ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2014:D390

(2014) 1 ΑΑΔ 1141

11 Ιουνίου, 2014

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ CK RESTAURANT SYSTEM FRANCHISERS LIMITED ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΙΝ ΑΔΕΙΑΣ ΔΙ' ΥΠΟΒΟΛΗΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΙΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 16/05/14, ΤΟ ΟΠΟΙΟΝ ΕΔΟΘΗ ΚΑΤΟΠΙΝ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΚΗΝ ΑΙΤΗΣΙΝ ΥΠ ΑΡ. 385/14, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΧΩΡΗΣΕΝ Η

ΛΕΩΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΟΥ-ΜΑΥΡΟΝΙΚΟΛΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ

1. CK RESTAURANT SYSTEM FRANCHISERS LIMITED,

2. ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΟΥ ΚΑΙ 3. ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΩΣ ΑΝΩ ΕΤΑΙΡΙΚΗΝ ΑΙΤΗΣΙΝ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 103/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για  παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, για ακύρωση απαγορευτικού διατάγματος που εκδόθηκε στο πλαίσιο εταιρικής αίτησης αναφορικά με ζητήματα καταπίεσης μειοψηφίας μετόχων ― Απορριπτική κατάληξη επί τω ότι, τίποτα δεν εμπόδιζε τους Αιτητές να τα εγείρουν υπό μορφή ενστάσεως στην εκκρεμούσα διαδικασία οριστικοποίησης τους, ή ακόμη και να καταθέσουν αίτηση δυνάμει της Δ.48 Θ.8(4) ― Απουσία εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ή Prohibition ― Εφαρμοστέες αρχές ― Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις ― Η αρχή αυτή ισχύει γενικά, έστω και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.

 

Η κάτοχος του 30% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας CK RESTAURANT SYSTEM FRANCHISERS LTD Λ.Π. Μαυρονικόλα, αποφάσισε να δώσει οριστικό τέλος στις διαφορές της με τους άλλους δύο μετόχους της εταιρείας που κατέχουν το υπόλοιπο 70% ή 105.000 μετοχές - με την εταιρική αίτηση 385/14 την οποία καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας  στις 15.5.2014.

 

Με την Αίτηση επιζητούσε να διαταχθούν οι άλλοι δύο μέτοχοι να αγοράσουν τις 45.000 μετοχές της, σε τιμή που θα καθόριζε το Δικαστήριο και σχετικά τους καταλόγιζε σωρεία επιλήψιμων πράξεων και παραλείψεων που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της είναι καταπιεστικές για την ίδια ως μετόχου μειοψηφίας.

 

Ταυτόχρονα με την καταχώριση της Αίτησης, η Μαυρονικόλα κατέθεσε και μονομερή αίτηση και την επομένη, στις 16.5.14, εξασφάλισε παρεμπίπτον διάταγμα, με το οποίο απαγορευόταν στην Εταιρεία και στους μετόχους της πλειοψηφίας από του να λάβουν οποιανδήποτε απόφαση και/ή ψήφισμα, στα πλαίσια της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης ημερ. 19.5.2014 και/ή οποιασδήποτε άλλης Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης, το οποίο θα έπαυε την Αιτήτρια από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, μέχρι τελικής ακρόασης της κυρίως εταιρικής αίτησης και/ή μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

 

Το Διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 26.5.14, οπόταν εκ μέρους της Εταιρείας εμφανίστηκε  δικηγόρος, εκ μέρους των Καθ' ων η Αίτηση 2 και 3.

 

Το Δικαστήριο, αφού άκουσε και το δικηγόρο της άλλης πλευράς, δεν ικανοποίησε το αίτημα του δικηγόρου για ορισμό της αίτησης που αφορούσε μόνο στην Εταιρεία για ακρόαση. Αντί τούτου την όρισε  στις 17.6.14 για επίδοση στους άλλους δύο καθ' ων η αίτηση και για οδηγίες για την Εταιρεία, στην οποία δόθηκε δυνατότητα να καταχωρήσει την ένστασή της μέχρι τότε.

 

Η αντίδραση της Εταιρείας στην απόρριψη του αιτήματος του δικηγόρου της ήταν η καταχώριση της παρούσας αίτησης στο Ανώτατο Δικαστήριο με την οποία ζητούσε άδεια για καταχώρηση αίτησης που θα στόχευε σε έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του Διατάγματος και, μέχρι την εκδίκαση της σκοπούμενης να καταχωρηθεί αίτησης, αναστολή της ισχύος του Διατάγματος.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι μεταξύ άλλων λόγους:

 

α)  Το Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας για έκδοση προσωρινού διατάγματος που να απαγόρευσε στη γενική συνέλευση των μετόχων της Εταιρείας να απομακρύνει διοικητικό της σύμβουλο.

 

β)  Με το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου η Αίτηση δεν είχε ορατή πιθανότητα επιτυχίας.

 

γ)  Το Δικαστήριο όφειλε να διατάξει την επίδοση της αίτησης ώστε να δώσει την ευκαιρία και στην άλλη πλευρά να ακουστεί.

 

δ)  Κατά τεκμήριο το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και με πλήρη έλλειψη εξουσίας καθότι μέσα στο σύντομο χρόνο της 16.5.2014, δεν ήταν δυνατό να μελετήσει μια ογκωδέστατη μονομερή αίτηση από 83 σελίδες η οποία συνοδευόταν από ένορκη δήλωση 223 παραγράφων και 87 τεκμηρίων για να βεβαιωθεί ότι είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το Διάταγμα.

 

ε)  Με την απόρριψη του αιτήματος για ορισμό της αίτησης για ακρόαση και τον ορισμό της (σ' ότι αφορούσε την Εταιρεία) για οδηγίες στις 17.6.14, απαγορεύτηκε στην Εταιρεία να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματα της.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Με βάση τις νομολογημένες αρχές ήταν προφανές ότι, ενόσω εκκρεμούσε η ακρόαση της αίτησης για το Διάταγμα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου πολύ λίγα περιθώρια υπήρχαν για χορήγηση της αιτούμενης άδειας.

2.  Και αυτό για τον απλό λόγο ότι η Εταιρεία είχε κάθε δυνατότητα να εγείρει τα ζητήματα που ήγειρε με την παρούσα - όπως και οποιοδήποτε άλλο ζήτημα - στο πλαίσιο της διαδικασίας οριστικοποίησης ή μη του Διατάγματος.

3.  Δεν παραγνωριζόταν ότι με βάση τις πάγιες αρχές της νομολογίας το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, όταν διαπιστώνει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να παρέμβει και να χορηγήσει άδεια της εξεταζόμενης φύσεως έστω και αν υπάρχουν διαθέσιμα άλλα ένδικα μέσα.

4.  Στην παρούσα όμως περίπτωση  δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις και σ' ότι αφορούσε στο θέμα της δικαιοδοσίας,  αυτό από μόνο του δεν τις τεκμηρίωνε. Ο προβαλλόμενος  λόγος για έλλειψη δικαιοδοσίας δεν στοιχειοθετούσε από μόνος του εξαιρετικές περιστάσεις.

5.  Όσο δε αφορούσε στο παράπονο ότι διατάγματα της εξεταζόμενης φύσεως δεν εκδικάζονται (πρωτοδίκως) με την ενδεδειγμένη ταχύτητα, ναι μεν ήταν κατανοητές οι σχετικές με το ζήτημα ανησυχίες και ενστάσεις των επηρεαζομένων, αλλά ικανοποίηση τους μέσω της διαδικασίας των προνομιακών ενταλμάτων θα είχε ως αποτέλεσμα την ανεπίτρεπτη ανάληψη δικαιοδοσίας από το Ανώτατο Δικαστήριο σε ένα τομέα που εμπίπτει στην δικαιοδοσία των πρωτόδικων Δικαστηρίων.

6.  Σ' ότι δε αφορούσε στα υπόλοιπα παράπονα, τίποτα δεν εμπόδιζε τους Αιτητές να τα εγείρουν υπό μορφή ενστάσεως στην εκκρεμούσα διαδικασία οριστικοποίησης του Διατάγματος ή ακόμη και να καταθέσουν αίτηση για παραμερισμό ή διαφοροποίηση του δυνάμει της Δ.48 θ.8(4).

7.  Σε σχέση με τον υπαινιγμό ότι ο ευπαίδευτος Πρόεδρος που χορήγησε το Διάταγμα δεν μελέτησε το υλικό που είχε ενώπιον του, ήταν εντελώς άκομψη ακόμη και η έμμεση ενασχόληση με τέτοιο ζήτημα.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,

 

Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 A.A.Δ. 853,

 

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

 

Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,

 

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464,

 

Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116,

 

Κωνσταντινίδης (2003) 1 A.A.Δ. 1298,

 

Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 A.A.Δ. 692,

 

Fast fact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 A.A.Δ. 1535,

 

Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2012) 1 Α.Α.Δ. 878.

 

Αίτηση.

 

Κ. Μιχαηλίδης, για Αιτητή.

 

Cur. adv. vult.

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Η κάτοχος του 30% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας CK RESTAURANT SYSTEM FRANCHISERS LTD (στο εξής η Εταιρεία) Λ.Π. Μαυρονικόλα, αποφάσισε να δώσει οριστικό τέλος στις διαφορές της με τους άλλους δύο μετόχους της Εταιρείας - την αδελφή της Χρ. Παρασκευαϊδου και τον Κ. Ανδρέου που κατέχουν το υπόλοιπο 70% ή 105.000 μετοχές - με την εταιρική αίτηση 385/14 (στο εξής η Αίτηση) την οποία καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (στο εξής το Δικαστήριο) στις 15.5.2014.

 

Με την Αίτηση επιζητεί να διαταχθούν οι άλλοι δύο μέτοχοι να αγοράσουν τις 45.000 μετοχές της, σε τιμή που θα καθορίσει το Δικαστήριο και σχετικά τους καταλογίζει σωρεία επιλήψιμων πράξεων και παραλείψεων που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της είναι καταπιεστικές για την ίδια ως μετόχου μειοψηφίας.

 

Ταυτόχρονα με την καταχώριση της Αίτησης, η Μαυρονικόλα κατέθεσε και μονομερή αίτηση και την επομένη, στις 16.5.14, εξασφάλισε παρεμπίπτον διάταγμα (στο εξής το Διάταγμα), με το οποίο απαγορεύεται στην Εταιρεία και στους μετόχους της πλειοψηφίας «.από του να λάβουν οποιανδήποτε απόφαση και/ή ψήφισμα, στα πλαίσια της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης ημερ. 19.5.2014 και/ή οποιασδήποτε άλλης Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης, το οποίο θα παύει την Αιτήτρια από μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, μέχρι τελικής ακρόασης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο κυρίως αίτησης και/ή μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου».

 

Το Διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 26.5.14, οπόταν εκ μέρους της Εταιρείας εμφανίστηκε ο δικηγόρος Κ. Μιχαηλίδης, ο οποίος προέβη στην ακόλουθη δήλωση/αίτημα:

 

«Μιχαηλίδης: Οι Καθ' ων η Αίτηση 2 και 3, εν γνώσει της Αιτήτριας, είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού. Έκαμε μια Αίτηση ex-parte, την οποία επέδωσε εναντίον της Καθ' ης η Αίτηση 1 εταιρείας, χωρίς να γίνει οποιοδήποτε διάβημα για να μπορέσει να επιδοθεί η Αίτηση επ' ονόματι των Καθ' ων η Αίτηση 2, 3. Έχουμε τη γνώμη ότι το διάταγμα αυτό δεν έπρεπε να εκδοθεί ex-parte, για τους λόγους που θα αναφέρουμε αργότερα, πρέπει να οριστεί για να εκδικαστεί εναντίον της εταιρείας, ανεξάρτητα από το τι θα γίνει με τους άλλους δύο Καθ' ων η Αίτηση. Να μας δώσετε χρόνο παρακαλώ για την ένσταση μας.».

 

Το Δικαστήριο, αφού άκουσε και το δικηγόρο της άλλης πλευράς, δεν ικανοποίησε το αίτημα του κ. Μιχαηλίδη για ορισμό της αίτησης που αφορούσε μόνο την Εταιρεία για ακρόαση. Αντί τούτου την όρισε  στις 17.6.14 για επίδοση στους άλλους δύο καθ΄ ων η αίτηση και για οδηγίες για την Εταιρεία, στην οποία δόθηκε δυνατότητα να καταχωρήσει την ένστασή της μέχρι τότε.

 

Η αντίδραση της Εταιρείας στην απόρριψη του αιτήματος του δικηγόρου της εκδηλώθηκε λίγες ημέρες μετά, στις 4.6.14, με καταχώριση αίτησης στο Ανώτατο Δικαστήριο - της παρούσας - με την οποία ζητεί άδεια για καταχώρηση αίτησης που θα στοχεύει σε έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του Διατάγματος και, μέχρι την εκδίκαση της σκοπούμενης να καταχωρηθεί αίτησης, αναστολή της ισχύος του Διατάγματος.

 

Οι λόγοι που επικαλείται η Εταιρεία, για να της χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια, διατυπώνονται σε σχετική έκθεση και τα γεγονότα που την υποστηρίζουν σε συνοδευτική ένορκη δήλωση του μέλους του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) της Εταιρείας Π. Αριστοτέλους. Συγκεκριμένα διατυπώνονται 14 λόγοι, η ουσία των οποίων έχει ως ακολούθως:

 

1. Το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας για έκδοση προσωρινού διατάγματος που να απαγορεύει στη γενική συνέλευση των μετόχων της Εταιρείας να απομακρύνει διοικητικό της σύμβουλο. Παρέπεμψε σχετικά στον Καν. 96 του Πρώτου Μέρους του Πίνακα «Α» του περί Εταιρειών Νόμου, ΚΕΦ.113 - που η Εταιρεία υιοθέτησε ως Καταστατικό της - στο Άρθρο 178 του ΚΕΦ.113, στη Bentley-Stevens v. Jones a.o. [1974] 1 W.L.R. 638 και σύγγραμμα Palmer's Company Law, 22η έκδοση, παρ. 59-29 και 59-30. Σε περίπτωση απομάκρυνσης τέτοιου συμβούλου, επισημάνθηκε, το μόνο δικαίωμα που του αναγνωρίζει ο Νόμος είναι να ζητήσει (υπό προϋποθέσεις) την εκκαθάριση της Εταιρείας και αυτό αν κριθεί ορθό και δίκαιο (Λόγοι 1 και 2 της Έκθεσης).

 

2. Με το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου η Αίτηση δεν έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Προβάλλεται συναφώς (α) ότι η Μαυρονικόλα, ενώ πήρε την ειδική ειδοποίηση των Άρθρων 136 και 178 του ΚΕΦ.113 εντούτοις παρέλειψε να δώσει στην Εταιρεία οποιοδήποτε λόγο για τη μη απομάκρυνση της από το Δ.Σ., (β) ότι η διεκδίκηση από μέτοχο αναγκαστικής αγοράς των μετοχών του προϋποθέτει δικαστική απόφαση - που στην παρούσα περίπτωση απουσιάζει - ότι οι εργασίες της εταιρείας διεξάγονται κατά τρόπο καταπιεστικό γι' αυτόν και (γ) ότι η διεκδίκηση της αναγκαστικής αγοράς του Άρθρου 202 του ΚΕΦ.113 είναι ασύνδετη με την διατήρηση της ιδιότητας του μέλους του Δ.Σ. και, επομένως, το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να παρεμποδίσει την απομάκρυνση της Μαυρονικόλα από το Δ.Σ. (Λόγοι 3-7).

 

3. Το Δικαστήριο όφειλε να διατάξει την επίδοση της αίτησης ώστε να δώσει την ευκαιρία και στην άλλη πλευρά να ακουστεί. Αφενός λόγω της φύσεως της υπόθεσης και, αφετέρου, λόγω του ότι ενώ η Μαυρονικόλα γνώριζε από 11.4.2014 ότι συγκλήθηκε έκτακτη γενική συνέλευση στις 19.5.2014 για απομάκρυνση της, εντούτοις καταχώρισε την αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα την τελευταία στιγμή. Εφησύχαζε δηλαδή για ένα και πλέον μήνα αναφορικά με τα ισχυριζόμενα δικαιώματα της και επομένως δεν υπήρχε οτιδήποτε το επείγον για έκδοση του Διατάγματος μονομερώς (Λόγοι 8, 9, 10 και 13).

 

4. Κατά τεκμήριο το Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και με πλήρη έλλειψη εξουσίας καθότι μέσα στο σύντομο χρόνο της 16.5.2014, δεν ήταν δυνατό να μελετήσει μια ογκοδέστατη μονομερή αίτηση από 83 σελίδες η οποία συνοδευόταν από ένορκη δήλωση 223 παραγράφων και 87 τεκμηρίων για να βεβαιωθεί ότι είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το Διάταγμα. (Λόγοι 11 και 12) και

 

5. Με την απόρριψη του αιτήματος για ορισμό της αίτησης για ακρόαση και τον ορισμό της (σ' ότι αφορά την Εταιρεία) για οδηγίες στις 17.6.14, απαγορεύτηκε στην Εταιρεία να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματα της (Λόγος 14).

 

Οι πιο πάνω λόγοι αναπτύσσονται με πληρότητα στην συνοδευτική ένορκη δήλωση, όπου παρατίθεται το ιστορικό σύστασης της Εταιρείας και πλήθος ισχυρισμών βάσει των οποίων καταλογίζονται στη Μαυρονικόλα κατά συρροή επιλήψιμες πράξεις που είχαν ως αποτέλεσμα να παρεμβάλλονται εμπόδια στην ομαλή λειτουργία της Εταιρείας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αναφορά στους εν λόγω ισχυρισμούς δεν θα εξυπηρετούσε κατά τη γνώμη μου κάποιο χρήσιμο σκοπό. Αλλά για σκοπούς πιο ολοκληρωμένης εικόνας σημειώνεται ότι η αντιπαλότητα των δύο αδελφών χρονολογείται από το θάνατο του πατέρα τους - του Γεώργιου Παρασκευαϊδη - τον Δεκέμβριο του 2007 και από τον Ιούλιο του 2011 αντιδικούν στο πλαίσιο της (παράγωγης) αγωγής 4817/11 την οποία καταχώρισε η Μαυρονικόλα αναφορικά με τη διαχείριση θεμάτων της Εταιρείας. Μάλιστα στο πλαίσιο της αγωγής αυτής, η Μαυρονικόλα εξασφάλισε μονομερώς και διάταγμα τύπου Anton Piller και Norwich Pharmacal το οποίο, όμως, ακυρώθηκε μετά από ακρόαση στις 14.3.2012.

 

Τα όσα παρατίθενται στη συνοδευτική ένορκη δήλωση, αναπτύχθηκαν και δια ζώσης από τον κ. Μιχαηλίδη κατά την επ'  ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης. Με κύριες επισημάνσεις ότι το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το Διάταγμα για τρεις κυρίως λόγους. Ο πρώτος, με το υλικό που τέθηκε ενώπιον του η Αίτηση δεν έχει ορατή προοπτική επιτυχίας, ο δεύτερος γιατί δεν ικανοποιείτο το στοιχείο του κατεπείγοντος και, ο τρίτος, σύμφωνα με τον Νόμο και τη Νομολογία - στην οποία και παρέπεμψε - το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εμποδίσει την απομάκρυνση της Μαυρονικόλα από το Δ.Σ. Πέραν τούτων, διατύπωσε αμφιβολίες κατά πόσο το Δικαστήριο μελέτησε το ογκοδέστατο υλικό που τέθηκε ενώπιον του προτού εκδώσει το Διάταγμα και, τέλος, εξέφρασε  ανησυχία ότι στην περίπτωση που δεν δοθεί η αιτούμενη άδεια η Εταιρεία θα υποστεί βλάβη καθότι η εκδίκαση διαταγμάτων της εξεταζόμενης φύσεως καθυστερεί πρωτοδίκως υπέρμετρα. Με ανεπιθύμητες και ζημιογόνες συνέπειες στα δικαιώματα των προσώπων εναντίον των οποίων εκδίδονται.

 

Μελέτησα την υπό κρίση αίτηση και όσα διά ζώσης ανέπτυξε ο κ. Μιχαηλίδης και προτού ασκήσω τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος θα 'ταν χρήσιμο να υπενθυμίσω τις βασικές αρχές που διέπουν αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως. Πρόκειται για αρχές που αναπτύσσονται και στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 122 και επόμενα, οι οποίες συνοψίζονται ως ακολούθως:

 

Η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. (Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Αναφορικά με τις αιτήσεις της Αυγής Ι. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 A.A.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Κωνσταντινίδης (2003) 1 A.A.Δ. 1298, Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 A.A.Δ. 692).

 

Έχοντας υπόψη τις προαναφερθείσες νομικές αρχές είναι νομίζω προφανές ότι, ενόσω εκκρεμεί η ακρόαση της αίτησης για το Διάταγμα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου πολύ λίγα περιθώρια υπάρχουν για χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Και αυτό για τον απλό λόγο ότι η Εταιρεία έχει κάθε δυνατότητα να εγείρει τα ζητήματα που εγείρει με την παρούσα - όπως και οποιοδήποτε άλλο ζήτημα - στο πλαίσιο της διαδικασίας οριστικοποίησης ή μη του Διατάγματος. Έχει επομένως δυνατότητα να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου - που είναι και το κατ' εξοχή αρμόδιο - και τις δικές της θέσεις ώστε, το Δικαστήριο, έχοντας πλέον ενώπιον του όλα τα στοιχεία, να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια ως προς την περαιτέρω τύχη του Διατάγματος. Βέβαια δεν παραγνωρίζω ότι με βάση τις πάγιες αρχές της νομολογίας (βλ. μεταξύ άλλων, Κωνσταντινίδης (2003) 1 A.A.Δ. 1298 και Fast fact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 A.A.Δ. 1535), το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται, όταν διαπιστώνει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να παρέμβει και να χορηγήσει άδεια της εξεταζόμενης φύσεως έστω και αν υπάρχουν διαθέσιμα άλλα ένδικα μέσα. Στην παρούσα όμως περίπτωση δεν βλέπω να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις και σ' ότι αφορά το θέμα της δικαιοδοσίας, αυτό από μόνο του δεν τεκμηριώνει εξαιρετικές περιστάσεις. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση της Ολομέλειας Αναφορικά με την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ και του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (2012) 1 Α.Α.Δ. 878, η οποία επανέλαβε την επί του προκειμένου θέση της νομολογίας με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Base Metal Trading Ltd (ανωτέρω):

 

«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ. μεταξύ άλλων, R. ν. Secretary of State [1986] 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 A.A.Δ. 41, Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 247). Στην Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή «ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα». Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ. επίσης Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.»

 

Ο προβαλλόμενος λοιπόν λόγος για έλλειψη δικαιοδοσίας δεν στοιχειοθετεί από μόνος του εξαιρετικές περιστάσεις. Όσο δε αφορά το παράπονο ότι διατάγματα της εξεταζόμενης φύσεως δεν εκδικάζονται (πρωτοδίκως) με την ενδεδειγμένη ταχύτητα, ναι μεν συμμερίζομαι τις σχετικές με το ζήτημα ανησυχίες και ενστάσεις των επηρεαζομένων, αλλά ικανοποίηση τους μέσω της διαδικασίας των προνομιακών ενταλμάτων θα είχε ως αποτέλεσμα την ανεπίτρεπτη ανάληψη δικαιοδοσίας από το Ανώτατο Δικαστήριο σε ένα τομέα που εμπίπτει στην δικαιοδοσία των πρωτόδικων Δικαστηρίων. Σ' ότι δε αφορά τα υπόλοιπα παράπονα, τίποτα δεν εμποδίζει τους Αιτητές να τα εγείρουν υπό μορφή ενστάσεως στην εκκρεμούσα διαδικασία οριστικοποίησης του Διατάγματος, ή ακόμη και να καταθέσουν αίτηση για παραμερισμό ή διαφοροποίηση του δυνάμει της Δ.48 θ.8(4). Τέλος, σε σχέση με τον υπαινιγμό ότι ο ευπαίδευτος Πρόεδρος που χορήγησε το Διάταγμα δεν μελέτησε το υλικό που είχε ενώπιον του είναι, νομίζω, εντελώς άκομψο ακόμη και η έμμεση ενασχόληση με τέτοιο ζήτημα.

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο