ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D849
(2015) 1 ΑΑΔ 2859
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 126/2015)
18 Δεκεμβρίου 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 16 ΚΑΙ 17 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 27, 28, 29, 32, 33 ΚΑΙ 34 ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦ. 155, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. ΚΑΙ (2) ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΕΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ
ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26.09.2015
--------------------------------------
Αίτηση ημερ. 7 Δεκεμβρίου 2015
για αναστολή διαδικασίας
Α. Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Αιτητές.
Π. Πολυβίου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Καθ΄ ου η αίτηση 2 παρών.
------------------------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ (Ex tempore)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Με την Πολιτική Αίτηση αρ. 124/2015 είχε δοθεί από αυτό το Δικαστήριο άδεια για την καταχώρηση διά κλήσεως αιτήσεως για έκδοση εντάλματος Certiorari με σκοπό τη διερεύνηση της δυνατότητας ακύρωσης του εντάλματος έρευνας που είχε εκδοθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας. Σε εκείνο το πλαίσιο, το Δικαστήριο παραχωρώντας την άδεια και αφού απέρριψε όσες θεραπείες ζητούνταν με την αίτηση που δεν ήσαν αμιγώς θεραπείες για έκδοση Certiorari, εξέδωσε και διάταγμα αναστολής των όσων διαβημάτων και διαδικασιών είχαν γίνει στο πλαίσιο της ενεργοποίησης και εκτέλεσης του εντάλματος έρευνας, χάριν δε αποτελεσματικής εφαρμογής της αναστολής, αποφασίστηκε από το Δικαστήριο ότι οτιδήποτε είχε παραληφθεί δυνάμει του εντάλματος έρευνας δεν θα έπρεπε να τύχει περαιτέρω επεξεργασίας, αλλά να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα έρευνας προς φύλαξη όλων των παραληφθέντων, μέχρι την τελεσφόρηση της διά κλήσεως διαδικασίας για έκδοση εντάλματος Certiorari.
Ακολούθησε η Πολιτική Αίτηση αρ. 126/2015, η οποία είναι η διά κλήσεως αίτηση που έγινε για την έκδοση του προνομιακού εντάλματος Certiorari, η οποία βεβαίως επεδόθη στη Δημοκρατία. Το Δικαστήριο αφού άκουσε τις εκτεταμένες αγορεύσεις από τις δύο πλευρές και τις θέσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων, κατέληξε στην ακύρωση του εντάλματος έρευνας με απόφαση του ημερ. 30.11.2015. Το Δικαστήριο ακυρώνοντας το ένταλμα έρευνας ημερ. 26.9.2015, ανέφερε καταληκτικά ότι: «Συνακόλουθα όποιες ενέργειες εκτελέσθηκαν από την αστυνομία στη βάση και ως αποτέλεσμα του εντάλματος ακυρώνονται.»
Αυτό είναι το σύντομο ιστορικό το οποίο οδήγησε στην καταχώρηση της παρούσας υπό κρίση μονομερούς αρχικά αίτησης από την πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα, η οποία κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου, επεδόθη με αποτέλεσμα να ακουσθούν σήμερα οι ευπαίδετοι συνήγοροι επιχειρηματολογώντας υπέρ και εναντίον της αίτησης.
Με την αίτηση επιδιώκεται η αναστολή της διαδικασίας επιστροφής των ληφθέντων δυνάμει του πρωτόδικου και τώρα ακυρωθέντος εντάλματος έρευνας τεκμηρίων, μέχρι την αποπεράτωση και την πλήρη εκδίκαση της καταχωρηθείσας εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου, Πολιτικής Έφεσης υπ΄ αρ. 348/2015. Επιδιώκεται επίσης διάταγμα για τη διατήρηση, φύλαξη και ή επιστροφή και παράδοση των τεκμηρίων για σκοπούς αστυνομικής φύλαξης στο Δικαστήριο στην περίπτωση που αυτά έχουν ήδη δοθεί πριν την έκδοση της απόφασης στην παρούσα αίτηση, δηλαδή, αν είχαν παραληφθεί από τους αιτητές τα τεκμήρια μετά την έκδοση της απόφασης στην Πολιτική Αίτηση αρ. 126/2015, αυτά να επιστραφούν στο Πρωτοκολλητείο ή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας. Και, τρίτο, επιδιώκεται διάταγμα για την παραμονή σε ισχύ και ενεργό εφαρμογή του μέρους του διατάγματος του Δικαστηρίου που είχε εκδοθεί στην Πολιτική Αίτηση αρ. 124/2015, ώστε να παραμείνουν τα τεκμήρια προς φύλαξη, ασχέτως της ακύρωσης μεταγενέστερα του εντάλματος έρευνας, μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης.
Η αίτηση βασίζεται στη Δ.35 θθ. 18 και 19, στις γενικές και τις συμφυείς εξουσίες και πρακτικές του Δικαστηρίου. Το πρώτο που πρέπει να λεχθεί είναι ότι η αίτηση αυτή εισάγεται στην προνομιακή διαδικασία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και δεν είναι αυτοτελής, εφόσον έχει εισαχθεί στο πλαίσιο της Πολιτικής Αίτησης αρ. 126/2015. Επομένως, καλύπτεται από ό,τι η νομολογία έχει καθορίσει ως προς τη δικαιοδοσία των προνομιακών ενταλμάτων και των συνακόλουθων επί αυτών επιπτώσεων.
Από την υπόθεση Christofi v. Iacovidou (1985) 1 C.L.R. 713, που ήταν διαδικασία Certiorari, έχει αποφασιστεί ότι η Δ.35 θ.18, εκτός του ότι εφαρμόζεται σε διατάγματα τα οποία απαιτούν κάποια θετική ενέργεια προς εκτέλεση και σχετιίζεται με την ορθότητα της απόφασης η οποία βρίσκεται υπό έφεση, δεν έχει εφαρμογή σε προνομιακές διαδικασίες. Η απόφαση στη Christofi v. Iacovidou, υιοθετήθηκε αργότερα στην Εμπεδοκλής (Αρ. 2) (2009) 1 Α.Α.Δ. 158, όπου το Δικαστήριο αρνήθηκε να δώσει αναστολή στην απορριφθείσα από το ίδιο αίτηση Certiorari στην Εμπεδοκλής (Αρ. 1) (2009) 1 Α.Α.Δ. 122. Ο λόγος που το Δικαστήριο εκεί αρνήθηκε την αναστολή ήταν, στη βάση της Christofi v. Iacovidou, ότι είναι αντινομικό να αναστέλλεται προηγούμενο διάταγμα σε προνομιακή διαδικασία.
Όλη αυτή η νομολογία εξετάστηκε με λεπτομέρεια στη μεταγενέστερη Εμπεδοκλής (Αρ. 3) (2009) 1 Α.Α.Δ. 529, όπου λέχθηκε, μεταξύ άλλων, από την Ολομέλεια, ότι δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις εφέσεως από αποφάσεις του ιδίου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι θθ 18 και 19 της Δ.35, κατά την ενάσκηση της προνομιακής του δικαιοδοσίας. Η προνομιακή διαδικασία, όπως αναφέρθηκε, δεν έχει καμιά σχέση με τους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς. Είναι γνωστό επίσης ότι η Δ.35 θ.18, δεν εναποθέτει στο Δικαστήριο εξουσία γενικής αναστολής διαδικασίας, αλλά περιορίζεται σε θέματα εκτέλεσης. Και οι διαδικασίες («proceedings») που αναφέρονται στο σχετικό θ.18 της Δ.35, αφορούν διαδικασίες επικουρικές της υπό έφεση απόφασης, όπως διαδικασίες κατάσχεσης χρημάτων στα χέρια τρίτου ή διαδικασία κάτω από το Κεφ. 62. Σχετικές αποφάσεις είναι οι Re E.S. an infant (1986) 1 C.L.R. 110, Christofidou v. Nemitsas (1963) 2 C.L.R. 269 και Ιωσηφάκης ν. Αριστοδήμου (1990) 1 Α.Α.Δ. 284. Η άλλη απόφαση στη σειρά, η Εμπεδοκλής Αρ. 2 (2009) 1 Α.Α.Δ. 986, επιβεβαίωσε τη νομολογία περί του περιορισμού της εμβέλειας της Δ.35 θ.18, όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της, αλλά και όσον αφορά την εφαρμογή της σε προνομιακές διαδικασίες.
Ούτε η σύμφυτη εξουσία που αναφέρεται και υποστηρίζει την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα στην υπό κρίση περίπτωση, είναι βοηθητική διότι η σύμφυτη εξουσία δεν μπορεί να επενεργήσει ως όπλο εκεί που δεν υπάρχει ουσιαστική νομική βάση προερχόμενη από νομοθετική ή κανονιστική διάταξη. Και μετέπειτα θα έπρεπε να αποδειχθεί στον ύψιστο βαθμό ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να εφαρμοστεί η συμφυής εξουσία του Δικαστηρίου προς αναστολή οποιασδήποτε δικαστικής απόφασης. Αυτά λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις Ρόπας ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 234, Εμπεδοκλής Αρ. 3 - πιο πάνω -, Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 151 και Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείου, υπόθ. αρ. 1335/2009, ημερ. 21.2.2012.
Αφαιρουμένου λοιπόν του υποβάθρου της νομικής βάσης στην οποία η αίτηση αυτή βασίζεται, καταρρέει ουσιαστικά και οποιοδήποτε από τα τρία επιδιωκόμενα διατάγματα αναστολής.
Πρέπει όμως να λεχθεί και το εξής. Η ακύρωση του εντάλματος έρευνας με την απόφαση του Δικαστηρίου στις 30.11.2015 στην Πολιτική Αίτηση αρ. 126/2015, αναγκαστικά και μοιραίως έχει συμπαρασύρει οτιδήποτε το οποίο είχε ήδη εκτελεσθεί από πλευράς της Αστυνομίας μετά την έκδοση του εντάλματος έρευνας. Ό,τι νομιμοποιείτο η Αστυνομία κατά την εκτέλεση του εντάλματος έρευνας να παραλάβει από πλευράς τεκμηρίων, ήταν υπό την αίρεση της προνομιακής διαδικασίας την οποία εισήγαγαν οι παραπονούμενοι αιτητές. Η τελεσφόρηση της διαδικασίας στις 30.11.2015, με την ακύρωση του εντάλματος έρευνας, έχει ως συνέπεια ότι η Αστυνομία δεν νομιμοποιείται πλέον να κατακρατεί οτιδήποτε το οποίο είχε ληφθεί κατά τη διαδικασία εκτέλεσης του εντάλματος έρευνας. Εάν αυτό συνέβαινε θα ήταν αντινομικό και η Αστυνομία στην ουσία θα παρανομούσε. Αυτό το οποίο ζητείται με την παρούσα αίτηση, απολήγει στην ουσία στο ίδιο. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να μπορούν να κατακρατούνται τεκμήρια, έστω λόγω της εκκρεμοδικίας της έφεσης, διότι θα δίδετο έτσι η άδεια του Δικαστηρίου σε ζήτημα που έχει ήδη κριθεί παράνομο. Εφόσον δε η νομική βάση της αίτησης, η Δ.35 θθ.18, ή η συμφυής εξουσία του Δικαστηρίου, δεν μπορούν να υποστηρίξουν την αίτηση, δεν είναι νοητό να δοθεί ουσιαστικά αναστολή μέρους της απόφασης ημερ. 30.11.2015 ή της επίπτωσης αυτής.
Τα όσα βεβαίως ο κ. Αριστείδης έχει αναφέρει σήμερα στην αγόρευση του με επίκληση της Ανδρέας Ησαΐας κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποινικής Έφεσης αρ. 179/2011, ημερ. 22.10.2013, δεν έχουν σχέση με τη διαδικασία αυτή, που είναι, υπενθυμίζεται και πάλι, προνομιακής φύσεως, δηλαδή, ανήκει στο κατ΄ εξαίρεση προνόμιο του Δικαστηρίου να εκδίδει ή να μην εκδίδει ένταλμα ακύρωσης διαταγής κατώτερου Δικαστηρίου. Συνακόλουθα δεν υπάρχει καμιά εξουσία αναστολής οποιασδήποτε πτυχής της απόφασης αυτής. Πέραν τούτου, στην Ησαΐας είχε εκδοθεί συγκεκριμένο διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων μετά από αίτηση της Αστυνομίας στη βάση του άρθρου 32 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155. Η διαπιστωθείσα αυτοτέλεια της κατακράτησης των εκεί παραληφθέντων αντικειμένων σύμφωνα με τη νομολογία, συναρτάτο και προς τη διαδικασία στοιχειοθέτησης και καταχώρησης ποινικής δίωξης. Στην παρούσα περίπτωση δεν υπάρχει αυτοτελές Δικαστικό Διάταγμα κατακράτησης τεκμηρίων. Ήταν, αντίθετα, στο πλαίσιο μη χρησιμοποίησης και επεξεργασίας οποιωνδήποτε παραληφθέντων αντικειμένων από την Αστυνομία, που το ίδιο το Δικαστήριο έδωσε ανάλογες οδηγίες, μέχρι την εκδίκαση της αίτησης Certiorari εφόσον σκοπός της αίτησης ήταν ο έλεγχος της νομιμότητας του εκδοθέντος εντάλματος έρευνας. Με την ακύρωση του τελευταίου, δεν παρέμεινε οτιδήποτε που νομίμως θα μπορούσε πλέον να κατακρατείται.
Η αίτηση λοιπόν απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογισθούν από το Πρωτοκολλητείο και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ