ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:A265
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 164/2012)
1 Ιουνίου, 2018
[ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
1. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,
2. ΦΑΤΣΙΤΑ,
Εφεσειόντων-Εναγομένων 1 και 2,
ν.
ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
________________________
Δημήτρης Παυλίδης, για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
Αντώνης Γεωργίου, για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.
________________________
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα
δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η πρωτόδικη διαδικασία η οποία οδήγησε στην παρούσα έφεση αφορούσε δύο, σχεδόν, πανομοιότυπες μεταξύ τους αιτήσεις, τις οποίες οι εφεσίβλητοι, εξ αποφάσεως πιστωτές, καταχώρισαν εναντίον των εφεσειόντων, εξ αποφάσεως οφειλετών, στην αγωγή αρ. 5286/2010 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Οι εφεσίβλητοι, με τις πιο πάνω αιτήσεις, ζητούσαν την ακύρωση της μεταβίβασης τεσσάρων τεμαχίων γης, τα οποία η ιδιοκτήτριά τους, εφεσείουσα 2, μεταβίβασε, διά δωρεάς, στην ανήλικη θυγατέρα της, (στο εξής η «δικαιοδόχος»), στη βάση ότι αυτή αποτελεί πράξη καταδολίευσής τους.
Οι εν λόγω αιτήσεις, εξαιτίας των κοινών νομικών και πραγματικών χαρακτηριστικών τους, εξετάστηκαν συγχρόνως και εγκρίθηκαν, παρά τις ενστάσεις των εφεσειόντων. Προς τούτο, εκδόθηκε, υπέρ των εφεσιβλήτων, μια απόφαση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Ο πρώτος λόγος έφεσης αποσύρθηκε. Με τους εναπομείναντες έξι λόγους, εγείρονται διάφορα θέματα ως προς την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Κάποια από αυτά, όπως θα εξηγηθεί πιο κάτω, δεν είναι σχετικά με την εφαρμογή του Μέρους ΙX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί), υπό το γενικό τίτλο «Διατάγματα Δικαστηρίου και Αδικήματα Καταδολίευσης εξ Αποφάσεως Πιστωτών», επί του οποίου στηρίχτηκε, μεταξύ άλλων, η προαναφερθείσα διαδικασία και, δη, του άρθρου 91Α αυτού. Εν πάση περιπτώσει, ο έβδομος λόγος προβάλλεται ως ο πλέον σημαντικός. Με αυτό δε, προσβάλλεται, ως λανθασμένη, η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τη μη εκπροσώπηση στη διαδικασία της δικαιοδόχου, η οποία, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν ανήλικη.
Τα γεγονότα που αφορούν στην παρούσα υπόθεση έχουν, σε συντομία, ως εξής: Η προαναφερθείσα αγωγή αρ. 5286/2010 καταχωρίστηκε από τους εφεσίβλητους, τραπεζικό οργανισμό, εναντίον των εφεσειόντων για οφειλόμενο χρέος. Στις 20.1.2011, εκδόθηκε εναντίον των τελευταίων απόφαση, συνοπτικά, και, έτσι, αυτοί κατέστησαν εξ αποφάσεως οφειλέτες για το ποσό των €247.150,53, πλέον τόκους. Η εν λόγω δικαστική απόφαση συντάχθηκε στις 6.6.2011 και, την επομένη, 7.6.2011, επιδιώχθηκε η κατάθεση memo επί της ακίνητης περιουσίας της εφεσείουσας 2. Στο στάδιο εκείνο, διαπιστώθηκε ότι αυτή, στις 3.5.2011, είχε μεταβιβάσει, δυνάμει δωρεάς, στη δικαιοδόχο τέσσερα τεμάχια γης, τα οποία ήταν εγγεγραμμένα στο όνομά της και αποτελούσαν μέρος της ιδιοκτησίας της. Ακολούθησε, μερικούς μήνες μετά, η καταχώριση των προαναφερθεισών δύο αιτήσεων, για ακύρωση των εν λόγω μεταβιβάσεων, στη βάση ότι η διενέργειά τους συνιστούσε πράξη καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτών, εν προκειμένω, των εφεσιβλήτων, για την οποία προβλέπει, ειδικά, το άρθρο 91Α του Κεφ. 6.
Συγκεκριμένα, στο εδάφιο (1) του άρθρου 91Α, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως:-
«91Α. - (1) Πράξεις καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτών συνιστούν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες ενέργειες από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως οφειλέτη -
(α) Οποιαδήποτε δωρεά, μεταβίβαση ή επιβάρυνση προς όφελος τρίτου οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, ή
(β) ............................................................................................
εφόσον αυτές γίνονται με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης των εξ αποφάσεως χρεών του οφειλέτη.»
Επιπρόσθετα, στο εδάφιο (2) του ιδίου άρθρου, καθορίζεται ότι:-
(2) Οι ενέργειες που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) τεκμαίρονται, μέχρις απόδειξης του αντιθέτου, ότι έγιναν με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή, ανεξαρτήτως εάν έγιναν πριν ή μετά την καταχώρηση της αγωγής δυνάμει της οποίας εκδόθηκε απόφαση την εκτέλεση της οποίας επιδιώκει ο ειρημένος πιστωτής.»
Σε περίπτωση, λοιπόν, που εφαρμόζονται οι πρόνοιες, ανωτέρω, δημιουργείται τεκμήριο καταδολίευσης, το οποίο επενεργεί προς όφελος του εξ αποφάσεως πιστωτή. Εναπόκειται δε στον εξ αποφάσεως οφειλέτη να το ανατρέψει, αποδεικνύοντας, προς ικανοποίηση του δικαστηρίου, ότι η πράξη καταδολίευσης που του αποδίδεται δεν έγινε με τέτοιο σκοπό. Εν προκειμένω, η πράξη που βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι η αδιαμφισβήτητη μεταβίβαση, από την εφεσείουσα 2 προς τη δικαιοδόχο, δυνάμει δωρεάς, τεσσάρων τεμαχίων γης, περιουσία της πρώτης.
Σύμφωνα με τις σχετικές διαπιστώσεις, πρωτόδικα, οι εφεσείοντες δεν προσκόμισαν οποιαδήποτε μαρτυρία, προς ανατροπή του εν λόγω τεκμηρίου. Το εκδικάσαν Δικαστήριο θεώρησε πως ό,τι ετέθη ενώπιόν του ενίσχυε, μάλλον, τη διαπίστωσή του για έλλειψη καλής πίστης από μέρους τους, ή ότι τα τεθέντα ήταν άσχετα με την εφαρμογή των προαναφερθεισών προνοιών. Πράγματι, από το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων που κατατέθηκαν προς υποστήριξη των δύο αιτήσεων, δε διαπιστώνεται να προβάλλεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός, με τον οποίο να επεξηγείται και να υποστηρίζεται ο λόγος για τον οποίο είχε διενεργηθεί η μεταβίβαση των συγκεκριμένων τεμαχίων στη δικαιοδόχο.
Η διαπίστωση, ανωτέρω, του εκδικάσαντος Δικαστηρίου κρίνεται ορθή και δε χρειάζεται να σχολιαστεί οτιδήποτε άλλο έχει επισημανθεί, ως ενισχυτικό, κατά την άποψή του, της πιο πάνω πτυχής. Στη βάση της παρατήρησης αυτής, οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ότι τα υπό αναφορά κτήματα δεν έχουν αξία και ότι η οφειλή είναι εξασφαλισμένη επαρκώς από υποθήκη επί άλλων ακινήτων, σαφώς, εκ του περιεχομένου τους, δεν είναι ικανοί να ανατρέψουν το προαναφερθέν τεκμήριο. Για την ακρίβεια, στην προκειμένη περίπτωση, είναι εντελώς άσχετοι. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, διαπιστώνεται ότι, όντως, οι εφεσείοντες απέτυχαν να ανατρέψουν το εν λόγω τεκμήριο.
Με τον έβδομο λόγο έφεσης, δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι η δικαιοδόχος δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο και, συγκεκριμένα, ότι δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη διαδικασία εκδίκασης των αιτήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 91Γ(1) του Κεφ. 6, δικαστήριο, το οποίο εξετάζει αίτηση για ακύρωση φερόμενης πράξης καταδολίευσης, αποφασίζει επ' αυτής «... λαμβανομένων προσηκόντως υπόψη των συμφερόντων οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου.». Στην πρόνοια που ακολουθεί στο ίδιο εδάφιο, προβλέπεται ότι: «Προς το σκοπό αυτό το Δικαστήριο δύναται, κατά την κρίση του, να διατάξει όπως η αίτηση επιδοθεί επίσης σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο δυνατό να έχει οποιοδήποτε συμφέρον επί του περιουσιακού στοιχείου που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης.» Η πρώτη πρόνοια, ανωτέρω, είναι επιτακτικού χαρακτήρα. Δεν έχει, όμως, εγερθεί οποιοδήποτε θέμα σε σχέση με αυτή. Το κατά πόσο δε θα κληθεί στη διαδικασία και οποιοδήποτε πρόσωπο που τυχόν να έχει συμφέρον σε αυτήν, επαφίεται στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου. Εν πάση περιπτώσει, δεν είναι αναγκαίο τέτοιο πρόσωπο να προστίθεται ως διάδικος στη διαδικασία.
Στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτήσεις επιδόθηκαν στη δικαιοδόχο. Πασιφανώς, οι γονείς της, εφεσείοντες, έλαβαν γνώση του γεγονότος αυτού. Δεν έκριναν, όμως, σκόπιμο, προφανώς, ότι αυτή έπρεπε να εκπροσωπηθεί ξεχωριστά στη διαδικασία ακρόασης των αιτήσεων. Πάντως, να σημειωθεί πως, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 5(1)(α) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, (Ν. 216/1990), «Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο ('γονική μέριμνα') είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων οι οποίοι το ασκούν από κοινού.». Σύμφωνα δε με την υποπαράγραφο (β) του εδαφίου 1 του ιδίου άρθρου, αυτή περιλαμβάνει: «..., τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του.»
Σε αυτές τις πρόνοιες βασίστηκε, πασιφανώς, το Δικαστήριο, αφού, κατά τον ουσιώδη χρόνο, όπως ήταν παραδεκτό, οι εφεσείοντες είχαν, από κοινού, τη γονική μέριμνα της δικαιοδόχου. Ενεργώντας δε στο πλαίσιο των εν λόγω προνοιών, έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαία οποιαδήποτε άλλη διευθέτηση για εκπροσώπησή της, αφού, όπως παρατήρησε, αυτοί: «(... ταυτίζονται μαζί της και ως μεταβιβάζοντες και ως αποδεχόμενοι τη μεταβίβαση).» Επομένως, τόσο σε σχέση με αυτήν την πτυχή όσο και σε σχέση με τις πτυχές, των οποίων η συζήτηση έχει προηγηθεί, η εφεσιβαλλόμενη απόφαση κρίνεται ορθή και, βεβαίως, αρκούντως, αιτιολογημένη.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500,00, συν Φ.Π.Α.
Π. Παναγή, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ