ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:A406
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 376/2011
17 Νοεμβρίου, 2017
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ ΜΗΝΑ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΜΗΝΑ
Εφεσείουσα/εναγόμενη/ενάγουσα δι' ανταπαιτήσεως
ΚΑΙ
1. ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ
Εφεσιβλήτων/Εναγόντων/εναγομένων δι' ανταπαιτήσεως
2. ΕΘΝΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ.
Εφεσιβλήτων/εναγομένων δι' ανταπαιτήσεως
.....
Nτ. Βαρωσιώτου (κα) για Γεωργιάδη & Μυλωνά, για την εφεσείουσα
Χρ. Κότσαπα (κα) για Α. Τριανταφυλλίδη για τον εφεσίβλητο 1
Α. Κλεάνθους για τον εφεσίβλητο 2
...........................
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
Θα δώσει η Δικαστής Πούγιουρου
....................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Η εφεσίβλητη Τράπεζα με αγωγή της στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αξίωνε από την εφεσείουσα το χρεωστικό υπόλοιπο του επενδυτικού λογαριασμού που ανοίχθηκε επ' ονόματι της εφεσείουσας στη βάση ενός ειδικού σχεδίου που χρησιμοποιείτο αποκλειστικά για αγορά μετοχών ενταγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ) με την ονομασία «εθνικός επενδυτής».
Η εφεσείουσα στην Υπεράσπιση της αρνείτο ότι οφείλει οποιοδήποτε ποσό στην εφεσίβλητη προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η εφεσίβλητη και η Εθνική Χρηματιστηριακή Κύπρου Λτδ παρέβησαν το καθήκον επιμέλειας έναντι της με αποτέλεσμα να υποστεί απώλειες τις οποίες διεκδικούσε με Ανταπαίτηση.
Κατά την ακροαματική πρωτόδικη διαδικασία έδωσαν μαρτυρία η Τούλια Θεμιστοκλέους, υπάλληλος και μοναδική μάρτυρας της εφεσίβλητης ενώ από πλευράς εφεσείουσας ο Μιχάλης Ολύμπιος, σύμβουλος επενδύσεων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε το ενώπιον του μαρτυρικό υλικό, αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσίβλητης κατά προτίμηση εκείνης της εφεσείουσας, παραθέτοντας τους λόγους που το οδήγησαν στην κατάληξη του αυτή.
Έκρινε τις συναλλαγές που εμφαίνοντο στη συγκεντρωτική κατάσταση του λογαριασμού ότι διεκπεραιώθηκαν κατόπιν σχετικών εξουσιοδοτήσεων της Χρηματιστηριακής με οδηγίες της εφεσείουσας και ότι όλες οι χρεωπιστώσεις αντιστοιχούν με τις συναλλαγές αυτές. Έκρινε επίσης τις χρεώσεις για τόκους και δικαιώματα ότι δικαιολογούντο από τους όρους της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας.
Τελικά το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας για το ποσό των €171.605,70 εντόκως προς 11.5% ετησίως από 1/1/10 μέχρι εξόφλησης πλέον έξοδα στη βάση του υπολοίπου του λογαριασμού, αφού είχεν ήδη πιστωθεί ο λογαριασμός με το προϊόν που εισπράχθηκε από την πώληση των ενεχυριασθεισών μετοχών που εξακολουθούσαν να βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της εφεσείουσας.
Περαιτέρω απέρριψε την Ανταπαίτηση εφόσον έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείτο αμέλεια της εφεσίβλητης και της Χρηματιστηριακής, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και της Χρηματιστηριακής (εναγόμενοι 1 και 2 δι' Ανταπαιτήσεως, αντίστοιχα) και σε βάρος της εφεσείουσας.
Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση στην οποία προβάλλονται οι εξής τρεις λόγοι έφεσης οι οποίοι βασίζονται ουσιαστικά στα ίδια επιχειρήματα που προωθήθηκαν και πρωτόδικα.
1. Η πρωτόδικη απόφαση είναι προϊόν πλάνης ως προς το Νόμο και/ή λανθασμένης ερμηνείας του Νόμου.
2. Εσφαλμένη και/ή ανεπαρκής αξιολόγηση της μαρτυρίας και/ή χωρίς να ληφθούν υπόψη ουσιώδη στοιχεία της.
3. Πλημμελής αιτιολογία της απόφασης και/ή ευρημάτων.
Κατά το στάδιο της προδικασίας της έφεσης ηγέρθηκε από πλευράς εφεσίβλητης 1 προδικαστική ένσταση, την οποίαν υιοθέτησε στη συνέχεια η εφεσίβλητη 2, σ' όσον αφορά το νομότυπο καταχώρησης της έφεσης. Συγκεκριμένα, μέσω του περιγράμματος αγόρευσης του δικηγόρου της προβάλλει την εισήγηση ότι ενώ η έφεση καταχωρήθηκε από την Ανδρομάχη Μηνά ως αντιπρόσωπος της περιουσίας του Ανδρέα Μηνά στερείτο στην πραγματικότητα της απαραίτητης αντιπροσωπευτικής ιδιότητας. Στήριξε την εισήγηση της στο περιεχόμενο του ίδιου του διατάγματος ημερ. 16/9/09 που εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης αρ. 159/09 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, Δικαιοδοσία Επικύρωσης Διαθηκών με το οποίο χορηγήθηκαν Περιορισμένα Έγγραφα Διαχείρισης στην Ανδρομάχη Μηνά με αποκλειστικό σκοπό τη συνέχιση της διαδικασίας στην εκκρεμούσα αγωγή. Πρόβαλε δε τη θέση ότι αφ' ης στιγμής ολοκληρώθηκε η διαδικασία της αγωγής έπαυσε να ισχύει η αντιπροσωπευτική της ιδιότητα.
Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε το ιστορικό της υπόθεσης για να διαφανούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εξασφαλίστηκε το διάταγμα. Η Αγωγή 8168/05, στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, καταχωρήθηκε στις 3/11/05 από την εφεσίβλητη 1 εναντίον του Ανδρέα Μηνά. Ο εναγόμενος ενώ είχεν ήδη καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης μέσω δικηγόρου και η δικογραφία είχε ολοκληρωθεί, απεβίωσε στις 11/12/07. Λόγω παράλειψης διορισμού διαχειριστή της περιουσίας του η εφεσίβλητη 1 Τράπεζα αναγκάστηκε να προβεί η ίδια στα σχετικά διαβήματα με την καταχώρηση της αίτησης αρ. 159/09 στις 11/3/09 για την παραχώρηση περιορισμένων εγγράφων διαχείρισης (Limited Grant) της περιουσίας του Ανδρέα Μηνά σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας του ή άλλο πρόσωπο προς το σκοπό συνέχισης της διαδικασίας στην Αγωγή που εκκρεμούσε. Η νομική βάση της αίτησης ήταν τα άρθρα 17, 19 και 58 του Κεφ. 189 και οι Κανονισμοί 9, 31 και 33(c) των περί Διαχειρίσεων Περιουσιών Κανονισμών του 1955.
Στις 16/9/09 το Δικαστήριο στα πλαίσια της πιο πάνω αίτησης χορήγησε περιορισμένο παραχωρητήριο της περιουσίας του εναγόμενου Ανδρέα Μηνά στη χήρα του Ανδρομάχη Μηνά για συνέχιση της διαδικασίας της αγωγής. Για σκοπούς ολοκληρωμένης εικόνας παραθέτουμε αυτούσια την παράγραφο Α της αίτησης, στη βάση της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, το οποίο επίσης παραθέτουμε στη συνέχεια:
«Α. Υποβάλλεται αίτηση στο Δικαστήριο για την παραχώρηση Περιορισμένων Εγγράφων Διαχείρισης (Limited Grant) της περιουσίας του Ανδρέα Μηνά με αριθμό ταυτότητας 129261, τέως από τη Λευκωσία οποιονδήποτε από τους νόμιμους κληρονόμους του αποβιώσαντα ήτοι την Ανδρομάχη Μηνά, ή το Μιχάλη Μηνά ή την Μήνις Μηνά, ή την Μαρία Μηνά ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο προς το σκοπό συνέχισης της διαδικασίας στην αγωγή με αριθμό 8168/15 η οποία καταχωρήθηκε εναντίον του πιο πάνω αποβιώσαντος την 3/11/05.»
«ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟ ΠΑΡΑΧΩΡΗΤΗΡΙΟ
ΕΝ ΤΩ ΕΠΑΡΧΙΑΚΩ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΠΙΚΥΡΩΣΕΩΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
Αρ. Αιτήσεως 159/2009
Επί τοις αφορώσι τον Ανδρέα Μηνά, τέως από τη Λευκωσία
Αποβιώσαντα
Αίτηση από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ από τη Λευκωσία
Ας γίνει γνωστό ότι την 16η ημέρα του μηνός Σεπτεμβρίου 2009 Περιορισμένο Παραχωρητήριο αναφορικά με την περιουσία του Ανδρέα Μηνά τέως από τη Λευκωσία, αποβιώσαντος, ο οποίος απεβίωσε την 11η ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου 2007 στη Λευκωσία, εξ αδιαθέτου κληρονομούμενος και ο οποίος κατά το χρόνο του θανάτου είχε το μόνιμο τόπο διαμονής του στη Λευκωσία, εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου, εχορηγήθη υπό του Δικαστηρίου εις την Ανδρομάχη Μηνά, σύζυγος του αποβιώσαντα από τη Λευκωσία.
(Υπ.) Ι. Ιωαννίδης, Α.Ε.Δ.
Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής»
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας στην αγόρευση του προς απάντηση στην προδικαστική ένσταση της εφεσίβλητης 1, εξετάζει το ζήτημα ως να είναι μόνο θέμα τροποποίησης του τίτλου και, εν πάση περιπτώσει εξέφρασε αντίθετη άποψη προβάλλοντας τη θέση ότι σύμφωνα με τη Δ.12 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών το περιορισμένο παραχωρητήριο στην παρούσα περίπτωση καλύπτει και το στάδιο έφεσης και όχι μόνο της πρωτόδικης διαδικασίας.
Η εξουσία για τη χορήγηση από το Δικαστήριο περιορισμένου παραχωρητηρίου εγγράφων διαχείρισης παρέχεται από το άρθρο 19 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ. 189. Παραθέτουμε αυτούσιο το άρθρο.
«Παραχωρητήρια με περιορισμούς
19. Παραχωρητήρια δυνατό να περιέχουν χρονικούς περιορισμούς σχετικά με περιουσία, ή να αφορούν ειδικό σκοπό, και τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού και των Κανονισμών, το Δικαστήριο ή οι πρωτοκολλητές, κατά την έκδοση των εν λόγω παραχωρητηρίων, ακολουθούν την πρακτική επικύρωσης διαθηκών που επικρατεί εκάστοτε στην Αγγλία.»
Το άρθρο 58 του ίδιου Νόμου προβλέπει ότι για οποιονδήποτε θέμα πρακτικής ή διαδικασίας για το οποίο δεν υπάρχει πρόνοια στο δικό μας Νόμο ή τους Κανονισμούς εφαρμόζεται η εκάστοτε πρακτική και διαδικασία της Αγγλίας. Η εξουσία χορήγησης περιορισμένου παραχωρητηρίου προβλέπεται και στην Αγγλική Νομοθεσία. Ειδικά για τη χορήγηση περιορισμένου παραχωρητηρίου για συνέχιση δικαστικής διαδικασίας στο σύγγραμμα Tristram and Coote's Probate Practice, 30η έκδοση, στις σελ. 520 και 521 κάτω από το Κεφάλαιο ΜISCELLANEOUS Grant limited to aclaim αναφέρονται τα εξής:
«............................
11.358
Where it is necessary for the personal representative of a deceased person to be made a party to legal proceedings (e.g. an claim by or against the estate of the deceased), but the executors or other persons entitled to obtain a grant will not constitute themselves as personal representatives, application may be made for a grant of administration to a nominee, limited to bringing, defending or being a party to the claim or proceedings in question. The grant will in no case be a general grant. The claim or proceedings must be identified in the oath so far as possible and will be specified in the grant.
.................................
11.359
For example, where a deceased person against whom a cause of action survives under s 1 of the Law Reform (Miscellaneous Provisions) Act 1934, dies insolvent and no grant has been taken in his estate, application may be made for a grant to be made to a nominee of the claimant, or such other person as may be considered expedient, limited to defending the specified claim.
.................................
11.361
Αpplication for a grant limited to a claim should be made without notice to the district judge or registrar under the provisions of s 116 of the Supreme Court Act (1981) paras. 25.94 ff. The grant should be for a "nil": estate (see paras 4.216 and 4.217)."
Ενόψει των πιο πάνω είναι φανερό ότι η εξουσία του διαχειριστή με περιορισμένο παραχωρητήριο, ο διορισμός του οποίου προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 19, περιορίζεται στο συγκεκριμένο σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκαν τα έγγραφα διαχείρισης. Από την αίτηση αρ. 159/09 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Δικαιοδοσία Επικύρωσης Διαθηκών και την ένορκη δήλωση της Τούλιας Θεμιστοκλέους που τη συνόδευε, ο σκοπός για τον οποίο ζητείτο ο διορισμός διαχειριστή ήταν για να συνεχίσει η διαδικασία στην αγωγή που καταχώρησε η εφεσίβλητη 1 εναντίον του Ανδρέα Μηνά, ο οποίος απεβίωσε προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία της αγωγής. Ο λόγος δε που προέβη η πλευρά της εφεσίβλητης στα διαβήματα αυτά ήταν γιατί από τις 11/12/07 που απεβίωσε ο εναγόμενος και μέχρι τις 11/3/09 που καταχωρήθηκε η αίτηση αρ. 159/09 δεν είχε διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του και κανένας δεν επέδειξε ενδιαφέρον για διορισμό.
Δεν εντοπίζεται οποιοδήποτε στοιχείο κατά τη διαδικασία της Αίτησης αρ. 159/09 που να κατατείνει στο ότι η αντιπροσωπευτική αυτή ιδιότητα της Ανδρομάχης Μηνά επεκτείνετο και στην καταχώρηση έφεσης, ανάλογα με την επιθυμία της περιουσίας του αποβιώσαντα. Αντίθετα οι πρόνοιες του διατάγματος είναι σαφείς ότι το περιορισμένο παραχωρητήριο της περιουσίας αφορούσε στην αίτηση της εφεσίβλητης 1 με αρ. 159/09.
Ο διαχειριστής της περιουσίας με περιορισμένο παραχωρητήριο δεν εξομοιώνεται με ένα συνηθισμένο διαχειριστή της περιουσίας αποβιώσαντα ώστε να υπέχει ευθύνη για τον τρόπο διαχείρισης της περιουσίας. Σχετική με το θέμα είναι η υπόθεση Pratt v. London Passenger Transport Board (1937) 1 All ER. 473, 474, όπου αναφέρθηκε ότι ο διαχειριστής που διορίζεται με περιορισμένο παραχωρητήριο (ad litem) ενόψει του ότι δεν υπέχει τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα ενός συνήθη διαχειριστή περιουσίας αποβιώσαντα, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ως προς τα έξοδα που θα προκύψουν. Δεν μπορεί επίσης να κριθεί υπεύθυνος επίδειξης αμέλειας. Απλά, όπως αναφέρεται στην απόφαση, θα αντικαταστήσει τον αποβιώσαντα και θα προχωρήσει δικαστικά εναντίον της Ασφαλιστικής εταιρείας, που αφορούσε η περίπτωση.
Ενδεικτικό επίσης της διαφορετικής αντιμετώπισης που τυγχάνει ένας διαχειριστής ad litem που σκοπό έχει την αντιπροσώπευση αποβιώσαντα σε εκκρεμούσα αγωγή με ένα συνήθη διαχειριστή, είναι ότι ως εκ της ιδιάζουσας θέσης του δεν απαιτείται η οποιαδήποτε δέσμευση η παροχή εγγύησης σε σχέση με τη διαχείριση της περιουσίας, εφόσον το παραχωρητήριο χορηγείται για μηδέν περιουσία (βλ. σύγγραμμα Tristram (ανωτέρω). Ο διορισμός του διαχειριστή σε τέτοια περίπτωση αφορά μόνο στην εκπροσώπιση της περιουσίας ως απλά διαδίκου.
Σχετική με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι και η υπόθεση In the Goods of Knight (1939) 3 All E.R. 928, στην οποία είχε διοριστεί διαχειριστής για το περιορισμένο σκοπό να υπερασπίσει την περιουσία αποβιώσαντα σε αγωγή που θα καταχωρούσαν εναντίον του τρίτα πρόσωπα. Αποφασίστηκε ότι το παραχωρητήριο στην περίπτωση αυτή περιορίζετο στην υπεράσπιση στην προτιθέμενη να καταχωρηθεί αγωγή και ότι ο διορισμός παύει να ισχύει με την ολοκλήρωση της αγωγής.
Στο σύγγραμμα Williams, Mortimer and Sunnucks, Executors, Administrator and Probate, 20η έκδοση, παραγρ. 24-01 και 26-13 γίνεται επίσης αναφορά για τη δυνατότητα έκδοσης περιορισμένου παραχωρητηρίου για ειδικούς σκοπούς, όπως για να καταστήσει ένα πρόσωπο ως διάδικο σε μια αγωγή, ιδιαίτερα εναγόμενο, και να διορίσει διαχειριστή ad litem δηλαδή να αντιπροσωπεύει τον αποβιώσαντα μόνο σε σχέση με την αγωγή (βλ. Re Simpson, Re Ganning (1936) P.40.) Περιορισμένα παραχωρητήρια μπορούν επίσης να χορηγηθούν και στους ίδιους τους πιστωτές της περιουσίας ενός αποβιώσαντα (βλ. Re Atherton (1892) p. 104).
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας στην αγόρευση του προς υποστήριξη της εισήγησης του ότι το περιορισμένο παραχωρητήριο ισχύει μέχρι και την έφεση αναφέρθηκε σε νομολογία, δίνοντας έμφαση στην υπόθεση Ιn Re Barnett, 101 Ν.5, Εq. 222 (Ν.5 1927).
Με όλο το σεβασμό προς το δικηγόρο της εφεσείουσας η προσέγγιση του ως προς τη σχετικότητα της πιο πάνω υπόθεσης με την παρούσα δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η υπόθεση Barnett αφορούσε σε διορισμό διαχειριστή περιουσίας pendente lite, όπου η υποχρέωση του συνίσταται στη διατήρηση της περιουσίας κατά τη διαδικασία της αγωγής, υποχρέωση που επεκτείνεται και κατά τη διαδικασία της έφεσης ακριβώς διότι αφορά το θέμα στην ίδια την περιουσία τελεσίδικα και όχι σε διαχειριστή ad litem που είναι η παρούσα περίπτωση.
Είναι φανερό ότι η πλευρά της εφεσείουσας λανθασμένα θεωρεί ότι η χορήγηση περιορισμένου παραχωρητηρίου στην εφεσείουσα εξασφαλίστηκε στη βάση του άρθρου 20 του Κεφ. 189, που αναφέρεται σε παραχωρητήριο pendent lite, που προβλέπει τα εξής:
«Διαχείριση όταν υπάρχει εκκρεμοδικία (pendente lite)
20.-(1) Όταν εκκρεμεί οποιοδήποτε δικαστικό μέτρο που αφορά το κύρος της διαθήκης αποθανόντος προσώπου ή που αφορά την εξασφάλιση, ακύρωση ή ανάκληση παραχωρητηρίου, το Δικαστήριο δύναται να χορηγεί διαχείριση της κληρονομιάς του αποθανόντος σε διαχειριστή, ο οποίος θα έχει όλα τα δικαιώματα και τις εξουσίες γενικού διαχειριστή, εκτός από το δικαίωμα διανομής του εναπομείνοντος μέρους της κληρονομιάς (residue of the estate), και ο εν λόγω διαχειριστής υπόκειται στον άμεσο έλεγχο του Δικαστηρίου και ενεργεί υπό τις οδηγίες του.
(2) Το Δικαστήριο δύναται να εκχωρεί, από την κληρονομιά του αποθανόντος, στο διαχειριστή που διορίζεται δυνάμει του άρθρου αυτού τέτοια εύλογη αμοιβή ως το Δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο.»
Από τις πρόνοιες των δυο άρθρων 19 και 20 και τη νομολογία καθίσταται σαφές ότι η διαδικασία που προνοείται από το άρθρο 20 είναι εντελώς διαφορετική απ' εκείνη του άρθρου 19. Στην περίπτωση του άρθρου 20 το παραχωρητήριο χορηγείται στα πλαίσια κληρονομικής αγωγής (probate action) όπου ο διαχειριστής έχει όλες τις εξουσίες γενικού διαχειριστή και υπόκειται περαιτέρω στον έλεγχο του Δικαστηρίου ενεργώντας κάτω από τις οδηγίες του.
Στην υπόθεση Nada Terzian κ.α. ν. Haig Terxian κ.α. (2003) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1252, απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο ο διορισμός διαχειριστή εν εκκρεμοδικία, σύμφωνα με το άρθρο 20. Αποφασίστηκε ότι θα πρέπει για έκδοση παραχωρητηρίου pendente lite να εκκρεμεί δικαστικό μέτρο που αφορά στο κύρος της διαθήκης ή στην εξασφάλιση, ακύρωση ή ανάκληση παραχωρητηρίου και η αίτηση να γίνει δια κλήσεως σε αγωγή που καταχωρήθηκε προηγουμένως.
Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Tristram (ανωτέρω) στη σελ. 519, το παραχωρητήριο που χορηγείται pendente lite αρχίζει με την έκδοση του διατάγματος και τερματίζεται με την πλήρη αποπεράτωση της κληρονομικής αξίωσης.
Σίγουρα πρόκειται για δυο ξεχωριστές έννοιες (δέστε τους ορισμούς «ad litem" και "pendente lite" στο Oxford Dictionary of Law, 5η έκδοση, σελ. 11 και 361), και διαδικασίες που αφορούν μεν στο διορισμό διαχειριστή περιουσίας αποθανόντα, αλλά στη βάση διαφορετικών δεδομένων και με διαφορετικές εξουσίες ο κάθε διαχειριστής. Στην παρούσα περίπτωση η εξασφάλιση του περιορισμένου παραχωρητηρίου έγινε στη βάση αίτησης που είχε ως νομικό υπόβαθρο το άρθρο 19 του Κεφ. 189 και ο σκοπός για τον οποίο χορηγήθηκε ήταν σαφής, δηλαδή η συνέχιση της διαδικασίας της εκκρεμούσας αγωγής. Το επίδικο θέμα της αγωγής αφορούσε σε αξιώσεις που πηγάζουν από χρεωστικό υπόλοιπο δυνάμει συμφωνιών μεταξύ των διαδίκων και σίγουρα όχι σε κληρονομικές αξιώσεις.
Στη βάση των πιο πάνω κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της εκκρεμούσας αγωγής με την έκδοση τελικής απόφασης, το περιορισμένο παραχωρητήριο έπαυσε να ισχύει από τις 25/8/11, ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.
Συνεπώς η Ανδρομάχη Μηνά, εφεσείουσα, στις 6/10/11, ημερομηνία καταχώρησης της έφεσης, δε νομιμοποιείτο στην καταχώρηση της. Ο διαχειριστής αποκτά την ιδιότητα του με το διορισμό του. Νομικό διάβημα που εγείρεται από ένα πρόσωπο υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα ενώ στερείτο της ιδιότητας αυτής κατά την έγερση του, καθιστά το διάβημα άκυρο (βλ. Κυριάκου κ.α. ν. Φραντζίδη (1999) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 2035 και αγγλικές υποθέσεις Ingall v. Moran (1944) KB160 και Hilton v. Sutton Steam Laundry (1946) KB 65). Η έλλειψη νομιμοποίησης της Ανδρομάχης Μηνά, εφεσείουσας, στην εκπροσώπηση της περιουσίας του αποβιώσαντα συζύγου της κατά την καταχώρηση της έφεσης, καθιστά την έφεση άκυρη και συνακόλουθα υποκείμενη σε απόρριψη.
Έχουμε εξετάσει επίσης κατά πόσο η αντιπροσωπευτική ιδιότητα της Ανδρομάχης Μηνά παρατείνεται μέχρι την έφεση, στη βάση της Δ.12 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, σύμφωνα με εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας. Ούτε η εισήγηση του αυτή μας βρίσκει σύμφωνους.
Εκείνο που προνοεί η Δ.12 είναι ότι οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή ζήτημα δεν εγκαταλείπεται λόγω θανάτου οποιουδήποτε των διαδίκων αν το δικαίωμα επιζεί ή συνεχίζει και καθορίζει τον τρόπο συνέχισης της διαδικασίας μέσω του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου. Αυτό ακριβώς λέχθηκε και στην Ιωάννη Σπανού άλλως Καφφά ν. Σάββα Καφφά (1999) 2 Α.Α.Δ. 144, όπου η έφεση διασώθηκε λόγω της ενεργοποίησης της Δ.12 θ. 1, η οποία ρητά προνοεί για διαδικασία "pendente lite". Στην παρούσα περίπτωση ενώ το "cause of action" για την εφεσίβλητη Τράπεζα συνέχιζε, εφόσον δεν ήταν ζήτημα προσωπικού θεσμού ώστε με το θάνατο να έπαυε να υφίστατο (δέστε Annual Practice του 1970 σελ. 174-175) αλλά αφορούσε σε συμφωνία, η ίδια η Ανδρομάχη Μηνά κατά την καταχώρηση της έφεσης στερείτο της αντιπροσωπευτικής ιδιότητας της περιουσίας του συζύγου της.
Η πιο πάνω κατάληξη μας επί της προδικαστικής ένστασης σφραγίζει και την τύχη της έφεσης χωρίς να παρίσταται ανάγκη να υπεισέλθουμε στην εξέταση της ουσίας της.
Η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΑς