ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ECLI:CY:AD:2014:A457

(2014) 1 ΑΑΔ 1335

3 Ιουλίου, 2014

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

 

PAPHOS STONE C. ESTATES LTD,

 

Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,

 

v.

 

ΜΑΚΗ ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΥ,

 

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 361/2009)

 

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχόλησης ― Εφεσείων εργαζόταν ως Head Barman στην υπηρεσία των εφεσειόντων για δεκαοκτώ χρόνια ― Απολύθηκε χωρίς προειδοποίηση λόγω ισχυριζόμενης διάπραξης πειθαρχικού παραπτώματος το οποίο συνίστατο σε επιθετική συμπεριφορά εναντίον του υποδιευθυντή ― Εκρίθη πρωτοδίκως ότι δεν είχαν αποδειχθεί γεγονότα που δικαιολογούσαν τον τερματισμό της απασχόλησης του εφεσίβλητου ― Επικυρώθηκε κατ' έφεση.

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Τερματισμός απασχόλησης ― Όταν ο τερματισμός απασχόλησης γίνεται από εργοδότη, τεκμαίρεται, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, ότι δεν έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο Άρθρο 5(α), (ε) και (στ) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/1967) ― Το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός της απασχόλησης έγινε νόμιμα, μεταφέρεται στους ώμους του εργοδότη.

 

Εργοδότης και εργοδοτούμενος ― Έφεση κατά  απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, θα πρέπει σύμφωνα με το Άρθρο 12(11)(Α) του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου 8/1967, να περιορίζεται σε νομικά σημεία τα οποία θα πρέπει να προσδιορίζονται μαζί με το υπόβαθρο γεγονότων στα οποία στηρίζονται.

 

Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ― Έφεση ― Παρατήρηση Εφετείου αναφορικά με φαινόμενο μη σαφήνειας σε εφέσεις εναντίον αποφάσεων του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών.

 

Ο εφεσίβλητος ενήγαγε τους εφεσείοντες-εργοδότες του διεκδικώντας αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του και πληρωμή αντί προειδοποίησης. Οι εφεσείοντες ζήτησαν απόρριψη της αίτησης, ισχυριζόμενοι ότι ο τερματισμός της απασχόλησης ήταν νόμιμος καθότι ο εφεσίβλητος επέδειξε επιθετική συμπεριφορά εναντίον προϊσταμένου του η οποία κατέστησε αδύνατη τη συνέχιση της σχέσης εργοδότη-εργοδοτουμένου.

 

Από τα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναντίλεκτα στοιχεία και παραδεχτά γεγονότα, προέκυπτε ότι η εργοδότρια εταιρεία ασχολείτο με τη διαχείριση του ξενοδοχείου Paphian Bay στην Πάφο.  Ο εφεσίβλητος προσλήφθηκε από τους εφεσείοντες στις 5.9.1988 και εργάστηκε ως Head Barman στο ξενοδοχείο μέχρι και τις 3.6.2006, ημερομηνία κατά την οποία τερματίστηκε η απασχόληση του άμεσα και χωρίς προειδοποίηση, με επιστολή ημερ. 3.6.2006 στην οποία αναφέρονταν οι λόγοι τερματισμού απασχόλησης του εφεσίβλητου.

 

Στην επιστολή γινόταν λόγος σε επεισόδιο που έλαβε χώρα στις 31/5/2006 που αποτελούσε διάπραξη σοβαρού παραπτώματος  και γενικά  επίδειξη τέτοια αγωγής που δεν μπορούσε εύλογα να αναμένεται να συνεχισθεί η σχέση εργοδότη εργοδοτουμένου.

 

Όπως αναφερόταν, στις 31/05/2006 σε πολύ έντονο ύφος και προτάσσοντας το δάκτυλο ο εφεσείων απείλησε τον υποδιευθυντή, λέγοντας του μεταξύ άλλων  χαρακτηριστικά Πρόσεξε και είναι η δεύτερη φορά που μου το κάνεις.» και «Θα σε καταστρέψω. Δεν θα μπορείς να κυκλοφοράς, θα σε περιμένω και θα το κάνω.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο από τους τρεις μάρτυρες που κάλεσαν οι εφεσείοντες, αξιολόγησε θετικά μόνο τη μάρτυρα Βασιλική Σωτηρίου.

 

Έχοντας υπόψη τη μαρτυρία της, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι άλλο περιστατικό της 19.5.2005, που περιέγραψε η κα Σωτηρίου δεν συνιστούσε, ένα χρόνο μετά το περιστατικό, λόγο απόλυσης.  Έκρινε ότι οι εφεσείοντες όφειλαν να είχαν ασκήσει το δικαίωμα τους για απόλυση κατά το χρόνο διάπραξης του παραπτώματος.

 

Το Δικαστήριο τελικά έκρινε ότι από τα ενώπιον του στοιχεία δεν είχαν αποδειχθεί γεγονότα που δικαιολογούσαν τον τερματισμό της απασχόλησης του εφεσίβλητου.

 

Με δεδομένη την πιο πάνω κατάληξη του, προχώρησε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του εφεσίβλητου για σκοπούς καθορισμού αποζημιώσεων.

Σημείωσε επίσης ότι σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, η αποζημίωση δεν μπορούσε ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζον, ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών. 

 

Του επιδικάστηκε επίσης πληρωμή αντί προειδοποίησης.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Ενόψει της απόρριψης της μαρτυρίας τόσο των δύο μαρτύρων των εφεσειόντων, όσο και του εφεσίβλητου, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο τερματισμός δεν ήταν νόμιμος, θα έπρεπε να θεωρηθεί εσφαλμένη.

 

β)  Από την απόρριψη της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και την αποδοχή της μαρτυρίας της κυρίας Σωτηρίου, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να επιδικάσει οποιοδήποτε ποσό αποζημιώσεων.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Δεδομένου ότι  έφεση εναντίον απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών περιορίζεται σε νομικά σημεία τα οποία θα πρέπει να προσδιορίζονται μαζί με το υπόβαθρο γεγονότων στα οποία στηρίζονται, δεν ήταν ευκόλως κατανοητό κατά πόσον τα σημεία που εγείρονταν με την αίτηση ήταν νομικά. Εγείρονταν δε, αλλού ευθέως και αλλού εμμέσως, θέματα αξιοπιστίας.

2.  Τα όσα προβάλλονταν στο περίγραμμα αγόρευσης για τους εφεσείοντες αναφορικά με τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου θα έπρεπε να αγνοηθούν.

3.  Ως προς την ουσία των λόγων έφεσης, οι εφεσείοντες είχαν την υποχρέωση να πείσουν ότι ο τερματισμός ήταν νόμιμος και μέσα στα πλαίσια που επιτρέπει ο Νόμος.

4.  Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο οι εφεσείοντες απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος. Με αυτό υπόψη, ο τερματισμός της απασχόλησης του εφεσίβλητου ορθά θεωρήθηκε παράνομος.

5.  Απασχόλησε το Δικαστήριο η μαρτυρία της κας Βασιλικής Σωτηρίου αναφορικά με άλλο επεισόδιο στις 19.5.2005.

6.  Δεν θα έπρεπε, εφόσον ο τερματισμός, όπως αναφέρεται στην επιστολή ημερ. 3.6.2006, αφορούσε σε άλλο περιστατικό που συνέβηκε στις 31.5.2006 μεταξύ του υποδιευθυντή του ξενοδοχείου  και του εφεσίβλητου. Όμως ακόμη και αν θεωρείτο ορθή η ενασχόληση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με το περιστατικό του 2005, η κατάληξη του ότι το δικαίωμα τερματισμού εγκαταλείφθηκε εφόσον δεν έγινε μέσα σε εύλογο χρόνο από το συμβάν, ήταν μέσα στα πλαίσια του Άρθρου 5(ε) του Νόμου.

7.  Συνακόλουθα, δεν μπορούσε να γίνει δεχτή η εισήγηση του  συνηγόρου των εφεσειόντων ότι το χρονικό διάστημα του ενός σχεδόν χρόνου θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί εύλογο από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

8.  Ούτε ο δεύτερος λόγος ευσταθούσε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά επιδίκασε αποζημιώσεις. Από τη στιγμή που έκρινε ότι οι εφεσείοντες δεν απέσεισαν το βάρος που είχαν για να αποδείξουν ότι ο τερματισμός έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο Άρθρο 5(α), (ε) και (στ) του Νόμου, τότε ο εφεσίβλητος εδικαιούτο σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) του Νόμου σε αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του.

9.  Το γεγονός ότι η μαρτυρία του εφεσίβλητου δεν αξιολογήθηκε θετικά, δεν επηρέαζε το δικαίωμα του εφεσίβλητου σε αποζημιώσεις, εφόσον το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός ήταν νόμιμος δεν ήταν στους ώμους του, αλλά στους ώμους των εφεσειόντων.

 

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Παρατήρηση Εφετείου: «Συχνά σε εφέσεις από αποφάσεις του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, παρατηρείται το φαινόμενο οι λόγοι έφεσης να μην διατυπώνονται με σαφήνεια, με αποτέλεσμα να είναι πολύ δύσκολο να γίνει αντιληπτό το νομικό σημείο που εγείρεται».

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Famalift Shipyard Ltd v. Παυλίδη κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 161,

 

In Re HjiCostas (1984) 1 C.L.R. 513,

 

Κουντουρίδης Λτδ ν. Γεωργίου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 980,

 

Thanos Hotels Ltd v. Ανδρέου (2002) 1(Β) A.A.Δ. 1000,

 

L' Union Nationale (Tourism & Sea Resorts) Ltd v. Αγαθοκλέους (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2117.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Καθ' ων η αίτηση εναντίον της απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών Πάφου (Κωνσταντίνου, Δικ.), (Αίτηση Αρ. 457/96), ημερομηνίας 16/10/2009.

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Α. Γεωργιάδης, για τον Εφεσίβλητο.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔικαστHριο: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσίβλητος ενήγαγε τους Εφεσείοντες-εργοδότες του διεκδικώντας αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του και πληρωμή αντί προειδοποίησης. Οι Εφεσείοντες ζήτησαν απόρριψη της αίτησης, ισχυριζόμενοι ότι ο τερματισμός της απασχόλησης ήταν νόμιμος καθότι ο Εφεσίβλητος επέδειξε επιθετική συμπεριφορά εναντίον προϊσταμένου του η οποία κατέστησε αδύνατη τη συνέχιση της σχέσης εργοδότη-εργοδοτουμένου.

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 6(1) του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου του 1967 (Ν. 24/1967), όταν ο τερματισμός απασχόλησης γίνεται από εργοδότη, τεκμαίρεται, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, ότι δεν έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο Άρθρο 5(α), (ε) και (στ) του Νόμου. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω πρόνοιας, το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός της απασχόλησης έγινε νόμιμα, μεταφέρεται στους ώμους του εργοδότη.

 

Για να αποσείσουν το βάρος που ο Νόμος έθεσε στους Εφεσείοντες, αυτοί κάλεσαν τρεις μάρτυρες:- (1) τον κ. Μάριο Σπύρου, Διευθυντή Προσωπικού όλων των ξενοδοχείων που υπάγονται στη μητρική εταιρεία των Εφεσειόντων, (2) την κα Βασιλική Σωτηρίου, εργοδοτούμενη στο Τμήμα Ασφάλειας του ξενοδοχείου Paphian Bay και τον κ. Γεώργιο Παπαδόπουλο, Υποδιευθυντή του ξενοδοχείου Pioneer. Ο Αιτητής, για να υποστηρίξει την αίτησή του, κατέθεσε μόνο ο ίδιος.

 

Από τα ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου αναντίλεκτα στοιχεία και παραδεχτά γεγονότα, προκύπτει ότι η εργοδότρια εταιρεία ασχολείτο με τη διαχείριση του ξενοδοχείου Paphian Bay στην Πάφο. Ο Εφεσίβλητος προσλήφθηκε από τους Εφεσείοντες στις 5.9.1988 και εργάστηκε ως Head Barman στο ξενοδοχείο μέχρι και τις 3.6.2006, ημερομηνία κατά την οποία τερματίστηκε η απασχόληση του άμεσα και χωρίς προειδοποίηση, με επιστολή ημερ. 3.6.2006 [Τεκμήριο 8(β)] στην οποία αναφέρονται οι λόγοι τερματισμού απασχόλησης του Εφεσίβλητου. Το περιεχόμενο της επιστολής έχει ως εξής:-

 

«03 Ιουνίου, 2006

ΩΡΑ: 11.00

 

ΠΡΟΣ: Κύριο ΜΑΚΗ ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΥ

            ΠΑΦΟΣ

 

Κύριε,

 

Με την παρούσα σας πληροφορούμε ότι οι υπηρεσίες σας τερματίζονται άμεσα ήτοι χωρίς προειδοποίηση, διότι διαπράξατε σοβαρό παράπτωμα και/ή απρεπή διαγωγή και/ή παραβήκατε τους κανόνες εργασίας σας κατά την διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων σας και γενικά επιδείξατε τέτοια αγωγή που δεν μπορεί εύλογα να αναμένεται να συνεχισθεί η σχέση εργοδότη εργοδοτούμενου.

 

Συγκεκριμένα στις 31/05/2006 και ώρα περίπου 21:30 σε πολύ έντονο ύφος και προτάσσοντας το δάκτυλο απειλήσατε τον κον Γεώργιο Παπαδόπουλο, υποδιευθυντή, με τις ακόλουθες φράσεις:

 

«Άλλη φορά άμα έχεις κάτι να έρχεσαι σε εμένα και όχι να πηγαίνεις και να τα λες αλλού. Πρόσεξε και είναι η δεύτερη φορά που μου το κάνεις.»

 

Και στη συνέχεια πάλι σε έντονο και απειλητικό ύφος του είπατε:

 

«Να ξέρεις ότι αυτό που έγινε την πρώτη φορά δεν τελείωσε, τώρα ξεκινάει, ότι μου έκανες θα σου κάνω. Θα σε καταστρέψω. Δεν θα μπορείς να κυκλοφοράς, θα σε περιμένω και θα το κάνω.»

 

Οι πιο πάνω απαράδεκτες απειλές εκτοξεύθηκαν όταν εξεταζόταν κανονικά κάποια παρατυπία που έγινε στο ξενοδοχείο.

 

Πρέπει να σημειώσω ότι και στο πρόσφατο παρελθόν απασχολήσατε την διεύθυνση της Εταιρείας με σωρεία παραπτωμάτων και συμπεριφορών και γίνατε δέκτης σειράς γραπτών παρατηρήσεων (προειδοποιήσεων) για την συμπεριφορά σας και την διαγωγή σας στους χώρους της εργασίας.

 

Οι εξηγήσεις που δώσατε όταν κληθήκατε για την πιο πάνω συμπεριφορά σας δεν μας ικανοποίησαν.

 

Με τιμή

Διά την PAPHOS STONE C. ESTATES LTD

 

Μάριος Σπύρου

Διευθυντής Προσωπικού

 

Κοιν.  Κύριο Ανδρέα Κωνσταντίνου - Διευθύνων Σύμβουλο

           Σ.Ε.Κ.»

 

Δηλώθηκε επίσης ως παραδεχτό γεγονός ότι κατά το χρόνο του τερματισμού της απασχόλησης του Εφεσίβλητου, οι απολαβές του ανέρχονταν μηνιαίως σε £1.400, πλέον 13ο και 14ο μισθό σε ποσοστό 33% του μισθού του.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο από τους τρεις μάρτυρες των Εφεσειόντων, αξιολόγησε θετικά μόνο την κα Βασιλική Σωτηρίου και δεν αποδέχτηκε τη μαρτυρία των κ. Μ. Σπύρου και κ. Γ. Παπαδόπουλου. Έχοντας υπόψη τη μαρτυρία της κας Βασιλικής Σωτηρίου, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι το περιστατικό της 19.5.2005, που περιέγραψε η κα Σωτηρίου* δεν συνιστούσε, ένα χρόνο μετά το περιστατικό, λόγο απόλυσης. Έκρινε ότι οι Εφεσείοντες όφειλαν να είχαν ασκήσει το δικαίωμα τους για απόλυση κατά το χρόνο διάπραξης του παραπτώματος. Ο ένας χρόνος που διέρρευσε κρίθηκε δυνάμει του Άρθρου 5(ε) του Νόμου ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως λογικό χρονικό διάστημα για την άσκηση του δικαιώματος απόλυσης. Ως εκ τούτου, κατέληξε ότι οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης που τους βάρυνε για να αποδείξουν ότι τερμάτισαν νόμιμα την εργοδότηση του Εφεσίβλητου, σύμφωνα με το σχετικό Νόμο. Το δικαστήριο τελικά έκρινε ότι από τα ενώπιον του στοιχεία δεν είχαν αποδειχθεί γεγονότα που δικαιολογούσαν τον τερματισμό της απασχόλησης του Εφεσίβλητου.

 

Με δεδομένη την πιο πάνω κατάληξη του, προχώρησε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του Εφεσίβλητου για σκοπούς καθορισμού αποζημιώσεων. Έκρινε ότι ούτε ο Εφεσίβλητος κατάφερε να πείσει το δικαστήριο για την αλήθεια της εκδοχής του, καθότι μέσα από τη μαρτυρία του πρόβαλλαν στοιχεία τα οποία έθεταν σοβαρές αμφιβολίες στην αξιοπιστία του και δημιουργούσαν σοβαρές αδυναμίες στην όλη εκδοχή του.

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι δυνάμει του Άρθρου 4 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, είχε απόλυτη διακριτική εξουσία ως προς το ποσό της αποζημίωσης που θα μπορούσε να επιδικάσει, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα, τα οποία προσδιορίζονται στο Άρθρο 4 του Πρώτου Πίνακα:-

 

(α) Τα ημερομίσθια και όλες τις άλλες απολαβές του εργοδοτουμένου,

(β) τη διάρκεια της υπηρεσίας του,

(γ) την απώλεια προοπτικής της σταδιοδρομίας του,

(δ) τις πραγματικές συνθήκες του τερματισμού των υπηρεσιών του και

(ε) την ηλικία του.

 

Το δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του Πρώτου Πίνακα του Νόμου, η αποζημίωση δεν μπορούσε ούτε να είναι μικρότερη του ποσού που θα ελάμβανε ο εργοδοτούμενος αν είχε κηρυχθεί ως πλεονάζον, ούτε να υπερβεί τα ημερομίσθια δύο ετών. Για να καταλήξει στο ποσό των αποζημιώσεων διατύπωσε το εξής σκεπτικό:-

 

«Από την ενώπιον μας μαρτυρία διαφαίνεται ότι ο Αιτητής μετά την απόλυση του από την Εργοδότρια Εταιρεία απασχολείται στην εταιρεία που διαχειρίζεται την καφετέρια Hot Cup Café. Δεν μας έδωσε όμως κανένα στοιχείο για τις απολαβές του από την εν λόγω εταιρεία όπως δεν μας έδωσε και καμία πληροφορία κατά πόσον έψαξε για άλλη εργασία σε ξενοδοχείο ή εστιατόριο με αντίστοιχες απολαβές με αυτές που έπαιρνε στην Εργοδότρια Εταιρεία. Δεν μας έδωσε κανένα στοιχείο για τις σημερινές απολαβές του και τους όρους εργασίας του. Έχοντας απορρίψει τη μαρτυρία του Αιτητή αναφορικά με τη συμπεριφορά της Εργοδότριας Εταιρείας προς το πρόσωπο του και το προσχεδιασμένο της απόλυσης του, το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τους εν λόγω ισχυρισμούς του Αιτητή. 

 

Λαμβάνοντας υπόψη μόνο το ύψος των απολαβών του και τη διάρκεια της υπηρεσίας του (18 χρόνια) αφού (α) λόγω της απόρριψης τόσο της μαρτυρίας της Εργοδότριας Εταιρείας όσον και του Αιτητή το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να καταλήξει σε συμπέρασμα αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τερματίστηκε η απασχόληση του Αιτητή και (β) λόγω της μη απόδειξης από μέρους του Αιτητή της ηλικίας του και τυχόν απώλειας σταδιοδρομίας, κρίνουμε ότι είναι εύλογο και δίκαιο υπό τις περιστάσεις, όπως του επιδικάσουμε αποζημιώσεις που αντιστοιχούν σε απολαβές 48,5 εβδομάδων ήτοι €29.739,75 [Λ.Κ.17.405,90 (48,5 Χ Λ.Κ. 358,88)].

 

Περαιτέρω ο Αιτητής σύμφωνα με το Άρθρο 9(ζ) του Νόμου δικαιούται σε πληρωμή αντί προειδοποίησης το ποσό που αντιστοιχεί σε απολαβές 8 εβδομάδων, ήτοι ποσό €4.905,53 (Λ.Κ.2.871,08).

 

Κατά συνέπεια εκδίδεται απόφαση υπέρ του Αιτητή και εις βάρος των Καθ' ων η Αίτηση για το συνολικό ποσό των €34.645,28 με νόμιμο τόκο.»

 

Οι Εφεσείοντες με δύο λόγους έφεσης προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Με τον πρώτο ισχυρίζονται ότι ενόψει της απόρριψης της μαρτυρίας τόσο των δύο μαρτύρων των Εφεσειόντων, όσο και του Εφεσίβλητου, η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο τερματισμός δεν ήταν νόμιμος, θα πρέπει να θεωρηθεί εσφαλμένη. Με τον δεύτερο λόγο έφεσης θεωρούν ότι μετά από την απόρριψη της μαρτυρίας του Εφεσίβλητου και την αποδοχή της μαρτυρίας της κας Βασιλικής Σωτηρίου, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν θα έπρεπε να επιδικάσει οποιοδήποτε ποσό αποζημιώσεων.

 

Προτού εξετάσουμε την ουσία των λόγων έφεσης, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι εφόσον η έφεση στρέφεται κατά απόφασης του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, θα πρέπει σύμφωνα με το Άρθρο 12(11Α) του περί Ετησίων Αδειών μετ' Απολαβών Νόμου του 1967 (Ν. 8/1967), να περιορίζεται σε νομικά σημεία τα οποία θα πρέπει να προσδιορίζονται μαζί με το υπόβαθρο γεγονότων στα οποία στηρίζονται (βλ. Famalift Shipyard Ltd v. Παυλίδη κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 161).

 

Στην προκειμένη περίπτωση οι δύο πρώτοι λόγοι έφεσης έχουν προσδιοριστεί ως εξής:-

 

«Λόγος έφεσης 1

Από τη στιγμή που το Δικαστήριο Πρωτόδικα αποδέχθηκε ως ορθά τα γεγονότα της 19.5.2005 ως τα περίγραψε η μαρτυρία (Βασιλική Σωτηρίου) των εργοδοτών δεν μπορούσε, ιδιαίτερα αφού έκρινε πρόσθετα αναξιόπιστη τη μαρτυρία του αιτητή να θεωρήσει ότι η γραπτή απόλυση στις 3.6.2006 δεν ήταν νόμιμη, ούτε μπορούσε ο τερματισμός της εργοδότησης να θωρηθεί παράνομος, γιατί δήθεν δεν ασκήθηκε εντός λογικού χρονικού διαστήματος, χωρίς μάλιστα να απορρίψει τον παράνομο στην ουσία το λόγο απόλυσης.

 

Αιτιολογία

Ο χρόνος που παρήλθε από 19.5.05 έως την 3.6.05 που στάληκε η γραπτή απόλυσης δεν ήταν μεγάλος ως κρίθηκε αφού επρόκειτο για Ν.Πρ.Ιδ.Δ. που για να λάβει τέτοια απόφαση δεν μπορούσε να ενεργήσει αυθόρμητα ως ενδεχομένως θα έπραττε ένα φυσικό πρόσωπο εργοδότης μικρού μάλιστα αριθμού υπαλλήλων. Ανεξάρτητα τούτου δεν μπορεί να θεωρηθεί η επιστολή τερματισμού 3/6/05 ως παράνομη η απόλυση, όταν επεσυνέβη γεγονός που δέχθηκε το Δικαστήριο ότι υπήρξε (μαρτυρία Βασιλική Σωτηρίου) και που όντως οδηγούσε σε νόμιμη απόλυση.

 

Λόγος Έφεσης 2

Εσφαλμένα το Δικαστήριο Πρωτόδικα, ενώ έκρινε ότι με τη μαρτυρία του Αιτητή δεν «κατάφερε να πείσει το Δικαστήριο για την αλήθεια της εκδοχής του» και την απέρριψε ως αναξιόπιστη, εντούτοις έκρινε ότι έπρεπε να εκδικάσει αποζημίωση γιατί ούτε ο εργοδότης δήθεν δεν πρόσφερε αξιόπιστη μαρτυρία. Τούτο είναι αντιφατικό σε σχέση με ότι έκρινε το ίδιο το Δικαστήριο για μέρος της μαρτυρίας του εργοδότη και ειδικά του μάρτυρος Βασιλική Σωτηρίου των εφεσειόντων.

 

Αιτιολογία

Η απόφαση για τη μαρτυρία του εργοδότη δεν απορρίφθηκε ολόκληρη. Θεώρησε η Πρωτόδικη απόφαση ως μη ικανοποιητική μέρος αυτής της μαρτυρίας ενώ δέχθηκε ως αποδεκτή και αξιόπιστη τη μαρτυρία της Βασιλικής Σωτηρίου μάρτυρας του εργοδότη, ταυτόχρονα έκρινε ως μη αξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσίβλητου αιτητή. Άρα είναι ακατανόητο αφ' ενός να μην αποδέχεται τη μαρτυρία του Αιτητή και αφ' ετέρου παρά το εύρημα για την αξιόπιστη μαρτυρία (ενός μάρτυρα) του εργοδότη να επιδικάζει την αποζημίωση. Οι Εφεσείοντες απόδειξαν λόγο νόμιμης απόλυσης και άρα δεν χωρούσε να επιδικαστεί αποζημίωση υπέρ του αναξιόπιστου αιτητή για δήθεν παράνομη απόλυση του.»

 

Ομολογουμένως δεν είναι ευκόλως κατανοητό κατά πόσον τα σημεία που εγείρονται με την αίτηση είναι νομικά. Όμως αυτό αφορά την ουσία των λόγων έφεσης. Εκείνο όμως που χρήζει διερεύνησης, και θίγεται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσίβλητου, είναι ο τρόπος που οι λόγοι έφεσης και ιδιαίτερα ο δεύτερος, αναπτύσσονται στο περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου των Εφεσειόντων. Εγείρονται αλλού ευθέως και αλλού εμμέσως, θέματα αξιοπιστίας. Για παράδειγμα στη σελίδα 8 της αγόρευσης αναφέρονται τα εξής:-

 

«Είναι λοιπόν προφανές ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας και οι συνακόλουθες διαπιστώσεις του Πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένες και δικαιολογούν την παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία, αφού από τη μαρτυρία θα έπρεπε να εξαχθούν τα αντίθετα συμπεράσματα.» 

 

Είναι φανερό κατά την άποψή μας ότι τα όσα προβάλλονται στο περίγραμμα αγόρευσης του ευπαίδευτου συνήγορου για τους Εφεσείοντες αναφορικά με τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου δικαστηρίου θα πρέπει να αγνοηθούν.

 

Συχνά σε εφέσεις από αποφάσεις του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, παρατηρείται το φαινόμενο οι λόγοι έφεσης να μην διατυπώνονται με σαφήνεια, με αποτέλεσμα να είναι πολύ δύσκολο να γίνει αντιληπτό το νομικό σημείο που εγείρεται. Γι' αυτό θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε τα όσα λέχθηκαν στην In Re HjiCostas (1984) 1 C.L.R. 513, 519 ως προς το τι συνιστά «νομικό σημείο»:-

 

«What amounts to a pure question of law is perhaps easy to define but hard to apply to the particular circumstances of a case. The question of law raised, whatever its nature, must necessarily be one relevant to the facts of the case. A pure question of law cannot be one extricated or detached from the facts of the case for in those circumstances it would be an academic question of law. It appears to me that whenever an issue revolves round the application of the law to given facts, it raises a pure question of law. So long as the facts to which the Court is required to apply the law are not called in question, the point is a legal one. It merely raises questions bearing on the interpretation and the scope of the law. Exploration of the ambit of the law is always a question of law.»

 

Το πιο πάνω απόσπασμα αν και αφορούσε σε άλλο πλαίσιο, εντούτοις έτυχε επιδοκιμασίας από το Εφετείο στην υπόθεση Παναγιώτης Κουντουρίδης Λτδ ν. Γεωργίου (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 980 αναφορικά με εργατική διαφορά.

 

Ως προς την ουσία των λόγων έφεσης, δεν έχουμε πολλά να πούμε. Οι Εφεσείοντες είχαν την υποχρέωση να πείσουν ότι ο τερματισμός ήταν νόμιμος και μέσα στα πλαίσια που επιτρέπει ο Νόμος. Σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος. Με αυτό υπόψη, ο τερματισμός της απασχόλησης του Εφεσίβλητου ορθά κατά την άποψή μας θεωρήθηκε παράνομος. Απασχόλησε το δικαστήριο η μαρτυρία της κας Βασιλικής Σωτηρίου αναφορικά με το επεισόδιο στις 19.5.2005. Κατά την άποψή μας, δεν θα έπρεπε, εφόσον ο τερματισμός, όπως αναφέρεται στην επιστολή ημερ. 3.6.2006, Τεκμήριο 8(β), αφορούσε σε άλλο περιστατικό που συνέβηκε στις 31.5.2006 μεταξύ του υποδιευθυντή του ξενοδοχείου Γ. Παπαδόπουλου και του Εφεσίβλητου. Όμως ακόμη και αν θεωρούσαμε ορθή την ενασχόληση του πρωτόδικου δικαστηρίου με το περιστατικό του 2005, η κατάληξη του ότι το δικαίωμα τερματισμού εγκαταλείφθηκε εφόσον δεν έγινε μέσα σε εύλογο χρόνο από το συμβάν, ήταν μέσα στα πλαίσια του Άρθρου 5(ε) του Νόμου, το οποίο προβλέπει ότι:-

 

«5. Τερματισμός απασχολήσεως δι' οιονδήποτε των ακολούθων λόγων δεν παρέχει δικαίωμα εις αποζημίωσιν:-

 

..........................

(ε) όταν ο εργοδοτούμενος επιδεικνύη τοιαύτην διαγωγήν ώστε να καθιστά εαυτόν υποκείμενον εις απόλυσιν άνευ προειδοποιήσεως:

 

Νοείται ότι όταν ο εργοδότης δεν ασκή το δικαίωμα του προς απόλυσιν εντός λογικού χρονικού διαστήματος από του γεγονότος το οποίον του παρέσχε το δικαίωμα τούτο, θεωρείται ούτος ως εγκαταλείψας το δικαίωμα του να απολύση τον εργοδοτούμενον·»

 

Στην υπόθεση Thanos Hotels Ltd v. Ανδρέου (2002) 1(Β) A.A.Δ. 1000 στην οποία μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσίβλητου, ενώ παρήλθε μικρότερος χρόνος (περίπου 5 μήνες) από το τελευταίο κατ' ισχυρισμό παράπτωμα και του τερματισμού, το Εφετείο έκρινε ότι ο χρόνος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως λογικό χρονικό διάστημα για την άσκηση του δικαιώματος απόλυσης κατά τα προβλεπόμενα στην επιφύλαξη του Άρθρου 5(ε) του Νόμου. Επίσης στην υπόθεση L' Union Nationale (Tourism & Sea Resorts) Ltd v. Αγαθοκλέους (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2117 το Εφετείο δεν παρενέβη στην κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η πάροδος ενός μηνός από την επίδειξη απρεπούς συμπεριφοράς μέχρι την απόλυση του εργοδοτουμένου «είναι πέραν του λογικού χρόνου εντός του οποίου θα έπρεπε να ασκηθεί από την Εταιρεία το δικαίωμα σε απόλυσή του».

 

Συνακόλουθα, δεν μπορεί να γίνει δεχτή η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Εφεσειόντων ότι το χρονικό διάστημα του ενός σχεδόν χρόνου θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο ως εύλογο.

 

Ούτε ο δεύτερος λόγος ευσταθεί. Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά επιδίκασε αποζημιώσεις. Από τη στιγμή που έκρινε ότι οι Εφεσείοντες δεν απέσεισαν το βάρος που είχαν για να αποδείξουν ότι ο τερματισμός έγινε νόμιμα για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο Άρθρο 5(α), (ε) και (στ) του Νόμου, τότε ο Εφεσίβλητος δικαιούται σύμφωνα με το Άρθρο 3(1) του Νόμου σε αποζημιώσεις για παράνομο τερματισμό της απασχόλησής του. Το γεγονός ότι η μαρτυρία του Εφεσιβλήτου δεν αξιολογήθηκε θετικά, δεν επηρεάζει κατά την άποψή μας το δικαίωμα του Εφεσιβλήτου σε αποζημιώσεις, εφόσον το βάρος απόδειξης ότι ο τερματισμός ήταν νόμιμος δεν ήταν στους ώμους του, αλλά στους ώμους των Εφεσειόντων.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εφεσιβλήτου και εναντίον των Εφεσειόντων, πλέον ΦΠΑ.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο