ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:D101

(2015) 1 ΑΑΔ 268

12 Φεβρουαρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 30.2 ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΑ

ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964),

ΑΡΘΡΟ 6(1) ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ

ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ

ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ 53 ΘΕΣΜΟΙ 1-14 (Η ΟΠΟΙΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΙ ΣΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ 59 ΘΕΣΜΟΙ 3-8 ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΑΓΓΛΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ), ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,

ΤΟ ΚΟΙΝΟΔΙΚΑΙΟ, ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑΣ, ΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΗ, ΤΙΣ ΣΥΜΦΥΕΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΝΑΓΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΣΤΙΣ 29/1/2015 ΝΑ ΑΠΟΡΡΙΨΕΙ ΑΙΤΗΜΑ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ 1097, 7338, 7397, 7233, 7587 ΚΑΙ 7206/12 ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΟΤΙ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΓΓΕΛΘΕΙ ΣΤΙΣ 9/12/2014 ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΚΗΓΟΡΟ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΟΝΟΥΜΕΝΩΝ/ΑΙΤΗΤΩΝ AMSTESO ELECTRIC

LTD (ΑΡ. 1) ΣΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η

PROHIBITION ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΤΗΣ ΕΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΝΑΓΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 24/2015)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης που θα στόχευε στην έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης απορριπτικής απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου, σε αίτημα για εξαίρεση Δικαστού ― Απορριπτική κατάληξη ― Διαπίστωση ύπαρξης εναλλακτικού ένδικου μέσου και απουσία εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εφαρμοστέες αρχές ― Ο τρόπος άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του κατώτερου Δικαστηρίου, δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα, εκτός εάν είναι εμφανές ότι ως αποτέλεσμα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του, παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα του αιτητή, χωρίς αυτός να έχει άλλη θεραπεία ή αν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία, διαπιστώνεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων οι οποίες συνηγορούν υπέρ της χορήγησης της αιτούμενης άδειας για καταχώρηση αίτησης Certiorari.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η σχετική εξουσία του δικαστηρίου δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης ― Ο μεγάλος χρόνος που χρειάζεται για εκδίκαση της έφεσης δεν συνιστά εξαιρετική περίσταση, εφόσον η εκδίκαση μιας έφεσης μπορεί πάντοτε να επισπευσθεί, εάν κριθεί ότι υπάρχει καλός λόγος.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εξαιρετικές περιστάσεις ― Η αρχή που προβλέπει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά, ανεξάρτητα εάν ο λόγος που επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης, σχετίζεται με έλλειψη δικαιοδοσίας.

 

Οι Αιτητές αιτήθηκαν άδεια προς καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως που θα στόχευε στην έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης απόφασης Δικαστού Επαρχιακού Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο ποινικών υποθέσεων και ήταν απορριπτική αιτήματος που υποβλήθηκε από το δικηγόρο των Αιτητών και αφορούσε στην εξαίρεση της.

 

Ζητήθηκε δε και η έκδοση σχετικού προς τούτο προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος Prohibition.

 

Σύμφωνα με την Έκθεση και την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση, στις 5.12.2014, στα πλαίσια εκδίκασης αίτησης στην Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση 1135/11, έλαβε χώρα λεκτικό επεισόδιο μεταξύ του δικηγόρου των Αιτητών και της Δικαστού, με αποτέλεσμα ο πρώτος να υποβάλει στις 9.12.2014 καταγγελία στο Ανώτατο Δικαστήριο για τη συμπεριφορά της Δικαστού. Για το συγκεκριμένο παράπονο, όπως αναφερόταν, δεν είχε λάβει οποιαδήποτε ενημέρωση κατά πόσο ολοκληρώθηκε η έρευνα ή όχι.

 

Προς υποστήριξη της αίτησης, οι αιτητές υπέβαλαν τις κάτωθι θέσεις:

 

α)  Η μη αποδοχή των αιτημάτων τους για εξαίρεση της Δικαστού, ήταν  παράνομη, καθότι παραβίαζε το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το αντίστοιχο Άρθρο 6(1) της Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.

 

β)  Υπήρξε παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.

 

γ)  Είναι άκρως αντιφατικό εκ μέρους της συγκεκριμένης Δικαστού να θεωρήσει ότι ήταν πρέπον να εξαιρεθεί από την πρώτη υπόθεση στην οποία υποβλήθηκε αντίστοιχο αίτημα, όχι όμως από τις άλλες έξι υποθέσεις. 

 

δ)  Υπήρχε έκδηλη παρανομία, εκ πρώτης όψεως υπόθεση και εξαιρετικές περιστάσεις για ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας προνομιακών ενταλμάτων.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και τα λοιπά παράπονα των Αιτητών, αποτελούν μια από τις εκφάνσεις της έλλειψης δικαιοδοσίας. Επομένως η νομολογία που αφορά στην έλλειψη δικαιοδοσίας καθίστατο απόλυτα σχετική.

 

2.  Όποια και να ήταν τα παράπονα των Αιτητών, παρέμενε το γεγονός ότι οι Αιτητές είχαν στη διάθεσή τους το ένδικο μέσο της έφεσης.

 

3.  Δεν εντοπιζόταν οτιδήποτε που σύμφωνα με τη νομολογία θα μπορούσε να συνιστά εξαιρετική περίσταση.

 

4.  Πέραν των πιο πάνω, τα παράπονα των Αιτητών σχετίζονταν περισσότερο με τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, ο οποίος δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα.

 

5.  Δεν μπορούσε να γίνει δεκτή η εισήγηση του δικηγόρου των Αιτητών ότι η δικαστής θα έπρεπε να αποφασίσει και τις άλλες αιτήσεις που ακολούθησαν.

 

6.  Δυνητικά δεν μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αν την πρώτη φορά έπραξε λάθος, θα έπρεπε κατ' ανάγκη να το επαναλάβει και στις μετέπειτα υποθέσεις.

 

7.  Εν πάση περιπτώσει, το ζητούμενο σε διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος, δεν είναι η ορθότητα της απόφασης, αλλά η νομιμότητά της.

 

8.  Ούτε το άλλο επιχείρημα του δικηγόρου των αιτητών ευσταθούσε, ότι η δικαστής θα έπρεπε να εξαιρεθεί επειδή ο ίδιος θα έδιδε μαρτυρία στην υπόθεση. Κατ' αρχάς, το ότι ο ίδιος γνώριζε ότι θα έδιδε μαρτυρία, θα έπρεπε να τον οδηγήσει στην απόφαση να μην ενεργεί και ταυτόχρονα ως δικηγόρος διαδίκων.

 

9.  Βέβαια, η εισήγηση υπονοούσε κάτι άλλο, ότι η δικαστής ένεκα της υποβολής παραπόνου από το δικηγόρο των Αιτητών, θα μεροληπτούσε όχι μόνο εναντίον του ίδιου του δικηγόρου, αλλά και των ίδιων των Αιτητών. Ήταν ωστόσο αχρείαστος ο σχολιασμός μια τέτοιας άστοχης εισήγησης, η οποία δεν υποστηριζόταν από τη νομολογία που υπάρχει επί του θέματος.

 

10. Δεν προέκυπτε υπό τις περιστάσεις, πραγματική πιθανότητα προκατάληψης. Όπως έχει νομολογηθεί, εικασίες ή καχυποψίες δεν είναι αρκετές για να εδραιώσουν προκατάληψη.

 

11. Με τη διαπίστωση ύπαρξης άλλου ένδικου μέσου και την απουσία εξαιρετικών περιστάσεων, η αιτούμενη άδεια δεν μπορούσε να παραχωρηθεί.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Χριστοφίδης (Αρ. 1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 613,

 

Καψάλης (Αρ. 1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 729,

 

Ποπ (2014) 1 Α.Α.Δ. 805, ECLI:CY:AD:2014:D252,

 

Χαρίλαος Αποστολίδης και Σία Λτδ και A. Panayides Contracting Ltd - Κοινοπραξία (2013) 1 Α.Α.Δ. 2302,

 

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

 

R. v. Epping and Harlow General Commissioners [1983] 3 All ER 257,

Χρίστου (2011) 1 Α.Α.Δ. 2085,

 

Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878,

 

Typye v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 279.

 

Aίτηση.

 

Π. Μιχαήλ, για τους Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-

 

H αίτηση

 

Με την αίτησή τους οι Αιτητές Amsteso Electric Ltd ζητούν άδεια του Δικαστηρίου για να καταχωρήσουν αίτηση διά κλήσεως με την οποία να ζητούν την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari και Prohibition. Απώτερος στόχος της αίτησης είναι:-

 

(Α)  Η ακύρωση της απόφασης της Δικαστού του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Νάγιας Οικονόμου, ημερ. 29.1.2015 στις Ιδιωτικές Ποινικές Υποθέσεις 7097/12, 7338/12, 7397/12, 7233/12, 7587/12 και 7306/12, στις οποίες απέρριψε αίτημα που της υποβλήθηκε από το δικηγόρο των Αιτητών, για εξαίρεσή της.

 

(Β)  Διάταγμα με το οποίο να αναστέλλονται όλες οι δικαστικές διαδικασίες στις πιο πάνω υποθέσεις και

 

(Γ)  Προσωρινό διάταγμα Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στην πιο πάνω Δικαστή από του να συνεχίσει με την εκδίκαση των πιο πάνω υποθέσεων, μέχρι νεώτερης διαταγής του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα και οι νομικοί ισχυρισμοί

 

Σύμφωνα με την Έκθεση και την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, στις 5.12.2014, στα πλαίσια εκδίκασης αίτησης στην Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση 1135/11, έλαβε χώρα λεκτικό επεισόδιο μεταξύ του δικηγόρου των Αιτητών και της Δικαστού Νάγιας Οικονόμου, με αποτέλεσμα ο πρώτος να υποβάλει στις 9.12.2014 καταγγελία στο Ανώτατο Δικαστήριο για τη συμπεριφορά της Δικαστού. Για το συγκεκριμένο παράπονο δεν έχει λάβει οποιαδήποτε ενημέρωση κατά πόσο ολοκληρώθηκε η έρευνα ή όχι.

 

Στα πλαίσια της Ιδιωτικής Ποινικής Υπόθεσης 30201/14, στην οποία κατήγοροι ήταν οι νυν Αιτητές, ο δικηγόρος τους κ. Πέτρος Μιχαήλ υπέβαλε προφορικό αίτημα για εξαίρεση της πιο πάνω Δικαστού. Η Δικαστής, στις 23.12.2014 εξέδωσε απόφαση, με την οποία αποδέχθηκε το αίτημα και εξαιρέθηκε από την εκδίκαση της υπόθεσης. Καθοριστικός παράγοντας φαίνεται, από ότι αναφέρεται στην απόφαση, να ήταν «το πρόσφατο της επιστολής-καταγγελίας ως επίσης και η μη ολοκλήρωση εκείνης της διαδικασίας.». 

 

Στις 12.1.2015 υποβλήθηκαν παρόμοια αιτήματα και στις άλλες έξι ιδιωτικές ποινικές υποθέσεις που αναφέρθηκαν πιο πάνω, στις οποίες κατήγοροι ήταν οι νυν Αιτητές. Η έντιμη Δικαστής, αφού άκουσε το δικηγόρο των Αιτητών, στις 29.1.2015 απέρριψε και τα έξι αιτήματα που υποβλήθηκαν για εξαίρεσή της. Οι Αιτητές θεωρούν τη μη αποδοχή των αιτημάτων τους για εξαίρεση της Δικαστού, ως παράνομη, καθότι παραβιάζει το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το αντίστοιχο Άρθρο 6(1) της Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Παράλληλα, θεωρούν ότι παραβιάζονται οι αρχές φυσικής δικαιοσύνης. Τέλος, θεωρούν ότι είναι άκρως αντιφατικό εκ μέρους της συγκεκριμένης Δικαστού να θεωρήσει ότι ήταν πρέπον να εξαιρεθεί από την πρώτη υπόθεση, όχι όμως από τις άλλες έξι υποθέσεις. Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Αιτητών θεωρεί ότι πρόκειται περί έκδηλης παρανομίας και το Δικαστήριο θα πρέπει να δεχθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και να παραχωρήσει την αιτούμενη άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari και Prohibition.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος για τους Αιτητές αγορεύοντας ενώπιον μου, πέραν της παραβίασης των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και του συνταγματικού δικαιώματος των πελατών του να τύχουν ανεπηρέαστης ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον αμερόληπτου δικαστηρίου, εξήγησε επίσης, ότι ένας παραπάνω λόγος γιατί θα έπρεπε να εξαιρεθεί η δικαστής, είναι επειδή όλες οι υποθέσεις αφορούν τη μη πληρωμή δικηγορικών εξόδων και ο ίδιος θα είναι μάρτυρας στην υπόθεση. Σε ερώτηση του δικαστηρίου, δεν αμφισβήτησε ότι υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, αλλά εισηγήθηκε ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.  Όπως εξήγησε, τα ίδια τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση, συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις.

Η κατάληξη

 

Κατ' αρχάς η παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και τα λοιπά παράπονα των Αιτητών, αποτελούν μια από τις εκφάνσεις της έλλειψης δικαιοδοσίας. Σχετικές επί του θέματος είναι οι υποθέσεις Χριστοφίδης (Αρ. 1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 613 και Καψάλης (Αρ. 1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 729. Επομένως η νομολογία που αφορά στην έλλειψη δικαιοδοσίας καθίσταται απόλυτα σχετική.

 

Όπως είχα την ευκαιρία να εξηγήσω στις υποθέσεις Ποπ (2014) 1 Α.Α.Δ. 805, ECLI:CY:AD:2014:D252, και Χαρίλαος Αποστολίδης και Σία Λτδ και A. Panayides Contracting Ltd - Κοινοπραξία (2013) 1 Α.Α.Δ. 2302, η εξουσία του δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά στο κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης. Γι' αυτό ακόμη και στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη ή όπου προκύπτει από την όψη του πρακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης ότι το κατώτερο δικαστήριο προβαίνει σε νομικό λάθος ή διαπιστώνονται άλλες παραβιάσεις, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν χορηγεί διάταγμα Certiorari, αν είναι της άποψης ότι υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα που θα μπορούσε να λάβει ο Αιτητής. Μόνο αν αποδειχθεί η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων μπορεί να δοθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και η αγγλική υπόθεση R. v. Epping and Harlow General Commissioners [1983] 3 All ER 257. Πέραν τούτου, σε περιπτώσεις που το κατώτερο δικαστήριο ασκεί διακριτική ευχέρεια μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, ο τρόπος άσκησης της δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα, εκτός εάν είναι εμφανές ότι ως αποτέλεσμα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα του αιτητή, χωρίς αυτός να έχει άλλη θεραπεία ή αν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία, διαπιστώνεται η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων οι οποίες συνηγορούν υπέρ της χορήγησης της αιτούμενης άδειας για καταχώρηση αίτησης Certiorari.

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν αμφισβητείται από τους Αιτητές ότι υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης. Επομένως εκείνο που θα πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσον υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Ο κ. Μιχαήλ εκ μέρους των Αιτητών εισηγήθηκε ότι η έφεση θα πάρει χρόνο με αποτέλεσμα εάν τελικά επιτύχει, να έχει ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία στο κατώτερο δικαστήριο με συνέπειες στην υπόθεση των Αιτητών και αυτό κατά τη γνώμη του αποτελεί εξαιρετική περίσταση. Έχει κατ' επανάληψη λεχθεί ότι ο μεγάλος χρόνος που χρειάζεται για εκδίκαση της έφεσης δεν συνιστά εξαιρετική περίσταση, εφόσον η εκδίκαση μιας έφεσης μπορεί πάντοτε να επισπευσθεί, εάν κριθεί ότι υπάρχει καλός λόγος (βλ. Χρίστου (2011) 1 Α.Α.Δ. 2085). Πέραν τούτου, έχει διευκρινιστεί νομολογιακά, ότι η αρχή που προβλέπει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά, ανεξάρτητα εάν ο λόγος που επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης σχετίζεται με έλλειψη δικαιοδοσίας (βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878). Όποια και να είναι τα παράπονα των Αιτητών, παραμένει το γεγονός ότι οι Αιτητές είχαν στη διάθεσή τους το ένδικο μέσο της έφεσης. Έχω εξετάσει με μεγάλη προσοχή τα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών έθεσε ενώπιον μου και δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που σύμφωνα με τη νομολογία θα μπορούσε να συνιστά εξαιρετική περίσταση.

 

Πέραν των πιο πάνω, τα παράπονα των Αιτητών σχετίζονται περισσότερο με τον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, ο οποίος όπως έχω εξηγήσει, δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα. Ο δικηγόρος των Αιτητών υποστήριξε επίσης ότι η δικαστής ενώ εξαιρέθηκε σε μια υπόθεση, στη συνέχεια αντιφατικά άλλαξε άποψη και αποφάσισε, για τους λόγους που εξήγησε, ότι δεν θα εξαιρείτο από τις άλλες έξι υποθέσεις. Όμως και αυτό εντάσσεται στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, το λανθασμένο της οποίας μπορεί να ελεγχθεί με έφεση. Θα πρέπει εκ του περισσού να επισημάνω επίσης ότι η ορθότητα της πρώτης απόφασης της δικαστού να εξαιρεθεί, δεν έχει ελεγχθεί δικαστικά. Χωρίς να αποφασίζω οτιδήποτε επί της ορθότητας της πρώτης απόφασης, θα έλεγα ότι δεν μπορεί να γίνει δεχτή η εισήγηση του δικηγόρου των Αιτητών ότι η δικαστής θα έπρεπε να αποφασίσει και τις άλλες αιτήσεις που ακολούθησαν.  Δυνητικά δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι αν την πρώτη φορά έπραξε λάθος, θα έπρεπε κατ' ανάγκη να το επαναλάβει και στις μετέπειτα υποθέσεις. Εν πάση περιπτώσει, το ζητούμενο σε διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος, δεν είναι η ορθότητα της απόφασης, αλλά η νομιμότητά της.

 

Ούτε το άλλο επιχείρημα του κ. Μιχαήλ ευσταθεί, ότι η δικαστής θα έπρεπε να εξαιρεθεί επειδή ο ίδιος θα έδιδε μαρτυρία στην υπόθεση. Κατ' αρχάς, το ότι ο ίδιος γνώριζε ότι θα έδιδε μαρτυρία, θα έπρεπε να τον οδηγήσει στην απόφαση να μην ενεργεί και ταυτόχρονα ως δικηγόρος διαδίκων. Βέβαια, η εισήγηση υπονοεί κάτι άλλο, ότι η δικαστής ένεκα της υποβολής παραπόνου από το δικηγόρο των Αιτητών, θα μεροληπτούσε όχι μόνο εναντίον του ίδιου του δικηγόρου, αλλά και των ίδιων των Αιτητών. Θεωρώ εντελώς αχρείαστο να σχολιάσω μια τέτοια άστοχη εισήγηση, η οποία δεν υποστηρίζεται από τη νομολογία που υπάρχει επί του θέματος της προκατάληψης. Κατ' αρχάς δεν συμφωνώ ότι ο αντικειμενικός παρατηρητής θα μπορούσε να σχηματίσει την εντύπωση ότι υπάρχει υπό τις περιστάσεις, πραγματική πιθανότητα προκατάληψης. Όπως έχει νομολογηθεί, εικασίες ή καχυποψίες δεν είναι αρκετές για να εδραιώσουν προκατάληψη και είναι λυπηρό που ο κ. Μιχαήλ πιστεύει διαφορετικά. Όπως ορθά αναφέρθηκε στην υπόθεση Typye v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 279, οι δικαστές και οι δικηγόροι «είναι πεπαιδευμένοι και έμπειροι επαγγελματίες» και γνωρίζουν πολύ καλά πώς να αποστασιοποιούνται από τέτοιου είδους παράπονα και να παραμένουν απερίσπαστοι στο καθήκον τους. Διαφορετική προσέγγιση θα ήταν ολέθρια για το σύστημα απονομής δικαιοσύνης.

 

Με τη διαπίστωση ύπαρξης άλλου ένδικου μέσου και την απουσία εξαιρετικών περιστάσεων, η αιτούμενη άδεια δεν μπορεί να παραχωρηθεί.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο