ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Cyprus Asbestos Mines Co. Ltd. (1990) 1 ΑΑΔ 49
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 ΑΑΔ 442
Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692
Κωνσταντινίδης Αλέκος (2003) 1 ΑΑΔ 1298
Valetha Caf Ltd (2009) 1 ΑΑΔ 448
Κουή Μηλίτσα Γ. ν. Μιχάλη Χριστοδούλου (2010) 1 ΑΑΔ 401
Starport Nominees Ltd και Άλλη (Aρ. 1) (2010) 1 ΑΑΔ 1271
Πατσαλίδης Χαράλαμπος (2010) 1 ΑΑΔ 1350
Alpha Bank Cyprus Ltd (Αρ. 1) (2014) 1 ΑΑΔ 371, ECLI:CY:AD:2014:A109
Θεοδώρου Αικατερίνη (Κατερίνα) και Άλλη (Αρ. 1) (2014) 1 ΑΑΔ 2052, ECLI:CY:AD:2014:D687
Ι + Α Φιλίππου Αρχιτέκτονες και Άλλοι (Αρ. 2) (2016) 1 ΑΑΔ 2510, ECLI:CY:AD:2016:D499
M.A. Κτήμα Μακένζυ Λτδ (2016) 1 ΑΑΔ 2674, ECLI:CY:AD:2016:B528
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.43Α
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2017:D32
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 14/2017)
2 Φεβρουαρίου 2017
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 30(2), 30(3) ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 31 ΚΑΙ 32 ΤΟΥ Ν. 14/60,
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 6, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 30(20) ΚΑΙ 30(3) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΚΑΙΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑΣ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ C & C PAPACOSTAS LTD ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ ΕΠΗΡΕΑΖΟΜΕΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 519/2008 ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΔΘΗΚΕ ΠΕΡΙ ΤΗΝ 16/3/2015 ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ PETROLINA (HOLDINGS) PUBLIC LTD ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΜΕΤΑΞΥ ΑΛΛΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΕΞΩΣΗΣ ΑΠΟ ΑΚΙΝΗΤΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΕΡΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΕΧΕΙ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΗΘΕΙ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ/Η ΕΝΗΕΡΩΘΕΙ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16/3/2015 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ 519/2008 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΜΕΤΑΞΥ ΑΛΛΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΕΞΩΣΗΣ ΑΠΟ ΑΚΙΝΗΤΟ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΕΡΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΕΧΕΙ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΚΛΗΘΕΙ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ/Η ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΕΟΙ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΛΗΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑΣ, ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΔΙΚΑΙΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 30(2) ΚΑΙ 30(3) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΡΙΑ, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 31 ΚΑΙ 32 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 14/60 ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 6 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΚΕΦ. 6,
ΩΣ ΕΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΛΓΙΑΣ
---------------------------------------------------
Γ. Ζαχαρίου (κα) για Σπ. Α. Σπύρου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.,
για τους Αιτητές.
---------------------------------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ (Ex-tempore)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Οι αιτητές θεωρούν τους εαυτούς τους ως επηρεαζόμενο πρόσωπο παρά το ότι δεν ήσαν διάδικοι στην εκδοθείσα στις 16.3.2015 απόφαση στην αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου με αρ. 519/2008. Ως εκ τούτου ζητούν άδεια να καταχωρήσουν αίτηση με κλήση για να εκδοθεί προνομιακό ένταλμα τύπου Certiorari ώστε η εν λόγω απόφαση να μεταφερθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση της.
Η αγωγή υπ΄ αρ. 519/2008 ηγέρθηκε από τους ιδιοκτήτες τεμαχίων γης (τριών οικοπέδων), εναντίον των εναγομένων στους οποίους τα είχαν ενοικιάσει το 1990 και συγκεκριμένα στην εναγομένη 1, Lefkaritis Oils Ltd, (τότε Shell Cyprus Ltd), με σκοπό την ανέγερση και λειτουργία σταθμού βενζίνης για τον οποίο είχε εξασφαλιστεί σχετική άδεια. Το 2000 τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της εν λόγω εναγομένης 1, μεταβιβάστηκαν στην εναγομένη 2, Petrolina (Holdings) Public Ltd. Η συμφωνία ενοικίασης ήταν για 16 έτη, με δικαίωμα ανανέωσης. Δημιουργήθηκε διαφορά στην προσπάθεια των εναγομένων να ανανεώσουν τη συμφωνία, με τους ενάγοντες να θεωρούν εκπρόθεσμη την υποβολή της πρότασης. Οι διαπραγματεύσεις για ανανέωση και επανακαθορισμό του ενοικίου κατέρρευσαν και οι ενάγοντες ζήτησαν την σ΄ αυτούς παράδοση των τεμαχίων και την επαναφορά των οικοπέδων στην προτέρα τους κατάσταση. Τα ενοίκια εισπράττονταν στο μεταξύ άνευ βλάβης και ως ενδιάμεσα κέρδη. Οι εναγόμενοι στην υπεράσπιση τους ήγειραν, μεταξύ άλλων, και ζήτημα ότι υπήρξε υπενοικίαση της γης με τη ρητή συγκατάθεση των ιδιοκτητών, ή, διαζευκτικά, ότι υπήρξε παραχώρηση άδειας σε τρίτο άτομο ως πρατηριούχου με την ανοχή ή άδεια ή συγκατάθεση των εναγόντων το οποίο και θα έπρεπε να ήταν διάδικος στην αγωγή, οι ίδιοι δε ως θέσμιοι δε ενοικιαστές ενέπιπταν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Οι ενάγοντες αρνήθηκαν με την απάντηση τους ότι έδωσαν ποτέ ρητή συγκατάθεση προς υπενοικίαση, η οποία και ουδέποτε ζητήθηκε και ο όποιος κάτοχος των οικοπέδων ορίστηκε προς το σκοπό λειτουργίας του πρατηρίου πετρελαιοειδών από τους εναγομένους, δυνάμει απλής και μόνο άδειας χρήσης.
Διεξήχθη ακροαματική διαδικασία, κατέθεσαν μάρτυρες και το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου αποδέχθηκε την αγωγή με αποτέλεσμα να εκδοθούν τα διατάγματα που ζητούντο με την αγωγή, ήτοι για εκκένωση και παράδοση των οικοπέδων και επαναφοράς τους στην προτέρα, πριν την ενοικίαση, κατάσταση, καθώς και ενδιάμεσα κέρδη και αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση. Η ισχύς των διαταγμάτων που αφορούσε την παράδοση ελευθέρως της κατοχής του τεμαχίου αναστάληκε για περίοδο 30 ημερών από την επίδοση στην εναγομένη 2, περίοδος η οποία έχει εκπνεύσει. Η αγωγή εναντίον της εναγομένης 1, απεσύρθη σε στάδιο της διαδικασίας. Η απόφαση εκδόθηκε στις 16.3.2015.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η περίοδος ενοικίασης είχε λήξει, δεν υπήρξε μετατροπή της συμφωνίας σε ενοικίαση από έτος σε έτος (προς τούτο δεν δικογραφήθηκε ευκρινώς τέτοια θέση, ούτε μπορούσε η συμφωνία και τα γεγονότα να ερμηνευθούν ως η εισήγηση της εναγομένης 2), οι εναγόμενες 1 και 2 δεν είχαν ποτέ τερματίσει οι ίδιες τη συμφωνία για κατ΄ ισχυρισμόν παράβαση όρων από τους ενάγοντες της γραπτής συμφωνίας ενοικίασης, και η ενοικίαση δεν είχε ανανεωθεί. Επομένως οι εναγόμενοι και ιδιατέρως η εναγόμενη 2, που παρέμεινε, είχε καταστεί επεμβασίας από 20.11.2006. Αφού αξιολόγησε τη σχετική μαρτυρία επεδίκασε ανάλογες αποζημιώσεις, απορρίπτοντας ταυτόχρονα και τις δύο προδικαστικές ενστάσεις που ηγέρθηκαν ως προς την ύπαρξη ρήτρας διαιτησίας και περί αναρμοδιότητας του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Είναι η θέση των παρόντων αιτητών ότι είναι οι κάτοχοι πρατηρίου πετρελαιοειδών που λειτουργεί εντός των τεμαχίων αυτών με άδεια χρήσης που παραχωρήθηκε από τους εναγόμενους ή τον εναγόμενο 2, από το 1999 και η οποία ανανεώνεται έκτοτε. Στην αγωγή δεν είχαν προστεθεί οι ίδιοι ως διάδικοι, ούτε ενημερώθηκαν σε οποιοδήποτε χρόνο για την ύπαρξη ή την προώθηση της. Περί τα τέλη Οκτωβρίου του 2016, κοινοποιήθηκε στους αιτητές από τους συνιδιοκτήτες των τεμαχίων επιστολή που απέστειλαν οι τελευταίοι στην εναγόμενη 2, Petrolina (Holdings) Public Ltd, ζητώντας την παράδοση εντός τακτής προθεσμίας των ακινήτων τους. Οι αιτητές απευθύνθηκαν τότε σε εκπροσώπους της Petrolina για να ενημερωθούν ως προς τα τεκταινόμενα και τους αναφέρθηκε ότι υπήρχαν διαπραγματεύσεις με τους συνιδιοκτήτες των ακινήτων και δεν θα προχωρούσε η παράδοση αυτών εφόσον συζητείτο επανενοικίαση. Περί τα μέσα Ιανουαρίου του 2017, οι αιτητές έλαβαν γνώση επιστολής στην οποία γινόταν μνεία για αίτηση για την έκδοση άδειας κατεδάφισης, και, αντιληφθέντες ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε διευθέτηση, ήγειραν την παρούσα αίτηση για να λάβουν άδεια για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari και Prohibition.
Η βασική θέση των αιτητών διά της συνηγόρου τους σήμερα είναι ότι η απόφαση του Δικαστηρίου εκδόθηκε χωρίς να ήταν οι ίδιοι διάδικοι, χωρίς να ακουστούν στη διαδικασία στην οποία και δεν έλαβαν μέρος παρά το γεγονός ότι ως κάτοχοι και πρατηριούχοι του πρατηρίου βενζίνας ήσαν άμεσα ενδιαφερόμενοι και επηρεαζόμενοι, γεγονός που φαίνεται να ήταν γνωστό στους ενάγοντες οι οποίοι αναγνώρισαν την κατοχή εφόσον απέστειλαν επιστολή στις 17.10.2016 προς την Petrolina (Holdings) Public Ltd, με κοινοποίηση στους ίδιους για την παράδοση των τεμαχίων.
Είναι η θέση της κας Ζαχαρίου ότι υπήρξε σοβαρότατη και κατάφωρη παραβίαση των βασικών αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και ιδιαίτερα της αρχής ότι πρέπει να ακούεται κάθε επηρεαζόμενο μέρος και προς τούτο έκανε αναφορά σε σχετικές αποφάσεις, εισηγούμενη περαιτέρω ότι δεν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο ώστε να αποκατασταθούν στα όποια δικαιώματα τους οι αιτητές. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την εισήγηση, παράνομα και αυθαίρετα παραβιάζοντας κατάφωρα τις βασικές αρχές φυσικής δικαιοσύνης εξέδωσε απόφαση και διάταγμα που επηρεάζει την κατοχή του ακινήτου από τους αιτητές, χωρίς αυτοί να είχαν την ευκαιρία να ακουστούν. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου, η κα Ζαχαρίου πρόσθεσε, γεγονός που δεν αναφέρεται στη συνοδευτική έκθεση και την ένορκη δήλωση, ότι έχει καταχωρηθεί έφεση από πλευράς της εναγομένης 2 στην αγωγή, η οποία εκκρεμεί. Επίσης από ότι μπορεί να γνωρίζει, δεν είχε εκδοθεί μέχρι στιγμής οποιοδήποτε ένταλμα ανάκτησης κατοχής δυνάμει των Δικαστικών Θεσμών.
Είναι δεδομένο ότι προνομιακά εντάλματα και άδεια για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων εκδίδονται με ιδιαίτερη φειδώ εφόσον είναι μια διαδικασία προνομιούχα η οποία δεν ασκείται παρά μόνο όπου υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και εν πάση περιπτώσει δεν χορηγείται όπου υπάρχει άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία εκτός εάν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα. Σχετικές αποφάσεις είναι η Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Starport Nominees Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 1271 και Αίτηση του Χαράλαμπου Πατσαλίδη (2010) 1 Α.Α.Δ. 1350, όπου γίνεται αναφορά στην καθιερωμένη αρχή και πάλι ότι εκτός σε απόλυτα εξαιρετικές περιστάσεις, η δικαιοδοσία των προνομιακών ενταλμάτων δεν ασκείται όπου υπάρχουν άλλες διαθέσιμες θεραπείες που ήσαν, ή, είναι διαθέσιμες και δεν χρησιμοποιήθηκαν, και δεν αρκεί να τίθεται δικαιοδοτικό ζήτημα εφόσον η προνομιακή διαδικασία που ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, δεν συνιστά υποκατάσταση της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε και μέσο εποπτείας των κατώτερων Δικαστηρίων σε σχέση με τον τρόπο που το Δικαστήριο χειρίστηκε ή αποφάσισε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια σε δεδομένο ζήτημα. Σχετική η απόφαση στη Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 442.
Θεωρείται δεδομένο στην παρούσα υπόθεση ότι το Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του, δεν υπέπεσε σε οποιαδήποτε πλάνη επί του πρακτικού, ( αντίθετα με την εισήγηση), δεν υπήρξε προκατάληψη ή συμφέρον, ούτε η απόφαση εκδόθηκε λόγω ψευδορκίας ή άλλου αθέμιτου μέσου. Κανένα από τα ζητήματα αυτά δεν παρέχει νομιμοποιητικό έρεισμα για λήψη άδειας. Εκείνο το οποίο θεωρείται εδώ ότι είναι το πρόβλημα είναι η παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης. Πρέπει όμως να υπομνησθεί ο κανόνας ότι το δικαίωμα ποιους ενάγει ένα πρόσωπο ανήκει στο ίδιο και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει σε αυτό εκτός αν ενεργοποιηθεί προς τούτο με κατάλληλη αίτηση. Επομένως δεν μπορεί με ευκολία να υπάρχει μομφή εναντίον του Δικαστηρίου ότι παραβίασε κατάφωρα τη φυσική δικαιοσύνη τη στιγμή που αυτό που έπραξε ήταν, καθηκόντως, να εκδικάσει την αγωγή όπως ακριβώς αυτή τέθηκε ενώπιον του. Η υπόθεση Richard Harazim, Πολιτική Αίτηση αρ. 140/2016, ημερ. 15.12.2016, ECLI:CY:AD:2016:D552, είναι σχετική. Και εκεί επρόκειτο περί αίτησης που προωθούσε επηρεαζόμενο άτομο προς λήψη άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, διότι είχαν εκδοθεί μεταξύ άλλων διαδίκων δραστικής εμβέλειας απαγορευτικά διατάγματα που κατά την εισήγηση του επηρέαζαν και τον ίδιο.
Λέχθηκε ότι το κατώτερο Δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο να επιλύσει την ενώπιον του διαφορά, όπως αυτή τέθηκε από τους εκεί ενάγοντες οι οποίοι ενήγαγαν αυτούς με τους οποίους θεώρησαν ότι είχαν τη διαφορά.
Στην υπό κρίση υπόθεση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου, δεν φαίνεται να απασχόλησε οποιοδήποτε ζήτημα που αφορούσε τους παρόντες αιτητές, διότι προφανώς δεν τέθηκε ενώπιον του οποιαδήποτε τέτοια θέση. Παρά το ότι δικογραφικά γινόταν μνεία από τους εναγόμενους για την παραχώρηση άδειας χρήσης του πρατηρίου προς τρίτο, οι εναγόμενοι δεν επεδίωξαν τη συνένωση του ως διαδίκου. Η αγωγή εκδικάστηκε στη βάση της παράνομης παραμονής του εναγομένου 2, ως επεμβασία πλέον, μετά τη λήξη του συμβολαίου ενοικίασης. Δεν αφορούσε δικαιώματα τρίτων, ούτε η αγωγή σχετιζόταν με διαφορές μεταξύ της εναγομένης 2, Petrolina, και του κατόχου του πρατηρίου.
Περαιτέρω, η πρωτόδικη απόφαση είναι υπό έφεση γεγονός που οι αιτητές δεν απεκάλυψαν λανθασμένα. Δεν δόθηκε εξήγηση γι΄ αυτό και η αίτηση θα μπορούσε να απορριφθεί μόνο και για αυτό το λόγο. Πρόσθετα, η ύπαρξη έφεσης σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλήρης τελεσιδικία εφόσον τα ευρήματα του Δικαστηρίου και η τελική του κατάληξη μπορεί να τύχουν αναθεώρησης. Είναι όμως σαφές ότι δεν μπορεί σε αυτό το στάδιο να δοθεί η αιτούμενη άδεια διότι οι αιτητές ως κατ΄ ισχυρισμόν αδειούχοι χρήστες των υποστατικών, δεν αντλούν περισσότερα δικαιώματα από ό,τι έχουν οι ίδιοι οι ενοικιαστές των υποστατικών από τους οποίους και έλαβαν την όποια άδεια χρήσης και σίγουρα δεν έχουν δικαιώματα έναντι των ιδιοκτητών με τους οποίους δεν έχουν καμία απολύτως συμβατική σχέση. Ούτε είναι δυνατή η ανατροπή τελικής απόφασης του Δικαστηρίου στην οποία υπήρξε μαρτυρία, αξιολόγηση και τελεσίδικη κρίση όσον αφορά τα εκατέρωθεν δικαιώματα των διαδίκων με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος. Παρόμοιο θέμα εξετάστηκε στην Αίτηση των Ι + Α Φιλίππου, Πολ. Αίτηση αρ. 118/2016, ημερ. 26.10.2016, ECLI:CY:AD:2016:D499, όπου επιδιώχθηκε η μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο τελικής απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας προς ακύρωση της, λόγω μη εξέτασης νομικού σημείου εγερθέντος, εκ των υστέρων και διά τροποποιήσεως, στην υπεράσπιση. Η αίτηση απερρίφθη, μεταξύ άλλων, και για το λόγο ότι η προνομιακή δικαιοδοσία δεν είναι το κατάλληλο ή πρόσφορο forum για εξέταση των ουσιαστικών πτυχών μιας υπόθεσης, η οποία τελεσφόρησε σε Δικαστική απόφαση μετά από αξιολόγηση μαρτυρίας, κατάληξη επί ευρημάτων και υπαγωγή αυτών στο νομικό πλαίσιο.
Το ορθό δικαιοδοτικό μέσο προς ανατροπή τελικής απόφασης είναι η έφεση η οποία και ασκήθηκε. Διατείνονται οι αιτητές ότι δεν έχουν άλλα ένδικα μέσα. Αυτό όμως δεν είναι ορθό. Υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα προσπάθειας παρέμβασης στη διαδικασία της έφεσης, ενώ υπάρχει η δυνατότητα παρέμβασης ή αναχαίτισης τυχόν εντάλματος ανάκτησης κατοχής που εκδίδεται δυνάμει των Θεσμών. Προνοείται ιδιαιτέρως στη Δ.43Α («Writ of Possession») ότι επί αιτήσεως μονομερούς δυνάμει της οποίας εκδίδεται ένταλμα κατοχής, δεν παρέχεται άδεια εκτός και αν διαφανεί ότι όλα τα πρόσωπα τα οποία έχουν πραγματική κατοχή έχουν λάβει ικανοποιητική ειδοποίηση ώστε να τους επιτρέψει να αιτηθούν θεραπείας από το Δικαστήριο. Υπήρχε ακόμη η δυνατότητα να αιτηθούν αναστολής της απόφασης εξ ιδίων τους κάτι το οποίο, αντιλαμβάνεται το Δικαστήριο, δεν επεδίωξαν. Η συνήγορος ανέφερε ότι εδώ υπάρχει ο κίνδυνος κατεδάφισης και δεν θα επιδιωχθεί κατ΄ ανάγκη η έκδοση εντάλματος κατοχής. Όμως η ίδια η Έκθεση των γεγονότων αναφέρει στην παρ. 7, ότι δεν μπορεί να εκδοθεί ένταλμα κατοχής εκτός και αν ειδοποιηθούν εκείνοι που έχουν πραγματική κατοχή. Αυτό, βεβαίως, αφορά το στάδιο εκτέλεσης και όχι της έκδοσης της ίδιας της Δικαστικής απόφασης, της οποίας τώρα επιδιώκεται ακύρωση.
Η δυνατότητα τρίτου προσώπου να παρέμβει σε διαδικασία εφετειακή ή να ασκήσει το ίδιο έφεση, έχει εξεταστεί στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Raymond Riza, Πολιτική Αίτηση Αρ. 37/16, ημερ. 18.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:B528. Απορρίφθηκε αίτηση του υπενοικιαστή να καταχωρήσει έφεση εναντίον της απόφασης έξωσης που είχε εκδοθεί όταν ο ιδιοκτήτης της γης ήγειρε αγωγή εναντίον της Δημοκρατίας για την παράνομη κατοχή του κτήματος εκ μέρους της Δημοκρατίας που την έθεσε υπό τον έλεγχο της διά του Υπουργού Εσωτερικών ως Κηδεμόνα Τουρκοκυπριακών Περιουσιών. Αναφέρθηκαν οι υποθέσεις Cyprus Asbestas Mines Ltd (1990) 1 Α.Α.Δ. 49 και Κουή ν. Χριστοδούλου (2010) 1 Α.Α.Δ. 401, ως αποφάσεις που αφορούν στο δικαίωμα τρίτου να επιδιώξει να παρέμβει στην έφεση.
Έχει αναφερθεί από την κα Ζαχαρίου η υπόθεση Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 313/13, ημερ. 13.2.2014, ECLI:CY:AD:2014:A109. Αυτή είχε εντελώς διαφορετικά δεδομένα και δεν έχει σχέση με τα παρόντα λαμβανόμενα. Η Alpha Bank εκεί ήταν η ίδια διάδικος στην αγωγή, είχε μάλιστα καταχωρήσει και σημείωμα εμφάνισης αλλά και υπεράσπιση και το πρόβλημα είχε δημιουργηθεί διότι στην απουσία εμφάνισης από τον εναγόμενο 3, ο οποίος είχε πιστοποιήσει πληρεξούσιο έγγραφο αγοραστή περιουσίας μετά από δανειοδότηση της Alpha Bank, εκδόθηκε απόφαση ερήμην από την οποία επηρεάστηκαν άμεσα οι συναλλαγές και η νομιμότητα των ενεργειών του δανειστή της Alpha Bank. Αποφασίστηκε δηλαδή ή αποφασίστηκαν εν δυνάμει δικαιώματα και υποχρεώσεις της Alpha Bank, πριν αυτή ακουστεί ενώ ήταν δικαιωματικά διάδικος στην αγωγή.
Η άλλη υπόθεση Valetha Cafe Ltd (2009) 1 Α.Α.Δ. 448, στην οποία επίσης αναφέρθηκε η συνήγορος, αφορούσε ακριβώς διαδικασία ανάκτησης κατοχής δυνάμει εντάλματος κατοχής, ενώ οι αιτητές ήσαν νόμιμοι κάτοχοι του χώρου και, όπως ανέφερε και το Δικαστήριο, έγινε εσκεμμένη προσπάθεια από τους ιδιοκτήτες να αποκρυβεί η κατοχή αυτή. Η επιδίωξη εκεί ήταν να ακυρωθεί με Certiorari το ένταλμα ανάκτησης κατοχής και όχι η προηγηθείσα απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Εδώ δεν υπάρχουν τέτοια δεδομένα εφόσον δικαιωματικά ηγέρθηκε η αγωγή από τους ιδιοκτήτες εναντίον των ενοικιαστών, οι οποίοι ήταν και οι συμβαλλόμενοι. Η άλλη υπόθεση που έθεσε υπόψη του Δικαστηρίου η κα Ζαχαρίου, η Αικατερίνη Θεοδώρου και Ειρήνη Θεοδώρου, Πολιτική Αίτηση αρ. 164/2014, ημερ. 19.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:D687, είχε ιδιάζοντα γεγονότα περί παραπλάνησης και πάλι του Δικαστηρίου να εκδώσει διατάγματα για κατάθεση σύμβασης για αγοραπωλησία δυνάμει του Νόμου αρ. 81(Ι)/2011, που επηρέαζαν εγγεγραμμένες ιδιοκτήτριες των οποίων το συμφέρον ή η ανάμειξη παρασιωπήθηκε, ούτως ώστε να είχαν επηρεαστεί άμεσα από αυτή με αποτέλεσμα να είχαν παραβιαστεί οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.
Ενόψει του ότι δεν υπάρχει παραβίαση φυσικής δικαιοσύνης στα δεδομένα της υπόθεσης αυτής, δικαιωματικά οι ενάγοντες ήγειραν την αγωγή εναντίον των εναγομένων ως ενοικιαστών από τους οποίους αντλούσαν άλλα δικαιώματα οι αδειούχοι νυν αιτητές, οι οποίοι έχουν άλλα ένδικα μέσα στη διάθεση τους για την εξασφάλιση των δικών τους όποιων δικαιωμάτων. Ιδιαίτερες περιστάσεις δεν έχουν καταδειχθεί.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ