ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:A708
(2015) 1 ΑΑΔ 2287
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτικές Εφέσεις Αρ. E183/2013
και Ε183Α/2013
23 Oκτωβρίου, 2015
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
Πολιτική Έφεση Αρ. Ε183/2013
ΜΕΤΑΞΥ:
1. ΣΟΛΩΜΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΡΑΣΙΑΛΗ
2. ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΑΠΑΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
3. ΑΡΙΣΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ
4. ΑΝΤΩΝΗ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ
5. ΑΝΘΙΜΟΥ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ
6. ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ ΠΕΤΟΥΣΗ
7. ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΥΠΕΡΟΥΝΤΑΣ ΛΤΔ
Εφεσειόντων-Eναγομένων
ν.
ΑΝΤΩΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα
--------
Πολιτική Έφεση Αρ. E183Α/2013
ΜΕΤΑΞΥ:
ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ
Εφεσείοντα-Eναγόμενου 3
ν.
ΑΝΤΩΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα
Αίτηση ημερ. 19.12.14
Ν. Νεοκλέους προσωπικά και για Ν. Πιριλλίδη, για εφεσείοντες -
καθ΄ ων η αίτηση στην έφεση Ε183/14
Μ. Θεοδοσίου για κ. Μ. Μυλωνά, για εφεσείοντα - καθ΄ ου η αίτηση
στην έφεση Ε183Α/13
Ε. Πουργουρίδης, για Εφεσίβλητο - αιτητή και στις δύο εφέσεις
-------
EΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Χριστοδούλου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Με νομικό υπόβαθρο τη Δ.35 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών και τον Καν.10 του περί Εφέσεων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996, ο εφεσίβλητος των δύο συνενωμένων εφέσεων (στο εξής ο αιτητής) ζητά την απόρριψη των εφέσεων στο παρόν στάδιο της προδικασίας, στη βάση ότι καταχωρίστηκαν εκπρόθεσμα και ότι είναι προδήλως αβάσιμες και/ή ασκήθηκαν κατά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Τα ουσιώδη γεγονότα που στηρίζουν την αίτηση δεν αμφισβητούνται από τους εφεσείοντες των δύο εφέσεων - την ΣΠΕ Κυπερούντας Λτδ και τα πρώην μέλη της Επιτροπείας της (στο εξής οι καθ΄ ων η αίτηση) - και σε συντομία έχουν ως ακολούθως:-
Στις 20.5.13 οι καθ΄ ων η αίτηση επεκύρωσαν απόφαση Πειθαρχικής Επιτροπής για παύση του αιτητή από τη θέση του Γραμματέα της Συνεργατικής, απόφαση που όμως δεν έτυχε της έγκρισης του Εφόρου Συνεργατικών Εταιρειών.
Ο αιτητής αντέδρασε στην παύση του με αγωγή που καταχώρισε εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, στο πλαίσιο της οποίας εξασφάλισε, μετά από ακρόαση, στις 26.9.2013, προσωρινό διάταγμα (στο εξής το Διάταγμα) που απαγόρευε στους καθ΄ ων η αίτηση να τον εμποδίζουν να εκτελεί τα καθήκοντα του Γραμματέα της Συνεργατικής.
Με την έκδοση του Διατάγματος οι καθ΄ ων η αίτηση συνήλθαν αυθημερόν σε συνεδρία κατά την οποία αποφάσισαν την εκ νέου παύση του αιτητή με αναδρομική ισχύ από 20.5.13 και στις 10.10.13 εφεσίβαλαν την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερ. 26.9.13 με τις επίδικες εφέσεις. Επιπρόσθετα κατέθεσαν και αίτηση στο πρωτόδικο Δικαστήριο για παραμερισμό του Διατάγματος, ως και δεύτερη αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο για άδεια καταχώρισης αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το Διάταγμα. Ανεπιτυχώς όμως, εφόσον η μεν αίτηση για παραμερισμό του Διατάγματος απορρίφθηκε στις 6.2.14, η δε αίτηση στο Ανώτατο Δικαστήριο απορρίφθηκε στις 14.1.14 (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Σολωμού Αργυρού Καράσιαλη κ.α., Πολ. Αιτ. 221/13 ημερ. 14.1.14, ECLI:CY:AD:2014:D22).
Τέλος, σημειώνεται πως στις 6.2.2014 το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιπρόσθετα από την απόρριψη της αίτησης για παραμερισμό του Διατάγματος έκρινε τους καθ΄ ων η αίτηση - πλην του εφεσείοντα της έφεσης 183Α/13 - ένοχους για παρακοή του Διατάγματος και διέταξε την κράτηση τους για σκοπούς επιβολής ποινής. Εξέλιξη που οδήγησε τους καθ΄ ων η αίτηση να αποκαταστήσουν άμεσα τον αιτητή στη θέση του Γραμματέα προς τον οποίο εξέφρασαν και τις απολογίες τους και, στη συνέχεια, να παραιτηθούν από μέλη της Επιτροπείας της Συνεργατικής, στοιχεία που το πρωτόδικο Δικαστήριο συνεκτίμησε και τους επέβαλε μόνο χρηματική ποινή. Παρολ΄ αυτά, οι καθ΄ ων η αίτηση εφεσίβαλαν τις υπό αναφορά δύο αποφάσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως οι Πολ. Εφ. υπ΄ αρ. Ε55/14, Ε56/14, Ε57/14 και Ε58/14.
Έχοντας σκιαγραφήσει το πραγματικό πλαίσιο της αίτησης, προχωρούμε στην εξέταση του πρώτου εγειρόμενου ζητήματος. Κατά πόσο δηλαδή οι επίδικες εφέσεις καταχωρίστηκαν ή όχι εκπρόθεσμα, θέμα το οποίο περιστρέφεται γύρω από τις πρόνοιες των Δ.35 θ.2 και Δ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών και τις συνυφασμένες με αυτές ερμηνευτικές πρόνοιες του άρθρου 31 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1.
Η Δ.35 θ.2[1], σε συνδυασμό με τη Δ.2[2], καθορίζει ως προθεσμία άσκησης έφεσης εναντίον απόφασης με την οποία εκδίδεται προσωρινό διάταγμα - όπως είναι η υπό εξέταση περίπτωση - τις 14 μη «πλήρης ημέρες» (clear days) από το χρόνο κατά τον οποίο το διάταγμα κατέστη δεσμευτικό για τον προτιθέμενο εφεσείοντα, χωρίς όμως να καθορίζει και τον τρόπο υπολογισμού των 14 ημερών. Και το ερώτημα που εδώ εγείρεται είναι κατά πόσο ευσταθεί η θέση του συνηγόρου του αιτητή ότι η ημέρα κατά την οποία το διάταγμα κατέστη δεσμευτικό για τους καθ΄ ων η αίτηση - δηλαδή η 26.9.13 - προστίθεται στις ημέρες που ακολουθούν. Η απάντηση κατά την άποψή μας είναι αρνητική εφόσον όπως αποφασίστηκε στην Coudounaris v. Coudounaris (1980) 1 CLR 581, κατά τον υπολογισμό του χρόνου για άσκηση έφεσης η ημέρα κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση - εδώ το Διάταγμα - εξαιρείται και η μέτρηση του χρόνου αρχίζει από την επόμενη ημέρα όπως προνοείται από τις ερμηνευτικές πρόνοιες του άρθρου 31(α)[3] του περί Ερμηνείας Νόμου. Παραθέτουμε συναφώς αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:
"This statutory provision, in our view, supplements, with its wide application regarding the computation of time for the purposes of any law or public instrument, the gap that exists in the Civil Procedure Rules and there does not appear from the wording of Order 35, rule 2 or Order 34, rule 2, to exist any intention whatsoever to exclude the manner of computation provided for by the aforementioned section 31, paragraph (a) of the Interpretation Law.
In the computation of time, therefore, in the present case, the date on which the judgment appealed from was delivered must be excluded and counting should commence as from the following day. In view of this the present appeal cannot but be found to have been filed within the prescribed time and therefore this preliminary objection fails".
Ο υπολογισμός λοιπόν των 14 ημερών για άσκηση έφεσης που προβλέπεται από τη Δ.35 θ.2 αρχίζει από την επόμενη ημέρα κατά την οποία το Διάταγμα κατέστη δεσμευτικό για τον προτιθέμενο εφεσείοντα και λαμβανομένου υπόψη ότι στην προκείμενη περίπτωση το Διάταγμα κατέστη δεσμευτικό για τους καθ΄ ων η αίτηση στις 26.9.13 και αυτοί καταχώρισαν τις επίδικες εφέσεις στις 10.10.13, δηλαδή τη 14η ημέρα, οι εφέσεις δεν είναι εκπρόθεσμες.
Ακολουθεί η εξέταση του επόμενου λόγου, κατά πόσο δηλαδή οι επίδικες εφέσεις είναι προδήλως αβάσιμες και/ή ασκήθηκαν κατά κατάχρηση της Δικαστικής διαδικασίας.
Δύο είναι βασικά οι θέσεις του αιτητή επί του υπό εξέταση ζητήματος. Η πρώτη ότι το Διάταγμα δεν στρεφόταν εναντίον της Συνεργατικής, η οποία προστέθηκε στην αγωγή ως αναγκαίος διάδικος και ως εκ τούτου η έφεση της είναι προδήλως αβάσιμη (Καν.10 του περί Εφέσεων Διαδικαστικού Κανονισμού) και ως τέτοια θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς έξοδα. Και, η δεύτερη, οι εφέσεις των υπολοίπων καθ΄ ων η αίτηση απώλεσαν το αντικείμενο τους εφόσον αυτοί έπαυσαν να είναι μέλη της Επιτροπείας της Συνεργατικής και, περαιτέρω, η προώθηση εκ μέρους τους πολλαπλών διαδικασιών που απέβλεπαν σε παραμερισμό του Διατάγματος - αίτηση παραμερισμού και αίτηση για έκδοση εντάλματος Certiorari - σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι οι εφέσεις απώλεσαν το αντικείμενο τους, συνιστά κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών.
Η εμβέλεια του Διατάγματος, αντέτειναν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των καθ΄ ων η αίτηση, δεν περιορίζονται μόνο στους καθ΄ ων η αίτηση, αλλά σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2 του περί Συνεργατικών εταιρειών Νόμου του 1985 (Ν.22/1985) επεκτείνεται και στους νέους αξιωματούχους της Συνεργατικής και ως εκ τούτου η Συνεργατική νομιμοποιείται στην προσβολή της ορθότητας του. Αναφορικά δε με τη δεύτερη θέση του αιτητή προβάλλεται ότι, ναι μεν οι καθ΄ ων η αίτηση έπαυσαν να έχουν άμεσο ενδιαφέρον για ακύρωση του Διατάγματος, αλλά σύμφωνα με το άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/1960), όπως τροποποιήθηκε) δεν τίθεται ως απαραίτητη προϋπόθεση το «άμεσο ενδιαφέρον» για άσκηση του δικαιώματος έφεσης τη στιγμή που το Διάταγμα εκδόθηκε στο πλαίσιο αγωγής στην οποία οι καθ΄ ων η αίτηση ήταν διάδικοι. Περαιτέρω, επεσήμαναν, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι το Διάταγμα αποτέλεσε το υπόβαθρο για επιβολή σε έκαστο των καθ΄ ων η αίτηση ποινής προστίμου ύψους €5.000 για παρακοή και στην περίπτωση που επιτύχουν στις εφέσεις τους το υπόβαθρο επιβολής της εν λόγω ποινής εκθεμελιώνεται. Συνεπώς, υπέβαλαν, η ακύρωση του Διατάγματος δεν είναι ακαδημαϊκό θέμα αφού θα επενεργήσει στην αποκατάσταση του «καλού» ονόματος των καθ΄ ων η αίτηση, εκθεμελιώνοντας το υπόβαθρο της καταδίκης τους. Τέλος, σ΄ ό,τι αφορά το ζήτημα της κατάχρησης των δικαστικών διαδικασιών, υπέβαλαν ότι το αντικείμενο των δύο διαδικασιών που επικαλείται ο αιτητής είναι διαφορετικό από το αντικείμενο των επίδικων εφέσεων και κατά συνέπεια η χρήση τους από τους καθ΄ ων η αίτηση δεν συνιστά κατάχρηση διαδικασίας.
Έχουμε εξετάσει την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία επί των υπό συζήτηση δύο θεμάτων και καταλήξαμε ότι οι αιτιάσεις του αιτητή, ο οποίος επικαλέστηκε μόνο την Victor Makushin (πιο κάτω) δεν ευσταθούν. Σύμφωνα με την πλειοψηφία στην Μαυρονικόλας ν. Φοινιώτη κ.α. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1659, ο εξανεμισμός του αντικειμένου της θεραπείας καθιστά αχρείαστη τη συνέχιση της δίκης καθότι τα Δικαστήρια δεν επενεργούν επί ματαίω. Ακολούθησε η Μarketrends (Capital Market) Ltd v. Θεοδωρίδη (2003) 1(B) A.A.Δ. 1248 στην οποία το Εφετείο υιοθέτησε την απόφαση της πλειοψηφίας στην Μαυρονικόλας καθώς επίσης και η Victor Makushin, Πολ. Εφ. 430/11, που και πάλι η πλειοψηφία της Ολομέλειας επιβεβαίωσε τον κανόνα ότι μια έφεση δεν μπορεί να προωθηθεί και διαγράφεται εάν μετά την καταχώριση της, και πριν την εκδίκαση της, παραμείνει χωρίς αντικείμενο καθότι η συνέχιση της δίκης δεν εξυπηρετεί οποιοδήποτε σκοπό και τα Δικαστήρια δεν επενεργούν επί ματαίω. Ανασκόπηση της νομολογίας επί του θέματος έγινε και προσφάτως στην Χ.Μ.S. Canteen Ltd κ.α. ν. Cyprus Airports (F&B) Ltd, Πολ. Εφ. Ε192/2014 ημερ. 2.10.15, όπου και πάλι επιβεβαιώθηκε ο προαναφερθείς κανόνας. Η υπόθεση αυτή αφορούσε προσωρινό διάταγμα με το οποίο, αφενός, απαγορευόταν στους εφεσείοντες να χρησιμοποιούν συγκεκριμένα υποστατικά και, αφετέρου, να επιβαρύνουν και/ή προβαίνουν σε οποιαδήποτε συναλλαγή και/ή να αποσύρουν και/ή να αποξενώσουν οποιοδήποτε ποσό μέχρι €70.027 από λογαριασμό που τηρούσαν στην Τράπεζα Κύπρου. Ως προς το πρώτο δε ζήτημα, το Εφετείο αποφάσισε ότι η έφεση απώλεσε το αντικείμενο της ως προς τη χρήση των υποστατικών εφόσον η μεταξύ των διαδίκων σύμβαση έληξε, αλλά ως προς το δεύτερο ζήτημα αποφάσισε ότι η έφεση δεν παρέμεινε άνευ αντικειμένου και θα πρέπει να εξεταστεί ως προς την ορθότητα του διατάγματος εφόσον συναρτάται με την εγγύηση που κατατέθηκε για την έκδοση του.
Στην προκείμενη περίπτωση το προσωρινό διάταγμα εκδόθηκε στο πλαίσιο της αγωγής 3046/13, η οποία ακόμη εκκρεμεί προς εκδίκαση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Περαιτέρω, για έκδοση του διατάγματος ο εφεσείοντας υπέγραψε εγγύηση ύψους €30.000 και λαμβανομένων υπόψη των δύο αυτών στοιχείων καταλήγουμε ότι η έφεση δεν απώλεσε το αντικείμενο της. Αφενός καθότι εκκρεμεί η αγωγή στο πλαίσιο της οποίας έχει εκδοθεί το επίδικο προσωρινό διάταγμα και, αφετέρου, θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο ορθώς εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα εφόσον το ζήτημα συναρτάται με την εγγύηση.
Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η έφεση δεν απώλεσε το αντικείμενο της και η υπό κρίση αίτηση του εφεσείοντα απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του και προς όφελος των εφεσιβλήτων.
Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και όπως θα εγκριθούν από το Δικαστήριο θα είναι πληρωτέα στο τέλος της δίκης.
Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.
Σ. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ
[1] "Subject and without prejudice to the power of the Court of Appeal under Order 57, rule 2, no appeal from any interlocutory order, or from an order, whether final or interlocutory, in any matter not being an action, shall be brought after the expiration of fourteen days, and no other appeal shall be brought after the expiration of six weeks, unless the Court or Judge, at the time of making the order or at any time subsequently, or the Court of Appeal shall enlarge the time. The said respective periods shall be calculated from the time that the judgment or order becomes binding on the intending appellant, or in the case of the refusal of an application, from the date of such refusal. Such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal:
[2] «days» does not mean clear days unless expressly stated to be such.
[3] 31. In computing time for the purposes of any Law or public instrument unless the contrary intention appears-
(a) A period of days from the happening of any event or the doing of any act or thing shall be deemed to be exlusive of the day in which the event happens or the act or thing is done;