ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χρ. Θεοδώρου για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Εφεσείοντα. Α. Μάγος, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-04-12 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΕΣΤΟΣ ν. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 326/2011, 12/4/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:A140

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 326/2011)

 

12 Απριλίου 2017

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΡΟΕΣΤΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΠΑΡΑΧΩΡΗΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΤΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗ ΥΠΟ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ

 ΑΙΤΗΣΗ 115/2007 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΚΟΠΟ

ΕΓΕΡΣΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ ΤΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΑ ΧΩΡΙΟ, ΓΙΑ ΤΟ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ ΠΟΥ ΕΠΕΣΥΝΕΒΗ ΣΤΙΣ 24/03/2006 ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΑΡ. ΕΓΓΡΑΦΗΣ AAD 464 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΟΔΗΓΕΙΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΠΕΤΡΟ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΧΗΜΑΤΟΣ EMK 792 ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΕΦΑΝΟ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

Εφεσείων-Εναγόμενου στις Συνεκδ. Αγ. Αρ. 3256/07 & 3257/07

-         ΚΑΙ  -

 

1.   ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

Εφεσίβλητου-Ενάγοντα στην Αγωγή Αρ. 3256/07

2.   ΘΕΟΔΟΥΛΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ,

Εφεσίβλητης-Ενάγουσας στην Αγωγή Αρ. 3257/07

--------------------------------------------------

Χρ. Θεοδώρου για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Εφεσείοντα.

Α. Μάγος, για τους Εφεσίβλητους.

------------------------------------------------------

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:  Η ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Τροχαίο ατύχημα που συνέβη στις 24.3.2006, έδωσε το έναυσμα για την έγερση πρωτοδίκως δύο διαφορετικών αγωγών των υπ΄ αρ. 3256/07 και 3257/07.  Ο ενάγων εφεσίβλητος οδηγούσε νομίμως και κανονικά το όχημα του με συνεπιβάτιδα τη σύζυγο του ενάγουσα και εφεσίβλητη στην παρούσα έφεση, όταν ο Πέτρος Καλογήρου παραλείποντας να σταματήσει σε άλτ διασταύρωσης συγκρούστηκε με το όχημα που οδηγούσε ο εφεσίβλητος με αποτέλεσμα το ζεύγος να υποστεί σωματικές βλάβες και άλλες ζημιές. 

 

Για τον Πέτρο Καλογήρου, ο οποίος απεβίωσε στις 5.4.2006, μετά από αίτηση από τον εφεσίβλητο, παραχωρήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας περιορισμένο παραχωρητήριο με σκοπό την έγερση αγωγής εναντίον της περιουσίας του αποβιώσαντος.  Παρά την καταχωρηθείσα υπεράσπιση στις 10.5.2011, κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στις συνεκδικαζόμενες πλέον ως άνω αγωγές, έγινε παραδεκτό από πλευράς του συνηγόρου του ότι την ευθύνη για το δυστύχημα είχε αποκλειστικά ο αποβιώσας.  Έγινε επίσης παραδεκτό ότι ο εφεσίβλητος   δικαιούτο   σε   ειδικές  αποζημιώσεις στην αγωγή       αρ. 3256/07 στο ποσό των €4.200, ενώ στην αγωγή αρ. 3257/07, η εφεσίβλητη δικαιούτο στο ποσό των €920 ως ειδικές ζημιές.  Στη βάση αυτών των παραδεκτών πλέον γεγονότων παρέμεινε να εκδικαστεί η απαίτηση του εφεσίβλητου για απώλεια εισοδημάτων και για γενικές αποζημιώσεις, καθώς και για απώλεια ημερομισθίων.  Όσον αφορά την εφεσίβλητη, παρέμεινε να εκδικαστούν οι γενικές αποζημιώσεις και η απαίτηση για έξοδα οικιακής βοηθού.  Κατατέθηκαν από κοινού διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά που ανταλλάγησαν μεταξύ των διαδίκων και τα οποία προέρχονταν από τον Δρ. Γιώργο Βασιλείου του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, τον Δρ. Σίμο Νησιώτη, ιδιώτη ιατρό, τον Δρ. Χρυσόστομο Κόκκινο επίσης του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας και τον Δρ. Γιώργο Σιάμισιη, ιδιώτη ιατρό.

 

Το Δικαστήριο αφού άκουσε τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και της εφεσίβλητης, προχώρησε να καταγράψει τους τραυματισμούς που έφερε έκαστος, καθώς και τις απολαβές του εφεσίβλητου για να καταλήξει στο τέλος μετά από παράθεση νομολογίας ότι το ποσό των €30.000 δικαιολογείτο να αποδοθεί στον εφεσίβλητο ως γενικές αποζημιώσεις, ενώ το ποσό των €14.000 δικαιολογείτο στην περίπτωση της εφεσίβλητης.  Απέδωσε επίσης €5.470 ως απώλεια απολαβών για τον εφεσίβλητο για την περίοδο 29.3.2006 μέχρι 31.7.2006.  Δεν απέδωσε οποιοδήποτε ποσό για την πληρωμή οικιακής βοηθού που το ζεύγος είχε χρησιμοποιήσει λόγω του τραυματισμού του υπό το φως ότι δεν  υπήρχε σαφής μαρτυρία ότι πράγματι πληρώθηκε κάποιο ποσό για την περίοδο των έξι μηνών για την οποία έγινε, κατ΄ ισχυρισμόν, η χρήση της οικιακής βοηθού.  Εν τέλει το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου στο συνολικό ποσό των €39.670, πλέον νόμιμο τόκο επί του ποσού των €30.000 και νόμιμο τόκο από τις 24.3.2006 δυνάμει του άρθρου 58Α του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148 επί του ποσού των €9.676 και υπέρ της εφεσίβλητης για το συνολικό ποσό των €14.920 πλέον νόμιμο τόκο επί του ποσού των €14.000 και νόμιμο τόκο δυνάμει του άρθρου 58Α επί του ποσού των €920, πλέον έξοδα της αγωγής. 

 

Η παρούσα έφεση αφορά το κατ΄ ισχυρισμόν υπερβολικό ύψος των ποσών που απεδόθησαν πρωτοδίκως και ιδιαιτέρως όσον αφορά τις γενικές αποζημιώσεις.  Κατά τη θέση του εφεσείοντος, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο καθοδηγήθηκε από αποφάσεις στις οποίες  οι  τραυματισμοί  ήταν μεγαλύτεροι και σοβαρότεροι, ενώ παραγνώρισε ταυτόχρονα και το δεδομένο ότι ο εφεσίβλητος αρνήθηκε    να    ακολουθήσει  τις   συγκεκριμένες   οδηγίες   του    Δρ. Νησιώτη σε ό,τι αφορούσε την αποκατάσταση των τραυματισμών του.  Πρόσθετα, κακώς το πρωτόδικο Δικαστήριο συνυπολόγισε στο ποσό των γενικών αποζημιώσεων και την απώλεια μελλοντικών απολαβών χωρίς ικανοποιητική προς τούτο μαρτυρία.  Το ποσό των €30.000 που αποδόθηκε ως γενικές αποζημιώσεις δεν διευκρινίστηκε σε ποιο βαθμό και έκταση αφορούσε την απώλεια μελλοντικών απολαβών.  Οι λόγοι έφεσης καλύπτουν και τους δύο εφεσίβλητους καθότι και στην περίπτωση της συζύγου του εφεσίβλητου, αυτή λανθασμένα δεν ακολούθησε τις ιατρικές οδηγίες, ενώ το ποσό το οποίο απέδωσε ως γενικές αποζημιώσεις ήταν υπερβολικό έχοντας υπόψη ότι και οι τραυματισμοί του εφεσίβλητου συζύγου της δεν ήταν πολύ σοβαρότεροι. 

 

Η αντίθετη θέση των εφεσιβλήτων ήταν ότι οι τραυματισμοί του ζεύγους ήταν αρκετά σοβαρές, άφησαν μόνιμα κατάλοιπα και υπήρξε επαρκής πόνος και ταλαιπωρία για αρκετό διάστημα με το Δικαστήριο να αποδίδει εύλογες αποζημιώσεις στη βάση των στοιχείων που είχε ενώπιον του και με αναφορά σε σχετική νομολογία υπό το δεδομένο ότι οι αποζημιώσεις συνεχώς αυξάνονται σε μια προσπάθεια να αποδοθεί το ορθό χρηματικό τίμημα στον ανθρώπινο πόνο και ταλαιπωρία. 

 

Σύμφωνα με τα πρωτόδικα ευρήματα, ο εφεσίβλητος ήταν κατά το χρόνο του ατυχήματος 64 ετών και ράπτης στο επάγγελμα.  Υπέστη συντριπτικό ενδοαρθρικό κάταγμα κάτω πέρατος κερκίδας δεξιά στο οποίο έγινε ανάταξη με τοπική αναισθησία και τοποθέτηση νάρθηκα πηχεοκαρπικού.  Ο νάρθηκας αφαιρέθηκε στις 9.5.2006 με χορηγηθείσα άδεια ασθενείας μέχρι τον Αύγουστο του ιδίου έτους και με πρόγνωση του ορθοπεδικού χειρούργου ότι θα παρουσιαστεί μετά την πόρωση, μετατραυματική αρθρίτιδα.  Ο εφεσίβλητος μετέφερε στο Δικαστήριο ότι είχε άλγος μετά από φυσική κόπωση της άρθρωσης με πιθανή εμπλοκή του κατάγματος, την τενοντοελυρίτιδα.  Υπήρχε μόνιμη ζημιά διότι το εύρος της κίνησης έχει μειωθεί με αποτέλεσμα ο εφεσίβλητος να μην μπορούσε πλέον να εκτελεί την εργασία του ως ράπτης με επιτυχία.  Ο εφεσίβλητος υπεβλήθη σε φυσιοθεραπεία για τους τραυματισμούς του.  Υπέστη επίσης κάταγμα στέρνου για το οποίο τοποθετήθηκε κολάρο για μια εβδομάδα. 

 

Η εφεσίβλητη υπέστη κάταγμα κάτω επιφύσεως της αριστερής κερκίδας, θλάση του αυχένα και βαρεία θλάση του θώρακος με πιθανό κάταγμα στον Ο1 και Ο2 σπόνδυλο.  Είχε έντονο πόνο και αδυναμία εκπτύξεως του θώρακος, αιμάτωμα στις περιοχές των οπισθίων κάτω οδοντοτών μυών και μεγάλη ευαισθησία στην πίεση θωρακοοσφυακής μοίρας.  Τοποθετήθηκε νάρθηκας στον καρπό και ακολούθησε αντιφλεγμονώδη αγωγή.  Η ιατρική πρόγνωση ήταν ότι θα συνέχιζε να έχει συχνά προβλήματα στον αυχένα και το θώρακα, ιδιαίτερα κατά τους ψυχρούς μήνες και την αλλαγή του καιρού, με το πρόβλημα να μετριάζεται μόνο με φαρμακευτική αγωγή με αντιφλεγμονώδη μυοχαλαρωτικά και αναλγητικά φάρμακα. 

 

Όσον αφορά τις απολαβές του εφεσίβλητου η μαρτυρία του ήταν ότι ήταν γνωστός ράφτης στη Λευκωσία με ετήσιες απολαβές μέχρι και Λ.Κ.12.000.  Λόγω του δυστυχήματος απώλεσε πελατεία εξ αιτίας της αδυναμίας του να εκτελεί παραγγελίες, καθώς και παραγγελία για ετοιμασία 35 κοστουμιών, των οποίων όμως δεν ανέφερε την αξία.  Επίσης κατέθεσε ότι έραβε κοστούμια για διάφορους θεατρικούς οργανισμούς χωρίς να καθορίσει την αξία της εργασίας αυτής, ενώ δεν παρουσίασε και οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο προς τεκμηρίωση της θέσης του ότι είχε απώλεια Λ.Κ.1.000 μηνιαίως κατά την περίοδο που το ραφείο του παρέμενε κλειστό. 

 

Το Δικαστήριο καθοδηγήθηκε ως προς το ύψος των γενικών αποζημιώσεων από τις υποθέσεις Θεοδώρου ν. Βασιλείου (2007) 1 Α.Α.Δ. 1192, Νικηφόρου ν. Αντωνίου (2001) 1 Α.Α.Δ. 9037, Κωνσταντινίδης ν. Παπαμιλτιάδους (2007) 1 Α.Α.Δ. 733 και Perera v. Astra (2006) 1 Α.Α.Δ. 1074.

 

Εξετάζοντας τα εγερθέντα κατ΄ έφεση θέματα, να λεχθεί πρωτίστως ότι ο λόγος έφεσης 1 που αφορά τον εφεσίβλητο στην Πολιτική Έφεση αρ. 326/2011, περιέχει ως αιτιολογικό εναντίον του υψηλού ποσού αποζημιώσεων που δόθηκαν και τη θέση ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι ο εφεσίβλητος αρνήθηκε να ακολουθήσει τις οδηγίες του Δρ. Σίμου Νησιώτη, ο οποίος του συνέστησε στις 3.4.2006 την αφαίρεση του ΠΚ/Γύψινου νάρθηκα και την τοποθέτηση κανονικού γύψου, καθώς και τη σύσταση του στις 10.4.2006, να διορθωθεί το κάταγμα από τον εν λόγω ιατρό, που δεν ήταν αναταγμένο, ενώ καθυστέρησε και η έναρξη της φυσιοθεραπείας η οποία αντί από 2.6.2006, όπως του συνεστήθη, αυτή άρχισε από 20.7.2006, στο Γενικό Νοσοκομείο. 

 

Παρατηρείται, όμως, ότι τέτοια θέση δεν προωθήθηκε πρωτοδίκως, εξ ού και δεν έτυχε κάποιας αντιμετώπισης στην απόφαση, και δεν είναι δυνατόν να εγείρεται μόνο κατ΄ έφεση.  Ο εφεσείων, διά του συνηγόρου του, ουδόλως αντεξέτασε τον εφεσίβλητο επί τέτοιου θέματος, ενώ, αντίθετα, στη  βάση των παραδεκτών γεγονότων που έγιναν κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στις 16.6.2011, ο συνήγορος ρητά δήλωσε ότι αποδεχόταν την αλήθεια του περιεχομένου των κατατεθέντων ιατρικών πιστοποιητικών για τον εφεσίβλητο, Στέφανο Προδρόμου, ενώ δηλώθηκε περαιτέρω ότι δεν θα προέβαινε σε αντεξέταση επί της γραπτής δήλωσης του εφεσίβλητου.  Το μόνο ζήτημα επί του οποίου προωθήθηκε η αντεξέταση ήταν επί του ύψους του μηνιαίου εισοδήματος του, τις εργασίες του ραφείου και ότι ο εφεσίβλητος γενικώς υπερέβαλλε για τα επιτύχει αυξημένες αποζημιώσεις.  Παρεμβάλλεται ότι ενώ στη γραπτή δήλωση του εφεσίβλητου γινόταν αναφορά σε ιατρικό πιστοποιητικό που έλαβε από τον Δρ. Νησιώτη και το λογαριασμό του, ουδέν τέτοιο πιστοποιητικό φαίνεται να κατατέθηκε (σ΄ αντίθεση με πιστοποιητικό από τον εν λόγω ιατρό που  κατατέθηκε για την εφεσίβλητη-σύζυγο του και που παρουσιάστηκε και κατ΄ έφεση), ούτε και εντοπίζεται τέτοιο στον πρωτόδικο φάκελο.  Είναι επίσης οφειλόμενη η παρατήρηση ότι τα κατατεθέντα πιστοποιητικά δεν έτυχαν ορθής και ευδιάκριτης αρίθμησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ούτε έχουν αναγωγή σε κάθε μια από τις δηλώσεις των δύο εφεσιβλήτων που κατατέθηκαν στη δίκη.

 

Των ανωτέρω λεχθέντων, παραμένει προς εξέταση το ύψος των δοθέντων προς όφελος του εφεσίβλητου αποζημιώσεων.  Υπό το φως του δεδομένου ότι οι αποζημιώσεις δίδονται στη βάση της αποτίμησης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στο ύψος των οποίων δεν επεμβαίνει με ευκολία το Εφετείο, (Θεοδώρου ν. Βασιλείου - ανωτέρω -, Μερακλή ν. Ταλιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1148, κ.ά.), κρίνεται ότι όντως το ποσό των €30.000 ήταν υπερβολικό υπό τις περιστάσεις.  Το Εφετείο δύναται βεβαίως να διαφοροποιήσει το ύψος των αποζημιώσεων, προς τα άνω ή προς τα κάτω, αν διαπιστώνεται λανθασμένη αντίληψη του νόμου ή το ποσό κρίνεται είτε υπερβολικό, είτε ανεπαρκές υπό τις δοσμένες περιστάσεις, (Κυριάκου ν. Σβανά (2012) 1 Α.Α.Δ. 1810 και Χαραλάμπους ν. Χριστοφόρου (2012) 1 Α.Α.Δ. 2812).

 

Είναι γνωστή η τοποθέτηση της νομολογίας ότι προηγούμενες αποφάσεις επί του θέματος των αποζημιώσεων δεν αποτελούν κατ΄ ανάγκη δεσμευτικό προηγούμενο ενόψει της εγγενούς διαφοράς των διαφόρων υποθέσεων σε σχέση με τους τραυματισμούς, (Polycarpou v. Adamou (1988) 1 C.L.R. 727, G & L Calibers Ltd v. Λεμεσιανού (2003) 1 Α.Α.Δ. 948 και Ταμπούρας ν. Κολάνη (2008) 1 Α.Α.Δ. 384).  Παρά ταύτα, οι  υποθέσεις που χρησιμοποιήθησαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο όντως είχαν διαφορετικά δεδομένα και πολύ σοβαρότερους τραυματισμούς.  Η Θεοδώρου ν. Βασιλείου - πιο πάνω - αφορούσε τραυματισμούς άντρα ηλικίας 41 ετών με θλαστικά τραύματα τριχωτού της κεφαλής, συντριπτικό κάταγμα και εξάθρημα του ώμου και κάταγμα του πέρατος της δεξιάς κερκίδας. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για συρραφή των θλαστικών τραυμάτων, έγινε ανοικτή ανάταξη του εξαθρήματος και του κατάγματος του αριστερού ώμου και ακινητοποίηση σε γύψινο επίδεσμο του κατάγματος της δεξιάς πηχεοκαρπικής.  Ως μόνιμα κατάλοιπα ο τραυματισθέντας παρέμεινε με πολλαπλές ουλές από τα θλαστικά τραύματα και τη χειρουργική επέμβαση με απώλεια χρήσης του αριστερού άνω άκρου για ανύψωση αντικειμένων, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί να αποσυρθεί από την εργασία του σκυβαλοσυλλέκτη του Δήμου Λευκωσίας.  Δόθησαν Λ.Κ.30.000 που επικυρώθηκαν κατ΄ έφεση, με μείωση λόγω ποσοστού δικής του ευθύνης. 

 

 Στη Νικηφόρου ν. Αντωνίου - πιο πάνω - η τραυματισθείσα γυναίκα ηλικίας 53 ετών υπέστη κάταγμα του κάτω τριτημορίου της δεξιάς κερκίδας και ωλένης και καρπού, κάταγμα αριστερού καρπού, θλαστικό τραύμα δεξιού γόνατος, εγκεφαλική διάσειση, τραύματα και εκχυμώσεις γύρω από τους οφθαλμούς και μικρό κάταγμα στη μύτη.  Παρέμεινε με μόνιμη οδυνηρή δυσκινησία του δεξιού καρπού και αντιβραχίου, δύσμορφη ουλή στο δεξιό γόνατο μήκους 10 εκ. και άλλες μικρότερες ουλές.  Οι αποζημιώσεις των Λ.Κ.12.000 πρωτοδίκως αυξήθηκαν στις Λ.Κ.20.000 κατ΄ έφεση.  Η κατάσταση της τραυματισθείσας δεν είχε βελτιωθεί παρά την πάροδο πέντε ετών ως προέκυψε από την ιατρική εξέταση που έγινε. 

 

 Η Κωνσταντινίδης ν. Παπαμιλτιάδους - πιο πάνω - είναι πλησιέστερη προς τα δεδομένα της υπό κρίση έφεσης εφόσον εκεί η τραυματισθείσα ηλικίας 55 ετών υπέστη κάταγμα της πέμπτης πλευράς δεξιά, διάστρεμμα της αυχενικής μοίρας και εγκεφαλική διάσειση και έφερε αυχενικό κολάρο για τρεις συνεχείς μήνες.  Τα μόνιμα κατάλοιπα συναρτώντο με μικρή ευαισθησία στις αλλαγές του καιρού.  Επιδικάσθηκαν Λ.Κ.5.000, οι οποίες επικυρώθηκαν κατ΄ έφεση ως γενικές αποζημιώσεις.  Στην ίδια υπόθεση, άλλη τραυματισθείσα ηλικίας 53 ετών, υπέστη κάταγμα του κάτω άκρου της κερκίδας αριστερά, τραύματα στο δεξιό γόνατο και στο βλεννογόνο του κάτω χείλους και έφερε διάφορους μώλωπες.  Έγινε ακινητοποίηση του κατάγματος της αριστερής πηχεοκαρπικής σε γύψο για δύο μήνες και παρέμεινε εκτός εργασίας για τρεις μήνες, ενώ ακόμη και τέσσερα χρόνια μετά το ατύχημα παραπονείτο για αδυναμία και πόνο στο αριστερό άνω άκρο.  Τα κλινικά και ακτινολογικά ευρήματα δικαιολογούσαν τα παράπονα της για αδυναμία συσφίξεως αριστερά και περιορισμό της κινητικότητας της αριστερής πηχεοκαρπικής σε μόνιμο βαθμό, ενώ θα δημιουργείτο μετατραυματική αρθρίτιδα.  Επιδικάστηκαν Λ.Κ.15.000 που επικυρώθηκαν κατ΄ έφεση. 

 

  Έχει διαπιστωθεί από τη νομολογία ότι ενώ αναγνωρίζεται η αυξητική τάση στις αποζημιώσεις σε μια προσπάθεια ικανοποίησης σε χρήμα του ανθρωπίνου πόνου και της ταλαιπωρίας (A. Panayides Contracting Ltd v. Χαραλάμπους (2004) 1 Α.Α.Δ. 416), από την άλλη η αυξητική αυτή τάση δεν αποτελεί και οδικό χάρτη για παροχή αυξανόμενων ποσών σε κάθε περίπτωση, (Σπύρος Μελάς και Ελένη Λτδ ν Πολίτη (2003) 1 Α.Α.Δ. 590). 

 

  Οι τραυματισμοί του εφεσίβλητου έχουν ήδη καταγραφεί προηγουμένως και παρέμειναν ως μόνιμο κατάλοιπο ο περιορισμός του εύρους της κίνησης στο χέρι και η μετατραυματική οστεαρθρίτιδα. Σύμφωνα με τις ιατρικές γνωματεύσεις που κατατέθηκαν υπήρξε πλήρης πόρωση του κατάγματος της πηχεοκαρπικής με μειωμένο εύρος κίνησης της.  Παρουσίασε ήδη μετατραυματική οστεαρθρίτιδα, ενώ δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόγνωση για πόνο ή προβλήματα στο θώρακα ή στο στέρνο λόγω του εκεί κατάγματος.  Έχοντας υπόψη την ηλικία του εφεσίβλητου κατά το χρόνο του ατυχήματος, τους τραυματισμούς και τα μόνιμα κατάλοιπα του, το ποσό των €18.000 κρίνεται ως πλέον ικανοποιητικό, αντί του επιδικασθέντος ποσού από το πρωτόδικο Δικαστήριο. 

 Το πρωτόδικο Δικαστήριο πέραν των €4.200, που επιδίκασε ως παραδεκτές ειδικές αποζημιώσεις που αντιστοιχούσαν με τα ιατρικά έξοδα τόσο του ιδιώτη ιατρού Δρ. Σίμου Νησιώτη, όσο και του Νοσοκομείου, τα φάρμακα και την αξία του αυτοκινήτου το οποίο υπέστη πλήρη καταστροφή, επιδίκασε επίσης το ποσό των €5.470 για απώλεια απολαβών για την περίοδο 29.3.2006 μέχρι 31.7.2006 στη βάση του ποσού που ελάμβανε από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις για την περίοδο αυτή.  Επ΄ αυτού δεν υπάρχει σαφής λόγος έφεσης.  Τα όσα σχετικά καταγράφονται στο περίγραμμα αγόρευσης σελ. 8-9, έχουν αναφορά και αποτελούν επίκριση της πρωτόδικης κρίσης ως προς τον τρόπο που αντιμετώπισε το θέμα των γενικών αποζημιώσεων και ως τέτοια αντιμετωπίζονται και όχι ως προς το επιδικασθέν ποσό των €5.470.

 

 Παραπονείται, όμως, ο εφεσείων ότι το Δικαστήριο δεν ξεχώρισε στις γενικές αποζημιώσεις ποιό ποσό ήταν εκείνο που αντιστοιχούσε με απώλεια μελλοντικών απολαβών.  Το Δικαστήριο επί του θέματος της μελλοντικής απώλειας των εισοδημάτων του εφεσίβλητου θεωρώντας ότι δεν είχε ουσιαστικά δεδομένα για αριθμητικό προσδιορισμό ώστε να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου, συνέπτυξε την απώλεια των μελλοντικών απολαβών με τις γενικές αποζημιώσεις.  Πλην, όμως, έχει δίκαιο ο εφεσείων να παραπονείται εφόσον πράγματι οι γενικές αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία έχουν διαφορετικό σκοπό από τις γενικές αποζημιώσεις που αφορούν τη μελλοντική απώλεια απολαβών και είναι πάντοτε ορθό να διαχωρίζονται, έστω και αν στο τέλος αποτελούν μέρος της ευρύτερης κατηγορίας των γενικών αποζημιώσεων.

 

  Λανθασμένα ο συνήγορος των εφεσιβλήτων εισηγείται στο περίγραμμα του ότι οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν επιβάλλουν να ξεχωρίζουν τα δύο ποσά.  Πέραν της διαφοράς μεταξύ των δύο ποσών αποζημιώσεων ως προς τη φύση τους, είναι και πάλι δεδομένη η νομολογία ότι η απώλεια εισοδημάτων διεκδικείται και επιδικάζεται υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων από την ημέρα του συμβάντος μέχρι την ημερομηνία της ακρόασης, ενώ ως προς το μελλοντικό χρόνο επιδικάζονται υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων, (Fysko Contracting Co. Ltd v. Γεωργίου - ανωτέρω -, Γενικός Εισαγγελέας ν. Στυλιανού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718, Polycarpou v. Adamou - ανωτέρω - και άλλες).  Όπου δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα ώστε να υπολογιστεί με κάποια ακρίβεια το ποσό των μελλοντικών αποζημιώσεων, είναι δυνατή η επιδίκαση ενός κατ΄ αποκοπή ποσού (Θεοφάνους ν. Κουρουκλά (2006) 1 Α.Α.Δ. 528), διότι δεν πρέπει ο παθών να αποστερείται από εύλογες αποζημιώσεις, (Πασάντας ν. Μόρου (2008) 1 Α.Α.Δ. 690).

 

  Πράγματι, δεν υπήρξαν επακριβή δεδομένα προς υποβοήθηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στον καθορισμό του ποσού της απώλειας των μελλοντικών απολαβών.  Ο ίδιος ο εφεσίβλητος στη δήλωση του ανέφερε ότι είχε καθαρό μηνιαίο εισόδημα της τάξης των €1.700 και η εργασία του επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό.  Η μαρτυρία του όμως παρέμεινε ατεκμηρίωτη, σύμφωνα με το Δικαστήριο, και επ΄ αυτού δεν υπάρχει αντέφεση.  Έχοντας υπόψη την ηλικία του εφεσίβλητου, το δεδομένο ότι, σύμφωνα με τη δική του θέση, η εργασία του επηρεάστηκε, αλλά δεν σταμάτησε διότι δύναται να εργάζεται, αλλά με σχετική ξεκούραση, και ότι για τον υπολογισμό των απωλειών για την περίοδο των μηνών που το ραφείο του παρέμεινε κλειστό χρησιμοποιήθηκε από το Δικαστήριο ο συντελεστής του ποσού των €1.094 μηνιαίως στη βάση του ποσού που λάμβανε από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, κρίνεται ότι ένα κατ΄ αποκοπήν ποσό των €5.000 για μελλοντικές απώλειες είναι ικανοποιητικό.

 

 Όσον αφορά την εφεσίβλητη, το ουσιώδες παράπονο του εφεσείοντος είναι ότι παραγνωρίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο η θέση που υποβλήθηκε στην αντεξέταση της ότι δεν ακολούθησε τις συμβουλές του Δρα Νησιώτη με αποτέλεσμα να επεκταθεί η περίοδος του πόνου και της ταλαιπωρίας σχετικά με το κάταγμα κάτω πέρατος της αριστερής κερκίδας. Είναι γεγονός ότι ο Δρ. Νησιώτης στο σχετικό ιατρικό του πιστοποιητικό συνέστησε την αφαίρεση του νάρθηκα που ήταν πιεστικός ώστε να τίθετο κανονικός ΠΚ/γύψινος επίδεσμος.  Η ασθενής, όπως αναφέρει ο ιατρός, δεν εδέχθη και προτίμησε να παρακολουθείται από το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας στο ζήτημα, από το οποίο δεν της ετέθη γύψος.  Ο ιατρός καταλήγει ότι ενώ η εφεσίβλητη ακολούθησε τις οδηγίες του για τη θεραπεία των θλάσεων της, για δικούς της λόγους δεν ακολούθησε τις οδηγίες του για το κάταγμα της κερκίδας. 

 

 Είναι γεγονός ότι έγινε σχετική αντεξέταση επί του θέματος και η εφεσίβλητη στην ουσία αποδέχθηκε ότι δεν ακολούθησε τις οδηγίες του Δρ. Νησιώτη επειδή παρακολουθείτο τότε από το Νοσοκομείο.  Η νομολογία αποκαλύπτει ότι ένας ενάγων έχει υποχρέωση να μετριάσει τη ζημιά του, όπως ακριβώς έχει υποχρέωση να μετριάσει και τις συνέπειες που απορρέουν σε υπόθεση διάρρηξης σύμβασης, (Ταμπούρας ν. Κολάνη - πιο πάνω - και οι υποθέσεις που εκεί αναφέρονται).  Όπου η άρνηση του ενάγοντος να υποβληθεί σε εγχείρηση ή να ακολουθήσει τις ιατρικές οδηγίες κρίνεται υπό τις περιστάσεις παράλογη, τότε αυτή η συμπεριφορά θεωρείται κατά τον Salmond on the Law of Torts 16η έκδ. σελ. 570, ως ισοδυναμούσα με novus  actus  interveniens, με ανάλογη βέβαια συνέπεια  επί του ύψους των δοθέντων αποζημιώσεων.  Το ιατρικό πιστοποιητικό του Δρ. Νησιώτη δεν αμφισβητήθηκε και οι απαντήσεις της εφεσίβλητης κατά την αντεξέταση δεν έδωσαν κάποια ουσιώδη αιτιολογία γιατί δεν ακολουθήθηκε η δική του συμβουλή ώστε να μειωθεί η ταλαιπωρία της και σε χρονική έκταση και σε κατάλοιπα. 

 

 Επομένως, η εφεσίβλητη επέφερε επί του εαυτού της τη μη γρήγορη αποκατάσταση της υγείας της, τουλάχιστον σε ένα βαθμό, για το οποίο δεδομένο δεν ευθύνεται ο εφεσείων.  Πέραν τούτου και πάλι διαπιστώνεται ότι οι αποζημιώσεις των €14.000 είναι αρκούντως υψηλές για τους τραυματισμούς της.  Οι τραυματισμοί της δεν ήταν πολύ διαφορετικές από του εφεσίβλητου-συζύγου της.  Στη Νεάρχου ν. Στεφανίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 351, δόθηκαν Λ.Κ.7.000 ως αποζημιώσεις για σοβαρότερες ζημιές, όπως τραυματισμό στο στόμα, απώλεια δύο οδόντων, και κάταγμα δεξιού βραχίονα, με αποτέλεσμα να υποστεί δύο εγχειρήσεις, η μια των οποίων περιελάμβανε μεταμόσχευση κοκκάλου από τη λεκάνη.  Το τραύμα είχε αποκατασταθεί πλήρως και το κάταγμα πορώθηκε με επιτυχία.  Η όλη θεραπεία διήρκησε ενάμιση μήνα.  Το ποσό των €9.000 θεωρείται ως πλέον αντιπροσωπευτικό του πόνου και της ταλαιπωρίας που υπέστη.

 

 Υπό το φως όλων των ανωτέρω, η έφεση επιτυγχάνει στο βαθμό που έχει αποφασιστεί ανωτέρω.

 

 Το ποσό των €30.000 που δόθηκε υπέρ του εφεσίβλητου αντικαθίσταται με ποσό €18.000, πλέον €5.000 ως μελλοντικές απώλειες εισοδημάτων, με νόμιμο τόκο ως είχε πρωτοδίκως καθοριστεί.

 

 Το ποσό των €14.000 που δόθηκε υπέρ της εφεσίβλητης αντικαθίσταται με ποσό €9.000, πλέον νόμιμο τόκο ως πρωτοδίκως καθορίστηκε.

 

 Τα έξοδα της έφεσης που καθορίζονται στο ποσό των €1.750 επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντος και εναντίον των εφεσιβλήτων.

 

 

                                        Δ.

 

 

                                        Δ.

 

 

                                        Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο