αρ. 651/2011, όπου στις 14.3.2012, αίτηση του οφειλέτη-παρόντος αιτητή για παραμερισμό της Ειδοποίησης Πτώχευσης αποσύρθηκε και απορρίφθηκε ώστε ως ημερομηνία διάπραξης της πράξης πτώχευσης να λογιζόταν πλέον η μνημονευθείσα ημερομηνία της 14.3.2012. Το έγγραφο αυτό ήταν επίσημο και δεν είχε ληφθεί από ανασυστημένο φάκελο, αλλά ήταν στην κατοχή της Τράπεζας.
Έχει επίσης εξετάσει το ζήτημα κατά πόσο η Τράπεζα ήταν εξασφαλισμένος πιστωτής στη βάση και της μαρτυρίας που δόθηκε και έχει εξετάσει και το θέμα της καθυστέρησης και το ότι η αίτηση υπογραφόταν από πρόσωπο άλλο από εκείνο που φαινόταν ως ο αιτητής και συναφή παρεμφερή θέματα. Είναι γι΄ αυτό το λόγο που στο τέλος διαπιστώνοντας το κατώτερο Δικαστήριο ότι η αίτηση για πτώχευση είχε γίνει στον ορθό Τύπο 7, εν τούτοις η όποια παράλειψη θεωρείτο θεραπεύσιμη παρατυπία στη βάση και της καθόλα σχετικής απόφασης στη Βιολάρη ν. Marfin Popular Bank Co Ltd (2012) 1 Α.Α.Δ. 1054, και προς τούτο έδωσε οδηγίες όπως «καταχωριστεί τροποποιημένη αίτηση σύμφωνα με τον Τύπο 7, υπογεγραμμένη από την Αιτήτρια, εντός δεκαπέντε ημερών», το δε διάταγμα να μην συντασσόταν μέχρι να καταχωρείτο η τροποποιημένη αίτηση. Κατά τα υπόλοιπα, ο καθ΄ ου η αίτηση νυν αιτητής θα έπρεπε να εμφανιστεί στο γραφείο του Επίσημου Παραλήπτη μόλις του επιδιδόταν το εκδοθέν διάταγμα πτώχευσης.
Αυτά είναι τα δεδομένα στην παρούσα υπόθεση και δεν μπορούν να έλξουν τη δικαιοδοσία του προνομιακού εντάλματος Certiorari διότι, κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, δεν υπάρχει καν συζητήσιμη υπόθεση. Το Δικαστήριο εξέτασε όσα είχε ενώπιον του ενεργώντας εντός της δικαιοδοσίας του και αποφασίζοντας κατά τον τρόπο που αποφάσισε. Εάν είναι λανθασμένη η απόφαση αυτή, ελέγχεται με την Έφεση που ήδη καταχωρήθηκε. Αυτή η καταχώρηση της έφεσης θεωρείται όχι μόνο ως το ορθό ένδικο μέσο για έλεγχο της απόφασης, αλλά ταυτόχρονα παρεμβάλλει και εμπόδια στην παρούσα αίτηση προνομιακού τύπου διότι αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας, όπως είναι η πάγια νομολογία, εφόσον υφίστανται ταυτόχρονα δύο παράλληλα μέσα για το ίδιο θεματολόγιο. Το ότι υπάρχει άλλο ένδικο μέσο είναι φανερό και από το γεγονός ότι ο αιτητής ταυτόχρονα υπέβαλε και αίτηση για αναστολή της πρωτόδικης απόφασης διερωτώμενος ο ευπαίδευτος συνήγορος εάν υπάρχει καν απόφαση του κατωτέρου Δικαστηρίου υπό το φως των οδηγιών που αυτό έδωσε και των τυχόν μεταγενέστερων εξελίξεων. Βεβαίως υπάρχει απόφαση, αλλά, και περαιτέρω, αυτά δεν είναι θέματα τα οποία μπορούν να απασχολήσουν αυτό το Δικαστήριο σε αυτή τη φάση, δεδομένου ότι εκείνο το οποίο ο αιτητής επιθυμεί με την παρούσα αίτηση να ελέγξει είναι την υφιστάμενη απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 20.3.2019. Ο,τιδήποτε ακολούθησε της απόφασης είναι γεγονότα έξω και πέραν από την παρούσα αίτηση και δεν αφορούν αυτό το Δικαστήριο, αλλά αφορούν ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να απασχολήσουν τον αιτητή σε μια άλλη διαδικασία ενώπιου του κατώτερου Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα πτώχευσης.
Δεν εντοπίζεται ο,τιδήποτε το οποίο να μπορεί να σχετίζεται με την προνομιακή διαδικασία ώστε να δοθεί άδεια για την καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως. Το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εντός δικαιοδοσίας, νομίμως και άσκησε δικαστική κρίση εντός των καθιερωμένων παραμέτρων που επιτάσσει η νομοθεσία και η νομολογία.
Η αίτηση συνεπώς απορρίπτεται.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ