ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY JOSEPHIDES, Πολιτική Αίτηση Αρ. 86/2018, 5/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:D333
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME TON Ο. Β., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 175/2019, 15/10/2019, ECLI:CY:AD:2019:D427
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΙΔΗ , Πολιτική Aίτηση Αρ. 108/2019, 10/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:D294
ECLI:CY:AD:2018:D296
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση αρ. 55/2018)
20 Ιουνίου 2018
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 33 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ NOMOY (ΚΕΦ. 1), TA AΡΘΡΑ 6 KAI 13 TOY ΠΕΡΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1962
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΚΑΙ ΜΠΑΡΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΤΑΧΘΕΙ Η ΑΝΩΤΕΡΗ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΚΑ ΜΑΡΙΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΝΑ ΕΚΔΙΚΑΣΕΙ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 4567/2010 ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΥΨΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥΣ 3, 4 ΚΑΙ 6 ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Π.Ε.Δ. K. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29.10.2017 ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ ΖΗΜΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΣΑΝ ΣΤΟΥΣ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 7.2.2018 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 4567/2010
-----------------------
Λουκία Πατσαλίδου (κα) για Λ. Λουκαΐδη και Σία ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Είκοσι-μία αγωγές συνενώθηκαν και με οδηγό την αγωγή 4567/2010 συνεκδικάστηκε ως κοινό ζήτημα το θέμα της ευθύνης από τον κ. Α.Α. Παναγιώτου, ΠΕΔ, ο οποίος, αφού με απόφασή του ημερομηνίας 29.12.2017, απέδωσε ευθύνη σε αριθμό εναγομένων, ακολούθως εξέδωσε «διάταγμα αποσύνδεσης των αγωγών προκειμένου να εκδικαστεί ξεχωριστά σε κάθε αγωγή το ύψος των αποζημιώσεων που οι ενάγοντες δικαιούνται».
Στις 7.2.2018, τέθηκε ενώπιον της κας M. Παπαδοπούλου, ΑΕΔ, μια μονομερής αίτησης υπό του εναγομένου 6 για παράταση χρόνου έφεσης στην εν λόγω αγωγή 4567/2010. Η κα Παπαδοπούλου θεώρησε, όμως, ότι ο κ. Παναγιώτου με την απόφασή του με την οποία κρίθηκε το ζήτημα της ευθύνης «έχει θέσει τη σφραγίδα του επί της υπόθεσης», εφόσον προέβη σε εύρημα ότι ο ενάγοντας 1, όπως και ο υιός του, διαγνώστηκαν με συγκεκριμένες νόσους οι οποίες συνδέονται με τις εκπομπές και την έκθεση σε τοξική ουσία που χρησιμοποιούσε η εναγόμενη 4 εταιρεία. Οι διαπιστώσεις αυτές του κ. Παναγιώτου, έκρινε η κα Παπαδοπούλου, «έχουν δεσμεύσει τα όποια ευρήματα περί της ζημιάς που υπέστησαν οι ενάγοντες». Υπό το φως αυτής της προσέγγισης η κα Παπαδοπούλου κατέληξε ότι η ίδια δεν μπορούσε να προχωρήσει με την εκδίκαση της αγωγής ή, ακόμα και της προαναφερθείσας αίτησης.
Ως αποτέλεσμα της παραπάνω απόφασης της κας Παπαδοπούλου, στις 25.4.2018 ο φάκελος της αγωγής τέθηκε ενώπιον του κ. Παναγιώτου, ο οποίος, αφού άκουσε τα μέρη, αποφάσισε ή ενέμεινε στην απόφασή του να μην προχωρήσει ο ίδιος στην εκδίκαση του θέματος των αποζημιώσεων και έδωσε οδηγίες όπως, τόσο η εν λόγω αγωγή, όσο και οι υπόλοιπες, παραπεμφθούν ενώπιον άλλων δικαστηρίων ανάλογα με την κλίμακά τους.
Το αποτέλεσμα των δύο παραπάνω αλληλοσυγκρουόμενων δικαστικών πράξεων ήταν να περιέλθει η συνέχιση της εκδίκασης της αγωγής σε αδιέξοδο. Αυτό το αδιέξοδο είναι που επικαλέστηκε η ευπαίδευτη δικηγόρος των εναγόντων ως εξαιρετική περίσταση για να τους δοθεί τώρα άδεια προς καταχώριση αίτησης για προνομιακό διάταγμα mandamus, παρά το ότι θα μπορούσε να είχε καταχωριστεί έφεση, όπως το έθεσε. Ειδικότερα, επιδιώκεται η εξασφάλιση mandamus ώστε να διαταχθεί η κα Παπαδοπούλου να εκδικάσει την αγωγή 4567/2010 αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων.
Το ζήτημα όμως που εγείρεται, δεν είναι κατά πόσο συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να εδίδετο προνομιακό διάταγμα αντί εφέσεως, όπως τέθηκε, εάν βεβαίως πρόκειται περί εφέσιμης απόφασης. Το πραγματικό ερώτημα αφορά στο κατά πόσο, με δεδομένη την ύπαρξη και μη προσβολή της απόφασης της κας Παπαδοπούλου, θα μπορούσε να εκδοθεί mandamus που να τη διατάσσει να αποφασίσει διαφορετικά.
Προνομιακό ένταλμα mandamus εκδίδεται με σκοπό να επιβληθεί προστακτικά η εκτέλεση συγκεκριμένης πράξης που συνιστά δημόσιο καθήκον, συνυφασμένης με τη θέση του προσώπου προς το οποίο απευθύνεται. Προκειμένου για κατώτερα δικαστήρια:
«The order of mandamus will issue to tribunals exercising an inferior jurisdiction, commanding them to adjudicate according to their powers in matters which are judicial in their character.»[1]
Ένα κατώτερο δικαστήριο μπορεί μόνο να διαταχθεί «να δικάσει και να αποφασίσει σύμφωνα με το νόμο», χωρίς να μπορεί να του υπαγορευθεί ποια θα είναι η απόφαση (Προνομιακά Εντάλματα, Πέτρος Αρτέμης, σελ. 251).
Συνεπώς, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εντάλματος mandamus η άρνηση κατωτέρου δικαστηρίου να ασκήσει τη δικαιοδοσία του. Τέτοια άρνηση μπορεί να εκδηλωθεί, είτε ως απόλυτη άρνηση, είτε υπό τη μορφή συμπεριφοράς που ισοδυναμεί με άρνηση[2].
Εν προκειμένω, η κα Παπαδοπούλου δεν αρνήθηκε να ασκήσει το δικαστικό της καθήκον υπό οιανδήποτε έννοια. Ενεργώντας δικαστικά, έκρινε ότι δεν μπορούσε να καταστεί ο δικαστής της, εφόσον, κατά την κρίση της, «φυσικός δικαστής» παρέμενε ο κ. Παναγιώτου. Ας σημειωθεί δε, ότι οι αποφάσεις[3] στις οποίες ο κ. Παναγιώτου αναφέρθηκε όταν στις 25.4.2018 επαναβεβαίωσε τις «οδηγίες» για παραπομπή του φακέλου σε άλλο δικαστή, δεν αποτελούν νομολογία που να υποστηρίζει τη θέση πως η αποσύνδεση των αγωγών συνεπάγεται την ξεχωριστή εκδίκαση από τους δικαστές που τις χειρίζονταν πριν τη συνένωσή τους, ή άλλους δικαστές, αποκλειομένου εκείνου που δίκασε το κοινό ζήτημα για το οποίο συνενώθηκαν. Εν πάση δε περιπτώσει, η αγωγή 4567/2010 στην οποία συνενώθηκαν όλες οι άλλες, ήταν, ούτως ή άλλως, εξαρχής ορισμένη για εκδίκαση ενώπιον συγκεκριμένου δικαστή για να εκδικαστεί στο σύνολό της, ώστε η αποσύνδεση των υπολοίπων, έστω κι αν τέτοια αποσύνδεση θα είχε το νόημα της κατανομής, να μην αφορούσε την αγωγή εκείνη.
Δεν θα επεκταθώ όμως σε ζητήματα ορθότητας ή μη του όποιου χειρισμού, εφόσον πρόκειται για ζητήματα στα οποία δεν μπορώ να υπεισέλθω στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, όσο μεγάλη και αν είναι η ανησυχία για την κατάσταση που δημιουργήθηκε και η ανάγκη να δοθεί λύση.
Εκείνο που καθορίζει τώρα τα πράγματα, είναι πως η απόφασή της κας Παπαδοπούλου, ακόμα και εάν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως λανθασμένη, δεν έχει προσβληθεί με το κατάλληλο, ακυρωτικό ή διορθωτικό (όποιο είναι το προσφερόμενο) μέτρο και παραμένει, συνεπώς, σε ισχύ. Τούτου δοθέντος, η έκδοση mandamus δεν μπορεί να συζητηθεί. Διαφορετικά, τέτοιο δραστικό ένταλμα θα λειτουργούσε ως μορφή εξαναγκασμού της δικαστού να ενεργήσει αντίθετα με τη δικαστικά εκφρασμένη πεποίθησή της ότι στερείται ηθικής και νομικής ελευθερίας να επιληφθεί της υπόθεσης, ενόσω η κρίση της αυτή παραμένει έγκυρη στο στερέωμα του δικαίου.
Τέλος, σημειώνεται ότι λόγω της ιδιαιτερότητας της αίτησης, ως προσπάθειας των αιτητών να εξεύρουν λύση στο αδιέξοδο που δημιουργήθηκε χωρίς δική τους υπαιτιότητα, λύση η οποία πρέπει οπωσδήποτε να βρεθεί, δεν έθεσα θέμα καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Halsbury's Laws of England, 3rd ed. vol. 11,σελ. 95, παρα 177:
[2] Ibid.
[3] Χρυσοστόμου ν. Σοφοκλέους, Πολ. Εφ. 316/2009, ημερ. 12.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:A676, Αντωνιάδης ν. Οικονομίδης (1977) 1 JSC 103.