ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Δ. Αραούζος με Α. Αντωνίου, για τους Εφεσείοντες. Χ. Καραολίδου (κα.), Δικηγόρος για τη Δημοκρατία εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-23 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΑΡΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΑ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΝΙΚΟΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ κ.α. ν. ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΙΑ, Πολιτική Έφεση αρ. 492/2012, 23/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:A183

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. 492/2012)

 

23 Απριλίου, 2018

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,  Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Δ.]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1.    ΜΑΡΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΑ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΝΙΚΟΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ,

2.   ΜΑΡΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ,

3.   ΝΙΚΟΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ,

4.   ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ,

5.   ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥ ΜΑΡΙΑΣ ΑΝΔΡΕΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗ,

Εφεσειόντων

και

 

ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΙΑ,

Εφεσίβλητου.

-----------------------

 

 

 

Δ. Αραούζος με Α. Αντωνίου, για τους Εφεσείοντες.

Χ. Καραολίδου (κα.), Δικηγόρος για τη Δημοκρατία εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,  για τον Εφεσίβλητο.

          ------------------------

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.

         ------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:    Ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 2 καταχώρησε αίτηση, ημερ. 19.12.2011, για παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος και διαγραφή του από διάδικο στην Αγωγή 5764/11 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.  

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο, με απόφαση του ημερ. 30.7.2012, έκανε δεκτή την αίτηση και εξέδωσε διάταγμα με το οποίον ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, διαγράφηκε από διάδικος και το γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα και η επίδοση σ΄ αυτόν παραμερίστηκαν, εξ υπαρχής.

 

Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής αναφέρθηκε στην προαναφερόμενη αίτηση, η οποία βασιζόταν στα Άρθρα 45, 179 και 188 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας  Δ.Δ. 16, 2, 5, 9, 27, 64 και 48, στα άρθρα 21 και 57 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 και στο άρθρο 4 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, και στις συμφυείς εξουσίες του δικαστηρίου, και υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση της κας Έλενας Νεοφύτου, Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας.   Αναφέρθηκε επίσης στην ένσταση των εφεσειόντων-εναγόντων-καθ΄ ων η  αίτηση, η οποία βασιζόταν στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Άρθρα 1Α, 7, 30, 33, 35, 45, 179, 181, 185 και 188, στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.Δ. 16, 27, 39, 48 και 64, στον περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960, Ν 14/60, άρθρα 21 και 57, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις συμφυείς εξουσίες και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.    Η ένσταση επίσης υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση του τρίτου εφεσείοντα, στην οποίαν το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε εκτενώς.

 

Προς υποστήριξη των θέσεων τους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών καταχώρησαν και γραπτές αγορεύσεις.  

 

Η θέση των εφεσειόντων-εναγόντων-καθ΄ ων η αίτηση, όπως διαφαινόταν από το γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα και την ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην προαναφερόμενη αίτηση, ήταν ότι ο εναγόμενος 2-εφεσίβλητος, τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τις πράξεις και/ή τις παραλείψεις του ιδίου αλλά και των υπολοίπων πρώην εναγομένων 1, 3 και 4, αλλά και άλλων προσώπων, προκάλεσαν το θάνατο του Πλοιάρχου Ανδρέα Ιωαννίδη, κατά τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στο Μαρί στις 11.7.2011. 

 

Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι ο εφεσίβλητος ενήργησε καθ΄ υπέρβαση των εξουσιών του ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ultra vires) και επομένως δεν είχε δικαίωμα να επικαλείται την ασυλία από αστική δίωξη που παρέχει το Άρθρο 45.6 του Συντάγματος.

 

Με εκτενή αναφορά στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, (η οποία έγινε από τον κ. Νικόλα Ιωαννίδη, ενάγοντα-εφεσείοντα 3), η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής παραθέτει στην απόφαση της, επιγραμματικά, τα όσα καταλογίζονταν στον εφεσίβλητο-εναγόμενο 2.    Ο εφεσίβλητος, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν επιθυμούσε να προωθήσει την καταστροφή του (επικίνδυνου) φορτίου που βρισκόταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, στη Ναυτική Βάση Ευάγγελος Φλωράκης στο Μαρί, αλλά επιθυμούσε την επιστοφή του στο Ιράν ή τη Συρία, αφήνοντας το όμως εκτεθειμένο σε υψηλές θερμοκρασίες, με αποτέλεσμα αυτό να εκραγεί και να προκληθεί ο θάνατος 13 προσώπων μεταξύ των οποίων και του Πλοιάρχου Ανδρέα Ιωαννίδη.    Κατά τον ενόρκως δηλούντα κ. Νικόλα Ιωαννίδη, πολιτικοί λόγοι ήταν εκείνοι που οδήγησαν στην απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας, εφεσίβλητου, για κράτηση και φύλαξη του φορτίου, οι οποίοι όμως ουδέποτε καθορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο.  Ο εφεσίβλητος ενήργησε με βάση την επιθυμία του αλλά και την υπόσχεση που έδωσε στο Σύριο ομόλογο του, στη συνάντηση που είχαν στις 31.8.2009, με σκοπό να μην διασαλευθούν οι σχέσεις της Κύπρου με τη Συρία και το Ιράν και γενικά τις Ισλαμικές χώρες.  Η απόφαση του εφεσίβλητου, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, αφορούσε σε μεικτό ζήτημα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας και διαχείρισης και εποπτείας περιουσίας της Δημοκρατίας, θέματα που ενέπιπταν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου και δεν μπορούσαν να αποφασιστούν από τον εφεσίβλητο.  Επομένως οι πράξεις και παραλείψεις του εφεσίβλητου ήταν εκτός του πλαισίου του λειτουργήματος του Προέδρου της Δημοκρατίας και κατά συνέπεια αυτός δεν δικαιούτο να επικαλείται την ασυλία του Άρθρου 45.6 του Συντάγματος.

 

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε αναφορά στο Άρθρο 45.6 του Συντάγματος και την ασυλία από αστική ευθύνη που παρέχει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.   Αναφέρθηκε σε νομολογία, τόσο Κυπριακή όσο και αλλοδαπή και ειδικά στις αποφάσεις Nixon v. Fitzgerald - 457 U.S. 731 (1982), Clinton v. Jones, Certiorari No. 95-1853, 27.5.1997 καθώς και Ινδικών, Biman Chandra Bose v. Dr. H.C. Mukherjee Governor, Air 1952 Cal 799, 56 CWN 651, Dr. Y.S. Rajasekhara Reddy v. His Excellency, (1999) (6) ALD 763, 1999 (6) ALT 381.  

 

Το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν ότι, στη βάση των όσων οι εφεσείοντες-ενάγοντες-καθ΄ ων η αίτηση εδραιώνουν τα αγώγιμα δικαιώματα τους, η όποια απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας και η όποια παράλειψη του αποδίδεται, εμπίπτει στην εκτέλεση του λειτουργήματος του και προσκρούει στη ρητή απαγόρευση και προστασία που το Άρθρο 45.6 του Συντάγματος παρέχει στον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.   Κατά συνέπεια, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή εναντίον του εφεσίβλητου-εναγόμενου 2 προσκρούει στην προαναφερόμενη συνταγματική πρόνοια και διαφώνησε με την εισήγηση ότι η απόφαση του εφεσίβλητου για κράτηση του φορτίου προς ικανοποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας με άλλες χώρες, δεν ενέπιπτε στην εκτέλεση του λειτουργήματος του ως Προέδρου της Δημοκρατίας.   Αντίθετη άποψη θα καταστρατηγούσε τις πρόνοιες του Συντάγματος και θα αντιστρατευόταν το δημόσιο συμφέρον.  Αναφερόμενη στην απόφαση Nixon (ανωτέρω) η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής παρατήρησε ότι οι εφεσείοντες δεν παρέμεναν χωρίς θεραπεία εφόσον σ΄ αυτούς παρεχόταν η θεραπεία του Άρθρου 172 του Συντάγματος εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία ήταν η εναγόμενη 1.    Κάνοντας χρήση της Δ.9 θ.5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε το προαναφερόμενο διάταγμα.  

 

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση, ως εσφαλμένη, με τρεις λόγους έφεσης:

 

1.     Καθότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το ΄Αρθρο 45.6 του Συντάγματος κρίνοντας ότι οι επίδικες πράξεις ή παραλείψεις του εφεσίβλητου καλύπτονταν από ασυλία ανεξαρτήτως του εάν τελέστηκαν εντός ή εκτός του πλαισίου του λειτουργήματος του.

2.     Ανεξαρτήτως του εάν ο εφεσίβλητος ενήργησε εντός ή εκτός του πλαισίου του λειτουργήματος του, η ασυλία που παρέχει το ΄Αρθρο 45.6 του Συντάγματος δεν επεκτείνεται και δεν μπορεί να καλύπτει αγώγιμες πράξεις ή παραλείψεις που είναι αντίθετες και παραβιάζουν το θεμελιώδες δικαίωμα στη ζωή,  όπως εσφαλμένα έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο.

3.     Καθότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν ανέστειλε απλώς τη διαδικασία της αγωγής καθόσον αφορούσε τον εφεσίβλητο, αλλά απέρριψε την αγωγή εναντίον του και τον διέγραψε από εναγόμενο 2 παραμερίζοντας και την επίδοση του κλητηρίου σ΄  αυτόν, εξ υπαρχής.

 

Μελετήσαμε όλα τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων, έχοντας πλήρη επίγνωση της σπουδαιότητος του εγειρόμενου θέματος της αστικής ασυλίας την οποίαν παρέχει το Άρθρο 45.6 του Συντάγματος στον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

 

Το ζήτημα του εύρους της αστικής ασυλίας που παρέχει το Άρθρο 45.6 του Συντάγματος στον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι καίριο ζήτημα δημοσίου συμφέροντος και τούτο διότι ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να προστατεύεται από αστικές διαδικασίες εναντίον του για πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εκτέλεση του λειτουργήματος του ενώ δεν θα πρέπει να είναι υπεράνω του νόμου όσον αφορά την αστική του ευθύνη για ιδιωτικής ή προσωπικής φύσεως υποθέσεις τους.  

 

Το ΄Αρθρο 45.6 του Συντάγματος προνοεί ότι ο Πρόεδρος (και ο Αντιπρόεδρος) της Δημοκρατίας δεν δύναται να εναχθεί για οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη του «εν τη εκτελέσει του λειτουργήματός του», η ασυλία όμως αυτή δεν αποστερεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπον, οποιοδήποτε πρόσωπο, από του δικαιώματος του να εναγάγει τη Δημοκρατία, όπως προβλέπει ο Νόμος.

 

Το Άρθρο 46 του Συντάγματος προβλέπει ότι η Εκτελεστική Εξουσία διασφαλίζεται υπό του Προέδρου (και του Αντιπροέδρου) της Δημοκρατίας.   Με σκοπό τη διασφάλιση της Εκτελεστικής Εξουσίας οι προαναφερόμενοι αξιωματούχοι έχουν Υπουργικό Συμβούλιο.  Η εκτελεστική εξουσία που ασκείται από κοινού από τον Προέδρο και τον Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας καθορίζεται στο Άρθρο 47 του Συντάγματος.       Η εκτελεστική εξουσία η οποία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας καθορίζεται στο Άρθρο 48 του Συντάγματος.   Η εκτελεστική εξουσία που ασκείται από το Υπουργικό Συμβούλιο καθορίζεται από το Άρθρο 54 του Συντάγματος και περιλαμβάνει τις εξωτερικές υποθέσεις και την εποπτεία και τη διάθεση της περιουσίας που ανήκει στη Δημοκρατία.  Τα ΄Αρθρα 50-53 του Συντάγματος επίσης αφορούν σε εξουσίες του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας.

 

Όπως παρατηρεί ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Δ.Θ. Τσάτσος στο σύγγραμμα του «Συνταγματικό Δίκαιο», 3η έκδοσης, στη σελ. 198, στα προεδρικά συστήματα (όπως αυτό της Κυπριακής Δημοκρατίας), στο θεσμό του Αρχηγού του Κράτους, που είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, συγκεντρώνονται όχι μόνον ουσιαστικά αλλά και τυπικά οι αρμοδιότητες του Αρχηγού της Πολιτείας και του Προέδρου της Κυβέρνησης.  Με τον τρόπο αυτό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καθίσταται το κεντρικό όργανο της Εκτελεστικής Λειτουργίας.

 

Είναι σημαντικό, κατά την κρίση μας, ότι η ασυλία που παρέχεται από το Άρθρο 45.6 του Συντάγματος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για αστική ευθύνη, αφορά οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη του «εν τη εκτελέσει του λειτουργήματός του» και όχι μόνον «εν τη εκτελέσει των καθηκόντων του».   Θεωρούμε, δηλαδή, ότι η ασυλία που παρέχεται καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της εκτέλεσης του λειτουργήματος του Προέδρου της Δημοκρατίας και όχι μόνον την εκτέλεση των καθηκόντων του, στενά ερμηνευομένων όπως εισηγήθηκε η πλευρά των εφεσειόντων στην παρούσα υπόθεση.  Κατά την εκτίμηση μας, με την προαναφερόμενη φράση «εν τη εκτελέσει του λειτουργήματος του» καλύπτεται κάθε πράξη ή παράλειψη του Προέδρου της Δημοκρατίας, όταν αυτός λειτουργεί υπό την ιδιότητα του ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας.  Εξαιρούνται δηλαδή οι πράξεις και παραλείψεις του σε συναλλαγές, δικαιοπραξίες κλπ., ιδιωτικής-προσωπικής φύσεως.      

 

 

Η φράση «εν τη εκτελέσει του λειτουργήματός του» είναι πολύ ευρύτερη της φράσης «όταν ενεργεί εντός της αρμοδιότητός του».   

 

Στην υπόθεση Georghiades v. Republic (1981) 3 CLR, 431, στην οποίαν οι εφεσείοντες αναφέρθηκαν, το επίδικο θέμα ήταν εντελώς διαφορετικό, εφόσον αφορούσε έννομο συμφέρον αιτητή σε προσφυγή, για κατ΄ ισχυρισμό συμφωνία του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία ήταν εκτός των αρμοδιοτήτων του.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, συμφωνώντας με την ευπαίδευτη πρωτόδικο Δικαστή, καταλήγομε στο συμπέρασμα ότι οι πράξεις και παραλείψεις που οι εφεσείοντες καταλογίζουν στον εφεσίβλητο, δηλαδή αυτές της διατήρησης του προαναφερόμενου (επικίνδυνου) φορτίου στο χώρο όπου φυλάττετο, για τους λόγους που οι ίδιοι οι εφεσείοντες πρόβαλαν, εμπίπτουν στο πλαίσιο της εκτέλεσης του λειτουργήματος του, εφόσον αυτός ενήργησε ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και όχι υπό την προσωπική ή ιδιωτική του ιδιότητα, και επομένως καλύπτονται από την ασυλία του Άρθρου 45.6 του Συντάγματος.   Όπως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο δικαστήριο, οι εφεσείοντες δεν παραμένουν χωρίς θεραπεία εφόσον  μπορούν να βασιστούν στο Άρθρο 172 του Συντάγματος.

 

Ενόψει των προαναφερομένων οι πρώτοι δύο λόγοι έφεσης αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.

 

Όσον αφορά τον τρίτο λόγο έφεσης παρατηρούμε ότι δυνάμει της Δ.9 θ.5 το πρωτόδικο δικαστήριο είχε διακριτικήν ευχέρεια να εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα έκρινε δίκαιο, προκειμένου να αποτρέψει οποιονδήποτε εναγόμενο από την επιβάρυνση  ή τη δαπάνη που συνεπάγεται η υποχρέωση να εμφανιστεί σε δικαστική διαδικασία η οποία ενδέχεται να μην τον αφορά.   Στην προκείμενη περίπτωση η δικαστική διαδικασία δεν αφορούσε τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 2 ένεκα της ασυλίας που αυτός είχε.   Επομένως το πρωτόδικο δικαστήριο είχε εξουσία να ενεργήσει όπως ενήργησε και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτοδίκου δικαστηρίου.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου.  Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο.

 

 

 

                                                Π.

 

                                                Δ.

 

                                                Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο