ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D383
(2015) 1 ΑΑΔ 1233
29 Μαΐου, 2015
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 4, 5, 6, 7, 13, 14, 45, 16 ΚΑΙ
72 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΟΥ 188(Ι)/2007,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΑΓΩΜΑΤΟΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΤΗΝ 30.12.2014 ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ
ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ
1. ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΟΥ,
2. ΚΟΡΝΗΛΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ,
3. ΣΟΦΙΑΣ ΜΠΟΥΝΤΑΚΙΔΟΥ,
4. TEXMART LTD,
5. MAGNIFIA GANDHILL LIMITED,
6. APL ALEXANDER PROPOTIONS LTD,
7. G. K. THEONELL BUILDING AND
CONSTRUCTION LTD ,
8. OKSANA VERYGA,
9. MARK ADAM KEIGHTLEY,
10. KALUGINA MARINA,
11. KALUGIN ANDREY,
12. SINCERITY ESTATES LIMITED,
ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 47/2015)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρισης αίτησης, προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, που θα στόχευε στην ακύρωση διατάγματος παγώματος τραπεζικών λογαριασμών, που εκδόθηκε, μονομερώς, από Επαρχιακό Δικαστήριο και οριστικοποιήθηκε αργότερα κατόπιν Ακρόασης ― Απορριπτική κατάληξη ― Ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου και απουσία εξαιρετικών περιστάσεων ― Απουσία ισχυρισμών περί ενδεχομένου ύπαρξης οποιουδήποτε δραστικού δυσμενούς επηρεασμού των οικονομικών συμφερόντων των αιτητών.
Οι αιτητές επιδίωξαν την παραχώρηση άδειας για καταχώριση αίτησης, προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, που θα στόχευε στην ακύρωση διατάγματος παγώματος τραπεζικών λογαριασμών, το οποίο εκδόθηκε, μονομερώς, εναντίον τους από Επαρχιακό Δικαστήριο και οριστικοποιήθηκε αργότερα ύστερα από ακρόαση.
Το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε δυνάμει των σχετικών προνοιών του Άρθρου 14 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007, (Ν. 188(Ι)/2007), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Η πρόνοια που περιλήφθηκε στο επίδικο διάταγμα κατά την οριστικοποίηση του και στην οποία αναφερόταν ότι αυτό «οριστικοποιείται μέχρις ότου επισυμβεί κάτι που να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες του Άρθρου 14(6) του Ν. 188(1)/2007 για ακύρωση του» συνιστούσε καταφανές νομικό σφάλμα το οποίο εμφαινόταν στην όψη του πρακτικού.
β) Η γενικότητα στη διατύπωση της πρόνοιας, συνεπεία της αναφοράς στο Άρθρο 14(6), δημιουργούσε αβεβαιότητα ως προς το χρόνο παραμονής του διατάγματος σε ισχύ και ως προς το καθεστώς που εφαρμόζεται για την ακύρωσή του. Συνέτρεχαν προς τούτο εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν την έγκριση της άδειας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το υπό αναφορά διάταγμα, εκδόθηκε μονομερώς. Ακολούθως, επιδόθηκε ειδοποίηση, σχετικά, προς όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτό, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 14(5)(β) του Ν. 188(Ι)/2007 και ακολούθησε η οριστικοποίηση.
2. Σε σχέση με την ακολουθητέα, σε τέτοιες περιπτώσεις, διαδικασία, σχετική είναι η εξής πρόνοια:
Το Άρθρο 72(1) του Ν. 188(Ι)/2007 προνοεί:-
«72. - (1) Κατά την έκδοση οποιωνδήποτε διαταγμάτων, δυνάμει του παρόντος Νόμου, στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ρητή πρόνοια στον παρόντα Νόμο, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι σχετικές διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, εξαιρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, που αφορά την έκδοση διαταγμάτων χωρίς ειδοποίηση:»
3. Επομένως, μη εφαρμοζομένου του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, ένα διάταγμα παγώματος, το οποίο εκδίδεται μονομερώς δυνάμει του Άρθρου 14(5)(α) του Ν. 188(Ι)/2007, δεν ορίζεται επιστρεπτέο.
4. Ούτε τα επηρεαζόμενα πρόσωπα, τα οποία, στο μεταξύ, ειδοποιούνται περί της ύπαρξής του, αν διαφωνούν με αυτό, προβαίνουν στην καταχώριση ειδοποίησης ένστασης, όπως συμβαίνει σε σχέση με προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδίδεται μονομερώς δυνάμει του Άρθρου 9 του Κεφ. 6.
5. Ένα επηρεαζόμενο πρόσωπο, όμως, δε σημαίνει πως δεν έχει στη διάθεσή του κάποιο δικονομικό μέτρο, το οποίο μπορεί να λάβει, για προστασία των συμφερόντων του. Εναπόκειται στο ίδιο, αν αυτό διαφωνεί με την παραμονή του διατάγματος σε ισχύ, να ενεργήσει αναλόγως.
6. Συγκεκριμένα, επηρεαζόμενο πρόσωπο, εφαρμοζόμενων των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 72(1) του Ν. 188(Ι)/2007, άρα και της Δ.48, δικαιούται, κατ' επίκληση του κ. 8(4) αυτής, να υποβάλει αίτηση διά κλήσεως, μεταξύ άλλων, για την ακύρωση του εν λόγω διατάγματος.
7. Αυτή είναι η διαδικασία η οποία ακολουθείται σε περίπτωση που πρόσωπο θεωρεί ότι το ίδιο επηρεάζεται από διάταγμα παγώματος, δεδομένων και των προνοιών του Άρθρου 14(6), που προβλέπουν για τις περιπτώσεις ακύρωσης ή τροποποίησης ενός τέτοιου διατάγματος.
8. Στη συνέχεια, το επηρεαζόμενο πρόσωπο, αν δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του Δικαστηρίου στην πιο πάνω διαδικασία και συνεχίσει η ισχύς του διατάγματος παγώματος, μπορεί να υποβάλει έφεση και να επιδιώξει την ακύρωσή του με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 72(2).
9. Στο πλαίσιο, της παρούσας αίτησης, δεν είναι υπό κρίση η ορθότητα της διαδικασίας η οποία ακολουθήθηκε, η δε παραμονή σε ισχύ του υπό αναφορά διατάγματος παγώματος, μετά και την οριστικοποίησή του, υπάρχει ως μία πραγματικότητα.
10. Επομένως, οι αιτητές, εφόσον διαφωνούσαν με αυτήν και, ειδικά, με τους όρους τους οποίους έθεσε το Δικαστήριο, με αναφορά στις πρόνοιες του Άρθρου 14(6) του Νόμου, ως προς την παραμονή του διατάγματος σε ισχύ, έπρεπε, σύμφωνα με τις ρητές πρόνοιες του Άρθρου 72(2), ανωτέρω, να προβούν στην καταχώριση έφεσης, προκειμένου να επιδιώξουν την ανατροπή της σχετικής απόφασης.
11. Οι αιτητές δεν προβήκαν στη λήψη του πιο πάνω μέτρου, αλλά καταχώρισαν την παρούσα αίτηση, επικαλούμενοι την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, στηρίζοντας τη θέση τους στην απόφαση Aeroflot Russian International Airlines (1996) 1 A.A.Δ. 145.
12. Η παρούσα υπόθεση είναι εντελώς διαφορετική. Δεν υπάρχει, λόγω της συνέχισης της ισχύος του διατάγματος παγώματος, ισχυρισμός για ενδεχόμενο ύπαρξης οποιουδήποτε δραστικού δυσμενούς επηρεασμού των οικονομικών συμφερόντων των αιτητών.
13. Στο βαθμό δε που ανάλογος ισχυρισμός αναφέρεται σε επηρεασμό των οικονομικών συμφερόντων τρίτων προσώπων, διαπιστώνεται ότι αυτός είναι άσχετος, δεδομένου ότι τα εν λόγω πρόσωπα δεν είναι αιτητές στην παρούσα διαδικασία.
14. Υπάρχει μόνο προς εξέταση η θέση περί ύπαρξης σφάλματος στην απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία οριστικοποιήθηκε το διάταγμα παγώματος και, δη, σε σχέση με την πρόνοια σε αυτή για παραμονή του σε ισχύ στη βάση των προνοιών του Άρθρου 14(6).
15. Το δικονομικό μέτρο, το οποίο είχαν στη διάθεσή τους οι αιτητές, ήταν αυτό της έφεσης και σε εκείνο έπρεπε να καταφύγουν, προκειμένου να επιδιώξουν την ανατροπή της εν λόγω απόφασης.
Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Aeroflot Russian International Airlines (1996) 1 A.A.Δ. 145.
Αίτηση.
Μ. Ιωάννου, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, δώδεκα, φυσικά και νομικά πρόσωπα, όλοι μαζί, ζητούν να τους παραχωρηθεί άδεια για καταχώριση αίτησης, διά της οποίας να επιδιώξουν την έκδοση εντάλματος certiorari. Ο σκοπός της θεραπείας αυτής θα είναι η ακύρωση του διατάγματος παγώματος τραπεζικών λογαριασμών, το οποίο εκδόθηκε, μονομερώς, εναντίον τους από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 30.12.2014 και οριστικοποιήθηκε στις 17.3.2015, μετά από ακρόαση, η οποία διεξήχθη inter partes. Το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε δυνάμει των σχετικών προνοιών του Άρθρου 14 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007, (Ν. 188(Ι)/2007), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.
Για την ακρίβεια, με το ένταλμα certiorari, θα επιδιωχθεί η ακύρωση του υπό αναφορά διατάγματος, με αφορμή την πρόνοια που περιλήφθηκε σε αυτό κατά την οριστικοποίησή του, η οποία αναφέρει τους όρους συνέχισης της ισχύος του. Θεωρείται, από τους αιτητές, ότι η εν λόγω πρόνοια συνιστά καταφανές νομικό σφάλμα, το οποίο εμφαίνεται στην όψη του πρακτικού και, συγκεκριμένα, στη σελίδα 26 της αιτιολογημένης απόφασης του εκδικάσαντος Δικαστηρίου. Αυτή είναι διατυπωμένη ως εξής:-
«Υπό το φως όλων των πιο πάνω το Διάταγμα ημερομηνίας 30.12.14 οριστικοποιείται μέχρις ότου επισυμβεί κάτι που να ενεργοποιήσει τις πρόνοιες του Άρθρου 14(6) του Ν. 188(1)/2007 για ακύρωση του.»
Οι πρόνοιες του Άρθρου 14(6) του Ν. 188(Ι)/2007, στις οποίες γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο πιο πάνω απόσπασμα από την απόφαση, έχουν ως ακολούθως:-
«(6) Το διάταγμα παγώματος -
(α) Δύναται να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί αναφορικά με την περιουσία που επηρεάζεται·
(β) ακυρώνεται μετά την περάτωση της ποινικής διαδικασίας εναντίον του κατηγορουμένου για τα αδικήματα για τα οποία κατηγορείται·
(γ) ακυρώνεται αν αίτηση δυνάμει του Άρθρου 35 (Επανεξέταση υπόθεσης) ή του Άρθρου 36 (Αναθεώρηση υπολογισμού εσόδων) δεν υποβληθεί σε εύλογο κατά τη γνώμη του δικαστηρίου χρόνο.»
Υπό το φως, λοιπόν, των πιο πάνω νομοθετικών προνοιών, οι αιτητές, μέσω της έκθεσης που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, προβάλλουν διάφορους λόγους, για τους οποίους θεωρούν ότι η υπό αναφορά πρόνοια στην απόφαση είναι νομικά εσφαλμένη. Συνοψίζοντάς τους, οι αιτητές, ουσιαστικά, θέτουν θέμα ότι η γενικότητα στη διατύπωσή της, συνεπεία της αναφοράς στο Άρθρο 14(6), δημιουργεί αβεβαιότητα ως προς το χρόνο παραμονής του διατάγματος σε ισχύ και ως προς το καθεστώς που εφαρμόζεται για την ακύρωσή του.
Τα όσα εκτίθενται πιο πάνω, σε συνάρτηση με τις σχετικές πρόνοιες του υπό αναφορά Νόμου, διαγράφουν επαρκώς το πλαίσιο, εντός του οποίου θα διενεργηθεί η εξέταση του ουσιώδους θέματος, ανωτέρω, το οποίο προβάλλουν οι αιτητές, ως λόγο, για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. Προς συμπλήρωση, όμως, της πραγματικής εικόνας, την οποία οι αιτητές έθεσαν, συγχρόνως, ενώπιον του Δικαστηρίου, με ισχυρισμούς οι οποίοι αναφέρονται στην έκθεση και στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζουν την αίτηση, μπορούν να αναφερθούν και τα εξής: Συγκεκριμένα, ένας τέτοιος ισχυρισμός είναι ότι τα χρήματα τα οποία βρίσκονται στους λογαριασμούς που παγώθηκαν ανήκουν σε τρίτα πρόσωπα, τα οποία δεν ήταν διάδικα μέρη στη διαδικασία ενώπιον του εκδώσαντος το διάταγμα Δικαστηρίου. Να σημειωθεί πως ούτε στην παρούσα διαδικασία τα πρόσωπα αυτά συμμετέχουν ως αιτητές.
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την εν λόγω δικογραφία, το διάταγμα φαίνεται να αφορά μόνο τους πρώτους επτά αιτητές, τα ονόματα των οποίων αναφέρονται στην έκθεση. Για τους άλλους πέντε, δηλαδή τους υπ' αρ. 8 έως 12, δεν αναφέρεται υπό ποιες περιστάσεις αυτοί καταχώρισαν την παρούσα αίτηση. Με άλλα λόγια, δεν αποκαλύπτεται αυτοί να έχουν locus standi στην παρούσα διαδικασία. Στη βάση δε του προαναφερθέντος ισχυρισμού, το ίδιο, μάλλον, πρέπει να ισχύει και για τους επτά πρώτους αιτητές. Επομένως, μέτρα για την ακύρωση του διατάγματος θα έπρεπε να είχαν λάβει τα, κατ' ισχυρισμό, επηρεαζόμενα από αυτό τρίτα πρόσωπα και κανένας άλλος. Βέβαια, δεν ήταν αυτή, ακριβώς, η άποψη του εκδικάσαντος Δικαστηρίου, όταν αυτό, στις 17.3.2015, οριστικοποίησε το διάταγμα, το οποίο είχε προηγουμένως, στις 30.12.2014, εκδώσει μονομερώς. Εν πάση περιπτώσει, όπως θα διαφανεί στη συνέχεια, ο ισχυρισμός των αιτητών ότι δικαιούχοι των λογαριασμών που παγώθηκαν είναι τρίτα πρόσωπα προβλήθηκε, μάλλον, προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένου σκοπού.
Το υπό αναφορά διάταγμα, όπως, ήδη, αναφέρθηκε, εκδόθηκε μονομερώς. Ακολούθως, επιδόθηκε ειδοποίηση, σχετικά, προς όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυτό, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 14(5)(β) του Ν. 188(Ι)/2007. Στη συνέχεια, εφαρμόστηκε η διαδικασία αναθεώρησής του, δεδομένης, πλέον, της ύπαρξης ενώπιον του εκδικάσαντος Δικαστηρίου και της ένστασης των επηρεαζομένων προσώπων, ήτοι των εδώ αιτητών 1 έως 7. Διεξήχθη ακρόαση και, στις 17.3.2015, το Δικαστήριο εξέδωσε την αιτιολογημένη απόφασή του, με την οποία οριστικοποίησε το διάταγμα, υπό τους όρους που αναφέρονται στο απόσπασμα που παρατίθεται πιο πάνω.
Σε σχέση με την ακολουθητέα, σε τέτοιες περιπτώσεις, διαδικασία, πρέπει, παρεμπιπτόντως, να αναφερθούν, τα εξής: Κατ' αρχάς, το Άρθρο 72(1) του Ν. 188(Ι)/2007 προνοεί:-
«72. - (1) Κατά την έκδοση οποιωνδήποτε διαταγμάτων, δυνάμει του παρόντος Νόμου, στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ρητή πρόνοια στον παρόντα Νόμο, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι σχετικές διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, εξαιρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, που αφορά την έκδοση διαταγμάτων χωρίς ειδοποίηση:»
Επομένως, μη εφαρμοζομένου του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, ένα διάταγμα παγώματος, το οποίο εκδίδεται μονομερώς δυνάμει του Άρθρου 14(5)(α) του Ν. 188(Ι)/2007, δεν ορίζεται επιστρεπτέο. Ούτε τα επηρεαζόμενα πρόσωπα, τα οποία, στο μεταξύ, ειδοποιούνται περί της ύπαρξής του, αν διαφωνούν με αυτό, προβαίνουν στην καταχώριση ειδοποίησης ένστασης, όπως συμβαίνει σε σχέση με προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδίδεται μονομερώς δυνάμει του Άρθρου 9 του Κεφ. 6. Ένα επηρεαζόμενο πρόσωπο, όμως, δε σημαίνει πως δεν έχει στη διάθεσή του κάποιο δικονομικό μέτρο, το οποίο μπορεί να λάβει, για προστασία των συμφερόντων του. Εναπόκειται στο ίδιο, αν αυτό διαφωνεί με την παραμονή του διατάγματος σε ισχύ, να ενεργήσει αναλόγως. Συγκεκριμένα, επηρεαζόμενο πρόσωπο, εφαρμοζομένων των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 72(1) του Ν. 188(Ι)/2007, άρα και της Δ.48, δικαιούται, κατ' επίκληση του κ. 8(4)* αυτής, να υποβάλει αίτηση διά κλήσεως, μεταξύ άλλων, για την ακύρωση του εν λόγω διατάγματος. Αυτή είναι η διαδικασία η οποία ακολουθείται σε περίπτωση που πρόσωπο θεωρεί ότι το ίδιο επηρεάζεται από διάταγμα παγώματος, δεδομένων και των προνοιών του Άρθρου 14(6), ανωτέρω, που προβλέπουν για τις περιπτώσεις ακύρωσης ή τροποποίησης ενός τέτοιου διατάγματος.
Στη συνέχεια, το επηρεαζόμενο πρόσωπο, αν δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του Δικαστηρίου στην πιο πάνω διαδικασία και συνεχίσει η ισχύς του διατάγματος παγώματος, μπορεί να υποβάλει έφεση και να επιδιώξει την ακύρωσή του. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 72(2), «... διατάγματα που εκδίδονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ..., υπόκεινται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, με εφαρμογή κατ' αναλογίαν των σχετικών διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.». Στα εν λόγω διατάγματα, περιλαμβάνεται το διάταγμα παγώματος το οποίο εκδίδεται δυνάμει του Άρθρου 14(1) του Ν. 188(Ι)(2007. Στο πλαίσιο, βέβαια, της παρούσας αίτησης, δεν είναι υπό κρίση η ορθότητα της διαδικασίας η οποία ακολουθήθηκε, η δε παραμονή σε ισχύ του υπό αναφορά διατάγματος παγώματος, μετά και την οριστικοποίησή του, υπάρχει ως μία πραγματικότητα. Επομένως, οι αιτητές, εφόσον διαφωνούσαν με αυτήν και, ειδικά, με τους όρους τους οποίους έθεσε το Δικαστήριο, με αναφορά στις πρόνοιες του Άρθρου 14(6) του Νόμου, ως προς την παραμονή του διατάγματος σε ισχύ, έπρεπε, σύμφωνα με τις ρητές πρόνοιες του Άρθρου 72(2), ανωτέρω, να προβούν στην καταχώριση έφεσης, προκειμένου να επιδιώξουν την ανατροπή της σχετικής απόφασης.
Οι αιτητές δεν προέβηκαν στη λήψη του πιο πάνω μέτρου, αλλά καταχώρισαν την παρούσα αίτηση, επικαλούμενοι την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, στηρίζοντας τη θέση τους στην απόφαση του Καλλή, Δ., στην Aeroflot Russian International Airlines (1996) 1 A.A.Δ. 145. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε σε παρόμοιας φύσεως διαδικασία, στην οποία είχε κριθεί ότι: «Παρά την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου ο παράγοντας που σχετίζεται με τις επιπτώσεις του διατάγματος συνιστά εξαιρετική περίσταση.», (βλ. σελίδα 151). Προηγουμένως, είχε διαπιστωθεί ότι το εκεί εξεταζόμενο προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα θα επιδρούσε δραστικά, με καταστροφικές, ίσως, επιπτώσεις στην επιχειρηματική δραστηριότητα των αιτητών. Επομένως, χορηγήθηκε η αιτούμενη άδεια.
Η παρούσα υπόθεση είναι εντελώς διαφορετική. Δεν υπάρχει, λόγω της συνέχισης της ισχύος του διατάγματος παγώματος, ισχυρισμός για ενδεχόμενο ύπαρξης οποιουδήποτε δραστικού δυσμενούς επηρεασμού των οικονομικών συμφερόντων των αιτητών. Στο βαθμό δε που ανάλογος ισχυρισμός αναφέρεται σε επηρεασμό των οικονομικών συμφερόντων τρίτων προσώπων, διαπιστώνεται ότι αυτός είναι άσχετος, δεδομένου ότι τα εν λόγω πρόσωπα δεν είναι αιτητές στην παρούσα διαδικασία. Υπάρχει μόνο προς εξέταση η θέση περί ύπαρξης σφάλματος στην απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία οριστικοποιήθηκε το διάταγμα παγώματος και, δη, σε σχέση με την πρόνοια σε αυτή για παραμονή του σε ισχύ στη βάση των προνοιών του Άρθρου 14(6). Το δικονομικό μέτρο, το οποίο είχαν στη διάθεσή τους οι αιτητές, ήταν αυτό της έφεσης και σε εκείνο έπρεπε να καταφύγουν, προκειμένου να επιδιώξουν την ανατροπή της εν λόγω απόφασης.
Με βάση τα ανωτέρω, η αίτηση δεν εγκρίνεται και απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.