ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2019:3
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(΄Εφεση Αρ. 4/2017)
28 Φεβρουαρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
1. xxx ΤΙΜΙΝΝΗΣ,
2. S.T. HEALTHY SUPPLEMENTS LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
xxx ΣΙΑΘΑ,
Εφεσίβλητης.
________________________
ΑΙΤΗΣΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΩΝ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22 ΙΟΥΝΙΟΥ, 2018,
ΓΙΑ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
_________________________
Νικολέτα Αλεξάνδρου, για Ευθύμιο Φλουρέντζου, για τους Αιτητές - Εφεσείοντες.
Λάρης Βραχίμης, για την Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητη.
________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη, στις 23.12.2016, στο πλαίσιο διαδικασίας για επίλυση περιουσιακών διαφορών, εξασφάλισε, στην αγωγή αρ. 113/2009 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, απόφαση εναντίον του εφεσείοντος 1, (ο εφεσείων), για το ποσό των €742.924,00, με νόμιμο τόκο από 6.7.2012, (η απόφαση). Στην ίδια αγωγή, εκδόθηκε, επίσης, στη βάση ανταπαιτήσεως, απόφαση υπέρ του εφεσείοντος και εναντίον της εφεσίβλητης για το πολύ μικρότερο ποσό των €52.032,00, με νόμιμο τόκο από 9.8.2012. Επομένως, όπως η τελευταία επισημαίνει, ο εφεσείων της οφείλει ποσό €690.892,00, καθώς, επίσης, ποσό €187.667,00, δεδουλευμένους τόκους. Οι τόκοι, βέβαια, συνεχίζουν να συσσωρεύονται, όμως, ενδεικτικά, το χρέος του εφεσείοντος προς την ίδια, κατά το Σεπτέμβριο του 2018, ανερχόταν, μαζί με τους τόκους, στο ποσό των €878.559,00.
Στις 31.1.2017, ο εφεσείων καταχώρισε την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο έφεση και, σε σύντομο χρόνο μετά, στις 2.2.2017, καταχώρισε ενώπιον του εκδικάσαντος Δικαστηρίου αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, δυνάμει της Δ.35, Κ. 18[1] των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, (οι «Κανονισμοί»), η οποία απορρίφθηκε, ως μη στοιχειοθετηθείσα. Ο εφεσείων, στις 22.6.2018, δυνάμει του Κ. 19[2] της προαναφερθείσας Διαταγής, καταχώρισε ενώπιον του Εφετείου, εκ νέου, αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, η οποία αντιμετώπισε, όπως και πρωτόδικα, την ένσταση της εφεσίβλητης.
Το δικαστήριο, στο πλαίσιο εξέτασης αίτησης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης δυνάμει της Δ.35, Κ. 18 των Κανονισμών, έχει να ζυγίσει δύο ανταγωνιζόμενα μεταξύ τους δικαιώματα, πρακτικής σημασίας, και, εκκρεμούσης της έφεσης, να αποφασίσει ποιο από τα δύο πρέπει να υπερισχύσει έναντι του άλλου· το δικαίωμα του εξ αποφάσεως πιστωτή να διατηρήσει την άμεση εκτελεστότητά της η υπέρ του απόφαση, ή το δικαίωμα του εξ αποφάσεως οφειλέτη για διασφάλιση του αντικειμένου της έφεσής του, σε περίπτωση επιτυχίας της; (βλ. Gov. and the Comp. of the Bank of Scotland v. Πλοίου S.S. Sapphire Seas (2001) 1 Α.Α.Δ. 955). Με βάση την προαναφερθείσα δικονομική διάταξη, υπάρχει, βέβαια, και η δυνατότητα για παροχή αναστολής εκτέλεσης υπό όρους εγγυήσεως, οι οποίοι τίθενται στον εξ αποφάσεως οφειλέτη, προς εξασφάλιση της πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους, με το πέρας της έφεσης και εφόσον αυτή αποτύχει. Το δικαστήριο, κατά τη διενέργεια της πιο πάνω εξέτασης, η οποία αφορά σε άσκηση διακριτικής εξουσίας, λαμβάνει υπόψη του όλους τους παράγοντες που είναι σχετικοί και τυχόν να επιδρούν στην ενώπιόν του υπόθεση.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο εφεσείων, στο πλαίσιο της υπό εξέταση αίτησης, υποστήριξε την άποψη πως οι λόγοι τους οποίους έχει προβάλει με την έφεσή του «είναι βάσιμοι και ουσιαστικοί». Συγκεκριμένα, εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τις αξίες των περιουσιακών του στοιχείων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά το «κούρεμα», προκειμένου να οδηγηθεί σε πιο δίκαιη απόφαση, κατά την επίλυση των περιουσιακών διαφορών μεταξύ του και της εφεσίβλητης. Το θέμα, όμως, τούτο, δεδομένης και της γενικότητας με την οποία εγείρεται, σαφώς, δεν μπορεί να σχολιαστεί στο πλαίσιο αίτησης, όπως είναι η παρούσα. Συνακόλουθα, από την πιο πάνω εισήγηση και μόνο, δεν προκύπτει, με βεβαιότητα, ότι η έφεση θα επιτύχει. ΄Οπως δε επισημαίνεται στη σχετική νομολογία, ουδέν ολιγότερο πρέπει να καταδειχθεί, προς ικανοποίηση του πιο πάνω παράγοντα, (βλ. Ναυτικός ΄Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων (1991) 1 Α.Α.Δ. 1147).
Σχετική με το θέμα της επιτυχίας της έφεσης είναι και η επόμενη εισήγηση του εφεσείοντος. Συγκεκριμένα, αυτός υποστήριξε ότι η εφεσίβλητη είναι αφερέγγυα και πως η μόνη της περιουσία είναι ένα δεύτερο μερίδιο σε συγκεκριμένο ακίνητο, αξίας €54.000,00. Ο εν λόγω ισχυρισμός, εφόσον τούτος μπορεί να υποστηριχθεί ως γεγονός, είναι παράγοντας ο οποίος λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο, (βλ. Χαραλάμπους ν. A. Panayides Contr. Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 1978). Θεωρεί δε, ο εφεσείων πως, αν εκτελεστεί η απόφαση και, ακολούθως, η έφεσή του επιτύχει, η εφεσίβλητη δε θα είναι σε θέση να του επιστρέψει το οποιοδήποτε ποσό, που αυτή θα έχει εισπράξει από τον ίδιο. Επιπρόσθετα, πιστεύει ότι αυτή θα μετέλθει κάθε μέσο, για να αποφύγει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωσή της. Η δε εφεσίβλητη δεν έχει αμφισβητήσει την αποδιδόμενη στην ίδια οικονομική αδυναμία να ανταποκριθεί, σε περίπτωση που η έφεση επιτύχει, προς την υποχρέωσή της για επιστροφή του ποσού του εξ αποφάσεως χρέους και των τόκων, που θα έχει εισπράξει. Ο ισχυρισμός δε του εφεσείοντος για την αρνητική στάση που αυτή τυχόν να τηρήσει είναι, μάλλον, άνευ σημασίας.
Εν πάση περιπτώσει, πρέπει εδώ να λεχθεί ότι η εφεσίβλητη, μετά την έκδοση της υπέρ της απόφασης, προς εξασφάλιση του λαβείν της, κατέθεσε memo σε ακίνητη περιουσία του εφεσείοντος, εκτιμημένης αξίας €499.000,00, όπως ο τελευταίος έχει, αδιαμφισβήτητα, ισχυριστεί. Επίσης, ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι, κατά τον ίδιο χρόνο, εκδόθηκε διάταγμα δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών του, στους οποίους υπάρχουν κατατεθειμένα χρήματα, ανερχόμενα στο συνολικό ποσό των €278.207,00. ΄Οπως διευκρινίστηκε, στη συνέχεια, το διάταγμα αυτό εκδόθηκε στο πλαίσιο αίτησης μεσεγγυούχου, την οποία είχε καταχωρίσει η εφεσίβλητη και στην οποία ο εφεσείων πρόβαλε ένσταση. Πρόκειται για μέτρο εκτέλεσης. Η έκβαση δε της υπό εξέταση αίτησης θα κρίνει και την τύχη του εν λόγω μέτρου, περιλαμβανομένου του προσωρινού διατάγματος δέσμευσης· ειδικά, αν αυτή επιτύχει, θα αναστείλει κάθε μέτρο εκτέλεσης.
Τέλος, ο εφεσείων αναφέρθηκε σε διάταγμα επιβάρυνσης, που υπάρχει σε ισχύ και δεσμεύει το ένα τρίτο του μετοχικού κεφαλαίου το οποίο αυτός κατέχει σε συγκεκριμένη εταιρεία, αποκλειστικών συμφερόντων του. ΄Οπως, επίσης, ανέφερε, το εκδικάσαν Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την αξία του μετοχικού κεφαλαίου της εν λόγω εταιρείας, για να καταλήξει στο ποσό που επιδίκασε προς όφελος της εφεσίβλητης. Εντούτοις, όπως η τελευταία ορθά υπέδειξε, δε δίδονται οποιαδήποτε στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει, με σχετική βεβαιότητα, ότι η εν λόγω εταιρεία διατηρεί, ή μπορεί να διατηρήσει στο μέλλον τη μετοχική της αξία. Επομένως, το συμπέρασμα που συνάγεται από τους πιο πάνω, εκατέρωθεν, ισχυρισμούς και τοποθετήσεις είναι ότι τόσο το διάταγμα αυτό όσο και το διάταγμα που εκκρεμεί στα πλαίσια της διαδικασίας μεσεγγυούχου δεν εξυπηρετούν σε οτιδήποτε την υπόθεση του εφεσείοντος.
Παραμένει, βέβαια, η κατάθεση του memo σε ακίνητη περιουσία του εφεσείοντος, με τη σοβαρή εξασφάλιση που αυτό παρέχει στον τομέα της ικανοποίησης εξ αποφάσεως χρέους. Σε σχέση με το θέμα τούτο, είναι σημαντικό να επισημανθεί πως, με την έκδοση απόφασης προς όφελος εξ αποφάσεως πιστωτή για συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, αυτός δικαιούται να προβεί άμεσα στη λήψη μέτρων προς ικανοποίησή της και εξασφάλιση, έτσι, του λαβείν του. Η επιβολή, στο μεταξύ, επιβαρύνσεων οποιασδήποτε μορφής επί των περιουσιακών στοιχείων του εξ αποφάσεως οφειλέτη σκοπεύει, ακριβώς, στη διευκόλυνση λήψεως των μέτρων αυτών, ειδικά, όταν ο τελευταίος δε συνεργάζεται προς τούτο, ως η υποχρέωσή του. Οπωσδήποτε δε, οι εν λόγω επιβαρύνσεις αποβλέπουν στην εκτέλεση της απόφασης όχι σε βάθος χρόνου, αλλά, αντίθετα, το συντομότερο δυνατό. Εντούτοις, η ύπαρξη αποτελεσματικών επιβαρύνσεων επί περιουσιακών στοιχείων του εξ αποφάσεως οφειλέτη δεν μπορεί να παραγνωριστεί, σε περίπτωση που το δικαστήριο, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, παραχωρήσει αναστολή εκτέλεσης απόφασης για χρηματικό ποσό, υπό όρους εγγύησης, (βλ. Μάριος Τσιάτταλος κ.ά. ν. Αλεξάνδρας Μαρκαντώνη, Πολιτικές Εφέσεις Αρ. Ε151/2017 και Ε152/2017, 29.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:A47).
Στην παρούσα υπόθεση, επισημαίνεται, κατ' αρχάς, η ύπαρξη του μη διαψευσθέντος, από την πλευρά της εφεσίβλητης, ισχυρισμού του εφεσείοντος ότι αυτή είναι αφερέγγυα. Το Δικαστήριο τούτο, ασφαλώς, δεν μπορεί να τον αγνοήσει. Αν ο εφεσείων καταβάλει στην εφεσίβλητη το εξ αποφάσεως χρέος, το οποίο, ομολογουμένως, αφορά σε ένα αρκετά μεγάλο χρηματικό ποσό, και, στη συνέχεια, η έφεσή του επιτύχει, ίσως να μην καταστεί δυνατή η, προς αυτόν, επιστροφή του. Τούτο είναι ένα σοβαρό ενδεχόμενο, υπό τις περιστάσεις, ανωτέρω, και δε χρειάζεται να εξεταστούν οι λόγοι για τους οποίους η εφεσίβλητη δυνατό να μην ανταποκριθεί, αν προκύψει τέτοια ανάγκη. Εφόσον δε εκδοθεί το διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης, σύμφωνα με τον Κ. 18 της Δ.35 των Κανονισμών, το Δικαστήριο έχει εξουσία, απευθυνόμενο προς τον επωφελούμενο από αυτό εξ αποφάσεως οφειλέτη, δηλαδή, τον εφεσείοντα, να θέσει συγκεκριμένους όρους εγγύησης, λαμβάνοντας, προς τούτο, υπόψη και τη δεσμευμένη, με memo, ακίνητη περιουσία του, αξίας €499.000,00. ΄Ετσι, δε θα υπάρχει περίπτωση η εφεσίβλητη να αδικηθεί, εάν η έφεση αποτύχει. Κατά την επιβολή των όρων αυτών, όμως, πρέπει να υπάρχει κατά νουν, ότι η εφεσίβλητη δεν πρέπει να τεθεί σε πλεονεκτικότερη θέση από εκείνην που της προσφέρει το μέτρο άμεσης εκτέλεσης της απόφασης.
Με βάση, λοιπόν, τα πιο πάνω, η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης, εφόσον ο εφεσείων καταθέσει στο Πρωτοκολλητείο, εντός σαράντα πέντε ημερών από σήμερα, τραπεζική εγγύηση, προς όφελος της εφεσίβλητης, για το ποσό των €380.000,00.
Τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας επιδικάζονται προς όφελος της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντος. Αυτά να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή, να εγκριθούν από το Δικαστήριο και να καταβληθούν με το πέρας της έφεσης.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ
[1] "18. An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceedings under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; ... Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed."
[2] "19. Wherever under these Rules an application may be made either to the Court below or to the Court of Appeal, or to a Judge of either Court, it shall be made in the first instance to the Court or Judge below."