ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σοφοκλέους Στέλιος ν. Aνδριανής M. Kαλογήρου (1997) 1 ΑΑΔ 369
Βαριάνου Αθηνά ν. Δρ. Ανδρέα Π. Βορκά (2010) 1 ΑΑΔ 1541
Kωνσταντίνου Eλένη ν. Γεώργιου Tσιλίδη (2011) 1 ΑΑΔ 301
Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. D & A Charalambous (Frozen Foods) Limited και άλλου (2012) 1 ΑΑΔ 448
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:A811
(2014) 1 ΑΑΔ 2389
24 Οκτωβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]
ΝΙΚΟΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
ΖΑΧΑΡΑΚΗ ΠΥΡΚΩΤΗ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 370/2009)
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Κατά πόσον το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αξιολογήσει μαρτυρία, προέβη σε αναιτιολόγητη απόρριψη άλλης, σε ανεπίτρεπτη αλληλοσυνάρτηση δύο μαρτυριών και κατά πόσον εσφαλμένα θεώρησε τη σχέση φιλίας διαδίκου και μάρτυρα ως στοιχείο αναξιοπιστίας ― Επέμβαση Εφετείου και διαταγή για επανεκδίκαση.
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Τα πρωτόδικα Δικαστήρια έχουν υποχρέωση να εξετάζουν και να αξιολογούν την προσαχθείσα αποδεκτή μαρτυρία στο σύνολο της και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις πάνω σε όλα τα επίδικα θέματα.
Μαρτυρία ― Αξιοπιστία ― Σχέση φιλίας μεταξύ διαδίκου και μάρτυρα ― Μπορεί να συνιστά στοιχείο του οποίου η παρουσία επιβάλλει προσέγγιση της μαρτυρίας του μάρτυρα με αυξημένη προσοχή, δεν καθιστά όμως κατ' ανάγκη και εξ' ορισμού τη μαρτυρία του μάρτυρα αναξιόπιστη ― Η μαρτυρία του θα πρέπει, όπως και η υπόλοιπη μαρτυρία, να υποστεί τη βάσανο της αξιολόγησης και το οποιοδήποτε συμπέρασμα του Δικαστηρίου να αιτιολογηθεί επαρκώς.
Ο εφεσίβλητος, χειρουργήθηκε από τον εφεσείοντα γιατρό, με ειδικότητα στη γενική χειρουργική, στην τελευταία φάλαγγα του παράμεσου δακτύλου του αριστερού χεριού στις 5/2/2005, αφού ο εφεσίβλητος τον επισκέφθηκε στο ιατρείο του ύστερα από τη διαπίστωση εξογκώματος στην εν λόγω δακτυλική φάλαγγα, παρά το νύχι.
Κοινό και για τις δύο πλευρές έδαφος αποτέλεσε το ότι ο εφεσείων διενήργησε τη χειρουργική επέμβαση αφού πρώτα, για σκοπούς τοπικής αναισθησίας, διήθησε στον εφεσίβλητο ένεση με αναισθητικό, σε υγιή βάση του δακτύλου, ακριβώς κάτω από το εξόγκωμα.
Η ορθότητα της ενέργειας του εφεσείοντα, να διηθήσει την ένεση με το αναισθητικό στο συγκεκριμένο σημείο, αποτέλεσε επίδικο θέμα στην πρωτόδικη διαδικασία, αλλά και με τους λόγους έφεσης κατέστη επίδικο θέμα.
Επίδικο θέμα της πρωτόδικης, αλλά και της παρούσας διαδικασίας, αποτέλεσε επίσης το τι επακολούθησε της 5/2/2005. Συγκεκριμένα ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι, επειδή πονούσε, επισκέφθηκε τον εφεσείοντα νωρίτερα και συγκεκριμένα στις 7/12/2005, συνοδευόμενος από τη μητέρα του. Όταν ο εφεσείων, αφαίρεσε τον επίδεσμο, διεφάνη ότι η χειρουργηθείσα περιοχή είχε μαυρίσει, γεγονός που ανησύχησε τόσο τον εφεσίβλητο, όσο και τη μητέρα του, όχι όμως τον εφεσείοντα, ο οποίος διασκέδασε τις ανησυχίες τους αποδίδοντας τόσο τον πόνο που οδήγησε τον εφεσίβλητο στο ιατρείο του νωρίτερα, όσο και το μαύρισμα του δακτύλου, σε «σφιχτή επίδεση» της χειρουργηθείσας περιοχής, την πρώτη φορά. Ο εφεσείων, αφού περιποιήθηκε με καθαρισμό την πληγή και επάλειψη της με αντιβιοτική κρέμα, περιέδεσε εκ νέου το δάκτυλο με επίδεσμο. Παράλληλα, συνέστησε παρακολούθηση της κατάστασης, δίνοντας προς τούτο οδηγίες στον εφεσίβλητο να τον επισκεφθεί σε δύο μέρες.
Ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι επειδή ο πόνος συνέχισε να τον ταλαιπωρεί, επισκέφθηκε το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας την επομένη, δηλαδή στις 8/12/2005.
Οι εκεί θεράποντες γιατροί και δη ο ορθοπεδικός του Νοσοκομείου στον οποίο οι επί καθήκοντι γιατροί αρχικά τον είχαν παραπέμψει, τον παρέπεμψε σε ορθοπεδικό με ειδικότητα στη μικροχειρουργική, ειδικότητα όμως που δεν διέθετε το Νοσοκομείο. Ως εκ τούτου, στις 16/12/2005 επισκέφθηκε τον ιδιώτη ορθοπεδικό μικροχειρούργο Μ.Ε.2. Ο τελευταίος, ταυτίζοντας το μαύρισμα του δακτύλου με μόλυνση του από γάγγραινα, προχώρησε, χωρίς προηγουμένως να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση του περιστατικού, και χειρούργησε τον εφεσίβλητο στο δάκτυλο. Κατά την επέμβαση αφαίρεσε, όπως ανέφερε, το νεκρό μέρος του δακτύλου, ενώ το κόκκαλο καλύφθηκε με δερματικό κρημό ολικού πάχους που λήφθηκε από την παλάμη του εφεσιβλήτου. Ο κρημός αφαιρέθηκε μετά από 20 περίπου μέρες. Παρά την επέμβαση και τη θεραπεία που ακολουθήθηκε, δεν κατέστη δυνατό να περισωθεί η φάλαγγα η οποία τελικά απωλέσθηκε ολόκληρη και το δάκτυλο ενταφιάστηκε στην παλάμη του.
Ο εφεσείων, αν και δεν απέκλεισε την πιθανότητα ο εφεσίβλητος να τον είχε επισκεφθεί μαζί με τη μητέρα του στις 7/12/2005, απέρριψε κατηγορηματικά τη θέση ότι κατά το χρόνο της δεύτερης επίσκεψης του εφεσιβλήτου, το δάκτυλο του τελευταίου είχε αλλάξει χρώμα και δη ότι ήταν μαυρισμένο. Απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό του εφεσιβλήτου ότι διασκέδασε τις επί του προκειμένου ανησυχίες του, κάμνοντας αναφορά σε σφιχτή επίδεση της χειρουργηθείσας περιοχής την πρώτη φορά.
Αναφορικά με τη θέση του Μ.Ε.2 ότι το μαύρισμα στο δάκτυλο του εφεσιβλήτου, άνευ ετέρου, υποδηλούσε μόλυνση της περιοχής από γάγγραινα, τόσο ο γιατρός Μ.Υ.2, όσο και ο εφεσείων, ήταν κάθετα αντίθετοι. Ειδικότερα ο Μ.Υ.2, συμφώνησε μεν ότι η αλλαγή του χρώματος χειρουργηθείσας περιοχής και δη το μαύρισμα της, εξυπακούει νεκρωμένους ιστούς, διαφώνησε όμως κάθετα με τη θέση ότι αυτό, άνευ ετέρου, κατ' ανάγκη, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η χειρουργηθείσα περιοχή μολύνθηκε από γάγγραινα, ως ήταν η θέση του γιατρού Μ.Ε.2. Η εξαγωγή ενός τέτοιου συμπεράσματος προϋποθέτει, σύμφωνα με το γιατρό Μ.Υ.2, περαιτέρω διερεύνηση του περιστατικού. Κάθετα αντίθετος ο Μ.Υ.2 ήταν και αναφορικά με τις ενδεδειγμένες ενέργειες που σε τέτοια περίπτωση ο θεράπων γιατρός οφείλει, σε πρώτο στάδιο, να προβεί.
Ο πρωτόδικος δικαστής, αφού αξιολόγησε από πλευράς εφεσιβλήτου τη μαρτυρία του τελευταίου, αυτή της μητέρας του και του μάρτυρα του, γιατρού Μ.Ε.2 και από πλευράς εφεσείοντα τη μαρτυρία του εφεσείοντα, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα και του μάρτυρα του και αποδεχόμενος εκείνη του εφεσιβλήτου και του μάρτυρα του, έκρινε ότι ο εφεσείων υπήρξε αμελής κατά την ενάσκηση του ιατρικού του καθήκοντος έναντι του εφεσίβλητου ασθενή του.
Με την έφεση ηγέρθησαν διάφοροι λόγοι οι οποίοι καθάπτονταν του τρόπου προσέγγισης και αξιολόγησης ή μη αξιολόγησης δοθείσας μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η διαδικασία αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν μεμπτή.
2. Συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε εντελώς να αξιολογήσει τη μαρτυρία του Μ.Υ.2, τόσο σε σχέση με το πρώτο επίδικο θέμα, όσο και σε σχέση με το δεύτερο. Συγκεκριμένα, ο πρωτόδικος δικαστής περιορίστηκε στο να απορρίψει τη μαρτυρία του Μ.Υ.2 στο σύνολο της με τη λακωνική μεν, πλην όμως ανεπαρκή και στην ουσία αναιτιολόγητη αναφορά ότι, ο γιατρός Σεργίου «δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο αλλά ήλθε στο Δικαστήριο μόνο και μόνο για να βοηθήσει το φίλο του ...», εννοώντας προφανώς τον εφεσείοντα.
3. Τα πρωτόδικα Δικαστήρια έχουν υποχρέωση να εξετάζουν και να αξιολογούν την προσαχθείσα αποδεκτή μαρτυρία στο σύνολο της και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις πάνω σε όλα τα επίδικα θέματα.
4. Μπορεί η σχέση φιλίας μεταξύ διαδίκου και μάρτυρα να συνιστά στοιχείο του οποίου η παρουσία επιβάλλει προσέγγιση της μαρτυρίας του μάρτυρα με αυξημένη προσοχή, δεν καθιστά όμως κατ' ανάγκη και εξ' ορισμού τη μαρτυρία του μάρτυρα αναξιόπιστη. Η μαρτυρία του θα πρέπει, όπως και η υπόλοιπη μαρτυρία, να υποστεί τη βάσανο της αξιολόγησης και το οποιοδήποτε συμπέρασμα του Δικαστηρίου να αιτιολογηθεί επαρκώς.
5. Δεν διέφευγε της προσοχής ότι το Δικαστήριο δεν είναι υπόχρεο να δεχθεί τη μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα μάρτυρα, αλλά δεν θα πρέπει επίσης να μη διαφεύγει ότι σε περίπτωση απόρριψης της, θα πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους γιατί δεν την δέχεται. Ιδιαίτερα εδώ που απέρριψε την περί του αντιθέτου μαρτυρία του εφεσείοντα.
6. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα, μεταξύ άλλων, και γιατί ο τελευταίος «δεν έδωσε καμιά ικανοποιητική εξήγηση της γάγγραινας στην τελική φάλαγγα του αριστερού παράμεσου δακτύλου του ενάγοντα (του εφεσιβλήτου)».
7. Στις διαπιστώσεις των γιατρών του νοσοκομείου, οι οποίες είχαν καταγραφεί σε σχετικό έντυπο που κατατέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν δόθηκε βαρύτητα γιατί κρίθηκαν εξ' ακοής μαρτυρία.
8. Ήταν προφανές ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και γιατί θεώρησε ως δεδομένη τη μόλυνση της χειρουργηθείσας περιοχής, από γάγγραινα. Αυτό είναι σφάλμα. Η μόλυνση της περιοχής από γάγγραινα είχε σαν υπόβαθρο αποκλειστικά τη μαρτυρία του Μ.Ε.3, την οποία ο εφεσείων και ο μάρτυρας του απορρίπτουν.
9. Κοντολογίς, για σκοπούς αξιολόγησης του εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη και σε αλληλοσυνάρτηση της μαρτυρίας του με αυτή του γιατρού Μ.Ε.3, ενέργεια ανεπίτρεπτη.
10. Η πιο πάνω κατάληξη αναπόφευκτα οδηγούσε σε διαταγή για επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κωνσταντίνου ν. Τσιλίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 301,
Α.Η.Κ. ν. D. & A. Charalambous (Frozen Foods Ltd) (2012) 1 Α.Α.Δ. 448,
Σοφοκλέους ν. Καλογήρου (1997) 1 Α.Α.Δ. 369,
Βαριάνου ν. Βορκά (2010) 1 Α.Α.Δ. 1541.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Γερολέμου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 202/07), ημερομηνίας 6/11/2009.
Γ. Κορφιώτης με Σ. Νικολάου (κα), για τους Εφεσείοντες.
Κκαϊλης για Μιχ. Βορκά, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι κατά πόσο:
"α) Σε περιπτώσεις τοπικής αναισθησίας για σκοπούς χειρουργικής επέμβασης στην τελευταία φάλαγγα δακτύλου χεριού, η διήθηση της ένεσης με το αναισθητικό σε υγιές μέρος του δακτύλου, ακριβώς κάτω από την περιοχή στην οποία θα γίνει η επέμβαση και όχι στο μετακάρπιο, και,
β) Η αλλαγή χρώματος της χειρουργηθείσας περιοχής και συγκεκριμένα το μαύρισμα της 'εξυπακούει', άνευ ετέρου, 'γάγγραινα', έτσι ώστε παράλειψη του θεράποντα Ιατρού να διερευνήσει περαιτέρω το περιστατικό, και σε περίπτωση θετικής διάγνωσης να χορηγήσει την ανάλογη θεραπευτική αγωγή",
συνιστούν αμελή από τον εφεσείοντα άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος ή, όπως ο πρωτόδικος δικαστής το έθεσε στην υπό κρίση περίπτωση, συνιστούν αμέλεια από πλευράς του εφεσείοντα των ιατρικών καθηκόντων του έναντι του εφεσίβλητου, ασθενούς του, κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Συνιστά κοινό και για τις δύο πλευρές έδαφος ότι ο εφεσίβλητος, χειρουργήθηκε από τον εφεσείοντα γιατρό, με ειδικότητα στη γενική χειρουργική, στην τελευταία φάλαγγα του παράμεσου δακτύλου του αριστερού χεριού στις 5/2/2005, κατόπιν που ο εφεσίβλητος τον επισκέφθηκε στο ιατρείο του μετά που διαπίστωσε εξόγκωμα στην εν λόγω δακτυλική φάλαγγα, παρά το νύχι.
Κοινό και για τις δύο πλευρές έδαφος συνιστούν επίσης τα εξής: Ο εφεσείων διενήργησε τη χειρουργική επέμβαση αφού πρώτα, για σκοπούς τοπικής αναισθησίας, διήθησε στον εφεσίβλητο ένεση με αναισθητικό, σε υγιή βάση του δακτύλου, ακριβώς κάτω από το εξόγκωμα.
Η ορθότητα της ενέργειας του εφεσείοντα, να διηθήσει την ένεση με το αναισθητικό στο συγκεκριμένο σημείο, αποτέλεσε επίδικο θέμα στην πρωτόδικη διαδικασία, αλλά και με τους λόγους έφεσης κατέστη επίδικο θέμα και στην παρούσα διαδικασία.
Η επί του προκειμένου θέση του εφεσιβλήτου, τέθηκε από το Μ.Ε.3 ορθοπεδικό και ειδικό στη μικροχειρουργική, γιατρό Ι. Καλούδη. Ο γιατρός Καλούδης ήταν αντίθετος με την πρακτική της διήθησης της ένεσης για σκοπούς τοπικής αναισθησίας κάτω από το μολυσμένο μέρος, πρακτικής που όπως δέχθηκε ακολουθείται και συνηθίζεται από τους γιατρούς. Συνέστησε αποφυγή της εν λόγω πρακτικής επειδή υπάρχει κίνδυνος, όπως υποστήριξε και αυτό γιατί τα αιμοφόρα αγγεία στην περιοχή είναι λεπτά, να επέλθουν αγγειοσυσπάσεις με συνέπεια τη διακοπή της ροής του αίματος σε αυτά, με αποτέλεσμα την εμφάνιση γάγγραινας.
Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η επί του προκειμένου θέση του εφεσείοντα, η οποία τέθηκε από τον ίδιο και το μάρτυρα του, ειδικό ορθοπεδικό, Σ. Σεργίου. Και οι δύο ήταν κατηγορηματικοί, υποστηρίζοντας ότι σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, όχι μόνο συνηθίζεται η διήθηση της ένεσης με το αναισθητικό σε σημείο ακριβώς κάτω από την επηρεαζόμενη περιοχή, αλλά και επιβάλλεται για σκοπούς γρήγορου αποτελέσματος. Η συγκεκριμένη πρακτική, η οποία συνηθίζεται από τους γιατρούς, κανένα κίνδυνο δεν ενέχει, πολύ δε περισσότερο δεν ενέχει κίνδυνο να προκληθεί γάγγραινα.
Επίδικο θέμα της πρωτόδικης, αλλά και της παρούσας διαδικασίας, αποτελεί επίσης το τι επακολούθησε της 5/2/2005. Συγκεκριμένα ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι, επειδή πονούσε, επισκέφθηκε τον εφεσείοντα νωρίτερα και συγκεκριμένα στις 7/12/2005, συνοδευόμενος από τη μητέρα του. Όταν ο εφεσείων, αφαίρεσε τον επίδεσμο, διεφάνη ότι η χειρουργηθείσα περιοχή είχε μαυρίσει, γεγονός που ανησύχησε τόσο τον εφεσίβλητο, όσο και τη μητέρα του, όχι όμως τον εφεσείοντα, ο οποίος διασκέδασε τις ανησυχίες τους αποδίδοντας τόσο τον πόνο που οδήγησε τον εφεσίβλητο στο ιατρείο του νωρίτερα, όσο και το μαύρισμα του δακτύλου, σε «σφιχτή επίδεση» της χειρουργηθείσας περιοχής, την πρώτη φορά. Ο εφεσείων, αφού περιποιήθηκε με καθαρισμό την πληγή και επάλειψη της με αντιβιοτική κρέμα, περιέδεσε εκ νέου το δάκτυλο με επίδεσμο. Παράλληλα, συνέστησε παρακολούθηση της κατάστασης, δίνοντας προς τούτο οδηγίες στον εφεσίβλητο να τον επισκεφθεί σε δύο μέρες.
Ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι επειδή ο πόνος συνέχισε να τον ταλαιπωρεί, επισκέφθηκε το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας την επομένη, δηλαδή στις 8/12/2005. Οι εκεί θεράποντες γιατροί και δη ο ορθοπεδικός του Νοσοκομείου στον οποίο οι επί καθήκοντι γιατροί αρχικά τον είχαν παραπέμψει, τον παρέπεμψε σε ορθοπεδικό με ειδικότητα στη μικροχειρουργική, ειδικότητα όμως που δεν διέθετε το Νοσοκομείο. Ως εκ τούτου, στις 16/12/2005 επισκέφθηκε τον ιδιώτη ορθοπεδικό μικροχειρούργο Ιωάννη Καλούδη (Μ.Ε.2). Ο τελευταίος, ταυτίζοντας το μαύρισμα του δακτύλου με μόλυνση του από γάγγραινα, προχώρησε, χωρίς προηγουμένως να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση του περιστατικού, και χειρούργησε τον εφεσίβλητο στο δάκτυλο. Κατά την επέμβαση αφαίρεσε, όπως ανέφερε, το νεκρό μέρος του δακτύλου, ενώ το κόκκαλο καλύφθηκε με δερματικό κρημό ολικού πάχους που λήφθηκε από την παλάμη του εφεσιβλήτου. Ο κρημός αφαιρέθηκε μετά από 20 περίπου μέρες. Παρά την επέμβαση και τη θεραπεία που ακολουθήθηκε, δεν κατέστη δυνατό να περισωθεί η φάλαγγα η οποία τελικά απωλέσθηκε ολόκληρη και το δάκτυλο ενταφιάστηκε στην παλάμη του.
Και επί του προκειμένου οι θέσεις του εφεσείοντα είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Ο εφεσείων, αν και δεν απέκλεισε την πιθανότητα ο εφεσίβλητος να τον είχε επισκεφθεί μαζί με τη μητέρα του στις 7/12/2005, απέρριψε κατηγορηματικά τη θέση ότι κατά το χρόνο της δεύτερης επίσκεψης του εφεσιβλήτου, το δάκτυλο του τελευταίου είχε αλλάξει χρώμα και δη ότι ήταν μαυρισμένο. Απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό του εφεσιβλήτου ότι διασκέδασε τις επί του προκειμένου ανησυχίες του, κάμνοντας αναφορά σε σφιχτή επίδεση της χειρουργηθείσας περιοχής την πρώτη φορά.
Αναφορικά με τη θέση του Μ.Ε.2 ότι το μαύρισμα στο δάκτυλο του εφεσιβλήτου, άνευ ετέρου, υποδηλούσε μόλυνση της περιοχής από γάγγραινα, τόσο ο γιατρός Σεργίου (Μ.Υ.2), όσο και ο εφεσείων, ήταν κάθετα αντίθετοι. Ειδικότερα ο γιατρός Σεργίου, συμφώνησε μεν ότι η αλλαγή του χρώματος χειρουργηθείσας περιοχής και δη το μαύρισμα της, εξυπακούει νεκρωμένους ιστούς, διαφώνησε όμως κάθετα με τη θέση ότι αυτό, άνευ ετέρου, κατ' ανάγκη, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η χειρουργηθείσα περιοχή μολύνθηκε από γάγγραινα, ως ήταν η θέση του γιατρού Καλούδη. Η εξαγωγή ενός τέτοιου συμπεράσματος προϋποθέτει, σύμφωνα με το γιατρό Σεργίου, περαιτέρω διερεύνηση του περιστατικού. Κάθετα αντίθετος ο Μ.Υ.2 ήταν και αναφορικά με τις ενδεδειγμένες ενέργειες που σε τέτοια περίπτωση ο θεράπων γιατρός οφείλει, σε πρώτο στάδιο, να προβεί. Συγκεκριμένα, όταν ρωτήθηκε για τις ενέργειες που άμεσα έπρεπε να γίνουν όταν στις 7/12 διαπιστώθηκε μαύρισμα στη χειρουργηθείσα περιοχή, ο μάρτυς ήταν κατηγορηματικός. «Στη συγκεκριμένη περίπτωση», ανέφερε, «δίνουμε ισχυρά αντιβιοτικά, κάνουμε καθαρισμό της περιοχής και περιμένουμε να δούμε την εξέλιξη».
Ο πρωτόδικος δικαστής, αφού αξιολόγησε από πλευράς εφεσιβλήτου τη μαρτυρία του τελευταίου, αυτή της μητέρας του και του μάρτυρα του, γιατρού Καλούδη και από πλευράς εφεσείοντα τη μαρτυρία του εφεσείοντα, απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα και του μάρτυρα του και αποδεχόμενος εκείνη του εφεσιβλήτου και του μάρτυρα του, έκρινε ότι ο εφεσείων υπήρξε αμελής κατά την ενάσκηση του ιατρικού του καθήκοντος έναντι του εφεσίβλητου ασθενή του. Η ιατρική αμέλεια του εφεσείοντα συνίστατο, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση:
"(α) στην διήθηση της τοπικής αναισθητικής ένεσης στην αρχή της τελικής φάλαγγας και στο τέλος της μεσαίας φάλαγγας του αριστερού παράμεσου δακτύλου επειδή υπήρχε ο κίνδυνος από την διήθηση της αναισθητικής ένεσης στο συγκεκριμένο σημείο να προκληθούν αγγειοσυσπάσεις ένεκα των οποίων απέρχεται διακοπή της ροής αίματος που εξαιτίας αυτής της διακοπής προκαλείται γάγγραινα. Όφειλε ασκώντας τις ικανότητες του και την δεξιότητα του που έχει ως εκ του ιατρικού του επαγγέλματος, γενικός χειρούργος, να διηθήσει την τοπική αναισθητική ένεση στο ασφαλέστερο σημείο, αποκλείοντας την περίπτωση πρόκλησης αγγειοσυσπάσεων με τα αποτελέσματα που έχουν καταγραφεί ανωτέρω.
Με την ως άνω ενέργεια του παράλειψε να εκτελέσει το καθήκον του με τον δέοντα τρόπο.
(β) Επίσης ο εναγόμενος ήταν αμελής επειδή κατά την επίσκεψη του ενάγοντα σ' αυτόν στις 7.12.2005 όταν έβγαλε τον επίδεσμο και είδε στην τελική φάλαγγα του αριστερού παράμεσου δακτύλου του το μαύρισμα, δεν προχώρησε με τον δέοντα τρόπο και φροντίδα, ήτοι με την διερεύνηση κατά πόσο τούτο ήταν γάγγραινα και παροχής ανάλογης θεραπευτικής αγωγής, αφήνοντας έτσι να αναπτυχθεί στο βαθμό που ο ενάγοντας έχει αναφέρει.
Ο εναγόμενος παρέβη το ιατρικό του καθήκον και δεν ενέργησε στα πλαίσια των ικανοτήτων και δεξιοτήτων που αναμένεται να έχει κάποιος της δικής του ειδικότητας. Όφειλε να το αντιμετωπίσει και να το διερευνήσει υπό το φως ότι το μαύρισμα εξυπάκουε γάγγραινα. Ο εναγόμενος απέτυχε να επιδείξει την επιμέλεια που είχε προς τον ενάγοντα. Ένεκα των πιο πάνω πράξεων και παραλείψεων του εναγόμενου, αυτός προκάλεσε ζημιές στον ενάγοντα όπως αυτές καταγράφονται τόσο ανωτέρω όσο και κατωτέρω που γίνεται αναφορά στις ειδικές και γενικές αποζημιώσεις."
Ο εφεσείων, ο οποίος προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης επί διάφορων σημείων, με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης εγείρει προς εξέταση διάφορα θέματα τα οποία καθάπτονται του τρόπου προσέγγισης και αξιολόγησης ή μη αξιολόγησης δοθείσας μαρτυρίας από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Διεξήλθαμε προσεκτικά την εκκαλούμενη απόφαση υπό το φως της προσαχθείσας μαρτυρίας. Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με τις θέσεις του εφεσείοντα ότι η διαδικασία αξιολόγησης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο δικαστήριο είναι μεμπτή. Συγκεκριμένα:
Το πρωτόδικο δικαστήριο παρέλειψε εντελώς να αξιολογήσει τη μαρτυρία του Μ.Υ.2, γιατρού Σεργίου, τόσο σε σχέση με το πρώτο επίδικο θέμα, όσο και σε σχέση με το δεύτερο. Συγκεκριμένα, ο πρωτόδικος δικαστής περιορίστηκε στο να απορρίψει τη μαρτυρία του Μ.Υ.2 στο σύνολο της με τη λακωνική μεν, πλην όμως ανεπαρκή και στην ουσία αναιτιολόγητη αναφορά ότι, ο γιατρός Σεργίου «δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο αλλά ήλθε στο Δικαστήριο μόνο και μόνο για να βοηθήσει το φίλο του ...», εννοώντας προφανώς τον εφεσείοντα.
Με όλο το σέβας προς τον πρωτόδικο Δικαστή, εάν η σχέση φιλίας μεταξύ μάρτυρα και διάδικου οδηγούσε σε απόρριψη της μαρτυρίας του μάρτυρα, ab initio, τότε κανένας διάδικος δεν θα μπορούσε να καλέσει φίλο του να δώσει μαρτυρία, όσο σημαντική και αν είναι αυτή, για την υπόθεση του. Όπως κατ' επανάληψη έχει τονισθεί από τη νομολογία μας, τα πρωτόδικα δικαστήρια έχουν υποχρέωση να εξετάζουν και να αξιολογούν την προσαχθείσα αποδεκτή μαρτυρία στο σύνολο της και να προβαίνουν σε διαπιστώσεις πάνω σε όλα τα επίδικα θέματα. (Κωνσταντίνου ν. Τσιλίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 301). Μπορεί η σχέση φιλίας μεταξύ διαδίκου και μάρτυρα να συνιστά στοιχείο του οποίου η παρουσία επιβάλλει προσέγγιση της μαρτυρίας του μάρτυρα με αυξημένη προσοχή, δεν καθιστά όμως κατ' ανάγκη και εξ' ορισμού τη μαρτυρία του μάρτυρα αναξιόπιστη. Η μαρτυρία του θα πρέπει, όπως και η υπόλοιπη μαρτυρία, να υποστεί τη βάσανο της αξιολόγησης και το οποιοδήποτε συμπέρασμα του Δικαστηρίου να αιτιολογηθεί επαρκώς. Δεν μας διαφεύγει ότι το Δικαστήριο δεν είναι υπόχρεο να δεχθεί τη μαρτυρία ενός εμπειρογνώμονα μάρτυρα, αλλά δεν θα πρέπει επίσης να μας διαφεύγει ότι σε περίπτωση απόρριψης της, θα πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους γιατί δεν την δέχεται. Ιδιαίτερα εδώ που απέρριψε την περί του αντιθέτου μαρτυρία του εφεσείοντα. (Α.Η.Κ. ν. D. & A. Charalambous (Frozen Foods Ltd) (2012) 1 Α.Α.Δ. 448).
Περαιτέρω, το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα, μεταξύ άλλων, και γιατί ο τελευταίος «δεν έδωσε καμιά ικανοποιητική εξήγηση της γάγγραινας στην τελική φάλαγγα του αριστερού παράμεσου δακτύλου του ενάγοντα (του εφεσιβλήτου)». Κατ' αρχάς θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στις διαπιστώσεις των γιατρών του νοσοκομείου, οι οποίες είχαν καταγραφεί σε σχετικό έντυπο που κατατέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, δεν δόθηκε βαρύτητα γιατί κρίθηκαν εξ' ακοής μαρτυρία. Είναι προφανές ότι το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και γιατί θεώρησε ως δεδομένη τη μόλυνση της χειρουργηθείσας περιοχής, από γάγγραινα. Αυτό είναι σφάλμα. Η μόλυνση της περιοχής από γάγγραινα έχει σαν υπόβαθρο αποκλειστικά τη μαρτυρία του Μ.Ε.3, γιατρού Καλούδη, την οποία ο εφεσείων και ο μάρτυρας του απορρίπτουν. Κοντολογίς, για σκοπούς αξιολόγησης του εφεσείοντα, το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη και σε αλληλοσυνάρτηση της μαρτυρίας του με αυτή του γιατρού Καλούδη, ενέργεια ανεπίτρεπτη. (Σοφοκλέους ν. Καλογήρου (1997) 1 Α.Α.Δ. 369 και Βαριάνου ν. Βορκά (2010) 1 Α.Α.Δ. 1541).
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις μας δυστυχώς αναδεικνύουν έλλειψη άσκησης δικαστικής κρίσης επί σημαντικών μερών της μαρτυρίας και εσφαλμένη αξιολόγηση ή παράλειψη αξιολόγησης μαρτυρίας, η οποία έχει γίνει αποδεκτή και ήταν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Η πιο πάνω κατάληξη μας αναπόφευκτα οδηγεί σε διαταγή για επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή. Αυτή είναι η προσφερόμενη, δυστυχώς, υπό τις συνθήκες πορεία.
Ως αποτέλεσμα, η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, όπως και η διαταγή για έξοδα.
Διατάσσεται η επανεκδίκαση της αγωγής από άλλο Δικαστή του ιδίου Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Υπέρ του εφεσείοντα επιδικάζονται τα έξοδα της έφεσης €1.500, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας στην αγωγή να είναι έξοδα στο αποτέλεσμα της επανεκδίκασης.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται επανεκδίκαση.