ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Hρακλέους Eλισάβετ ν. Pένου Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239
Xαραλάμπους Nεόφυτος ν. Xαράλαμπου Aβραάμ και Άλλης (1999) 1 ΑΑΔ 1441
Χατζηθεοδοσίου Χρήστος ν. Κώστα Στυλιανού Διονυσίου (2007) 1 ΑΑΔ 1121
Galatariotis Telecommunications Ltd ν. Δημήτρη I. Σιουκιούρογλου Λτδ και Άλλης (2008) 1 ΑΑΔ 29
Αντωνίου Τιμόθεος ν. Νίκου Νικολάου και Άλλης (2008) 1 ΑΑΔ 136
Daria Novichkova ν. Θέμη Βλάβη (2012) 1 ΑΑΔ 1111
Μάρκαρη Μάρκος ν. Μάρκου Παρασκευά (2012) 1 ΑΑΔ 1493
Φαναράς Σόλων ν. Περικλή Κυπριανίδη (2015) 1 ΑΑΔ 884, ECLI:CY:AD:2015:A287
Κeo Plc ν. Χριστάκη Χριστοφή (2015) 1 ΑΑΔ 1126, ECLI:CY:AD:2015:A363
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2018:A144
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 29/12
2 Απριλίου, 2018
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΣΟΦΙΑ ΣΠΥΡΟΥ
Εφεσείουσα/ενάγουσα
ΚΑΙ
ΝΙΚΟΛΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Εφεσίβλητου/εναγόμενου
......
Α. Μάγος για την εφεσείουσα
Α. Ανδρέου για τον εφεσίβλητο
...........................
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Πούγιουρου, Δ.
...........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Η εφεσείουσα στις 9/6/03 ενώ ήταν συνοδηγός στο αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής ΕΜΗ 608, που οδηγούσε η φίλη της Μαρία Βασιλείου, ενεπλάκη σε τροχαίο δυστύχημα συνεπεία του οποίου η ίδια τραυματίστηκε και η φίλη της απεβίωσε λόγω των τραυματισμών της.
Με την αγωγή της με αρ. 971/05 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον του διαχειριστή της περιουσίας της οδηγού αξίωνε αποζημιώσεις για τις σωματικές και άλλες βλάβες που είχε υποστεί.
Κατά την πρωτόδικη διαδικασία ο εναγόμενος, εφεσίβλητος, ανέλαβε πλήρη ευθύνη για το δυστύχημα και η ακροαματική διαδικασία διεξήχθηκε σ' όσον αφορά τις αποζημιώσεις που διεκδικούσε η εφεσείουσα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε εκτεταμένη μαρτυρία εκ μέρους των δυο πλευρών, κυρίως ιατρική, αποδέχθηκε τη μαρτυρία των Μ.Υ.1, Μιχάλη Πηλαβάκη, και Μ.Υ.4, Αχιλλέα Περδίου, στα αμφισβητούμενα σημεία, σ' όσον αφορά τους τραυματισμούς της εφεσείουσας και τα κατάλοιπα και έκρινε ότι το ποσό των €40.000 αποτελούσε δίκαιη αποζημίωση, το οποίο επιδίκασε προς όφελος της εφεσείουσας υπό τύπο γενικών αποζημιώσεων.
Αναφορικά με τις ειδικές αποζημιώσεις έκρινε ότι είχαν αποδειχθεί το ποσό των €128.15 νοσήλεια του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, €589.92 αμοιβή του ιατρού Νησιώτη, €290.46 για ΜRI στις 27/11/03, €42.72 για το ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Λάρνακας δηλαδή σύνολο €1051.25 για το οποίο επίσης εξέδωσε απόφαση.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε εκ μέρους της εφεσείουσας/ενάγουσας έφεση με την οποία προβάλλει πέντε λόγοι έφεσης.
Με τους λόγους έφεσης 1 και 2 η εφεσείουσα προσβάλλει ως λανθασμένη την αξιολόγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τους τραυματισμούς της που καταγράφονται στο τεκμ. 16, που είναι το ιατρικό πιστοποιητικό ημερ. 30/4/04 του Διευθυντή της Χειρουργικής Κλινικής του Νοσοκομείου Λάρνακας. Με τους λόγους έφεσης 3 και 4 προσβάλλει την αξιολόγηση και ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την ανικανότητα της για εργασία ενώ με το λόγο έφεσης 5 επιδιώκει την αύξηση του ποσού που το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε ως γενικές αποζημιώσεις.
Σ' όσον αφορά τους λόγους έφεσης 1 και 2 η εφεσείουσα διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε ορθά ή καθόλου το ιατρικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου Λάρνακας (τεκμ. 16) και τη σοβαρότητα των τραυματισμών της που καταγράφονται στο τεκμήριο, με αποτέλεσμα να καταλήξει σε λανθασμένα ευρήματα. Τα ίδια ισχύουν και για τη μαγνητική και αξονική τομογραφία.
Δεν αμφισβητήθηκε πρωτόδικα ότι συνεπεία του δυστυχήματος η εφεσείουσα, ηλικίας 53 ετών τότε, μεταφέρθηκε στο Τμήμα Α΄Βοηθειών του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε τις εξής κακώσεις:
1. Εγκεφαλική διάσειση
2. Κάταγμα στέρνου
3. Θλάση μαλακών μορίων αυχένα
4. Πολλαπλές εκδορές και εκχυμώσεις χειλιών, γλώσσας, θώρακος (κυρίως λόγω ζώνης ασφαλείας), περιοχής αριστερής κλείδας, ώμου και πολλαπλές μικροεκχυμώσεις κάτω άκρων.
Η εφεσείουσα, κατά την παραμονή της στο Νοσοκομείο, εξετάστηκε επανειλημμένα από τους ιατρούς του Ορθοπεδικού Τμήματος και άλλους, οι οποίοι καθάρισαν τα τραύματα και της τοποθέτησαν ορούς και κηδεμόνα αυχένος. Σταδιακά η κατάσταση της βελτιώθηκε και κινητοποιήθηκε στις 15/6/03.
Κατόπιν διενέργειας επαναληπτικής αξονικής τομογραφίας και μαγνητικής αξονικής τομογραφίας (MRI) διαφάνηκαν, επιπρόσθετα του κατάγματος του στέρνου, και κατάγματα των πλευρών (8η και 9η δεξιά) και του 4ου και 5ου οσφυϊκού σπονδύλου που δεν είχαν διαγνωσθεί με τις αρχικές ακτινογραφίες στο Νοσοκομείο, λόγω του ότι η συμπίεση των δυο σπονδύλων ήταν μικρή.
Εξήλθε του Νοσοκομείου στις 24/6/03 και έκτοτε παρακολουθείτο στα Εξωτερικά Ιατρεία παραπονούμενη για ζάλη, κεφαλαλγία, πόνο στο θώρακα, αυχένα και αριστερό ώμο.
Την 1/7/03 επισκέφθηκε την κλινική του ιατρού Νησιώτη (Μ.Ε.2) για περαιτέρω έλεγχο και θεραπεία που διήρκεσε μέχρι το Σεπτέμβριο του 2010.
Η εφεσείουσα μέχρι τις 7/7/04 είχε άδεια ασθενείας που παραχωρείτο από το Νοσοκομείο αρχικά και μετά από το Ιατροσυμβούλιο και από τις 8/7/04, μετά από απόφαση του Ιατροσυμβουλίου, κρίθηκε ανίκανη να εκτελεί τα καθήκοντα της οπότε και έλαβε σύνταξη ανικανότητας με ποσοστό αναπηρίας 75%.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού προέβη στην παράθεση της μαρτυρίας της κάθε πλευράς εντόπισε ως κύρια διαφωνία σ' όσον αφορά την κατάσταση της υγείας της εφεσείουσας, την διαφορετική άποψη που εξέφρασαν οι ιατροί Νησιώτης (Μ.Ε.2) και Κιτρομήλης (Μ.Ε.3) από τη μια και ο Πηλαβάκης (Μ.Υ.1) και Περδίος (Μ.Υ.4) από την άλλη, ως προς τις συνέπειες και τα κατάλοιπα των καταγμάτων των σπονδύλων (4/05 και 05/11) της εφεσείουσας.
Σύμφωνα με την απόφαση, οι μεν Νησιώτης και Κιτρομήλης υποστήριξαν ότι συνεπεία των καταγμάτων των σπονδύλων η εφεσείουσα υποφέρει από οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις που επηρεάζουν τις κινήσεις των κάτω άκρων και προκαλούν έντονη οσφυαλγία, οι δε Πηλαβάκης και Περδίος ότι υπήρξε πώρωση των καταγμάτων στέρνου και σπονδυλικής στήλης και ίαση εντός περιόδου έξι μηνών χωρίς οποιαδήποτε κατάλοιπα, τα δε υποκειμενικά παράπονα της εφεσείουσας οφείλονται αποκλειστικά στην προϋπάρχουσα κατάσταση οστεοαρθριτικών αλλοιώσεων, που παρουσίαζε ολόκληρη η σπονδυλική στήλη της εφεσείουσας.
Εκτός από τη διαφωνία αυτή, το πρωτόδικο Δικαστήριο εντόπισε στη συνέχεια διαφορετική αντίκρυση και αντιφατικότητα, ως προς τους τραυματισμούς της εφεσείουσας, μεταξύ της μαρτυρίας της ίδιας και του Νησιώτη που κλήθηκε από την εφεσείουσα ως μάρτυρας της (Μ.Ε.2), σε σχέση με την εξέλιξη της κατάστασης της υγείας της με την πάροδο του χρόνου. Συγκεκριμένα ο μεν Νησιώτης υποστήριξε ότι το καλοκαίρι του 2004 η κατάσταση της υγείας της εφεσείουσας βελτιώθηκε αρκετά και αραίωσαν οι επισκέψεις στο ιατρείο του, η δε εφεσείουσα είχε παρουσιάσει με πολύ μελανά χρώματα τους τραυματισμούς της και τις συνέπειες τους στην υγεία της, με έντονη δόση υπερβολής.
Το παράπονο της εφεσείουσας, όπως αναδύεται από τους λόγους έφεσης 1 και 2 και το περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου της, είναι ότι ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιον του το τεκμ. 16, που είναι το ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λάρνακας, δεν το έλαβε υπόψη και παρέλειψε περαιτέρω να ενδιατρίψει με λογικό τρόπο στα ευρήματα του συντάξαντος το τεκμήριο ιατρού.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του καταγράφει τους λόγους για τους οποίους προτίμησε τη μαρτυρία των ιατρών Πηλαβάκη και Περδίου, από πλευράς εφεσίβλητου, ως προς τις διαφωνίες που εντόπισε για τα κατάλοιπα των καταγμάτων των δυο οσφυϊκών σπονδύλων. Παραθέτουμε αυτούσιο το απόσπασμα από την απόφαση:
«Οι τέσσερις εμπειρογνώμονες μάρτυρες είχαν καθήκον να εφοδιάσουν το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά/ειδικά κριτήρια και στοιχεία τα οποία αφού εκτιμηθούν να αποβούν χρήσιμα και βοηθητικά για το Δικαστήριο προκειμένου να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα και διαπιστώσεις (βλ. Χαραλάμπους ν. Αβραάμ κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1441). Από τις δύο αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές όσον αφορά τον τραυματισμό της ενάγουσας και τα κατάλοιπα του θα προτιμήσω τη μαρτυρία των Δρα Πηλαβάκη και Δρα Περδίου αντί των Δρα Νησιώτη και Δρα Κιτρομήλη γιατί θεωρώ ότι ήσαν πολύ επεξηγηματικοί και βοηθητικοί για το Δικαστήριο βασίζοντας τις θέσεις τους σε ειδικά επιστημονικά και αντικειμενικά κριτήρια και εξηγήσεις σε αντίθεση με τους Δρα Νησιώτη και Δρα Κιτρομήλη που ήταν εμφανής μια προσπάθεια τους να βοηθήσουν την ενάγουσα και να ενισχύσουν τα υποκειμενικά παράπονα της επιστημονικά και ιατρικά. Επίσης η μαρτυρία των Δρα Πηλαβάκη και Δρα Περδίου γίνεται δεκτή για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Η ενάγουσα παρουσιάζεται σχεδόν καλά το καλοκαίρι του 2004. Η έναρξη της βελτίωσης τοποθετείται 6 μήνες μετά το ατύχημα, δηλαδή τον Ιανουάριο του 2004 αλλά για άγνωστο λόγο η επιστροφή στην εργασία της για μισή μέρα και μια ώρα την επόμενη, το Φεβρουάριο του 2004 επιδεινώνει την κατάσταση της χωρίς να εξηγείται ούτε η δυσχέρεια της να εργαστεί ούτε και η επιδείνωση της κατάστασης της και στους λόγους που αυτή οφείλεται.
(β) Μεταξύ 2004 (που η ενάγουσα αποθεραπεύεται) με μοναδικό κατάλοιπο την υποκειμενική οσφυαλγία η οποία δεν αιτιολογείται με αντικειμενικά ευρήματα, και 2009 (έναρξη ακροαματικής διαδικασίας) που διαπιστώνεται περιτραυματική περιαρθρίτιδα (μόνιμη χρόνια οσφυαλγία) η κατάσταση επιδεινώνεται για κάποιο ανεξήγητο λόγο εκτός και εάν ερμηνευθεί ότι τα συμπτώματα οφείλονται σε προϋπάρχουσες οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις (αφού τα κατάγματα δεν αφήνουν μόνιμα κατάλοιπα) που εμποδίζουν την έγερση της από την καρέκλα, παραμονή για αρκετή ώρα σε αυτοκίνητο και έντονο πόνο κατά την άρση μικρού βάρους, ταλαιπωρία από ορθοστασία, συχνούς πόνους που την καθιστούν ανάπηρη για εργασία.
(γ) Ο Δρ. Νησιώτης δεν εξηγεί γιατί το 2009 (τεκμήριο 14) η προοπτική βελτίωσης των προβλημάτων δεν υπάρχει και μάλλον διαγνώστηκε επιδείνωση της κατάστασης που ήταν αναμενόμενη και που δεν καταγράφεται στο προηγούμενο πιστοποιητικό του (τεκμήριο 13).
(δ) Σε παρατήρηση του Δικαστηρίου ο Δρ. Νησιώτης ανάφερε ότι σε αντίθεση με ότι διαλαμβάνεται στο τεκμήριο 14 η ενάγουσα είναι σήμερα πολύ καλύτερα και είναι ικανοποιημένος για την πρόοδο της κατάστασης της υγείας της με συντηρητική αγωγή αποφεύγοντας την εγχείρηση.
(ε) Ο Δρ. Νησιώτης απέφυγε να απαντήσει ευθέως όσον αφορά την προϋπάρχουσα κατάσταση της ενάγουσας (εκφυλιστικές αλλοιώσεις στη σπονδυλική στήλη) δικαιολογώντας τον εαυτό του ότι έψαχνε για κατάγματα και δεν ασχολήθηκε με προϋπάρχουσες σπονδυλοαρθριτικές αλλοιώσεις.
(στ) Προσπάθησε να παρουσιάσει την προϋπάρχουσα κατάσταση της ενάγουσας ως φυσιολογική λόγω ηλικίας και μη έχουσα σχέση με τα περιγραφόμενα κατάλοιπα, τα οποία αποδίδονται αποκλειστικά στα κατάγματα των σπονδύλων.
(ζ) Παρέλειψε να εξηγήσει επιστημονικά το μηχανισμό των καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης και τα πιθανά κατάλοιπα της (ως έπραξε ο Δρ. Πηλαβάκης) και να εξηγήσει πώς η προϋπάρχουσα κατάσταση με τον τραυματισμό εχειροτέρευσε.
(η) Ο Δρ. Κιτρομήλης χαρακτήρισε τα κατάγματα εκρηκτικά και υιοθέτησε την αυθαίρετη άποψη ότι η ενάγουσα δεν ήταν σε καθιστική θέση κατά τη σύγκρουση που οδήγησε στον τραυματισμό της (σε αντίθεση με την ενάγουσα που κατέθεσε ότι κοιμόταν στη θέση του συνοδηγού).
(θ) Ακόμη οι Δρ. Νησιώτης - Δρ. Κιτρομήλης διαφωνούν στο ότι η ενάγουσα έχρηζε χειρουργικής επέμβασης (όπως ήταν η θέση του Δρος Κιτρομήλη) ή συντηρητική θεραπεία (Δρ. Νησιώτης), ενώ οι Δρ. Πηλαβάκης - Περδίος εξήγησαν ότι χειρουργική επέμβαση δεν ήταν δυνατή λόγω των εκφυλιστικών αλλοιώσεων σε όλο το ύψος της σπονδυλικής στήλης οι οποίες προϋπήρχαν του δυστυχήματος.
(ι) Τέλος, η μαρτυρία του Δρος Πηλαβάκη - Δρος Περδίου βασίζεται σε αντικειμενικά ευρήματα της Δρος Κατωδρύτου, MRI 27.11.2003 (τεκμήριο 18) και 26.11.2010 (τεκμήριο 19) σε αντιθεση με τη μαρτυρία των Δρος Νησιώτη - Δρος Κιτρομήλη που βασίζονται αποκλειστικά στα υποκειμενικά παράπονα της ενάγουσας.
(κ) Τα ευρήματα του Δρος Κιτρομήλη στο τεστ Laseque δεν επιβεβαιώνονται με την ίδια εξέταση των Δρος Πηλαβάκη - Δρος Περδίου.»
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αλεξάνδρου Κωστάκη, ανήλικου, μέσω των γονέων και φυσικών κηδεμόνων του, Χρήστου και Μαρίας Κωστάκη (2008) 1 Α.Α.Δ. 432, αναφέρθηκαν τα εξής στις σελ. 451-452 ως προς τον τρόπο αξιολόγησης της ιατρικής μαρτυρίας:
«Η μαρτυρία όμως που δίνεται από ένα εμπειρογνώμονα πρέπει να εξετάζεται πρωτόδικα με ιδιαίτερη προσοχή. Οφείλει ένα πρωτόδικο Δικαστήριο να προχωρεί σε ανάλυση και αντιπαραβολή της συγκρουόμενης επιστημονικής μαρτυρίας και να καταγράφει με επιμέλεια και με πειστικό τρόπο τη δική του ανεξάρτητη κρίση, η οποία όμως να αναδύεται και να παραπέμπει στα επιστημονικά δεδομένα και παρατηρήσεις, όπως εξηγήθηκαν από τους ειδικούς. Πρέπει, πρόσθετα, να λαμβάνεται υπόψη ότι η παρακολούθηση σεμιναρίων και εκπαιδεύσεων από αυτούς αποκτά ιδιαίτερη σημασία, διότι έχουν την επιστημονική κατάρτιση και γνώση από τις σπουδές τους και την εμπειρία τους να αφομοιώσουν την εκπαίδευση σε συναφές θέμα, πολύ πιο ολοκληρωμένα από ό,τι άτομα τα οποία δεν έχουν την αναγκαία επιστημονική βάση, στην περίπτωση εδώ, στην επιστήμη της ιατρικής.»
Είναι γνωστή η νομολογία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατ΄ έφεση δεν επεμβαίνει κατά κανόνα στην αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει και να εξετάσει τη μαρτυρία ενώπιον του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα (βλ. Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 (Β) Α.Α.Δ 1493). Αυτό γίνεται όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν διαπιστώνονται αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής (βλ. Σόλων Φανάρας ν. Περικλή Κυπριανίδη, Πολ. Έφεση 136/10, ημερ. 24/4/15, ECLI:CY:AD:2015:A287 και Σταύρος Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση 259/11, ημερ. 4/10/17), ECLI:CY:AD:2017:A333.
Σ΄ όσον αφορά την προτίμηση από μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου της εκδοχής των Πηλαβάκη και Περδίου, που κλήθηκαν ως μάρτυρες από πλευράς εφεσίβλητου, κρίνουμε ότι ήταν δικαιολογημένη και σύμφωνη με την ενώπιον του μαρτυρία και τεκμήρια. Δεν έχει προβληθεί οτιδήποτε από μέρους της εφεσείουσας που να δικαιολογεί την παρέμβαση μας ως προς την αξιολόγηση της ιατρικής μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Είναι γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν κάμνει ειδική αναφορά στην απόφαση του στο τεκμ. 16. Η παράλειψη του αυτή δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν λήφθηκε υπόψη το περιεχόμενο του ή δεν αξιολογήθηκε. Αντιθέτως, όσα καταγράφει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην αρχή της απόφασης του σε σχέση με τους τραυματισμούς της εφεσείουσας, εμπεριέχονται στο τεκμ. 16 και επαναλαμβάνονται μάλιστα και στις υπόλοιπες ιατρικές εκθέσεις που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. Αποτελούν επίσης μέρος της προφορικής ιατρικής μαρτυρίας που δόθηκε στο Δικαστήριο. Το περιεχόμενο του τεκμ. 16 δεν προσθέτει οτιδήποτε το καινούργιο στους τραυματισμούς της εφεσείουσας ή στα υποκειμενικά της παράπονα που εξέφραζε στους ιατρούς του Νοσοκομείου ως προς την κατάσταση της υγείας της και σ΄ όσα ανέφερε η ίδια στη μαρτυρία της. Σημειώνεται ότι ούτε και η δικηγόρος της εφεσείουσας κάμνει οποιαδήποτε αναφορά στο τεκμ. 16 στην αγόρευση της πρωτόδικα.
Συνεπώς, οι λόγοι έφεσης 1 και 2 θα πρέπει να απορριφθούν.
Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 είναι συναφείς γι΄ αυτό και θα εξεταστούν μαζί. Με τον λόγο έφεσης 3 η εφεσείουσα προσβάλλει ως λανθασμένη τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η ίδια η εφεσείουσα προκάλεσε την εξέταση της από το Ιατροσυμβούλιο, το αποτέλεσμα της οποίας δεν έλαβε καθόλου υπόψη, ενώ με τον λόγο έφεσης 4 ως λανθασμένη την παράλειψη πρόσδοσης σημασίας από το Δικαστήριο στο γεγονός ότι η εφεσείουσα κατέστη ανίκανη για εργασία ή αγνόησε τα σοβαρά κατάλοιπα των τραυματισμών της. Συγκεκριμένα, είναι εισήγησή της ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη το πιστοποιητικό του Ιατροσυμβουλίου (τεκμ. 20), που πιστοποίησε την ανικανότητα της για εργασία, κατά τον υπολογισμό των αποζημιώσεων, όπως ούτε και τη μαρτυρία του Παπαγιάννη (Μ.Ε.6), που είχε διαπιστώσει μόνιμα κατάλοιπα που δημιουργούν ανικανότητα της εφεσείουσας για εργασία.
Από την πρωτόδικη απόφαση καθίσταται σαφές ότι το Δικαστήριο εξέτασε τη μαρτυρία του ιατρού Παπαγιάννη (Μ.Ε.6), που συμμετείχε στο Ιατροσυμβούλιο για το θέμα του πιστοποιητικού, που όπως αναφέρεται στην απόφαση, η ίδια η εφεσείουσα επιδίωξε την έκδοση του, αλλά δεν του έδωσε οποιαδήποτε βαρύτητα για τους λόγους που επεξηγεί στην απόφαση του. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση για σκοπούς καλύτερης κατανόησης.
«Από τη μαρτυρία του Δρος Παπαγιάννη προκύπτει σαφώς ότι ο λόγος που η ενάγουσα παρεπέμφθη στο Ιατροσυμβούλιο (και τελικά κρίθηκε ανίκανη κατά 75% προς εργασία) ήταν η πέραν του ενός έτους εξασφάλιση αδειών απουσίας από την εργασία της. Πράγμα που ουσιαστικά η ίδια η ενάγουσα συνειδητά επεδίωξε και επέτυχε χωρίς να καταφέρει να πείσει ούτε η ίδια ούτε οι Δρ. Νησιώτης - Δρ. Κιτρομήλης το Δικαστήριο ότι η απόφαση του Ιατροσυμβουλίου τον Ιούλιο του 2004 βασίστηκε σε αντικειμενικά ευρήματα και όχι στα μόνιμα υποκειμενικά παράπονα (ως κατάλοιπα του τραυματισμού της), ούτε βέβαια κατάφερε να πείσει μέσα από τη μαρτυρία της ίδιας και των εμπειρογνωμόνων μαρτύρων της (Δρος Νησιώτη - Δρος Κιτρομήλη) ότι τα όποια κατάλοιπα ήταν αποτέλεσμα του τραυματισμού της και όχι προϋπάρχουσων καταστάσεων.»
Έχουμε ανατρέξει στα πρακτικά όπου ο Παπαγιάννης επαναλαμβάνει σε αρκετές περιπτώσεις στη μαρτυρία του ότι επειδή η εφεσείουσα παρουσίασε αναρρωτική άδεια για ένα χρόνο, τότε υποχρεωτικά κλήθηκε να παρουσιαστεί στο Ιατροσυμβούλιο, προσκομίζοντας τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της σε σχέση με την κατάσταση της υγείας της, ότε και κρίθηκε με το πιστοποιητικό (τεκμ. 3) ανίκανη για εργασία. Δεν ήταν όμως σε θέση να πει αν η συμπτωματολογία της εφεσείουσας, όπως την αντιλήφθηκε κατά την εξέταση της από το Ιατροσυμβούλιο, προέρχετο από το δυστύχημα ή όχι, εφόσον δεν τον ενδιέφερε το θέμα.
Δεν αμφισβητήθηκε η έκδοση πιστοποιητικών από το Ιατροσυμβούλιο με τα οποία παραχωρείτο άδεια ασθενείας (τεκμ. 20), όπως και του τελικού (τεκμ. 3), με το οποίο κρίθηκε η εφεσείουσα ανίκανη να διεξαγάγει την εργασία της από τις 8/7/04. Λόγω της σημασίας που η εφεσείουσα προσδίδει στο τεκμ. 3 παραθέτουμε αυτούσιο το περιεχόμενο του για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης:
«ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ
ΠΡΩΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ
ΛΕΥΚΩΣΙΑ
8 Ιουλίου, 2004
Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών
Και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας
Θέμα: Σοφία Παπακωνσταντίνου
Γραμ. Λειτουργός
Υπόθεση Ιατροσυμβουλίου
(Αναφ. Ι.Υ. 5.21.008.03 19.5.2004)
Το Ιατροσυμβούλιο συνήλθε σήμερα και εξέτασε την ανωτέρω.
Η κα Παπακωνσταντίνου ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα και υπέστη πολλαπλά κατάγματα στέρνου πλευρών οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης και επίσης εγκεφαλική διάσειση και θλάση ώμου.
Σήμερα εξακολουθεί να έχει έντονα ενοχλήματα οσφυαλγίας και ισχιαλγίας και παρουσιάζει περιορισμό κινητικότητας ώμου. Επίσης παραπονείται για ζάλη και κεφαλαλγία.
Ως εκ τούτου ένα έτος μετά το ατύχημά της η συμπτωματολογία θεωρείται μόνιμη.
Το Ιατροσυμβούλιο φρονεί ότι η ανωτέρω είναι ανίκανη να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης της από σήμερα 8.7.2004. Η άδεια ασθενείας της από 19.4.2004-7.7.2004 εγκρίνεται.
Δρ. Η. Ρωσσίδου, Α.Ι.Λ.
Για Π.Ι.Λ.
Δρ. Παπαγιάννης,
Β. Διευθ. Ορθοπαιδικής Κλινικής»
Είναι φανερό ότι πουθενά δεν αναφέρεται στο τεκμήριο ότι η συμπτωματολογία για την οποία κρίθηκε ανίκανη για εργασία από 8/7/04, οφείλετο κατ' αντικειμενικό και επιστημονικό τρόπο στον τραυματισμό της από το δυστύχημα. Ούτε και ο Παπαγιάννης ανέφερε κάτι τέτοιο στη μαρτυρία του.
Συνεπώς δεν κρίνουμε μεμπτή την πιο πάνω διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η παραπομπή της εφεσείουσας στο Ιατροσυμβούλιο ήταν αποτέλεσμα της εξασφάλισης αδειών απουσίας ενός χρόνου. Η αναφορά στην πρωτόδικη απόφαση ότι η εφεσείουσα «συνειδητά επιδίωξε και πέτυχε» την έκδοση του μπορεί να είναι λίγο υπερβολική, αλλά δεν επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι τα οποιαδήποτε υποκειμενικά και μόνο παράπονα της δεν οφείλονται ή δικαιολογούνται από τον τραυματισμό της. Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 απαντώνται, σε μεγάλο βαθμό και απ΄ όσα παραθέσαμε πιο πάνω σε σχέση με τους λόγους έφεσης 1 και 2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε και ανέλυσε όλη την προσφερθείσα ιατρική μαρτυρία για να καταλήξει στο να δεχθεί την εκδοχή των ιατρών Πηλαβάκη και Περδίου, από πλευράς εφεσίβλητου, ότι τα υποκειμενικά παράπονα της εφεσείουσας οφείλοντο αποκλειστικά στην προϋπάρχουσα κατάσταση οστεροαρθριτικών αλλοιώσεων της όλης σπονδυλικής στήλης και δεν προέρχονταν από τον τραυματισμό στο δυστύχημα.
Συνεπώς η εισήγηση της εφεσείουσας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη το τεκμ. 20, που είναι η δέσμη των εγγράφων που αφορούν στην εμπλοκή του Ιατροσυμβουλίου, δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
Ακόμη όμως και στην περίπτωση που η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν διαφορετική ότι δηλαδή η ανικανότητα της εφεσείουσας για εργασία οφειλόταν στο δυστύχημα, η εφεσείουσα δεν παρουσίασε πρωτόδικα καμιά αποδεκτή μαρτυρία ως προς το κατά πόσο υπέστη οποιαδήποτε οικονομική ή άλλη απώλεια και το ύψος της.
Έχουμε διεξέλθει τη μαρτυρία που προσκόμισε η εφεσείουσα πρωτόδικα, ιδιαίτερα της ίδιας, όπου η υπερβολή σ΄ όσον αφορά τους τραυματισμούς και τα κατάλοιπα τους είναι όντως ιδιαίτερα εμφανής, γεγονός που εντόπισε και το πρωτόδικο Δικαστήριο. Την έχουμε επίσης αντιπαραβάλει και με τις δικογραφημένες θέσεις της.
Η μοναδική αναφορά σ' όσον αφορά την αξίωση της για απώλεια απολαβών που εντοπίζεται στη μαρτυρία της, είναι το σημείο από την κύρια εξέταση της όπου ανέφερε ότι το 2004 πήρε σύνταξη εκ Λ.Κ.475 (ισάξιο σε €811,59) μηνιαίως και στην αντεξέταση της ότι παίρνει επιπρόσθετη σύνταξη ανικανότητας, χωρίς να καθορίσει το ποσό. Η ίδια ασαφής εικόνα παρουσιάζεται και στην Έκθεση Απαίτησης, όπου στην παρ. (ζ) των Ειδικών Ζημιών, αξιώνει το ποσό των Λ.Κ. 12.903,00 ως διαφορά μισθού από 8/7/04 μέχρι την καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης, χωρίς να εξειδικεύει τον τρόπο υπολογισμού του. Με τις παραγράφους δε (ι), (κ), (λ) και (μ) των Ειδικών Ζημιών, ζητά απώλεια διαφοράς μισθού από την καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης μέχρι την ακρόαση, διαφορά μισθού από την ακρόαση μέχρι αφυπηρέτησης της λόγω ηλικίας, απώλεια για τη διαφορά αναλογίας φιλοδωρήματος και διαφορά μισθού λόγω προαγωγής, αντίστοιχα. Στη στήλη που αφορά στο ποσό της κάθε απώλειας υπάρχει κενό, χωρίς να αναγράφεται οτιδήποτε.
Είναι γνωστή η αρχή ότι η απόδειξη Ειδικών Ζημιών κινείται σε αυστηρά πλαίσια (βλ. Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239 και ΚΕΟ PLC v. Χριστάκη Χριστοφή, Πολ. Έφεση 138/10, ημερ. 22/5/15, ECLI:CY:AD:2015:A363) και το πρόσωπο που διεκδικεί αποζημιώσεις αναμένεται να αποδείξει με σαφήνεια και με συγκεκριμένα στοιχεία το ύψος τους. Δεν είναι αρκετό να παραμείνει σ΄ ό,τι προβάλλει με τα δικόγραφα του (βλ. Galatariotis Telecommunications Ltd v. Δημήτρη Ι. Σιουκούρογλου Λτδ κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 29).
Ενόψει των πιο πάνω δικογραφημένων θέσεων και της ασαφούς εικόνας που παρουσίασε στη μαρτυρία της σ' όσον αφορά τη συγκεκριμένη απώλεια, η εφεσείουσα δεν απέσεισε το βάρος απόδειξης σ΄ όσον αφορά τις διεκδικούμενες αποζημιώσεις.
Συνεπώς οι λόγοι εφέσεως 3 και 4 είναι έκθετοι σε απόρριψη.
Παρέμεινε να εξεταστεί ο λόγος έφεσης 5, που αναφέρεται στην ανεπάρκεια των επιδικασθεισών Γενικών Αποζημιώσεων.
Όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Παναγιώτη Ανδρέου ν. Ιacovou Brothers (Constructions) Ltd. κ.ά. (ανωτέρω), το Εφετείο δεν επεμβαίνει στα πρωτόδικα ευρήματα αναφορικά με το ύψος των Γενικών Αποζημιώσεων, εκτός εάν πεισθεί είτε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του Νόμου, είτε ότι το επιδικασθέν ποσό είναι τόσο υπερβολικό ή ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων ο ενάγων δικαιούται.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο άντλησε βοήθεια για τον καθορισμό του ύψους των Γενικών Αποζημιώσεων από τις αποφάσεις Χρ. Χ. Θεοδοσίου ν. Κ. Διονυσίου (2007) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1121 και Αντωνίου ν. Νικολάου κ.ά. (2008) 1 (Α) Α.Α.Δ. 136, στις οποίες για σοβαρότερα κατάγματα με μεγαλύτερες συνέπειες για τον ενάγοντα επιδικάστηκαν γενικές αποζημιώσεις εκ Λ.Κ.15.000 και Λ.Κ.25.000 αντίστοιχα.
Εντοπίσαμε επιπρόσθετα και την υπόθεση Novichkova Daria v. Θέμη Βλάβη (2012) 1 Α.Α.Δ. 1111, στην οποία κάμνει αναφορά και ο δικηγόρος του εφεσίβλητου στο περίγραμμα αγόρευσης του, όπου το Εφετείο αύξησε τις Γενικές Αποζημιώσεις από €25.000,00 που επιδικάστηκαν πρωτόδικα στην εφεσείουσα, ηλικίας 34 χρονών κατά τον χρόνο του ατυχήματος, σε £40.000,00 για κάταγμα οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης 05, συντριπτικό κάταγμα εντός του σπονδυλικού σωλήνα, κάταγμα σφηνοειδούς ταρσού, υγροθώρακα που αντιμετωπίστηκε χειρουργικώς και κακώσεις προσώπου και κοιλίας.
Έχοντας κατά νου τους τραυματισμούς της εφεσείουσας, δυνάμει των οποίων έχει ταλαιπωρηθεί σε μεγάλο βαθμό, δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε με την επιδίκαση του ποσού των €40.000,00 ως Γενικές Αποζημιώσεις, εξ ου και δεν δικαιολογείται η επέμβαση μας.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Κασ-ΣΓεωργίου