ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Σταματίου, Κατερίνα Γ. Ζαχαρίου (κα), για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-03-18 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2019, 18/3/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D91

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2019)

 

18 Μαρτίου, 2019

                                                        

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΛΟΙΖΟΥ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28/2/2019 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 1019/2017 Ε.Δ. ΛΑΡΝΑΚΟΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΚΑΘ΄ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, ΛΟΓΩ ΠΛΑΝΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΙΔΙΚΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 25 ΤΟΥ ΚΕΦ. 9, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 30(2) ΚΑΙ 30(3) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΗΣ ΕΣΑΔ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ 30(4), (5), 5(4), (6), (7), (8) ΚΑΙ (9) ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

_ _ _ _ _ _

 

Γ. Ζαχαρίου (κα), για τους Αιτητές.

 

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές αξιώνουν «την παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση και/ή τροποποίηση της ενδιάμεσης και δη μη εφέσιμης απόφασης ημερομηνίας 28.2.2019 στην αγωγή 1019/2017 Ε.Δ. Λάρνακος.»

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιόν μου, οι αιτητές είναι ενάγοντες στην Αγωγή 1019/2017 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με αξίωση πέραν των €70.000. Μετά το κλείσιμο των δικογράφων, καταχωρήθηκε κλήση για οδηγίες στη βάση της Δ.30 θ.2, όπου δόθηκαν οδηγίες για αποκάλυψη εγγράφων και επιθεώρηση εκατέρωθεν και για καταχώρηση καταλόγου μαρτύρων και σύνοψης μαρτυρίας. Στις 15.11.2018, όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οι συνήγοροι των δύο πλευρών ερωτήθηκαν από το Δικαστήριο κατά πόσο συμφωνούσαν να δοθεί μαρτυρία εγγράφως και αυτοί απάντησαν αρνητικά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε αυτή τη θέση και όρισε την κλήση για οδηγίες σε άλλη ημερομηνία με στόχο να αγορεύσουν οι δύο πλευρές κατά πόσο ήταν δικαίωμα των διαδίκων να μην αποδεχτούν την καταχώρηση εγγράφως της μαρτυρίας συλλήβδην. Αφού ακούστηκαν οι θέσεις των δύο πλευρών, το Δικαστήριο στις 28.2.2019 εξέδωσε αιτιολογημένη απόφαση και έδωσε οδηγίες, μεταξύ άλλων, όπως όλοι οι μάρτυρες των αιτητών-εναγόντων, πλην ενός, δώσουν μαρτυρία που θα παραδοθεί μίαν ημέρα προηγουμένως στην άλλη πλευρά και όπως οι μάρτυρες των εναγομένων δώσουν εγγράφως τη δική τους μαρτυρία εκτός των μαρτύρων 3 και 4.

 

Αποτελεί θέση των αιτητών ότι η εν λόγω απόφαση δεν είναι μόνο αναιτιολόγητη και λανθασμένη, αλλά είναι και παράνομη και παραβιάζει βασικές αρχές φυσικής δικαιοσύνης. Ο εξαναγκασμός των διαδίκων, χωρίς αυτοί να συμφωνούν σε μία διαδικασία ακροαματικής διαδικασίας να καταθέσουν γραπτώς μαρτυρία και να την ανταλλάξουν, αποτελεί, σύμφωνα με τους αιτητές, παραβίαση του άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, το οποίο δίδει τη δυνατότητα στους διαδίκους να καταθέσουν γραπτή κατάθεση αντί προφορικής μαρτυρίας, δυνατότητα που το Δικαστήριο μετέτρεψε σε υποχρέωση. Περαιτέρω, η απόφαση παραβιάζει τη Δ.30, όπου ο θ.9 δίδει δυνατότητα στο Δικαστήριο να εκδίδει πρόσθετες οδηγίες, όμως, η λέξη «πρόσθετες» δεν μπορεί να επιτρέψει την έκδοση αντίθετων οδηγιών, ως αυτές που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση. Η εκάστοτε διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου πρέπει να ασκείται δικαστικά και σε συμμόρφωση με ρητές νομοθετικές πρόνοιες και διαδικαστική πρακτική και δεν μπορεί να δικαιολογεί απόκλιση από τα συνταγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των μερών. Επίσης, η απόφαση παραβιάζει το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαχώρισε τις οδηγίες του για συγκεκριμένους μάρτυρες, χωρίς να εξηγήσει το λόγο που προέβη σε αυτή τη διαφοροποίηση, κάνοντας περαιτέρω αναφορά ότι οι μάρτυρες 1 μέχρι 9 είναι εργοδοτούμενοι των εναγόντων, παραγνωρίζοντας ότι πολλοί από αυτούς δεν εργάζονται πλέον στους αιτητές, χωρίς να προβληματιστεί ως προς τη δυνατότητα προσκόμισης γραπτής μαρτυρίας από αυτούς, ούτε και τέθηκε με αυτό τον τρόπο το θέμα προς τους συνηγόρους για να μπορούν να τοποθετηθούν επί των δυσκολιών στην προσκόμιση γραπτής μαρτυρίας.

 

Η εν λόγω απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν είναι εφέσιμη, αφού δεν βασίστηκε σε κάποιο αίτημα από πλευράς διαδίκων, αλλά σε θέμα που αναδύθηκε από το ίδιο το Δικαστήριο, δεν είναι απόφαση που υπόκειται σε έφεση σύμφωνα με το άρθρο 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου και, σε περίπτωση που η διαδικασία προχωρήσει και αφεθεί να εφεσιβληθεί στο τέλος της αγωγής, θα έχουν παραβιαστεί τα κατοχυρωμένα συνταγματικά και νομοθετικά δικαιώματα των διαδίκων και θα προκληθεί δικονομική αμηχανία. Επικαλούνται, περαιτέρω, εξαιρετικές περιστάσεις, καθότι το Δικαστήριο, υπό τη συγκεκριμένη σύνθεση, ακολουθεί την ίδια πορεία σε όλες τις υποθέσεις και, συνεπώς, αποτελεί θέμα «σοβαρό, ευρύτατου ενδιαφέροντος και επηρεασμού».

 

Η κα Ζαχαρίου αγόρευσε προφορικά προς υποστήριξη της αίτησης τονίζοντας ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου όπως οι αιτητές παραδώσουν γραπτή δήλωση για τους 9 από τους 10 μάρτυρες που προτίθενται να καλέσουν κατά την ακρόαση της υπόθεσης είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου Ν.14/1960 και της Δ.30 θ.θ.4, 5, 8 και 9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και, συνεπώς, οι εν λόγω οδηγίες δόθηκαν καθ΄ υπέρβαση εξουσίας. Ουσιαστικά, το πρωτόδικο  Δικαστήριο ακολούθησε τη διαδικασία ανταλλαγής εγγράφως της μαρτυρίας που προνοείται στη Δ.30 θ.5 για αγωγές το αντικείμενο των οποίων είναι μέχρι €3.000, σε υπόθεση ακροαματικής εκδίκασης, χωρίς τη συμφωνία των διαδίκων, όπως προνοείται στη Δ.30 θ.5(4). Περαιτέρω, παραβιάζεται το συνταγματικό τους δικαίωμα να τύχουν δίκαιης δίκης, σύμφωνα με το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος. Η επιλογή ως προς τον τρόπο που θα παρουσιάσουν τη μαρτυρία τους εναπόκειται στους ίδιους τους αιτητές.

 

Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari παρέχεται εκεί όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλο ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 ΑΑΔ 1298, Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692). Σε περίπτωση δε όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε η άδεια δεν δίδεται, εκτός αν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα (Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965, Σ. Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 ΑΑΔ 552, Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 ΑΑΔ 1535).

 

Με βάση τη σχετική επί του θέματος νομολογία, η δυνατότητα έκδοσης διατάγματος Certiorari δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όργανο εποπτείας της διαδικασίας ή της πρακτικής που ακολουθείται από το Επαρχιακό Δικαστήριο (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 ΑΑΔ 442), ούτε αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω διαδικασίας ο έλεγχος της ορθότητας μίας απόφασης, αλλά της νομιμότητάς της (Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 AAΔ 116). Εκεί όπου το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι έχει υπερβεί ή ότι καταχράστηκε τη δικαιοδοσία του απλώς και μόνο επειδή ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα ή ακόμα αποδέχθηκε παράνομη μαρτυρία (Μάριο Χρίστου (1996) 1 ΑΑΔ 398), ή τέλος, αν παραπλανήθηκε ως προς τα γεγονότα. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, και έκτοτε επαναλήφθηκε σε αριθμό άλλων αποφάσεων, η παροχή θεραπείας μέσω προνομιακού εντάλματος ή ακόμα η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης με την οποία αυτό επιζητείται, επαφίεται πάντα στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Εξέτασα την αίτηση και όσα αναφέρθηκαν από την ευπαίδευτη συνήγορο των αιτητών υπό το φως των πιο πάνω αρχών.

 

Η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου σε σχέση με οδηγίες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της ακρόασης επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση. Το Δικαστήριο στην απόφασή του αναφέρεται στη Δ.30, όπως τροποποιήθηκε, και στις σχετικές με το επίδικο θέμα πρόνοιες, τονίζοντας τους λόγους για τους οποίους τροποποιήθηκε ο εν λόγω διαδικαστικός κανονισμός, που ήταν η μείωση των καθυστερήσεων στις αστικές υποθέσεις και η ορθολογιστικότερη και όσο το δυνατόν πιο ανέξοδη διαδικασία της ακρόασης. Με αναφορά στο Annual Practice του 1958 και στην υπόθεση Freddie A. Eleftheriades a.o. v. Christos Mavrellis a.o. (1985) 1 CLR 436, το Δικαστήριο θεώρησε ότι έχει τη δυνατότητα να εκδώσει κατ΄ ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας οδηγίες ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της ακρόασης, κάτι που διατηρήθηκε και μετά την τροποποίηση της Δ.30 και ιδιαίτερα με ρητή αναφορά στα κριτήρια που αναφέρονται στους θ.θ.9(α)-(δ).

 

Το Δικαστήριο ανέφερε, περαιτέρω, ότι σε υποθέσεις «ακροαματικής εκδίκασης», όπως είναι η υπό εκδίκαση, οι διάδικοι δεν μπορούν να εξαναγκαστούν σε κατάθεση αμιγώς γραπτών μαρτυριών, όπως ισχύει στις υποθέσεις «ταχείας εκδίκασης» και προς τούτο αναφέρθηκε στην υπόθεση Alpha Bank Cyprus Ltd, Αίτηση υπ΄ αρ. 23/2017, ημερομηνίας 22.2.2017. Στη συνέχεια, αφού εξέτασε τα περιστατικά της υπόθεσης, κατέληξε στην έκδοση οδηγιών ως προς τη διεξαγωγή της ακρόασης ως ακολούθως:

 

«(α) Οι διάδικοι θα παραδίδουν στον αντίδικό τους, γραπτή δήλωση, που θα αποτελεί την κυρίως εξέταση του κάθε μάρτυρα τους, τουλάχιστον μια καθαρή εργάσιμη ημέρα πριν ο συγκεκριμένος καταθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτός του μάρτυρα 10 στον Ονομαστικό Κατάλογο Μαρτύρων των Εναγόντων και εκτός των μαρτύρων 3 και 4 στον Ονομαστικό Κατάλογο Μαρτύρων των Εναγομένων.

 

(β)  Η Απαίτηση θα συνεκδικαστεί με την Ανταπαίτηση ενώ η ακρόαση της υπόθεσης και η σειρά προσαγωγής μαρτυρίας θα διεξαχθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.33 θ.θ. 7, 8 και 9 (c) (ii).

 

(γ) Οι χρόνοι εξέτασης των μαρτύρων κάθε πλευράς θα είναι σύμφωνα με τη Δ.30, θ.8(γ), εκτός για το μάρτυρα 10 στον Ονομαστικό Κατάλογο Μαρτύρων των Εναγόντων και εκτός για τους μάρτυρες 3 και 4 στον Ονομαστικό Κατάλογο Μαρτύρων των Εναγομένων, των οποίων η προφορική κυρίως εξέταση θα είναι διάρκειας 30 λεπτών και οι χρόνοι αντεξέτασης και επανεξέτασης τους όπως και των λοιπών μαρτύρων, τηρουμένης της δυνατότητας του Δικαστηρίου να παρατείνει τους χρόνους αυτούς σύμφωνα με τις ανάγκες της ακρόασης, όπως αυτή θα εξελιχτεί ενώπιον του.»

 

Κατ΄ αρχάς σημειώνω ότι η εξουσία ρύθμισης της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας ενυπάρχει σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Οι οδηγίες που θα δώσει ένα Δικαστήριο για τον τρόπο διεξαγωγής της ακρόασης, αποτελούν άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί διέπουν τον τρόπο άσκησης της διακριτικής αυτής ευχέρειας. Η Δ.30, όπως τροποποιήθηκε, στόχο έχει τη γρηγορότερη και ευχερέστερη διεξαγωγή των ακροάσεων των πολιτικών υποθέσεων και προς τούτο ασκείται η εξουσία του Δικαστηρίου. Το ένταλμα Certiorari δεν αποτελεί μέτρο ελέγχου του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα, στη σελίδα 121, «Το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί μέσο για την εποπτεία της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου ή της πορείας που ακολουθείται.». Ούτε, βέβαια, θέματα δίκαιης δίκης στη βάση της εν προκειμένω ισχυριζόμενης παράβασης του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος μπορούν να τεθούν και να αποφασιστούν εκ προοιμίου, πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας της αγωγής και χωρίς να προσδιοριστεί ο τρόπος τέτοιου επηρεασμού. Σημειώνεται, περαιτέρω, ότι το Δικαστήριο, προτού δώσει τις σχετικές οδηγίες, ζήτησε από τους συνηγόρους των δύο πλευρών να αγορεύσουν επί τούτου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εν προκειμένω, είχε δικαιοδοσία να δώσει οδηγίες ως προς τη διαδικασία που θα ακολουθείτο κατά την ακροαματική διαδικασία. Και αν ακόμα άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με τρόπο λανθασμένο, κάτι για το οποίο δεν αποφαίνομαι, δεν αποτελεί λόγο για έκδοση διατάγματος στα πλαίσια της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Με το προνομιακό ένταλμα δεν αντικαθίσταται η κρίση που διαμόρφωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφορικά με ένα ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                              Κ. Σταματίου,

                                                                       Δ.

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο