ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:A18
(2016) 1 ΑΑΔ 46
15 Ιανουαρίου, 2016
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
(Πολιτική Έφεση Αρ. 5/2012)
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ,
Εφεσείων-Οφειλέτης,
v.
ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Πιστωτών,
(Πολιτική Έφεση Αρ. 62/2012)
ΑΛΕΚΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ,
Εφεσείων-Οφειλέτης
v.
ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Πιστωτών.
(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 5/2012, 62/2012)
Πτώχευση ― Παραμερισμός ειδοποίησης πτώχευσης ― Συνεκδικασθείσες εφέσεις εναντίον πρωτόδικων απορριπτικών αποφάσεων με τις οποίες απορρίφθηκαν αιτήσεις παραμερισμού ειδοποιήσεων πτώχευσης επί τω ότι, με τις ένορκες δηλώσεις που συνόδευαν τις αιτήσεις δεν ηγέρθη κανένας από τους λόγους που αναφέρονται στις νομοθετικές διατάξεις που ρυθμίζουν το θέμα ― Πτωχευτικός θεσμός 40(2) και Άρθρο. 3(1)(ζ) του περί Πτώχευσης Νόμου Κεφ. 5 ― Επικύρωση πρωτόδικων κρίσεων ότι τα θέματα που εγείρονταν με τις ένορκες δηλώσεις των εφεσειόντων/αιτητών δεν καλύπτονταν από τον Καν. 40(2) με αποτέλεσμα την απόρριψη τους ― Το πρωτόδικο Δικαστήριο σε τέτοια περίπτωση έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει μόνο τα όσα αναφέρονται στον Καν. 40(2) και τίποτε άλλο.
Πτώχευση ― Ειδοποίηση πτώχευσης ― Αποβλέπει στη διασφάλιση της περιουσίας του χρεώστη υπέρ όλων των πιστωτών του ― Δεν προέκυπτε στην προκειμένη, κατάχρηση διαδικασίας χωρίς αναφορά υπό των εφεσειόντων προκατάληψης ή λήψης εκβιαστικών ή καταπιεστικών μέτρων από τους εφεσίβλητους ― Τέτοιοι ισχυρισμοί πρέπει να εγείρονται με χωριστή αίτηση και όχι στο πλαίσιο αίτησης παραμερισμού ειδοποίησης πτώχευσης.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων οι αποφάσεις διαβάζονται στο σύνολο τους.]
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Λαϊκή Τράπεζα Λτδ. v. Δημητρίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 425,
Μερκής v. Intertobacco (Cyprus) Ltd. (2006) 1 Α.Α.Δ. 788,
Χαραλαμπίδης v. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 533.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τους οφειλέτες εναντίον των αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χατζηγιάννη, A.Ε.Δ.), (Ειδοποίηση Πτώχευσης Αρ. 997/11), ημερομηνίας 23/12/2011 για την Π.Ε. 5/2012 και (Ειδοποίηση Πτώχευσης Αρ. 998/11), (Καρακάννα, Α.Ε.Δ.), ημερομηνίας 28/12/11 για την Π.Ε. 62/2012.
Ε. Χειμώνας, για τους εφεσείοντες.
N. Κουρσάρης για Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ..
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:
Έφεση αρ. 5/12
Ο εφεσείων στις 24/10/11 καταχώρησε ένορκη δήλωση του με την οποία ζητούσε τον παραμερισμό ειδοποίησης πτώχευσης που του επιδόθηκε και η οποία εξεδόθη κατόπιν αίτησης των εφεσιβλήτων ημερ. 22/9/11. Στις 23/12/11, κατόπιν ακρόασης, το πρωτόδικο Δικαστήριο, απέρριψε το αίτημα του εφεσείοντα, κύρια, διότι με την Ένορκη Δήλωση-Αίτηση του δεν ήγειρε κανένα από τους λόγους που αναφέρονται στις νομοθετικές διατάξεις που ρύθμιζαν το θέμα, ήτοι ο πτωχευτικός θεσμός 40(2) και Άρθρο. 3(1)(ζ) του περί Πτώχευσης Νόμου Κεφ. 5. Οι λόγοι αυτοί είναι ότι αυτός εξόφλησε το χρέος του ή ότι έχει ανταπαίτηση, ανταξίωση ή συμψηφισμό που υπερβαίνει το χρέος του, θέματα τα οποία δεν θα μπορούσε να εγείρει στην αγωγή στην οποία λήφθηκε απόφαση εναντίον του.
Με δυο λόγους έφεσης προσβάλλεται από τον εφεσείοντα, η πρωτόδικη απόφαση ως λανθασμένη. Με τον πρώτο λόγο παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε κατά πόσο υπήρχε έγκυρη απόφαση που να υποστηρίζει την παράκληση των εφεσιβλήτων για έκδοση ειδοποίησης πτώχευσης.
Με το δεύτερο λόγο εισηγείται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε αναντίλεκτα γεγονότα που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του εφεσείοντα περιλαμβανομένου του ισχυρισμού περί κατάχρησης της διαδικασίας και άλλων ισχυρισμών.
Έφεση αρ. 62/2012
Κατά παρόμοιο τρόπο με τα γεγονότα της έφεσης αρ. 5/2012 εξελίχθηκαν και τα γεγονότα της παρούσας έφεσης. Κατόπιν παράκλησης των εφεσιβλήτων ημερ. 22/9/2011 εξεδόθη και επεδόθη στον εφεσείοντα ειδοποίηση πτώχευσης. Ο εφεσείων στις 24/10/11 καταχώρησε ένορκη δήλωση με την οποία ζήτησε την ακύρωση της επιδοθείσας σε αυτόν ειδοποίησης πτώχευσης. Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού άκουσε και τα δυο μέρη, με απόφαση του ημερ. 28/12/11 απέρριψε το αίτημα του εφεσείοντα/αιτητή, κυρίως για τον ίδιο λόγο που απέρριψε πρωτόδικα και η ευπαίδευτη Δικαστής το αίτημα του εφεσείοντα/αιτητή στην έφεση αρ. 5/2012. Στη σελ. 5 της πρωτόδικης απόφαση αναφέρονται καταληκτικά:
«Στην παρούσα αίτηση οι λόγοι που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε, δεν είναι αυτοί που προβλέπονται στον Κανονισμό 40(2) των Πτωχευτικών Θεσμών. Αν ο χρεώστης επιθυμούσε να επικαλεστεί λόγους για απόρριψη της αίτησης, άλλους από εκείνους που αναγράφονται στον πιο πάνω κανονισμό, θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό 16 των πιο πάνω Θεσμών.»
Οι λόγοι έφεσης και στην παρούσα περίπτωση αφορούν (1ος) την λανθασμένη κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το θέμα της έγκυρης απόφασης και/ή εκτελεστότητας της απόφασης (επί της οποίας στηρίζεται η παράκληση γι' έκδοση ειδοποίησης πτώχευσης) δεν μπορεί να εξεταστεί στο στάδιο της ειδοποίησης πτώχευσης αλλά στο επόμενο στάδιο ήτοι κατά την διάπραξη πράξης πτωχεύσεως και (2ος) την λανθασμένη και/η πλημμελή κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου να μην εξετάσει «το κατά πόσο υπήρχε έγκυρη και σε ισχύ απόφαση που να υποστηρίζει το θέμα της παράκλησης για έκδοση ειδοποίησης πτώχευσης.»
Ο εφεσείων, στην έφεση αρ. 5/12, είναι ο πρωτοφειλέτης στην εκδοθείσα απόφαση ημερ. 31/1/2000, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, που εξεδόθη στην αγωγή αρ. 6401/99 και ο εφεσείων στην Έφεση αρ. 62/2012 είναι ένας εκ των εγγυητών του.
Οι δυο εφέσεις συνεκδικάστηκαν κατόπιν αιτήματος και συμφωνίας όλων των μερών λόγω της ομοιότητας και ταύτισης ουσιαστικά των λόγων έφεσης.
Οι λόγοι έφεσης σε αμφότερες τις εφέσεις είναι αλληλένδετοι και θα τους συνεξετάσουμε.
Η εισήγηση των εφεσειόντων, όπως αυτή τέθηκε με σαφήνεια από τους ευπαίδευτους συνηγόρους τους, είναι περιληπτικά η ακόλουθη.
Η πρωτόδικη απόφαση, στην αγωγή αρ. 6401/99, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 31/1/3000, επί της οποίας στηρίχθηκε το αίτημα για την έκδοση των δύο ειδοποιήσεων πτώχευσης με αρ. 997/11 και 998/11 στις 22/9/11, δεν ήταν σε ισχύ και συνεπώς δεν ήταν εκτελεστή λόγω της παρέλευσης 6 ετών και/ή 10 ετών (μετά την τροποποίηση του Καν. 8 της Δ.40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας σε περίπτωση αναδρομικότητας της). Στηρίζουν την εισήγηση τους στο ακόλουθο απόσπασμα από το Annual Practice 1958 σελ. 1020 κάτω από τον τίτλο Bankruptcy Notice:
«Although the issue of a bankruptcy notice is not "execution", in practice the Bankruptcy Court requires the fiat of a Master before a notice will issue founded on a judgment more than six years."
Είναι περαιτέρω η εισήγηση τους ότι η άδεια εκτέλεσης της απόφασης ημερ. 31/1/2000, που δόθηκε στις 7/7/2006, χωρίς αναγραφή του χρόνου που αυτή ίσχυε, είχε ως αποτέλεσμα την εφαρμογή της πρακτικής που ίσχυε στην Αγγλία, που όπως επεξηγείται στο Annual Practice του 1958, σελ. 1021, διαρκεί για ένα έτος. Είναι καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σύμφωνα πάντοτε με τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων, να εξετάζει αυτεπάγγελτα «το θέμα της έγκυρης και σε ισχύ απόφασης (της εκτελεστότητας της απόφασης κατά το χρόνο καταχώρησης της ειδοποίησης πτώχευσης), πράγμα που στην παρούσα περίπτωση δεν το έπραξε.»
Αντίθετη είναι η προσέγγιση του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσιβλήτων. Σύμφωνα με αυτόν, οι προϋποθέσεις που τίθενται από τον πτωχευτικό κανονισμό Κ.40(2) ικανοποιούντο πλήρως και όλα όσα αναφέρονται από την άλλη πλευρά δεν ισχύουν στην παρούσα περίπτωση.
Το θέμα είναι απλό και έχει λυθεί από τη νομολογία μας από καιρό.
Όπως είναι παραδεκτό, αμφότεροι οι εφεσείοντες προκειμένου να ακυρώσουν τις επιδοθείσες σ' αυτούς ειδοποιήσεις πτώχευσης, επέλεξαν και καταχώρησαν ένορκες δηλώσεις στις 24/10/11. Η καταχώρηση ένορκης δήλωσης, όπως προβλέπεται ρητά από τον Καν. 41 των περί Πτωχεύσεως Θεσμών, επενεργεί (operates) ως αίτηση γι' ακύρωση της ειδοποίησης πτώχευσης.
Με την ένορκη του δήλωση ο οφειλέτης δεν μπορεί να εγείρει οποιοδήποτε άλλο θέμα παρά αυτά που ρητά αναφέρονται στον Καν. 40(2) των περί Πτωχεύσεως Θεσμών.
«40(2) There shall also be indorsed an intimation to the debtor that if he has a counterclaim, set-off, or cross demand which equals or exceeds the amount of the judgment debt or sum ordered to be paid, and which he could not have set up in the action or proceedings in which the judgment or order was obtained, he must within the time specified in the notice file an affidavit to that effect with the Registrar. Such affidavit shall be indorsed with an address within the town in which the registry of the Court is situated at which notices to the debtor may be left by the Registrar."
"41. The filing of such affidavit shall operate as an application to set aside the bankruptcy notice, and thereupon the Registrar shall fix a day for hearing such application, and not less than three days before the day so fixed shall give notice thereof both to the debtor and the creditor at the addresses given by them under rule 40. If the application cannot be heard until after the expiration of the time specified in the bankruptcy notice as the day on which the act of bankruptcy will be complete, the Court shall extend the time, and no act of bankruptcy shall be deemed to have been committed under the notice until the application has been heard and determined."
(οι υπογραμμίσεις είναι του Δικαστηρίου)
Όπως ξεκάθαρα φαίνεται από τους Κανονισμούς, το πρωτόδικο Δικαστήριο σε τέτοια περίπτωση έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει μόνο τα όσα αναφέρονται στον Καν. 40(2) και τίποτε άλλο. (βλ. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ. v. Δημητρίου (2008) 1 Α.Α.Δ. 425, 431). Παρέχεται σε χρεώστη η δυνατότητα δι' αιτήσεως επίκλησης και των όσων ρητά προβλέπονται στο Άρθρο 3(1)(ζ) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5 (πριν την τροποποίηση του) για ακύρωση ειδοποίησης πτώχευσης κάτω από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται σ' αυτό αλλά και άλλων λόγων πέραν αυτών, με ειδική αίτηση. (βλ. Μερκής v. Intertobacco (Cyprus) Ltd. (2006) 1 Α.Α.Δ. 788, 790).
Στα περιστατικά των υποθέσεων αυτών πολύ ορθά τα δύο πρωτόδικα Δικαστήρια αποφάσισαν ότι τα θέματα που εγείροντο με τις αιτήσεις/ένορκες δηλώσεις των εφεσειόντων/αιτητών δεν καλύπτοντο από τον Καν. 40(2) με αποτέλεσμα την απόρριψη τους.
Όσον αφορά την εισήγηση περί κατάχρησης της διαδικασίας, με την παράκληση έκδοσης των ειδοποιήσεων πτωχεύσεων, μετά από 12 έτη από την έκδοση της απόφασης, και πάλι παρατηρούμε ότι και το ζήτημα αυτό θα μπορούσε να εγερθεί με ξεχωριστή ειδική αίτηση, αλλά όχι στα πλαίσια ενόρκου δηλώσεως με την οποία επιδιώκεται η ακύρωση ειδοποίησης πτωχεύσεως. Η διαδικασία αποβλέπει στη διασφάλιση της περιουσίας του χρεώστη υπέρ όλων των πιστωτών του. Συνεπώς δεν βλέπουμε πως η υπό εξέταση διαδικασία αποτελεί κατάχρηση χωρίς αναφορά υπό των εφεσειόντων προκατάληψης ή λήψης εκβιαστικών ή καταπιεστικών μέτρων από τους εφεσίβλητους (βλ. Χαραλαμπίδης v. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 533).
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.