ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
JADRANSKA SLOBODNA PLOVIDBA ν. PHOTOS PHOTIADES & CO. (1965) 1 CLR 58
ATTORNEY-GENERAL & ANOTHER (NO. 2) ν. SAVVIDES (1979) 1 CLR 349
ALTOBEIQUI ν. M/V NADA AND ANOTHER (1985) 1 CLR 543
Sekavin SA ν. The Ship "Platon Ch" and Others (1987) 1 CLR 297
Amathus Ltd ν. Concord Liners κ.ά. (1993) 1 ΑΑΔ 1030
Demstar Ltd ν. Zim Israel Navig. Co Ltd κ.ά. (1996) 1 ΑΑΔ 597
Cobelfret Ro-Ro Services N.V. και Άλλοι ν. Cyprus Potato Marketing Board (1996) 1 ΑΑΔ 733
Τσιερκέζου Κατερίνα ν. Dragon Tourist Enterprises Ltd (2009) 1 ΑΑΔ 734
Rybolovlev Dmitry και Άλλοι ν. Elena Rybolovleva (2010) 1 ΑΑΔ 82
Θρασυβούλου Θεοφάνης ν. Άννας Βιολάρη (2013) 1 ΑΑΔ 2119
Xαραλαμπίδης Mιχάλης ν. Nικόλαου Kωμοδρόμου (2002) 2 ΑΑΔ 522
Pambos & Kostakis Moleskis Trading Ltd και Άλλοι ν. Melpomeni Hotel Apartments Ltd (2011) 2 ΑΑΔ 365
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:A141
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε69/2016)
11 Απριλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ/στές]
1. PHOENIX PHARMACY LIMITED
2. xxx xxx EROSHEVSKIY
3. G.S. NATIONAL CORPORATE SERVICES LIMITED
4. LLC KOMBINAT KHIMIKO-PISCHEVOU AROMATIKI
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι
ΚΑΙ
xxx BUGAEV,
Εφεσίβλητος/Ενάγοντας
Χ. Βελάρης, για τους Εφεσείοντες.
Π. Κούρτελλος, για τον Εφεσίβλητο.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα που έδωσαν το έναυσμα για την καταχώριση της παρούσας έφεσης, με την οποία αμφισβητείται η οριστικοποίηση προσωρινών διαταγμάτων, είναι ιδιάζοντα και θα τα παραθέσουμε σ' αυτό το στάδιο.
Ο εφεσίβλητος καταχώρισε, εναντίον των τεσσάρων εφεσειόντων και τριών άλλων προσώπων, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, την αγωγή αρ. 6769/14 (η ″1η αγωγή″). Στο πλαίσιο της εν λόγω αγωγής εξασφαλίστηκαν, στις 25 Νοεμβρίου 2014, μετά από μονομερή αίτηση του εφεσιβλήτου, προσωρινά διατάγματα μη αποξένωσης και/ή μείωσης της περιουσίας της εφεσείουσας 1, τότε εναγόμενης 1 ("Phoenix Pharmacy Limited") και της τότε εναγόμενης 5 και νυν εφεσείουσας 4 ("LCC Kombinat").
Στις 19 Αυγούστου 2015, και ενώ τα πιο πάνω διατάγματα ήταν σε ισχύ, η εφεσείουσα 1 προχώρησε και παραχώρησε τις 329 μετοχές που κατείχε στην εφεσείουσα 4, στον εφεσείοντα 2, ο οποίος, πλέον, κατείχε ολόκληρο το μετοχικό κεφάλαιο της εφεσείουσας 4.
Ως αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας ο εφεσίβλητος καταχώρισε την υπό κρίση αγωγή υπ' αρ. 4418/2015, επίσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (η ″2η αγωγή″). Αιτήθηκε και εξασφάλισε προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα διάθεσης ή αποξένωσης ή επιβάρυνσης των 329 μετοχών της εφεσείουσας 4 από τον εφεσείοντα 2. Περαιτέρω, εκδόθηκε διάταγμα διορισμού ενδιάμεσου παραλήπτη για τους εφεσείοντες 1 και 4, με τον περιορισμένο σκοπό τη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων των συγκεκριμένων εταιρειών.
Αμφισβητήθηκε από τους εφεσείοντες η διατήρηση των εν λόγω διαταγμάτων, πλην, όμως, το πρωτόδικο δικαστήριο με μια μακροσκελή απόφαση, προχώρησε στην οριστικοποίηση τους.
Την πρωτόδικη κατάληξη αμφισβήτησαν οι εφεσείοντες με αρχικώς εννέα λόγους έφεσης, πλην, όμως, την ημέρα της ακρόασης ο ευπαίδευτος συνήγορος τους περιόρισε σε τέσσερις ήτοι:
″1. Η κατάληξη του δικαστηρίου ότι η καταχώριση της δεύτερης αγωγής (4418/15) δεν ήταν κατάχρηση, ήταν λανθασμένη.
2. Λανθασμένη επίσης ήταν και η πρωτόδικη κρίση ότι δύο αγωγές έχουν διαφορετική βάση αγωγής ή διάφορο πραγματικό υπόβαθρο.
6. Η κατάληξη του δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος προέβη σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων ήταν λανθασμένη,
και
7. Το δικαστήριο παρερμήνευσε το σκεπτικό της υπόθεσης Rybolovlev v. Rybolovleva.″
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, με το περίγραμμα αγόρευσης του και κατά την προφορική αγόρευση που ακολούθησε, υποστήριξε, σε συνάρτηση με τους λόγους έφεσης 1 και 2, ότι η επίτευξη όμοιου σκοπού, με δύο παράλληλα ένδικα μέσα αποτελεί κατάχρηση που δεν πρέπει να γίνει επιτρεπτή. Η 2η αγωγή στόχευε, όπως είπε, στην εξασφάλιση πλεονεκτήματος - εδραζομένου στη μονομερή εξασφάλιση των νέων διαταγμάτων. Υπαρχούσης της 1ης αγωγής, κάθε δικαστικό διάβημα θα έπρεπε να είχε γίνει στο πλαίσιο της εν λόγω αγωγής με την καταχώριση αίτησης για έκδοση συμπληρωματικών διαταγμάτων.
Πρωτοδίκως, στο πλαίσιο εξέτασης της αίτησης για προσωρινό διάταγμα στη 2η αγωγή, το δικαστήριο επικέντρωσε την προσοχή του στην ύπαρξη των προσωρινών διαταγμάτων που είχαν εκδοθεί στην 1η αγωγή, τα οποία βρίσκονταν σε ισχύ, όπως και τη μεταγενέστερη συμπεριφορά των εφεσειόντων 2-4, χωρίς ν' ασχοληθεί με το τι είχε προηγηθεί πριν την έκδοση των πιο πάνω διαταγμάτων.
To δικαστήριο είχε εκφράσει τον προβληματισμό του, διερωτώμενο "κατά πόσον η ύπαρξη δυνατότητας καταχώρισης αίτησης παρακοής για κάποια συμπεριφορά αποκλείει εκ προοιμίου τη δυνατότητα καταχώρισης ξεχωριστής αγωγής βασιζόμενης στην ίδια συμπεριφορά όταν ο ενάγων ισχυρίζεται ότι αυτή συνιστά δόλια, απατηλή, κακόπιστη και καταχρηστική της εμπιστοσύνης δράση και για την οποία επιθυμεί να διεκδικήσει όχι απλώς την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση αλλά και αποζημιώσεις από τους υπαίτιους."
Κατέληξε δε, επί του προκειμένου, ότι η απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα ήταν αρνητική διότι "οποιαδήποτε άλλη θεώρηση θα ισοδυναμούσε με ανεπίτρεπτη στέρηση του δικαιώματος προσφυγής στη δικαιοσύνη μέσω επιτρεπόμενου ένδικου μέσου."
Κρίθηκε περαιτέρω ότι, ανάλογη, με την υπό εξέταση, αίτηση δεν θα μπορούσε να καταχωρηθεί στο πλαίσιο της 1ης αγωγής καθότι οι δύο αγωγές και κατ' επέκταση οι αντίστοιχες αιτήσεις, εδράζοντο σε διαφορετική βάση αγωγής και ξεχωριστό υπόβαθρο γεγονότων. Η 2η αγωγή εδραζόταν σε αγώγιμο δικαίωμα που είχε ως βάση την κατ' ισχυρισμό δόλια συμπεριφορά των εφεσειόντων.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσιβλήτου υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης κρίσης, αναφέροντας ότι υπήρχε διαφορετικό αγώγιμο δικαίωμα στη 2η αγωγή, αφού αυτή εδραζόταν σε δόλια συμπεριφορά των εφεσειόντων, ενώ στην 1η αγωγή τα εκδοθέντα διατάγματα στόχευαν στη μη διάθεση ή αποξένωση των περιουσιακών στοιχείων της εφεσείουσας 1.
Το θέμα της κατάχρησης της διαδικασίας, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και εξέταση καθότι διαπίστωση του εξυπακούει δραστική αντιμετώπιση, όπως διακοπή μιας δικαστικής διαδικασίας. Απαιτείται η επιδίωξη όμοιου σκοπού με διάφορα ένδικα μέσα. (Βλ. Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522 και Πολ. Εφ. Αρ. 198/2012, Rashid ν. Παπόρη, ημερ. 6 Ιουνίου 2018).
Το πρωτόδικο δικαστήριο καταλήγοντας επί του προκειμένου αποφάνθηκε ότι, ". δεν τίθεται θέμα κατάχρησης είτε στη βάση ότι οι δύο Αιτήσεις στοχεύουν στο ίδιο αποτέλεσμα είτε στη βάση ότι οι δύο Αγωγές εδράζονται στην ίδια βάση και στα ίδια γεγονότα, ως είναι η θέση των Εναγομένων. Με αυτά τα δεδομένα, ούτε προκύπτει πως η παρούσα Αγωγή και η υπό κρίση Αίτηση έχουν αποκλειστικό σκοπό την παράκαμψη του Δικαστηρίου το οποίο επιλήφθηκε την πρώτη Αίτηση. Τονίζεται για ακόμη μια φορά πως η παρούσα διαδικασία έχει ως βάση ισχυριζόμενη δόλια συμπεριφορά η οποία συνδέεται με την παράβαση δικαστικών διαταγμάτων."
Όταν τίθεται ζήτημα κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας, το δικαστήριο οφείλει να βεβαιώνεται ότι η περίπτωση είναι ξεκάθαρα καταχρηστικής φύσης (βλ. Pambos Kostakis Moleskis Trading Ltd κ.ά. ν. Melpomeni Hotel Apartments Ltd (2011) 2 A.A.Δ. 365 και Χαραλαμπίδης Μιχάλης ν. Νικολάου Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522). To ζήτημα της κατάχρησης είχε εγερθεί και πρωτοδίκως. Το δικαστήριο με επιμέλεια εξέτασε τις εισηγήσεις των διαδίκων, με εκτεταμένη αναφορά στη νομολογία, αλλά και στον τρόπο εφαρμογής της στα ενώπιον του γεγονότα.
Η εισήγηση των εφεσειόντων δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Όπως προκύπτει από το σύνολο των γεγονότων, όπως αυτά αναλύονται στην πρωτόδικη απόφαση, ορθώς κρίθηκε πρωτοδίκως ότι οι δύο αγωγές, 1η και 2η, είχαν διαφορετικό σκοπό.
Με την 1η αγωγή ο εφεσίβλητος επιζητούσε την ακύρωση της συμφωνίας ενεχυρίασης των μετοχών. Η αίτηση για συντηρητικό διάταγμα, στο πλαίσιο της εν λόγω αγωγής, στόχευε στην έκδοση συντηρητικού διατάγματος απαγόρευσης αποξένωσης των περιουσιακών στοιχείων των εφεσειόντων.
Με τη 2η αγωγή ο εφεσίβλητος επιδιώκει την ακύρωση της μεταβίβασης των 329 μετοχών της εφεσείουσας 4, που έγινε από τον εφεσίβλητο 2 στις 29 Αυγούστου 2015, υπαρχόντων των αρχικών διαταγμάτων στην 1η αγωγή. Η υποβληθείσα αίτηση και το εκδοθέν διάταγμα, αφορούσε την απαγόρευση μεταβίβασης των εν λόγω μετοχών.
Είμαστε της γνώμης ότι ορθώς κρίθηκε ότι δεν θα ήταν εφικτό να εισαχθούν νέα γεγονότα, στο πλαίσιο της 1ης αγωγής, χωρίς τη χρησιμοποίηση χρονοβόρων δικονομικών μέτρων, όπως η τροποποίηση των δικογράφων. Με την επακολουθήσασα 2η αγωγή ο εφεσίβλητος δεν έχει, ως αγώγιμο δικαίωμα, την παρακοή των αρχικώς εκδοθέντων διαταγμάτων, αλλά, την ακύρωση της μεταβίβασης των μετοχών που έγινε από τους εφεσείοντες, δηλαδή, τη συμπεριφορά των τελευταίων που δημιούργησε το αγώγιμο δικαίωμα της κατ' ισχυρισμό δόλιας συμπεριφοράς.
Ούτε η αίτηση παρακοής που παρείχε τη δυνατότητα να καταχωρηθεί στο πλαίσιο της 1ης αγωγής, θα είχε ως αποτέλεσμα την ικανοποίηση του αιτήματος για επαναμεταβίβαση των μετοχών στον εφεσείοντα 2.
Ανάλογο θέμα εξετάστηκε στην υπόθεση Θρασυβούλου ν. Βιολάρη (2013) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2119, όπου το Εφετείο έκρινε ότι:
"Είναι ορθή, κατά την εκτίμηση μας, η θέση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη είχε δικαίωμα επιλογής αν θα καταχώριζε δηλαδή αίτηση παρακοής του προηγούμενου διατάγματος του δικαστηρίου ή νέα αγωγή στην οποία να ζητά άρση της επέμβασης και αποζημιώσεις".
Κρίνεται συναφώς ότι, η καταχώριση από τον εφεσίβλητο νέας αγωγής και η συνακόλουθη υποβολή αίτησης για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κατάχρηση.
Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.
Αναφορικά με τους λόγους 6 και 7 και το θέμα της απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, ο συνήγορος εστίασε την προσοχή του στο ότι ο εφεσίβλητος απλώς συμπεριέλαβε μια μεγάλη δέσμη εγγράφων και ενόρκων δηλώσεων της πρώτης αγωγής, χωρίς να τα αναφέρει ρητά στην ένορκη του δήλωση, που συνοδεύει τη δεύτερη αγωγή.
Η επιδίωξη μονομερώς έκδοσης συντηρητικού διατάγματος, ως εκ της φύσεως του, ως δραστικό μέτρο, επιβάλλει στον αιτούντα την πλήρη αποκάλυψη, μέσα από την ένορκη του δήλωση, όλων των ουσιωδών γεγονότων, καθότι η άλλη, επηρεαζόμενη, πλευρά, απουσιάζει.
Στην υπόθεση Τσιερκέζου v Dragon Tourist Enterprises Ltd (2009) 1 Α.Α.Δ. 734, αναφέρεται:
″Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι όταν ένας διάδικος επιζητεί την έκδοση ενός προσωρινού διατάγματος, έχει την υποχρέωση να θέτει ενώπιον του Δικαστηρίου όλα εκείνα τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία μπορούν να βοηθήσουν το Δικαστήριο να καταλήξει στα ορθά συμπεράσματα. Η υποχρέωση αυτή καθίσταται πιο επιτακτική σε μονομερείς αιτήσεις (ex parte applications) αφού το Δικαστήριο δεν έχει άλλη επιλογή παρά να βασιστεί στο περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων του αιτητή. Έτσι προκύπτει η ανάγκη της πλήρους αποκάλυψης γεγονότων. (Attorney-General a.o. v. Savvides (Νο. 2) (1979) 1 C.L.R. 349). Όπως έχει τονιστεί από το Δικαστή Καλλή στην υπόθεση Cobelfret Ro-Ro Services κ.ά. v. The Cyprus Potato Marketing Board (1996) 1 Α.Α.Δ. 733:
"Είναι θεμελιωμένο ότι διάδικος ο οποίος επιδιώκει με μονομερή αίτηση τη χορήγηση θεραπείας, πρέπει να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη των γεγονότων τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου για την παροχή θεραπείας. Η αρχή αυτή συναρτάται με την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου. (Βλέπε Jadranska Slobodna Plovidba v. Photos Photiades & Co (1965) 1 C.L.R. 58, Abdu Ali Altobeiqui v. M/V Nada G. and another (1985) 1 C.L.R. 543, Sekavin S.A. v. Ship "Platon Ch" (1987) 1 C.L.R. 297, Amathus Navigation Co Ltd v. Concord Express Liners κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 1030 και Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Ltd κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 597)."
(Βλ. επίσης Πολ. Έφ. Αρ. E6/2014, Αναφορικά με την αίτηση των Commerzbank Auslandsbanken Holding AG κ.ά. ν. Adeona Holdings Ltd, ημερ. 27 Φεβρουαρίου 2015).
Το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στην υπάρχουσα, επί του θέματος της μη αποκάλυψης, νομολογία και επεσήμανε τη δυσκολία που αναφύεται λόγω, πολλές φορές, του όγκου των εγγράφων που κατατίθενται, πλην, όμως, έκρινε ότι υπήρχε η δυνατότητα να τα μελετήσει. Υπήρξε πλήρης αποκάλυψη αποφάνθηκε. Η κατάληξη αυτή ήταν απόρροια λεπτομερούς ανάλυσης των λόγων ένστασης που πρόβαλαν οι εφεσείοντες. Αποφάσισε, ορθώς κατά την άποψη μας, ότι σημασία είχε η μετέπειτα, μετά την 1η αγωγή, συμπεριφορά των διαδίκων και όχι τι προηγήθηκε της 1ης αγωγής. Και τούτα αποκαλύφθηκαν πλήρως. ″Κριτής″ είναι ο δικαστής, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Πολ. ΄Εφ. Αρ. E6/2014, Αναφορικά με την Αίτηση των Commerzbank Auslandsbanken Holding AG κ.ά ν. Adeona Holdings Ltd (πιο πάνω):
"Κριτής του τι είναι ουσιώδες, είναι ο δικαστής ο οποίος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν διστάζει να ακυρώσει το ήδη εκδοθέν μονομερές διάταγμα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που διαπιστώνει κακοπιστία και πρόθεση απόκρυψης ή παραπλάνησης του δικαστηρίου. Οδηγός είναι πάντοτε τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης στο πλαίσιο της αντιδικίας των διαδίκων."
Το δικαστήριο πρωτοδίκως έκρινε ότι τα ουσιώδη γεγονότα είχαν αποκαλυφθεί και δεν έχει, κατά τη γνώμη μας, καταδειχθεί, επί τούτου, ότι η διακριτική αυτή ευχέρεια του δικαστηρίου ασκήθηκε λανθασμένα.
Οι εφεσείοντες με το λόγο έφεσης 7 εισηγούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρερμήνευσε την υπόθεση Rybolovlev v. Rybolovlev (2010) 1 A.A.Δ. 82. Στο περίγραμμα αγόρευσης των εφεσειόντων, παρατηρούμε ότι δεν γίνεται αναφορά στην πιο πάνω απόφαση, ούτε επεξηγείται πού εντοπίζεται το σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, κρίνουμε ότι ο λόγος έφεσης έχει εγκαταλειφθεί και απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται με €3.000 έξοδα υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
/ΔΓ