ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D304
(2014) 1 ΑΑΔ 930
9 Μαΐου, 2014
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ,
ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 4 ΚΑΙ 5 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 121(Ι) ΤΟΥ 2000
ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ
ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ
ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΕΩΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ (ΚΥΡΩΤΙΚΟΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1979, Ν. 84/79, ΚΑΙ ΤΗ Δ.48 Θ. 1-5 ΚΑΙ 9 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ GRATIO HOLDINGS LTD, ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ
CERTIORARI ΚΑΙ WRIT OF PROHIBITION,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΗΣ Α.Ε.ΔΙΚΑΣΤΟΥ
ΤΟΥ Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 18/10/2013
ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΓΕΝΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ 1863/2013,
ΤΗΣ HUNGARIAN STATE HOLDING COMPANY LTD
Ή ΑΛΛΩΣ ΠΩΣ HUNGARIAN PRIVATIZATION AND
STATE HOLDING COMPANY (MAGYAR NEMZETI
VAGYONKEZELO ZARTKORUEN MUKOTO
RESZVENYTARSASAG), ΑΠΟ ΤΗ ΒΟΥΔΑΠΕΣΤΗ,
ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΔΕΙΑ ΟΠΩΣ Η ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 7/10/2004 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ
ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ, ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ
ΤΟΥ ΑΥΣΤΡΙΑΚΟΥ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ
ΜΕ ΑΡ. SCH-4821, ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΕΙ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 32/2014)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρωνόταν εκδοθέν από Επαρχιακό Δικαστήριο διάταγμα αναγνώρισης και εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης ― Επιτρεπτική κατάληξη επί τω ότι, δεν δόθηκε κατά την έκδοση του, το δικαίωμα στην Αιτήτρια να ακουστεί, συμφώνως των σχετικών νομοθετικών προνοιών του Νόμου 121(Ι)/2000.
Με την αίτηση η οποία καταχωρήθηκε κατόπιν παραχώρησης σχετικής αδείας, επιδιώχθηκε η έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρωνόταν εκδοθέν από Επαρχιακό Δικαστήριο διάταγμα αναγνώρισης και εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης που είχε εκδοθεί στη Βιέννη από το Διεθνές Διαιτητικό Κέντρο του Αυστριακού Ομοσπονδιακού Εμπορικού Επιμελητηρίου. Η αίτηση προωθήθηκε μονομερώς, στην απουσία της άλλης πλευράς και το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε αυθημερόν το αιτούμενο διάταγμα, χωρίς να το ορίσει επιστρεπτέο και χωρίς να δοθεί προηγουμένως το δικαίωμα στην αιτήτρια εταιρεία, να ακουστεί.
Η αιτήτρια, αφού προηγουμένως της επιδόθηκε το επίδικο διάταγμα, κινήθηκε προς εξασφάλιση των δικαιωμάτων της, με καταχώριση αίτησης για χορήγηση άδειας Certiorari. Εκρίθη από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι εγειρόταν εκ πρώτης όψεως ζήτημα παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης στη βάση του ότι, το διάταγμα είχε εκδοθεί μονομερώς.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Το ίδιο το διάταγμα αφ' εαυτού παραβίαζε τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, αλλά και τις πρόνοιες του Νόμου 121(Ι)/2000, ο οποίος προβλέπει έναρξη της διαδικασίας με αίτηση δια κλήσεως. Εδώ, χωρίς να δοθεί ένα τέτοιο δικαίωμα στην αιτήτρια και χωρίς να υπάρχει πρόνοια αναστολής εκτέλεσης, εξεδόθη το υπό κρίση διάταγμα παραβιάζοντας έτσι κατάφωρα τα δικαιώματα της.
β) Αναφορικά με το κατά πόσον παρεχόταν στην αιτήτρια άλλο ένδικο μέσο, η διαδικασία που προνοείται από τη Δ.48.8(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής σε περιπτώσεις εναρκτήριας διαδικασίας, ή «τελικής απόφασης» όπως η εγγραφή διαιτητικής απόφασης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση Δυνάμει Συμβάσεως) Νόμος του 2000 (N. 121(I)/2000) εισάγει ουσιαστικό δίκαιο εφαρμοστέο υπό τις περιστάσεις, ως απόρροια της υπογραφής της σύμβασης περί Αναγνώρισης και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων (Κυρωτικός) Νόμος του 1979 που υπερισχύει του περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμου, Ν. 101(Ι)/87.
2. Με το Άρθρο 5(δ) του Νόμου προνοείται ότι, μετά την επίδοση ο καθ' ου η αίτηση υποβάλλει, εάν το επιθυμεί, γραπτή ένσταση τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την ημερομηνία ακρόασης της αίτησης.
Το δικαστικό διάταγμα έπασχε, εφόσον όχι μόνο επειδή παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης αλλά κυρίως γιατί παραβιάστηκαν ουσιαστικοί κανόνες δικαίου, (Άρθρο 5(1)(ε) του Νόμου).
3. Είναι σαφής η πρόθεση του νομοθέτη να ρυθμίσει αυστηρά τη διαδικασία η οποία δεν μπορεί να παρακαμφθεί ούτε και να αφεθεί στην επιλογή του αιτούντος.
4. Στην υπό κρίση περίπτωση, το Δικαστήριο δεν είχε προνοήσει για αναστολή του διατάγματος ή για επίδοση του στην άλλη πλευρά και δυνατότητα προβολής λόγων μη εκτέλεσης από το διάδικο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση, ως ο ίδιος ο Νόμος προβλέπει.
5. Με βάση τα λεχθέντα στην υπόθεση Τάσου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1372, «Αντικείμενο της διαδικασίας είναι η άδεια που εκδόθηκε και όχι, αυτή καθ' εαυτή, η διαιτητική απόφαση. Αναλήφθηκε δικαιοδοσία και δόθηκε άδεια καθοριστικής φύσης». Η αιτήτρια είχε δικαίωμα να ακουστεί.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Alpha Bank Cyprus Ltd (2014) 1 Α.Α.Δ. 371, ECLI:CY:AD:2014:A109,
Τάσου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1372,
Udruzena Beogradska Banka v. Westacre Invest. Inc. (1999) 1 A.A.Δ. 124,
Urals Energy Public Company Limited (2013) 1 Α.Α.Δ. 2035.
Αίτηση.
Π. Παναγίδης με Α. Στυλιανίδου (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για Χρ. Δημητριάδη & Σια ΔΕΠΕ, για την Aιτήτρια.
Γ. Παπαδόπουλος για Μ. Ηλιάδης & Συνεταίροι ΔΕΠΕ, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Tα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου στη βάση των οποίων χορηγήθηκε άδεια για αίτηση Certiorari απετέλεσαν στη συνέχεια κοινό έδαφος μεταξύ των δύο πλευρών. Τα παραθέτω συνοπτικά.
Στις 18.9.2013 καταχωρίστηκε από τους καθ' ων η αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η πρωτογενής αίτηση υπ' αρ. 1863/13, κατά της αιτήτριας. Αφορούσε στην έκδοση διατάγματος αναγνώρισης και εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης που είχε εκδοθεί στη Βιέννη από το Διεθνές Διαιτητικό Κέντρο του Αυστριακού Ομοσπονδιακού Εμπορικού Επιμελητηρίου σε υπόθεση διαιτησίας ημερ. 7.10.2004. Η αίτηση προωθήθηκε μονομερώς και στην απουσία της άλλης πλευράς. Tο Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε αυθημερόν το αιτούμενο διάταγμα, χωρίς να το ορίσει επιστρεπτέο και χωρίς να δοθεί προηγουμένως το δικαίωμα στην αιτήτρια εταιρεία να ακουστεί. Η αίτηση στηρίχθηκε στις πρόνοιες του περί της Συμβάσεως περί της Αναγνωρίσεως και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων, (Κυρωτικός) Νόμου του 1979, Ν. 84/79 και του περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμου του 1987, Ν. 101/87.
Η αιτήτρια κινήθηκε προς εξασφάλιση των δικαιωμάτων της μετά τις 31.1.2014, αφού προηγουμένως της επιδόθηκε το επίδικο διάταγμα, με καταχώριση αίτησης για χορήγηση άδειας Certiorari. Έκρινα ότι εγείρετο εκ πρώτης όψεως ζήτημα παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης στη βάση του ότι το διάταγμα ως είχε εκδοθεί μονομερώς, χωρίς να τάσσεται χρονική περίοδος εντός της οποίας η αιτήτρια είχε το δικαίωμα να αποταθεί στο Δικαστήριο για ακύρωση της εγγραφής ή χρόνος αναστολής ισχύος του διατάγματος, της αποστέρησε τη δυνατότητα να προβάλει την ένσταση της και λόγους ακύρωσης του [Ν. 121(Ι)/2000, περί Αποφάσεων Αλλοδαπών Δικαστηρίων (Αναγνώριση, Εγγραφή και Εκτέλεση δυνάμει Συμβάσεως), Άρθρο 5(1)(α)].
Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση ευθαρσώς αποδέχθηκε ότι εφαρμοστέος στην υπό κρίση διαδικασία και άμεσα σχετικός είναι ο Νόμος 121(Ι)/2000, παραδεχόμενος έτσι το λανθασμένο υπόβαθρο, όσον αφορά τουλάχιστον το ουσιαστικό δίκαιο πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η αίτηση των καθ' ων η αίτηση. Έτσι δεν θα με απασχολήσει περισσότερο το ζήτημα. Θα περιοριστώ να παρατηρήσω ότι ο Νόμος 121(Ι)/2000 εισάγει ουσιαστικό δίκαιο εφαρμοστέο υπό τις περιστάσεις, ως απόρροια της υπογραφής της σύμβασης περί Αναγνώρισης και Εκτελέσεως Αλλοδαπών Διαιτητικών Αποφάσεων (Κυρωτικός) Νόμος του 1979 που υπερισχύει του περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμου, Ν. 101(Ι)/87. Σύμφωνα με το Άρθρο 5(1)(α) του Νόμου 121(Ι)/2000:
«5.-(1) Η διαδικασία η οποία ακολουθείται δυνάμει του παρόντος Νόμου για την εγγραφή, αναγνώριση ή εκτέλεση απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου είναι η ακόλουθη:
(α) Η διαδικασία αρχίζει με καταχώριση στο δικαστήριο αίτησης διά κλήσεως που συνοδεύεται από ένορκη δήλωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, με τις ανάλογες προσαρμογές, στην οποία εμφαίνεται ως αιτητής η αρμόδια αρχή ή το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εξεδόθη η απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, αναλόγως της περιπτώσεως, και ως καθ' ου η αίτηση το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείτο η αναγνώριση, εγγραφή ή εκτέλεση της απόφασης αλλοδαπού δικαστηρίου:
Νοείται ότι οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί για υποκατάστατη επίδοση ισχύουν:
Νοείται περαιτέρω ότι σε περιπτώσεις όπου στη διαδικασία κατά την οποία έχει εκδοθεί η απόφαση δεν υπήρχε αντίδικος, η διαδικασία αρχίζει με μονομερή αίτηση που συνοδεύεται από ένορκη δήλωση.»
Με το Άρθρο 5(δ) του Νόμου προνοείται ότι, μετά την επίδοση ο καθ' ου υποβάλλει, εάν το επιθυμεί, γραπτή ένσταση τουλάχιστον δύο ημέρες πριν από την ημερομηνία ακρόασης της αίτησης. Οι λόγοι πάνω στους οποίους μπορεί να στηριχθεί η ένσταση περιορίζονται αυστηρά στα ζητήματα που διαγράφονται από τις πρόνοιες της υποπαραγράφου (ε).
Ο κ. Παναγίδης, με την ιδιαιτέρως εμπεριστατωμένη αγόρευση του και με παραπομπή στη νομολογία, υποστήριξε ότι το ίδιο το διάταγμα αφ' εαυτού παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης αλλά και τις πρόνοιες του Νόμου, ο οποίος ξεκάθαρα προνοεί ότι η διαδικασία άρχεται με αίτηση δια κλήσεως και δίδει στην άλλη πλευρά τη δυνατότητα να ακουστεί πριν το Δικαστήριο καταλήξει για την εγγραφή ή όχι της διαιτητικής απόφασης. Εδώ, χωρίς να δοθεί ένα τέτοιο δικαίωμα στην αιτήτρια και χωρίς να υπάρχει πρόνοια αναστολής εκτέλεσης, εξεδόθη το υπό κρίση διάταγμα παραβιάζοντας έτσι κατάφορα τα δικαιώματα της αιτήτριας.
Ανταπαντώντας στο επιχείρημα της άλλης πλευράς ότι παρέχεται στην αιτήτρια άλλο ένδικο μέσο, και ειδικότερα η διαδικασία που προνοείται από τη Δ.48.8(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, υποστήριξε ότι η διαδικασία που προβλέπεται από τη Δ.48 αφορά σε ενδιάμεσες αιτήσεις και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε περιπτώσεις εναρκτήριας διαδικασίας, ή, όπως το έθεσε, «τελικής απόφασης» όπως κρίνει την εγγραφή διαιτητικής απόφασης (Αναφορικά με την Αίτηση της Alpha Bank Cyprus Ltd (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:A109Α.Α.Δ. 371).
Με υποστήριξη στην Τάσου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1372, εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εκδώσει μονομερώς το διάταγμα και ότι για τους λόγους αυτούς η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει.
Ο κ. Παπαδόπουλος από την άλλη επικεντρώθηκε στην ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου ως πρόσφορου για παραμερισμό του διατάγματος κατ' εφαρμογή mutatis mutandis των προνοιών της Δ.48.8(4) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και άρα ύπαρξης άλλου ένδικου μέσου, στοιχείου που όταν συντρέχει καθίσταται αποτρεπτικό για την παραχώρηση θεραπείας της φύσης Certiorari.
Καταλήγω ότι το δικαστικό διάταγμα πάσχει, εφόσον όχι μόνο επειδή παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης αλλά κυρίως γιατί παραβιάστηκαν ουσιαστικοί κανόνες δικαίου, Άρθρο 5(1)(ε) του Νόμου. Είναι σαφής η πρόθεση του νομοθέτη να ρυθμίσει αυστηρά τη διαδικασία η οποία δεν μπορεί να παρακαμφθεί ούτε και να αφεθεί στην επιλογή του αιτούντος. Η απόφαση που εκδόθηκε από το Εφετείο και στην οποία παρέπεμψαν οι δικηγόροι των διαδίκων, Udruzena Beogradska Banka v. Westacre Invest. Inc. (1999) 1 A.A.Δ. 124, χρονικά προηγήθηκε της εισαγωγής του Νόμου και δεν υποβοηθά τη θέση των καθ' ων η αίτηση. Στην υπό κρίση περίπτωση όπου το Δικαστήριο δεν είχε προνοήσει για αναστολή του διατάγματος ή για επίδοση του στην άλλη πλευρά και δυνατότητα προβολής λόγων μη εκτέλεσης από το διάδικο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση, ως ο ίδιος ο Νόμος προβλέπει. Και για να υιοθετήσω τα όσα ο Κωνσταντινίδης, Δ., συνόψισε στην Τάσου (ανωτέρω):
«Αντικείμενο της διαδικασίας είναι η άδεια που εκδόθηκε και όχι, αυτή καθ' εαυτή, η διαιτητική απόφαση. Αναλήφθηκε δικαιοδοσία και δόθηκε άδεια καθοριστικής φύσης και, χωρίς να θέλω να διατυπώσω άποψη αναφορικά με επιμέρους δικονομικά ζητήματα, ενστερνίζομαι την άποψη πως η αιτήτρια είχε δικαίωμα να ακουστεί.»
Είχα την ευκαιρία να εξετάσω παρόμοιας φύσεως αίτημα στην Urals Energy Public Company Limited (2013) 1 Α.Α.Δ. 2035 εκείνη όμως η περίσταση διαφοροποιείται από την παρούσα. Εκεί το Δικαστήριο παρά το ότι ενέκρινε την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης στη βάση μονομερούς αίτησης, όρισε το διάταγμα για επίδοση στην άλλη πλευρά και κατ' επέκταση το δικαίωμα στο διάδικο να ακουστεί πριν εγγράψει τη διαιτητική απόφαση.
Η αίτηση επιτυγχάνει με έξοδα. Η διαταγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 18.10.2013 ακυρώνεται.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα.