ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D100
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Aίτηση Αρ. 156/2018)
20 Μαρτίου 2019
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 14.11.2018 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΑΡ. 3104/2018
--------------
Παναγιώτης Μακρίδης με Γιώργο Μίτλετον και ασκούμενη δικηγόρο Αμαλία Χριστοφίδου (κα), για την αιτήτρια.
Ειρήνη Χριστοδούλου (κα) με Νικολέττα Παπαγιάννη (κα) για Άγη Χριστοδούλου και Συνεργάτες, για τους καθ΄ων η αίτηση.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Τα γεγονότα εκτέθηκαν στην απόφαση[1] ημερομ. 29.11.2018 με την οποία δόθηκε άδεια για καταχώριση της παρούσας αίτησης και έχουν ως ακολούθως:
«Η εταιρεία Folli Follie Cyprus Ltd (εν τοις εφεξής καλούμενη ως «η Εταιρεία») διατηρεί στην Αιτήτρια Τράπεζα (εν της εφεξής καλούμενη ως «η Τράπεζα») Τρεχούμενο Λογαριασμό Όψεως ο οποίος στις 8.11.2018 παρουσίαζε πιστωτικό υπόλοιπο. Διατηρούσε και λογαριασμό δανείου.
Την ημέρα εκείνη η Τράπεζα, με ειδοποίηση της προς την Εταιρεία, επικαλούμενη «συμβατικό και/ή αναγνωρισμένο θεσμικά και/ή με βάση την τραπεζική πρακτική δικαίωμα συμψηφισμού», προχώρησε σε συμψηφισμό ποσού €242.988,66 από τον εν λόγω Λογαριασμό Όψεως προς εξόφληση του ισόποσου χρεωστικού υπολοίπου που παρουσίαζε ο Λογαριασμός Δανείου.
Το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνει ο Λογαριασμός Όψεως χωρίς επαρκή υπόλοιπα ώστε να πληρωθούν επιταγές που φαίνεται να είχε εκδώσει η Εταιρεία μέχρι την 7.11.2018.
Η Εταιρεία και ένας εκ των διευθυντών της καταχώρισαν στις 12.11.2018 την αγωγή 3104/2018 με γενική οπισθογράφηση εναντίον της Τράπεζας επικαλούμενοι «δόλο και/ή απάτη και/ή ψευδείς παραστάσεις για αστική συνωμοσία και/ή συμπαιγνία προς πρόκληση ζημίας και/ή ιδιοποίησης και/ή κλοπή» του ποσού των €242.988,66 περιουσίας της Εταιρείας.
Με την αγωγή ζητείται αναγνωριστική απόφαση ότι ο συμψηφισμός ήταν «παράνομος και/ή παράτυπος και/ή καταχρηστικός» και αξιώνονται αποζημιώσεις.
Μαζί με την αγωγή καταχωρίστηκε ενδιάμεση αίτηση χωρίς ειδοποίηση (ex parte) με την οποία αξιώνονταν τα ακόλουθα διατάγματα.
«Α. ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ που να απαγορεύει στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 και/ή εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους και/ή αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους και/ή εκπροσώπους της από του να μην τιμήσουν και/ή προβούν σε πληρωμή των επιταγών που εκδόθηκαν από μέρους της Αιτήτριας 1 μέσω του Αιτητή 2 όπως αυτές αναφέρονται στον επισυνημμένο πίνακα Α.
Β. ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ που να απαγορεύει στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 και/ή εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους και/ή αξιωματούχους και ή αντιπροσώπους και/ή εκπροσώπους της από του να μην τιμήσουν και/ή προβούν στην πληρωμή της επιταγής που εκδόθηκε κατά ή περί την 7/11/2018 με αριθμό επιταγής xxxx3336 ύψους €120.000,00 και η οποία εκδόθηκε προς το Τμήμα Φορολογίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και αφορά έμμεση φορολογία, ήτοι Φ.Π.Α.
Γ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ που να απαγορεύει στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 και/ή εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους και/ή αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους και/ή εκπροσώπους της από του να κηρύσσουν και ή να θεωρούν τις επιταγές που εκδόθηκαν από μέρους της Αιτήτριας 1 μέσω του Αιτητή 2 όπως αυτές αναφέρονται στον επισυνημμένο πίνακα Α, ως ακάλυπτες ή/και να επιστρέφουν ή/και να σφραγίζουν ως ακάλυπτες τις επιταγές αυτές.
Δ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ που να απαγορεύει στην Καθ΄ης η Αίτηση 1 και/ή εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους και/ή αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους και/ή εκπροσώπους της από του να κηρύσσουν και/ή να θεωρούν την επιταγή που εκδόθηκε κατά ή περί την 7/11/2018 με αριθμό επιταγής xxxx3336 ύψους €120.000,00 και η οποία εκδόθηκε προς το Τμήμα Φορολογίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και αφορά έμμεση φορολογία, ήτοι Φ.Π.Α., ως ακάλυπτη ή/και να επιστρέφουν ή/και να σφραγίζουν ως ακάλυπτη την επιταγή αυτή.»
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας επιλαμβανόμενο της αίτησης στις 14.11.2018 εξέδωσε μονομερώς τα Διατάγματα υπό (Γ) και (Δ), ενώ ως προς τα αιτητικά (Α) και (Β) έδωσε οδηγίες για επίδοση της αίτησης. Τα Διατάγματα ορίστηκαν επιστρεπτέα στις 23.11.2018, ημέρα κατά την οποία ορίστηκε η αίτηση για επίδοση ως προς τα λοιπά.»
Δόθηκε άδεια για καταχώριση της παρούσας αίτησης σε σχέση με τα διατάγματα (Γ) και (Δ) τα οποία και στο μεταξύ έχουν ανασταλεί. Κατά την εκδίκαση της παρούσας αίτησης αποτέλεσε κοινό τόπο ότι οι επιταγές που καλύπτονται από το διάταγμα (Γ) έχουν εξοφληθεί και δηλώθηκε από την ευπαίδευτη δικηγόρο των καθ΄ων η αίτηση ότι κατά την επόμενη δικάσιμο ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου θα αποσυρθεί το αιτητικό (Γ) από την αίτηση δια κλήσεως. Άρα, η παρούσα αίτηση έχει αντικείμενο κατ΄ουσίαν μόνο σε ότι αφορά το αιτητικό (Δ) και την επιταγή ύψους €120.000.- η οποία εκδόθηκε προς το Τμήμα Φορολογίας. Επειδή όμως το αιτητικό (Γ) δεν έχει τυπικά αποσυρθεί, θα αναφέρομαι στο σύνολο των επιταγών.
Είναι η θέση των αιτητών ότι, με δεδομένο πως δεν υπάρχουν πλέον διαθέσιμα κεφάλαια στο λογαριασμό της εταιρείας για να πληρωθούν οι επιταγές και ειδικά η επιταγή των €120.000.- που απομένει, η τράπεζα έχει εκ του νόμου υποχρέωση να δώσει ειδοποίηση περί μη τίμησης των επιταγών (άρθρα 48 και 49 του περί Συναλλαγματικών Νόμου, Κεφ. 262[2]) ως επίσης και εκ του νόμου υποχρέωση να σφραγίσει τις επιταγές ενυπογράφως ή να σημειώσει σε αυτές τον πραγματικό λόγο της μη πληρωμής τους και να τις επιστρέψει (άρθρο 305Α (3)[3] του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154). Παράβαση τέτοιας υποχρέωσης επιφέρει ποινικές συνέπειες (εδάφιο (5)[4]).
Είναι περαιτέρω η θέση των αιτητών ότι η υποχρέωση που προκύπτει, από την άλλη, από το προσωρινό διάταγμα προς την τράπεζα να μην θεωρήσει τις επιταγές ως ακάλυπτες, δημιουργεί έκδηλη αντιφατικότητα και εξαναγκάζει την τράπεζα είτε να παραβιάσει το νόμο, είτε να μην συμμορφωθεί με τα διατάγματα του Δικαστηρίου. Αυτή η κατάσταση, κατά τους αιτητές, συνιστά εξαιρετική περίσταση ώστε να πρέπει να δοθεί προνομιακό ένταλμα, παρά την ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας έστω και αν αυτή θα μπορούσε να είναι εν προκειμένω η ένσταση στα διατάγματα ενώπιον του Δικαστηρίου που τα εξέδωσε.
Η καθ΄ης η αίτηση αμφισβήτησε ότι υπάρχουν τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις και εισηγήθηκε μάλιστα πως η καταφυγή στην εξαιρετική διαδικασία του προνομιακού εντάλματος, ενώ παρέχεται η δυνατότητα ένστασης με βάση τη Δ.48, συνιστά κατάχρηση διαδικασίας. Η αντίθετη άποψη όμως βρίσκει έρεισμα στη νομολογία στην οποία παρέπεμψα δίδοντας άδεια για την καταχώριση της παρούσας. Η έκδηλη αντιφατικότητα μεταξύ δικαστικών διαταγμάτων υποδηλώνει ένα είδος υπέρβασης εξουσίας και μπορεί να λογιστεί ως εξαιρετική περίσταση ώστε να χωρεί η αντιμετώπισή της με προνομιακό ένταλμα, παρά την ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας[5]. Τούτο θεώρησα και θεωρώ ότι ισχύει a fortiori όταν τίθεται θέμα αντιφατικότητας του διατάγματος με το νόμο.
Δεν μπορεί ένα «δικαστήριο του Νόμου» να δημιουργεί με δικαστική του πράξη τέτοια κατάσταση ώστε ο διάδικος να βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο να αντιμετωπίσει συνέπειες για την παράβαση ποινικού νόμου. Υπ΄αυτή την έννοια τέτοια πράξη αποτελεί υπέρβαση εξουσίας που μπορεί να αντιμετωπιστεί με προνομιακό ένταλμα παρά την ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας, όπως η νομολογία σαφώς, ως άνω, υποστηρίζει.
Περί κινδύνου που προκαλείται στο διάδικο ο λόγος. Δεν απαιτείται ερμηνευτική ανάλυση του άρθρου 305Α ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο συντρέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος, κατά πόσο πληρούται το actus reus και το mens rea όπως εισηγείται η πλευρά της καθ΄ης η αίτηση. Δεν είναι τώρα το στάδιο της ποινικής δίκης. Ό,τι έχει τώρα σημασία είναι ο κίνδυνος να αντιμετωπίσει ποινικές συνέπειες ο διάδικος και, περιπλέον, η δημιουργία τέτοιας κατάστασης ώστε να εξαναγκαστεί να επιλέξει εάν θα αντιμετωπίσει τέτοιο κίνδυνο ή εάν θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο που προκύπτει από την παρακοή διατάγματος.
Δεν είναι του παρόντος ούτε το κατά πόσο οι αιτητές παράνομα είχαν ενεργήσει ώστε να μην υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια, όπως ισχυρίζεται η καθ΄ης η αίτηση. Το κατά πόσο ο συμψηφισμός έγινε κατά τρόπο που να συνάδει με τα συμφωνηθέντα ή αντισυμβατικά, είναι το ουσιαστικό ερώτημα της επίδικης διαφοράς. Δεν μπορεί να ισχυρίζεται τώρα η καθ΄ης η αίτηση, προκρίνοντας την ουσία, ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια ήταν ο παράνομος εκ μέρους των αιτητών συμψηφισμός και όχι ότι δεν υπήρχαν όντως διαθέσιμα κεφάλαια. Το αντικειμενικό γεγονός είναι ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια. Αυτός ήταν ο πραγματικός λόγος με τον οποίο θα έπρεπε, με βάση το νόμο, να σφραγιστούν οι επιταγές και όχι άλλοι λόγοι όπως η καθ΄ης η αίτηση εισηγήθηκε, ως λ.χ. «οδηγίες να μην πληρώσουμε την επιταγή, όχι από τον εκδότη». Η υποχρέωση της τράπεζας ήταν να θέσει τον πραγματικό λόγο θεωρώντας την επιταγή ακάλυπτη αντίθετα με ότι επιτάσσουν τα διατάγματα. Αυτά έχουν τεθεί επαρκώς στην αίτηση η οποία και επιτυγχάνει εφόσον οι λόγοι ένστασης στο σύνολό τους δεν ευσταθούν.
Εκδίδεται προνομιακό ένταλμα certiorari με το οποίο ακυρώνονται τα προσωρινά ενδιάμεσα διατάγματα που εκδόθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στα πλαίσια της αγωγής 3104/2018 στις 14.11.2018.
Έξοδα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο τόσο της παρούσας αίτησης όσο και της αίτησης υπ΄αρ. 150/2018, υπέρ των αιτητών.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Ex Parte Αίτηση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Αίτηση 150/2018, ημερ. 29.11.2018, ECLI:CY:AD:2018:D522
[2] 48. Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, όταν συναλλαγματική δεν τιμάται εξαιτίας μη αποδοχής ή εξαιτίας μη πληρωμής, πρέπει να δοθεί ειδοποίηση περί μη τίμησης προς τον εκδότη και κάθε οπισθογράφο, και οποιοσδήποτε εκδότης ή οπισθογράφος προς τον οποίο δεν δόθηκε τέτοια ειδοποίηση, απαλλάσσεται:
Νοείται ότι-
(α) όταν συναλλαγματική δεν τιμάται εξαιτίας μη αποδοχής και δεν δόθηκε ειδοποίηση περι μη τίμησης, τα δικαιώματα του κατά τον προσήκοντα τρόπο κατόχου μετά την παράλειψη, δεν επηρεάζονται από την παράλειψη~
(β) όταν συναλλαγματική δεν τιμάται εξαιτίας μη αποδοχής και δίδεται η δέουσα ειδοποίηση περί μη τίμησης, δεν είναι αναγκαίο να δοθεί ειδοποίηση για μεταγενέστερη μη τίμηση εξαιτίας της μη πληρωμής, εκτός αν η συναλλαγματική έγινε εν τω μεταξύ αποδεκτή.
49. Ειδοποίηση περί μη τίμησης για να είναι έγκυρη και αποτελεσματική πρέπει να δοθεί σύμφωνα με τους πιο κάτω κανόνες:
(α) η ειδοποίηση πρέπει να δίδεται από ή εκ μέρους του κατόχου, ή από ή εκ μέρους κάποιου οπισθογράφου, ο οποίος κατά το χρόνο κατά τον οποίο έδωσε αυτήν, ευθύνετο ο ίδιος επί της συναλλαγματικής~
(β) ειδοποίηση περί μη τίμησης δύναται να δοθεί από αντιπρόσωπο είτε στο όνομα του, ή στο όνομα οποιουδήποτε μέρους που είναι εξουσιοδοτημένο να δίδει ειδοποίηση είτε το μέρος αυτό είναι ο αντιπροσωπευόμενος του είτε όχι~
(γ) όταν η ειδοποίηση δίδεται από ή εκ μέρους του κατόχου, ισχύει προς όφελος όλων των μεταγενέστερων κατόχων και όλων των προηγούμενων οπισθογράφων οι οποίοι έχουν δικαίωμα προσφυγής κατά του μέρους προς το οποίο αυτή δίδεται~
(δ) όταν δίδεται ειδοποίηση από ή εκ μέρους οπισθογράφου ο οποίος έχει δικαίωμα να δίδει ειδοποίηση όπως προβλέπεται πιο πάνω, αυτή ισχύει προς όφελος του κατόχου και όλων των οπισθογράφων οι οποίοι είναι μεταγενέστεροι του μέρους προς το οποίο δίδεται η ειδοποίηση.
(ε) η ειδοποίηση δύναται να δοθεί γραπτώς ή με προσωπική επικοινωνία, και δύναται να δοθεί με οποιουσδήποτε όρους οι οποίοι επιβεβαιώνουν επαρκώς τη συναλλαγματική και υποδηλώνουν ότι η συναλλαγματική δεν έχει τιμηθεί εξαιτίας μη αποδοχής ή μη πληρωμής~
(στ) η επιστροφή συναλλαγματικής που δεν τιμήθηκε στον εκδότη ή σε οπισθογράφο, θεωρείται τυπικά, ως επαρκής ειδοποίηση περί μη τίμησης~
(ζ) γραπτή ειδοποίηση δεν χρειάζεται να υπογραφεί και ανεπαρκής γραπτή ειδοποίηση δύναται να συμπληρωθεί και να καταστεί έγκυρη με προφορική επικοινωνία. Ανακριβής περιγραφή της συναλλαγματικής δεν καθιστά άκυρη την ειδοποίηση εκτός αν το μέρος στο οποίο δίδεται η ειδοποίηση στην πραγματικότητα παραπλανείται από αυτή~
(η) όταν ειδοποίηση περί μη τίμησης απαιτείται να δοθεί προς οποιοδήποτε πρόσωπο, αυτή δύναται να δοθεί είτε προς το μέρος αυτό αυτοπροσώπως είτε προς τον αντιπρόσωπο του για λογαριασμό του~
(θ) όταν ο εκδότης ή οπισθογράφος αποβιώσει, και το μέρος το οποίο δίδει ειδοποίηση γνωρίζει αυτό, η ειδοποίηση πρέπει να δοθεί προς προσωπικό αντιπρόσωπο αν υπάρχει τέτοιος και δύναται να βρεθεί με την άσκηση εύλογης επιμέλειας~
(ι) όταν ο εκδότης ή οπισθογράφος πτωχεύσει, ειδοποίηση δύναται να δοθεί είτε προς το μέρος αυτοπροσώπως είτε προς το διαχειριστή~
(ια) όταν υπάρχουν δύο ή περισσότεροι εκδότες ή οπισθογράφοι οι οποίοι δεν είναι συνέταιροι, η ειδοποίηση πρέπει να δοθεί προς κάθε ένα από αυτούς, εκτός αν ένας από αυτούς έχει εξουσία να λάβει τέτοια ειδοποίηση για τους άλλους~
(ιβ) η ειδοποίηση δύναται να δοθεί ευθύς μόλις η συναλλαγματική δεν τιμηθεί, και μετά από αυτό πρέπει να δοθεί εντός εύλογου χρόνου.
Ελλείψει ειδικών περιστάσεων ειδοποίηση δεν θεωρείται ότι έχει δοθεί εντός εύλογου χρόνου, εκτός-
(i) Όταν το πρόσωπο το οποίο δίδει και το πρόσωπο το οποίο λαμβάνει την ειδοποίηση διαμένουν στον ίδιο τόπο, η ειδοποίηση δίδεται ή αποστέλλεται έγκαιρα για να φθάσει στον τελευταίο κατά την επομένη της μη τίμησης της συναλλαγματικής ημέρα~
(ii) όταν το πρόσωπο το οποίο δίδει και το πρόσωπο το οποίο λαμβάνει ειδοποίηση διαμένουν σε διαφορετικούς τόπους, η ειδοποίηση αποστέλλεται κατά την επομένη της μη τίμησης της συναλλαγματικής ημέρας, αν υπάρχει ταχυδρομείο σε κατάλληλη ώρα κατά την εν λόγω ημέρα και αν δεν υπάρχει ταχυδρομείο κατά την εν λόγω ημέρα τότε με το αμέσως επόμενο ταχυδρομείο.
(ιγ) Όταν συναλλαγματική που δεν τιμήθηκε βρίσκεται στα χέρια αντιπροσώπου, αυτός δύναται είτε να δώσει ο ίδιος ειδοποίηση προς τα μέρη που ευθύνονται στη συναλλαγματική είτε να δώσει ειδοποίηση προς τον αντιπροσωπευόμενο του. Αν δώσει ειδοποίηση προς τον αντιπροσωπευόμενο του, πρέπει να ενεργήσει εντός του ίδιου χρόνου ωσάν να ήταν ο κάτοχος, και ο αντιπροσωπευόμενος με τη λήψη τέτοιας ειδοποίησης έχει ο ίδιος, τον ίδιο χρόνο για να δώσει ειδοποίηση ωσάν ο αντιπρόσωπος να ήταν ανεξάρτητος κάτοχος~
(ιδ) όταν μέρος σε συναλλαγματική λαμβάνει δέουσα ειδοποίηση περί μη τίμησης, έχει μετά τη λήψη τέτοιας ειδοποίησης το ίδιο χρονικό διάστημα για να δώσει ειδοποίηση προς προηγούμενα μέρη όπως έχει ο κάτοχος μετά την μη τίμηση~
(ιε) όταν ειδοποίηση περί μη τίμησης στάληκε δεόντως και ταχυδρομήθηκε με συστημένη επιστολή, ο αποστολέας θεωρείται ότι έχει δώσει δέουσα ειδοποίηση περί μη τίμησης ανεξάρτητα από οποιαδήποτε απώλεια από το ταχυδρομείο.
[3] (3) Σε περίπτωση επιστροφής απλήρωτης επιταγής, το πιστωτικό ίδρυμα, επί του οποίου αυτή εκδόθηκε, οφείλει ενυπογράφως να σφραγίζει ή να σημειώνει σε αυτήν τον πραγματικό λόγο της μη πληρωμής της, δηλαδή αν η μη πληρωμή οφείλεται σε έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων, κλείσιμο λογαριασμού ή εντολή μη πληρωμής, καθώς και την ημερομηνία παρουσίασής της προς πληρωμή, και η σφράγιση, καθώς και ο λόγος επιστροφής που σημειώνεται από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα επί της επιταγής, γίνεται αποδεκτή ως μαρτυρία ενώπιον δικαστηρίου:
[4] (5) Παράβαση των δυνάμει των εδαφίων (3) και (4) επιβαλλόμενων υποχρεώσεων από οποιοδήποτε λειτουργό ή υπάλληλο του πιστωτικού ιδρύματος, ο οποίος εξουσιοδότησε ή, εν γνώσει του, έχει επιτρέψει ή συνεργήσει στην παράβαση, εκτός εάν η παράβαση έγινε λόγω καλόπιστου λάθους, συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000,00) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
[5] Κυριάκος Αντρέα ν. Takis D. Chamboulides Ltd (1993) 1 ΑΑΔ 6, Αναφορικά με την Αίτηση του Μάριου Κοσμά, Πολ. Αίτ. 51/2014, ημερ. 26.3.2014, ECLI:CY:AD:2014:D218