ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D229
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 68/2017
21 Iουνίου, 2017
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ τους περί Φυλακών Νόμο και περί Φυλακών Κανονισμούς 1996 και συγκεκριμένα στα άρθρα 14Α (1)-(6), 14Γ, 14Δ, 14Η, Κανονισμούς ΚΕΦ. 10 Καν. 121(1), (2), (7) και ΚΕΦ. 13, Καν. 12 (1), (2), 12Β, (14) (1),(2), Δ.166(9) ΚΑΙ με τα Αρ. 6, 9, 10 και 11 της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων No. 112, 1983 ΚΑΙ με τις Παραγράφους 43-50 Επεξηγηματικών Σημειώσεων της Σύμβασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, άρθρο 5(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ΚΑΙ την γενική πρακτική των Ηνωμένων Εθνών και των Συμβαλλόμενων χωρών και Κύπρος ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ 1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008, ΚΕΦ. 105, ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 343/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, ΤΩΝ ΝΟΜΟ 3 ΤΟΥ 153(1) ΤΟΥ 2011 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
.......
Χρ. Μάγος, για τον ενάγοντα
Μ. Παπαλοϊζου (κα), για τη Δημοκρατία
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Στις 7.4.17 ο αιτητής ευεργετήθηκε δυνάμει του άρθρου 53.4 του Συντάγματος με αναστολή των ποινών φυλακίσεως που του επεβλήθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε πέντε (5) υποθέσεις έκδοσης ακάλυπτων επιταγών, πλην όμως η Διεύθυνση των Κεντρικών Φυλακών δεν προχώρησε στην αποφυλάκιση του εφόσον, αυθημερόν, εκτέλεσε ένα (1) από άλλα εντάλματα που εκκρεμούσαν εναντίον του - του υπ΄ αρ. 16498/16 που αφορούσε την αίτηση διατροφής 194/13 - με αποτέλεσμα ο αιτητής να εξακολουθεί να κρατείται στις Κεντρικές Φυλακές.
Είναι θέση του αιτητή ότι η συνέχιση της κράτησης του είναι παράνομη καθότι δεν υπάρχει προς τούτο απόφαση Δικαστηρίου που να την νομιμοποιεί και στη βάση αυτή καταχώρισε, στις 19.5.17, την υπό κρίση αίτηση με την οποία αποβλέπει σε έκδοση εντάλματος Habeas Corpus ώστε να αφεθεί αμέσως ελεύθερος.
Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση με την οποία ο αιτητής παραθέτει λεπτομερώς το ιστορικό της κράτησης του στις Κεντρικές Φυλακές, προβάλλοντας ότι εξέτισε τις όποιες ποινές του είχαν επιβληθεί από Δικαστήρια και επομένως η συνέχιση του περιορισμού του είναι παράνομος ως «. μη εξουσιοδοτημένη από το νόμο και την δικαστική απόφαση.»
Αντίθετη βεβαίως είναι η θέση της Διεύθυνσης των Κεντρικών Φυλακών η οποία, κατ΄ επίκληση των προνοιών του άρθρου 117(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου και του άρθρου 13(2) του περί Φυλακών Νόμου του 1996 (Ν.62(1)/1996), αντιτείνει ότι η συνέχιση της κράτησης του αιτητή είναι καθόλα νόμιμη αφού βασίζεται στο ένταλμα φυλάκισης 16498/16 που εκδόθηκε στο πλαίσιο της αίτησης διατροφής υπ΄ αρ. 194/13 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Σημειώνεται επί του προκειμένου ότι το υπό αναφορά ένταλμα εκδόθηκε τέσσερις (4) μήνες μετά την εκτέλεση των ενταλμάτων για τα οποία χορηγήθηκε στον αιτητή το ευεργέτημα της αναστολής των ποινών - στις 30.9.16 - και με αυτό διατασσόταν η φυλάκιση του «. για περίοδο ενός έτους εκτός εάν το ποσό των €22.005 πληρωθεί» χωρίς να προσδιορίζεται ο χρόνος έναρξης της ποινής και χωρίς αυτή να συνδέεται με οποιαδήποτε άλλη ποινή.
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα πιο πάνω, η θέση του αιτητή πως δεν υπάρχει δικαστική απόφαση που να νομιμοποιεί την κράτηση του δεν ευσταθεί εφόσον το επίδικο ένταλμα εκδόθηκε κατ΄ ακολουθία διατάγματος αρμοδίου Δικαστηρίου - του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας - λόγω μη συμμόρφωσης του σε διάταγμα διατροφής. Κατά συνέπεια το μόνο ερώτημα που εγείρεται υπό τα περιστατικά της υπόθεσης είναι κατά πόσο η απόφαση της Διεύθυνσης των Κεντρικών Φυλακών να μην προχωρήσει σε αποφυλάκιση του ως αποτέλεσμα της αναστολής των ποινών ήταν σύννομη προς τις πρόνοιες των άρθρων 117(2)[1] και 13(2)[2] των περί Ποινικής Δικονομίας και Φυλακών Νόμων (αντιστοίχως). Η απάντηση κατά την άποψή μου είναι θετική. Η ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε στα πλαίσια της αίτησης διατροφής 194/03 ήταν κατά τέσσερις (4) μήνες μεταγενέστερη των ποινών φυλάκισης που του επιβλήθηκαν για το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτων επιταγών και σύμφωνα με τις πρόνοιες των προαναφερθέντων άρθρων, στην απουσία διαφορετικής διαταγής του Δικαστηρίου, αυτή «. αρχίζει να εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης ποινής», που στην παρούσα περίπτωση ήταν οι ποινές για τις οποίες έτυχε του ευεργετήματος της αναστολής.
Για όλα τα πιο πάνω το παράπονο του αιτητή ότι η (συνέχιση) της κράτησης του είναι παράνομη ή μη δικαιολογημένη δεν ευσταθεί και η αίτηση του για έκδοση Habeas Corpus απορρίπτεται χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ
[1] 117.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού η έκτιση ποινής φυλάκισης αρχίζει από την ημέρα κατά την οποία αυτή διαβάζεται, η περίοδος όμως αυτή, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει άλλως, μειώνεται κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτός που καταδικάστηκε τελούσε δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού σε προφυλάκιση.
(2) Ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε σε πρόσωπο που ήδη καταδικάστηκε σε φυλάκιση, αρχίζει να εκτίεται μετά τη λήξη της προηγούμενης ποινής, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.
[2] 13.—(1) Πρόσωπο που φυλακίζεται για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού θεωρείται κρατούμενος ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης.
(2) Όταν ποινή φυλάκισης για αδίκημα ακολουθείται αμέσως από ποινή φυλάκισης για άλλο αδίκημα ή για τη μη πληρωμή χρηματικού ποσού και η ποινή αυτή δε συντρέχει με οποιαδήποτε άλλη ποινή φυλάκισης, η επόμενη ποινή φυλάκισης αρχίζει από τη λήξη της προηγούμενης ποινής φυλάκισης.