ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Marewave Shipping & Trading Co Ltd (1992) 1 ΑΑΔ 116
Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 33/1964 - Ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμος του 1964
Ν. 86/1972 - Ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμος του 1972
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2018:D513
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 147/2018)
23 Νοεμβρίου, 2018
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964 ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxxxxx ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΙ΄ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙ΄ ΕΚΔΟΣΙΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΥΠ΄ ΑΡ. 4061/2016 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 05/11/2018
----------
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή.
----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση αξιώνονται οι ακόλουθες θεραπείες:
«(Α) Άδεια δια καταχώρηση Αιτήσεως δι΄ έκδοσιν Διατάγματος Certiorari δια την μετακίνηση και/ή μεταφορά εις το Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 5/11/2018 εις την Ποινική Υπόθεση υπ΄ αριθμό 4061/2016 Παράρτημα Α της παρούσης, ΚΑΙ
(Β) Διάταγμα του Δικαστηρίου της φύσεως Mandamus κατ΄ επέκταση και/ή ως συνεπαγόμενο της θεραπείας με βάση τη παράγραφο (Α) ανωτέρω, ΚΑΙ
(Γ) Διάταγμα διακόπτον τη περαιτέρω διαδικασία εις την Ποινική Υπόθεση υπ΄ αριθμό 4061/2016 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας μέχρι την αποπεράτωση της παρούσης Αιτήσεως και/ή τη διαδικασία κατ΄ ακολουθία της θεραπείας με βάση τη παράγραφο (Α) ανωτέρω, ΚΑΙ
(Δ) Έξοδα πλέον ΦΠΑ.»
Ο αιτητής είναι κατηγορούμενος στην Ποινική Υπόθεση υπ΄ αριθμό 4061/2016 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Αντιμετωπίζει κατηγορία υπέρβασης ορίου ταχύτητας, κατά παράβαση του άρθρου 6(2) και (3) του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972, Ν.86/1972, ήτοι ότι την 1.11.2015, στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Λευκωσίας, παρά το Τσέρι, οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αριθμούς εγγραφής χχχχχ, με ταχύτητα 200χαω, αντί 100χαω.
Στα πλαίσια της μαρτυρίας που παρουσίασε η Κατηγορούσα Αρχή, κατέθεσε ο Αστ.xxxxx, ο οποίος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι εκπαιδεύτηκε από την κατασκευάστρια εταιρεία για τη συντήρηση και επιδιόρθωση ταχυμέτρων τύπου laser, μοντέλο LTI 20-20 Truspeed, όπου εντάσσεται και το ταχύμετρο με αριθμό TS 4536, που με βάση τη μαρτυρία χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα περίπτωση. Ο μάρτυρας παρουσίασε στο Δικαστήριο εγχειρίδιο της κατασκευάστριας εταιρείας και αναφέρθηκε, περαιτέρω, σε έγγραφα τα οποία η εταιρεία, η οποία προμήθευσε τις εν λόγω συσκευές στην Αστυνομία Κύπρου, ήταν υπόχρεη να παρουσιάσει, ώστε να καταδείξει ότι τα ταχύμετρα συνάδουν με κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα εξ αυτών των εγγράφων φέρει τίτλο «Test Report» και έχει συνταχθεί από τον Dr. E. Winter, από την Αυστρία. Σύμφωνα με τον Αστ.xxxx, η εν λόγω έκθεση αποδεικνύει ότι η συσκευή είναι ασφαλής για το ανθρώπινο μάτι.
Μετά τη συμπλήρωση της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή ζήτησε την άδεια του Δικαστηρίου να κλητεύσει τον Dr. Winter προς αντεξέταση, καθότι η γραμμή υπεράσπισης αφορά τον τρόπο λειτουργίας και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του ταχυμέτρου. Από την άλλη, η Κατηγορούσα Αρχή ανέφερε ότι το εν λόγω έγγραφο παρουσιάστηκε ενημερωτικά και σχετίζεται με το κατά πόσο τα συγκεκριμένα ταχύμετρα είναι ασφαλή για το ανθρώπινο μάτι, εισηγούμενη πως το Δικαστήριο μπορεί να μην το λάβει υπόψη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού:
«Έχω την άποψη ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα είναι αρνητική. Η δήλωση της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής ότι οι δηλώσεις που περιέχονται στο Τεκμήριο 6 δεν σχετίζονται με τα επίδικα ζητήματα θέτει τέλος στο όλο ζήτημα. Ομολογουμένως, απορία προκαλεί το γεγονός ότι η Κατηγορούσα Αρχή επιλέγει να παρουσιάσει ένα έγγραφο το οποίο εν τέλει η ίδια υποστηρίζει ότι δεν σχετίζεται με τα επίδικα ζητήματα. Από την άλλη, δεν έχω πεισθεί από τη θέση της υπεράσπισης ότι ένα έγγραφο το οποίο αφορά το κατά πόσον το ταχύμετρο είναι ασφαλές για το ανθρώπινο μάτι, μπορεί να επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο την υπεράσπιση. Σε κάθε περίπτωση, έχω διεξέλθει του περιεχομένου του Τεκμηρίου 6 και καταλήγω ότι όσα καταγράφονται σε αυτό δεν σχετίζονται με όσα το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει στην παρούσα. Η επιλογή της Κατηγορούσας Αρχής να παρουσιάσει το εν λόγω έγγραφο ήταν ατυχής. Δυστυχώς, η επιλογή αυτή προκάλεσε εκτροπή της διαδικασίας και απώλεια σημαντικού χρόνου. Ακόμα μεγαλύτερη όμως θα είναι η εκτροπή και καθυστέρηση αν δοθεί η αιτούμενη άδεια. Καταλήγω συνεπώς, ότι από την κλήτευση του Dr. Winter για αντεξέταση, ουδέν όφελος θα προκύψει.»
Ο αιτητής προβάλλει ότι υπάρχει έκδηλο νομικό σφάλμα επί του πρακτικού το οποίο συνίσταται στα ακόλουθα:
«1.(α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενήργησε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας καθ΄ ότι δια της ρηθείσας απόφασης του, ρητά αναφέρει ότι προέβει σ΄ αυτό το στάδιο της διαδικασίας σε αξιολόγηση της μαρτυρίας και συγκεκριμένα το Τεκμήριο 6 χωρίς να έχει ενώπιον του το σύνολο της μαρτυρίας που θα κατατεθεί ενώπιον του στο σύνολο της διαδικασίας αντλώντας συμπεράσματα με βάση το περιεχόμενο αυτού μόνο, παραγνωρίζοντας ότι η Υπεράσπιση εις τα πλαίσια της αντεξέτασης του δύναται να εγείρει οιονδήποτε ζήτημα σχετιζόμενο με τη γραμμή της Υπεράσπισης του Αιτητού η οποία είναι άκρως σχετική με την ειδικότητα του προσώπου που κατασκεύασε το έγγραφο, Τεκμήριο 6, ΚΑΙ/Ή
(β)(i) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενήργησε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και/ή κατ΄ ουσία ενήργησε ως Εφετείο του εαυτού του αφού τεκμαίρεται ότι δια να αποδεχθεί το επίδικο έγγραφο ως Τεκμήριο 6, παρά την Ένσταση της Υπεράσπισης, το έκρινε ως αποδεκτή μαρτυρία με βάση το Νόμο και τη Νομολογία, και στη συνέχεια, με την προσβαλλόμενη απόφαση του, αποδεχόμενο τη θέση ότι το Τεκμήριο 6 δεν σχετίζεται με τα επίδικα θέματα το έκρινε ως μη αποδεκτή μαρτυρία με βάση το Νόμο και τη Νομολογία αφού άσχετη με τα επίδικα θέματα μαρτυρία δεν γίνεται αποδεκτή. Αποδέκτηκε δηλαδή τελικά, αυτοαναιρόντας τον εαυτό του, ότι υφίστατο θέμα μη αποδεκτότητας και όχι αξιολόγησης νομίμως κατατεθείσης μαρτυρίας, ΚΑΙ/Ή
(ii) Το εκδικάσαν Δικαστήριο ενήργησε κατ΄ υπέρβαση εξουσίας απομακρύνοντας κατ΄ ουσία εαυτόν από τη διαδικασία με την αναφορά ότι ήτο επιλογή της Κατηγορούσας Αρχής να καταθέσει το Τεκμήριο 6 παραγνωρίζοντας ότι υπήρξε ένσταση από πλευράς της Υπεράσπισης και απόφαση του Δικαστηρίου κάνοντας αποδεκτό το αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής να καταθέσει το υπό κρίση έγγραφο και κατ΄ επέκταση ασκώντας τη διακριτική του εξουσία κατά τρόπο που έκρινε νομικά ορθή την κατάθεση του εγγράφου, ΚΑΙ/Ή
(γ) Το εκδικάσαν Δικαστήριο, κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, αξιολόγησε τον παράγοντα «προς το σκοπό ορθής απονομής της δικαιοσύνης» με βάση τα λανθασμένα κριτήρια της καθυστέρησης και εκτροπής τα οποία όμως προκλήθηκαν ως αποτέλεσμα των λαθών του ιδίου του Δικαστηρίου και/ή της Κατηγορούσης Αρχής (το πρώτο, ως απεφάνθει την 5/11/2018, απεδέχθει ως μαρτυρία, το Τεκμήριο 6 το οποίο είναι άσχετο με την υπόθεση και η δεύτερη παρουσιάζοντας άσχετη με την υπόθεση μαρτυρία) και κατ΄ επέκταση δεν δύναται δια τους λόγους αυτούς να στερηθεί η Υπεράσπιση του θεμελιώδες δικαιώματος της αντεξέτασης.»
Αποτελεί θέση του αιτητή ότι η απόφαση του Δικαστηρίου επηρεάζει αρνητικότατα τα δικαιώματά του αφού του στερεί το δικαίωμα της αντεξέτασης και, κατ΄ επέκταση, της δίκαιης προβολής της υπεράσπισής του. Το εγειρόμενο ζήτημα δεν μπορεί να εγερθεί κατ΄ έφεση αφού αφορά τη νομιμότητα της διαδικασίας και όχι την ορθότητά της.
Αγορεύοντας ενώπιον του Δικαστηρίου ο κ. Τριανταφυλλίδης προς υποστήριξη της αίτησης, διευκρίνισε αρχικά ότι η αίτηση δεν αφορά τον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια. Το νομικό σφάλμα εντοπίζεται στο γεγονός ότι, ενώ απεδέχθη το επίδικο έγγραφο ως Τεκμ. 6, κρίνοντας ότι αποτελεί αποδεχτή μαρτυρία σχετική με τα επίδικα θέματα, με την απόφασή του αυτοαναίρεσε τον εαυτό του, θεωρώντας ότι το εν λόγω έγγραφο ήταν άσχετο με τα επίδικα θέματα, εφόσον αποδέχθηκε επί του προκειμένου τη θέση της Κατηγορούσας Αρχής.
Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari παρέχεται εκεί όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 ΑΑΔ 1298 και Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692).
Είναι νομολογημένο ότι αντικείμενο της διαδικασίας για έκδοση διαταγμάτων Certiorari δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μίας απόφασης, αλλά της νομιμότητάς της. Όπως τονίστηκε στην Αναφορικά με την Αίτηση της Μarewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 ΑΑΔ 116, στη σελ. 121:
"Δεν είναι ... επιτρεπτό να εκδίδεται διάταγμα Certiorari προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος με τον οποίο θα ασκήσει τη διακριτική του εξουσία."
Εκεί όπου το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι έχει υπερβεί ή ότι καταχράστηκε τη δικαιοδοσία του απλώς και μόνο επειδή ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα ή ακόμα αποδέχθηκε παράνομη μαρτυρία (Αναφορικά με το Μάριο Χρίστου (1996) 1 ΑΑΔ 398), ή, τέλος, αν παραπλανήθηκε ως προς τα γεγονότα. Σε κάθε περίπτωση το ένταλμα τύπου Certiorari δεν στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της κρίσης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με την κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στα πλαίσια της προνομιακής δικαιοδοσίας του το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ενεργεί ως Εφετείο.
Από τα πρακτικά της υπόθεσης που επισυνάπτονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή, ο κ. Τριανταφυλλίδης με παρέπεμψε στο απόσπασμα που αφορά την προσπάθεια κατάθεσης του Τεκμ. 6. Παραθέτω αυτούσιο το εν λόγω απόσπασμα:
«Κος Τριανταφυλλίδης: . Αυτό υπάρχει πρόβλημα διότι αυτό έχει συνταχθεί από κάποιον Dr. E. Winter University professor στην Αυστρία. Είναι εξ ακοής μαρτυρία, θα ασκήσω το δικαίωμα βάσει το 26 να φέρει η Δημοκρατία τον Dr. Winter ο οποίος έγραψε αυτήν την έκθεση να τον αντεξετάσω. Τα άλλα δύο δεν έχω πρόβλημα. Αυτό είναι έκθεση κάποιου καθηγητή.
Κα Θεοδότου: Θέλω να κατατεθούν. Όσον αφορά την έκθεση θα κάνω περαιτέρω ερωτήσεις στον μάρτυρα.
Δικαστήριο: Ποιαν έκθεση;
Κα Θεοδότου: Αυτήν που έκανε αναφορά. Το test report που λέτε;
Κος Τριανταφυλλίδης: Ναι.
Δικαστήριο: Δέσμη δύο εγγράφων με τίτλο «Laser Tech» και «Declaration of Conformity» αντίστοιχα, κατατίθεται και σημειώνεται ως Τεκμήριο 5. Σε σχέση μ΄ αυτό είναι εμπειρογνώμονας αυτός που το έγραψε; Τι βαρύτητα έχει; Επιμένετε να το καταθέσετε; Θα τον φέρετε;
Κα Θεοδότου: Δεν νομίζω να τον φέρουμε.
Δικαστήριο: Θα κατατεθεί ως έγγραφο που είναι στην κατοχή του μάρτυρα. Έχει σημειωθεί η επιφύλαξη της Υπεράσπισης. Έγγραφο με τίτλο «Test Report» αποτελούμενο από τέσσερις σελίδες, κατατίθεται και σημειώνεται ως Τεκμήριο 6. (Προς μάρτυρα.) Εξηγήστε μας κύριε μάρτυς τι είναι αυτά.
Μάρτυρας: Το test report που αναφέρεται είναι απόδειξη ότι είναι laser Class 1 το ταχύμετρο καθότι πρόκειται για συσκευή laser και είναι το test που έπρεπε να κάνει η εταιρεία πριν να μας προμηθεύσει για να μπορούμε να χρησιμοποιούμε για να αποδείξει ότι είναι Class 1 τa laser, είναι ασφαλή για το ανθρώπινο μάτι.»
Είναι εμφανές ότι υπήρξε ένσταση στην κατάθεση της έκθεσης του Dr. Winter που στηριζόταν ακριβώς στο γεγονός ότι επρόκειτο περί εξ ακοής μαρτυρία.
Το άρθρο 26 του περί Απόδειξης Νόμου, Κεφ. 9, όπως έχει τροποποιηθεί, προνοεί ως ακολούθως:
«26.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοσδήποτε διάδικος προσάγει εξ ακοής μαρτυρία και δεν κλητεύει ως μάρτυρα στη διαδικασία το πρόσωπο, το οποίο είχε προβεί στην αρχική δήλωση, τότε οποιοσδήποτε άλλος διάδικος δύναται, με την άδεια του Δικαστηρίου, πριν ο διάδικος που έχει προσάξει την εξ ακοής μαρτυρία κλείσει την υπόθεσή του, να κλητεύει το εν λόγω πρόσωπο για να το αντεξετάσει σε σχέση με την αρχική του δήλωση:
Νοείται ότι το Δικαστήριο δύναται να μην επιτρέψει την κλήτευση, αν κρίνει ότι η κλήτευση του εν λόγω προσώπου δεν είναι, υπό τις περιστάσεις, εύλογη και εφικτή ή ότι δεν είναι αναγκαία για σκοπούς ορθής απονομής της δικαιοσύνης.»
Με το πιο πάνω άρθρο παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο κατά πόσο θα επιτρέψει την κλήτευση ως μάρτυρα προσώπου το οποίο έχει προβεί στην αρχική δήλωση. Η διακριτική αυτή ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται σε περιπτώσεις όπου η κλήση του προσώπου αυτού δεν είναι εύλογη και εφικτή ή δεν είναι αναγκαία για σκοπούς ορθής απονομής της δικαιοσύνης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα, αφού εξέτασε το Τεκμ. 6, και έκρινε ότι αυτό δε σχετίζεται με τα επίδικα θέματα. Το γεγονός ότι απεδέχθη την κατάθεση του εγγράφου σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας, κάτω από τις δοσμένες περιστάσεις, όπως καταγράφονται στο πρακτικό, θεωρώ ότι δεν καταδεικνύει εκ πρώτης όψεως νομικό σφάλμα που να δικαιολογεί την απόδοση των αιτούμενων θεραπειών. Άλλωστε, η μαρτυρία κατατίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου και υπόκειται σε αξιολόγηση από το ίδιο το Δικαστήριο ως προς τη σημασία της στο τέλος της δίκης. Σε αυτή την περίπτωση, το Δικαστήριο εκτίμησε τη σχετικότητά της στο στάδιο που εξέτασε την αίτηση για κλήτευση του Dr. Winter για αντεξέταση για σκοπούς άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας επί του προκειμένου.
Ενόψει των ανωτέρω, κρίνω ότι αυτό που ο αιτητής ουσιαστικώς αμφισβητεί είναι την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, έστω και εάν δεν το καθορίζει ως τέτοιο, κάτι βέβαια που δεν μπορεί να ελεγχθεί στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας, όπως άλλωστε ο ίδιος ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή έχει αποδεχθεί.
Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και απορρίπτεται.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ