ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Δ. Συρίμης, για τον Εφεσείοντα. Μ. Σοφοκλέους για Χ. Προύντζο, για την Εφεσίβλητη. CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2018-02-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΝΙΚΟΣ ΜΟΝΟΓΙΟΣ ν. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΟΝΟΓΙΟΥ, Έφεση Αρ. 17/2016, 22/2/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2018:2

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(Έφεση Αρ. 17/2016)

 

22 Φεβρουαρίου, 2018

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.Δ.]

 

 

ΝΙΚΟΣ ΜΟΝΟΓΙΟΣ,

Εφεσείων/Καθ'ου η αίτηση,

και

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΟΝΟΓΙΟΥ,

Εφεσίβλητη/Αιτήτρια.

-------------------------

 Δ. Συρίμης, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Σοφοκλέους για Χ. Προύντζο, για την Εφεσίβλητη.

-------------------------------

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.

-------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Στις 23 Ιουνίου 2015, η εφεσίβλητη, με                   αίτηση της στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού, επιδίωξε την  αναγνώριση, εγγραφή και εκτέλεση της απόφασης/διατάγματος διατροφής που εκδόθηκε στις 3 Ιουνίου 2010, από το York County Court του Ηνωμένου Βασιλείου. Με την εν λόγω απόφαση ο εφεσείων θα έπρεπε να  καταβάλει το συνολικό ποσό των £294,865 Αγγλικών Στερλινών, ως διατροφή για την εφεσίβλητη και τα δυο παιδιά τους. Περαιτέρω, στην απόφαση αναφερόταν ότι αυτή θα εκτελεστεί στην Κύπρο, χώρα διαμονής του εφεσείοντα.

 

Ο εφεσείων είχε καταχωρίσει ένσταση προβάλλοντας τους πιο κάτω λόγους, γιατί η αίτηση δεν θα έπρεπε να γίνει αποδεκτή. Τους  παραθέτουμε για σκοπούς πληρέστερης εικόνας των εγειρόμενων στην έφεση θεμάτων.

 

″1. Η αίτηση ημερομηνίας 23/6/15 είναι νόμω και ουσία αβάσιμη, λανθασμένη και/ή ενοχλητική και/ή εκπρόθεσμη, τυπικά απαράδεκτη και άκυρη.

 

2.    Η αίτηση ημερομηνίας 23/06/15 είναι καταχρηστική, λόγω του ότι επιδιώκεται η εν ολόκληρο εγγραφή, αναγνώριση και                     εκτέλεση της απόφασης και/ή διατάγματος του YORK COUNTY COURT του Ηνωμένου Βασιλείου ημερομηνίας 03/06/10 παρά το γεγονός ότι η εν λόγω απόφαση και/ή διάταγμα αναφέρει και/ή αναγράφει ρητώς ότι μόνο η παράγραφος 8 είναι                     εφαρμοστέα στην Κύπρο.

3.    Η εφαρμογή του αντίκειται στην εγχώρια έννομη τάξη καθότι              περιέχει ρυθμίσεις ανεφάρμοστες στην Κύπρο, δηλαδή              συμφωνία που περιλαμβάνει την διευθέτηση περιουσιακών               διαφορών και την ταυτόχρονη διευθέτηση της διατροφής των τότε ανήλικων τέκνων των διαδίκων, Banos και Tonia Monoyiou, οι οποίοι σήμερα είναι ενήλικες.

4.   Η εν λόγω απόφαση και/ή διάταγμα δεν μπορεί να εγγραφεί και/ή αναγνωριστεί και/ή να εκτελεστεί στην Κύπρο επειδή δεν μπορεί να τύχει εκτέλεσης στην χώρα όπου εκδόθηκε, δηλαδή στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθότι δεν έχει ληφθεί και/ή δεν αναφέρεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ότι έχει ληφθεί άδεια του Δικαστηρίου που την εξέδωσε για εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Matrimonial Causes Act 1973, CHAPTER 18 και δεν μπορεί να εγγραφεί σύμφωνα με τις               πρόνοιες του άρθρου 4, παράγραφος 4,1 (Β) του Κεφ. 10.

5.   Ο ενόρκως δηλών είναι άτομο αναρμόδιο και/ή άτομο που δεν έχει προσωπική γνώση για τα όσα αναφέρει και/ή ο ενόρκως δηλών και/ή η αιτήτρια στην δήλωση της που είναι το Τεκμήριο Α στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση αναληθώς και/ή ανακριβώς αναφέρουν ότι ο καθ΄ ου η αίτηση δεν              συμμορφώθηκε καθόλου με το διάταγμα, αφού έχει ήδη                         συντελεστεί η πώληση της συζυγικής οικίας που βρίσκεται στο Hall Farm, Amblers Lane, Shipton by Beningbrough, York με αριθμό τίτλου ΝΥΚ 293509  και έχει παραδώσει όλα τα                  περιουσιακά του στοιχεία στην αιτήτρια πριν την επιστροφή του στην Κύπρο τα οποία υπερβαίνουν το επιδικασθέν ποσό.″

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο που εξέτασε την αίτηση, κατόπιν επανανοίγματος της υπόθεσης, έθεσε από μόνο του αρχικώς το θέμα της δικαιοδοσίας του. Τελικώς, αφού άκουσε αμφότερες τις πλευρές, αποφάνθηκε ότι κέκτηται δικαιοδοσίας το δικαστήριο, στηριζόμενο στον περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση δυνάμει Συμβάσεως) Νόμο του 2000 (Ν. 121(Ι)/2000).

 

Στο άρθρο 2 του πιο πάνω Νόμου, που υπέχει θέση ερμηνευτικού, προσδιορίζονται τα πιο κάτω:

 

″«απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου» σημαίνει την απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου ξένης χώρας με την οποία η                Κυπριακή Δημοκρατία έχει συνομολογήσει συνθήκη αμοιβαίας αναγνώρισης και εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων (άρθρο 3).

 

«δικαιοδοσία» σημαίνει οποιαδήποτε .. διαδικασία . επί αστικού θέματος και «αστικό θέμα» περιλαμβάνει διαφορές σχετικά με οικογενειακές σχέσεις..

 

«δικαστήριο» σημαίνει το Επαρχιακό . και προκειμένου για διαφορές σε οικογενειακές σχέσεις, το Οικογενειακό Δικαστήριο της Επαρχίας όπου διαμένει ο καθ΄ου η αίτηση.″

 

 

Επί του προκειμένου δεν υπήρχε αμφισβήτηση ότι, επρόκειτο περί αποφάσεως αλλοδαπού δικαστηρίου, που αφορούσε οικογενειακές σχέσεις και ότι ο εφεσείων διέμενε στην επαρχία Λεμεσού.

 

Η αίτηση τελικώς έγινε αποδεκτή και εκδόθηκε διάταγμα για αναγνώριση και εγγραφή της απόφασης του York County Court, του Ηνωμένου Βασιλείου, ημερομηνίας 3 Ιουνίου 2010. Περαιτέρω, είχε επιτραπεί η εκτέλεση της παραγράφου 8 της εν λόγω απόφασης στην Κύπρο.

 

Κρίθηκε πρωτοδίκως ότι οι λόγοι ένστασης 1 και 3 δεν προωθήθηκαν. Αναφορικά με τον τέταρτο λόγο, που αφορά  την εκτελεστότητα της απόφασης, το δικαστήριο κατέληξε ότι η απαιτούμενη άδεια από το άρθρο 32 του Matrimonial Causes Act 1973, για είσπραξη ποσών που ξεπερνούν τις δόσεις δώδεκα μηνών, αφορούσε το York County Court και όχι το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού.

 

Η έφεση στρέφεται εναντίον της ορθότητας της απόφασης του δικαστηρίου για έκδοση του πιο πάνω διατάγματος.

 

Με τους λόγους έφεσης 1 και 2 ο εφεσείων εισηγείται ότι η θεώρηση του δικαστηρίου, ότι ο εφεσείων δεν προώθησε επαρκώς τους λόγους ενστάσεως 1 και 3, είναι εσφαλμένη.

 

Ήταν η θέση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο πρώτος λόγος ένστασης δεν προωθήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο. Σε σχέση με τον τρίτο λόγο ένστασης το δικαστήριο ανέφερε ότι ούτε αυτός είχε προωθηθεί, καθότι δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση πώς η ενηλικίωση των τέκνων των διαδίκων θα εμπόδιζε την είσπραξη της διατροφής που αφορούσε προηγούμενα χρόνια, όταν τα παιδιά  ήταν ανήλικα.

 

Ο εφεσείων με τη σειρά του εισηγήθηκε ότι οι συγκεκριμένοι λόγοι ενστάσεως είχαν αναλυθεί στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση και αναπτυχθεί κατά την αγόρευση ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η μη εξέταση από το δικαστήριο του τρίτου λόγου ενστάσεως, ο οποίος αφορούσε όχι μόνο το θέμα της είσπραξης διατροφής από την εφεσίβλητη, αλλά και το γεγονός ότι η απόφαση του αγγλικού δικαστηρίου αντίκειτο προς την εγχώρια έννομη τάξη.

 

Σύμφωνα με τον εφεσείοντα, η απόφαση του αγγλικού δικαστηρίου περιείχε ρυθμίσεις οι οποίες δεν θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην Κύπρο. Όπως αναφέρει, κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης του αγγλικού δικαστηρίου τα τέκνα τους ήταν ανήλικα αλλά, κατά τον χρόνο υποβολής της υπό εξέταση αίτησης αυτά ήταν ενήλικες και επομένως για παροχή διατροφής σε αυτά έπρεπε να είχε υποβληθεί σχετική αίτηση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/90). Περαιτέρω, ο εφεσείων εισηγήθηκε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εξέτασε την εισήγηση του ότι το διάταγμα διατροφής που εκδόθηκε από το αγγλικό δικαστήριο έχει την μορφή εφάπαξ ποσού, ενώ διατάγματα που εκδίδονται από τα κυπριακά δικαστήρια και αφορούν θέματα διατροφής, έχουν τη μορφή των περιοδικών παροχών.

 

Όπως σημειώσαμε, πρωτοδίκως κρίθηκε ότι ο σχετικός λόγος ενστάσεως δεν προωθήθηκε καθότι, «δεν εξηγήθηκε πως η ενηλικίωση των τέκνων των διαδίκων εμποδίζει την είσπραξη διατροφής που αφορά στα χρόνια που ήταν ανήλικα» και ως εκ τούτου, δεν προχώρησε στην εξέταση του.

 

Είμαστε της γνώμης ότι ήταν παράλειψη του πρωτόδικου δικαστηρίου να μην εξετάσει το συγκεκριμένο λόγο ένστασης, λαμβανομένου υπόψη ότι αυτός είχε προβληθεί με την ένσταση και προωθηθεί κατά το στάδιο της ακρόασης. Η εν λόγω παράλειψη, όμως, δεν οδηγεί από μόνη της σε επιτυχία της έφεσης, για άλλο λόγο, όπως θα εξηγήσουμε πιο κάτω.

 

Ο περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμος του 2000, Ν. 121(Ι)/2000, είναι διαδικαστικός νόμος, θέτει το δικονομικό πλαίσιο και ρυθμίζει τη διαδικασία εφαρμογής των όσων προβλέπουν οι σχετικοί νόμοι.

 

Στην υπόθεση  Barbara Doris Bauer μέσω της αρμόδιας Αρχής της Γερμανίας ν. Χρήστου Καραπατάκη (2007) 1(Α) Α.Α.Δ. 503, διευκρινίστηκε ότι ο Νόμος 121(Ι)/2000 είναι διαδικαστικής φύσεως και αναφέρθηκαν τα εξής:

 

″Ο Νόμος 121(Ι)/2000 δεν προσθέτει στο ουσιαστικό δίκαιο. Εξαντλείται στην ακολουθητέα διαδικασία με δοσμένη την κατά τον τρόπο που εξειδικεύει ύπαρξη υποχρέωσης αναγνώρισης και εγγραφής.″

 

 

Ανάλογου περιεχομένου είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Datamedia v. K.S.N (1990) 1 Α.Α.Δ. 13:

 

"Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί, είναι κατά πόσο ο υπό κρίση νόμος είναι σχετικός με την Δικονομία, ή είναι ουσιαστικός νόμος. Στο σύγγραμμα Dicey & Morris "The Conflict of Laws", δέκατη έκδοση, τόμος 2, σελίδα 1178, αναφέρεται κάτω από το Κεφ. 35, που είναι σχετικό με το κατά πόσο ένας νόμος αφορά την Δικονομία ή είναι ουσιαστικός νόμος, ότι η εκτέλεση απόφασης είναι Δικονομικής φύσεως- "Similarly the method of enforcing a judgment is a matter of procedure"."

 

 

Η διαδικασία εκτέλεσης αλλοδαπών αποφάσεων δεν στοχεύει σε οτιδήποτε άλλο παρά, την απλοποίηση των διαδικασιών αποτελεσματικής εφαρμογής μιας δικαστικής απόφασης που εκδίδεται σ' άλλη χώρα, συμβεβλημένη, με διεθνή σύμβαση, με την Κυπριακή Δημοκρατία. Η ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων και ιδεών, που αποτελεί το θεμέλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν θα μπορούσε παρά να έχει εφαρμογή και στο δικό μας δικαιϊκό σύστημα.

 

Ως προς το σκοπό που επιτελείται, επί του προκειμένου, σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Κουντουρή ν. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1677:

 

"Ποιος είναι ο σκοπός της αναγνώρισης και εκτέλεσης αλλοδαπών αποφάσεων; Και στις δύο περιπτώσεις η εγγραφή αποβλέπει στην πρόσδοση δικαστικής ισχύος στην απόφαση ή διάταγμα του οποίου επιδιώκεται είτε η αναγνώριση είτε η εκτέλεση είτε και τα δύο. Προϋπόθεση, αποτελεί η έκδοση της απόφασης από αρμόδιο Δικαστήριο. Συνταυτίζεται έτσι η απόφαση της αλλοδαπής με απόφαση αρμοδίου Δικαστηρίου της Κύπρου και ανάλογα εκτελείται."

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση αφορούσε την εγγραφή και εκτέλεση απόφασης αγγλικού δικαστηρίου, η οποία ήταν εκτελεστή στη χώρα όπου εκδόθηκε. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν μπορούσε να υπεισέλθει στην εξέταση της ουσίας ή της ορθότητας της απόφασης του αγγλικού δικαστηρίου. Και τούτο γιατί η ακολουθητέα διαδικασία προσδιορίζεται με σαφήνεια στην παράγραφο (1) του άρθρου 5 του Νόμου 121(Ι)/2000, χωρίς να επιδέχεται περαιτέρω διεύρυνση, αφού χρησιμοποιείται η λέξη ″περιορίζεται″. Ιδιαιτέρως, στην παράγραφο (ε) αναφέρεται:

 

″Οι λόγοι επί των οποίων ο καθ'ου η αίτηση δύναται να στηρίξει την ένσταση του περιορίζονται στο θέμα της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ή στην αποδεδειγμένη ικανοποίηση της απόφασης και στην ύπαρξη των προϋποθέσεων που αναφέρονται στη συνθήκη σχετικά με την εφαρμογή της.″

 

 

Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν τέθηκε από πλευράς του εφεσείοντα τόσο πρωτοδίκως, όσο και ενώπιον μας, ούτε προσκομίστηκε επί τούτου μαρτυρία, ότι το δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας για έκδοση του υπό αμφισβήτηση διατάγματος, ή ότι υπήρξε καταβολή της επιδικασθείσας διατροφής.  Συνακόλουθα, οι λόγοι ενστάσεως δεν θα μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής.

 

Ο εφεσείων περαιτέρω εισηγήθηκε ότι η εκκαλούμενη απόφαση αντίκειται στην εγχώρια έννομη τάξη, καθότι αφορά διατροφή των τέκνων του, τα οποία κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης για εγγραφή, ήταν ενήλικα. Το θέμα αυτό, παρόλο που έχει εγερθεί πρωτοδίκως, δεν θα μπορούσε με γνώμονα την περιοριστική αναφορά στο άρθρο 5(1) του Ν. 121/2000, ούτε να προβληθεί, αλλά ούτε και να εξεταστεί.

 

Η απόφαση του αγγλικού δικαστηρίου αφορούσε τη διατροφή για τα τέκνα των διαδίκων, όταν αυτά ήταν ανήλικα. Η αίτηση που καταχωρήθηκε ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ήταν για εγγραφή και εκτέλεση της πιο πάνω απόφασης ως οφειλομένου χρέους.

 

Όπως έχουμε σημειώσει, η παράλειψη εξέτασης των λόγων ένστασης δεν θα επέφερε και επιτυχία της έφεσης και οι προβληθέντες λόγοι ένστασης είναι ανεδαφικοί και ως εκ τούτου, οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβλήθηκε ότι ο τέταρτος λόγος ένστασης ερμηνεύθηκε λανθασμένα. Σύμφωνα με τον εφεσείοντα δεν έχει ληφθεί άδεια από το δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε την απόφαση για εκτέλεση της, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Matrimonial Causes Act 1973 και επομένως δεν θα μπορούσε να εγγραφεί, κατ' αντίθεση προς τις πρόνοιες του άρθρου 4(1)(b) του περί Αμοιβαίας Εκτέλεσης Ορισμένων Αποφάσεων Δικαστηρίων των Χωρών της Κοινοπολιτείας Νόμου, Κεφ. 10.

 

Το εν λόγω άρθρο αναφέρει:

 

″4.(1) ........

 

Provided that a judgment shall not be registered if at the day of the application -

 

(a) .........

(b) It could not be enforced by execution in the country of the original Court.″

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι η απαιτούμενη άδεια με βάση το άρθρο 32 του Matrimonial Causes Act 1973, αφορούσε το York County Court. Η θέση αυτή έχει έρεισμα από τη νομολογία, όπως θα αναφερθεί πιο κάτω, καθότι η απαίτηση για άδεια, με βάση το πιο πάνω άρθρο 32, δεν καθιστά την απόφαση μη εκτελεστή καθότι τέτοια άδεια, για την εκτέλεση των δόσεων πέραν των              12 μηνών, μπορεί να δοθεί.

 

Στην υπόθεση Άτκινσον (2006) 1(Β) Α.Α.Δ. 1371 αναφέρεται:

 

"Αναφορικά με τις πρόνοιες του Matrimonial Causes Act που προαναφέραμε, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι αυτά που προβλέπονται εκεί «Αφορούν όμως τα αγγλικά δικαστήρια και                όχι το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού στο πλαίσιο της                δικαιοδοσίας του, σύμφωνα με το Ν.121(Ι)/2000. Το Newcastle Upon Tyne High Court ενεργώντας στη βάση της αγγλικής Maintenance Orders (Facilities for Enforcement) Act 1920 έδωσε το διάταγμα της 29.1.2002 (τεκμήριο 3) που απετέλεσε την                       απαρχή της παρούσας διαδικασίας. Η άδεια που απαιτείται από το άρθρο 32 της Matrimonial Causes Act του 1973 αφορούσε το Newcastle Upon Tyne High Court

 

Ασχέτως της ορθότητας της πιο πάνω θέσης, η Αγγλική αυτή πρόνοια του σχετικού Νόμου, κατά την άποψη μας, δεν καθιστά την επίδικη απόφαση μη εκτελεστή στην ολότητά της, αλλά θα τολμούσαμε να πούμε ούτε και μερικώς, αφού και εκτέλεση για τις καθυστερημένες πέραν του έτους δόσεις μπορεί να δοθεί κατόπιν άδειας. Η απόφαση ήταν εκτελεστή και ορθώς ενεγράφη ως                    τέτοια. Εν πάση περιπτώσει, το θέμα που αφορά την είσπραξη των πέραν του έτους καθυστερημένων είναι θέμα που ίσως                  μπορεί να εγερθεί στο στάδιο της εκτέλεσης της απόφασης. Κατά συνέπεια και αυτός ο λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί."

 

 

 

 

Ως εκ τούτου, ο λόγος έφεσης 3 απορρίπτεται.

 

Στη βάση των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

                                                Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

 

                                               
                                                Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.                          

 

 

         

 

                                                Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο