ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:A443
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ Αρ. 295/2016
6 Δεκεμβρίου, 2017
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, K. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 9 ΚΑΙ 11 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 33/1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 15, 30, 33 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 5, 6, 8, 13 ΚΑΙ 14 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 9 ΚΑΙ 10 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ 97/70 ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΝΘΗΚΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΡΟΧΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Ν. 172/86
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ OLGA APANASIK, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΗΣ OLGA APANASIK ΣΤΗ ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΙΣ 11/4/2016 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 3/15
---------------------
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 29/6/17 ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΕΣΕΙΟΥΣΑ
Μ. Γεωργίου με Α. Γεωργίου, για την εφεσείουσα
Ελ. Λοϊζίδου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους
.........
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
Θα δοθεί από την Α. Πούγιουρου, Δ.
.................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε στις 11/4/16 διάταγμα προφυλάκισης με σκοπό την έκδοση της Οlga Apanasik, (εφεσείουσας) στη Λευκορωσία προς το σκοπό δίωξης της για το αδίκημα της πρόσληψης ατόμων για σεξουαλική ή άλλη εκμετάλλευση από οργανωμένη ομάδα μέσω απάτης και συνωμοσίας κατά παράβαση του άρθρου 187(3) του Ποινικού Κώδικα της Λευκορωσίας, το οποίο διαπράχθηκε κατά την περίοδο 2000-2004.
Στις 22/4/16 η εφεσείουσα υπέβαλε την Πολιτική Αίτηση αρ. 50/16 στο Ανώτατο Δικαστήριο για την έκδοση εντάλματος habeas corpus, προσβάλλοντας τη νομιμότητα της κράτησης της. Ζητούσε επίσης αναστολή της διαδικασίας απέλασης της στη Λευκορωσία και την απόλυση της με όρους.
Το Δικαστήριο με την απόφαση του ημερ. 6/9/16 απέρριψε την αίτηση για habeas corpus και δεν εξέδωσε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η εφεσείουσα άσκησε έφεση με την οποία επιδιώκει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης ημερ. 6/9/16 με τους εξής τέσσερις λόγους έφεσης:
«ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Λανθασμένα το Δικαστήριο στην ενδιάμεση απόφαση του ημερομηνίας 11 Ιουλίου του 2016 απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας για προσαγωγή νέας μαρτυρίας και συγκεκριμένα την προσαγωγή της έκθεσης του ειδικού αντιπροσώπου των Ηνωμένων Εθνών για Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Λευκορωσία, έκθεση που έφερε τον τίτλο Report of the Special Rapporteur on the situation of human rights in Belarus και η οποία είχε εκδοθεί στις 21/4/2016 δηλαδή 10 μέρες αργότερα από την έκδοση της απόφασης στο Επαρχιακό Δικαστήριο στις 11/4/2016
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Λανθασμένα το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερομηνίας 6/9/2016 δεν δέχθηκε την έκθεση με τίτλο Report of the Special Rapporteur on the situation of human rights in Belarus και η οποία είχε εκδοθεί στις 21/4/2016 ως μέρος του διεθνoύς δικαίου και άρα ως νομική πηγή για την κατάληξη σε ευρήματα.
ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Λανθασμένα το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερομηνίας 6/9/2016 απέρριψε τον ισχυρισμό της εφεσείουσας για πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος και στην ουσία έθεσε την ίδια υπόλογο για την καθυστέρηση.
ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Λανθασμένα το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερομηνίας 6/9/2016 απέρριψε τον ισχυρισμό της εφεσείουσας αναφορικά με το γεγονός ότι η Λευκορωσία είναι η μόνη χώρα που δεν υπέγραψε την Ευρωπαϊκή Συνθήκη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και άρα καμία διαβεβαίωση από την εν λόγω χώρα για τήρηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.»
Στα πλαίσια της έφεσης καταχωρήθηκε στις 29/6/17 η υπό εκδίκαση αίτηση με την οποία η εφεσείουσα ζητά την άδεια του Δικαστηρίου για την προσκόμιση νέας μαρτυρίας (fresh evidence) δηλαδή να παρουσιάσει ενώπιον του Εφετείου και να καταθέσει ενόρκως η Mikhailοvskaia Raisa, Πρόεδρος Οργανισμού της Αντιπολίτευσης της Κυβέρνησης της Λευκορωσίας που εδράζεται στη Λιθουανία, για να δώσει μαρτυρία ως προς τη σχέση της εφεσείουσας με την αντιπολίτευση στη Λευκορωσία.
Η αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση του Γενικού Εισαγγελέα ο οποίος προβάλλει τους εξής τέσσερις λόγους ένστασης:
«α) Οι νομικές πρόνοιες και η νομολογία τις οποίες ο αιτητής επικαλείται σαν βάση για την παρούσα αίτηση ενδυναμώνουν τη θέση των καθ' ων ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει τη μη χορήγηση της άδειας για συμπληρωματική μαρτυρία. Δεν έχει παρατεθεί οποιαδήποτε σχετική νομική βάση για την αίτηση.
(β) Η μαρτυρία που επιχειρείται να προσκομιστεί είναι άσχετη με την υπόθεση. Σύμφωνα με τη νομολογία δεν επιτρέπεται η προσκόμιση στο Εφετείο μαρτυρίας που δεν υφίσταται κατά το χρόνο έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης (Π.Ε. 134/09, ημερ. 16/4/14), ECLI:CY:AD:2014:A266, Σάββα ν. Αντωνίου και Π.Ε. 75/2011 Ashot Egiazaryah κ.α. ν. Denovo Investments κ.α.
(γ) Η αιτήτρια/εφεσείουσα είχε υποβάλει και στα πλαίσια της αίτησης habeas corpus αίτημα για προσκόμιση νέας μαρτυρίας το οποίο απορρίφθηκε. Παραπέμπω στην απόφαση στην Αίτηση 50/2016, ημερ. 6.9.2016.
(δ) Η παρούσα αίτηση αποτελεί κατάχρηση διαδικασίας καθότι, ενώ απορρίφθηκε αίτημα για προσκόμιση ημερομηνίας από το πρωτόδικο δικαστήριο στις 11.7.16 και η απόφαση αυτή προσβάλλεται με την έφεση 295/16, επιδιώκεται ξανά η προσκόμιση μαρτυρίας που θα μπορούσε να παρουσιαστεί στο επιληφθέν της εκδόσεως δικαστήριο καθότι υπήρχε και σε εκείνο το στάδιο.»
Τα γεγονότα της αίτησης εμφαίνονται στην ένορκη δήλωση της κας Κωνσταντίνας Ιωάννου, ασκούμενης δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την εφεσείουσα, που συνοδεύει την αίτηση. Στην ένορκη της Δήλωση η κα Ιωάννου αναφέρεται στους λόγους για τους οποίους δεν είχε προσκομιστεί η νέα μαρτυρία κατά τη διαδικασία της αίτησης έκδοσης της. Κύριος λόγος είναι η κράτηση της εφεσείουσας στις Κεντρικές Φυλακές, γεγονός που δυσκόλευε την επικοινωνία της με οργανώσεις της αντιπολίτευσης της Κυβέρνησης της Λευκορωσίας. Τελικά, πρόσφατα μέσω του ιερέα των Φυλακών ήλθε σε επαφή με μια γνωστή της και αυτή με Λευκορώσο δικηγόρο ο οποίος και εντόπισε αντιπροσώπους της αντιπολίτευσης. Τότε επικοινώνησε με την Πρόεδρο Οργανισμού της αντιπολίτευσης Mikhailovskaia Raisa, η οποία δηλώνει πρόθυμη να έλθει στην Κύπρο και να δώσει μαρτυρία ως προς τη σχέση της εφεσείουσας με την αντιπολίτευση. Ο Οργανισμός αυτός που ονομάζεται "Belarusian Documentation Centre" προτίθεται να καταθέσει πιστοποιημένη δήλωση ότι η εφεσείουσα ήταν μέλος του κινήματος ¨Ελευθερία του Kazulin και άλλων πολιτικών κρατουμένων» για την περίοδο Ιουλίου 2006 μέχρι Αυγούστου 2008. Η κα Ιωάννου θεωρεί τη μαρτυρία που προτίθεται να εισαχθεί βασική για τα επίδικα θέματα. Όπως αναφέρει, είχε προσκομιστεί μαρτυρία για την ανάμιξη της εφεσείουσας στην αντιπολίτευση πρωτοδίκως και στο Επαρχιακό Δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της έκδοσης, η οποία όμως απορρίφθηκε από το Δικαστήριο ως ανεπαρκής για τη τεκμηρίωση του ισχυρισμού. Καταλήγοντας εισηγείται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να επανεξετάσει το θέμα και να δώσει την ευκαιρία στην εφεσείουσα να προβάλει τη θέση της.
Η ένσταση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της κας Νατάσας Πηλαβά, Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού στη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, ημερ. 12/9/17. Στην ένορκη δήλωση της η κα Πηλαβά αναφέρεται στο ιστορικό της διαδικασίας έκδοσης, προσθέτοντας ότι στις 17/6/16 στα πλαίσια της διαδικασίας της αίτησης για habeas corpus καταχωρήθηκε παρόμοια αίτηση η οποία όμως απορρίφθηκε στις 11/7/16. Απορρίπτει στη συνέχεια τις θέσεις της εφεσείουσας ως ψευδείς τονίζοντας την περιορισμένη δικαιοδοσία του Εφετείου σε αιτήσεις για προσκόμιση πρόσθετης μαρτυρίας.
Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται κυρίως στο άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60). Επί του άρθρου αυτού, το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο κατωτέρω, στήριξε αποκλειστικά την επιχειρηματολογία του ο δικηγόρος της εφεσείουσας στην αγόρευση του:
«25(3) Παρά πάσαν διάταξιν του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή οιουδήποτε άλλου νόμου ή διαδικαστικού κανονισμού και επιπροσθέτως οιωνδήποτε υπό τούτων χορηγουμένων εξουσιών, το Ανώτατον Δικαστήριον, κατά την ακρόασιν και διάγνωσιν οιασδήποτε εφέσεως, είτε εν πολιτική είτε εν ποινική υποθέσει δεν θα δεσμεύεται υπό οιασδήποτε αποφάσεως περί πραγματικών γεγονότων του εκδικάσαντος δικαστηρίου και θα έχη εξουσίαν να αναθεωρή τας προσαχθείσας αποδείξεις, να συνάγη τα ίδια αυτού συμπεράσματα, να ακούη και δέχεται περαιτέρω αποδεικτικά μέσα και, όπου οι περιστάσεις της υποθέσεως απαιτούσιν ούτω, να επανακροάται οιωνδήποτε μαρτύρων ήδη ακουσθέντων υπό του εκδικάσαντος δικαστηρίου, και δύναται να δώση οιανδήποτε απόφασιν ή να εκδώση οιονδήποτε διάταγμα το οποίον αι περιστάσεις της υποθέσεως δικαιολογούν, συμπεριλαμβανομένου και διάτάγματος περί επανακροάσεως της υποθέσεως υπό του εκδικάσαντος αυτήν ή άλλου αρμοδίου δικαστηρίου ως θα διέτασσε το Ανώτατον Δικαστήριον.»
Στην υπόθεση Ευτυχία Ζαρή ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 193/2010, ημερ. 11/5/2015, το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία του, αναλύει τις διάφορες διατάξεις, ιδιαίτερα το άρθρο 25(3), που ρυθμίζουν το θέμα προσκόμισης νέας μαρτυρίας κατ' έφεση και τη νομολογιακή ερμηνεία τους. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:
«Οι πρόνοιες του άρθρου 146(β) και (γ) του Κεφ. 155 συναρτώνται με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 25(3) του Ν. 14/60. Το εν λόγω εδάφιο διεύρυνε τις εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ακούει μαρτυρία κατ΄ έφεση. Η ερμηνεία και εμβέλεια των προνοιών του άρθρου 25(3) εξετάστηκε σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αρχής γενομένης από την Philippos Charalambous v. Sotiris Demetriou (1961) CLR 14. Ηταν η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι με το υπό αναφορά νομοθέτημα δεν διευρύνεται ριζικά η εξουσία επέμβασής του σε ευρήματα γεγονότων του πρωτόδικου Δικαστηρίου βασισμένα στην αξιοπιστία μαρτύρων, εκτός σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στη μετέπειτα απόφαση Kkolis v. The Republic (1961) CLR 53, επιβεβαιώθηκε ότι το υπό εξέταση εδάφιο δεν παρέχει απεριόριστη εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο να επεμβαίνει σε ευρήματα γεγονότων, εκτός κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις. Ακολούθησαν οι αποφάσεις Simadiakos v. The Police (1961) CLR 64, Christodoulides v. The Police (1968) 2 CLR 226, Vrahimis v. The Police (1970) 2 CLR 120 και Varnava v. The Police (1973) 2 CLR 317, όπου επιβεβαιώθηκε η προηγούμενη νομολογιακή προσέγγιση και δεν έγινε αποδεκτή η θέση ότι με τη θεσμοθέτηση του άρθρου 25(3) επήλθε ουσιαστική αλλαγή ως προς την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων σε αναφορά με τη θεώρηση ευρημάτων γεγονότων. Τονίστηκε ότι τα εν λόγω ευρήματα ανάγονται στη δικαιοδοσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου και ότι το άρθρο 25(3) δεν σκόπευε στη μεταβολή της θέσης αυτής.
Το βάρος απόδειξης ότι παρέχεται πεδίο για την εφαρμογή του άρθρου 25(3) παραμένει στο μέρος που προσβάλλει τα ευρήματα και εναπόκειται σε κάθε περίπτωση στο διάδικο ο οποίος προωθεί εισήγηση για προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου να πείσει για την αναγκαιότητα αυτή (HadjiAntoni v. Vassiliadou (1961) CLR 103). Στην υπόθεση Χριστοδούλου άλλως Ρόπας κ.α. ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 294, επιβεβαιώθηκε προηγούμενη νομολογία σύμφωνα με την οποία αποκλείεται η προσαγωγή μαρτυρίας κατ΄ έφεση με αναφορά σε γεγονότα τα οποία έλαβαν χώραν μεταγενέστερα της δίκης. Ως προς τα κριτήρια που διέπουν την αποδοχή μαρτυρίας κατ΄ έφεση, καθοδηγητική είναι η απόφαση Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 2 ΑΑΔ 8, όπου, αφού γίνεται εκτεταμένη ανασκόπηση της σταθερής επί του θέματος νομολογίας, καθορίζεται ότι οι προϋποθέσεις είναι:
«(α) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(β) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφασιστικής σημασίας.
(γ) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.»
Προκύπτει ως κοινή συνισταμένη του δικαστικού λόγου που καλύπτει το σύνολο της νομολογίας αναφορικά με την ερμηνεία του άρθρου 25(3) ότι η εξουσία επανακρόασης μαρτύρων σπάνια χρησιμοποιείται, αφού, όπως ήδη λέχθηκε, η εισαγωγή και αξιολόγηση μαρτυρίας επαφίεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να δικαιολογηθεί η παρουσίαση μαρτυρίας κατ΄ έφεση και, κατά κανόνα, υπό την προϋπόθεση ότι παρέχεται επεξήγηση της παράλειψης προσαγωγής της ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Θα πρέπει δε, προκειμένου να γίνει δεκτή η παροχή τέτοιας μαρτυρίας, να φαίνεται ότι θα μπορούσε να είχε σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της δίκης."
Αναφορά στη νομική βάση της αίτησης γίνεται επίσης και στο άρθρο 10(4) του περί Έκδοσης Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν. 97/70) που προβλέπει τη δυνατότητα προσκόμισης συμπληρωματικών στοιχείων κατά τη διαδικασία αίτησης για habeas corpus σε σχέση με την άσκηση της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του άρθρου 4 του ίδιου νόμου ή του εδαφίου (3) του άρθρου 10, το οποίο όμως δεν ανέπτυξε στην αγόρευση του ο δικηγόρος της εφεσείουσας.
Εξετάζοντας την αίτηση παρατηρούμε ότι αν και η αίτηση αφορά στην προσκόμιση της προφορικής μαρτυρίας της κας Μikhailovskaia Raisa, στην ενορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, η κα Ιωάννου αναφέρεται και σε κατάθεση εγγράφου. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, ο Οργανισμός "Belarusian Documentation Center" έχει αποστείλει και προτίθεται να καταθέσει πιστοποιημένη δήλωση σ' όσον αφορά τη συμμετοχή της εφεσείουσας ως μέλος του Κινήματος «Ελευθερία του Kazulin και άλλων πολιτικών κρατουμένων».
Παρά την ασάφεια που παρατηρείται ως προς την ακριβή μαρτυρία που προτίθεται να προσαχθεί, θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε την ουσία της αίτησης.
Στην αγόρευση του ο δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε ότι πληρούνται και οι τρεις προϋποθέσεις που έθεσε η νομολογία για να επιτύχει το αίτημα για προσκόμιση νέας μαρτυρίας. Σ' όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση πρόβαλε τη θέση ότι η εφεσείουσα, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, δεν μπορούσε να εξασφαλίσει τη νέα μαρτυρία κατά τη διαδικασία της έκδοσης της ενόψει του εγκλεισμού της στις Κεντρικές Φυλακές από την 1/8/15, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την επικοινωνία της με δικηγόρο στη Λευκορωσία. Μόλις τον Μάϊο του 2017 μέσω του ιερέα των Κεντρικών Φυλακών και μιας γνωστής της έγινε κατορθωτή η επαφή με δικηγόρο, του οποίου μάλιστα δεν αποκαλύπτει το όνομα λόγω φόβου ότι θα υποστεί δίωξη από της Αρχές της Λευκορωσίας για την ανάμιξη του.
Ανατρέχοντας στα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας καθίσταται σαφές ότι το περιεχόμενο της νέας μαρτυρίας ήταν γνωστό στην εφεσείουσα πολύ πριν ξεκινήσουν οι διαδικασίες έκδοσης της στη Λευκορωσία, εφόσον η συμμετοχή της στο Κίνημα τοποθετείται το 2006-2008. Το θέμα της ανάμιξης της εφεσείουσας στην αντιπολίτευση είχε εγερθεί κατά τη διαδικασία της έκδοσης και το Επαρχιακό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα στοιχεία που είχαν προσκομιστεί δεν ήταν επαρκή για τεκμηρίωση του ισχυρισμού. Από την άλλη ο πρωτόδικος δικαστής κατά τη διαδικασία του habeas corpus δέχθηκε την κρίση του Επαρχιακού Δικαστή ότι η εφεσείουσα δεν είναι πολιτικό πρόσωπο και ούτε απέδειξε ότι είναι μέλος του αντιπολιτευόμενου της Κυβέρνησης της Λευκορωσίας κόμματος. Σημειώνεται ότι η διαπίστωση αυτή του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν συνιστά λόγο έφεσης. Οπότε δεν μπορούμε να αντιληφθούμε τη σκοπιμότητα του αιτήματος για προσαγωγή νέας μαρτυρίας για το συγκεκριμένο θέμα.
Εκτός αυτού παρατηρούμε ότι εκείνο που επιζητείται με την υπό κρίση αίτηση είναι η ανατροπή ουσιαστικά της πιο πάνω κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την προσκόμιση περαιτέρω στοιχείων, που ήταν ασφαλώς στη διάθεση της εφεσείουσας σ' όλες τις προηγηθείσες διαδικασίες. Η εφεσείουσα μπορούσε να εντοπίσει εύκολα τα στοιχεία που στοιχειοθετούν τη θέση της περί ανάμιξης της σε κίνημα της αντιπολίτευσης με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας τον κατάλληλο χρόνο, όπως έπραξε για ορισμένα άλλα, τα οποία παρουσίασε κατά τη διαδικασία της έκδοσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Ο λόγος που επικαλέστηκε ότι μόλις το Μάϊο του 2017 εντόπισε τα νέα στοιχεία μέσω του ιερέα των Φυλακών και της γνωστής της, σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, δεν είναι ο αποφασιστικός παράγοντας για να θεωρηθεί ότι πληρούται η πρώτη προϋπόθεση. Η εφεσείουσα είχε την ευκαιρία να επικοινωνήσει με τη γνωστή της και με άλλους τρόπους και όχι μόνο μέσω του ιερέα και μάλιστα ενωρίτερα από το Μάϊο του 2017. όπως μέσω του δικηγόρου της που την εκπροσωπούσε κατά τη δικαστική διαδικασία της έκδοσης της, με τον οποίο σίγουρα θα πρέπει να ερχόταν σε επαφή για το χειρισμό της εκπροσώπησης της. Η εφεσείουσα είχε το αποδεικτικό βάρος από την υποχρέωση να προσαγάγει το σύνολο της μαρτυρίας επί της οποίας στηρίζει την υπόθεση της στο πρωτόδικο Δικαστήριο που ήταν το Δικαστήριο που θα αξιολογούσε τη μαρτυρία (βλ. Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 396).
Σημειώνεται ότι προς τεκμηρίωση του ισχυρισμού της περί της ανάμιξης της στην αντιπολίτευση, η εφεσείουσα είχε προσκομίσει σχετική μαρτυρία κατά τη διαδικασία της έκδοσης της, στο Επαρχιακό Δικαστήριο, εμπειρογνώμονα μάλιστα, ο οποίος κατέθεσε και έκθεση για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία. Το κατά πόσο η κρίση του Επαρχιακού Δικαστή είναι λανθασμένη ή όχι εξετάστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στα πλαίσια της αίτησης για habeas corpus και κατέληξε ότι το στοιχείο της συχνής συμπεριφοράς παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πολιτικών αντιπάλων της Κυβέρνησης της Λευκορωσίας δεν μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος της εφεσείουσας η οποία κρίθηκε πρωτοδίκως ότι δεν είναι πολιτικό πρόσωπο και ούτε απέδειξε ότι είναι μέλος του αντιπολιτευόμενου της Κυβέρνησης της Λευκορωσίας κόμματος. Ακριβώς αυτές τις διαπιστώσεις προσπαθεί με νέα μαρτυρία η εφεσείουσα να ανατρέψει.
Ενόψει των πιο πάνω είναι κατάληξη μας ότι η επιδιωκόμενη νέα μαρτυρία δεν συνιστά συμπληρωματικό αποδεικτικό στοιχείο που περιήλθε στην αντίληψη της εφεσείουσας εκ των υστέρων και που μπορεί να επηρεάσει την κρίση του Εφετείου ως προς το κατά πόσο η έκδοση της εφεσείουσας στη Λευκορωσία θα έχει ως αποτέλεσμα την έκθεση της σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ενόψει της πολιτικής κατάστασης που επικρατεί στη Λευκορωσία.
Τυχόν έγκριση του αιτήματος θα είχε ως αποτέλεσμα, με την προσκόμιση της νέας προφορικής μαρτυρίας ή του πιστοποιητικού ότι η εφεσείουσα υπήρξε μέλος του πιο πάνω Κινήματος, να κληθεί το Εφετείο να αξιολογήσει τη νέα μαρτυρία και να τη συσχετίσει με την υπόλοιπη μαρτυρία που δόθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο κατά τη διαδικασία της έκδοσης. Τέτοια διαδικασία, όπως την εισηγείται η εφεσείουσα, δεν είναι επιτρεπτή (βλ. Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) και Μάριος Βαττής ν. Χρυστάλλας Αυξεντίου κ.α. Πολ. Εφ. 127/09, ημερ. 17/10/14). Στην τελευταία απόφαση μάλιστα ένας από τους λόγους απόρριψης της αίτησης για προσκόμιση νέας μαρτυρίας στο Εφετείο, ήταν ότι αυτή δεν προσδιορίστηκε με ακρίβεια ώστε το Εφετείο να είναι σε θέση να εκτιμήσει προκαταρκτικά τη σχετικότητα, αξιοπιστία και τις πιθανές επιπτώσεις στο αποτέλεσμα (βλ. επίσης Λοϊζίδη ν. Γενικού Εισαγγελέα, Ποινική Έφεση αρ. 145/13 ημερ. 11/2/14). Στην παρούσα περίπτωση δεν επισυνάφθηκε στην αίτηση μια σύνοψη έστω της νέας μαρτυρίας, την οποία να εκτιμήσει προκαταρκτικά το Εφετείο, όπως έγινε με το πιστοποιητικό, που και αυτό θα μπορούσε να εξασφαλιστεί κατά τη διαδικασία της έκδοσης, καταβάλλοντας εύλογη επιμέλεια.
Να λεχθεί επίσης ότι η περίοδος της κατ' ισχυρισμόν παρανόμου πράξεως της εφεσείουσας ήταν το 2000-2004, ενώ η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί αφορά την περίοδο 2006-2008. Οπότε ποια η συσχέτιση αυτής της περιόδου με την προηγούμενη ώστε να φαίνεται ότι η εφεσείουσα ως μέλος της αντιπολίτευσης κινδυνεύει τώρα για αδικήματα που διαπράχθηκαν, κατ' ισχυρισμό, έστω, στο παρελθόν;
Ασκώντας τη διακριτική μας εξουσία κρίνουμε, για τους πιο πάνω λόγους, ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί. Ενόψει της κατάληξης μας αυτής η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης κρίνεται περιττή.
Η αίτηση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Κασ