ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2014:A792

(2014) 1 ΑΑΔ 2334

17 Οκτωβρίου, 2014

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

ISRAEL ISHMAEL,

 

Εφεσείων,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.  ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, ΓΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.  ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΚΑΙ

3.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 96/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Έφεση εναντίον πρωτοβάθμιας απόφασης σε αίτηση Habeas Corpus με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του αιτητή για απελευθέρωση του από την κράτηση του, η οποία έλαβεν χώραν ύστερα από την έκδοση νέου διατάγματος κράτησης και τη σύλληψη του, στο χώρο του Δικαστηρίου, αμέσως μετά την έκδοση προηγούμενης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για απελευθέρωση του στο πλαίσιο άλλης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος ― Εκρίθη από το Εφετείο ότι το διάταγμα κράτησης δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ και δεδομένης της δικαστικής διαταγής προς άμεση απελευθέρωση, δεν τίθετο μόνο ζήτημα καταστρατήγησης του Νόμου, αλλά διαγωγής που άγγιζε τα όρια καταφρόνησης του Δικαστηρίου.

 

Η Έφεση στράφηκε εναντίον πρωτοβάθμιας απόφασης σε αίτηση Habeas Corpus  με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του αιτητή για απελευθέρωση του από την κράτηση του, η οποία έλαβεν χώραν με την έκδοση νέου διατάγματος κράτησης και τη σύλληψη του στο χώρο του Δικαστηρίου, αμέσως μετά την έκδοση προηγούμενης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για απελευθέρωση του στο πλαίσιο άλλης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος.

 

Ο αιτητής παρέμεινε υπό κράτηση εφόσον, όπως ήταν η θέση του που δεν αμφισβητήθηκε αφού ενώ εξερχόταν της αίθουσας του Aνωτάτου Δικαστηρίου μετά την απελευθέρωσή του, επανασυνελήφθη αμέσως. Όπως εξηγείται στην ένσταση, την ίδια ημέρα, 6.2.2014,  ο Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε την έκδοση νέων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του δεδομένου ότι αυτός δεν είχε δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία και ενέκρινε την κράτησή του για περαιτέρω 6 μήνες. Τα διατάγματα εκδόθηκαν και γνωστοποιήθηκαν αυθημερόν στον αιτητή ο οποίος συνελήφθη πάραυτα εκ νέου.

 

Στις 14.2.2014 ο αιτητής υπέβαλε την αίτηση υπ' αριθμό 31/2014 για έκδοση habeas corpus επί της οποίας στις 20.3.2014 εκδόθηκε η υπό έφεση  απορριπτική απόφαση. Το Δικαστήριο έκρινε ότι με την έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή ημερομηνίας 6.2.2014, η κράτηση του για περαιτέρω περίοδο 6 μηνών ήταν νόμιμη, για το λόγο ότι αυτή τη φορά είχε τεθεί πως ο αιτητής δεν συνεργαζόταν με τις αρμόδιες αρχές για την έκδοση σ΄αυτόν διαβατηρίου ή ταξιδιωτικών εγγράφων ώστε να καταστεί δυνατή η απέλασή του είτε στη χώρα του είτε αλλού.

 

Η έφεση στηρίχθηκε κυρίως στη θέση ότι η διοίκηση δεν ενομιμοποιείτο σε εκ των υστέρων παράταση, ήτοι μετά τη λήξη της περιόδου κράτησης και μάλιστα όταν ήδη είχε επιτύχει στην αίτηση 12/2014.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η στενή προσέγγιση της Οδηγίας και συνεπακόλουθα του Νόμου προκύπτει όχι μόνο από τη φύση της ρύθμισης, ως ρύθμιση που άπτεται της προσωπικής ελευθερίας, αλλά και από το συγκεκριμένο λεκτικό και την όλη δομή των προνοιών του εν λόγω άρθρου, σύμφωνα με τις οποίες δεν επιτρέπεται η κράτηση, εκτός για τις περιόδους και υπό τις προϋποθέσεις που αυστηρά ορίζονται.

2.  Στο ενδιάμεσο δε, διαρκούσης της κράτησης, ο Υπουργός επιφορτίζεται με την υποχρέωση να επανεξετάζει ανά δίμηνο το διάταγμα κράτησης αυτεπαγγέλτως. Παράλληλα, η επανεξέταση σε περίπτωση παράτασης της κράτησης, εποπτεύεται, ως ορίζει το Άρθρο 15(3) της Οδηγίας, από δικαστική αρχή.

3.  Εξ ου και ο εθνικός νομοθέτης προέβλεψε ότι το μεν διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, η δε διάρκεια της κράτησης, σε έλεγχο στα πλαίσια διαδικασίας habeas corpus.

4.  Υποστηρίχθηκε ότι η διοίκηση  μπορούσε να παρατείνει την κράτηση επειδή ο αιτητής αρνείτο να συνεργαστεί με αποτέλεσμα την επιμήκυνση της επιχείρησης απομάκρυνσης του.

5.  Τέτοια θέση όμως δεν προβλήθηκε παρά μόνο όταν το Ανώτατο Δικαστήριο στην εν λόγω αίτηση 12/2014 είχε διατάξει την άμεση  απελευθέρωση του, επειδή ακριβώς δεν είχε παραταθεί εγκαίρως η κράτηση ώστε να επρόκειτο για περίπτωση που το Δικαστήριο να εκαλείτο να εξετάσει κατά όσον η παράταση ήταν νόμιμη.

6.  Η διοίκηση, αντί της οφειλόμενης συμμόρφωσης προς τη διαταγή του Ανωτάτου Δικαστηρίου για άμεση απελευθέρωση, όψιμα πλέον, μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου κράτησης, προέβαλε την άρνηση συνεργασίας του αιτητή για να διατάξει την περαιτέρω κράτησή του. Αυτά, κατά τρόπο πρωθύστερο, εφόσον το διάταγμα κράτησης δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ.

7.  Λαμβανομένης δε υπόψη της δικαστικής διαταγής προς άμεση απελευθέρωση, δεν τίθετο μόνο ζήτημα καταστρατήγησης του Νόμου, αλλά διαγωγής που άγγιζε τα όρια καταφρόνησης του Δικαστηρίου.

8.  Η παράταση δεν μπορούσε υπό τέτοιες περιστάσεις να κριθεί αυτοτελώς και εδώ έγκειτο η διαφωνία, με το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Ishmael (2014) 1 Α.Α.Δ. 300, ECLI:CY:AD:2014:D91,

 

Soruor v. Δημοκρατίας (2011) 1(Γ) A.A.Δ. 2170,

 

Haghilo (2011) 1 Α.Α.Δ. 2219,

 

Fonjungo (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 861.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάτος, ??), (Αίτηση Αρ. 31/14), ημερομηνίας 20/3/2014.

 

Βρ. Χατζηχάννας για Δ. Ζαβαλλή, για τον Εφεσείοντα.

 

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

 

Εφεσείων παρών.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Θ. Οικονόμου.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ:  Σύμφωνα με τον αιτητή, αυτός γεννήθηκε το 1986 στη Σιέρρα Λεόνε και αφίχθηκε στη Δημοκρατία την 1.12.2011. Στις 6.12.2011 υπέβαλε αίτηση για άσυλο ισχυριζόμενος ότι αναγκάστηκε να φύγει από την πατρίδα του λόγω φυλετικών και θρησκευτικών διώξεων και απειλών για τη ζωή του. Η αίτηση του όμως απορρίφθηκε, όπως απορρίφθηκε και η διοικητική προσφυγή που ακολούθησε και ως εκ τούτου καταχώρισε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 18.2.2013 (η οποία εκκρεμεί).

 

Στις 4.7.2013 ο αιτητής συνελήφθη από την αστυνομία και κρατήθηκε στα αστυνομικά κρατητήρια Μεννόγιας με σκοπό την απέλασή του. Η κράτησή του συνεχιζόταν όταν στις 6.2.2014 το Ανώτατο Δικαστήριο επελήφθη αίτησης habeas corpus Αναφορικά με την Αίτηση του Ishmael (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:D91Α.Α.Δ. 300, με την οποία ο αιτητής προσέβαλε την κράτησή του με αναφορά στη διάρκειά της, ως παραβιάζουσα τις πρόνοιες του Άρθρου 18 ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε ειδικότερα με το Νόμο 153(Ι)/2011 προς το σκοπό εναρμονισμού με το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες αυτές, η διάρκεια κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής, δεν μπορεί κατ' αρχάς να υπερβαίνει τους 6 μήνες. Δύναται όμως ο Υπουργός Εσωτερικών να παρατείνει το διάστημα των 6 μηνών, μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες εάν «παρ' όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανό να διαρκέσει περισσότερο επειδή (α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες».

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της εν λόγω αίτησης αρ. 12/2014 διαπίστωσε τα ακόλουθα:

 

«Η κράτηση του αιτητή ξεκίνησε στις 4.7.2013 και έκτοτε συνεχίζει να βρίσκεται στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μενόγιας χωρίς να τυγχάνει πληροφόρησης σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία απέλασής του. Δεν τέθηκε επίσης ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για παράταση της κράτησης του αιτητή με τη λήξη της προθεσμίας των 6 μηνών, έτσι ώστε να εξεταστεί κατά πόσο η παράταση της κράτησης, πέραν της χρονικής προθεσμίας που προβλέπεται από το Νόμο, είναι νόμιμη.»

 

Υπό το φως των παραπάνω διαπιστώσεων το Δικαστήριο εξέδωσε στις 6.2.2014 προνομιακό ένταλμα habeas corpus και διέταξε την άμεση απελευθέρωση του αιτητή.

 

Παρά ταύτα ο αιτητής παρέμεινε υπό κράτηση εφόσον, όπως είναι η θέση του που δεν αμφισβητήθηκε, ενώ εξερχόταν της αίθουσας του Aνωτάτου Δικαστηρίου μετά την απελευθέρωσή του, επανασυνελήφθη αμέσως. Όπως εξηγείται στην ένσταση, την ίδια ημέρα, 6.2.2014, ο Υπουργός Εσωτερικών ενέκρινε την έκδοση νέων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του δεδομένου ότι αυτός δεν είχε δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία και ενέκρινε την κράτησή του για περαιτέρω 6 μήνες. Τα διατάγματα εκδόθηκαν και γνωστοποιήθηκαν αυθημερόν στον αιτητή ο οποίος συνελήφθη πάραυτα εκ νέου.

 

Στις 14.2.2014 ο αιτητής υπέβαλε την αίτηση υπ' αριθμό 31/2014 για έκδοση habeas corpus επί της οποίας στις 20.3.2014 εκδόθηκε η υπό έφεση τώρα απορριπτική απόφαση. Το Δικαστήριο έκρινε ότι με την έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή ημερομηνίας 6.2.2014, η κράτηση του για περαιτέρω περίοδο 6 μηνών ήταν νόμιμη για το λόγο ότι αυτή τη φορά είχε τεθεί πως ο αιτητής δεν συνεργαζόταν με τις αρμόδιες αρχές για την έκδοση σ' αυτόν διαβατηρίου ή ταξιδιωτικών εγγράφων ώστε να καταστεί δυνατή η απέλασή του είτε στη χώρα του είτε αλλού.

 

Με την παρούσα έφεση ο αιτητής προβάλλει διάφορους λόγους έφεσης, με το παράπονό του να επικεντρώνεται κατ' ουσίαν στην εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η εκ των υστέρων παράταση της κράτησής του για περαιτέρω 6 μήνες έγινε κανονικά και ήταν νόμιμη.  Είναι η θέση του ότι η διοίκηση δεν ενομιμοποιείτο σε εκ των υστέρων παράταση, ήτοι μετά τη λήξη της περιόδου κράτησης και μάλιστα όταν ήδη είχε επιτύχει στην αίτηση 12/2014. Η άλλη πλευρά εισηγήθηκε ότι η παράταση ήταν νόμιμη, εφόσον βρίσκεται εντός των πλαισίων του Νόμου και δόθηκε για λόγο που ρητά προβλέπεται στο Νόμο κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του αρμοδίου Υπουργού.

 

Θέτοντας τη δική μας θεώρηση, σημειώνουμε κατ' αρχάς ότι η στενή προσέγγιση της Οδηγίας και συνεπακόλουθα του Νόμου προκύπτει όχι μόνο από τη φύση της ρύθμισης, ως ρύθμιση που άπτεται της προσωπικής ελευθερίας, αλλά και από το συγκεκριμένο λεκτικό και την όλη δομή των προνοιών του εν λόγω άρθρου σύμφωνα με τις οποίες δεν επιτρέπεται η κράτηση, εκτός για τις περιόδους και υπό τις προϋποθέσεις που αυστηρά ορίζονται.  Στο ενδιάμεσο δε, διαρκούσης της κράτησης, ο Υπουργός επιφορτίζεται με την υποχρέωση να επανεξετάζει ανά δίμηνο το διάταγμα κράτησης αυτεπαγγέλτως. Παράλληλα, η επανεξέταση σε περίπτωση παράτασης της κράτησης, εποπτεύεται, ως ορίζει το Άρθρο 15(3) της Οδηγίας, από δικαστική αρχή. Εξ ου και ο εθνικός νομοθέτης προέβλεψε ότι το μεν διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, η δε διάρκεια της κράτησης, σε έλεγχο στα πλαίσια διαδικασίας habeas corpus.

 

Πρόκειται συνεπώς για διοικητικά μεν μέτρα που συνδέονται με τη διαδικασία επαναπατρισμού αλλοδαπού που διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία, πλην όμως κυρίαρχο είναι το στοιχείο του περιορισμού και του ελέγχου της διοίκησης, με τέτοιο τρόπο ώστε η στέρηση της ελευθερίας να μην εκτείνεται πέραν του μέτρου που είναι απολύτως αναγκαίο προς εκπλήρωση του επιδιωκομένου σκοπού.

 

Υπό το πρίσμα αυτό, η διοίκηση όχι μόνο πρέπει να τηρεί αυστηρά τις προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος, αλλά έχει υποχρέωση να αποφεύγει ενέργειες που στην πραγματικότητα καταστρατηγούν το Νόμο.

 

Προβάλλει τη θέση η διοίκηση ότι μπορούσε να παρατείνει την κράτηση επειδή ο αιτητής αρνείτο να συνεργαστεί με αποτέλεσμα την επιμήκυνση της επιχείρησης απομάκρυνσης του. Τέτοια θέση όμως δεν προβλήθηκε παρά μόνο όταν το Ανώτατο Δικαστήριο στην εν λόγω αίτηση 12/2014 είχε διατάξει την άμεση απελευθέρωση του, επειδή ακριβώς δεν είχε παραταθεί  εγκαίρως η κράτηση ώστε να επρόκειτο για περίπτωση που το Δικαστήριο να εκαλείτο να εξετάσει κατά όσον η παράταση ήταν νόμιμη.

 

Η διοίκηση, αντί της οφειλόμενης συμμόρφωσης προς τη διαταγή του Ανωτάτου Δικαστηρίου για άμεση απελευθέρωση, όψιμα πλέον, μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου κράτησης, προέβαλε την άρνηση συνεργασίας του αιτητή για να διατάξει την περαιτέρω κράτησή του. Αυτά, κατά τρόπο πρωθύστερο, εφόσον το διάταγμα κράτησης δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ (βλ. Soruor v. Δημοκρατίας (2011) 1(Γ) A.A.Δ. 2170, Haghilo, (2011) 1 Α.Α.Δ. 2219, Fonjungo (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 861)

 

Λαμβανομένης δε υπόψη της δικαστικής διαταγής προς άμεση απελευθέρωση, δεν τίθεται μόνο ζήτημα καταστρατήγησης του Νόμου, αλλά διαγωγής που αγγίζει τα όρια καταφρόνησης του Δικαστηρίου.

Η παράταση δεν μπορεί υπό τέτοιες περιστάσεις να κριθεί αυτοτελώς και εδώ έγκειται η διαφωνία μας, με τη δέουσα εκτίμηση, με το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η εισήγηση των εφεσιβλήτων για αποσπασματική θεώρηση των διαταγμάτων κράτησης, έτσι ώστε το διάταγμα για ανανέωση να προβάλλει νόμιμο, κρινόμενο με βάση τα δεδομένα όπως παρουσιάστηκαν πλέον στις 6.12.2014 και μόνο, θα συνιστούσε κατατεμαχισμό του ενιαίου, στην πραγματικότητα, χειρισμού της διοίκησης με σκοπό τη διαφυγή από το δικαστικό έλεγχο. Τέτοια καταστρατήγηση δεν είναι επιτρεπτή.

 

Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση και διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Ο εφεσείων να αφεθεί αμέσως ελεύθερος.

 

Έξοδα €1.500  πλέον ΦΠΑ υπέρ του εφεσείοντα περιλαμβανομένων των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας. Τα έξοδα της μεταφράστριας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο