ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:A105
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2013)
23 Μαρτίου 2017
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΔ]
1. ΜΑΡΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ, ανήλικης δια των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων της Γιώργου Οικονομίδη και Μαρίνας Σιαβέρτοβα
2. ΝΑΝΤΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ, ανήλικης δια των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων της Γιώργου Οικονομίδη και Μαρίνας Σιαβέρτοβα
Εφεσειόντων-Εναγομένων αρ. 2-3
ΚΑΙ
LANDMARK SECURITIES
Εφεσιβλήτων/Εναγόντων
---------------
Ν. Παπαμιχαήλ, για τους εφεσείοντες.
Κ. Νεοφύτου (κα) για Ορφανίδη, Χριστοφίδη και Συνεργάτες, για τους εφεσίβλητους.
--------------
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από
τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
--------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο Γιώργος Οικονομίδης, ενώ ήταν εξ αποφάσεως χρεώστης της εφεσίβλητης εταιρείας, μεταβίβασε ένα ακίνητό του, δυνάμει δωρεάς, με δικαίωμα επικαρπίας εφ΄όρου ζωής, στις ανήλικες θυγατέρες του, εφεσείουσες.
Η εφεσίβλητη εταιρεία αντέδρασε καταχωρώντας αίτηση, εναντίον του Γ. Οικονομίδη και των ανηλίκων, προς ακύρωση της παραπάνω μεταβίβασης ως δόλιας, στα πλαίσια του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62.
Σε αντίθεση με τις ανήλικες που καταχώρισαν ένσταση δια της μητέρας τους, ο Γ. Οικονομίδης δεν καταχώρισε ένσταση. Μάλιστα δε, εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και δήλωσε πως ο λόγος που είχε μεταβιβάσει το ακίνητο στις ανήλικες θυγατέρες του, δεν ήταν η αγάπη και η στοργή του προς αυτές, αλλά η αποφυγή πληρωμής προς την εφεσίβλητη του εξ αποφάσεως χρέους.
Τελικά, το Επαρχιακό Δικαστήριο, αφού άκουσε στα πλαίσια ακρόασης την πλευρά της εφεσίβλητης, αφενός και τη μητέρα των ανηλίκων, αφετέρου, αποδέχθηκε την αίτηση, ακύρωσε τη μεταβίβαση και διέταξε την επανεγγραφή του ακινήτου επ΄ονόματι του Γ. Οικονομίδη.
Ακολούθησε η παρούσα έφεση, στα πλαίσια της οποίας, όμως, ηγέρθη προδικαστική ένσταση στην οποία και αφορά η παρούσα απόφαση. Ως εφεσείουσες φαίνονται στον τίτλο της έφεσης οι δύο ανήλικες «δια των ασκούντων τη γονική μέριμνα γονέων τους Γιώργου Οικονομίδη και Μαρίνας Σιαβέρτοβα». Ο Γ. Οικονομίδης, όμως, με επιστολή του δικηγόρου του στο φάκελο της έφεσης, κοινοποίησε ότι ουδέποτε έδωσε οδηγίες ή συναίνεσε στην καταχώρηση και την προώθησή της. Τούτο έγινε κοινώς αποδεκτό και τέθηκε έτσι το κοινό υπόβαθρο.
Τούτου δοθέντος, η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι οι ανήλικες θα έπρεπε να εκπροσωπούνται από τους ασκούντες, από κοινού, τη γονική μέριμνα γονείς τους, κατά το άρθρο 5(1)(α) και (β) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν. 216/1990 (ο Νόμος). Διαφορετικά, καταλήγει η εισήγηση/ένσταση, η έφεση είναι απαράδεκτη, καθώς οι εφεσείουσες δεν έχουν την ικανότητα να ασκήσουν τέτοια έφεση και/ή η έφεση ασκήθηκε μόνο από τον ένα γονέα κατά παράβαση του Νόμου.
Η άλλη πλευρά απάντησε, κατ΄αρχάς, με αναφορά στον τρόπο που αντιμετώπισε το πρωτόδικο Δικαστήριο το ίδιο ζήτημα αναφορικά με τη δυνατότητα προώθησης της υπό έφεση τώρα αίτησης. Είχε θεωρήσει το Δικαστήριο ότι δεν ετίθετο θέμα άσκησης γονικής μέριμνας και ότι απλώς η μητέρα είχε προβεί σε μια ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των εφεσειουσών εισηγήθηκε ότι η διαπίστωση αυτή του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, ήτοι ότι δεν προκύπτει θέμα άσκησης γονικής μέριμνας, δεν έχει εφεσιβληθεί και ως εκ τούτου το Εφετείο δεν έχει εξουσία να εξετάσει το εν λόγω ζήτημα. Θα πρέπει, όμως, εξ αρχής να πούμε ότι το θέμα δεν ηγέρθη ενώπιον μας σε σχέση με την προώθηση της αίτησης πρωτοδίκως, αλλά ως ζήτημα μη δυνατότητας προώθησης της έφεσης και ως τέτοιο το εξετάζουμε.
Ήταν περαιτέρω η θέση του ότι το ζητούμενο, μέσα από τις σχετικές διατάξεις του Νόμου, είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων του ανηλίκου. Εν προκειμένω, ο πατέρας ξεκάθαρα ενεργεί εναντίον των συμφερόντων των ανηλίκων και μόνο η μητέρα επιδιώκει την εξυπηρέτησή τους, με αποτέλεσμα τυχόν αποδοχή της προδικαστικής ένστασης θα αποστερήσει ουσιαστικά τις ανήλικες από την ευκαιρία να αμφισβητήσουν την πρωτόδικη απόφαση που έχει εκδοθεί εναντίον τους.
Η άσκηση ενδίκου μέσου (proceedings) από ανήλικο πρόσωπο διέπεται, από πλευράς διαδικαστικής ρύθμισης, από τη Δ.9 κ.12 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, χωρίς ειδικότερη ρύθμιση στη Δ.35 που αφορά εφέσεις[1]. Η Δ.9, Καν. 12, στο βαθμό που αφορά έγερση ενδίκου μέσου από ανήλικο, έχει ως ακολούθως:
«12. An infant who has no guardian authorized to bring proceedings . may sue as plaintiff by a person to be named in the writ of summons and therein described as his next friend.»
Από τη σκοπιά της δικονομίας και με βάση το κοινοδίκαιο, όπως εξηγείται στο White Book 1958, σελ. 352, υπό την αντίστοιχη πρόνοια των παλαιών Αγγλικών Θεσμών Ο.16 r.16, ενώ ήταν επιτακτική η άσκηση ενδίκου μέσου δια «next friend» (εκπροσώπου του ανηλίκου στη δικαστική διαδικασία), ο σκοπός τέτοιας αναγκαιότητας ήταν η εξασφάλιση του εναγομένου για τα έξοδα στα οποία δυνατό να εδικαιούτο στο τέλος.
Συνεπώς, μια αγωγή καταχωρισθείσα υπό ανηλίκου χωρίς εκπρόσωπο (next friend), δεν ήταν, κατά τη νομολογία, άκυρη, αλλά παρεχόταν το δικαίωμα στον εναγόμενο να καταχωρίσει εμφάνιση υπό αίρεση (conditional appearance) και να ζητήσει ακολούθως τον παραμερισμό του κλητηρίου και όπως τα έξοδα καταβληθούν από το δικηγόρο του ενάγοντα, ο οποίος είχε την ευθύνη της διαδικασίας (Fernée v. Gorlitz [1915] 1 Ch. 177, Gellinger v. Gibbs [1987] 1 Ch. 479, Nelson v. Nelson and Others [1997] 1 W.L.R. 223 (C.A.)). Επρόκειτο για αντικανονικότητα την οποία ο εναγόμενος μπορούσε να απεμπολήσει με την καταχώριση εμφάνισης χωρίς όρους (In re Brocklebank (1877) 6 Ch.D. 358 (C.A.). Παράλληλα, εφόσον δεν επρόκειτο για εξ υπαρχής ακυρότητα, παρεχόταν στο Δικαστήριο δυνατότητα για διορθωτική παρέμβαση δια της μεταγενέστερης προσθήκης, με την κατάλληλη τροποποίηση, εκπροσώπου του ανηλίκου (next friend) (Flight v. Bolland (1828) 4 Russell 298, 38 E.R. 817, Ward v. Walker 1920 S.C. 80).
Εν προκειμένω, εκπρόσωπος του ανηλίκου (next friend), για τους παραπάνω απαιτούμενους σκοπούς, υπάρχει και είναι η μητέρα. Όμως, επιβάλλεται περαιτέρω θεώρηση του προβλήματος υπό το φως πλέον του Νόμου.
Σύμφωνα με το άρθρο 5(1)(α) η γονική μέριμνα ασκείται από τους γονείς από κοινού και σύμφωνα με το εδάφιο (β) περιλαμβάνει την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση. Σύμφωνα με το άρθρο 6, κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου. Άσκηση της γονικής μέριμνας μόνο από τον ένα γονέα επιτρέπεται υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 5(2) και (3), οι οποίες δεν αφορούν την παρούσα. Σχετική, όμως, είναι η πρόνοια του άρθρου 7 η οποία ρυθμίζει την περίπτωση διαφωνίας των γονέων κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας. Σε τέτοια περίπτωση, εάν το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς.
Συνεπώς, παρά το ότι από πλευράς της Δ.9 κ.12 ερμηνευομένης κατά το κοινοδίκαιο, θα μπορούσε να αρκεί η εκπροσώπηση των ανηλίκων από τη μητέρα τους ως ενήλικο πρόσωπο, ικανό ως προς τα έξοδα έναντι της άλλης πλευράς, σύμφωνα πλέον με τον Νόμο, τέτοια εκπροσώπηση, ως πτυχή της άσκησης γονικής μέριμνας, θα έπρεπε να γίνει από κοινού με τον πατέρα. Η σύγκρουση συμφερόντων πατέρα-ανηλίκων για την οποία έγινε λόγος, δεν δικαιολογεί από μόνη της τη μη εφαρμογή ρητής νομοθετικής πρόνοιας. Απαιτείται απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου κατά το άρθρο 7.
Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο η άσκηση της έφεσης χωρίς τέτοια απόφαση που να παρέχει στη μητέρα το αποκλειστικό δικαίωμα και καθήκον εκπροσώπησης των ανηλίκων, καθιστά την έφεση απαράδεκτη, ή, απλώς, προκαλεί αντικανονικότητα η οποία θα μπορούσε να διορθωθεί με την έκδοση τέτοιας απόφασης από το Οικογενειακό Δικαστήριο.
Ο διάχυτος σκοπός του Νόμου, φανερός ειδικά στα άρθρα 6 και 7, είναι σαφώς η διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου. Η παράλειψη, εν προκειμένω, της μητέρας να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο για απόφαση κατά το συμφέρον των ανηλίκων, δεν μπορεί να οδηγήσει σε a priori εξουδετέρωση αυτού τούτου του ζητουμένου, χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στο αρμόδιο δικαστήριο να αποφασίσει.
Έτσι, παρά τη διαφοροποίηση που επέφερε ο Νόμος στη ρύθμιση του κοινοδικαίου, όπου το ζητούμενο ήταν η εξασφάλιση των τυχόν εξόδων του εναγομένου, τώρα που το ζητούμενο είναι η διασφάλιση του συμφέροντος του ανηλίκου, έτι περαιτέρω η παράλειψη δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακυρότητα.
Θα πρέπει να δοθεί η ευκαιρία στο Οικογενειακό Δικαστήριο να αποφασίσει. Εκεί αρμόζει να τεθούν τα επιχειρήματα που προέβαλε ενώπιον μας ο κ. Παπαμιχαήλ.
Εν κατακλείδι, αφενός απορρίπτεται η εισήγηση περί απαράδεκτης έφεσης και αφετέρου, η έφεση αναστέλλεται, ώστε να δοθεί η ευκαιρία να επιληφθεί του θέματος το Οικογενειακό Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς, κατά τα προβλεπόμενα από το άρθρο 7, μέχρι τη σχετική απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένσταση δεν έχει πετύχει ως ετέθη, δεν θα δοθεί διαταγή για έξοδα.
Απόφαση ως άνω. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Π. Παναγή, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Μόνη σχετική πρόνοια είναι ο Κανονισμός 30 της Δ.35 που αναφέρεται στον αποκλεισμό ή περιορισμό του δικαιώματος έφεσης από τον εκπρόσωπο του ανηλίκου στη διαδικασία (next friend).