ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:A479
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 43/2013)
6 Νοεμβρίου, 2018
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
XXXXX FORCAN
Εφεσείων/Αιτητής
και
1. HEMSLADE TRADING LTD
2. XXXXX MISKOVIC
Εφεσίβλητοι/Καθ΄ων η αίτηση
_ _ _ _ _ _
Θ.Χριστοδούλου, για Chr.Demetriades & Co LLC, για εφεσείοντα
Μ.Ιωάννου, (κα), για Ηλ.Νεοκλέους & Σία ΔΕΠΕ, για εφεσίβλητους
_ _ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Το αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι απόφαση πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απορρίπτετο (εν μέρει) αίτημα τροποποίησης της Εκθέσεως Απαιτήσεως δυνάμει της Δ.25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας εκ μέρους του εφεσείοντα/ενάγοντα στο βαθμό που διατύπωνε νέα βάση αγωγής.
Ο εφεσείων στις 3.6.2010 καταχώρησε αγωγή με τύπο O.2 r.1 εναντίον των εφεσιβλήτων/εναγομένων. Aκολούθησε ΄Eκθεση Απαίτησης καταχωρησθείσα στις 23.12.2010, με την οποία ο εφεσείων αξίωνε εναντίον των εφεσιβλήτων 1 και ή 2 διάφορες δηλωτικού τύπου αποφάσεις.
Επειδή ακριβώς η ουσία της διαφοράς σε συνάρτηση με την εκκαλούμενη απόφαση έγκειται στο αγώγιμο δικαίωμα ως είχε διαμορφωθεί στην έκθεση απαίτησης πριν το αίτημα τροποποίησης, θα πρέπει να καταγράψουμε με κάποια λεπτομέρεια τις δικογραφικές θέσεις του εφεσείοντα, όπως προβάλλονται.
Ο εφεσίβλητος 2 ήταν ο ιδρυτής και μέτοχος των εφεσιβλήτων 1 καθώς και το πρόσωπο που είχε υπό τον έλεγχο του τον σερβικό όμιλο εταιρειών γνωστό ως Delta Group. Επιπροσθέτως, ο εφεσίβλητος 2 ήταν μέτοχος και δικαιούχος ποσοστού 39% στη Delta M, μέλος του ως άνω oμίλου.
Ο εφεσείων υπήρξε εργοδοτούμενος του Delta Group και στενός συνεργάτης του εφεσίβλητου 2, ο οποίος στα πλαίσια ακριβώς της συνεργασίας τους, του προσέφερε 9% του μετοχικού κεφαλαίου της Delta M. Αυτό συνετελέσθη με σχετικό έγγραφο στις 30.12.1994 (η πρώτη παραχώρηση). Ωστόσο δεν ακολούθησε σχετική εγγραφή στο αρχείο της εταιρείας. Στη συνέχεια η Delta M διεχωρίσθηκε σε δύο άλλες εταιρείες και ως αποτέλεσμα ο εφεσείων απέκτησε ποσοστό 9% στις εν λόγω νέες εταιρείες Delta Maxi και Delta Real Estate (οι επίδικες μετοχές). Εξακολούθησε ωστόσο να μην υπάρχει αντίστοιχη εγγραφή στο αρχείο. Κατά τις 18.7.2005 ο εφεσίβλητος 2 παρουσιαζόταν ως να είναι ο ιδιοκτήτης 15.26% και 16.02% του μετοχικού κεφαλαίου των ως άνω εταιρειών, ενώ στην πραγματικότητα ήταν ιδιοκτήτης των 6.26% και 7.02%. Την ως άνω ημερομηνία (18.7.2005) ο εφεσίβλητος 2 μεταβίβασε τα ως άνω παρουσιαζόμενα ποσοστά στους εφεσίβλητους 1 (η δεύτερη παραχώρηση).
Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι κατά το σερβικό δίκαιο που διέπει την επίδικη διαφορά η πρώτη παραχώρηση είναι έγκυρη, ενώ η δεύτερη είναι άκυρη. Ισχυρίζεται δε περαιτέρω ότι οι εφεσίβλητοι γνώριζαν και ή όφειλαν να γνωρίζουν ότι ο εφεσείων είχε ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί των επιδίκων μετοχών και ότι «ενήργησαν και ή ενεργούν κακόπιστα και ή συνωμοτικά και ή με δόλο με σκοπό την αποστέρηση των νομίμων δικαιωμάτων του». Περαιτέρω και ή διαζευκτικά ισχυρίζεται ότι ο εφεσίβλητος 2 κατείχε τις μετοχές στη Delta M ως καταπιστευματοδόχος προς όφελος του εφεσείοντα ή με συνθήκες από τις οποίες εξάγεται εξ επαγωγής καταπίστευμα. Η αξία δε των μετοχών υπερβαίνει τα €2,000,000. Στο παρακλητικό ωστόσο περιορίζεται σε θεραπείες δηλωτικού τύπου.
Θεωρούμε σκόπιμο να μεταφέρουμε αυτούσιο το παρακλητικό της έκθεσης απαίτησης:
«Α. Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι ο Ενάγοντας είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης και/ή δικαιούχος 9% του μετοχικού κεφαλαίου των Σερβικών εταιρειών Delta Maxi d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής 1D 17569171) και Delta Real Estate d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569180)
Β. Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι η εγγραφή και/ή μεταβίβαση της 18/7/2005 από τους Εναγόμενους 2 στο όνομα των Εναγομένων 1 15,26% του μετοχικού κεφαλαίου της Σερβικής εταιρείας Delta Maxi d.o.o (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569171) είναι άκυρη και/ή θεωρείται ως μη γενόμενη και/ή στερείται οποιωνδήποτε εννόμων αποτελεσμάτων όσον αφορά το ποσοστό που υπερβαίνει το 6,26% δηλαδή όσον αφορά 9% των πιο πάνω μετοχών στη Σέρβική εταιρεία Delta Maxi d.o.o (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής 1D 17569171) και/ή οποιουδήποτε ποσοστού στο μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω εταιρείας ήθελε κριθεί από το Δικαστήριο ότι ο Εναγόμενος 2 δεν είχε δικαίωμα να μεταβιβάσει και/ή παράνομα μεταβίβασε.
Γ. Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι η εγγραφή και/ή μεταβίβαση της 18/7/2005 από τους Εναγόμενους 2 στο όνομα των Εναγόμενων 1 16,02% του μετοχικού κεφαλαίου της Σερβικής εταιρείας Delta Real Estate d.o.o (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569180) είναι άκυρη και/ή θεωρείται ως μη γενόμενη και/ή στερείται οποιωνδήποτε εννόμων αποτελεσμάτων όσον αφορά το ποσοστό που υπερβαίνει το 7,02% δηλαδή όσον αφορά 9% των πιο πάνω μετοχών στη Σέρβική εταιρεία Delta Real Estate d.o.o (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569180) και/ή οποιοσδήποτε ποσοστού στο μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω εταιρείας ήθελε κριθεί από το Δικαστήριο ότι ο Εναγόμενος 2 δεν είχε δικαίωμα να μεταβιβάσει και/ή παράνομα μεταβίβασε.
Δ. Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι ο Ενάγοντας δικαιούται να εγγράφει στο σχετικά μητρώα και/ή αρχεία ως ιδιοκτήτης 9% του μετοχικού κεφαλαίου των Σερβικών εταιρειών Delta Maxi d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569171) και Delta Real Estate d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569180).
Ε. Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι το ποσοστό των Εναγόμενων 1 στο μετοχικό κεφάλαιο των Σερβικών εταιρειών Delta Maxi d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569171) και Delta Real Estate d.o.o. (με Σέρβικο Αριθμό Εγγραφής ID 17569180) όπως σήμερα παρουσιάζεται στα σχετικά μητρώα και/ή αρχεία είναι λιγότερο κατά και/ή πρέπει να μειωθεί κατά 9% για κάθε μια από τις εν λόγω δύο εταιρείες.
Στ. Οποιοδήποτε άλλο διάταγμα ή θεραπεία το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει λογικό».
(ο τονισμός είναι δικός μας)
Μετά την καταχώρηση υπεράσπισης στις 3.2.2012, ο εφεσείων καταχώρησε την αίτηση τροποποίησης και κατόπιν υποβολής ένστασης εκ μέρους των εφεσιβλήτων, αφού άκουσε τις δύο πλευρές, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως οι προτεινόμενοι προς εισαγωγή ισχυρισμοί αφορούν και αναφέρονται σε γεγονότα μεταγενέστερα της καταχώρησης του κλητηρίου, ενώ η επιδιωκόμενη να εισαχθεί αξίωση αποζημιώσεων βασίζεται και θεμελιώνεται επ΄αυτών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγει ως εξής:
«Διαπιστώνεται, με άλλα λόγια, προσπάθεια εισαγωγής νέας αξίωσης - αυτής των αποζημιώσεων - που δεν περιλαμβάνετο στο κλητήριο ένταλμα, και, κυρίως θεμελίωση της πάνω σε γεγονότα τα οποία προέκυψαν μετά την καταχώρηση της αγωγής. Πιο συγκεκριμένα λέω σε συμφωνία με τα όσα υποστηρίχθηκαν από πλευράς Εναγομένων/Καθ' ων η Αίτηση ότι η ισχυριζόμενη ζημιά και η επιδιωκόμενη προς προσθήκη νέα αξίωση για αποζημιώσεις προέκυψε από τις ισχυριζόμενες μεταβιβάσεις μετοχών από τους Εναγόμενους 1 σε τρίτα πρόσωπα που έλαβαν χώρα μετά την καταχώρηση της αγωγής και εδράζεται, επομένως, σε γεγονότα που δεν υφίσταντο κατά την ημερομηνία έκδοσης και καταχώρησης του κλητηρίου στην παρούσα αγωγή. Δεν πρόκειται, επομένως, για περίπτωση όπου επιδιώκεται τροποποίηση του κλητηρίου σε σχέση με γεγονότα τα οποία προέκυψαν μετά την καταχώρηση της αγωγής και τα οποία ο διάδικος επικαλείται προς υποστήριξη της αρχικής αιτίας αγωγής.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προτεινόμενη τροποποίηση γίνεται προσπάθεια να δικογραφηθούν γεγονότα τα οποία δεν υπήρχαν όταν εγέρθηκε η αγωγή και να εισαχθεί θεραπεία εντελώς διαφορετική από τις αρχικές θεραπείες της αγωγής η οποία και δεν θα μπορούσε να ήταν μέρος των θεραπειών που ο Ενάγοντας έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου από την αρχή.
Τα πιο πάνω αφορούν και αναφέρονται στην προτεινόμενη τροποποίησή υπό στοιχεία Α(ii), (iii), (iν), (ν), (νi), (vii), (viii), (ix), (x), (xi) και (xii) της Αίτησης».
Οι εφεσείοντες εγείρουν δύο λόγους έφεσης στη βάση των οποίων επικαλούνται ότι η απόφαση, στην έκταση που είναι απορριπτική, είναι εσφαλμένη και επηρεάζει τα δικαιώματα τους. Συγκεκριμένα, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε ότι με την αιτούμενη τροποποίηση επιδιωκόταν η εισαγωγή νέας βάσης αγωγής (1ος λόγος έφεσης) και ότι εσφαλμένα εφάρμοσε τις νομολογιακές αρχές αναφορικά με την προσθήκη νέας βάσης αγωγής (2ος λόγος έφεσης).
Και οι δύο λόγοι έχουν κοινό πυρήνα και μπορούν να εξεταστούν ενιαία.
΄Εχουμε μελετήσει τις αντίστοιχες θέσεις σε συνάρτηση με την πρωτόδικη θεώρηση καθώς και τη σχετική δικογραφία. Οι επίδικες τροποποιήσεις παρουσιάζονται εκτεταμένες, όμως παρά το εκτενές του περιεχομένου τους, εκείνο που προκύπτει είναι ότι γίνεται προσπάθεια να εισαχθεί πως κατά ή περί το έτος 2011 οι εφεσίβλητοι 1 μεταβίβασαν και ή ενέγραψαν τις επίδικες μετοχές στην εταιρεία Delta Maxi σε τρίτα πρόσωπα. Δίδονται δε λεπτομέρειες των συμφωνιών και προσδιορίζονται τα τρίτα αυτά πρόσωπα ως οι κυπριακές εταιρείες Astatine Holdings Ltd και Rhenium Holdings Ltd οι οποίες και προέβησαν σε νέες συμφωνίες μεταβίβασης με άλλα νομικά πρόσωπα. Η κατάληξη, εν πάση περιπτώσει, του εφεσείοντα είναι ότι μοναδικός μέτοχος των ως άνω δύο κυπριακών εταιρειών ήταν η εταιρεία Hitoni Financial Ltd από τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους μοναδικός μέτοχος των εφεσιβλήτων 1. Επιχειρείται δε τελικώς, στη βάση των προηγούμενων τοποθετήσεων της πλευράς του εφεσείοντα, η διατύπωση θεραπείας αποζημιώσεων ότι, στη βάση των πιο πάνω ενεργειών που αφορούν τις μεταβιβάσεις, ο εφεσείων υπέστη ζημία και/ή απώλεια κέρδους η οποία καθορίζεται και εξηγείται σε συνάρτηση με την αξία και τα ποσοστά των μετοχών, τα οποία κατά τους ισχυρισμούς του κατείχε. Επίσης αυτό συσχετίζεται με τις αντίστοιχες πρόνοιες του σερβικού δικαίου των συμβάσεων και των αστικών αδικημάτων, οι οποίες, κατά τη θέση του, ισχύουν εν προκειμένω (βλ. ειδικά τα άρθρα 189 και 190 τα οποία και συναφώς αναλύονται).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έθεσε ορθά τις νομολογιακές αρχές που αφορούν τροποποίηση δικογράφου, η οποία επιδιώκει να εισάξει αιτία αγωγής που γεννήθηκε μετά την καταχώρηση του αρχικού κλητηρίου. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν εφαρμόστηκαν ορθά στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Στην υπόθεση Gaber Alian Al Somrani Alias Gaber Elelyan v. The Cyprus Ship "Poseidonia" Ex "Al Kahera" Ex "Med Sea" Ex "Ulset Queen" και άλλων (1990) 1 Α.Α.Δ. 990 το Δικαστήριο αναφερόμενο στη σχετική Αγγλική νομολογία επί του θέματος επαναδιατύπωσε την αρχή ότι η τροποποίηση κλητηρίου εντάλματος ανατρέχει στον χρόνο καταχώρησης του αρχικού κλητήριου και ότι κατά συνέπεια δεν μπορεί να δοθεί άδεια τροποποίησης κλητηρίου για να περιλάβει αιτία αγωγής, που γεννήθηκε μετά την καταχώρηση του αρχικού κλητηρίου.
Στην υπόθεση Saba & Co (T.M.P.) v. T.M.P. Agents, (1994)1 A.A.Δ. 426 αναφέρθηκε πως η προσθήκη δια της επιδιωκόμενης τροποποίησης συσχετιζόταν άμεσα με τον κεντρικό ισχυρισμό που προβλήθηκε εξ αρχής και δεν επέφερε ριζική μετατροπή της φύσης της αξίωσης. Παρείχε μόνο τη δυνατότητα προσαγωγής μαρτυρίας ως προς τον εξ αρχής προβληθέντα, αν και μη συγκεκριμενοποιηθέντα ισχυρισμό, αναφορικά με τις συνέπειες του αστικού αδικήματος. Η διαπίστωση πως επιδιώκεται η εισαγωγή νέας βάσης αγωγής δεν οδηγεί άνευ ετέρου σε απόρριψη αίτησης για τροποποίηση.
To ερώτημα που πρέπει όμως να απαντηθεί αμέσως μετά - και αυτό συνιστά τον πρώτο λόγο έφεσης - είναι αν όντως οι ως άνω προτεινόμενες τροποποιήσεις εισάγουν ή όχι νέα βάση αγωγής που δεν μπορεί ευχερώς να δικαστεί με την υφιστάμενη. Όπως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε, ενώ είναι ανεπίτρεπτο να διαταχθεί τροποποίηση που να εισάγει βάση αγωγής η οποία δεν υπήρχε κατά το χρόνο καταχώρησης του αρχικού δικογράφου αλλά προέκυψε μεταγενέστερα, διακρίνεται η περίπτωση στην οποία τροποποιούνται τα δικόγραφα σε σχέση με γεγονότα τα οποία προέκυψαν μετά την καταχώρηση της αγωγής και τα οποία ο διάδικος επικαλείται για υποστήριξη της αρχικής αιτίας αγωγής. (Βλ. Tilcon Ltd ν. Land and Real Estate Investments Ltd (1987) 1 All E.R. 615).
Όπως προκύπτει, ο πυρήνας της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων είναι όχι μόνο η αντισυμβατική συμπεριφορά των εφεσιβλήτων αλλά και η επίκληση απάτης, δόλου, ευθύνης καταπιστευματοδόχου και ή περιστάσεων που δύνανται να λειτουργήσουν ως εξ υπαγωγής εμπίστευμα και ή άλλως πως, ως ανωτέρω.
Είναι συνεπώς, κατά την κρίση μας, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις απλώς αναφορά σε ενέργειες των εφεσιβλήτων, υποστηρικτικές ή ενισχυτικές του υφιστάμενου αγώγιμου δικαιώματος και όχι νέα βάση αγωγής. ΄Οπως ακριβώς στη Saba & Co (T.M.P.) v. T.M.P. Agents, (ανωτέρω) αναφέρθηκε, οι τροποποιήσεις δεν επιφέρουν ριζική μετατροπή της φύσεως της αξίωσης, απλώς εισάγονται θέσεις που δεν είχαν συγκεκριμενοποιηθεί προηγουμένως αναφορικά με τις συνέπειες της μεταβίβασης των μετοχών. ΄Εστω και αν πρόκειται για μεταγενέστερα της αγωγής γεγονότα, ο εφεσείων επεκτείνει τις αιτούμενες θεραπείες πλέον και στη μορφή των χρηματικών αποζημιώσεων επικαλούμενος σχετικά άρθρα του σερβικού δικαίου, το οποίο εν πάση περιπτώσει επικαλείτο και στο αρχικό του δικόγραφο. Αν ειδωθεί λοιπόν προσεκτικά η υφιστάμενη και η προτεινόμενη δικογραφία δεν αφορά μεταγενέστερα γεγονότα που συνθέτουν νέα βάση αγωγής αλλά πρόκειται για μεταγενέστερα γεγονότα που ανάγονται στην πρωταρχική βάση αγωγής και την επεκτείνουν τόσο στο περιεχόμενο της, όσο και στο φάσμα των αιτουμένων θεραπειών. Εξάλλου, δεν θα συμφωνήσουμε με την ευπαίδευτη συνήγορο των εφεσιβλήτων, πως δεν μπορούσε ο εφεσείων να διατυπώσει ευθύς εξ αρχής θεραπεία αποζημίωσης, έστω και με πιο γενικό τρόπο.
Πραγματικά θα ήταν ατελέσφορο - για αμφότερους τους διαδίκους - η διαφορά τους να κατακερματιζόταν σε δύο αγωγές, όπως εισηγείται η πλευρά των εφεσιβλήτων. Σίγουρα δε, δεν προκύπτει και δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιαδήποτε βλάβη των εφεσιβλήτων εκ των αιτουμένων τροποποιήσεων.
Συνεπακόλουθα των πιο πάνω, κρίνουμε ότι η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη κρίση υπήρξε εσφαλμένη στο βαθμό που απέρριψε τις επίδικες τροποποιήσεις και παραμερίζεται.
Ως εκ τούτου εκδίδεται διαταγή ως οι αιτούμενες τροποποιήσεις, που δεν είχαν εγκριθεί πρωτοδίκως.
Κατά τα λοιπά να ακολουθηθούν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας. Τα έξοδα της έφεσης περιοριζόμενα στο ποσό των €1,500 (πλέον ΦΠΑ) επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα.
Ως προς τα πρωτόδικα έξοδα επί της αίτησης τροποποίησης τα οποία επιδικάσθησαν εναντίον του εφεσείοντα, δεν θα επέμβουμε, εφόσον αφορούσαν και τροποποιήσεις που το Δικαστήριο είχε επιτρέψει. Εάν δε, υπάρξουν νέα έξοδα πρωτοδίκως, που απορρέουν από τη νέα τροποποίηση (costs thrown away), αυτά επιδικάζονται υπέρ των εφεσιβλήτων.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.