ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Angeo & Co Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 ΑΑΔ 374
Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692
Αναφορικά με την αίτηση του Ανδρέα Κιταλίδη κ.α., ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 99/2000., 26.10.2000
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΤΖΙΑΜΑ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 17/2017, 18/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:B468
HUSSEIN ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 252/2018, 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B206
ECLI:CY:AD:2016:D45
(2016) 1 ΑΑΔ 196
27 Ιανουαρίου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ DORA HOLDINGS LTD,
ΚΑΙ
ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΥ (CERTIORARI) ΚΑΙ/Η ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ 10419/07 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13/11/15, 19/11/15 ΚΑΙ 04/12/15 ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΠΕΤΡΕΨΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΟΥ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΗΚΑΝ, ΔΕΧΘΗΚΕ ΑΙΤΗΜΑ ΠΡΟΦΟΡΙΚΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΤΕΤΟΙΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΠΛΕΥΡΑΣ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ,
ΑΝΑΦΟΡΑ (STATEMENT)
ONOMA KAI ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΑΙΤΗΤΗ: DORA HOLDINGS LTD
(HE 10407), ΕΙΝΑΙ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΝΟΜΙΜΑ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΟΝ ΕΦΟΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 8/2016)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης με την οποία θα επιδιωκόταν η έκδοση πέντε προνομιακών ενταλμάτων Certiorari προς ακύρωση αποφάσεων πρωτόδικου Δικαστηρίου που λήφθηκαν κατά την αντεξέταση μάρτυρα των Αιτητών και οι οποίες αφορούσαν στην κατάθεση διαφόρων τεκμηρίων από άλλη δίκη ― Απορριπτική κατάληξη λόγω μη τήρησης δικονομικών προϋποθέσεων, ύπαρξης εναλλακτικού ένδικου μέσου και απουσίας εξαιρετικών περιστάσεων ― Μη ελέγξιμος με προνομιακό ένταλμα ο τρόπος άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των πρωτόδικων Δικαστηρίων.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Δικονομικές προϋποθέσεις ― Για να εξασφαλιστεί άδεια θα πρέπει να καταχωρηθεί μονομερής αίτηση, η οποία να συνοδεύεται από Έκθεση ― Αυτή θα πρέπει να προηγείται της ένορκης δήλωσης η οποία θα πρέπει να επιβεβαιώνει την Έκθεση.
Οι Αιτητές, ενάγοντες σε αγωγή, αιτήθηκαν άδεια για καταχώρηση αίτησης με την οποία θα επιδιωκόταν η έκδοση πέντε προνομιακών ενταλμάτων Certiorari προς ακύρωση διαφόρων αποφάσεων πρωτόδικου Δικαστηρίου που λήφθηκαν κατά την αντεξέταση του διευθυντή των Αιτητών και οι οποίες αφορούσαν στην κατάθεση διαφόρων τεκμηρίων από άλλη δίκη.
Σύμφωνα με τους Αιτητές, η κατάθεση των πιο πάνω τεκμηρίων ήταν παράνομη, καθότι:- (α) αυτά κατά παράβαση της Δ.28 θ.3 δεν αναφέρθηκαν στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων των Εναγομένων, (β) το αίτημα για κατάθεση των εγγράφων από τη στιγμή που αφορούσε έγγραφα εκτός της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης, δεν θα έπρεπε να είχε υποβληθεί προφορικά, κατά παράβαση της Δ.48 θ.2, αλλά γραπτώς, (γ) στερούσε από τους Αιτητές το δικαίωμα να εκφράσουν την άποψή τους, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος, (δ) παραβιάζει τις αρχές που αφορούν στο δεσμευτικό προηγούμενο και στο δεδικασμένο και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και (ε) οι σχετικές αποφάσεις με τις οποίες επετράπη η κατάθεση των τεκμηρίων ήταν αναιτιολόγητες, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η αίτηση δεν μπορούσε να επιτύχει για διάφορους λόγους, τόσο δικονομικούς, όσο και ουσίας.
2. Η αίτηση δεν συνοδευόταν από Έκθεση. Σύμφωνα με τη νομολογία, για να εξασφαλιστεί άδεια θα πρέπει να καταχωρηθεί μονομερής αίτηση, η οποία να συνοδεύεται από Έκθεση. Αυτή θα πρέπει να προηγείται της ένορκης δήλωσης η οποία θα πρέπει να επιβεβαιώνει την Έκθεση.
3. Ακόμη και αν η αίτηση δεν παρουσίαζε την πιο πάνω θεμελιακή δικονομική αδυναμία και πάλι θα απορριπτόταν, εφόσον δεν θα ικανοποιούσε την προϋπόθεση της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης ως προς την παρανομία των αποφάσεων των οποίων ζητείται η ακύρωση.
4. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με συγκεκριμένο τρόπο και ο τρόπος άσκησης της δεν μπορούσε να ελεγχθεί με προνομιακό ένταλμα.
5. Με τη διαδικασία του εντάλματος Certiorari παρέχεται η ευχέρεια στο Ανώτατο Δικαστήριο να ασκήσει έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, όμως η διαδικασία δεν αποσκοπεί στην αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.
6. Διαφορετικό αντίκρισμα του θέματος θα μετέτρεπε τη διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος σε υποκατάσταση της έφεσης, κάτι που δεν μπορεί να επιτραπεί.
7. Όμως, ακόμη και αν δεν υπήρχε ούτε αυτό το πρόβλημα και πάλι δεν θα χορηγείτο άδεια, αφού είναι γνωστή η νομολογιακή αρχή, ότι δεν παραχωρείται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εάν το Δικαστήριο πειστεί ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία.
8. Μόνο αν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί κατ' εξαίρεση να δοθεί άδεια. Στην προκειμένη περίπτωση, αναμφίβολα όχι μόνο υπήρχε το ένδικο μέσο της έφεσης, αλλά απουσίαζαν παντελώς οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις.
Η αίτηση για άδεια απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Angeo & Co Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374,
Σαρρής κ.ά. (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 801,
Re Apak Agro Industries κ.ά. (2000) 1(Α) Α.Α.Δ. 563,
Re Κιταλίδη κ.ά., Πολ. Αίτ. Αρ. 99/00, ημερ. 2/11/2000,
Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692.
Αίτηση.
Σ. Δράκος με Δ. Κουλαφέτη, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-
Η αίτηση
Με την αίτησή τους οι Αιτητές-Ενάγοντες, ζητούν άδεια για καταχώρηση αίτησης με την οποία να ζητούν την έκδοση πέντε προνομιακών ενταλμάτων Certiorari,* για να ακυρωθούν διάφορες αποφάσεις πρωτόδικου δικαστηρίου που λήφθηκαν κατά την αντεξέταση του διευθυντή των Αιτητών και οι οποίες αφορούσαν την κατάθεση διαφόρων τεκμηρίων από άλλη δίκη. Σύμφωνα με τους Αιτητές, η κατάθεση των πιο πάνω τεκμηρίων είναι παράνομη, καθότι:- (α) αυτά κατά παράβαση της Δ.28 θ.3 δεν αναφέρθηκαν στην ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων των Εναγομένων, (β) το αίτημα για κατάθεση των εγγράφων από τη στιγμή που αφορούσε έγγραφα εκτός της ένορκης δήλωσης αποκάλυψης, δεν θα έπρεπε να είχε υποβληθεί προφορικά, κατά παράβαση της Δ.48 θ.2, αλλά γραπτώς, (γ) στερεί από τους Αιτητές το δικαίωμα να εκφράσουν την άποψή τους, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος, (δ) παραβιάζει τις αρχές που αφορούν στο δεσμευτικό προηγούμενο και στο δεδικασμένο και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και (ε) οι σχετικές αποφάσεις με τις οποίες επετράπη η κατάθεση των τεκμηρίων είναι αναιτιολόγητες, κατά παράβαση του Άρθρου 30 του Συντάγματος.
Τα γεγονότα και οι νομικοί ισχυρισμοί
Η αίτηση δεν συνοδεύεται από Έκθεση όπως απαιτείται, αλλά συνοδεύεται μόνο από ένορκη δήλωση του Λουκή Παπαχριστοφόρου, διευθυντή των Αιτητών. Στην ένορκη δήλωση επισυνάπτονται 45 σελίδες από τα πρακτικά τριών συνεδριών του πρωτόδικου δικαστηρίου, χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε παραπομπή σε συγκεκριμένα σημεία ώστε να διαφανεί σε ποιες αποφάσεις εστιάζεται το παράπονο. Στα έγγραφα δεν επισυνάπτονται τα δικόγραφα ώστε να διαφανούν τα επίδικα θέματα, ενώ στην ένορκη δήλωση δεν δίδονται οποιαδήποτε πρόσθετα στοιχεία ώστε να αντιληφθεί το παρόν Δικαστήριο τα επίδικα θέματα μεταξύ των διαδίκων στην πρωτόδικη διαδικασία. Το μόνο που μπορεί να συναχθεί, και αυτό με κάποια επιφύλαξη, είναι ότι μεταξύ των διαδίκων υπήρξε άλλη αγωγή και οι εναγόμενοι στη δεύτερη αγωγή, φαίνεται να ισχυρίζονται ότι υπήρξε δεδικασμένο. Μετά τη σύντομη εξέταση του Διευθυντή των Αιτητών-Εναγόντων στη δεύτερη αγωγή, ακολούθησε μακρά αντεξέταση του κατά την οποία έγινε προσπάθεια να του τεθούν διάφορα έγγραφα και δικόγραφα από την πρώτη διαδικασία, ώστε το υλικό να αποτελέσει τη βάση για μετέπειτα εισήγηση αναφορικά με το δεδικασμένο. Σε κάθε στάδιο που ζητείτο η κατάθεση εγγράφου, ακόμα και για αναγνώριση, υπήρχε ένσταση εκ μέρους του δικηγόρου των Αιτητών, με αποτέλεσμα η διαδικασία να παραταθεί και να παρεκτραπεί, εφόσον το δικαστήριο δεν είχε την απαιτούμενη συνεργασία των δικηγόρων.
Κατάληξη
Η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει για διάφορους λόγους, τόσο δικονομικούς, όσο και ουσίας.
Πρώτον, η αίτηση δεν συνοδεύεται από Έκθεση. Σύμφωνα με τη νομολογία, για να εξασφαλιστεί άδεια θα πρέπει να καταχωρηθεί μονομερής αίτηση, η οποία να συνοδεύεται από Έκθεση. Αυτή θα πρέπει να προηγείται της ένορκης δήλωσης η οποία θα πρέπει να επιβεβαιώνει την Έκθεση (βλ. Angeo & Co Ltd (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 374, Σαρρής κ.ά. (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 801 και Σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα», Π. Αρτέμη, 1η Έκδοση, 2004, σελ. 39-40, 241 και 267-271).
Δεύτερον, ακόμη και αν η αίτηση δεν παρουσίαζε την πιο πάνω θεμελιακή δικονομική αδυναμία και πάλι θα απορρίπτετο, εφόσον δεν θα ικανοποιούσε την προϋπόθεση της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης ως προς την παρανομία των αποφάσεων των οποίων ζητείται η ακύρωση. Το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια με συγκεκριμένο τρόπο και ο τρόπος άσκησης της δεν μπορεί να ελεγχθεί με προνομιακό ένταλμα. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Re Apak Agro Industries κ.ά. (2000) 1(Α) Α.Α.Δ. 563, η παραχώρηση άδειας υπό τέτοιες συνθήκες ουσιαστικά θα ισοδυναμούσε με ανάμειξη του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην πρωτόδικη διαδικασία και διαταγή ουσιαστικά προς το πρωτόδικο δικαστήριο να μην αποδεχθεί τα συγκεκριμένα έγγραφα. Θα σήμαινε στην ουσία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο θα υπαγόρευε στο κατώτερο δικαστήριο πώς θα έπρεπε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, κάτι που δεν είναι επιτρεπτό (βλ. Re Κιταλίδη κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 99/00, ημερ. 2.11.2000). Με τη διαδικασία του εντάλματος Certiorari παρέχεται η ευχέρεια στο Ανώτατο Δικαστήριο να ασκήσει έλεγχο των κατώτερων δικαστηρίων, όμως η διαδικασία δεν αποσκοπεί στην αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης (Αναφορικά με την Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692). Διαφορετικό αντίκρισμα του θέματος θα μετέτρεπε τη διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος σε υποκατάσταση της έφεσης, κάτι που δεν μπορεί να επιτραπεί.
Όμως, ακόμη και αν δεν υπήρχε ούτε αυτό το πρόβλημα και πάλι δεν θα χορηγείτο άδεια, αφού είναι γνωστή η νομολογιακή αρχή, ότι δεν παραχωρείται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εάν το Δικαστήριο πειστεί ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία. Μόνο αν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί κατ' εξαίρεση να δοθεί άδεια. Στην προκειμένη περίπτωση, αναμφίβολα όχι μόνο υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης, αλλά απουσιάζουν παντελώς οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις.
Προτού δώσω την τελική μου κατάληξη, να μου επιτραπεί με κάθε σεβασμό ένα σχόλιο. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια αριθμητική αύξηση των αιτήσεων για άδεια για καταχώρηση προνομιακών ενταλμάτων. Ένας μεγάλος αριθμός αιτήσεων απορρίπτονται ως ανεδαφικές, κυρίως επειδή υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία. Όμως για την εκδίκαση αυτών των αιτήσεων αναλώνεται πολύτιμος δικαστικός χρόνος, ο οποίος θα πρέπει να διαφυλαχθεί για άλλη, πιο επείγουσα, δικαστική εργασία και για μείωση των καθυστερήσεων. Καλό θα ήταν το δικηγορικό σώμα από μόνο του να ασκεί τη μέγιστη δυνατή προσοχή στις περιπτώσεις που εξετάζει το ενδεχόμενο καταφυγής στο κατάλοιπο εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους που εξήγησα, η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.