ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:D489

(2016) 1 ΑΑΔ 2421

20 Οκτωβρίου, 2016

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ALPHA BANK CYPRUS LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TO ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 17.10.2016

ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 2377/2014.

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ALPHA BANK CYPRUS LTD,

 

Aιτητών-Εναγόντων,

v.

 

1. ΑΝΔΡΕΑ ΑΔΑΜΟΥ,

2. ΑΝΘΟΥΛΛΑΣ ΑΔΑΜΟΥ,

3. ΕΛΕΝΑΣ ΑΔΑΜΟΥ,

 

Καθ' ων η αίτηση-Εναγομένων,

 

και

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ την αΙτηση τηΣ:

 

ΑLPHA BANK CYPRUS LTD,

Αιτητές,

 

v.

 

1. ΑΝΔΡΕΑ ΑΔΑΜΟΥ,

2. ΑΝΘΟΥΛΛΑΣ ΑΔΑΜΟΥ,

3. ΕΛΕΝΑΣ ΑΔΑΜΟΥ (ΑΡ. 2),

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 128/2016)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση παραχώρησης άδειας καταχώρησης αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος αυτής της φύσης, προς ακύρωση προσωρινού διατάγματος με το οποίο αναστελλόταν η ειδοποίηση περί δημοσίου πλειστηριασμού και/ή διαδικασία πλειστηριασμού δύο ακινήτων  εναγομένων σε αγωγή για τα οποία οι αιτητές/ενάγοντες είχαν ενυπόθηκη εξασφάλιση ― Απορριπτική κατάληξη ― Διαθέσιμο εναλλακτικό ένδικο μέσο, απουσία συζητήσιμης υπόθεσης και εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Οι αιτητές είναι ενάγοντες σε αγωγή Επαρχιακού Δικαστηρίου, στα πλαίσια της οποίας οι εναγόμενοι-ανταπαιτητές εξασφάλισαν μονομερώς στις 17.10.2016 ενδιάμεσο διάταγμα επιστρεπτέο στις 25.10.1016 με το οποίο αναστελόταν η ειδοποίηση περί δημοσίου πλειστηριασμού και/ή διαδικασία πλειστηριασμού ορισθείσα στις 24.10.2016, δύο ακινήτων των ως άνω εναγομένων για τα οποία οι αιτητές είχαν ενυπόθηκη εξασφάλιση.

 

Η έκδοση αυτού του διατάγματος που οδήγησε τους  αιτητές στην προώθηση της παρούσας αίτησης με την οποία ζητούσαν άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για  ακύρωση του προσωρινού διατάγματος και αναστολή της ισχύος του εκκρεμούσης της παρούσας αίτησης.

 

Οι ισχυρισμοί τους για την αναγκαιότητα των αιτουμένων θεραπειών, εν προκειμένω, έχουν ως εξής:

 

α)  Η διαδικασία δεν χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλαδή ως έφεση αφού αφορά τη νομιμότητα του ως άνω διατάγματος.

 

β)  Δεν υπάρχει δυνατότητα λήψης άλλου ένδικου μέσου, λόγω του ότι το Δικαστήριο όρισε το προσωρινό διάταγμα επιστρεπτέο στις 25.10.2016, μίαν ημέρα μετά την ήδη προγραμματισμένη πώληση των ενυποθήκων ακινήτων για τις 24.10.2016.

 

γ)  Υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα περίπτωση με βάση τις οποίες η δυνατότητα των αιτητών να καταχωρήσουν αίτηση παραμερισμού δεν είναι επαρκής και ή δυνατή λόγω του προγραμματισμού του πλειστηριασμού στις 24.10.2016.

 

δ)  Υπήρχε έκδηλη νομική πλάνη, λάθος ως εκ του ίδιου του περιεχομένου του διατάγματος και παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, αφού οι αιτητές δεν είχαν ακουστεί. Με αυτό τον τρόπο, το προσωρινό διάταγμα επενεργεί ως τελική θεραπεία.

 

ε)  Η μονομερής αίτηση έπρεπε και ή μπορούσε να καταχωρηθεί στα πλαίσια της εκκρεμούσης της αίτησης/έφεσης ως άνω όπως ορίζει ο Ν.9/1965. Μόνο για τον Τύπο ΙΑ μπορεί κάποιος να καταχωρήσει αίτηση/έφεση και όχι για την Ειδοποίηση Πλειστηριασμού (Δελτίο Α). Το Δελτίο Α δεν μπορεί να ανασταλεί κατά την εισήγηση τους ούτε και να ακυρωθεί. Και επ'αυτής της πτυχής υπήρχε έλλειψη δικαιοδοσίας και έκδηλο λάθος του Δικαστηρίου.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1. Με βάση τις νομολογημένες αρχές περί ενεργοποίησης της δικαιοδοσίας προνομιακών ενταλμάτων, δεν ήταν ορθή η εισήγηση ότι είχε καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση για χορήγηση της σχετικής άδειας.

  2.   Το υπό κρίση διάταγμα εκδόθηκε μονομερώς μετά από αίτηση των εναγομένων/ανταπαιτητών με νομική βάση κυρίως το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 κατόπιν αιτήσεως των εναγομένων/ανταπαιτητών αφού το Δικαστήριο εκτίμησε τη δοθείσα μαρτυρία δια των ενόρκων δηλώσεων.

  3.   Έδωσε δε οδηγίες για κατάθεση εγγύησης και όρισε, ως ήταν υποχρέωση του, το διάταγμα επιστρεπτέο σε χρόνο που δεν ήταν υπέρμετρα μεγάλος.

  4.   Από τις 17.10.2016 ημερομηνία έκδοσης του ορίστηκε επιστρεπτέο στις 25.10 ημερομηνία κατά την οποία οι αιτητές δικαιούνται να εμφανιστούν και να φέρουν ένσταση.

  5.   Μάλιστα με βάση τους θεσμούς μπορούσαν να καταχωρήσουν την ένσταση τους ήδη (Δ.48 θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας) και να ζητήσουν αμέσως ακρόαση, το οποίο θα ήταν ένα ορθό και εύλογο διάβημα.

  6.   Τα ενυπόθηκα αυτά ακίνητα είναι αντικείμενο της πιο πάνω αγωγής και επ' αυτών οι αιτητές βασίζουν μέρος της αξίωσης τους, ως ενάγοντες. Οι δε εναγόμενοι αμφισβητώντας μεγάλο μέρος της απαίτησης των εναγόντων υποβάλλουν ανταπαίτηση στις 10.11.2015 και η ανταπαίτηση καλύπτει μεγάλο μέρος των συμβατικών σχέσεων των διαδίκων.

  7.   Εξ αυτού, ως προκύπτει έκδηλα από το ιστορικό, δεν  θα μπορούσαν τα περιστατικά της υπόθεσης να οδηγήσουν σε εύρημα του Δικαστηρίου για συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά με προνομιακό ένταλμα στο ότι οι εναγόμενοι επεδίωξαν μονομερώς θεραπεία στα πλαίσια της αγωγής και στο ότι δεν το έπραξαν στη διαδικασία αίτησης έφεσης, όπως ήταν η εισήγηση των αιτητών.

  8.   Αυτά τα θέματα ενδεχομένως να απασχολήσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο - εφόσον εγερθούν στα πλαίσια της εξέτασης της πλήρωσης ή μη των δύο πρώτων προϋποθέσεων του Άρθρου 32.

  9.   Κύρια θέση των αιτητών επί της αναγκαιότητας απόδοσης των αιτουμένων θεραπειών ήταν το ότι η ημερομηνία ορισμού του διατάγματος ως επιστρεπτέου είναι μία μέρα μετά τη διαδικασία που προγραμματίστηκε ο πλειστηριασμός. Αυτό, κατά τη θέση τους, καθιστά τη διαδικασία της αμφισβήτησης, πρωτόδικα ατελέσφορη. 

10. Ο ορισμός του πλειστηριασμού για πώληση σε συγκεκριμένη ημέρα και η εκ των πραγμάτων, λόγω της έκδοσης του διατάγματος, μη διεξαγωγή του την ημέρα αυτή δεν λειτουργεί ως αναιρετικό της όλης διαδικασίας που έχουν αρχίσει οι αιτητές δυνάμει του Ν.9/65 ως έχει τροποποιηθεί αφού εάν η αίτηση των εναγομένων τελικά δεν πείσει το Δικαστήριο, με αποτέλεσμα την ακύρωση του διατάγματος, αυτό δύναται ευχερώς να οδηγήσει σε νέα ημερομηνία διεξαγωγής του πλειστηριασμού.

11. Δεν προέκυπτε ότι ο ορισμός της ημερομηνίας αυτός καθ΄εαυτός αποτελεί την όλη διαδικασία πλειστηριασμού. Εκ των ιδίων των προνοιών του Άρθρου 44 και επόμενα (Ν.9/65) προκύπτει ότι η ημερομηνία πώλησης είναι ένα μέρος του πλειστηριασμού και δεν αντιστοιχεί εννοιολογικά με την όλη διαδικασία.

12. Τα πιο πάνω καλύπτουν με επάλληλο τρόπο και το θέμα ύπαρξης εναλλακτικής θεραπείας, αφού στο πρωτόδικο Δικαστήριο οι αιτητές δύνανται να αναπτύξουν τις θέσεις τους και να ζητήσουν εύλογα σύντομη εκδίκαση της αίτησης, το οποίο αποτελεί σε κάθε περίπτωση εγγενές καθήκον του Δικαστηρίου, όταν αυτό εκδίδει μονομερώς θεραπεία.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739,

 

Marewave Shipping & Trading Co. Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116,

 

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,

 

Easygroup Holdings Ltd (2016) 1 Α.Α.Δ. 1599, ECLI:CY:AD:2016:A309,

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109,

 

Μεστάνας (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1469,

 

Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878.

 

Αίτηση.

 

Στ. Πολυβίου (κα) με Ξ. Κόκκινου (κα), για τους Αιτητές.

 

Ex tempore

 

ΨαρA-ΜιλτιAδου, Δ.: Οι αιτητές είναι οι ενάγοντες στην αγωγή 2377/2014 Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, στα πλαίσια της οποίας οι εναγόμενοι-ανταπαιτητές εξασφάλισαν μονομερώς στις 17.10.2016 ενδιάμεσο διάταγμα επιστρεπτέο στις 25.10.1016 με το οποίο αναστέλλεται η ειδοποίηση περί δημοσίου πλειστηριασμού και/ή διαδικασία πλειστηριασμού ορισθείσα στις 24.10.2016 δύο ακινήτων των ως άνω εναγομένων για τα οποία οι αιτητές είχαν ενυπόθηκη εξασφάλιση. Είναι η έκδοση αυτού του διατάγματος που οδήγησε τους αιτητές στην παρούσα με την οποία ζητούν κυρίως:

 

(α) Άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari προς ακύρωση του προσωρινού διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου το οποίο εκδόθηκε στις 17.10.2016 και

 

(β) Αναστολή της ισχύος του προσωρινού διατάγματος ημερ. 17.10.2016 για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της αγωγής 2377/2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου εκκρεμούσης της παρούσας αίτησης και΄/ή οποιασδήποτε άλλης αίτησης ήθελε καταχωρηθεί με την άδεια του Δικαστηρίου.

 

Το πλήρες ιστορικό των επιδίκων θεμάτων καταγράφεται στην έκθεση γεγονότων και στην ένορκη δήλωση του Δ. Παπαδόπουλου, υπαλλήλου των αιτητών.

 

Σύνοψη του πιο πάνω ιστορικού παρατίθεται κατωτέρω: Στις 27.10.2014 καταχωρήθηκε εκ μέρους των αιτητών η ως άνω αγωγή, η οποία και εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, οι εναγόμενοι καταχώρησαν υπεράσπιση και ανταπαίτηση. Επίδικα θέματα στην ως άνω αγωγή είναι και τα έγγραφα υποθήκης για τα πιο πάνω ακίνητα. Τον Ιούνιο και Ιούλιο του 2016 οι αιτητές επέδωσαν προς τους εναγομένους διάφορες ειδοποιήσεις (τύπους και δελτία) οι οποίες προνοούνται από τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμος του 1965/9/1965, (Ν.9/1965), ως ετροποποιήθηκε, για διαδικασία πλειστηριασμού των πιο πάνω ακινήτων. Ενημερώνονταν, μεταξύ άλλων οι εναγόμενοι ότι θα λάβει χώρα πλειστηριασμός την ως άνω ημερομηνία. Υπήρξε απάντηση των δικηγόρων των εναγομένων και καταχώριση στις 30.6.2016 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου αίτηση έφεσης με αριθ.147/2016 με σκοπό την ακύρωση των σχετικών ειδοποιήσεων και/ή τύπων που αφορούσαν την πιο πάνω διαδικασία. Επί της αίτησης κατεχωρήθη ένσταση των αιτητών ημερ. 15.9.2016. Στις 11.10.2016 οι εναγόμενοι-ανταπαιτητές κατεχώρησαν στα πλαίσια της αγωγής - και όχι στα πλαίσια της αίτησης/έφεσης ανωτέρω - μονομερή αίτηση και πέτυχαν την αναστολή της πιο πάνω διαδικασίας πλειστηριασμού. Πρόκειται βεβαίως για το διάταγμα ημερ. 17.10.2016 το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της παρούσης διαδικασίας.

 

Οι αιτητές ζητούν ακριβώς να ενεργοποιήσουν το μηχανισμό των προνομιακών ενταλμάτων επικαλούμενοι τη μη ύπαρξη νομιμότητας εκ της έκδοσης του πιο πάνω διατάγματος.

 

Περαιτέρω οι ισχυρισμοί τους για την αναγκαιότητα των αιτουμένων θεραπειών, εν προκειμένω, έχουν ως εξής:

 

• Η διαδικασία δεν χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δηλαδή ως έφεση αφού αφορά τη νομιμότητα του ως άνω διατάγματος. 

 

• Δεν υπάρχει δυνατότητα λήψης άλλου ένδικου μέσου, λόγω του ότι το Δικαστήριο όρισε το προσωρινό διάταγμα επιστρεπτέο στις 25.10.2016, μίαν ημέρα μετά την ήδη προγραμματισμένη πώληση των ενυποθήκων ακινήτων για τις 24.10.2016.

 

• Υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα περίπτωση με βάση τις οποίες η δυνατότητα των αιτητών να καταχωρήσουν αίτηση παραμερισμού δεν είναι επαρκής και ή δυνατή λόγω του προγραμματισμού του πλειστηριασμού στις 24.10.2016.  Επικαλούνται οι αιτητές έκδηλη νομική πλάνη, λάθος ως εκ του ίδιου του περιεχομένου του διατάγματος και παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, αφού οι αιτητές δεν είχαν ακουστεί. Με αυτό τον τρόπο εισηγούνται το προσωρινό διάταγμα επενεργεί ως τελική θεραπεία.

 

• Περαιτέρω είναι η θέση τους ότι η μονομερής αίτηση έπρεπε και ή μπορούσε να καταχωρηθεί στα πλαίσια της εκκρεμούσης της αίτησης/έφεσης ως άνω όπως ορίζει ο Ν.9/1965. Επ' αυτής της πτυχής οι αιτητές αναφέρουν ότι μόνο για τον Τύπο ΙΑ μπορεί κάποιος να καταχωρήσει αίτηση/έφεση και όχι για την Ειδοποίηση Πλειστηριασμού (Δελτίο Α).  Το Δελτίο Α δεν μπορεί να ανασταλεί κατά την εισήγηση τους ούτε και να ακυρωθεί. Και επ' αυτής της πτυχής λοιπόν επικαλούνται έλλειψη δικαιοδοσίας και έκδηλο λάθος του Δικαστηρίου.

 

Η κα. Πολυβίου αγόρευσε ενώπιον μου σήμερα για τα πιο πάνω θέματα προσκομίζοντας σχετική νομολογία επί διαφόρων πτυχών της νομικής βάσης της αίτησης, ειδικά τονίζοντας ότι οι αιτούμενες θεραπείες είναι αναγκαίες ενόψει του ορισμού πώλησης των ενυποθήκων στις 24.10.2016. Πρόκειται για νέα νομοθεσία, ανέφερε η κα. Πολυβίου, η οποία δεν έχει τύχει ακόμη νομολογιακής επεξεργασίας από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Τα προνομιακά εντάλματα, όπως το certiorari εν προκειμένω, είναι ένα εξαιρετικό μέτρο και η απόδοσή του ασκείται πάντοτε με φειδώ στα πλαίσια των νομολογημένων αρχών.

 

Οφείλει η πλευρά των αιτητών να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και ή συζητήσιμης υπόθεσης που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.

 

Η διαδικασία αυτής της φύσης δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της εφετειακής λειτουργίας.  Μπορεί και πρέπει να έχει αντικείμενο αυτής τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Λυσιώτης (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 739 και Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Co. Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).

 

Το θέμα λοιπόν που πρώτιστα αναφύεται είναι αν, εκ πρώτης όψεως ως άνω, οι αιτητές έχουν τεκμηριώσει την αίτηση τους.  Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ΄εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση Κανόνων φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464 και Easygroup Holdings Ltd (2016) 1 , ECLI:CY:AD:2016:A309Α.Α.Δ. 1599).

 

Σημειώνεται ακόμη ότι εκεί όπου υπάρχει στη διάθεση των αιτητών εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι πιθανότητες έγκρισης τέτοιας αίτησης ουσιωδώς αναιρούνται και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις - όπου ακριβώς συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις - δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης προνομιακού ένταλμα ή χορηγείται το ένταλμα, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο (βλ. Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, Μεστάνας (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1469 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878).

 

Ειδικά για τη «σχέση» προνομιακών ενταλμάτων και την έκδοση ενδιαμέσων διαταγμάτων με βάση κυρίως το Άρθρο 32, ως εν προκειμένω, άκρως βοηθητική είναι η ανάλυση που γίνεται με αναφορά σε νομολογιακά παραδείγματα από το Σύγγραμμα Διατάγματα Injunctions των Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη σελ.323 κ.επ..

 

Έχω μελετήσει την αίτηση στη βάση των ενώπιον μου τεθέντων υπό το πρίσμα των πιο πάνω αρχών. Δεν θα συμφωνήσω με την ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών ότι έχει καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση για χορήγηση της σχετικής άδειας.

 

Το υπό κρίση διάταγμα εκδόθηκε μονομερώς μετά από αίτηση των εναγομένων/ανταπαιτητών με νομική βάση κυρίως το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 κατόπιν αιτήσεως των εναγομένων/ανταπαιτητών αφού το Δικαστήριο εκτίμησε τη δοθείσα μαρτυρία δια των ενόρκων δηλώσεων. Έδωσε δε οδηγίες για κατάθεση εγγύησης και όρισε, ως ήταν υποχρέωση του, το διάταγμα επιστρεπτέο σε χρόνο που δεν ήταν υπέρμετρα μεγάλος. Από τις 17.10.2016 ημερομηνία έκδοσης του ορίστηκε επιστρεπτέο στις 25.10 ημερομηνία κατά την οποία οι αιτητές δικαιούνται να εμφανιστούν και να φέρουν ένσταση. Μάλιστα με βάση τους θεσμούς μπορούσαν να καταχωρήσουν την ένσταση τους ήδη (βλ. Δ.48 θ.4 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας) και να ζητήσουν αμέσως ακρόαση, το οποίο θα ήταν ένα ορθό και εύλογο διάβημα. Τα ενυπόθηκα αυτά ακίνητα είναι αντικείμενο της πιο πάνω αγωγής και επ' αυτών οι αιτητές βασίζουν μέρος της αξίωσης τους, ως ενάγοντες. Οι δε εναγόμενοι αμφισβητώντας μεγάλο μέρος της απαίτησης των εναγόντων υποβάλλουν ανταπαίτηση στις 10.11.2015 και η ανταπαίτηση καλύπτει μεγάλο μέρος των συμβατικών σχέσεων των διαδίκων. Εξ αυτού, ως προκύπτει έκδηλα από το ιστορικό, δεν θεωρώ ότι θα μπορούσαν τα περιστατικά της υπόθεσης να οδηγήσουν σε εύρημα του Δικαστηρίου για συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά με προνομιακό ένταλμα στο ότι οι εναγόμενοι επεδίωξαν μονομερώς θεραπεία στα πλαίσια της αγωγής και στο ότι δεν το έπραξαν στη διαδικασία αίτησης έφεσης, όπως ήταν η εισήγηση της κας. Πολυβίου. Αυτά τα θέματα ενδεχομένως να απασχολήσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο - εφόσον εγερθούν στα πλαίσια της εξέτασης της πλήρωσης ή μη των δύο πρώτων προϋποθέσεων του Άρθρου 32.

 

Κύρια θέση των αιτητών επί της αναγκαιότητας απόδοσης των αιτουμένων θεραπειών είναι το ότι η ημερομηνία ορισμού του διατάγματος ως επιστρεπτέου είναι μία μέρα μετά τη διαδικασία που προγραμματίστηκε ο πλειστηριασμός. Αυτό, κατά τη θέση τους, καθιστά τη διαδικασία της αμφισβήτησης, πρωτόδικα ατελέσφορη. 

 

Ο ορισμός του πλειστηριασμού για πώληση σε συγκεκριμένη ημέρα και η εκ των πραγμάτων, λόγω της έκδοσης του διατάγματος, μη διεξαγωγή του την ημέρα αυτή δεν θεωρώ ότι λειτουργεί ως αναιρετικό της όλης διαδικασίας που έχουν αρχίσει οι αιτητές δυνάμει του Ν.9/1965 ως έχει τροποποιηθεί αφού εάν η αίτηση των εναγομένων τελικά δεν πείσει το Δικαστήριο, με αποτέλεσμα την ακύρωση του διατάγματος, αυτό δύναται ευχερώς να οδηγήσει σε νέα ημερομηνία διεξαγωγής του πλειστηριασμού. Δεν έχω πεισθεί ότι ο ορισμός της ημερομηνίας αυτός καθ' εαυτός αποτελεί την όλη διαδικασία πλειστηριασμού. Εκ των ιδίων των προνοιών του Άρθρου 44 και επόμενα (Ν.9/1965) προκύπτει ότι η ημερομηνία πώλησης είναι ένα μέρος του πλειστηριασμού και δεν αντιστοιχεί εννοιολογικά με την όλη διαδικασία.

 

Τα πιο πάνω καλύπτουν με επάλληλο τρόπο και το θέμα ύπαρξης εναλλακτικής θεραπείας, αφού στο πρωτόδικο Δικαστήριο οι αιτητές δύνανται να αναπτύξουν τις θέσεις τους και να ζητήσουν εύλογα σύντομη εκδίκαση της αίτησης, το οποίο αποτελεί σε κάθε περίπτωση εγγενές καθήκον του Δικαστηρίου, όταν αυτό εκδίδει μονομερώς θεραπεία.

 

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο